Επιπλέον ετικέτες

Βρισιά εις -φατσα για το πρόσωπο ενός ανθρώπου και κατ' επέκταση για τον ψυχισμό του.

Μπορεί να σημάνει ένα μεγάλο φάσμα από διαφορετικές φάτσες, λ.χ. φάτσα κυριολεκτικά μουνί, άντρα άσχημο, με άγαρμπα χαρακτηριστικά, ατσούμπαλο, στραβοχυμένο, αλλά και θηλυπρεπή, γυναικωτό, ή μπιμπερόπουστα, ή κλαψομούνη που η κλαψομουνιά είναι μονίμως αποτυπωμένη στο πρόσωπό του, ή αγαθομούνη, ή πλαδαρό, σαρκώδη άντρα που φέρνει σε διαφθορά πατέρα Καραμάζοφ κ.ά. Έχω την εντύπωση ότι κυρίως για άντρες λέγεται η βρισιά.

1. ΑΥΤΗ Η ΜΟΥΝΟΦΑΤΣΑ ΗΤΑΝ Ο ΕΚΛΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΕΙΣΤΑΤΕ [sick] ΤΟΥ ΣΔΟΕ ΝΑ ΜΑΣ ΣΩΣΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΦΘΟΡΑ.
ΑΥΤΟ το μεταλαγμενο γυναικωτο ανδροειδες ηταν ενας απο τα μεγαλα αφεντικα της μαφιοζικης οργανωσης στην Θεσσαλονικη.

2. ΑΠΟ ΤΕΤΟΙΟ ΜΟΥΝΙ ΠΟΥ ΠΕΤΑΧΤΗΚΕ, ΤΕΤΟΙΑ ΜΟΥΝΟΦΑΤΣΑ ΒΓΗΚΕ... ΤΗΝ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΝ ΚΑΝΑΝΕ ΝΟΜΙΜΗ...

3. Εντελώς μουνόφατσα όταν χαμογελά. Θυμίζει αυτο το γαμίδι τον Τζάστιν Μπίμπερ.

4. Αλλο σοκαριστικό να σου πω; Η φθείρα του εφηβαίου μπορεί να μετοικήσει ακόμα και στις βλεφαρίδες! Ετσι, αν σου πουν ότι είσαι μουνόφατσα, θα έχουν δίκιο.

Αυτόν βγάζει το Γκουγκλ Ίματζιζ. (από Khan, 17/05/14)(από Khan, 17/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

βιλλόφατσα, βιλόφατσα

Στα κυπριακά είναι ο ψωλομούρης, ο dickhead ή dickface αγγλιστί, δηλαδή ο πολύ άσχημος, αλλά είναι και γενικότερα βρισιά. Εκ του βίλλα, βίλα (=πέος) και του -φατσα.

1. - apla enan kopeloui en tha asxolitun etsi skedio me tin kopeluaa! so men xonese piso p to daxtilo su r villofatsa je men nekatonese me tin kopeloua! [...]
- aman se gamisww en na doume pios en na i villofatsa [...]
-kalan r inta villa su mpennei esena pou katw j peripezeis tin kopellua;stile ksana j vale onoma na dume inta villofatsa eise esu

2. inda ahristiii isasten re pelee ! kanenas enene teleios je oson gia to pasha piene de tin vilofatsa sou je fkarton skasmo gamoto eginan mou ouloi krites

3. MEN KSANATOLMISIS NA PIS TIPOTA GIA TIS BELIEBERS RE VILOFATSA.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βασικά βρισιά, που μπορεί να έχει αποδέκτη και τα δύο φύλα, τις μάνες τους, και ό,τι επιθυμεί κάποιος να βρίσει, αλλά επίσης περιγράφει υβριστικώς και παρτόλα γυναίκα που είναι εντελώς τελείως ξέκωλο, ή ξεφτιλοπούτανο ή την βρίσκεις σε ξεφτιλάδικα, γενικά κοπέλα τελειωμένη, φτηνή πουτάνα και άλλα τέτοια που απέχουν παρασλάνγκας από την τρε κομιλφό κυριλογκόμενα και αρχοντομούνα.

1. Έχει και πολλές ξένες. Βασικά και οι γκόμενες εκεί για να φασωθούν πάνε. Από το τελευταίο ξεφτιλόμουνο μέχρι την πιο κυριλογκόμενα (που ψάχνεται όμως) έχει.

  1. Πολυ μέτριο ξεφτιλόμουνο το οποίο γαμούσα με ευχαρίστηση...... (Τα ξέκωλα του Φέισμπουκ).

  2. - Δεν παω τοσο για το γαμησι εκει αλλα για να αλλαξω περιβαλον και για το κλιμα που ειναι κατι το τελειο,χωρις να εχει τον καυτο ηλιο και την κωλοζεστη της Ελλαδας εχει ωραιες θερμοκρασιες και νιωθεις ευχάριστα.
    - ναι ρε για το κλίμα !!!!! δεν χρειαζότανε καν να το πεις αυτό...α και που σαι..μόλις σου κλείσει το πρώτο ξεφτιλόμουνο το ματάκι πας να την σκίσεις αλλά προς θεού...πάνω από όλα το ΚΛΊΜΑ !!! (Εύλογη αντίδραση σε τουκανιστή πορνομετανάστη στο μπουρντέλα ντοτ κομ)

  3. Εντυπωσιακη κοπελα...δεν μπορω να πω... αλλα ετσι οπως παρουσιαζεται.. δειχνει ενα ακομα ξευτιλομουνο που κουναει την κωλαρα της στα κλαμπ και απο κατω οι νεαροι αυνανες κοιταζουν με το στομα ανοιχτο... (Από μπουρδελοσάιτ)

  4. Το μουνόπανο γαμώ το ξεφτιλόμουνο που τονε γλίστρησε μου άναψε τα λαμπάκια βραδιάτικα.. (Από ιντερνετικό βρις-οφ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σεξιστική έκφραση, να το διευκρινίσουμε αυτό, που περιγράφει κάποιον που έχει την και καλά «ατυχία» όχι μόνο να είναι γκέι, αλλά να είναι και άσχημος, οπότε να δυσκολεύεται να βρει σύντροφο. Υπάρχει αντιστρόφως ή ίσως παραλλήλως και το άλλο στερεότυπο, ότι ο γκέι είναι κατά κανόνα όμορφος γιατί φροντίζει/ περιποιείται τον εαυτό του, εξ ου και οι Αμερικλάνοι έχουν την έκφραση «too handsome to be straight» για κάποιον που είναι «ύποπτα» εμφανίσιμος.

Ο ασχημόπουστας ανήκει σε μία από τις εκφράσεις που δηλώνουν άνθρωπο αδικημένο από τον Θεό και την κενωνία, που είχε ή απόκτησε διάφορα χαρακτηριστικά περιθωρίου, όπως πούστης κι άσχημος, πούστης και πρεζάκιας, πούστης, πρεζάκι κι αριστερός ή κατά την χαλικούτειο εκδοχή πούστης, πρεζάκι και δεξιός. Ασφαλώς το ασχημόπουστας χρησιμοποιείται υβριστικά, αλλά μπορεί να ειπωθεί και με αμφίβολης ειλικρίνειας συμπάθεια με και καλούα συγκατάβαση, πράγμα που άργκιουαμπλυ είναι ακόμη πιο εκνευριστικό.

1. Γέρο μου, για να μη χαλιέσαι άδικα, θα σου αποκαλύψω πως εξυφάνθει η πχορουμική συνωμοσία. Εγώ, ο Αλεξαντρόζο κι ο Άλκης, αποφασίσαμε στην τελευταία πχορουμοκόβα να φτιάξουμε μια κοθμονιστική τρόικα και να στην πέφτουμε συνέχεια κι ανελέητα για να σε εξοντώσουμε. Οι ρόλοι κατανεμήθηκαν σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία και τον χαρακτήρα του καθενός μας, ως εξής: Ένας θα λειτουργούσε σαν το καλό κουμμούνι, ο άλλος σαν το κακό κι ο τρίτος σαν ασχημόπουστας. Όπως θα έχεις καταλάβει, εγώ παίζω τον ρόλο του καλού κουμμουνιού.

2. ειναι χαλια γιατι ειναι ασχημοπουστας και δεν του την πεφτουν :S κατα καποιο τροπο τον συμπονω.

3. ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΩΣ ΚΑΛΟΣ ΑΣΧΗΜΟΠΟΥΣΤΑΣ ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΛΑΣΠΗ ΑΡΧΙΣΕΣ ΝΑ ΒΡΙΖΕΙΣ ΚΑΙ ΕΣΥ ΚΑΙ ΤΑ ΤΣΙΡΑΣΙΑ ΣΟΥ.ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ

4. Αν είναι να βγει «ενδιάμεσος» καλύτερα να είναι όμορφος τουλάχιστον να βγάζει και κανά φράγκο. Αν είναι να βγει ασχημόπουστας άστα να πάνε.

Σχετικοάσχετο από την ταινία "Ρεβάνς" (1983) του Νίκου Βεργίτση (από Khan, 24/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του κυπριακού βίλλα (=πέος), είναι η κυπριακή εκδοχή του ψωλομούρης, του dickhead/ dickface αγγλιστί, σημαίνει δηλαδή τον πολύ άσχημο και αποκρουστικό. Χρησιμοποιείται και ως βρισιά.

1. ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗ ΣΤΑ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΑ ΛΑΘΗ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΑΛΛΑΣ ΛΑΛΕΙ Ο ΒΙΛΛΟΜΟΥΤΣΟΥΝΟΣ... ΔΕΤΕ ΤΑ

2. Ξεφούσκωμα λαστίχων σπίθκιών που δεν έχουν γκαράζ αλλά έχουν αυτοκίνητα καλά παρκαρισμένα πόξω. Τούτον δεν έσιει να κάμει καθόλου με αρχιτεκτονική αλλά κατά γενικήν ομολογίαν όσο πιο καλό το αυτοκίνητο τόσο πιό βιλλομούτσουνος τζιαι νεόπλουτος ο οδηγός (ξέρετε, πούροι της λίρας που εκάπνιζεν τζι ο πατέρας τους τζιαι μουσούθκια όπως τον κώλο του πιθήκου). Τούτον θα το κάμουμεν καθαρά που διασκέδασην διότι τζιαι οι επαναστάτες έχουν ανάγκην την υγιήν ψυχαγωγίαν.

3. Ο βιλλομούτσουνος Αρχιεπίσκοπος αν τολμά να σχολιάσει ακόμα μια διαφορετική σύγκλιση.

Κόμμωση τ. "dickhead". (από Khan, 24/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Επικρατεί μια πολυφωνία απόψεων για τις ρίζες της λέξης. Ίσως κατά μια εκδοχή είναι σύνθετη λέξη από τις αγγλικές fuck(γαμάω) & lane(σοκάκι). Μας την άφησαν παρακαταθήκη μετά την κατοχή τα Αγγλικά στρατεύματα. Η καλντεριμιτζού. Κατά μία άλλη άποψη η λέξη φακλάνα υπήρχε στην Ελληνική γλώσσα μιας και η λέξη αναφέρεται και πριν το 1900 και χαρακτηριστικά σε ποίημα του σατυρικού ποιητή Γεωργίου Σουρή, το «Τραμπουκολόγιον»:

« [...]μὰ σοὔχει ἡ φακλάνα στὴ μέση μιὰ χωρίστρα,
σοῦ ἔχει κἄτι φρύδια καὶ κἄτι μαῦρα μάτια![...] »

Λέγεται δε ότι η λέξη είναι τόσο παλιά που μάλιστα προϋπήρχε στην Ελληνική γλώσσα από τους μεσαιωνικούς χρόνους.

  1. Η έννοια με την οποία χρησιμοποιείται στις μέρες μας (η οποία διαφέρει κατά πολύ). Κατέληξε να σημαίνει την χοντροκώλα, την έχουσα πληθωρικό κώλον γυναίκα και έντονες καμπύλες. Το νταρντανοchubby ή/και BBW. Ενίοτε και το μπάζο.

  2. Με την κατάληξη -ς,(Φακλάνας, ο), αρσενικό. Για άντρες χοντρούς και ίσως και θηλυπρεπείς (χοντροί λούγκρες, τσάτσοι σε μπουρδέλα βαρέων βαρών κ.α.).

1 & 2. - Ωραίο πρόσωπο το Λιζάκι έτσι; - Ωραίο πολύ αλλά και το Λιζάκι πολύ φακλάνα ρε παιδί μου.

  1. - Τί μας είπε ρε; Να φύγουμε και να ξαναγυρίσουμε σε κανά μισάωρο ο τσάτσος γιατί η ταναπού δεν είναι έτοιμη; - Ρε γάμησέ τον τον φακλάνα. Πάμε απέναντι.

(από Mpiliardakias, 10/04/14)(από Mpiliardakias, 10/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πριν γίνει ο ακριβής ορισμός της λέξης «λιγδοτάγαρο» σκόπιμο κρίνεται να αναλυθεί η κάθε χρήση κυριολεκτική ή μεταφορική της λέξης «ταγάρι».

  1. Σύνθετη λέξη από τις λέξεις λίγδα & ταγάρι. Το ταγάριον (ο τορβάς) εκ της Τουρκικής torba είναι σακίδιο υφασμάτινο, συνήθως παρδαλό (αλλά και διακριτικό μονόχρωμο μαύρο για πιο goth και underground γούστα) φοριέται στον ώμο εναλλακτικά σαν τσάντα αλλά συνήθως από γυναίκες hippie και κνίτικης κουλτούρας (βλ. [ταγάρω], [ταγάρι] κατά ironick για λεπτομερέστερη περιγραφή των εξωτερικών της χαρακτηριστικών).

  2. Ταΐστρα που χρησιμοποιούσαν παλιοί και σκληροπυρηνικοί ερασιτέχνες κτηνοτρόφοι που επέμεναν στον παλιό καλό παραδοσιακό (και φτηνιάρικο) τρόπο ταΐσματος των πτηνών τους συνήθως κτλ. Ουσιαστικά συνηθίζονταν πολλές φορές να λένε «ταγάρι» τον πάνινο σάκο/τσουβάλι της τροφής που κρέμαγαν σε μια αλυσίδα στα κοτέτσια για να τρώνε οι κότες από μια οπή ή μια πλαστική/inox ταΐστρα που προσαρμόζονταν στην άκρη του ταγαριού (σάκου/τσουβαλιού). Έχει εκλείψει στις μέρες μας και έχει αντικατασταθεί από σύγχρονες ξύλινες, πλαστικές και inox ταΐστρες.

  3. Λόγω του ιδιαίτερου χρωματικού τόνου της λέξης αποδίδεται πολλές φορές από έναν επαρχιώτη (αλλά όχι απαραίτητα) προς έναν άλλον επαρχιώτη για να του αποδώσει τον χαρακτηρισμό του άξεστου, του αγενή, ή του αργόστροφου κτλ.

Λιγδοτάγαρο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και η πιο βρώμικη εκδοχή των περιπτώσεων 2 & 3. Αλλά περισσότερη έμφαση πρέπει να δοθεί στην περίπτωση 1. Όμως επειδή θα μπορούσε να αποδοθεί και στο υποκείμενο αλλά και στο αντικείμενο θα χωριστεί η ανάλυση σε δύο σκέλη.

α) Αυτή του ταγαριού της κνίτισας/χίπισσας γκόμενας δηλαδή. Συνήθως οι καθημερινότητα αυτής της τύπισσας αλλά και το νοικοκυριό της είναι ανύπαρκτο(ακόμη κι αν βρίσκεται σε μιλφόνιο ή ματσούριο στάδιο μιας και το έχει αναλάβει η μητέρα της). Το ταγάρι που φέρει στον ώμο της για την μεταφορά των απαραίτητων(τσιγάρα, χασίς, προφυλακτικά, make up κτλ.) αν είχε φωνή θα ζητούσε να μπει στο πλυντήριο μιας και η τύπισσα αυτή βαριέται ακόμα κι από τον ώμο της να το βγάλει και να το δώσει με τα υπόλοιπα βουνά απλύτων που έχουν μαζευτεί στο δωμάτιό της για να το πλύνει η μητέρα της(μιλάμε για άχρηστη μέχρι το τελευταίο κύτταρο). Το αποτέλεσμα είναι να έχει γίνει από την λίγδα και την μάκα αδιάβροχο και τελικώς λιγδοτάγαρο.

β) Αυτή της παρομοίωσης του λιγδοτάγαρου με την χίπισσα/κνίτισα γκόμενα μιας και τα underground στέκια και παρέες με τις οποίες συχνάζει είναι πέρα για πέρα άγνωστα με τους κανόνες υγιεινής. Συνήθως για κολλητούς ή γαμιάδες επιλέγει αναρχοάπλυτους που έχουν να κάνουν μπάνιο και να ξυριστούν από την εποχή του Νώε, πάσχοντες από οξεία μασχαλίτιδα και με κοινά ενδιαφέροντα τα πολιτικά ή/και την κατανάλωση χασίς. Τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της τύπισσας σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη καθαριότητας πάνω της, στον χώρο της ή στα άτομα που συναναστρέφεται της χαρίζουν bonus μάκας/λίγδας και την πιο hardcore εκδοχή του ταγαριού, εκείνη του λιγδοτάγαρου.

- Πωπω ρε φίλε αυτές οι γκόμενες στα Εξάρχεια με τα ταγάρια και τα πολύ μεγάλα περίεργα τσιγάρα είναι το χειρότερό μου. Τι ταγάρι ήταν αυτό που μας κοίταζε με την παρέα του ρε...
- Τι ταγάρι ρε, λιγδοτάγαρο να πούμε.

(από Mpiliardakias, 10/04/14)(από Mpiliardakias, 10/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Kότα χωρίς πτέρωμα στην κεφαλή ή κότα ξεπουπουλιάρα χωρίς πτέρωμα. Κατ' επέκταση είναι βρισιά για φαλακρό άνδρα. (Πρβλ. και αυγό).

Πάσα (Δ.Π.): Απαισιότατος.

  1. ΑΝΤΙ ΝΑ ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ Η ΚΑΡΑΦΛΟΚΟΤΑ ΜΕΝΕΙ ΝΑ ΚΛΩΣΑΕΙ ΤΑ ΑΥΓΑ ΤΟΥ.ΔΕΙΤΕ ΦΑΤΣΑ Ο ΗΛΙΘΙΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΕΑΣ ..ΥΠΟΥΡΓΟΣ ...ΜΟΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ ΑΥΤΑ. (Φωνακλάς στο Φέισμπουκ).

  2. Ρε καραφλόκοτα τράβα στο DHI να βάλεις καμιά τρίχα και μετά έλα και εσύ να σου ξηγήσω το όνειρο.........:p (Από βρις-οφ εδώ)

(από Khan, 26/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Εξελληνισμός του αμερικλάνικου nerd δια της προσθήκης του γαμοσλανγκοτέτοιου -ουλας: πρόκειται για χλωρίδα της συνομοταξίας phytus spasiclus, άκα γκίκουλας, φρίκουλας και φύτουκλας.

Ο νέρντουλας διαπρέπει ως επιστήμων κι ως μπλιμπλίκουλας αλλά in real life στερείται κάθε στοιχειώδες ψήγμα κοινωνικότητας, ειδικά προς μη νέρντουλες. Πρόκειται για κινησιολογικά άγαρμπο και γιομάτο καυλόσπυρα καψίδι που πωρώνεται νυχθημερόν με ιδεοψυχαναγκαστικές καμενιές (πιχί κρυπτοζωολογία, μάνγκα, σάει-φάει, κλπ).

Οι κουλές ενδυματολογικές επιλογές του νέρντουλα (à la Sheldon στο «Big Bang Theory») τον καθιστά αντιήρωα στα μάτια κάθε αενάως ψαχνόμενου ποζερά και γουαναμπή χιπστερικού, εξ ουστ και το nerd chic λουκ (βλ. αγόρια και κορίτσια).

Παραγγελιά από το δουπού: Χαν.

1.
Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη είσαι τόσο νέρντουλας που θα μιλάς Ντοθράκι

2.
νερντουλας; οχι....ιντελεκτουελ...εχει διαφορα....geeky ισως με μεγαλη φαντασια να τον ελεγες αλλα οχι νερντουλας...ωραιο τυπακι ειναι γενικα...

3.
Καλιφορνέζος «νέρντουλας» κατασκεύασε ρομποτικό ομοίωμα του Wall E

4.
Οχι γιαγιά δεν τα φτιάχνω με φοιτητή ιατρικής:
1) Πουλανε μουρη στις παρεες μεχρι να πεσουν σε συναδελφο τους. Μετα κανουν την παπια και γκρινιαζουν για την αναμονη στην ειδικοτητα.
[...]
9) Οταν χουφτωνουν ΨΗΛΑΦΟΥΝ ΚΑΙ ΚΑΝΑ ΛΕΜΦΑΔΕΝΑ, με τροπο ομως μην τους παρει χαμπαρι η γκομενα.
10) Ειναι νερντουλες, και οσοι δεν ειναι απλα δεν γινονται καλοι γαμπροι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ναζιάρα φασιστογκόμενα, η χρυσαβγίτισσα, το πάσης φύσεως φασιστόμουνο μεναγκό.

Πέραν των ναζών, η συγκεκριμένη συνομοταξία -μούνας αποτελεί αντικείμενο πόθου και για ορισμένους μπουντουσουμού μερακλήδες που αυνανίζονται πρωκτικά στην τουαλέτα ονειρευόμενοι αυταρχικό με nazi chic ινδάλματα τ. Ilsa Λύκαινα των SS.

Μεταφορικά, η αυταρχική και πρηξαρχίδω γκόμενα.

Έτερες πολιτικομουνοποιημένες εταίρες: πασοκομούνα, αναρχομούνα.

1.
- Ε καλα ειναι γνωστό χρονια οτι τα κορίτσια στην original ειναι αξύριστες αναρχοκομμουνιστριες ....
- Εφη αυτο το ακυρο που ειπες το ειπες γιατι εχεις γκομενο τον imitation Μητρογλου, η γιατι εισαι απλα μια ηλιθια, ανεγκεφαλη, τραγικη, φασιστομουνα;
(διάλογος στο φουμπού)

2.
Ο γερό Καίσαρης νομίζει ότι του έκατσε το λόττο και αρχίζει και τρίβει επιδεικτικά την τσουτσούνα του, ενώ τα χρυσαφικά που τους δίνει δεν τα έδινε ούτε η θειά μου η Γιωργία η φασιστομούνα στον βαφτισιμιό της.

3.
Χρυσαβγίτισσα φασιστομούνα είναι...Μόλις δει μελαμψό δέρμα, κλωτσάει!!!

  1. ♪♫ I want to fuck her on the floor
    Among my books of ancient lore
    So I will make a full report
    I got a Nazi Girlfriend ♪♫
    (Iggy Pop, Nazi Girlfriend)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία