Επιπλέον ετικέτες

Κατά το κλαπαρχίδης, είναι η -μούνα με διογκωμένα εξωτερικά χείλη αιδοίου. Θεωρείται σεξιστικώς ότι οφείλεται στην πολλή χρήση και ότι η κλαπομούνα είναι παρτόλα. Δεν έχει εξακριβωθεί σαφώς η σχέση με τα παλαμάκια. Αλλά στην εποχή του Pousti κανένα πρόβλημα δεν είναι άλυτο!...

Μένιος: - Της αρέσει τόσο πολύ το σεξ μαζί μου, που να φανταστείς μετά χτυπάει παλαμάκια!
Γιώργος: - Απλά η Λάουρα είναι κλαπομούνα! Αχ βρε Γιώργο, το Φραπέ slangossip τό 'χει βούκινο, κι εσύ κρυφό καμάρι!...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συναντάται και ως κωλοκοτρώνα.
• Μεγάλος βράχος σε σχήμα κώλου, κάπου στο Ραμαβούνι της Μεσσηνίας, απο τον οποίο λέγεται οτι πήρε το όνομά του ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
• Μεγάλος και σφιχτός κώλος. Σπάνιος και ιδιαίτερα δημοφιλής συνδυασμός.

Διάσημες κολοκοτρώνες: Jennifer Lopez, Kim Kardashian, Beyonce, Nicole Natalie Austin.

Πω-πω... κοίτα εκεί μια κολοκοτρώνα... Να φας κωλοσκάμπιλο να πάθεις διάσειση.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ακόμη ένα εθνικό αυτοφαυλιστικό (κατά τον όρο του Νίκου Σαραντάκου) με πρωταγωνίστρια την Ελλάδα μας, πρόκειται για λεξιπλασία εκ των Βενεζουέλα και του Ευάγγελου Βενιζέλου.

H Βενιζουέλα είναι το απότοκο μιας ρητορικής πολεμικής σημαινόντων που θα μπορούσαμε (με αρκετή σχηματικότητα) να αποδώσουμε ως εξής: Στην αρχή, αριστερά αλτέρνια προβάλλουν χώρες της Λατινικής Αμερικής με αριστερή κυβέρνηση ως παράδειγμα του πώς μπορεί κάποιος να ξεφύγει από το κυρίαρχο καπιταλιστικό παράδειγμα χωρίς να είναι Σοβιετία. Εξέχουσα θέση κατέχει ασφαλώς η Βενεζουέλα του αξέχαστου Hugo Chávez. Στη συνέχεια πολιτικοί αντίπαλοι των αριστερών αλτερνιών, λ.χ. διαμένοντες στο ΠΑΝΔΟΚείο, νεοφιλελέδες και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις αντιτείνουν ότι η παρουσίαση αυτή χωρών της Λατινικής Αμερικής, όπως λ.χ. η Βενεζουέλα και η Αργεντινή, είναι εξιδανικευμένη και ότι στην πραγματικότητα οι χώρες αυτές έχουν τριτοκοσμικά χαρακτηριστικά που τις καθιστούν χειρότερες ακόμη κι από το Ελλαδιστάν. Ορισμένοι υπερβάλλουν σε γλαφυρότητα, όταν παρουσιάζουν δυστοπικές εικόνες της Βενεζουέλας ως Μπανανίας με αποτέλεσμα τα αλτέρνια να ωθηθούν σε ειρωνικό πανηγυρισμό και υπονόμευση (celebrating & undermining που λένε και στο χωριό μου). Τύπου αν είναι τριτοκοσμική η Βενεζουέλα, τότε τι να πούμε για την Βενιζουέλα, δηλαδή για την Ελλαδούλα όπου κάνουν κουμάντο οι κάθε λογής Βενιζέλοι κ.τ.λ.

Μεταξύ των χαρακτηριστικών της Βενιζουέλας είναι η διακυβέρνηση μέσω Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου και ντροπολογιών, και γενικότερα η εφεύρεση περίτεχνων νομικοφανών τρόπων να γίνονται λαμογιές και να καταργείται η νομιμότητα, ο κυνισμός στην προώθηση ενός ιδιότυπου βλαχοφιλελευθερισμού με λατινοαμερικάνικο kitsch value, ο ναρκισσισμός του ηγέτη προσωποπαγούς κόμματος ή κυβέρνησης που παραπέμπει σε μη δημοκρατικά καθεστώτα και ταλιμπάν.

Σχετικοάσχετο: Αφορμή για παρόμοιο εθνικό αυτοφαυλισμό έχει δώσει και η σύντμηση του Αεροδρόμιου Ελευθέριος Βενιζέλος σε Ελ. Βενιζέλος , η οποία θεωρείται ότι προσδίδει ένα σπανιώλικο και λατίνο χρώμα, που ταιριάζει εντέλει στη χώρα μας.

  1. Βενιζουέλα. Πάντως ο Μαδούρο, για την βολιβαριανή επανάσταση, είναι λιγότερο κατηγορηματικός από τον αρχηγό του ΠαΣοκ που δήλωσε προχθές στο « Βήμα» πως «Αν δεν σταθεί η Κεντροαριστερά δεν πρόκειται να σταθεί η χώρα». (Γιώργος Βέλτσος εδώ).

2. «Το ΠΑΣΟΚ δεν θα γίνει…Βενιζουέλα».

  1. Στη Βενεζουέλα δίνουν μάχη για ένα κωλόχαρτο. Στη Βενιζουέλα χρησιμοποιούμε ως κωλόχαρτο το Σύνταγμα. (Από το Φέισμπουκ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το καφενείο, όπου συχνάζουν κάφροι, κυρίως οπαδοί αθλητικών ομάδων με διαταραγμένας τας φρένας.

  1. Προσωπικότης διαταραγμένη . Γίνεται γαύρος σε ιχθυοπωλείο όταν βλέπει καφρίλερ. Συχνάζει σε καφρενείο και πίνει γάλα. Ελλαδιστάν. (Από το Τουίτερ).

2. Οπως στο χωριο ο καθενας εχει το καφρενειο του και ΟΥΔΕΠΟΤΕ παει στο διπλανο.

3. Αυτή η έδρα, το καφρενείο, πρέπει να είναι άδεια στην τελευταία αγωνιστική!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Από το «βάλτος» και την «Μονή Βατοπαιδίου». Με αφορμή το γνωστό σκάνδαλο. Χρησιμοποιείται και ευρύτερα για όλες τις δυνάμεις αδρανείας που βαλτώνουν την Ελλάδα και δεν την αφήνουν ν' αγιάσει, ή έστω να προοδεύσει.
Λέγεται και «βαλτοπαίδιο» ή και «βαλτοπέδιο» κατά το «ναρκοπέδιο».

Και νά 'τανε μόνο ένα το βαλτοπαίδι, στο οποίο έχουμε βαλτώσει!

Τι έπαθε ο Hitler απ\' τη Μονή Βατοπαιδίου (από Hank, 01/01/09)Μον-αχ-όπολη (από poniroskylo, 05/01/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξακουστό ελληνικό έθιμο. Σε αντίθεση με τα διάφορα πανηγύρια που γίνονται μια φορά τον χρόνο και σε κάποιο μέρος της Ελλάδας, αυτό γίνεται κάθε μέρα σε όλη την Ελλάδα.

Ο εορτασμός γίνεται σε μαγαζιά ή μέρη που μαζεύονται (σχεδόν) αποκλειστικά άντρες (βλέπε αρχιδαριό), οι οποίοι μάλιστα ευελπιστούν κιόλας να βρουν τίποτα γκομενάκια, να γίνει κανένα κονέ. Τα γκομενάκια βέβαια είτε δεν πατάνε σε αυτό το μέρος (αν είναι γνωστός αρχιδόκαμπος), είτε έχουν μεταναστεύσει μετά από την μαζική εισβολή σβέρκων, οπότε απομένει μόνο η ψωλαρία.

Οι γυναίκες δυστυχώς τείνουν να γιορτάζουν μακριά από τη σβερκαρία, σε μέρη θυελλώδη, όπου γίνεται το φημισμένο του μουνιού το πανηγύρι.

  1. - Πού μας έφερες ρε μαλάκα Βαγγέλη; Εδώ θα παίξουμε ξιφομαχία να πούμε!
    - Ρε μαλάκα, την άλλη φορά που είχα έρθει με τη δικιά μου γινότανε του μουνιού το πανηγύρι!
    - Σήμερα έχει πουτσοπανήγυρο φαίνεται...

  2. - Είχε γκόμενες στο πάρτι του Γιώργου χθες;
    - Άσε φίλε, πουτσοπανήγυρος!! Κάτι λίγες είχε, αλλά ήταν καμπιονάτο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ομοφοβία είναι πολύ κακό πράγμα. Η περιθωριοποίηση επίσης. Το ίδιο και ο αντίστροφος ρατσισμός. Αν τα βάλετε όλα μαζί δημιουργούν συνθήκες άπαρντχάιντ και θυμίζουν τη λέξη που ήταν της μοδός πριν λίγο καιρό στα κανάλια για να περιγραφεί ο χώρος του ιστορικού κέντρου της Αθήνας και όχι της βουλής ας πούμε που ταιριάζει και γάντι.

Γκέιτο λοιπόν καλείται ο χώρος, ανεξαρτήτου έκτασης στον οποίο τείνουν να συγκεντρώνονται όλοι οι ομοφυλόφιλοι και φυσικά δεν εννοούνται απλά γκέι-μπαρ γιατί τότε θα λέγαμε και καγκουρογκέτο ορισμένες καφετέριες στα δυτικά προάστια της Σαλονίκης ή καταστήματα που αν και δηλώνουν καφετερίες έχουν στην «βιτρίνα» τους περισσότερα παπιά, κωλοφτιαγμένα και μαλλιά σε περίεργες αποχρώσεις του ξανθού από την μπανιέρα όταν κάνει μπάνιο ο αδερφός μου, το αυτοκινητάδικο τύπου που έχει διαρκείας αεροπορικό εισιτήριο Ντύσελντορφ-Αθήνα και το κομμωτήριο της Σούλας (ποιας από όλες;) αντίστοιχα.

Γενικά μέρη που αποπνέουν τον αέρα του «διαφορετικού» όπως (λανθασμένα αλλά είναι άλλη κουβέντα αυτό) το Γκάζι ή η περιοχή στο τετράγωνο Τσιμισκή-Δωδεκανήσου-Φράγκων-Ι. Δραγούμη και που μόλις προτείνεις κάποιο μαγαζί κάπου εκεί κοντά όλοι σε κοιτάνε με άλλο μάτι. Οι λόγοι που τα γκέιτο ονομάζονται γκέιτο είναι προφανείς και αρκετοί. Οι περισσότεροι αναλύθηκαν στην πρώτη παράγραφο αλλά υπάρχουν και δυο τρεις που θα αναλυθούν στην τέταρτη. Κι ας μην κρυβόμαστε και πίσω από το δάχτυλό μας, η λεξιπλασία γαμεί κι όποιος την ακούσει γίνεται αυτομάτως ρεζίλι από τα χαχανητά, πέρσοναλ εξπίριενς.

- Που 'σαι ψηλέ, άκουσα ότι ένα κατάστημα στην οδό Εδέσσης σερβίρει και γαμώ τα ποτά. Πάμε;
- Τι λες ρε που θα χωθούμε στο γκέιτο, τρελός είσαι; Συχνάζεις εκεί;
- Όχι ρε, απλά άκουσα καλά λόγια.
- Γιατί εντάξει, εσύ με αυτά που φοράς θα χαθείς αλλά εγώ θα είμαι σαν τη μύγα μες το γάλα.
- Σου λέω τέτοιο μοχίτο δεν ξανάπιες. - Ρε μπας και την χτυπάς την μέντα;
- Όχι ρε, τον μπάρμαν τι τον έχουν, αυτός θα τα φτιάξει τα μοχίτα.
- Τρεις φορές σε είπα πούστη και δεν ένιωσες, μπας κι έχεις ανοσία;
- Ναι ρε, είχα κάνει απουστήρωση πιο παλιά.
- Έτσι εξηγείται.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μεταμεσονύχτιο μαγαζί που προσφέρει βαριά λαϊκή μουσική και ποτό αμφιβόλου ποιότητος ενώ προσφέρεται για υπερβολές και ασωτίες σε άτομα που θέλουν να καούν ή που είναι ήδη καμένα.

Τέτοια μαγαζιά είναι κυρίως συνοικιακά σκυλάδικα που οι τοίχοι τους έχουν ποτίσει από μυρωδιά τσιγάρου και οινοπνεύματος με χαρακτηριστικά λιτό ντεκόρ περασμένων δεκαετιών ενώ σε καμία περίπτωση δε διαθέτουν ζωντανή μουσική.

Δεν είναι κωλόμπαρα αλλά ούτε απέχουν και πολύ απ' αυτά ενώ διαθέτουν φανατικούς θαμώνες, αρκετούς με λερωμένο ποινικό μητρώο.

Συνώνυμα: μπιστολάδικο, μπουζουκλερί, γαβγάδικο κ.α..
Σχετικό: τελειωμενάδικο.

- Τι να απέγινε ρε 'συ ο Στέλιος ο δάσκαλος;
- Πάει αυτός, χάθηκε. Μέτα που βγήκε από τη στενή συχνάζει όλο σε κάτι καμενάδικα, σ' αυτά που σου βάζουν ουίσκι από μπουκάλι με δίχως μπίλια και ανοίγουν σαμπάνιες χωρίς αλκοόλ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μουνοπλημμύρα, ένας δρόμος με μεγάλη συγκέντρωση εξαιρετικά όμορφων και ελκυστικών γυναικών.

Μπορεί να είναι:

α) Ένας πολυσύχναστος δρόμος μια πόλης με μαζεμένα τα ρουχομουνομάγαζα. Εδώ θέλει νέο λήμμα, έχω την ισχυρή εντύπωση. Θα φιλοτιμηθώ όταν έχω καμιά ώρα να καθαρίσω! Μπαμ!

β) Ένας πεζοδρόμος ή εκάστοτε και μονόδρομος μιας πόλης με μεγάλη πυκνότητα καφετεριών και αλλών συναφών μαγαζιών που το καθένα έχει κατα πάσα πιθανότητα και τον δικό του καλησπεράκια.

γ) Μπορεί να αναφέρεται και σε μια πολύ μικρότερη κλίμακα. Αυτό στην περίπτωση που μιλάμε για τον διάδρομο ενός σούπερ μάρκετ ο οποίος εκθέτει όλα τα αποκλειστικά ή μη γυναικείας χρήσης προϊόντα. Όπως ξυραφάκια (unisex), αποσμητικά (unisex), αρώματα (unisex), ταμπόν (female), προφυλακτικά (αν έχει γκόμενο ή είναι λίγο κυνηγός) και αλλά πολλά ευρεία κατανάλωσης που μπορείτε άνετα να τα φανταστείτε.

Και δ) όλοι οι διάδρομοι του Whole Foods στην Venice στην California όπου λέει πως ψαρεύει γυναίκες ο πασίγνωστος dating coach David Wygant (ή έτσι θέλει να πιστέυουμε) και που είναι από τα καλύτερα μέρη για να εκπαιδεύει τους πελάτες του.

Αυτά.

- [Φίλε] ήμουν σε ένα μουνόδρομο χθές. Ασε λέμε γνώρισα ένα τρελό μωρό.
Το ρουφάει το μιλκ σεηκ πιστεύω.
- Αντε ρε, καλά γαμήσια.
- Ευχαριστώ ρε. Θα πέσει πολύ όντως αλλα, δεν το βλέπω να κρατάει για αρκετά. Το μερός φίλε έιχε δίπλα μια ένα μαγαζί

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Καλοκαιρινός όρος για υπερσυγκέντρωση ιδρωμένων γυναικών σε παραλίες, κλαμπ και μπαράκια. Από το κουφόβραση, καύσωνα δηλαδή με συννεφιασμένο ουρανό.

Αν φυσήσει λίγο αεράκι και δροσίσει λέγεται και μουνοθύελλα.

Αν η παραλία είναι σε κατηφοριά λέγεται και μουνοπλαγιά.

- Πω ρε μάγκα! Τι μουνόβραση γίνεται εδώ μέσα! Ίδρωσε το μάτι μου!
- Kαι τι άρωμα όμως, ε;

βράζει γενικώς! (από BuBis, 27/05/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία