Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Οι διαφορές ή οι κόντρες εις την χιπχοπικήν. Τα ραπερόνια και οι λοουμπαπάδες λύνουν τα μπιφ τους με αμοιβαία χωσίματα φρήσταϊλ ριμών σε κλαμπ, ή με τσο και λο στο πεζοδρόμιο.

Εκ του μελαψοαγγλοσαξονικού beef (διαφωνία, κόντρα), το οποίο έχει αρχαιότερες ρίζες.

1.
κοιταξτε ρε σεις , μου κλεψανε τις ρυμες! θα αρχισει νεο μπιφ στην ελληνικη σκηνη!

2.
«Σε ραπ challenge που απηύθυνε ο Νικήτας Κλιντ στο Γιωργάκη δεν έλαβε καμία απάντηση, ενώ σε προσπάθειες του ιδίου να κλείσει τις συζητήσεις στο Facebook με ένα «έγινε οκ», ο 14χρονος συνέχιζε την κουβέντα. Φαίνεται πως πρέπει να περιμένουμε το αποτέλεσμα της μάχης της Παρασκευής για να λήξει μια για πάντα αυτό το «μπιφ»».

3.
Μογλη τιποτενιε θιφ; ξεκίνησες μπιφ και θα σου κανω τη μαπα πορτατιφ και μετα θα φαω ενα ροζμπιφ απεριτιφ;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βγαίνει από την λέξη motor και αναφέρεται συνήθως στο μηχανάκι το οποίο έχουν στην κατοχή τους οι μοτόρηδες (διότι δεν τους ανήκει δικαιωματικά), που βγάζει αυτόν τον εκκωφαντικό θόρυβο που κάνει το τύμπανο του αφτιού σου να δονείται ασύστολα.

Ο μοτόρης αναφέρεται συνήθως σε κάγκουρες οι οποίοι το παίζουν ραλιάρηδες με τα οχήματά τους (μηχανάκια τους),
αλλά δεν γνωρίζουν τίποτα από Κ.Ο.Κ., αλλά ούτε ένα χαρακτηριστικό από τα μηχανάκια τους.

- Κατεβαίναν οι κάγκουρες την λεωφόρο με τα μοτόρια τους και ήταν λες και γινόταν πόλεμος απ' έξω...

- Κατέβαινε καβάλα πάνω στο ΑΤΙ (μηχανάκι) ο μοτόρης, το 'παιζε και αλήτης!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που ακούγεται συνήθως σε μηχανουργεία και υποδηλώνει τα αυθεντικά εξαρτήματα και τα συνιστώμενα ανταλλακτικά μιας μηχανής ή ενός αυτοκινήτου από τη μαμά εταιρία. Έχει δε ακριβώς την αντίθετη σημασία από τον όρο μαϊμού.

Σε μηχανουργείο:
Μάστορας:
- Μπορεί τα σετ α λα μαμά υλικά να είναι ακριβότερα από τις μαϊμούδες που κυκλοφορούν, αλλά από την άλλη αποτελούν εγγύηση για τη σωστή λειτουργία του αυτοκινήτου σας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κραυγή ενθουσιασμού του δημοσίου υπαλλήλου, που μπορεί να τα ξύνει με την ησυχία του στο Δημόσιο μονιμοποιημένος, αντί να τον τρέχει στον ιδιωτικό τομέα ο κάθε ρουμάνος.

«Φορέβα» από το «for ever», όπως καθιέρωσαν τα Ημισκούμπρια.

Δεν θέλω κάτσε σήκω, ανέβα και κατέβα,
γιατί τα ξύνω μόνιμα, Δημόσιο φορέβα!
(Ημισκούμπρια)

Δημόσιο φορέβα (από Dirty Talking, 13/02/09)συμβαίνει κ αλλού (από gaidouragathos, 11/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έτσι αποκαλούν οι γκίκουλες, οι μαοϊστές αλλά και ορισμένες γιαγιούμπες τα ασύρματα τοπικά δίκτυα.

Εκ του αγγλικάνικου WiFi.

Ασίστ: sarant.

- Μπήκα για λίγο από ένα κλεμμένο γουήφι, αλλά δεν νομίζω να ξαναμπώ ως το βραδάκι, να είστε φρόνιμοι!
(εδώ)

- Τεσταρίστηκε χθες και με το γουίφι έπιανα 1.8 Μ/ς απο φτπ ενώ το πάουερλάιν έπιανε 550 μαξ για το ίδιο
(εκεί)

(από Khan, 11/04/14)(από Khan, 08/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το αγγλικάνικο hacktivism, αποτελεί λεξιπλασία εκ των χάκερ και ακτιβισμός. Όπως αναφέρει η Βικούλα, ο όρος δημιουργήθηκε το 1996 από ένα μέλος της κολεκτίβας χακερονίων Cult of the Dead Cow ονόματι Omega. Ο χακτιβισμός είναι η χρήση δικτύων υπολογιστών για να προωθηθούν ακτιβιστικώς πολιτικοί στόχοι, και έχει πλέον καταστεί χαρακτηριστικό μέρος της κυβερνοκουλτούρας. Περισσότερα για μορφές και εξέχοντα περιστατικά χακτιβισμού στο ως άνω άρθρο της Βικούλας και στα παραδείγματα.

Πάσα (Δ.Π.): Vrastaman.

  1. Ο «χακτιβισμός» έφτασε στο ζενίθ του την χρονιά που μας πέρασε! Το 2011 πραγματοποιήθηκαν οι περισσότερες ψηφιακές «παραβιάσεις» στην ιστορία του hacking.
    Οι «χακτιβιστές» χρησιμοποιούν ψηφιακά εργαλεία προκειμένου να παραβιάσουν συστήματα ασφαλείας, για να διαμαρτυρηθούν ή να πάρουν θέση για πολιτικά θέματα. (Εδώ).

  2. Η πιο γνωστή ομάδα χακτιβιστών αυτή τη στιγμή είναι οι «Anonymous» οι οποίοι μέσα σε λίγα χρόνια κατάφεραν να κάνουν επιθέσεις στα πιο ισχυρά και απροσπέλαστα κυβερνητικά sites αλλά και σε σελίδες παιδικής πορνογραφίας. Η ιστορία όμως των χακτιβιστών ξεκινάει πολλά χρόνια πριν. Η πρώτη επίθεση χακτιβιστών έγινε το 1989 από τους W.A.N.K. οι οποίοι κατάφεραν να εμφανίσουν στην αρχική σελίδα μεγάλων sites τα αρχικά τους. Οι W.A.N.K. διαμαρτύρονταν κατά των πυρηνικών. Οι χακτιβιστές δεν θέλουν να συνδέονται με τους χάκερς και διακρίνονται σε τρία είδη: Τους χακτιβιστές με «λευκό καπέλο», με «γκρι καπέλο» και με «μαύρο καπέλο», αναλόγως της δράσης τους. (Εδώ).

  3. Ο “χακτιβισμός” θα συνεχιστεί
    Σύμφωνα με τους ανώνυμους χάκερς που δρουν προς όφελος του WikiLeaks, οι επιθέσεις τους θα συνεχιστούν. [...]
    Η εταιρία πιστωτικών καρτών Visa έγινε το τελευταίο θύμα τέτοιας επίθεσης, μετά την Mastercard. Τα sites των δύο εταιριών βγήκαν έτσι εκτός λειτουργίας για πολλές ώρες τη νύχτα της Τετάρτης προς Πέμπτη. Και οι δύο εταιρίες δέχθηκαν επιθέσεις Denial of Service (DDoS), με βομβαρδισμό των ιστοσελίδων τους με αιτήσεις, τις οποίες αδυνατούν να διαχειρισθούν, προκαλώντας κατάρρευση της ιστοσελίδας.
    Η ομάδα των χάκερς ανακοίνωσε ότι στράφηκε επίσης και κατά της ιστοσελίδας της Σουηδής εισαγγελέως στην υπόθεση Ασάνζ, ενώ μέλη της ομάδας δεσμεύθηκαν να επιτεθούν εναντίον κάθε εταιρίας ή φυσικού προσώπου «με πολιτική κατά της WikiLeaks». (Εδώ).

(από Khan, 24/09/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες:

  • Σουργελώδης εκδοχή του μπλοκαρίσματος. Για τους ορεσίβιους και τους υστερικούς του μέλλοντος, όταν κάνω πλοκ ή πλοκάρω κάποιον, παύουμε να βλέπουμε τα αντίστοιχα προφίλ μας και διακόπτεται κάθε δυνατότητα επαφής μας στο φουμπού ή σε άλλο μέσο κενωνικής δικτύωσης.
  • Η μορφή πλοκάδα προϋπήρχε του φατσομπουκικού πλοκ και φοριέται κανονικά από γκίκουλες και φρίκουλες ως απόδοση του όρου block, με την έννοια: «οριοθετημένη ομάδα στοιχείων π.χ. δεδομένων, εντολών προγράμματος ή και διατάξεων ή οργάνων που αντιμετωπίζονται —για κάποιο σκοπό— ως μία οντότητα» (βλ. εδώ).

Πέον να σημειωθεί ότι βάσει πορτοκαλίζουσας αποσυμπίλησης, η πλοκάδα ευθυμολογείται εκ της αρχαιοελληνικής λέξης πλοκάς (γεν. πλοκάδος, παράγωγο του ρήματος πλέκω) που σήμαινε «πλεξούδα μαλλιών» (βλ. εδώ).
* Πλοκ (προφέρεται: πππλοκκκ), τέλος, αποκαλείται και το μπλογκ εις την μαρτυριάρικην μεγαλόνησον.

Μπλοκάρω

1. Γαμώτο, τι βίτσιο κι αυτό να θέλω να βλέπω όλοι τι γράφετε, όχι μόνο δεν κάνω πλοκ με αυτά που διαβάζω, αλλά ούτε ανφόλο.

2. Κούκλα κανεμε αδδ ειμαι πλοκ

3. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του dim/art, οι δύο πολιτικοί άνδρες ήταν φίλοι στο facebook, ο δήμαρχος του Λονδίνου όμως έκανε πλοκ τον Έλληνα βουλευτή, επειδή εκείνος κοιτούσε τις φωτό του και δεν έκανε ποτέ λάικ.

Πλοκάδα

1. Η εντολή if χρησιμοποιείται για να ελεγχθεί μια συνθήκη και εάν (if) η συνθήκη αυτή είναι αληθής, τότε εκτελείται ένα σύνολο ή πλοκάδα εντολών (που ονομάζεται if-block), διαφορετικά (else) γίνεται επεξεργασία ενός άλλου συνόλου εντολών (που ονομάζεται else-block). Η χρήση του όρου else είναι προαιρετική.

2. Στο ΓΕΣΥ παρουσιάστηκε και πολυσέλιδο έγγραφο στο οποίο περιλαμβάνονταν όλοι οι όροι τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής (δηλαδή όροι που περιέχονται στις βάσεις όρων TELETERM και INFORTERM) που περιλαμβάνουν την πλοκάδα και συγγενικές λέξεις που προκύπτουν με παραγωγή ή σύνθεση από αυτήν. Όλοι οι όροι αυτοί είναι 377 και προέρχονται από 125 πηγές – πρότυπα και άλλα τυποποιητικά έγγραφα. Στους όρους αυτούς εκτός από την πλοκάδα περιλαμβάνονται ως συνθετικά και οι ακόλουθες συγγενικές λέξεις: πλοκάδα, μακροπλοκάδα, κυτταροπλοκάδα, ραδιοπλοκάδα, υποπλοκάδα, πλοκαδοεφαρμογή, πλοκαδοσχηματομορφή, πλοκαδικός, πολυπλοκαδικός, διαπλοκαδικός, πλοκαδοποίηση, πλοκαδοποιημένος, πλοκαδοπαγής, πλοκαδοτροπικός.

Μπλογκάρω

1. Η αλήθκεια το bacon είναι religion haha [άστε το, insiders joke...τζαι είμαι σίουρη κάποιος που δαμέ όλον τζαι θα δκιαβάζει το πλοκ] .

2. σχολιάσαμε το πολύ όμορφο κείμενο του φίλου και συναθλητή Μιχάληπου φιλοξένησε στο πλοκ του ο Χρίστος.

3. εν φκαίνει σε άλλα χρώματα. Μαύρον όπως την καρκιάν μου, όπως το πλοκ μου τζιαι όπως το τρίχωμαν μου :) Για την τιμή σκέφτου ότι εν είμαι καμιά εταιρεία που θα τυπώσει shιλιάες τζιαι θα πιάσει τιμές καλές :)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παρτούζα συνειρμών στη λέξη αυτή.

Ο όρος θα μπορούσε να προκύπτει εκ:

α) παράφρασης της λέξης προλετάριος, (δες εδώ και εδώ). Μιλάμε για τον κατ' επίφαση προλετάριο, τον κατ' όνομα προλετάριο που λειτουργεί με χρηματοκεντρικά κριτήρια (λεφτά).

β) της λέξης προ (που παραπέμπει στην αγγλική λέξη pro, εκ του professional που σημαίνει επαγγελματίας) και της λέξης λεφτά. Το πακέτο παραπέμπει δηλαδή σε κάποιον που είναι επαγγελματίας λεφτάς. Και επειδή οι λέξεις προλετάριος - προλεφτάριος μορφολογικά μοιάζουν, ο συγκεκριμένος επαγγελματίας λεφτάς αναδίνει, κάπου στο βάθος, άρωμα προλετάριου. Σε πολλές περιπτώσεις θα μπορούσε να γίνει και επαγγελματική αξιοποίηση αυτού του αρώματος (επαγγελματίας πολιτικός, επαναστάτης, κλπ., δες σχετικά το παράδειγμα 3 και το λήμμα Μαρξορθόδοξος).

γ) εκ της λέξης προ (που παραπέμπει στην αγγλική λέξη pro από professional που σημαίνει επαγγελματίας) και της λέξης left (αριστερός). Εδώ το πακέτο παραπέμπει σε κάποιον που είναι επαγγελματίας αριστερός.

δ) εκ της λέξης προ (που παραπέμπει σε πρώην) και της αγγλικής λέξης left (αριστερός). Εδώ το πακέτο παραπέμπει σε κάποιον που είναι: πρώην αριστερός.

  1. Εκ των παραπάνω συνειρμών, αντιλαμβανόμαστε πως η λέξη ενσωματώνει συναφείς νοηματικές παραπομπές.

Εκφέροντας τον όρο, θα μπορούσαμε βάσει των παραπάνω, να χαρακτηρίσουμε ως προλεφτάριο κάποιον πρώην αριστερό, που έχει από χρόνια αντικαταστήσει το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», με το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του Σωκράτη», κάποιον κατ' επίφαση αριστερό, κάποιον γιαλαντζί κομμουνιστή, κάποιον Μαρξ εντ Σπένσερ, που 'χει κάνει θεό του, το μαρούλι, τις αστικές απολαύσεις, που 'χει τα ... κονέ, που κάνει τις μπίζνες, που μπορεί να 'ναι και σκαφάτος και που επιδιώκει πάντοτε να τα περνά ζωή και κότα.

Χαρακτηριστικό τύπο προλετάριου που μεταμορφώθηκε σε προλεφτάριο είχε ενσαρκώσει στην ταινία «Ξύπνα Βασίλη» ο Αλέκος Αλεξανδράκης, όπου το κέρδος ενός λαχείου, μετέβαλλε άρδην τον τρόπο ζωής του, μεταβάλλοντας τον από μαχητικό αγωνιστή της Αριστεράς σε άνθρωπο του κεφαλαίου. (Βλ. παραδείγματα 1, 2 ,3)

  1. Στα πλαίσια χιουμοριστικής εκφοράς του λόγου, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ως προλεφτάριο κάποιον παντελώς άσχετο με την αριστερά, που ζει μέσα στη γκλαμουριά και στη χλίδα. (βλ. παράδειγμα 4)
  1. Και εμείς θα καμαρώνουμε για τον άνθρωπό μας που «νίκησε» και μπήκε στη Βουλή, γεμίζοντάς μας προσδοκίες και όνειρα καλοκαιρινής νυκτός, για να γίνει από προλετάριος, προλεφτάριος. Ναι, μιλάμε γι’ αυτόν το μασκαρά που μόλις εκλέχθηκε, έκλεισε το κινητό του… Και πήρε καινούριο, για να μιλάει με επιχειρηματίες. Μιλάμε γι’ αυτόν που μόλις εκλέχθηκε και ζητήσαμε να τον δούμε, μας παρέπεμψε σε κάτι παρατρεχάμενα και θρασύτατα λαμόγια, κάτι ανεκδιήγητους αλεξιπτωτιστές, που ποτέ πριν δεν είχαμε ξαναδεί. Που θεωρούν ότι μας έκαναν χάρη που άκουσαν το πρόβλημά μας, ή το (κατ’ εμάς πάντα εύλογο, αλίμονο) αίτημα μας. Τα θέλει ο οργανισμός μας. Δες εδώ

  2. Ηταν ένας φτωχός προλεφτάριος που για να αποκτήσει αστικές απολαύσεις έγινε επαγγελματίας επαναστάτης και τώρα ζει σε μια χλιδάτη βίλα κάπου στο Παρίσι. Δες εδώ

  3. - Οι προλετάριοι, κατά τον Μαρξ, έπρεπε να επαναστατήσουν γιατί δεν είχαν να χάσουν τίποτα άλλο, πέρα από τις αλυσίδες της σκλαβιάς τους. Τώρα ο προλεφτάριος, αλυσόδεσε τον Μαρξ και 'φύγε με το γκλαμουράτο αμάξι του για το εξοχικό του, δίπλα στο κύμα, αφήνοντας την Αλέκα να παλεύει για την απεργία και τη Λιάνα για την ορθοδοξία.
    - Υπάρχει ένας προλεφτάριος συγγραφέας, στο ίδιο στιλ που περιγράφεις. Απομονώνεται στην παραθαλάσσια βίλα του και αξιοποιεί επαγγελματικά τις αναμνήσεις του ως παλιός λαϊκός αγωνιστής, γράφοντας βιβλία για την ανανέωση της αριστεράς κι άλλα τέτοια. Έτσι θα αποκτήσει περισσότερο μπαγιόκο, που σημαίνει πως θα γίνει πιο προλεφτάριος απ' ότι είναι, θα δώσει ελπίδες στον κόσμο κι αυτοί θα του ξαναδώσουν λεφτά για να γίνει ακόμα πιο προλεφτάριος.

  4. - Που λες, ο φίλος μου, ο Μάνος, είναι προλεφτάριος.
    - Πρώην αριστερός;
    - Ούτε πρώην, ούτε νυν. Μιλάμε για έναν φραγκάτο, που η μόνη κοπιαστική δουλειά που ξέρει να κάνει, είναι να εισπράττει ενοίκια από τα καταστήματα τριών μεγάλων εμπορικών κέντρων που πήρε κληρονομιά από τον πατέρα του.

Μπένυ  (από GATZMAN, 16/03/09)GAP: Ο Θεός μου είπε... μπλα μπλα μπλα (από GATZMAN, 01/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

κοπυπαστώνω, κοπυπάστωμα

Άθλια ελληνοποίηση του «κάνω copy-paste», όχι όμως πιο φρικτή από το «κάνω αντιγραφή κι επικόλληση».

Βλ. επίσης: σιπάρω, κοπυπαστατζής.

1.
Σκέφτηκα λοιπόν να ανεβάσω ένα από αυτά τα παλιά άρθρα και… βλέπουμε για τα υπόλοιπα. Πάντως, δεν κοπυπαστώνω: έχω χτενίσει το παλιό άρθρο, έχω προσθέσει μερικά, έχω ενσωματώσει κάμποσα πράγματα από τα (λιγοστά, τότε) σχόλιά σας.

2.
ΕΜΕΙΣ Δ Ε Ν ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ Τ Ι Π Ο ΤΑ ΑΠΛΑ, ΠΑΠΑΓΑΛΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΗ ΑΥΤΑΡΕΣΚΕΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΣΑΜΕ ΜΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ…

3.
ΚΑΤΙ ΚΟΛΛΗΣΕ ΣΤΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ..Η ΚΑΤΙ ΞΕΧΑΣΑ ΣΤΟ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΜΑ...ΟΛΟΙ ΟΙ ΡΟΚΑΔΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΕΛΟΣΠΑΝΤΩΝ....:-)

4.
- κοπυπάστωμα -> copy/paste, copying and pasting
- Έκτρωμα δεν είναι ο όρος; Απορώ πώς το χρησιμοποιούν ορισμένοι...
- Αλήθεια, σε ρήμα πώς θα ήταν; Κοπυπαστώνω (με μπόλικο αλάτι;) ή κοπυπαστάρω; :Ρ
- Το «κοπυπαστώνω» θυμίζει παστά, το «κοπυπαστάρω» πάστες, ακόμα και το «κοπυπαστίζω» θυμίζει παστίτσιο. Δεν πεινάω, αλλά έτσι μου ακούγεται.
(διάλογος διερμηνέων)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χρήστης λαπτοπίου.

  • Λαπτοπάκιας απ΄ το laptop και την κατάληξη άκιας - σχετικά με την κατάληξη αυτή βλ. κάποια πράματα εδώ.
  • Λαπτοπάς από την κατάληξη «-ας», κατά τα εφημεριδάς, τσιγαράς, κλπ.

    O Λαπτοπάκιας είναι σχετικά επιτιμητικός όρος, οπότε από τις παρακάτω έννοιες μάλλον αφορά στην α) και γ).

O Λαπτοπάς (πιο αρχοντικό) δηλώνει μάλλον κάτι θετικό οπότε β) και δ).

Υπάρχει όμως μεγάλη αλληλεπικάλυψη, ανάλογα και με την οπτική και πρόθεση του χρήστη της φράσης.

Έννοιες:

α. O ασχολούμενος πολλές ώρες με το λάπτοπ του, ο απορροφημένος και εξ αυτού ολίγον αποβλακωμένος, κατά το τηλεορασάκιας. Αυτός που το χρησιμοποιεί ακόμα λ.χ. και στα μέσα μεταφοράς ή ενώ βρίσκεται με παρέα.

β. O γνώστης περί λάπτοπ, ή ο φανατικός των λάπτοπ που τα προτιμά σε σχέση με τα desktop, ο γκικ. Ενδεχομένως και ο γιατρός των λάπτοπ, ο εξειδικευμένος δηλαδή τεχνικός σε λάπτοπ και νετμπουξ (αυτός μάλλον κυρίως «λαπτοπάς»).

γ. O ντητζέης που παίζει με λάπτοπ (αντί για βινύλιο κυρίως ή αντί για cd when routine bites hard and ambitions are low που λένε και οι joy division). Αντικείμενο λοιδωρίας από τους παραδοσιακούς ομότεχνούς του και μάστιγα του κλάδου σύμφωνα με τη συντεχνία τους. Κατά κανόνα ντιτζέι πιέστο.

δ. O μουσικός κυρίως ηλεκτρακουστικής μουσικής που παίζει με χρήση software σε λάπτοπ (το οποίο μπορεί ή όχι να τροφοδοτεί με τσαχπινιές σε κάθε είδους hardware) και κατά κανόνα σε πραγματικό χρόνο πράγματα που προκαλούν ταχυπαλμίες, ναυτία, απώλεια του προσανατολισμού, αίσθηση αύξησης του βάρους του σώματος και ακινησία, σαμπλάιμ φήλινγκ και βαρηκοΐα. Κυρίως αναφέρεται ως Λαπτοπάς, ενδέχεται όμως και ως Λαπτοπάκιας.

α. Το γεγονός ότι ο τύπος με το λάπτοπ (με το λευκό πουκάμισο) καθώς και μία επιβάτις με το τσαντικό υπό μάλης φαίνονται να περπατούν ήδη πριν απομακρυνθούν από το αεροπλάνο (ο «λαπτοπάκιας» μάλιστα σταματάει για μία στιγμή και κοιτάζει πίσω, προς το αεροπλάνο), με κάνει να υποθέτω ότι κάτι τέτοιο έγινε.
(από δω)

β. Χρηστάρα, επειδή είμαι λίγο λαπτοπάκιας, να πω και εγώ μία γνώμη. Είναι μακράν ότι καλύτερο μπορείς να πάρεις σε 15« και αυτά τα λεφτά. Αν θέλει κανείς να ανέβει είτε σε 17» ή σε 256dedicated κλπ shared, πάμε αμέσως από 4 κατοστάρικα πάνω.
(από δω).

γ. Οποίος έχει παει σε clubs Λονδίνο ξέρει και καταλαβαίνει ότι στην Ελλάδα το πράμα έχει ξεφύγει και έχει ξεφτίσει πολύ πλέον. Τι να λεμε τώρα. Καταντήσαμε να κατηγορούμε τους λαπτοπακιδες [sic] επειδή είμαστε ανίκανοι εμείς. Γενικά μιλάω πάντα. Επίσης στο καφέ θεωρώ περιττό τον dj.... ίσα ίσα παω σε μαγαζιά που δεν έχουν dj να βρω την ησυχία μου. Επαγγελματίες dj; ας φτιαχτεί πρώτα ένα σοβαρό όργανο αντιπροσώπισης και μετά το ξανά συζητάμε... (από δω).

δ. Καλά μου το λέγε η μάνα μου να μην κολλήσω με τους λαπτοπάδες... Έπρεπε κι εγώ να ακούω ποστίλες, το noise δεν το αντέχει πολύ ο οργανισμός του ανθρώπου....Εγώ που στα νιάτα μου θεωρούσα τους Γκάσπηντ μελαγχολικά αγόρια και φλώρους τρέχω τώρα....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία