Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Πολύ απλά το όχημα, αυτοκίνητο ή μηχανή.

Έχει μάλλον θετική χροιά, δηλαδής «ρόδα» θα αποκαλέσουμε κάτι που μας γέμισε το μάτι, ένα ωραίο νεοαποκτηθέν αμαξάκι ή κανά μπάνικο μηχανάκι.

Ειρωνικά για χρεπάκια ή ταπεινά οχήματα μεταφοράς δεν ξέρω αν χρησιμοποιείται, αλλά εγώ δεν το λέω πάντως ποτέ έτσι.

- Επ, τι βλέπω Βασούλα, σκάμε με ρόδα; Καλοτάξιδο και να το χαίρεσαι!
- Ευχαριστώ Σάκη μου, επιτέλους, καιρός ήτανε να πάρω αμάξι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αδόκιμος όρος από τον χώρο του auto/moto: σπάω αυτοκίνητο, μηχάνημα κά.

Ευκαιρίας δοθείσης, φτάνω το αυτοκίνητο / μηχανή μου στα όρια του λυκόφωτος και πέρα από αυτά, τρέχω σε πίστες, κάνω επιδείξεις και μπαντιλίκια, κάνω κόντρες, τρέχω σε βουνά και λαγκάδια, ποτάμια και λάσπες, off road και δεν συμμαζεύεται. Περιμένω δε να μην το πάρω στο χέρι, αλλά πάντα κάποιο συνεργείο / ανταλακτικάς κάνει ανάσταση.

Συνήθως το μηχάνημα είναι καρα-βελτιωμένο και καγκουράτο όπως και ο αναβάτης του, αλλά παίζει και σε πιο λατέρνατιβ καταστάσεις ψαγμένων με την φύση και το extreme lifestyle.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλα αντικείμενα, λόγω υπερβολής στην χρήση τους όπως υπολογιστές, κονσόλες, ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, δονητές, κλπ.

  1. Τους επίδοξους μαχητές των δρόμων, που αποφάσισαν να αφήσουν τις λεωφόρους και να πάνε στις πίστες να «σπάσουν» τα αυτοκίνητά τους με ασφάλεια, φαίνεται ότι εκμεταλλεύονται κάποιοι εδώ και χρόνια. από εδώ

  2. - Τζούλια*, αμάν βρε παιδί μου, τον έσπασες τον δονητή! Τί άλλο θα κάνεις μ' αυτόν βρε παιδί μου... Άσε να πάρει και άλλος σειρά!

*disclaimer: τυχαίο όνομα, randomly selected, από λίστα current Ελληνικών ονομάτων και χαϊδευτικών.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο: Η Σημαντικότερη Μοτοσυκλέτα του Κόσμου.

Λίγη Ιστορία πρώτα... (- Τι λίγη ρε μαλάκα, ολόκληρο σεντόνι είναι! - Σσστ! Αξίζει.)

Οι παρακάτω δύο παράγραφοι βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στο αφιέρωμα στην ιστορία του παπιού στο τεύχος 396 (01/07/2007) του περιοδικού ΜΟΤΟ, με συντάκτη τον Γιώργο Τσιλιμαντό.

Το πρώτο παπί της νεοϊδρυθείσας τότε Honda, το θρυλικό Super Cub των 50cc κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1958, μισό αιώνα πριν, στην πιο δύσκολη αγορά του κόσμου. Αυτήν των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, στον απόηχο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, μια εποχή πολύ ζόρικη για οποιοδήποτε Ιαπωνικό προϊόν, πόσο μάλλον μια μικρή μοτοσυκλέτα. Και αυτό γιατί εκείνη την κάργα συντηρητική περίοδο στην Αμερική, η μοτοσυκλέτα ήταν το κατεξοχήν περιθωριακό στοιχείο, απόλυτα συνυφασμένη με την παρανομία και την δράση συμμοριών όπως οι Hell's Angels που τρομοκρατούσαν την αμερικανική επικράτεια. Έτσι, όταν τότε ακόμα η σήμερα πανίσχυρη ιαπωνική μοτοβιομηχανία κυριολεκτικά δεν υπήρχε, οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές μεγάλες μοτοσυκλέτες ήταν οι μόνες που κυκλοφορούσαν. Και ήταν ελάχιστες στον αριθμό, μα γρήγορες και θορυβώδεις, αναξιόπιστες και επικίνδυνες, αφοσιωμένα εργαλεία για εθισμένους μηχανόβιους με όλη την σημασία της λέξεως, ακόμα τότε. Ο μηχανόβιος ήταν μονίμως βρώμικος με σκόνη και λάδια, έτοιμος να λύσει τον κινητήρα όποτε του χρειαστεί, ποτέ κυριλέ, ποτέ «καθημερινός», hardcore πράμα. Όχι σαν σήμερα που καβαλάει και ο κάθε μπούλης. Και αιτία για αυτό είναι το πρώτο παπί της Honda. Γιατί;

«You meet the nicest people on a Honda»

Ο Honda, (ο ιδρυτής και συνιδιοκτήτης της μικρής εταιρείας) σχεδίασε μια ευφυέστατη μοτοσυκλέτα, πρωτόγνωρη για τα τότε δεδομένα, απλούστατη στην σχεδίαση και την κατασκευή. 4,5 ίπποι από 50 κυβικούλια, με ημιαυτόματο κιβώτιο για να μην παιδεύεται κανείς με συμπλέκτες, ποδιά για να μην βρέχονται τα πόδια, σχάρα για να βάζεις πέντε πράματα, και μια αξεπέραστη οικονομία καυσίμου. Αξιόπιστη όσο τίποτε άλλο μέχρι και σήμερα, ελαφριά και πανεύκολη στο χειρισμό της, ήταν μια μηχανή που δεν έτρεχε, δεν έκανε φασαρία, δεν λέρωνε και δεν τρομοκρατούσε. Μια μηχανή που μπορούσε να την καβαλήσει οποιοσδήποτε. Με μια πρωτοφανή διαφημιστική καμπάνια με το παραπάνω διάσημο σλόγκαν, η Honda κατάφερε να πείσει την συντηρητική αμερικανική κενωνία και να την κάνει να δοκιμάσει το δίκυκλο που κατασκεύασε. (Δείγματα από τις διαφημίσεις στα έντυπα της εποχής μπορείτε να δείτε εδώ.) Αυτό ήταν. Καθημερινοί άνθρωποι που ήθελαν απλά να πηγαίνουν στην δουλειά τους, νοικοκυρές γυναίκες (!), φιλήσυχοι πολίτες, μετακινούταν με το μικρό παπί, που το έβλεπαν πια ως ένα καθημερινό μέσο προσωπικής εξυπηρέτησης. Και αυτή ήταν και η μεγαλύτερη επιτυχία της Honda, καθώς άλλαξε δραματικά το τρόπο που αυτή η μαλακισμένη η κοινή γνώμη έβλεπε την μοτοσυκλέτα και την έφερε πιο κοντά σε όλους. Στα μικρό αυτό ταπεινό παπί οφείλει η Μοτοσυκλέτα αυτό που είναι σήμερα, αυτό που εκατομμύρια ανθρώπων απολαμβάνει. Και ξεπατικώνοντας ξεδιάντροπα από το άρθρο του ΜΟΤΟ, κλείνω τούτο το κεφάλαιο:

«Αν οι ιδιοκτήτες των παπιών, γνώριζαν ότι κάθονται πάνω στην σέλα της μοτοσυκλέτας που ευθύνεται για την θέση του δίκυκλου στην κοινωνία μας, με την μορφή που έχει σήμερα, τότε, σταματώντας στο φανάρι δεν θα ένοιωθαν μειονεκτικά, αλλά αντίθετα θα κοιτούσαν υποτιμητικά όλες τις άλλες μοτοσυκλέτες γύρω τους!»

-Και το λοιπόν; Σήμερα στην Ελλάδα τί γίνεται;

Όπως κάθε άνθρωπος που έχει καβαλήσει παπί (και ξέρει στοιχειώδη ισορροπία) μπορεί να επιβεβαιώσει, η οδήγηση ενός παπιού έχει βαθμό προνηπιακής δυσκολίας, αφού στην ουσία είναι σαν ποδηλατάκι με κινητήρα. Οι χειρισμοί του και οι συμπεριφορά του στο δρόμο είναι αστεία, έτσι όμως δεν εμπνέει και τον απαραίτητο σεβασμό στον οδηγό του, που κάνει τις απίστευτες παπαριές στην σέλα του, βέβαιος οτι το 'χει. Αστεία όμως είναι και η ασφάλεια που παρέχει, καθώς ειδικά στα πρώτα τα ιστορικά αλλά και στα σημερινά κινέζικα, τα φρένα και οι αναρτήσεις δεν προσφέρουν τίποτα στη ενεργητική ασφάλεια. Βασίζεσαι στο γεγονός ότι «νταξ' μωρέ αφού δεν τρέχω, τι να τις κάνω τις Brembo» και ο Θεός βοηθός. Μια μεγάλη, «κανονική» μηχανή παρέχει απείρως περισσότερη ενεργητική ασφάλεια, αλλά μόνο αν ξέρεις να οδηγάς στα αλήθεια.

Έτσι, στην Ελλάδα πριν από 20 κάτι χρόνια, η ιστορία της Αμερικανικής αγοράς επαναλήφθηκε. Ακόμα και αυτοί που φοβούνταν και έβριζαν τις μηχανές και τους «αλήτες τους μηχανόβιους», απέκτησαν παπί για να κάνουν την δουλειά τους.
Πολλοί όμως από αυτούς οδηγούν με νοοτροπία αυτοκινήτου, νομίζοντας ότι οι άλλοι οδηγοί τους βλέπουν (!), χώνονται παντού και άσχημα (αφού εξάλλου γι' αυτό πήραν το παπί) και δεν ενδιαφέρονται να μάθουν για ασφαλή οδήγηση και πρόβλεψη κινδύνου, αλλά θεωρούν ότι αφού δεν τρέχουν, όλα καλά. Το πιθανότερο είναι ότι το παπί θα είναι και ελλιπώς συντηρημένο, προσθέτοντας στον κίνδυνο. Να συμπληρωθεί εδώ ότι το όνομα «παπί,» στην Ελλάδα λέγεται ότι προέρχεται από το χαρακτηριστικό «πλα-πλα-πλα» που κάνουν όταν μένουν χωρίς εξάτμιση.

Αν δώσεις όμως 1500e για ένα καινούριο μάλιστα μηχανάκι, δεν πρόκειται να δώσεις εύκολα τα τουλάστιχον 300 (και λίγα λέω) ευρώ που απαιτούνται για εξοπλισμούς προστασίας, ένα καλό κράνος, ένα υφασμάτινο μπουφάν με προστασίες άντε και γαντάκια, και εδώ που τα λέμε δείχνει λίγο too much... Έχω συγκεντρώσει περισσότερα βλέμματα με ένα χιλιάρικο ντυμένο πάνω μου βολτάροντας το C90 μου (που πιάνει-δεν πιάνει 600 γιούρα), παρά με το διαόλι. Δείχνει και μάλλον είναι υπερβολικό, δεν θα το ξαναπείς όμως όταν νιώσεις ότι η άσφαλτος πονάει το ίδιο από όπου κι αν πέσεις.

Αλλού τώρα.

Τα παπιά είναι ως γνωστόν το κατεξοχήν όχημα των +-16χρονων κάγκουρων. Ο λόγος είναι απλός και βασίζεται στη ιστορία. Πέρα από το χαμηλότατο αρχικό κόστος, η μαμά και ο μπαμπάς πείθονται πολύ πιο εύκολα να αγοράσουν στον μικρό που τους τα 'χει πρήξει ένα παπάκι, που είναι μικρό και δεν τρέχει παρά μια σκοτώστρα μεγάλη μηχανή. «Θα του περάσει και στα 18 θα του πάρουμε αμάξι», δικαιολογούνται σε εαυτούς και συγγενείς, και πράγματι πολλές φορές ισχύει. Η καγκουριά εκφράζεται προσωρινά με το παπί, για να μεταφραστεί αργότερα στο αμάξι που θα έρθει. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία και το λήμμα έχει παραγίνει μεγάλο.

Υπάρχουν βέβαια και οι «αυθεντικοί», που ίδρωσαν για το παπί τους και λαχταρούν την ώρα που θα πάρουν μηχανή. Θα μάθουν πάνω σε αυτό, θα μαζέψουν και μερικά χρήματα με την βοήθειά του (να πηγαίνουν στην δουλειά, ντε!) και η ώρα δεν θα αργήσει.

Για να κλείσω επιτέλους, το παπί είναι το σήμα κατατεθέν των ντελιβεράδων, καθώς είναι το μοναδικό που έχει όλα, μα όλα τα πλεονεκτήματα: φτηνό σε απόκτηση και συντήρηση (ποιος ήρθε;) για τον εργοδότη, γρήγορο και ευέλικτο για να φτάνει πάντα στην ώρα του. Όλα τα ντελιβεράδικα παπιά είναι σάπια έως εσχάτων, ο χάρος ο ίδιος, τα παιδιά οδηγούν αυτοκτονικά μέσα στο χάος, και το επάγγελμα του ντελιβερά βρίσκεται με διαφορά στην πρώτη θέση της λίστας με τα εργατικά ατυχήματα. Αλλά ποιος νοιάζεται; Αρκεί που η πίτσα ήρθε στην ώρα της.

Παράδειγμα για παπιά;
Για ποιο λόγο;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κυκλοφοριακή συμφόρηση. Προέρχεται από τη λέξη μποτίλια. Πιθανότατα προέρχεται από την γενικευμένη χρήση της μειωμένης ροής οχημάτων λόγω στενέματος του δρόμου, παρόλο που σύμφωνα με το φαινόμενο Venturi η ταχύτητα ενός ρευστού αυξάνεται, όταν το ρευστό αυτό περνά από σημείο της σωλήνας με μικρότερη διατομή, εάν στην περίπτωση του μποτιλιαρίσματος θεωρήσουμε το σύνολο των οχημάτων ένα ρευστό.

Όπως όμως όλοι μας γνωρίζουμε, από το σημείο Α, πριν το μποτιλιάρισμα, μέχρι το σημείο Β, μέσα στο μποτιλιάρισμα, η ταχύτητα όχι μόνο δεν αυξάνεται, αλλά μειώνεται δραματικά, με αποτέλεσμα την αύξηση των νεύρων και της τσαντίλας των οδηγών. Έτσι σε αυτή την περίπτωση αντί για το φαινόμενο Venturi, συναντάμε το φαινόμενο Χριστοπαναγίες. Εάν ποτέ βρεθείτε μάρτυς του φαινόμενου αυτού (πράγμα σίγουρο εάν ζείτε στην Αθήνα) σας συνιστούμε ψυχραιμία.

  1. - Πώς λέγεται το μποτιλιάρισμα στα Ιαπωνικά;
    - Κατεχάκη.

  2. Συγγνώμη που άργησα παιδιά, αλλά είχε ένα μποτιλιάρισμα στο δρόμο, μιάμιση ώρα σταμάτα-ξεκίνα, τσατάλια τα νεύρα μου!

(από pvnrt, 16/03/10)(από pvnrt, 16/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που χρησιμοποιείται από τους μοτοσυκλετιστές και τους παθιασμένους οδηγούς αυτοκινήτων.

Σημαίνει την απαλή αλλαγή ταχύτητας, όπου ο χειρισμός γίνεται αργά, με προσοχή και ευλάβεια και όχι στεγνά, διαδικαστικά.

Το κούμπωμα είναι γλυκό, με τον αναβάτη / οδηγό να αισθάνεται και να απολαμβάνει την σύμπλεξη / αποσύμπλεξη, νιώθοντας τα γρανάζια να ακουμπούν το ένα με το άλλο, τις τριβές, τις ανοχές, όλα. Ο όρος λοιπόν, προέρχεται ακριβώς από την αίσθηση «κουμπώματος» των κινούμενων μερών του κιβωτίου μεταξύ τους. Στα αυτοκίνητα χρειάζεται ένα καλό χειροκίνητο κιβώτιο, που να μεταδίδει ατόφια την αίσθηση αυτή. Θρυλικό απ' όσο ξέρω για τον τομέα αυτό, έμεινε για παράδειγμα το Honda S2000.
Ημιαυτόματα και τα ντιπ-για-ντιπ φλώρικα αυτόματα κιβώτια, απορρίπτονται μετά βδελυγμίας.

Σε μοτοσυκλέτα, λέγεται κυρίως όταν βάζουμε πρώτη από στάση, με το χαρακτηριστικό μεταλλικό «κλανκ!» που κάνει όταν είναι ακόμα κρύο το κιβώτιο. Ανάλογα με το κύρος της μοτοσυκλέτας, ο ήχος αυτός μπορεί να χαρακτηριστεί έως και απρεπής και να ξενερώσει τον ιδιοκτήτη της. Σε ένα πιο πολεμικό αντίθετα, ένα τέτοιο βαρβάτο άκουσμα αρμόζει, καθώς οι καλοί τρόποι δεν έχουν θέση εδώ.

Το αντώνυμο είναι η «καρφωτή», που γίνεται τάχιστα, με ελάχιστη (ή και καθόλου) χρήση συμπλέκτη, για να εκμηδενιστεί ο χαμένος χρόνος της αλλαγής. Στην έντονη επιτάχυνση, στην κόντρα, στην σούζα, δεν νοείται άλλος τρόπος. Ενέχει ξεχωριστή απόλαυση, την ευχαρίστηση του «σκισίματος», αλλά πρέπει πάντα να γίνεται μετά από το απαραίτητο ζέσταμα, διαφορετικά τα μηχανικά μέρη ταλαιπωρούνται ακόμα περισσότερο, χώρια την πιθανότητα σε κανένα μπίζιλο μηχανάκι να σου σπάσει κανα κιβώτιο. Δεν τα δέχονται όλα αυτά. Σε κάποια μάλιστα δεν είναι και ηθικά σωστό να το κάνεις.

(Τέλειο παράδειγμα-ορισμός απο εδώ)

Πρώτα τη ζεσταίνεις και μετά την ξεζουμίζεις... Πάντα με σεβασμό σε αυτήν, αλλιώς η στιγμή που θα σε δαγκώσει δεν είναι μακρυά...

Κουμπώνω πρώτη και αφήνω μαλακά το συμπλέκτη... Πηγαίνω ρολάροντας ανάμεσα στα στενά, με το μπάσο γουργουρητό της εξάτμισης να σιγοντάρει τα ροχαλητά της γειτονιάς.

Συντροφιά με σκόρπιες σκέψεις, βγαίνω προς τα έξω... Τα κίτρινα φώτα, δίνουν ένα industrial τόνο στο τοπίο... Αρκετά χαλαρώσαμε σκέφτομαι...

Κατεβάζω δευτέρα, και χουφτώνω απότομα το grip... Ο τετρακύλινδρος ξυπνάει απ τη λήθαργο της ήρεμης βόλτας, στέλνει τον μπροστινό τροχό στον αέρα, και αρχίζει να ανεβάζει στροφές σα δαιμονισμένος ενώ το ουρλιαχτό του σκίζει την ησυχία της νύχτας... Καρφωτή αλλαγή σε τρίτη, προσπαθώντας να μαζευτώ πίσω απ το φαιρινγκ, και στην αλλαγή σε τετάρτη αποφασίζει να επιστρέψει και το δεύτερο τροχό της στην άσφαλτο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Mαγαζί προϊόντων ή υπηρεσιών, με ατελείωτη και συνεχή πελατεία. Ο μαγαζάτορας δεν προλαβαίνει να πουλάει και να κόβει μονέδα αβέρτα. Σα να έχει δηλαδή μία μηχανή και να κόβει λεφτά. Η ποιότητα είναι αντιστρόφως ανάλογη της επιτυχίας του στην αγορά. Στην εξυπηρέτηση ισχύει το «φύγε εσύ, έλα εσύ». Η επιτυχία του είναι αποτέλεσμα καλής διαφήμισης, δημοσίων σχέσεων και της αγελαίας νοοτροπίας αυτών που προθύμως καταθέτουν τον οβολό τους. Κοφτήρια μπορεί να χαρακτηριστούν οιεσδήποτε επιχειρήσεις, από περίπτερα ή φαστφουντάδικα, μαγαζιά γωνία, μέχρι ιατρικές κλινικές και δικηγορικά γραφεία. Το άκουσα από κάποιον που μιλούσε για κλινικές εξωσωματικής γονιμοποίησης.

  2. Επικίνδυνο οδικό σημείο, για οδηγούς ή πεζούς. Π.χ., για τους πεζούς που διασχίζουν το δρόμο, η Κηφισίας στο ύψος της Εθνικής Αντιστάσεως ή του Φάρου Ψυχικού. Μουστάκια, τον παίρνεις.

  3. Κοφτήριο (και κόφτης), λέγεται ο αμυντικός ποδοσφαιριστής με ειδικότητα στα τζατζαρίσματα και τα κλαδέματα των αντιπάλων επιθετικών. Επικίνδυνος αλλά αποτελεσματικός.

  1. Κοφτήριο λιρών είναι αυτά τα καλσόν, άσε που πιάνεις και κανένα μπουτάκι από τα μοντέλα που τα δοκιμάζουν (από ιστολόγιο).

  2. βλέπω στα αριστερά, πάνω στο δρόμο, δύο σκυλιά. το ένα ξαπλωμένο, το άλλο από πάνω του στηλωμένο να το κοιτά. εκείνο το σημείο είναι «κοφτήριο». όποτε μπαίνω γκαζώνω μη με πάρει αμπάριζα το ρεύμα της Ηλιουπόλεως που κατεβαίνει αλαφιασμένο. έτσι μπήκα και χτες, προσπέρασα τα σκυλιά, προσέχοντας απλά μην με πάρουν στο κατόπιν. ομόνοια, εφημερίδες, μια έγνοια μην και δεν έκλεισα τον εξαερισμό και τον ακούνε οι γείτονες όλη νύχτα, πάλι πίσω, ήταν κλειστός. ξανά Ηλιουπόλεως, η κίνηση κάλμα. τα σκυλιά-είκοσι λεπτά μετά-ασάλευτα στην ίδια θέση. τα προσπερνάω αργά αργά και τα κοιτώ. το ξαπλωμένο είναι σκοτωμένο με το αίμα στην άσφαλτο. το όρθιο, με τονα πόδι αριστερά και το άλλο δεξιά από το ψοφίμι, το κοιτά μπρος του αδιαφορώντας παντελώς για τα αμάξια που έρχονται από πίσω του στη λωρίδα της ταχείας κυκλοφορίας. παρκάρω κανένα τέταρτο παρακάτω και κοιτώ από τον καθρέφτη τα δύο σκυλιά. τέτοιο ξενύχτι νεκρού δεν έχω ξαναδεί... (από ιστολόγιο, έβαλα όλη την παράγραφο γιατί μου άρεζε)

  3. Ο Καλλιτζάκης ήταν μεγάλο κοφτήριο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όπως, ελπίζω, έχετε ακούσει οι περισσότεροι, η λέξη τσακμάκι χρησιμοποιείται ευρέως. Επίσης όπως ελπίζω, τη χρησιμοποιείτε και εσείς οι ίδιοι και για χρηστικούς σκοπούς πέρα από το να ακούσετε τους γαμάτους διφθόγγους που περιέχει.

Τσακμάκι λοιπόν αποκαλείται ο αναπτήρας με μια «οθωμανική εσάνς» μιας και προέρχεται από το τούρκικο çakmak που χρησιμοποιείται για την πέτρα που αν πάρεις δύο ίδιες, ή μια μεγάλη και την σπάσεις, και τις χτυπήσεις μεταξύ τους, θα βγάλουν σπίθες. Αφού έγινα ρεζίλι προσπαθώντας να μην χρησιμοποιήσω την, τουρκικής προέλευσης, λέξη τσακμακόπετρα, θα αναφέρω και την «άλλη πλευρά», αυτή των ελληναράδων λέγοντας πως υπάρχει περίπτωση η λέξη να προέρχεται και από το ελληνικό(τατο) διακναίω που σημαίνει ξύνω ή τρίβω, για την ενέργεια πάνω στις... τσακμακόπετρες, λύσσα κακιά...

Αλλά ταυτοχρόνως αποκαλείται και οτιδήποτε ανάβει, ανοίγει, αρπάζει, λειτουργεί με τη μία, δηλαδή χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρος του χρήστη. Το χρησιμοποιούμε για μηχανάκια που ανάβουν χωρίς να πρέπει να έχουμε τις γάμπες του Μπολτ στην μανιβέλα, για κινεζικά προϊόντα πάσης φύσης όταν λειτουργούν (ναι, έχω γνωστό με μαγαζί με ηλεκτρικά που πτώχευσε και βγάζω το άχτι μου) και γενικά για αυτό που είπα στην αρχή της παραγράφου.

Επειδή ίσως μπερδευτήκατε, η σλανγκ χρήση της λέξης είναι η τρίτη παράγραφος. Η δεύτερη είναι «ετυμολογία», προϊόν 2 κλικ στο γκουγκλ. Και τα λινκ στο τσακμάκι είναι το άκρον άωτον της ταχύτητας: γράφεις τον ορισμό τόσο γρήγορα που προλαβαίνεις να λινκάρεις το λήμμα.

- Ώπα Νώντα; Καινούριο μασίνι; Με γειες, με γειες!
- Γουστάρεις; Προχτές το κονόμησα! 2 χρόνων, με 500 χλμ μέσα, φρένα ολοκαίνουρια 5 χιλιάρικα μόνο! Τον έκλεψα τον άνθρωπο. Είχε να το βάλει μπρος 2 μήνες μου είπε αλλά με το που έβαλα το πόδι μου στη μανιβέλα άρπαξε αμέσως! Τσακμάκι το εργαλείο σου λέω!
- Σώπα ρε φίλος! Από που το πήρες;
- Τον θυμάσαι τον Τάκη που είχε το συνεργείο στο χωριό;
- Που πηγαίναμε τα παπιά να κατεβάσει τα χιλιόμετρα στα κοντέρ και αντί να τα φτιάχνει γέμιζε ναφθαλίνη το ρεζερβουάρ;
- Ναι ρε, από εκείνον το πήρα, τι το πήρα, το έκλεψα σου λέω!
- Όχι ρε συ, δεν τον έκλεψες τον άνθρωπο. Απλά σου έκανε καλή τιμή επειδή είσαι γνωστός...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Θηλυκό. Λέγεται λαϊκά έτσι η Μερσεντές, αλλιώς και το «μερκέντι». Και ιδίως τα γάμησέ τα μοντέλα της εταιρίας, όπως η παλιά σειρά C, ή η Ε180 που ήταν απλά η εκπλήρωση του καημού του (ακόμη) πεινασμένου (αλλά όχι ψωμολυσσούντα) έλληνα πρώτα, και μετά του αντίστοιχου αλβανού και τώρα δεν ξέρω ποιου.

Ανήκει στην οικογένεια των εκλαϊκευμένων ονομάτων αυτοκινήτων, όπως και το μπέμπα, αντί για BMW, εδώ εκφράζεται και πατρική (όχι και τόσο) παύλα πιπινική αγάπη προς το όχημα, το τουότα, αντί για ΤΟΥΟΤΑ, απλός εξελληνισμός, και νομίζω ότι πέθανε. Εξαιρείται το πορσικό που είναι άλλη φάση.

Χρησιμοποιείται πλέον κυρίως με αρνητικές συνδηλώσεις, έχω την εντύπωση, αν και παλαιότερα, όταν για να έχει μερκεντέ έπρεπε να είσαι τουλάστιχον μανχάτας, είχε κυρίως την απόχρωση του θαυμασμού για το τουτού.

- Ναι το μαλάκα, άμα δεν το παρκάρει το μερκέντι μπροστά απ' το καφενείο να φαίνεται να κλείσει όλη την κίνηση ο καραγκιόζης δεν γίνεται...

(από Vrastaman, 11/12/09)(από jesus, 10/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλασικά, σύστημα γάντζων, που χρησιμοποιείται για να εξασφαλίζουμε ότι συγκρατούνται οι εξέχουσες επιφάνειες μεταφερομένων αποσκευών και αυτές δεν θα πέσουν από τα ημιανοιχτά πορτμπαγκάζ ή –πιο έιτικαλλυ σπήκινγκ– από τις σχάρες που τα έχουμε βάλει. Προφάνουσλυ, η μεταφορά είναι μεταξύ των γάντζων και των πλοκαμιών του χταποδιού.

Καλά κι αν δεν χωρέσουν οι έξι βαλίτσες στο πορτμπαγκάζ, θα βάλουμε και δύο στη σχάρα με χταπόδι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(για το περιοδικό του βισεξουάλα Πετροκωστόπουλου βλ. αλλού)

ουσ., πληθ. τα νίτρα

Μακρινός καγκουροξάδελφος του αρχαιοπρεπέστατου νίτρου (το νίτρον= πέτρα άλατος, εξ ου και νιτρογόνον = nitrogen = άζωτον)

Αποτελεί φωνητική απλοποίηση του Nitrous που αποτελεί συντόμευση της γνωστής αμερικάνικης πατεντιάς Nitrous Oxide Systems γνωστή και με τα αρχικά NOS.

[I]Σχετικές μαστοριλίστικες φωνητικές απλοποιήσεις (για εγκυκλοπαιδικούς λόγους και μόνο):
full thrust bearing = 360 μοίρες θρος
silent block = σινεμπλόκ
κ.α.[/I]

Τι είναι;
Μια σταθερή ένωση του αζώτου με το οξυγόνο (οξείδιο δηλ.) είναι το Ν2Ο, που έχει αναισθητικές ιδιότητες και είναι γνωστό και ως αέριο γέλιου. Το καλό με αυτόν τον κύριο είναι ότι παραμένει πολύ κουλ και σταθερός υπό Κ.Σ. (συνθήκες δωματίου που λέμε), και έχει πολύ χαμηλό σημείο βρασμού, οπότε με άλλα λόγιαάμα τον συμπιέσεις σε μια (νίτρο)μπουκάλα, όταν τον αμολήσεις θα γίνει καπνός.

Ποιος το σκέφτηκε;
Κάποιο από τα άπειρα χαμένα και αδικήμενα από την ιστορία μυαλά του Β' παγκοσμίου πολέμου (αυτά που μετά τροφοδότησαν τα διαστημικά προγράμματα των δύο υπερδυνάμεων του ψυχρού πολέμου) σκέφτηκε να τσοντάρει ένα νίτρο σε κάποιο από τα μοτόρια εσωτερικής καύσεως που κινούσαν τα μυθικά τέρατα της λουφτβάφε ,ούτως ώστε να πηγαίνει τον κώλο του (την ίδια ώρα που άλλοι παίδες εξέλισσαν το αεριοπροωθούμενο Μεσερσμιτ 262 για να μπορεί σήμερα η κυρα-σκάφη να πηγαίνει Λονδίνο για ψώνια στο Χάροντς).

Πώς δουλεύει;
Για να δουλέψει ένας συνήθης κινητήρας εσωτερικής καύσεως χρειάζεται να συντελεστεί το προπατορικό αμάρτημα της συνουσίας του οξυγόνου και του άνθρακος C+O2=CO2. Η διαδικασία αυτή χαρακτηρίζεται (εκτός από θεόπνευστη) εξώθερμος, δηλαδή εκλύει ενέργεια. Για τους νεότερους υπενθυμίζω όμως ότι στο «εμείς και ο κόσμος» μάθαμε ότι ο ατμοσφαιρικός αήρ είναι φτωχός σε οξυγόνο (21% μόνο, και το υπόλοιπο άζωτο). Όταν λοιπόν μπουκώσουμε τον εισερχόμενο αέρα στο προαναφεθέν μοτόρι με Ν2Ο που δεν είναι εν τέλει και τόσο σταθερό σαν ένωση σε συνθήκες θαλάμου καύσης, γίνεται της επί χρήμασι: Ν2Ο->Ν+Ο2. Και η διάσπαση αυτή είναι εξώθερμη, δηλαδή προσθέτει ενέργεια στην προαναφερθείσα εκλυόμενη. Το ελεύθερο κι ωραίο πλέον Ο2 ταυτόχρονα εμπλουτίζει το μίγμα ατμοσφαρικού αέρα, ανεβάζοντας τον αριθμό μορίων C και Ο και συνεπώς των αριθμό των συνουσιών στον ίδιο χώρο (... κι άλλη ενέργεια). Τέλος, σε όλα αυτά προσθέτουμε και την ιδιότητα των ενώσεων του αζώτου να ψύχουν κατά την αποσυμπίεση (αμμωνία ΝΗ3 στα πρώτα ψυγεία, πριν σκάσουν μύτη τα φρέοντα), που έχει ως αποτέλεσμα να την ψύξη και συνεπώς πύκνωση όλου του μίγματος (υπερτροφοδότηση). Όλη αυτή την ενέργεια αν την πολλαπλασιάσεις με το μέγεθος του χρόνου μας δίνει την «ισχύς» (κατά το «στην Ιερά Οδός»), δηλαδή αλόγατα.

Υποσημειώνω ότι το άζωτο παραμένει κατά τα λοιπά αδρανές όπως και όταν μπαινοβγαίνει στα πλεμόνια μας.

Η αμερικάνικη πατεντία:
Επειδή ως γνωστόν η αμερικάνικη υποκουλτούρα έχει πολύ αμέρικαν μασκλ, muscle-cars, ευθεία και όχι στροφές (το τιμόνι είναι μόνο για παρκάρισμα), ωμή δύναμη, και γενικώς πίπες του τύπου ποιος την έχει μεγαλύτερη, η τοποθέτηση ενός τέτοιου συστήματος στους προϊστορικούς κινητήρες των εσχάτως πτωχευσάντων εταιρειών ήταν επιτακτικότατη.

Πώς το κάνει ο κάγκουρας;
Ο κάγκουρας επειδή δεν του αρέσει να το σκέφτεται και πολύ, πετάει την μπουκάλα στο δεξί κάθισμα, καρφώνει το μπεκάκι όπως να 'ναι πάνω στην εισαγωγή και καθάρισε. Ο ΜπαρμπαΣτάθης racing α.ου.α. του ξεκαθάρισε πως 70 αλογάκια πλας θα τα πάρει ο σουίφταρος. Το θέμα είναι πως μόλις ο χυτοσίδηρος στην πολλαπλή εισαγωγής ή στο καπάκι παγώσει απότομα από το ψύχος θα κοπεί στη μέση, ενώ το μείγμα από την περίσσεια αέρα που δεν μπορεί να καλύψει η προβλεπόμενη παροχή βενζίνης, θα γίνει τόσο στεγνό που, απλά πολύ σύντομα, παίρνεις και τα πιστόνια στο χέρι. Πώς σου φάνηκε;

- Πώς πήγε η κόντρα με το ούνο χτες, την τσίμπησες την 50άρα;
- Στην αρχή μαζί, γύρω στα 180 μου είχε ανοίξει 1,5 καρότσα περίπου, αλλά μετά ανοίξανε τα νίτρα, λέμε, και έφαγε 2 κολώνες!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία