Επιπλέον ετικέτες

Αυτή που με τις πουτανιές της προκαλεί την ανδρική εκσπερμάτωση, η προκλητική, η πρόστυχη.

-Κοίτα ένα μπικίνι που φόρεσε η χυσοψώλα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο καλά δικτυωμένος σε παρεΐτσες, αυτό το αεικίνητο είδος ανθρώπου που ασχολείται με το να χώνεται από δω κι από κει και να καταφέρνει, κουτουλώντας, δουλειές για την πάρτη του ή για άλλους, αποκλειστικά μέσω γνωριμιών.

Ο χωσιματίας συνήθως πατάει στα κάτω σκαλοπάτια, δεν είναι δηλαδή τοπ διαπλεκόμενος. Εξυπηρετεί ως εκ τούτου και τους τοπ, αλλά και τους από κάτω, όσο και τους απ' έξω από το μαντρί, στην περίπτωση που οι τελευταίοι αποφασίσουν να μπουν στο κατεστημένο (βλ. παράδειγμα).

Ο χωσιματίας κάνει τις δουλίτσες του και τα κονέ του στα καφενεία, στα μπαρζ, στα παρτάκια, παντού όπου συχνάζουν οι εκάστοτε στόχοι του.

Όπλα και εργαλεία του κυρίως το μπίρι-μπίρι, αλλά ενίοτε και το σεχ, η γαλαντομία, ο μικροεκβιασμός.

Τα δόντι, τσάτσος, άκρη, βύσμα, κονέ, χαυλιόδοντας, ρουσφέτι, bluetooth κλπ, δεν είναι ακριβώς το ίδιο. Ο χωσιματίας δεν είναι πχ ακριβώς δόντι, ούτε κάνει ρουσφέτια, είναι ουσιαστικά προξενητής. Οι απολαβές του δεν είναι σπουδαίες και παραμένει ένας ανεπιθύμητος πλην αλλ' όμως απαραίτητος κρίκος της ειδεχθούς αλυσίδας του σύγχρονου (ελληνικού κυρίως) νταλαβεριού.

- Λέω να βάλουμε και την Εύα μέσα στους συντελεστές.
- Απαπα αυτή την μαλάγκω!
- Ναι, αλλά είναι χωσιματίας και θα φέρει λεφτά στο πρότζεκτ χωρίς να κουνήσουμε το δαχτυλάκι μας.

Δες ακόμη: χώστρα, -ατίας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πέραν από τον ορισμό που καταχωρήθηκε πιο πριν, ο χωσιματίας περιλαμβάνει και άλλους δύο τύπους ανθρώπων:

  1. Xωσιματίας καλείται το άτομο που τα χώνει, που δεν μασάει τα λόγια του και δεν φοβάται να εξαπολύσει μύδρους ενάντια σε οτιδήποτε και οποιονδήποτε τον χαλάει, στοχεύοντας είτε σε συγκεκριμένα πρόσωπα και καταστάσεις, είτε γενικότερα και αόριστα, τσουβαλιάζοντας ασύστολα τους πάντες και τα πάντα, ασχέτως με το αν έχει δίκιο ή άδικο.

  2. Στην φανταρική ιδιόλεκτο, xωσιματίας καλείται ο στρατιώτης που αγγαρεύει άλλους, δηλ. που χώνει κόσμο, για την εκτέλεση μίας υπηρεσίας ή μίας εργασίας εντός ή εκτός στρατοπέδου. Αυτό συμβαίνει είτε λόγω ανάγκης (π.χ. μία αρρώστια), είτε συχνότερα, λόγω γνωριμίας - κολλήματος - τακιμιάσματος - συγγένειας, ενίοτε δε ακόμη και απλά εντοπιότητας, με τους εκάστοτε επιλοχίες, αξιωματικούς - υπαξιωματικούς.

Πρέπει επίσης να τονιστεί πως ο χαρακτηρισμός του χωσιματία πιάνει εξίσου και τους βαθμοφόρους του Ε.Σ., οι οποίοι δεν διστάζουν να χώσουν τόσο στρατιώτες, όσο και κατώτερους στην ιεραρχία βαθμοφόρους. Είναι δε πάγια τακτική η μετακύλιση του χωσίματος στις κατώτερες βαθμίδες της ιεραρχίας, φαινόμενο που κυριαρχεί επίσης και σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της πολιτικής και επαγγελματικής ζωής.

  1. Τελικά ο Ριζοσπάστης το παίζει «χωσιματίας» και η Λιάνα «τους» ξεπλένει: [NEMECIS, συνεντεύξεις, (όχι τυχαίες) – τεύχος Φλεβάρη 2010] με τους χαρακτηριστικούς τίτλους «Α. Λοβέρδος: Είμαστε στο χείλος του γκρεμού» και «Κατερίνα Μπατζελή: Δεν είμαι πολιτικός των δογματισμών». (Εδώ)

  2. Θεωρώ ότι η οποιαδήποτε δουλειά πρέπει να γίνεται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ό,τι δουλειά και να είναι, ακόμα και ο στρατός. Αλλιώς, δεν υπάρχει νόημα να κάνεις το ο,τιδήποτε. Ο τεμπέλης στο στρατό, είναι τεμπέλης και στη ζωή του. Ο βυσματίας στο στρατό είναι βυσματίας και στη ζωή του. Ο χωσιματίας του στρατού χώνει συναδέλφους και στην προσωπική ζωή. Αυτό το συμπέρασμα ισχύει πάντα. (Πιο' δώ)

Δες ακόμη: χώστης, χώστρα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οπαδός περίεργων συνωμοσιών μασόνων, εβραίων, λέσχης μπίλντερμπεργκ και πολλών άλλων. Φημολογείται ότι συχνάζουν στους ΑΝΕΛ. Λέγεται πάντα ειρωνικά από τρίτους.

Κάτι ψεκασμένοι μαζεύτηκαν έξω από το υπουργείο Άμυνας απαιτώντας από τον ΓΕΑ τη διακοπή των ψεκασμών, λέει.

(από Khan, 27/12/13)Je suis Prekas  (από soulto, 29/03/15)

Δες ακόμη: μας ψεκάζουν, τι σε ψεκάζουν;, ψεκασμένος Έλληνας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκπρόσωποι του πόμολου που ασκούν το ύψιστο δικαίωμα του Δημοκρατικού μας πολιτεύματος, αλλά όχι με την καλή έννοια.

Η πατρότητα του λολοπαίγνιου ανήκει στον Τζιπάκο.

- Ο ήδη διχασμένος πολιτισμικά ψηφοφθόρος μπέρδεψε την βουλή με την ψωλή.
(εδώ)

- «Αν ο Τσίπρας πάει στο 24% θα αρχίσουν οι εκτελέσεις...» ένα ακόμα πάγκαΛΟΛ.
- Μ'αυτο που ειπε φυγαν οι τελευταιοι ψηφοφθοροι του σαμαρα διοτι ΟΛΟΙ και εννουμε ΟΛΟΙ θελουν να εκτελεστεί ο Παγκαλολ.
(ανταλλαγή τσίου, εκεί)

- Οι Ψηφοφθόροι της ΠΑΣΟΚΑΡΑΣ και αυτοί τώρα ξυπνήσανε;; Τόσα χρόνια δεν είχανε πάρει πρέφα τι γινότανε να πούμε και δίνανε τα 40%;;; Ο Κουτσόγιωργας, ο Αντρέας, τα Πάμπερς, η Μιμή, οι Βίλες, ο Τσουκάτος, ο Μαντέλης, οι Λαλιώτηδες... (παραπέρα)

- Για ένα τρύπιο δολάριο οι ψηφοφθόροι ξεπούλησαν τα παιδιά τους.
Ή όπως είπε ο ανώνυμος που μιλάει με τα ντουβάρια: Κατ’ ευθείαν αγγλικά και μετανάστευση στο Ιράκ, που οι μισθοφόροι κονομάνε καλά.
(παραδίπλα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ψυχιατρικός ασθενής ή σκέτο «ψυχιατρικός» ή, κατά το πολιτικά ορθόν, ο «χρήστης ψυχιατρικών υπηρεσιών». Ο άνθρωπος, δηλαδή, που, όχι απλά αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα, αλλά και έχει νοσηλευτεί εξ αιτίας τους (ή εξ αιτίας συγγενών, γειτόνων, ψυχιάτρων, κράτους και καπιταλισμού). Χρησιμοποιείται είτε για συντομία, είτε από διακριτικότητα.

  1. - Και τι περιπτώσεις βλέπεις εκεί στην οργάνωση βρε Φερδινάνδε;
    - Ε, τι να βλέπω, κανά δυο βε βλέπω, έρχονται και ζάκια αλλά τους διώχνω, και πολλούς ψι....

  2. - Τι παίζει με τον τύπο ρε συ... ζάκι είναι;
    - Μπααα, ψι είναι...

Mother, no! (από Vrastaman, 12/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ των ψυχαναλυτής / ψυχανάλας και γλυκανάλατος. Υπονοεί ότι η ψυχανάλυση είναι μια φλώρικη, γλυκερή, καραμελοδραματική διαδικασία, οπότε χρησιμοποιείται για να μειώσει τον κάθε επίδοξο ψυχανάλα / γιαλόμα / σρίνκη / ψι.

Πάσα: Χότζας.

  1. Τι να μας πει τώρα κι ο ψυχανάλατος;

  2. ΡΕ ΟΛΟΙ ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΧΟΛΙΑΣΑΤΕ ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ «ΘΩΔΗ» ΣΑΣ ΒΓΑΖΩ ΤΟ ΚΑΠΕΛΟ ΜΟΥ...ΑΝ ΕΙΧΑ! ΞΕΦΤΙΛΙΣΑΤΕ ΟΛΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΚΥΛΟΛΟϊ, ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΜΟΡΦΟΥΣ (ΑΕΙ ΣΙΧΤΙΡ) ΚΟΣΜΟΥΣ, ΤΙΣ ΜΙΣΟΤΡΙΒΕΣ-ΣΤΡΙΓΚΟ-ΣΤΡΑΒΟΠΟΔΟΥΣΕΣ- ΓΛΑΣΤΡΕΣ, ΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΟΦΥΛΛΑ, ΤΑ ΠΑΝΕΛ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΘΕ ΜΛΚΟΠΙΤΟΥΡΕΣ ΚΑΚΟ-ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΔΕΣ, ΚΥΝΗΓΟΥΣ ΧΑΖΟΚΟΥΤΟΘΕΑΣΗΣ.
    ΛΥΣΣΑΞΑΝΕ ΝΑ ΤΗΝ ΤΡΕΛΑΝΟΥΝΕ! ΤΩΡΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΝΕΛΑΤΖΗΔΕΣ. ΕΙΔΙΚΑ ΟΙ ΨΥΧΑΝΑΛΑΤΟΙ ΨΥΧΙΑΤΡΟΙ.
    ΘΑ ΤΗ ΣΠΑΣΩ ΤΗΝ...42άρα LSD ΜΟΥ. (Φωνακλάς εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνδυασμός τηε λέξης ψωλή και σολάριουμ. Αργκό που χρησιμοποιείται για τις ωραίες γκόμενες που εμφανίζονται κατάμαυρες στις παραλίες από το πρώτο μπάνιο γιατί: «τα σοκαλατένια δέρματα τραβάνε τα βλέματα». Πρόκειται για ψωνάρες που παραμένουν όμως πολύ ορεκτικές για τον αντρικό πληθυσμό. Συχνά το παρακάνουν και μοιάζουν με καμμένο κρέας. Το όλο concept του ψωλάριουμ είναι η εν λόγω γκόμενα να κάνει έντονο contrast με όλους τους υπόλοιπους που διατηρούν τα πάχη και το ασπρουλιάρικο χρώμα του χειμώνα.

(σε παραλία)
- Η Μαίρη έχει αναδειχθεί από πέρσυ..
- Κωλάρα έκανε και ωραίο χρώμα... Επίσημα ψωλάριουμ!

(από dimitrakis199, 30/01/12)Σαν Σοκολατένια κουράδα (από alamo, 30/01/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Mεταφορικά η ευρύχωρη και σωματικά και ηθικά γυναίκα ελαφρών ηθών, που χρησιμοποιεί το όργανό της ως αποθήκη στοίβαξης και αποθήκευσης ψωλώνε. Χρησιμοποιείται απαξιωτικά.

- Πως περπατάει έτσι η Λόλα ρε λυκόρνι; Συγκαμμένη είναι;
- Τι συγκαμμένη η ψωλοαποθήκη καημένε, στούμπωσε από τα προφυλακτικά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μαλάκας. Τόσο πολύ όμως που... έχει καταντήσει να τη βροντάει (τη χτυπάει δυνατά... χάμω ή οπουδήποτε αλλού!!!).

Ρε μαλάκα τι κάνεις κλεισμένος σπίτι; Ψωλοβροντάς όλη μέρα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία