Επιπλέον ετικέτες

Η συγκεκριμένη λέξη περιγράφει τα πολύ μικρά ζώα ή ζωύφια.

Μεταφορικά αποτελεί μειωτικό χαρακτηρισμό για τιποτένιους και ασήμαντους ανθρώπους, ταυτίζοντάς τους με ζωύφια, η ζωή των οποίων ουδεμία αξία έχει.

Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδος χρησιμοποιείται για την περιγραφή του αγριμιού. Ετυμολογικά κατά πάσα πιθανότητα συνδέεται με τη λέξη ζώο [αρχ. ελληνικά ζώδιον, με τροπή του ω σε ου].

  • Ποίημα από το διαδίκτυο:

Και χαιρετώ από μακριά κάθε πουλί
και κάθε ζούδι φτερωτό
που ακυβέρνητο τρυγάει τα πλήθη
Η ζήλια μου ενέχει απελπισία
Αφού με ξέρεις
τι δε μου μιλάς φθινόπωρο;

  • Φύγε από εδώ ρε ζούδι, που με απειλείς κιόλας, μην αρπάξω κανένα
    παλούκι..

  • Απόσπασμα ιστορίας εθνολογικού χαρακτήρος από το διαδίκτυο:

«Δεν είδαν όμως τίποτα και πάλι το πρωί βρήκαν 1 πρόβατο πεθαμένο. Το συζητήσαν και με άλλους και αφού δεν βρίσκανε λογική εξήγηση φωνάξαν τον αλαφροίσκιωτο. Εκείνος παραφύλαξε το βράδυ και τους είπε ότι ήταν κάποιο ζούδι που σκότωνε τα πρόβατα. Ο αλαφροίσκιωτος τους είπε ότι την επόμενη νύχτα πρέπει να μαζευτούν 4-5 άτομα, να φέρουν λίγο μπαρούτι και να κάνουν ότι θα τους πει αυτός. Τους είπε ότι πρέπει να ανάψουν μία φωτιά και να καθήσουν όλοι γύρω γύρω και να έχουν το μπαρούτι έτοιμο να το ρίξουν στη φωτιά μόλις τους πει »τώρα«. Τους είπε όμως ότι αυτό πρέπει να γίνει την στιγμή ακριβώς που θα τους έδινε εντολή και πως ότι κι αν τον δουν να παθαίνει σε καμία περίπτωση να μην ρίξουν το μπαρούτι πριν. Όντως το βράδυ έκαναν ότι τους είπε. Στις 12 η ώρα ο αλαφροίσκιωτος σηκώθηκε πάνω κι άρχισε να μιλάει σε κάποιον που δεν βλέπανε. Σε λίγο ο τόνος του είχε γίνει πιο θυμωμένος και έδειχνε σαν να δέχεται αλλά και να ρίχνει χτυπήματα στον αέρα. Οι άλλοι φοβήθηκαν πολύ. Ξαφνικά τον βλέπουν να έχει γίνει κατακόκκινος και να να βγάζει βογγητά σαν κάποιος να τον έπνιγε. Τότε τα χρειαστήκαν όλοι και δεν ξέρανε τι να κάνουνε. Και τότε με ξέπνοή φωνή τους είπε »τώρα« και ρίξαν το μπαρούτι στη φωτιά. Μετά την μικρή έκρηξη ο αλαφροίσκιωτος άρχισε να αναπνέει και να συνέρχεται. Τους είπε ότι τώρα είχε το ζούδι υπό τον έλεγχό του και ρώτησε τον πατέρα του παππού μου που θέλει να το στείλει. Τότε όλοι μαζί είπαν στο μαντρί του τάδε (ενός που δεν τον συμπαθούσαν). Από το επόμενο βράδυ αρχίσαν να πεθαίνουν τα πρόβατα του αλουνού ένα ένα!»

Άγριο ζούδι, που προκαλεί τρόμο (από krepsinis, 05/02/09)

Σχετικά: έχνος, το, ζουλάπι, το

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Το παντελόνι που προηγήθηκε του σωλήνα και που χαρακτήρισε τα σέβεντιζ και την γενιά των λουλουδιών. Επανήλθε στη δεκαετία του '90. Λέγεται έτσι γιατί το στο κάτω μέρος άνοιγε θυμίζοντας το σχήμα της καμπάνας.

  2. Δυνατή φωνή ή πολύ καθαρός ήχος.

  1. Η μητέρα μου ήταν κολλημένη με τις καμπάνες των νεανικών της χρόνων και όταν ήρθε η μόδα του σωλήνα δεν ήθελε με τίποτα να τα φοράω, τα θεωρούσε απαίσια.

  2. Δεν μπόρεσα να κλείσω μάτι στις διακοπές. Δίπλα έμενε ένας τύπος που είχε φωνή καμπάνα και κάθε πρωί έπαιρνε τη μάνα του στο κινητό και μας ξυπνούσε όλους.

  3. - Ακούς τώρα από το ηχείο αυτό;
    - Καμπάνα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το οσχέο, οι όρχεις. Η έκφραση προέρχεται από το σχήμα των παλαιών καπνοσακούλων, οι οποίες ήταν και συχνά δερμάτινες.

Είσαι άντρας ρε, ή τσάμπα την έχεις την καπνοσακούλα;

αλήθεια είναι, μοιάζει.... (από electron, 27/11/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράφει κινητήρες πετρελαίου που κροταλίζουν περισσότερο από το κανονικό. Ενδεικτικό είτε αρρύθμιστου κινητήρα, είτε σοβαρότερης βλάβης.

Έχει να κάνει με τον τενεκεδένιο ήχο που κάνει το καπάκι στις φθηνές παλαιές κατσαρόλες, όταν αυτό χτυπάει επάνω της όταν βράζει το νερό / φαγητό.


Ο ίδιος όρος επίσης χρησιμοποιείται και για τα «απρόσωπα» αυτοκίνητα, δηλαδή εκείνα που έχουν φτιαχτεί κυρίως για να εξυπηρετούν απλώς τις ανάγκες μεταφοράς από ένα σημείο στο άλλο και όχι για, ή και για οδηγική απόλαυση.

Έχει να κάνει με το ότι μία κατσαρόλα είναι ένα απλό χρηστικό αντικείμενο που υπάρχει απλά και μόνον για να κάνει την δουλειά του και όχι για να προσφέρει διασκέδαση, απόλαυση ή χαρά (το φαγητό που μαγειρεύεται μέσα στην κατσαρόλα είναι άλλη ιστορία βέβαια...).

  1. Σαν κατσαρόλα ακούγεται το μοτέρ σου...

  2. Αυτό το αυτοκίνητο δεν έχει «ψυχή», σκέτη κατσαρόλα είναι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένα από τα φωνητικά σφάλματα στο τραγούδι αλλά και τον προφορικό λόγο. Η φωνή αυτού που τραγουδά ή μιλά κάνει μια απότομη και αθέλητη μετατόπιση σε ψηλότερες συχνότητες, μοιάζοντας έτσι με την χροιά του κόκορα όταν κράζει.

Μουσικές πηγές μου με διαβεβαίωσαν ότι δεν πρόκειται, τεχνικά, για φάλτσο, παραφωνία, υποφωνία, ή άλλης μορφής εκτέλεση του κομματιού από τον εκάστοτε Κακοφωνίξ.

Εγκυκλοπαιδικά τώρα, όσον αφορά το τραγούδι, το κοκοράκι οφείλεται κυρίως στην έλλειψη εγρήγορσης του τραγουδιστή αλλά και στις τυχόν ταλαιπωρημένες φωνητικές του χορδές από καταχρήσεις ή δημιουργημένες κύστες κλπ κλπ.

  1. - Τον θεολόγο στο Λύκειο τον θυμάσαι;
    - Ναι τον καημένο, τρεις λέξεις έλεγε, πέντε κοκοράκια έκανε. Κι εμείς από κάτω να γελάμε.
    - Έφυγε στο Άγιο Όρος...

  2. - Μα τι πράμα είναι αυτός ρε πούστη μου. Ντεμέκ κυριλέ μαγαζί.
    - Αυτοί είναι οι δευτεράντζες ρε. Σε λίγο θα σκάσει ο κανονικός ο σκυλάς και θα γουστάρουμε.
    - Άντε, γιατί κάνει πιο πολλά κοκόρια κι από τον Γιώργο Κωνσταντίνου. Μαύρα κοράκια, κόκκινα κοράκια... Κικιρίκου!

To krasaki tou Tsou. Επική ταινία. (από patsis, 06/09/09)Το φάλτσο κοκοράκι (από Vrastaman, 30/11/09)

Δες και τζαλκάντζες.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η προέλευση του ορισμού είναι ενδιαφέρουσα και κατά τη γνώμη μου έχει τις ρίζες της στο εξής:

Τα παλαιότερα χρόνια, όταν ο πελάτης ζητούσε το αντίστοιχο είδος sex με κορίτσι εργαζόμενο σε σχετικό ευαγές κατάστημα, και το κορίτσι διαπίστωνε ότι ο οργανικός εξοπλισμός του πελάτη ήταν μεγαλύτερου μεγέθους από τον μέσο όρο, τότε τον υποχρέωνε να φορέσει γύρω από τον «εξοπλισμό» μαξιλαράκι σε σχήμα παχέος κουλουριού με οπή, ώστε η διείσδυση να είναι όσο το δυνατόν πιο περιορισμένη και ανώδυνη για την εργαζόμενη.

Από εκεί επικράτησε ο δακτύλιος του πρωκτού να ονομάζεται και κουλούρι. Μία τουλάχιστον παρόμοια αναφορά υπάρχει και στο bourdela.com.

Εξάλλου η πρωτότυπη έκφραση φαίνεται να ήταν: «κουλούρι σου έδωσε;» και αργότερα να έγινε «κουλούρι πήρες;».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κυριολεκτικά: το κυκλικού σχήματος αρτοσκεύασμα, είτε επικαλυμμένο με σουσάμι είτε με άλλο καρίκευμα.

Μεταφορικα: ο πρωκτός / η εκ του πρωκτού διείσδυση

'Ελα φιλαράκι έχω νέα!! Χθες βγήκα με τη Τζένούλα!! Της έφαγα το κουλούρι με τη μία, κολλητέ!!! Μου έδωσε κώλο!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ιδιαίτερα προσφιλής, ειδικά στην κατηγορία των γυναικών-οδηγών, δραστηριότητα κατά την οποία η εκκίνηση του αυτοκινήτου γίνεται μετ' εμποδίων. Διαδεδομένη επίσης και στους κατά τόπους μπάρμπα-Μπρίλιους, είναι η μοναδική τεχνική η οποία μπορεί να προκαλέσει στομαχικές διαταραχές τόσο σε αυτούς που βρίσκονται εντός του αυτοκινήτου όσο και σε όσους το παρακολουθούν από απόσταση (δεν έχει σημασία από πόση, δεν υπάρχει «ασφαλής» απόσταση).

Το ύψιστο αυτό κατόρθωμα πετυχαίνεται με την λεπτή εναλλαγή των ποδιών στα πεντάλ του γκαζιού και του συμπλέκτη και σε ανίατες-χρήζουσες κλινικής βοήθειας περιπτώσεις και το πεντάλ του φρένου. Μόλις αισθανθεί κανείς ότι το αυτοκίνητο πρόκειται να ξεκινήσει σκέφτεται όλα τα κακά που συμβαίνουν στο δρόμο, έρχονται εικόνες τροχαίων στο μυαλό του, επεξεργάζεται την είδηση ότι η Μπεζαντάκου οδηγεί Χάμερ, νιώθει ότι στάνταρ θα έχει καμιά πορεία στο κέντρο και θα αργήσει και μετανιώνει για την εκκίνηση. Πατώντας ξανά το συμπλέκτη απότομα το αυτοκίνητο συμπεριφέρεται με άγριο τρόπο με αποτέλεσμα να τρομοκρατηθεί ο/η οδηγός και να κάνει πράγματα που δεν μπορούν να καταγραφούν αλλά ακόμη κι αν καταγραφόταν δεν θα μπορούσαν να εξηγηθούν από την απλή κοινή λογική που δεν χρειάζεται να είσαι Χάκινεν για να την διαθέτεις. Οπότε το επόμενο πράγμα είναι το αυτοκίνητο να πηγαίνει μπρος-πίσω ωσάν να έχει λόξυγγα.

Δικαιολογίες που προσπαθούν να καμουφλάρουν το γεγονός του λόξυγγα αποτελούν οι: «Προσπαθώ να βρω το φίλινγκ του αυτοκινήτου», «Πω το άτιμο, αν είναι κρύο δεν μπορώ να το ελέγξω», «Καλά προχτές το έκανα σέρβις, πάλι μαλάκωσε ο συμπλέκτης;», «Τι σκατά του κάνει το Μαράκι κάθε φορά που το παίρνει και δεν μπορώ να το οδηγήσω μετά;», «Αμόλυβδη έβαλε ή τζόνι;», «Νταξναούμ, εμένα δε με νοιάζει η εκκίνηση , αλλά το πως το ελέγχω στα 300 χουλουμού ναούμ» και άλλα πολλά το ίδιο ή και χειρότερα γλαφυρά.

- Ρε Τάνια τι θα γίνει με το λόξυγγα ρε συ; 3 χρόνια οδηγάς ακόμη δεν έμαθες να ξεκινάς σωστά; Ήμαρτον επιτέλους!
- Τι να κάνω ρε συ Τάκη, όλα τα δοκίμασα: Κι όταν ήταν στο γκαράζ μόνο του τη νύχτα πήγα να το τρομάξω, και νερό του έβαλα στο ρεζερβουάρ, και την εξάτμιση βούλωσα να μην παίρνει αέρα. Τίποτα, το έχω πάρει απόφαση πλέον.
- ...

(από knasos, 28/12/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η μακριά, χοντρή και κυλινδρικής διατομής κουράδα, από την ομοιότητά της με το λουκάνικο (χωριάτικο, κατά προτίμηση). Παράγεται συνήθως λόγω παρατεταμένης κατανάλωσης κρεατικών. Σφηνώνει άσκημα στη λεκάνη, και άντε ύστερα να βρεις ποπέρα να την ξεβουλώσεις...

Σύνθετο: λουκανοπαραγωγός.

- Βρήκα μια λουκάνα σαν υπερωκεάνιο μες στη λεκάνη!
- Θα έχεσε πάλι ο Βασίλης...

Ο παλαίμαχος άσος του ΠΑΟ Τάκης Λουκανίδης (από allivegp, 29/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η σχισμή του κώλου όταν αυτή εξέχει από μισοκατεβασμένο παντελόνι και εμπνέει για την κλασική φάρσα «κάρφωμα-μολυβιού-ανάμεσα-στα-κωλομάγουλα».

- Τον μαλάκα τον Γιάννη, πάλι ξέχασε να βάλει ζώνη.
- Και δεν χαίρεσαι ρε μαλάκα; Βρήκαμε μολυβοθήκη!

(από Galadriel, 01/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία