Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

  1. Το μεγάλο κλουβί

  2. Ημιφορτηγό σε στυλ βαν

  3. Όχημα που διαθέτει κάγκελα στα παράθυρά του και χρησιμεύει για την μεταφορά κακοποιών ... ή αστυνομικών. Στην πρώτη περίπτωση τα κάγκελα είναι για να μην δραπετεύσει ο κακοποιός, στην δεύτερη για να προστατευθούν οι μπάτσοι.

  4. Το καφάσι

  1. Το κατάστημά μας διαθέτει κλούβες αναπαραγωγής, διαβίωσης, πτήσης, μεταφοράς σε ό,τι τιμές και μεγέθη θέλετε.

  2. από αγγελία
    Πωλείται Ford Transit κλούβα με ανοιγόμενες πόρτες (€ 6.000,00)

  3. Επίθεση σε κλούβα των ΜΑΤ Νεαροί πέταξαν μολότοφ σε κλούβα των ΜΑΤ
    Ομάδα κουκουλοφόρων κινήθηκε στη 1:00 μετά τα μεσάνυχτα εναντίον κλούβας των ΜΑΤ που βρίσκονταν στην οδό Αγγελάκη στη Θεσσαλονίκη. από δελτίο του ΣΚΑΪ

  4. - Και πώς θα τα κουβαλήσουμε όλ' αυτά ρε μάνα στην Αθήνα;
    - Μα θα σας τα βάλω εγώ παιδάκι μου σε δύο κλούβες, μην έχεις έγνοια για τίποτα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μποτιλιάρισμα ή αμφορεάρισμα των αυτοκινήτων, έτσι ώστε να ακινητοποιούνται πλήρως και να θυμίζουν τουτού στοιβαγμένα σε πάρκινγκ. Λέγεται και φωτογραφία. Άμα είσαι σεντανάκιας, ας πρόσεχες...

Πάσα: Αγκού.

- Πάλι πορεία στο κέντρο έχει και την κάνανε πάρκινγκ την Κηφισίας, γαμώ τον Τσίπρα μου μέσα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βρακί [sic] αυτοκινήτου / εσώρουχο με τρύπα: αποκαλείται το εσώρουχο με τρύπα στο επίμαχο σημείο (βλ.μήδια).

Η σχετική τρύπα προσφέρει εύκολη πρόσβαση χωρίς να χρειαστεί να ξεβρακωθείς εντελώς σε αυτό το τόσο άβολο (αλλά και τόσο ερεθιστικό κατά περίπτωση) χώρο διεξαγωγής σεξουαλικών περιπτύξεων.

Απλά σηκώνεις το μινάκι και γίνεται η δουλειά όπως πρέπει.

Βεβαίως το ίδιο εσώρουχο μπορεί να φορεθεί παντού, στο σπίτι, στο γραφείο, στην εκδρομή και προσφέρει την αβάντα της άμεσης αρπαχτής.

Ας σημειωθεί ότι οι κυρίες καλύτερα να το δοκιμάζουν πρώτα, δεδομένου ότι η τρύπα του βρακιού δεν είναι απαραίτητο ότι θα συμπέσει με την τρύπα του αιδοίου. Αν διαθέτουμε μεγάλο κώλο ή είμαστε ψηλές, μπορεί η τρύπα να βρεθεί στο ηβικό οστό, οπότε τσάμπα τα λεφτά.

(στο κατάστημα εσωρούχων)
- Ρένα μου, ήρθα με κέφια για κάτι καλό, τί μου 'χεις;
- Έλα, ήρθες στον άνθρωπό σου, έχω φέρει κάτι καλά αυτοκινήτου να τον αφήσεις σέκο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τρόπος ὁδήγησης ἀπὸ γυναῖκες κάποιας ἡλικίας ποὺ τραβοῦν τὸ κάθισμα ὅσο πιὸ μπροστὰ πάει, μέ ὰποτέλεσμα νὰ κολλᾶνε πάνω στὸ τιμόνι καὶ νὰ "ὁδηγοῦν μὲ τὰ βυζιὰ".

"Ζεστὸ-ζεστὸ"! Μόλις τ'ἄκουσα στὸ ραδιόφωνο.

Σπάσανε τὰ νεῦρα μου σήμερα στὸ δρὸμο. Εἶχα μπροστὰ μου μιὰ θείτσα, βυζοτὶμονο, μὲ εἴκοσι καὶ τέρμα ἀριστερὰ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προερχόμενο από το χώρο των μηχανοκίνητων, το ρήμα τελικιάζω είναι ένα άριστο δείγμα οικονομίας και αμεσότητας του λόγου. Επινοήθηκε για να αντικαταστήσει την περίφραση «πιάνω τελική ταχύτητα».

Συντάσσεται με απλό αντικείμενο, π.χ. τελικιάζω το μοτόρι μου, τελικιάζω το μερσεντικό κλπ. Αντιθέτως, το να πεις π.χ. έπιασα χθες τελική ταχύτητα με το αυτοκίνητό μου, υστερεί καταφανώς σε αμεσότητα και παραστατικότητα, σε σχέση με τις προηγούμενες διατυπώσεις.

Εμπνευστές του όρου είναι αυτοί που αρέσκονται συχνά στο να χτυπάνε τελικές με τα εργαλεία τους, και όχι βέβαια οι ταλαίπωροι οικογενειάρχες σεντανάκηδες που έχουν ως φετίχ την περίφημη παθητική ασφάλεια.

Και ποιοι άλλοι θα μπορούσαν να είναι αυτοί οι καυλόγκαζοι, παρά οι προσφιλείς μας κάγκουρες, τα ανθρωποειδή εκείνα που αν δεν υπήρχαν, εμείς οι σλανγκιστές θα έπρεπε απλά να τους εφεύρουμε;

Ο κάγκουρας διατηρεί μια εξόχως ερωτική (για να μην πω σαρκική) σχέση με το μηχανοκίνητο αντικείμενο του πόθου του. Οι γυναίκες έρχονται συχνά δεύτερες και καταϊδρωμένες στη λίστα των προτιμήσεών του (βλ. π.χ. την καλτιάρικη ογδονταρία Στροφή, όπου ο Πάνος Μιχαλόπουλος έπιασε γκόμενα τη μηχανή και ξεκόλλησε με την πρώην γκόμενά του).

Ο κάγκουρας αντιλαμβάνεται το μηχανοκίνητο με όρους σεξουαλικούς, π.χ. καβάλησα το γκολφάκι μου, του πέταξα τα μάτια έξω χθες στη Βουλιαγμένης, το ξεπατίκωσα, το στέγνωσα, το στράγγιξα, του ρούφηξα το αίμα, το ξεμούνιασα, το έσπασα κ.ο.κ.

Αντιθέτως, ο κάγκουρας δύσκολα θα πει: «έπιασα τελική με τη μηχανή μου», διότι έτσι εγκαθιδρύει μια οιονεί σχέση ισότητας ανάμεσα σ' αυτόν και το μηχανοκίνητο, που επ' ουδενί πρέπει να υπάρχει. Ο κάγκουρας πάντοτε πάει αυτός το εργαλείο του, ποτέ δεν τον πηγαίνει αυτό. Ένας κάγκουρας στο τιμόνι διατηρεί πάντα τον απόλυτο έλεγχο, σε σχέση με τους συμβατικούς, κουλούς οδηγούς, που κατά τύχην συμβαίνει να γνωρίζουν τα όριά τους.

Το παράγωγο ουσιαστικό του τελικιάζω, είναι το τελίκιασμα (πληθ. τελικιάσματα). Ένας εξίσου ευφυής καγκουρονεολογισμός, καθώς αποδίδει μονολεκτικά το σύνθετο –και άρα φλώρικο– «επίτευξη τελικής ταχύτητας».

Τα τελικιάσματα εν Ελλάδι αποτελούν σπάνιο και απειλούμενο είδος, λαμβανομένης υπόψη της χειρίστης ποιότητας των ελληνικών δρόμων και βεβαίως της στριφτερής, φουρκετοειδούς μορφολογίας τους. Αν διαθέτεις ένα αξιοπρεπές εργαλείο (κι όχι κάνα ενενηντάρι παπί που τελικιάζει στα 80), οι ευκαιρίες που θα έχεις για να μάθεις πόσο πιάνει τελικά το γαμημένο, μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού: η ευθεία της Τρίπολης, η ευθεία της Θήβας, η ευθεία των Μαλγάρων πριν τη Σαλονίκη, άντε κι εκείνη στα Μέγαρα.

  1. - Ρε φίλε, το μεσημέρι που κατέβαινα παραλία για μπάνιο, τελίκιασα την πάπια εκεί που τελειώνει η Βουλιαγμένης, μετά τη Γλυφάδα! Τραβάει καλά το μπουρδελάκι... Μικρό μικρό, αλλά μια εκατονσαραντάρα την έβγαλε τελικά. - Τί να μας πεις κι εσύ απ' τη ζωή σου ρε φιόγκο; Πάρε πρώτα κανά σοβαρό εργαλείο κι έλα να τα ξαναπούμε.

  2. - Πω ρε φίλε, είδα χτες εκείνο το κλασικό βιντεάκι στο you tube μ' εκείνους τους τύπους που τελικιάζουν την Μ6 στην Αττική Οδός.. Πολύ γαμάτο! Το 'χεις δει κι εσύ, έτσι δεν είναι;
    - Μέχρι κι η κουτσή Μαρία το 'χει δει, απορώ σε ποιο κόσμο ζούσες και δεν το 'χες πάρει πρέφα μέχρι τώρα. Και θες να λες πως ασχολείσαι και με αυτοκίνητα.
    - Είναι πωρωτικό όμως, ναι;
    - Τέτοια τελικιάσματα απ' το γυαλί έχω δει μπόλικα. Το θέμα είναι να 'σαι μέσα, όλα τ' άλλα είναι παπαριές.

Βλ. και φουλάρω, πιάνω τελικές, κομμάτια, πηγαίνω, σανιδώνω, τέζα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατά το Πονηρόσκυλο, αυτό που κάνουν οι μοτοσυκλέτες στην μία ρόδα, και τα σκυλιά στα δύο πόδια (κάτι παραπάνω θα ξέρει). Επίσης: Το να στέκεται κάποιος ακίνητος μπροστά σε κάποιον (συνήθως ιεραρχικά ανώτερο) και να δείχνει απόλυτη πειθαρχία και φόβο.

Ετυμολογία: σούζα < ιταλικό suso < λατινικό επίρρημα su(r)sum = κίνηση από κάτω προς τα πάνω < subversum (σουπίνο) < subvertere = αναστρέφω, ανατρέπω < sub (= υπό) + vertere στρέφω, τέρπω.

Να μην συγχέεται με το τσούζει Σούζη;. Ή μήπως να συγχέεται;

Η πεθερά τους έχει όλους σούζα στο σπίτι! Δεν τολμά κανείς να της φέρει αντίρρηση!

John Philip Susa / Washington Post (από panos1962, 30/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγκιστί, έτσι αποκαλούνται αντικείμενα που διευκολύνουν την ζωή (κάνουν κάποιον «ακαμάτη»).

Τα τρία πιο γνωστά είναι:

  • Tο μπιλάκι που προσαρμόζεται στο τιμόνι, κυρίως των φορτηγών, και βοηθάει να στρίβεις πιο εύκολα το τιμόνι,
  • Tο αντικείμενο (ένα ξύλο που στην άκρη έχει ένα χέρι) που σε βοηθάει να ξύσεις την πλάτη σου,
  • O μικρός αυτοσχέδιος ανυψωτήρας (τροχαλία και σκοινί) που χρησιμοποιείται για να ανεβάζεις μικροπράγματα στη σκαλωσιά ή ψηλά σε όροφο. Καμιά φορά και η τροχαλία αποκαλείται ακαμάτης.
  1. - Μαλάκα, χθες μπήκα σε έναν γκόλντεν μπόϊ ταρίφα. Άκου τι εξοπλισμό είχε το τυπάκι. Πέρα από τις κλασικές θήκες για ποτήρια και κινητό, είχε βεντουζάρει ένα μπλοκ Α4 στο παρμπρίζ, ένα notebook που έδειχνε τις μετοχές, gps με φωνή της Πετρούλας, και το κορυφαίο. Σε ταξί μερσεντές, είχε και ακαμάτη στο τιμόνι!
    - Για να έχει ένα χέρι ελεύθερο να κάνει πράξεις, μάλλον!

  2. - Που 'σαι, Σαράντο! Πιάσε από την καρότσα τον ακαμάτη, να ανεβάσουμε τα εργαλεία απάνω, μη λερώσουμε τις σκάλες της κυρίας...

  3. - Μωρό μου, έλα γρήγορα, προλαβαίνεις δεν προλαβαίνεις.
    - Ήρθα. Τι θέλεις;
    - Ξύσε με γρήγορα στην πλάτη. Υποφέρω.
    - Κι εγώ τι θα πάρω ως αντάλλαγμα;
    - Τίποτα, συζυγικό καθήκον σου είναι.
    - Τότε ψάξε να βρεις τον ακαμάτη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παρκάρω παράλληλα και κολλητά με ένα ήδη παρκαρισμένο αυτοκίνητο το οποίο, έτσι, δεν μπορεί να φύγει.

Λύση ανάγκης στις μεγάλες ελληνικές πόλεις αλλά και συχνά αποτέλεσμα κακής νοοτροπίας. Στη Θεσσαλονίκη, τουλάχιστον παλαιότερα, ήταν καθεστώς και υπήρχε και σαβουάρ βιβρ: Αφήνεις τον αριθμό του κινητού σου σε σημείο που φαίνεται απ' έξω, δεν απομακρύνεσαι πολύ και, αν είσαι πολύ σωστός, καταλαβαίνεις ότι ο εγκλωβισμένος θέλει να ξεπαρκάρει μόνο από μια αναπάντητη που θα σου κάνει, ώστε να μην χρεωθεί.

Η λέξη είναι κοινότατη, πολύ "καθαρή" και σχεδόν εντελώς αυτοεπεξηγούμενη, αλλά ίσως είναι καλό να υπάρχει εδώ.

  1. Από εδώ:
    Συγχαρητήρια παιδαρέλι που διπλοπάρκαρες το κολοχόντα σου (που το θεωρείς τζίπ) δίπλα απο το αυτοκινητό μου κι καθόμουνα κι έψαχνα σαν μαλάκας να σε βρώ κι εσύ στα @@ σου να δώσεις σημασία αν δεν τελείωνες την φραπεδιέρα σου κι το μπλα μπλα.

  2. Από εδώ:
    Ξαναπάς στο φούρνο. Πάλι τυροπιτούλα. Λες στο φούρναρη "τσάκωσε το ευρώπουλο και μην κόβεις απόδειξη γιατί διπλοπάρκαρα".

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δεν αναφερόμεθα στον πληθυντικό του κλειδιού, αλλά στην κακόβουλη συνήθεια ορισμένων να βγάζουν τα απωθημένα τους γδέρνοντας αυτοκίνητα με κλειδί ή κατσαβίδι.

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες (συχνά αλληλοεπικαλυπτόμενες) λεβέντηδων που προβαίνουν σε κλειδιές ή κατσαβιδιές:

  • Οι αγάμητες κοπμπλεξάρες: η κλιμακούμενη οικονομική κατάρρευση και η κυρίαρχη ιδεολογία του λαϊκισμού απενοχοποιούν και τροφοδοτούν τον φθόνο προς τους λιγότερο αναξιοπαθούντες που ακόμα κυκλοφορούν με τσίλικα τουτούνια (βλ. πρώτο παράδειγμα).
  • Οι κακώς εννοούμενοι βιτζιλάντες (μασκοφόροι και μη): αυτάρεσκα τιμωρούν όσους νταλάρες σταθμεύουν παράνομα ή απερίσκεπτα, παρεμποδίζοντας πεζούς, αμέα, κ.ταλ.. Στην πράξη ξεπερνούν σε γυφτιά τα θύματά τους κατά πολλά κιλά μαλακίας (βλ. δεύτερο παράδειγμα).

Καταγράφουμε για λόγους πληρότητας τις περιπτώσεις θυμάτων κλινικής ιδιωτείας που λόγω δεισιδαιμονίας κάνουν κλειδιές στα γίδια τους τα αμάξια για το μάτι.

Εκ του κλειδιού και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -ιά.

1.
Αν σε ένα όχι ιδιαίτερο αυτοκίνητο όπως το δικό μου (sx4) γίνονται αυτές οι ζημίες, οι οποίες πλέον δεν με πολυενδιαφέρουν αφού το έχω πάρει απόφαση, σε ένα καλλίτερο και ακριβότερο αυτοκίνητο τί θα γίνονται; Κλειδιές, ξυσίματα, βαθουλώματα. Αξίζει να δίνεις μια περιουσία και να φθείρεται κακόβουλα και μη από ζώα χωρίς ίχνος συνείδησης;

2.
Στο πρόβλημα των κάφρων που παρκάρουν λες και βρίσκονται στην στάνη τους, η λύση είναι μια και βρίσκεται στις τσέπες όλων μας. Τα κλειδιά του σπιτιου!!!!!!!!!!!!! Λύση δοκιμασμένη και σίγουρη. Μην κουράζεσαι, μετά από μια ''κλειδιά'' στην λαμαρίνα ούτε να το σκεφτεί να το ξαναπαρκάρει εκεί. Όλα τα άλλα είναι ημίμετρα, δυστυχώς

3.
Στο εξωτερικό δεν κάνουν κλειδιές (δεν έχει κακοήθεις Έλληνες που λεν να ψοφήσει ο γάιδαρος του γείτονα) και έχουν συνήθως κλειστά παρκινγκ για αυτό είναι ενάντια στις κουκούλες και φυσικά δίκιο έχουν! Στην Ελλάδα πιστεύω δεν ζηλεύουν το καλό αυτοκίνητο, αλλά τον εργατικό ιδιοκτήτη που το προσέχει ασχέτως κόπου. Απόδειξη όταν είναι τρακαρισμένο και ρυπαρό, κανένας δεν το γρατσουνά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκφραστική ρίμα για νεαρούς κάγκουρες που φλερτάρουν πεζές εποχούμενοι σε παπάκι. Η έκφραση περιγράφει παντός είδους μικροεπαρχιωτικές καταστάσεις (των Αθηνέζων συμπεριλαμβανομένων) και βγάζει μια ασύστολη εϊτίλα, όταν ο Ψάλτης ήταν τσαντάκιας κι ο Γαρδέλης έκανε ρόδα, τσάντα και κοπάνα. Η έκφραση χρησιμοποιείται και θετικά γα τον άνθρωπο που δεν το βάζει κάτω παρά την ευτέλεια των μέσων του.

Ώπα, καμάκι με παπάκι ο καγκουρογαμόσαυρος!

(από Khan, 10/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία