Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Άρθρο 1: Αι γυναίκαι και η σε αυτών ομορφιά

Παράγραφος 1: Αι γυναίκαι γνωσταί και ως «θάνατος».

Επεξήγησις: Αααααχχχχ αι γυναίκαι... οπόσοι χαρακτηρισμοί υπάρχουν ίνα χαρακτηρίσουν την ομορφιά μίας γυνής... Ένας εξ αυτόν, όστις χαρακτηρίζει την λαϊκή γυνή τα κάλλη της οποίας ενίοτε ξεχειλίζουσιν από τον μικροσκοπικό άλλωστε ρούχισμόν καλείται παρά εξίσου λαϊκών ανδρών ως «θάνατος»... Διατί; Μα διατί τοιούτος θάνατος αναμένει τον ανήρ όστις θέλει κοιμηθεί μετά αυτών.

Αιρετική εξήγησις: αποκαλείται «θάνατος» διότι υπονοείται οικονομικός θάνατος του επίδοξου καρδιοκατακτητή, καθότι η συγκεκριμένη γυνή ίνα εντυπωσιασθεί επιθυμεί κατανάλωση άφθονων φιαλών ουϊσκιου, αγορά ακριβού αυτοκινήτου κα άλλα καγκούρικα κόλπα.

(Το παράδειγμα αποτελεί μετάφρασις του παρακάτω βιντεακίου εις την ελληνικήν, δηλαδή καθαρεύουσα. Παρατίθεται η αυθεντική ρήσις υπό την ένδειξη sic και η μετάφρασις )

Πελάτης εν σκυλαδίκω, εντυπωσιασμένος παρά την τραγουδιάραν: «Ω αγαπητέ, θα ήθελες να πίπτεις άνθη κατά το μέγιστο δυνατόν εις τοιαύτην κορασίδα;» (sic: «λουλούδια σ' αυτό το θάνατο στο φουλ!»).

Εν τω 1:05 ο εν λόγω πελάτης αποκαλεί την τραγουδιάραν ως "θάνατο", δια λόγους οι οποίοι αναφέρονται εις τας άνω εξηγήσεις...! (από Γιώργος Ζάκκης, 11/06/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γλοιώδης τύπος που ανοίγει / κλείνει πόρτα - κορδόνι - τζαμαρία και χαιρετάει κόσμο σε κλαμπ / εστιατόρια / καφετέριες κτλ. Χαιρετίζει γνωστούς και αγνώστους εγκάρδια εάν είναι φιλικός καλυνυχτάκιας ή αυστηρά άμα κρύβει ένα αίσθημα βλαχοκατοτερότητας. Ενδύεται συνήθως με δανεικό κουστούμι και αποφεύγει το black light καθώς έχει να το πλύνει από τότε που θυμάται με αποτέλεσμα να «λάμπει» η μασχάλη του σακακιού.

Κύριος ρόλος του να αποχαιρετάει στην έξοδο, εξ ου και η ονομασία του, με αγκαλιά στους άνδρες και φιλιά και πιθανώς θώπευμα μηρού εις τις γυναίκες. Αρέσκεται σε δηλώσεις «μη χαθούμε» και «τα λέμε». Επιβιώνει τις νυχτερινές ώρες κυρίως το ανδρικό φύλο, αλλά έχουν παρατηρηθεί και πολλοί θηλυκοί καληνυχτάκηδες κατά τη διάρκεια της μέρας κυρίως σε καφετέριες και μπαρ.

Μελετάται πιθανή συγγένεια με καθολικούς κληρικούς και κυρίως καρδιναλίους αφού έχει παρατηρηθεί φοβερή ομοιότητα στο ύφος τους. Περίπου σε ποσοστό 83% είναι δυσλεκτικοί καθώς το να βρεις το όνομα σου στη λίστα σωστά ορθογραφικά είναι θέμα τύχης (πχ εάν ονομάζεται κάποιος Αίαντας Πυγμαλίων πιθανώς να μην μπορέσει να τον αναγνώσει στη λίστα).

Αντλεί τη δύναμη του από τον μεντεσέ, τυχόν απομάκρυνση του επιδρά καταλυτικά επάνω του.

- Πάρε το μπουφάν σου και πάμε.
- Μισό να χαιρετήσω τον καληνυχτάκια στη πόρτα.
...

- Παιχταρά μου μάτσα μουτσα... χάρηκα!
- Φιλιά αγορίνα μου, μη χαθούμε..
- Τα λέμε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σούρτης, στην αργκό των ηδονοβλεψιών, είναι αυτός που αρκείται στο να ακούει μόνο τις συνομιλίες των ζευγαριών που βρίσκονται σε ερωτικές περιπτύξεις. Δεν τον ενδιαφέρει το θέαμα. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στην ακουστική πλευρά.

- Σέρνεται συνήθως κάτω από το αμάξι και ακούει τους ερωτικούς διαλόγους...

Αγγλιστί: aural sex addict.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπουζουκική περιγραφή των γυναικών την ώρα που χορεύουν. Αναφέρεται κυρίως σε χορούς που σπάνε τη μέση, όπως το τσιφτετέλι.

- Κούνα το να σε δούμε ρε παιδί μου! Κορμάκια να σπάνε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αηδός με εξαιρετικές ικανότητες στην εκτέλεση ασμάτων (< φωνή).

Οι εύκωλες φώνισσες φτάνουν στον κωλοφώνα (< κώλος + φωνή) της δόξας τους με απίστευτη ευκωλία. Βλ. και λήμμα από φωνή μουνί κι από μουνί φωνάρα.

Ο φωνιάς ή η φώνισσα που πέφτει στην αφάνεια μετά από σύντομο μεσουράνημα ονομάζεται ψοφήμηετυμό είναι προφανής, μη με βάζετε να τα εξηγώ όλα).

Ε ωρέ μοντουλαίοι: Ως αναλφάβητος, για να κάνω τα πρώτα μου λίνκια έκαψα κύτταρα, οπότε και ράκος έγινα, και το λήμμα δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένο.
Εκ μέρους σας ελπίζω σε:
1. Kατανόηση
2. Μύδι (και όχι τίποτα άλλο, ομοιοκατάληκτο)
3. Γούτσου-γούτσου

- Πω ρε πούστη μου, τι αγριόμουνο είναι αυτή η καινούργια του μαγαζιού;
- Ναι, αλλά από φωνή γάμα τα. Το πετσόκοψε το άσμα, μιλάμε για φώνισσα.
- Και τι με νοιάζει εμένα ρε μαλάκα, έτσι και την ξεμοναχιάσω πουθενά, νομίζεις οτι θα της διαβάσω Παπαδιαμάντη;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέγεται σε περιπτώσεις όπου κάποιος εμπλέκεται σε μπυροποσία η οποία ήτο μακροσκελής και ο εμπλεκόμενος ήθελε να ξεφύγει και δεν μπορούσε-η τουλάχιστον έτσι θέλει να πιστέψουμε (κλασσική περίπτωση «τραβάτε με κι ας κλαίω»).

Γνωστές ατάκες μπυραγχόπληκτων: «Άλλη μία και φύγαμε», «Η Amstel με έβαλε να το κάνω» και άλλα συναφή.

  1. - 'Μέρα ρε Σάκη, κομμένο σε βλέπω, τι έπαθες;
    - Ε, εχθές το βράδυ, δέχτηκα επίθεση από κάτι μπυράγχας...

  2. Άσε ρε μάγκα εχθές μπλέχτηκα με τον Κώστα και δεν με άφηνε να φύγω, ε μετά πλακώσαν και κάτι μπυράγχας και καταλαβαίνεις, ξημερωθήκαμε.

  3. - Ρε αλήθεια ρε όλη την ώρα έψαχνα ευκαιρία για να φύγω ρε, αλλά ο μπάρμαν είχε ξαμολήσει τα μπυράγχας!
    - Άσε σε μάθαμε τόσα χρόνια Τάκη, είναι μην πιεις τις πρώτες δυο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στο κλαμπ ο τύπος που κόβει φάτσες και εμφανίσεις ποιος θα μπει και ποιος θα φάει πόρτα.

- Καλά μιλάς σοβαρά ότι πήγε να μπει με την βερμούδα;!;
- Ναι αλλά κόπηκε στον φατσοκόφτη.....
- Τρράτζικ!!!!..

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.

Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).

Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)

Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.

Από το αγγλικό club.

Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).

  1. Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα

  2. Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»

  3. Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.

  4. Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club

  5. Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.

  6. Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.

  7. Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
    με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;

Kλαμπίσιο σάντουιτς (από Vrastaman, 18/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το συμβολικό και / ή ουσιαστικό ξεγύμνωμα ανθρώπων, θεσμών, πολιτισμών, νομισμάτων.

Το κούρεμα επανήλθε στο προσκήνιο με την πρόσφατη εθελοντική έκπτωση κατά 50% της ονομαστικής αξίας του Ελληνικού χρέους. Το τίμημα του τεράστιου αυτού «πακέτου βοήθειας» (κατά Γ.Α.Π.) αναγκαστικά συνεπάγεται την κατά τουλάστιχον 50% μείωση του βιoτικού μας επιπέδου και την κατά 100% απώλεια της όποιας εθνικής μας κυριαρχίας. Αποτελεί μετάνοια για τα μεταπολιτευτικά μας ανομήματα.

Άλλη περίπτωση εθελοντικού κουρέματος: το αυτομαστίγωμα και σφοδρό άδειασμα των τσιφτετελλήνων που άσκησε ο Νιόνιος στο ομώνυμο αποτυχημένο δίσκο του («μα εμείς που είμαστε οι ίδιοι ποιητές πώς να κρυφτούμε, οι κουρεμένοι επαναστάτες τι να πούμε;»).

Η πρόσφατη προϋστερία βρίθει από παραδείγματα «μη εθελοντικού κουρέματος»: την εκδορά και διαπόμπευση τέντυ-μπόυ από μπασκίνες στα εξήνταζ, το πέρασμα με την ψιλή παστρικιών που συναναστρέφονταν Γερμανούς ή συμμάχους από ΕΛΑΣίτες και ταλιμπάν.

- Το κόστος (ενός κουρέματος) θα ήταν πολύ μεγαλύτερο από τα εν δυνάμει οφέλη για τους πολίτες, την οικονομία, το ελληνικό και ευρωπαϊκό σύστημα, τα Ασφαλιστικά Ταμεία, όλη την Ευρωζώνη.
(Γιώργος Παπανδρέου, εδώ)

- Η αναδιάρθρωση, το κούρεμα του χρέους, θα ήταν ένα τεράστιο λάθος για τη χώρα. Θα είχε τρομακτικό κόστος, χωρίς κανένα όφελος. (Γιώργος Παπακωνσταντίνου, εκεί)

- Το soundtrack των ημερών. Δίχως αμφιβολία πρόκειται για το θέμα των ημερών: Το κούρεμα. Ανέκαθεν, από τον Σαμψών και τη Δαλιδά μέχρι το νόμο περί τεντιμποϊσμού και τους ονειροκρίτες, το haircut είχε συμβολική σημασία. Γενικά δεν είναι για καλό...
(δισκογραφία για το κούρεμα, παραπέρα)

- Πέντε αιώνες δύσης εθνικής θα ζήσεις από 'δω και μπρος..
(Σαββόπουλος, «το Κούρεμα»)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όρος που ήταν δημοφιλής στις αρχές του 20ου αιώνα και τον διασώζει και ο Ηλίας Πετρόπουλος στο Μπουρδέλο. Σημαίνει την ελευθέριο γυναίκα και κατ' επέκταση την συντηρούμενη ερωμένη ή και την πόρνη.

Ο Νίκος Σαραντάκος εδώ την θεωρεί συντετμημένο τύπο του παξιμαδοκλέφτρα, οπότε μιλάμε για μια πάμφτωχη επισφαλή γυναίκα που έκλεβε παξιμάδια, ή που, έστω, της προσέφερε παξιμάδια ο εραστής της για να έχει κάτι να φάει, και κατ΄επέκταση την φτωχή πόρνη.

(Στον ίδιο ιστότοπο παρατίθενται και υποθέσεις για εναλλακτικές ετυμολογήσεις του όρου παξιμάδα, άσχετες από την παξιμαδοκλέφτρα, όπως λ.χ. ότι παξιμάδι είναι η ψωλή ως ξερή, όπως αναφέρει ο ημέτερος Στέφανος στο ομώνυμο λήμμα, ή το πιο ευφάνταστο ότι η παξιμάδα είναι η οιονεί καβατζογκόμενα κάποιου, όπως το παξιμάδι αποτελεί καβάτζα, όταν κάποιος δεν έχει ψωμί. Ειδικά ο όρος παξιμαδό πάντως φαίνεται να είναι σύντμηση).

Η λέξη έχει απλώς ιστορική / νοσταλγική αξία, εκτός κι αν ξαναζήσουμε παρόμοιες εποχές λόγω κρίσης.

(Από το sarantakos.wordpress.com).

«Κύριε τάδε, είσαι δημόσιος υπάλληλος ή αξιωματικός ή τέλος πάντων γνωστής περιουσίας άνθρωπος με τόσον εισόδημα το μήνα… Πού το ηύρες λοιπόν το αυτοκίνητον, την έπαυλιν εις το Γαλάτσι, το τρίπατον σπίτι εις την οδόν Αχαρνών, τις χιλιάδες που χάνεις απαθέστατα εις την χαρτοπαικτικήν λέσχην του Ακταίου, τα διαμαντικά που χαρίζεις εις την ερίτιμόν σου δέσποιναν ή την τάδε υψηλοτάκουνον και τακερόφθαλμον παξιμάδαν;» (Από άρθρο του Άγγελου Τανάγρα στην εφημερίδα Έθνος το 1924).

(από Khan, 01/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία