Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σημείο -πολλές φορές απόμερο- που ενδείκνυται για κατούρημα. Κατουρημένο πολλές φορές, συνήθως βρωμάει κι έχει λίμνες ούρων.

- Πω, πάει να σκάσει η φούσκα μου!
- Ε κατούρα ντε...
- Πού; Εδώ δημόσια;
- Ε πήγαινε εκεί στην κολώνα. Όλοι για κατουρώνα την έχουν.

10 πράγματα που δεν πρέπει να κάνεις στον νόμιμο κατουρώνα. (από Galadriel, 21/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το γνωστό μας (Facebook). Τελευταία είναι πολύ της μόδας.

- Καλά ρε λακαμά, έχεις γαμηθεί να τραβάς φωτό την σκατόφατσά σου! Μοντέλος την είδες;
- Όχι ρε, είναι για το φουμπού να τις βάλω, δεν έχω πολλές.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός, για να πούμε ότι κάτι είναι άλλα αντ΄άλλων, παλιά τεχνολογία, ή για τα μπάζα.

-Η Αϊντχόφεν τι θα κάτσει το βράδυ;
-Πάλι στοίχημα Ολλανδία παίζεις. Αφού ξέρεις ότι πιο ουαγκαντούγκικο πρωτάθλημα δεν υπάρχει!

Χάρτης της Μπουρκίνα Φάσο - η Ουαγκαντουγκού πρώτο τραπέζι πίστα (από poniroskylo, 13/03/09)

Βλ. και αντάβαλος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τρέντι φραπεδοκαταστασιακή περιοχή της Ξάνθης. Πήρε το όνομά της αρχές ενενήνταζ όταν ντόπιος εργολάβος έχτισε μια σειρά από φοιτητικά στούντιο (βλ. γκαρσονιέρες 3 τετραγωνικά χωρίς παράθυρα και όχι τέτοια που δεν είχαν εφευρεθεί ακόμη) σε στυλ μεταμοντέρνο νησιωτικό ακριβώς απέναντι από το Πολυτεχνείο (ή ΠΡΟΚΑΤ [,τα] στη ντόπια διάλεκτο). Η Παραλία βρίσκεται στο φυσικό τέλος του *Νυφοπάζαρου*** και αποτελεί βασική τουριστοπαγίδα κατά την περίοδο του Καρναβαλιού.

*Ο γράφων πρόλαβε τη λέξη εν τω γεννάσθαι και την είδε να παγιώνεται ολοκληρωτικά μέσα στην επόμενη δεκαετία. Αρχικά νόμιζε ότι την ανακάλυψε αυτός μέχρι που έμαθε τι θα πει «συλλογικό ασυνείδητο».
**Νυφοπάζαρο Ξάνθης: Η περιοχή από *Το Ρολόι**** μέχρι *τα ΠΡΟΚΑΤ*.
*** Το Ρολόι: Το απόλυτο randevouz point της Ξάνθης. Ό,τι η *Καμάρα* για τα καρντάσια.

- Δεκαπέντε χρόνια κι ακόμα χρωστάω Μπετά ΙΙ ρε πούστη μου!
- Καλά να πάθεις! Αν είχες γραφτεί στη ΔΑΠ θα έπαιρνες πτυχίο από την Παραλία!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τόπος που είναι κυριολεκτικά και μεταφορικά μπάτε σκύλοι αλέστε. Αναφέρεται στην χαρακτηριστική παρουσία αγελών αδέσποτων σκύλων σε πολλά ελληνικά δημόσια κτήρια, συνήθως σε Πανεπιστήμια και Νοσοκομεία.

Τους σκύλους ταΐζουν ή προστατεύουν διάφοροι ζωόφιλοι (άλλη μια παραφιλία), τζιβάτοι και άλλοι εξαρχειωμένοι τύποι.

  1. Σχεδόν κάθε ελληνική δημόσια πανεπιστημιούπολη, ο κήπος πολλών δημόσιων νοσοκομείων. Τέηκ γιορ πικ.

  2. (ένα χαϊκού)

Γαβ γαβ γαβ γαβ γαβ
Στην κυνόχρηστη Εστία χειμερινό συσσίτιο τζιβάτων ορκ
Γαβ γαβ γαβ γαβ γαβ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ξενοδοχείο της γνωστής αλυσίδας Γαμοτέλ όπου πάνε ζευγάρια για σεχ. Προφάνουσλυ, επειδή στο ποδόσφαιρο το πέναλτι είναι σχεδόν σίγουρο γκολ, έτσι όταν έχεις την γκόμενα σε τέτοιο ξενοδοχείο είναι «στημένη φάση» και μπορείς εκ του ασφαλούς να σκοράρεις, να βάλεις γκολ κ.ο.κ.

an parallila exeis kai to gkomenaki sou, tha to pas gia fagaki, gia potaki kai meta se kana penaltadiko (oxi se grecotel!!!). (Από zoo.gr).

Αυτές είναι τηλεοπτικές σειρές! (από Khan, 23/04/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

  1. Ως εμφάνιση: Ο πολύ χοντρός άνθρωπος. Δηλαδή αυτός που έχει κρέατα όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για να πουλήσει το απόθεμα σε άλλους. Το -πωλείο εδώ μπορεί να συσχετισθεί και με το -εμπορας, λ.χ. στα κακαδέμπορας, κουραδέμπορας, όπου κάποιος εμφανίζεται να προτείνει προς πώληση αηδιαστικά μέρη του κορμιού του (και μεταφορικώς βεβαίως) ή με το αγγλικό -monger. Στο κρεοπωλείο βέβαια η έμφαση είναι περισσότερο στην περίσσεια των κρεάτων που επαρκούν και για εξαγωγή. Κυρίως λέγεται ως κινητό κρεοπωλείο.

  2. Στο μπουρδελοϊδίωμα είναι περίπου συνώνυμο του μπριζολάδικο, δηλαδή σημαίνει ευαγές ίδρυμα όπου προσφέρεται πλήρες σεχ. Βέβαια πρόκειται περισσότερο για ασθενή μεταφορά παρά για παγιωμένο τεχνικό όρο, όπως το μπριζολάδικο. Μια μεταφορά, η οποία έχει κάπως ηθικολογική χροιά και καυτηριάζει το γεγονός ότι πωλείται πλήρες σεξ, ως μή όφειλε. Λ.χ. θα χαρακτηριστεί λιγότερο ως κρεοπωλείο ένα μπουρδέλο, ενώ περισσότερο ένα στριπτιτζάδικο ή μασατζίδικο ή άλλα μέρη που δεν προσφέρουν επίσημα παρόμοιες υπηρεσίες. Η μεταφορά κρεοπωλείο θίγει εν προκειμένω α) το ότι δεν υποτίθεται ότι προσφέρεται η πλήρης αυτή υπηρεσία στο εν λόγω γαμαζί, β) ότι αυτό παρ΄ όλαφ τα γίνεται με την ενθάρρυνση της διεύθυνσης του γαμαζιού και όχι από πρωτοβουλία μιας επιμέρους κορασίδας. Εφόσον βέβαια πρόκειται για απλές μεταφορές, η χρήση ποικίλλει.

Εξάλλου, ο όρος κρεοπωλείο χρησιμοποιείται ευρύτερα ως ηθικολογική μεταφορά για να καυτηριαστεί η επίδειξη ή σεξουαλική εργαλειοποίηση ανθρώπινης σάρκας, λ.χ. και σε παραλίες, πλατείες, νυφοπάζαρα και όπου.

- Τον φίλο σου, το κινητό κρεοπωλείο τι τον έφερες; Αφού έχει τον γκομενοδιώκτη.

- Παλιά κάναμε και τον χαβαλέ μας στο γαμαζί, πίναμε το ποτάκι μας, λέγαμε καμιά μαλακιούλα. Τώρα που έχει γίνει κρεοπωλείο και μαζεύεται όλη η καυλοπιτσιρικαρία στην ουρά για να κουρτινιάσει, τι να ευχαριστηθείς;
(Παράπονο πουρέιτζερ για την εκτράχυνση των γαμαζιών).

Στο 0.20 γράφει "το κρεοπωλείο της νέας εποχής". (από Khan, 08/11/11)(από Khan, 09/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μουνότοπος (καφετέρια, μπαρ, κτλ ή γενικώς μια ευρύτερη περιοχή / γειτονιά) όπου συνηθίζεται ή αναμένεται να παρευρίσκονται γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας (μιλφ και τζιλφ).

Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το «γήρας» με την κατάληξη «-άδικο»που υποδηλώνει χώρο (όπως στριπτιτζάδικο, σκυλάδικο, τρελάδικο), σχηματίζοντας ταυτόχρονα λογοπαίγνιο με τη λέξη «γυράδικο».

Χρησιμοποιείται ιδανικά μαζί με τον όρο μιλφέιγ ώστε να παραπλανήσει ακουστικά τους αμύητους (βλέπε παράδειγμα).

- Πάμε να φύγουμε από εδώ, βαρέθηκα τα παστάκια.
- Καλά ρε, και πού θες να πάμε;
- Πάμε για μιλφέιγ σε εκείνο το γηράδικο κοντά στο σπίτι μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το χρησιμοποιούμε σε εκφράσεις υπερβολής, όπως επίσης και σε σχόλια που θέλουμε να υπερτονίσουμε την «ανυπαρξία» και την τραγικότητα ενός άνθρωπου από άποψη ένδυσης, εξωτερικής εμφάνισης, αλλά και αντίδρασης σε κάποια κατάσταση!

  1. Ρε μλκ, τον είδες αυτόν με τη ροζ παντόφλα, δεν υπάρχει ούτε στο google το παλικάρι!

  2. Είδες την γκόμενα που πέρασε τί βυζάρες είχε; Δεν υπάρχουν ούτε στο google!!!!

Δεν γουγλίζομαι άρα είμαι ανύπαρκτος (με την καλή έννοια) (από Khan, 18/12/12)Κάποια βυζιά, ωστόσο, υπάρχουν στο Google, βλ. παράδ. 2. (από Khan, 18/12/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του «ουρητήριο».

  1. Προσδιορισμός του WC ή του δωματίου ενός χώρου που χρησιμεύει ως WC. Το κατουρητήριο δεν χρησιμοποιείται αποκλειστικά ως ουρητήριο, εκτός αν διαθέτει μόνο κατρουλιέρα και όχι χέστρα.

  2. ΚΤΕΛ: Τα μαγαζιά στα οποία κάνουν στάση οι οδηγοί των ΚΤΕΛ, όπου εκτός από το σχετικό ξαλάφρωμα των επιβατών, γίνεται και ο ανάλογος τζίρος στο κατουρητήριο, αφού οι επιβάτες αγοράζουν διάφορα άχρηστα πράγματα (που δε θα αγόραζαν ποτέ) και καταναλώνουν αμφιβόλου ποιότητας βρώσιμα είδη.

  1. Στο καφέ: - Παιδιά το κατουρητήριο, πού είναι;

  2. Στο λεωφορείο του ΚΤΕΛ: - Θανάση, ευτυχώς που πήραμε από το κατουρητήριο φαγητό σε πακέτο, γιατί δεν τον βλέπω να κάνει άλλη στάση.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία