Το πάρτυ στο οποίο είναι έντονη, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, η παρουσία του γυναικείου φύλου.

-Τι έλεγε χθες το πάρτυ της Μαρίας;
-Άστα να πάνε... Φουλ μουν πάρτυ! Όπου και να κοίταζες, βυζί και κώλος...

φουλ μουν (από GATZMAN, 06/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Νεολογισμός που σχηματίζεται από την αγγλική λέξη straight (εξελλην. στρέιτ) -> άμεσος, ευθύς, κατευθείαν, συν την κατάληξη -άδικος, και που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα εξής:

  1. (Μουσ.) Ρυθμός, ή σύνθεση, ή τρόπος παιξίματος μουσικού κομματιού (ασχέτως οργάνου) που χαρακτηρίζεται από ευθύτητα και αμεσότητα κατά τη σύλληψη και την εκτέλεση, που δεν εμπεριέχει περίτεχνα ή περίεργα γυρίσματα ή σπασίματα αλλά εξελίσσεται ευθύγραμμα και χαρακτηριστικά του μουσικού ιδιώματος στο οποίο ανήκει.

Ως στρεϊτάδικος δε χαρακτηρίζεται και ο ήχος μουσικού οργάνου που δεν περιλαμβάνει επεξεργασία, αλλά που είναι άμεσος και για μία ακόμη φορά χαρακτηριστικός του εκάστοτε μουσικού ιδιώματος (βλ. και καρφί).

  1. Ως στρεϊτάδικο αποκαλείται και ο χώρος ή το μέρος στο οποίο συχνάζουν άτομα ετεροφυλοφιλικών σεξουαλικών προτιμήσεων (βλ. στρέιτ).

  2. Ως στρεϊτάδες αποκαλούνται τόσο οι ετεροφυλόφιλοι σεξουαλικά άντρες (δεν συνηθίζεται ο χαρακτηρισμός στις ετεροφυλόφιλες γυναίκες), αλλά ακόμη περισσότερο οι θιασώτες της ιδεολογίας straight-edge ή στρέιτ-ετζ, στρέιτετζ.

(Όσον αφορά το μουσικό σκέλος του ορισμού, η διαδικτυακή έρευνα δυστυχώς δεν είχε αποτελέσματα. Οποιοσδήποτε γνωρίζει και μπορεί να συνεισφέρει για την τεκμηρίωση, ας τ' αναφέρει στα σχόλια. Πάντως, ο συντάκτης του παρόντος ακούει και χρησιμοποιεί το λήμμα με τον συγκεκριμένο ορισμό εδώ και χρόνια).

  1. «Έχεις λαλήσει εντελώς», τον ρώτησε ο Mike. «Πήγες να ψωνιστείς και να παίξεις σε redneck στρεϊτάδικο; Και στο δρόμο, οδηγώντας; Θα σε σκοτώσουν ή θα σε μαντρώσουν». (Εδώ)

  2. Μπαίνω σε σεσημασμένο στρειτάδικο. Ο Μάκης επιμένει ότι πέρυσι είδε «και κάτι τρελές» και ότι «δεν χρειάζεται να κάνεις παρέλαση. Είμαι αντίθετος με τον όρο γκέι, πιστεύω σ’ αυτά που προστάζει η φύση». Μα κι αυτό, προσταγή της φύσης δεν είναι; τον ρωτάω. Επιμένει. Ο Θάνος εργάζεται σε στρατιωτική υπηρεσία: «Δεν πιστεύω γενικά στις διαδηλώσεις. Πιο αποτελεσματικό θα ήταν ένα ψήφισμα». Πώς φαίνεται το επάγγελμα! (Εκεί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όλα μέσα. Έκφραση χρησιμοποιούμενη για γυναίκα ανοιχτή, ή άνδρα ομοίως όπενχολ, έως χωνί, από κατόψεως διαμέτρου εμπροσθίου και οπισθίας οπής.

Υπονοεί την ευρύχωρη γυναίκα, ή άνδρα δυνάμενη-ο να ικανοποιήσει-φιλοξενήσει άνω του ενός μουσαφιραίων, μετά των αβγουλακίων τους, ήτοι ορχεόσακκων, μετά της φυσικής μάλλινης επενδύσεώς των.

- Ιωσήφ, κρύο κάνει, πάμε να κάνουμε μια ερωτική συνεύρεση με τον Φίφη, που είναι σε οίστρο;
- Άσε μωρή, μη σπάσουμε κανά γεννητικό μόριο… Πάμε στον Τασούλη που είναι all-in και θα βάλουμε και τα μπαλάκια μέσα να ζεσταθούμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνουσιάζομαι έτσι και έτσι, χωρίς ιδιαίτερη όρεξη.

Χρησιμοποιείται όταν ο μπήχτης βάζει από υποχρέωση, απλά και μόνο επειδή του ζητείται από την δικιά του, χωρίς ο ίδιος να γουστάρει εκείνη τη χρονική στιγμή.

Ο βάζων ντεμί συνήθως δεν ολοκληρώνει τη συνουσία, αφήνοντας το μωρό του ντεμί-ικανοποιημένη.

- Πώς πάει ρε, διαβάζεις καθόλου για τις εξετάσεις;
- Ε προσπαθώ, αλλά έχω και τη δικιά μου που θέλει όλο κόλπα και δεν προλαβαίνω, τι να κάνω δεν ξέρω, άσ' τα.
- Θα σου πω εγώ ρε. Βάλε ντεμί και διάβασε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ των αρχικών της έκφρασης girlfriend experience (gfe), αναφέρεται στην επί χρήμασι ερωτική συνεύρεση η οποία συμβαίνει με τέτοιο τρόπο, ώστε ο άντρας να νιώσει ότι συνευρίσκεται με την κοπέλα του δηλαδή π.χ με χαλαρό διάλογο πριν ή μετά την ερωτική πράξη, περιορισμό επιτηδευμένων κινήσεων κ.λπ.

- Πήγα χθες το βράδυ στην Ολίνα και ήταν πολύ χαλαρή η φάση, πιάσαμε κουβέντα για το που πήγαμε στις γιορτές, μου έδειξε τα καινούργια της παπούτσια και μετά ήταν πολύ εκδηλωτική, έδειχνε να το ευχαριστιέται πιο πολύ από μένα....
- Πολύ γκουφουέ φάση, γουστάρω!!

q (από MXΣ, 25/08/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τσιμπουκαμπίλιτι (tsiboukability): η τέχνη (ικανότητα) του τσιμπουκώνειν. Από το τσιμπούκι και ability.

  1. - Ωραία χειλάκια έχει η Βανέσσα... - Φιλαράκι ... άσε ... μιλάμε για τοπ tsiboukability!

  2. - Γαμώτο, για άλλη μια φορά τον ήπιε η ομάδα μας...
    - Άσ' τα ... στο tsiboukability πρώτοι είμαστε !

βλ. και στοκαμπίλιτι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Aν βγείτε έξω και περάσετε ένα δεκάλεπτο παρέα με Αλβανούς ή άτομα που κάνουν παρέα με Αλβανούς θα ακούσετε περίεργες λέξεις όπως «ταβέ» «πίδι» «κουρβ» και άλλα πολλά. Επειδή λοιπόν οι Ελληνικές βρισιές δε μας αρκούν είπαμε σαν λαός να κάνουμε λίγο τούτι-φρούτι το υβρεολόγιο μας προσθέτοντας βρισιές της γειτονικής χώρας. Παρακάτω αναγράφω τις ποιό δημοφιλείς βρισιές:

Ταβέ: Στο(ν) ακουμπάω (πολύ συχνά λέγεται ως απάντηση στο ναι, ε;, και;, ρε)
(Τε) Κίφσα: (Σου) γαμώ
Ροπ: Οικογένεια, το σόι
Μπιθ: ο κώλος
Κούρβ: η πουτάνα
Μότρεν: η αδερφή (προσοχή! όχι ο ομοφυλόφιλος!)
Πίτσκ(α): το μουνί
Πίδ(ι): και πάλι το μουνί
Λόκε: η πούτσα
Κοκ(ε): το κεφάλι (και οι δυο σημασίες)
Τόπε: το αρχίδι (τόπε τόπε ο παπαγάλος)
Κάρι: ο πούτσος (βάρι κάρι: κρέμασε το στο πούτσο σου: μη δίνεις σημασία)
Ταφούτ κόχι: δεν είμαι σίγουρος για την ακριβή σημασία της, πρέπει να έχει σχέση με το ταβε. Κλασσική απάντηση στο όχι (μάλλον όχι αυτό του Μεταξά.)
Μπόλε: η μπάλα, το αρχίδι
Τε ραφτ πίκα: να πέσει πάνω σου κατάρα
Τε ραφτ κανσέρι: να πάθεις καρκίνο (και όχι κασέρι)

[I]ΣΥΝΤΑΞΗ[/i]
(αφορά το τε κίφσα)
Η σύνταξη είναι πολύ απλή:
Τε κίφσα + (οτι θέλουμε να γαμήσουμε εκείνη τη στιγμή)
π.χ. - Τε κίφσα ροπ: γαμώ το σόι σου
- Τε κίφσα μπίθεν: γαμώ τον κώλο σου, κ.ο.κ

Αυτά είναι τα βασικά. Ενδέχεται να έχω κάνει αρκετά λάθη καθώς δε την ομιλώ την γλώσσα. Διορθώσεις δεκτές.

Δε χρειάζονται...

(από HODJAS, 09/03/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν κάποιος νοιώθει έντονη περιέργεια να γευθεί μια αποκλίνουσα για αυτόν σεξουαλική εμπειρία ή παραφιλία.

Ως νεολογισμός, αποδίδει τις αγγλικές εκφράσεις bi-curious, gay-curious, κ.α.

  1. - Τόσο οι straight όσο και οι gay μπορούν περαιτέρω να προσδιοριστούν ως «curious» και «non-curious» («περίεργοι» και «μη-περίεργοι», αντίστοιχα).
    (εδώ)

  2. (πριν από μερικά χρόνια)
    - Βαγγέλη μου, δεν σου κρύβω ότι είμαι περίεργος. Θέλω να δοκιμάσω τις λανθάνουσες ορμές μου.
    - Πρόσεχε Πέρι, γαμάω περίεργους!
    - Τι ωραία που τα λές!

  3. - (Το ποδοφραπέ είναι) value-for-money υπηρεσία φραπέ-με-το-πόδι που προσφέρουν τα κορίτσια ορισμένων στριπτιζάδικων σε ποδοφετιχιστές ή ποδοπερίεργους.
    (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ταραντέλα: Μιλάμε για ένα χορό που συνδέεται με την αρχαιοελληνική αποικία του Τάραντα και με τον ταραντισμό, μια μορφή κρίσης που οφειλόταν στο τσίμπημα μιας αράχνης Λικόσα Ταραντούλα. Η ενδεδειγμένη θεραπεία περιελάμβανε ένα μουσικό εξορκισμό: ο άρρωστος χτυπιόταν μιμούμενος τις κινήσεις της αράχνης μέχρι να πέσει εξουθενωμένος. Από την τελετουργία αυτή γεννήθηκε o ζωηρός και εύθυμος αυτός λαϊκός χορός της νότιας Ιταλίας.

Στα καθ' ημάς τώρα. Αποκαλούμε ταραντέλα κάποια σεινάμενη και λυγάμενη κραγμένη αδελφή του ελέους, κάποια λούγκρα που σπάει φωνή, λυγάει μέση και σώμα και περπατάει με χάρη και νάζι. Μιλάμε για κάποια κρέμα καραμελέ (περίπτωση 5), για κάποια hitech τσαγιέρα ολκής.

Στο παρακάτω βίντεο ο Παπαγιαννόπουλος αποκαλεί έτσι μια αδερφή κομμώτρια που του στείλανε να τον κουρέψει και να του κόψει το μουστάκι. Το σκηνικό είναι από την ταινία Ο κυρ Γιώργης εκπαιδεύεται.

βλ. και λήμμα πούστης.

Σημείωση:

α) Επειδή υπάρχουν ταραντέλες και ταραντέλες, ο λαός επινόησε και τον όρο παλιοταραντέλα για αυτές που φωνάζουν από μακριά πως το τρίβουν το πιπέρι με όλες τις εναλλακτικές τριψίματος του. Ε... άμα είναι κανείς ευαίσθητος στο τσίμπημα της ταραντούλας... χορεύει ως ταραντέλα μια ζωή ταραντέλα. Το αναζητά ο οργανισμός του το τσίμπημα. Αυτό είναι το γιατρικό του.

β) Σχετική ατάκα: το ντέφι κι' η αποκριά είναι του πούστη η χαρά.

- Καλά... είδες τον νέο καθηγητή της μουσικής που μας στείλανε;
- Ω ναι. Τι κουνίστρα είναι αυτή ρε εσύ;
- Δε λες ταραντέλα καλύτερα;
- Και παλιοταραντέλα τη λες... Αμέ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Συμμετέχω ενεργά (και ενεργητικά) στο ευγενές άθλημα της πολλαπλής και ταυτόχρονης ερωτικής συνεύρεσης με διαφορετικά άτομα, καθώς καλή κι η μαλακία, αλλά με το σεξ γνωρίζεις κόσμο.

  2. Μοιράζομαι με άλλον ή με άλλους κάτι που βρίσκεται σε λιγοστή ποσότητα, η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις αρκεί μόνο για ένα άτομο. Για κάποιους το παρτουζάρισμα είναι η απόλυτη ένδειξη αλληλεγγύης και κοινοκτημοσύνης των αγαθών. Οι άλλοι, οι παρτάκηδες, να κόψουν το λαιμό τους, καθώς όπως όλοι γνωρίζουν, τα σάβανα δεν έχουν τσέπες.

  1. - Είσαι να σου γνωρίσω την φίλη της Μαιρούλας;
    - Παλιά. Την γνώρισα πριν από ένα μήνα, και εγώ και ο Τάκης, με την βιβλική έννοια του όρου...
    - Τι λες τώρα;
    - Την παρτουζάραμε πίσω από τα τρένα...

  2. - Έχω ξεμείνει τελείως. Έχεις κανένα τσιγάρο;
    - Ένα μου 'χει μείνει.
    - Είσαι να το παρτουζάρουμε;
    - Μωρέ ξέρω τι σπαγκάι λάμα είσαι, αλλά έχε χάρη που μου δάνεισες το δεκάρικο προχτές...
    - Κοίτα που το 'χα ξεχάσει τελείως...
    - (Όχι ρε πστ!...)

Louis Ferdinand Celine (από Khan, 31/08/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία