Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Update του δώσε πόνο!, όπου ο μερακλής συμμετέχων σε συναυλία παρακαλεί τον τραγουδιάρη να του προσφέρει όχι τον κλασικό ερωτικό νταλκά για ανολοκλήρωτους έρωτες, απιστίες, κενωνία άτιμη και ταλιμπάν, αλλά έναν πλανητικό ούμπερ-νταλκά για όλους τους κατατρεγμένους του κόσμου, παιδάκια που πεθαίνουν από AIDS στην Αφρική, πολιτικούς κρατουμένους στην Βιρμανία, παλαιστίνιους έγκλειστους, το Νέλσον Μαντέλα και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις, και δεν μπορεί να νταλκαδιάσει αν δεν ακούσει όλαφ τα. Προφ από τον καλό Σαμαρείτη Bono των U2, που πέρασε πρόσφατα από την χώρα μας.

Πάσα: Πάτσης.

- Και του λέγαμε δώσε Μπόνο!, αλλά ο καζαντζίδης επαναλάμβανε μόνο την κασέτα με την σκάρτη αχάριστη γκόμενα! Μα καλά πού ζει; Χάθηκε να βάλει και καμιά γενοκτονία των Ταμίλων να νταλκαδιάσουμε λιγουλάκι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

«Εγώ είμαι εργατόπαιδο κι εσύ της Νομικής»: στίχος από παλιό λαλά. Σε αυτό και καλούα ο τζες είναι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου ένας ταπεινός και καταφρονεμένος, που τόλμησε και σήκωσε το βλέμμα του στην διανοούμενη δικηγόρα-του-μπι, που το μόνο που την νοιάζει είναι τα μαθήματά της. Έχει ελπίδες μαζί της ο Βαγγέλης από την Ελευσίνα (λέμε τώρα) με τα χέρια λερωμένα από τα φτωχά πλην τίμια γράσα; Ούτε καν.

Σε μια κουβέντα ή κατάσταση όπου ο ένας στριμώχνεται, η επίκληση της ασυμβατότητας των συνομιλητών (υπαρκτή ή φανταστική) έχει ως στόχο να περάσει στο ντούκου το ότι ουσιαστικά βγήκε μαλάκας. Αυτό βέβαια επιτυγχάνεται με την απαξίωση του θέματος, αλλά και του άλλου που, μέχρι εκείνη την ώρα, έχει το πάνω χέρι στη συζήτηση ή γενικώς.

Η υφέρπουσα κλάψα σε φάση «τι να κάνουμε κύριε, ασφαλώς και έχεις δίκιο πράγμα που ήταν αναμενόμενο γιατί εσύ είσαι ανώτερος μορφωτικά ενώ εγώ δεν ξέρω από επιστήμες συνεπώς η τάξη των πραγμάτων διατηρείται», είναι απλά για ξεκάρφωμα. Στην πραγματικότητα υπερισχύει η έννοια του «δεν μας νοιάζει που έχεις δίκιο, δεν είσαι ένας από μας, είσαι από τους άλλους, τους μορφωμένους, να πα να κάνεις παρέα με το σινάφι σου, εδώ δε σε θέλουμε, χχχκ φτου, και που πιάσαμε κουβέντα μαζί σου χατήρι σου κάναμε, που θα μας βγάλεις και ψεύτες».

Λέγεται και σε μη δικηγόρους. Προφ :P

Ο Κανέλος που (δεν) αγάπησε τη Λουλού, συνέντευξη στο indymedia: Σιγά μην ερωτευόμουν εγώ -ο αλανιάρης- τη λουλού! Γιατί εγώ είμ' εργατόπαιδο κι εσύ της Νομικής, ρε Λουλού... Το ξέρω πως δεν φταις εσύ που γεννήθηκες έτσι. Ούτε και η Τσέσικα Ράμπιτ έφταιγε που ήταν μοιραία. Έτσι την σχεδίασαν. Αλλά είμαστε διαφορετικοί, ρε συ Λουλού, και ως εκ τούτου ασύμβατοι. Πώς λέει το άζμα: Εγώ είμ' ένα Μάκιντος, κι εσύ ένα PC, γι' αυτό είμαστ' ασύμβατοι, μωρό μου εγώ κι εσύ!

Ποια είναι η Μάρα βρε παιδιά μου:
Αυτοί είναι «εργατόπαιδα» και αυτή της Νομικής... Έτσι δεν είπε χθες η κυρία Μάρα;; Επειδή είναι της Νομικής (μαύρα μεσάνυχτα έχει) «Το ΠΑΣΟΚ πρέπει ν' αποδείξει ότι στη Βουλή έγινε νοθεία»!!...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυστριακοποντιακός όρος που περιγράφει τον ρυθμικό ασυγχρονισμό μεταξύ των μελών ενός μουσικού συνόλου.

Άμαζι, φάλτσο και κακόηχο... Ντα κάπο κύριοι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αργκό των μουσικών, για το (μουσικό) όργανό τους, είτε ως ειρωνικό σχόλιο (λόγω μακρόχρονης αχρησίας), όρος που χρησιμοποιείται ευρέως για πολλά αδρανή πράγματα- προσώπατα, είτε επαινετικά (π.χ. το εργαλείο) που προέρχεται απο το ξύλινο σκάφος τους (π.χ. μπουζούκι, κιθάρα, πιάνο κλπ), αλλά έχει επεκταθεί και σε άλλα διαφόρων υλικών κατασκευής (π.χ. τουμπερλέκι, σαξόφωνο κλπ).

  1. Αχρησία:

Εμφανίσθηκε κάποτε σε πίνακα αγγελιών, γνωστού κυψελιώτικου στούντιο μουσικής, αυτογνωσιακή αγγελία πώλησης κιθάρας λόγω ελλείψεως ταλέντου (!)

Ο Κώδικας του Χαμουραμπί, μεταξύ άλλων έγραφε ότι σε περίπτωση που ο ενήλικος υιός, που έχει συμπληρώσει το 20 έτος της ηλικίας του και επί 5 έτη από της συμπληρώσεως δεν εργάζεται, λογίζεται έπιπλο και δύναται να πωληθεί ως τέτοιο...

Οι λόγοι αχρησίας μουσικών οργάνων ποικίλουν: Π.χ. μπορεί να οφείλεται σε ανεπιθύμητο δώρο προς ανήλικο, στον οποίον έχουν επιβάλει στανικά τον όρο της εκμάθησής του οι γονείς του (διότι τα παιδιά των καλών οικογενειών παίζουν πιάνο κλπ-κλπ), διότι ο ανήλικος θέλησε ο μαύρος να μάθει, πλην υπέστη επανειλημμένως την τραυματική γονική παραγγελιά- χαρτούρα ενώπιον τρίτων «Κωστάκη παίξε μας κάτι στο φλάουτο» κλπ-κλπ και εγκατέλειψε, διότι δεν διάβαζε παρτιτούρες, προτιμώντας να παίζει «με το αυτί» και τόνε πόνεσε, διότι η δασκάλα είχε λάβει ύφος βικτωριανής νταντάς σε συνδυασμό με Μίστερ Μυγιάκι (βλ. σε χώνω για να μάθεις) και επέπληττε δριμύως το ανήλικο κάθε φορά που «κόμπιαζε» μουσικώς, χτυπώντας το στα δάχτυλα με αποικιακή βίτσα και τα μούτζωξε, διότι το σπίτι έμπαζε υγρασία και το όργανο σκέβρωσε, διότι έμαθε μεν το όργανον, πλην όμως η καθημερινόπιτα ισοπέδωσε κάθε αισθητική του αναζήτηση μετά την ενηλικίωση, διότι η γιαγιά που έπαιζε μαντολίνο απεβίωσε-ζήτω η γιαγιά (!)

Ειδικά οι παλιότερες γενιές (π.χ. μέχρι το 1920-1930), σκάμπαζαν ανεξαιρέτως από οιοδήποτε είδος μουσική (π.χ. δημοτικά με φλογέρα) κι είχαν πάντα μέσα σε κάθε σπίτι (φτωχό ή πλούσιο) τουλάχιστον ένα μουσικό όργανο, αφού δεν υπήρχε ραδιόφωνο (ή αποτελούσε πολυτέλεια) και τηλεόραση κι έτσι η αναγκαία μουσική υπόκρουση για την διασκέδαση κατά μόνας ή στις βεγγέρες, εξαρτώνταν από τον ίδιο τον αμφιτρύωνα ή κανα φίλο-συγγενή που ήξερε να παίζει. Αραιά και που, στα μεγάλα καζάντια ή σε εξαιρετικά γεγονότα (π.χ. γάμος κλπ), καλούσαν τα όργανα (επαγγελματίες), προκειμένου να παίζουν καλύτερα αλλά και για να μην ταλαιπωρούνται οι γλεντοκόποι (όποιος ερασιτέχνης έχει βγάλει ολονύχτιο πρόγραμμα έστω και με κιθάρα παραλίας θα καταλάβει)...

Οι νεοέλληνες τόσο μυαλό είχαν, που όχι μόνο δεν έμαθαν να παίζουν αλλά διέπραξαν το έγκλημα να πετάξουν ή να πουλήσουν στα γιουσουρούμια τα παλιά μουσικά όργανα των προγόνων τους, θεωρώντας τα προφανώς «έπιπλα», λες και τους ζητούσανε ψωμί. Χαρακτηριστικά, στην κατά τα λοιπά απολαυστική «Θεία απ’ το Σικάγο» (1957), μαζί με την μασίφ χειροποίητη σερβάντα που αντικαταστάθηκε από ένα νοβοπάν ψωρο-μπαράκι με τροχούς για το ιουίσκι (sic), πήρε εξόδου και το πιάνο με τα κηροπήγια (!) και στη θέση του βάλανε ένα αμερικάνικο ραδιόφωνο, δίκην εκμοντερνισμού...
(Σήμερα παίρνουμε ΙΚΕΑ να βολευτούμε όπως-όπως, αφού δε χωρούν τα παλιά ποιοτικά αλλά μονοκόμματα έπιπλα στα κονσερβοκούτια που χτίσαμε γκρεμίζοντας τα νεοκλασικά).

  1. Καμάρι

Η επαινετική χροιά της έκφρασης, ανάγεται στην ψυχική εγγύτητα που νιώθει ο μουσικός με το όργανό του. Το φροντίζει, το συντηρεί και το διακοσμεί (είναι πασίγνωστα π.χ. τα προσωπικά λαϊκά ξόμπλια των οργάνων των μπουζουκτσήδων, ακόμα κι οι λατέρνες που θεωρούνταν μουσικά όργανα σημαιοστολίζονταν).

Είναι η αχώριστη συντροφιά του (βλ. «Μπουζούκι μου διπλόχορδο» Μ. Βαμβακάρης), πάντα ταξιδεύει μαζί του (αν είναι φορητό) παίξει-δεν παίξει, το ψωμί του, το μεράκι του (βλ. «Μου σπάσανε το μπαγλαμά» Π. Γαβαλάς / «Ο κυρ-Θάνος πέθανε» Γ. Μπιθικώτσης κ.α.), η περηφάνια του (βλ. «Απόψε το μπουζούκι σου» Β. Τσιτσάνης), η μουνοπαγίδα του (βλ. αναγκαστική εκτέλεση «έντεχνου» προς άγραν γκομενίτσας κουλτουριάρας-αν και σπανίως γαμεί ο κατάκοπος οργανοπαίχτης αλλά μάλλον φτιάχνει την κατάσταση και δράττονται της ευκαιρίας οι λοιποί άρρενες-λύκοι να κάνουν παιχνίδι), η ερωμένη του (έλεγε ο B.B. King «μάθαινα κιθάρα να παίζω στα κορίτσια-όταν οι άλλοι χτυπούσαν γκόμενες εγώ έκανα πρακτική-κάποια στιγμή που έφτασα να παίζω καλά και να γουστάρω, είπα δεν ασχολούμαι με γκόμενες, έχω την κιθάρα μου»), εν τέλει η προέκταση του εαυτού του.

Για το λόγο αυτό, είναι τραγικό για έναν μουσικό (κουτσουρεύεται η προσωπικότητά του) να του αφαιρείται το όργανο στη φυλακή και να σαπίζει στην αποθήκη, αφού πειθαρχικά (αυτό τους μάρανε) δεν επιτρέπονται οι οργανοπαιξίες, που στο κάτω-κάτω αποβαίνουν ανακουφιστικές για τους κρατουμένους κι αποσοβούν την ένταση (εκνευρισμοί-μαχαιρώματα κλπ) της κλεισούρας.
Βέβαια, τα μαγκάκια προκειμένου να βγάλουνε το κασαβέτι τους, πάντα βρίσκανε έναν τρόπο να βάλουν ζούλα στη στενή ένα μικρό όργανο (π.χ. μπαγλαμαδάκι) ή αλλιώς το φτιάχνανε υποτυπωδώς μόνοι τους με ένα κούτσουρο που το σκάλιζαν εσωτερικά ή το έκαιγαν υπομονετικά με κάρβουνο.

Σημειωτέον, ό,τι έπιπλο (ή κουτί ή εργαλείο κλπ) καλείται και το τάβλι, ποτέ όμως ένεκα αχρησίας, αλλά πάλι λόγω του ξύλινου σκάφους του, το οποίον μπορεί να αποβεί φονικόν όπλον εις χείρας ασυνειδήτου παίκτου, είτε μεταφορικώς (ο νικητής φονεύει την αυτοπεποίθησιν και τον ναρκισσιμόν του ηττηθέντος) είτε κυριολεκτικώς (ο ηττηθείς του το σβουρίζει στο κεφάλι)...

- Ποιον παίρνεις;
- Τον Στέλιο, έχω να τον δω πολύ καιρό κι είπα να μαζευτούμε σπίτι το βράδυ όλοι μαζί. Είσαι;
- Αμέ! Ρε συ, δεν παίρνεις και το Μήτσο να φέρει το έπιπλο, να μας παίξει κανα ταξιμάκι να γουστάρουμε;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προέρχεται από τους στίχους ενός παμπάλαιου τραγουδιού που έρχεται από τα βάθη του χρόνου και της ιστορίας, μπορεί να είναι και του Αττίκ ή ακόμα πιο παλιό, χεχε. Εκφέρεται τραγουδιστά σε κοροϊδευτικό τόνο, βεβαίως βεβαίως.

Συνώνυμο: παπούας. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον επονομαζόμενο παπούα, ή αλλιώς και γέρο του μωριά.

- Κοίτα ρε τι φοράει ρε αυτός ο παπούας, το παντελόνι έχει αρχίσει να τον στενεύει στις μασχάλες.
- Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας, είναι ένα από τα γνωστότερα και αρτιότερα ελληνικά μουσικά κομμάτια, γραμμένο σε μουσική Μάνου Λοΐζου. Γράφτηκε αρχικά ως μουσική υπόκρουση σε κινηματογραφική ταινία.

Όταν όμως αποφάσισαν να ασχοληθούν μ'αυτό ο Γιώργος Νταλάρας, η Βέρα Λάμπρου και συναφείς καλλιτέχνες, έγινε all time classic, και παραπέμπει σε τραγούδια με στίχο-δύστυχο!

Γραμμένο βασικά για μπουζούκι, αλλά χωρίς αμφιβολία υπάρχουν ανώμαλοι που θα δοκίμαζαν να το παίξουν ακόμα και σε χαβάγια.

Ακολουθεί παρτιτούρα, απλοποιημένη για να την διαβάζουν εύκολα και οι προαναφερθέντες καλλιτέχνες.

τριν, τιτι τιτι τιτι τιν, τιτι τιιν,
τριν, τιτι τιτι τιτι τιν, τριν, τοιν

τριν, τιτι τιτι τιτι τιν, τιτι τιιν,
τριν, τιτι τιτι τιτι τιν, τριν, τοιν

τι-τριν, τιτι τιτι τιτι τριν, τιτι τιτι τιτι τριν,
τιτι τιτι τιτι τριν, τιτιτι τιν, τιτιτι τιν

τριν, τιτι τιτι τιτιτι τρριν, τιτι τιτι τιτιτι τρριν,
τιτι τιτι τιτι τρριν τιτιτι τριν, τιτιτι τριν

τραν, ταρα ραν, ταρα ραν, ταν ταραραν,
τραν τραν, τα τα, ταν ταραρα τατα τατα τα ταν!

τραν, τα ταραραν, τα ταραραν, τα ταραραν,
τραν τραν, τα τατα τατα τατα τατα τατα τατα ταταν

τιτιτι τιριριριριρι-ριριριριριριρι τιριριριριρι τιριριριριριρι-τιν τιριρι τιν τιτιτι τιν τιτιτι τιν
τιτιτι τιριριριριρι-ριριριριριριρι τιριριριριρι τιριριριριριρι-τιν τιριρι τιν τιτιτι τιν τιτιτι τιν

Επανάληψη

Επανάληψη

τριν, τιτι τιτι τιτι τιν, τιτι τιιν,
τριν, τιτι τιτι τιτι τιν, τριν, τοιν

τριν, τιτι τιτι τιτι τιν, τιτι τιιν,
τριν, τιτι τιτι τιτι τιν, τριιιιν, τοοιιιιιιν.

Άκουσες το νέο τραγούδι της τραγωδιάστριας Κοκκίνου;;; Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας μιλάμε...

Πηγή (τροποποιημένο): Φρικηπαίδεια

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η φράση, γνώριμή μας κι απ' το γνωστό τραγούδι που πρωτοερμήνευσε ο Στράτος Διονυσίου, θα μπορούσε να αναφέρεται από κάποιον που βιώνει μια μόνιμη ψυχοσωματική φθοροποιό κατάσταση, ή από κάποιον που συγκυριακά χτυπιέται από διάφορα προβλήματα.

Έτσι, όταν αυτός βρεθεί αντάμα με ένα φίλο, θα μπορούσε χαμογελώντας πικρά να κοιτάξει στον ουρανό, τεντώνοντας τα χέρια πίσω, λες και απευθύνεται στις ουράνιες δυνάμεις (θεωρώντας πως τα προβλήματα που βιώνει είναι τεράστια και που δεν μπορούν να επιλυθούν, πάρα μόνο μέσω θείας επεμβάσεως).

Εκφέρει την ατάκα, επιζητώντας απεγνωσμένα να γίνει στο πατ κιούτ, το επιζητούμενο cut - paste (κοπή - επικόλληση), από τη μπαχαλοκατάσταση που βιώνει, σε μια φυσιολογική κατάσταση (είναι δε τόσο διαφορετικές οι σημερινές συνθήκες απ' τις ζητούμενες, ώστε στα μάτια του οι δεύτερες να φαντάζουν μακρινές και ως συνθήκες ζωής που απαντώνται σε άλλον πλανήτη).

Πολλές φορές, η ατάκα ακούγεται από κάποιον φαντάρο που υποφέρει τα πάνδεινα, ευρισκόμενος στην άκρη του Θεού, σε τόπο που στα μάτια του φαντάζει αφιλόξενος. Αισθάνεται πως βρίσκεται σε άλλο πλανήτη και δεν κάνει τίποτα άλλο από το να επιζητά μανιασμένα τη μετάθεση. Αισθανόμενος πως μέσω των όποιων κονέ του δεν γίνεται τίποτα, στέλνει, request στον ουρανό... Και καλά!

Όταν στον θάλαμο, ή σε κάποια ταβέρνα της περιοχής τού στρατοπέδου, τύχει να παιανίσει το αναφερόμενο άσμα, τότε αυτός θα μπορούσε να τραγουδήσει μαζί με τον Στράτο, εκφέροντας έτσι τη συγκεκριμένη ατάκα. Τότε ξεζιπάρεται όλη η συσσωρευμένη αγανάκτηση που 'χει μαζευτεί στην ψυχή του απ' το ζόρι που τραβάει. Ετς, εκτονώνεται προσωρινά για να φορτώσει την επόμενη, ενώ η ελπίδα προσμονής της μαγικής στιγμής της μετάθεσης, είναι ολοζώντανη μέσα του.

  1. - Που λες, αισθάνομαι βραχωμένος στον γάμο μου. Άστα... Ζητώ ακρόαση Θεού και αλλαγή πλανήτη.

  2. - Άστα, μου 'χουν έρθει τα πάνω κάτω τον τελευταίο καιρό. Με έχουν πλακώσει οι... αρρώστιες και στο καπάκι, έχασα και τη δουλειά μου. Τι να πω; Ζητώ ακρόαση Θεού και αλλαγή πλανήτη. Πολλά ζητάω;

  3. Φαντάρος εκ Κρήτης αναλογιζόμενος τι τραβάει, σε ένα αφιλόξενο τάγμα, λέει την εξής μαντινάδα, κοιτώντας μια προς στον ουρανό και μια προς στον τόπο του:

Ζητώ ακρόαση Θεού και αλλαγή πλανήτη
και μια καλή μετάθεση να κατεβώ στην Κρήτη. Δες

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απαξιωτική απάντηση σε λούγκρο-απειλές κάποιου, κατά το θα μου κλάσεις τα αρχίδια.

Προέρχεται από το εμετικά κατσιμηχέσω τραγούδι «Για να σε εκδικηθώ». Πολλοί πατριώτες απορούν πώς ο αδιαμφισβητήτου ανδρισμού Δημήτρης Μητροπάνος παρασύρθηκε να ερμηνεύσει ένα τόσο νιανιά τραγούδι που μάλλον πους τις θα διενοήθη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι «τις βάφει τις κουρτίνες» είναι και συνώνυμο του το σφίγγει το μπουλόνι.

- Άτιμη Λίλιαν, έδωσα τα πάντα για σένανε και μόλις γύρισα την πλάτη μου με πούλησες για τον Ανδρέα! Θα σου... θα σου... ΘΑ ΣΟΥ...
- Θα μου σκίσεις τα πόστερ, θα μου βάψεις τις κουρτίνες παλιο-λουγκρητία!

Η πηγή του κακού:
Για να σε εκδικηθώ
πετάω ενθύμια και δώρα
κι εσύ όπως και εγώ
θρύψαλα και σκουπίδια τώρα
τις ζωγραφιές σου σκίζω
τα πόστερ που αγαπούσες
και βάφω τις κουρτίνες
στο χρώμα που μισούσες!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Θα σε φτιάξω εγώ (αλλά με οικείο ή και φιλικό τόνο), θα σε σενιάρω, θα σε τακτοποιήσω, θα σε βυσματώσω/βολέψω.

    Απευθύνεται από φίλο/συγγενή προς φίλο/συγγενή όταν θέλει να βοηθήσει τον δεύτερο να ξεμπερδέψει από κάτι κτλ. Από βύσμα προς βυσματία όταν θέλει να εφησυχάσει τον δεύτερο για το σίγουρο αποτέλεσμα της πρόσληψής του σε μια Ιδιωτική ή Δημόσια επιχείρηση/οργανισμό, την καλή μετάθεση του υιού στο ΓΕΣ κτλ. Ακόμα κι από έναν συνοικιακό έμπορα(μανάβη, κρεοπώλη, ιχθυοπώλη κτλ.) προς έναν συχνό του πελάτη όταν θέλει να πείσει σε φιλικό τόνο τον δεύτερο για την υψηλή ποιότητα του προϊόντος που θα του δώσει.

  2. Θα σε φτιάξω εγώ (αλλά με απειλητικό ή και εχθρικό τόνο), θα σε κανονίσω, θα σε τακτοποιήσω με μαφιόζικο/μάγκικο τρόπο.

  3. Θα σε κάνω Μάγκα ή Γιώργο Μάγκα! Μεταφορική, απειλητική και με σεξουαλικό υπονοούμενο έκφραση συνήθως προς μια γυναίκα. Μιας και υπονοεί ότι θα την κάνει εκείνος που το λέει, εξπέρ στο «κλαρίνο»(στοματικό σεξ, κοινώς στην πίπα) ταυτίζοντας την μαεστρία που θα αποκτήσει στην πίπα η εν λόγω γυνή με εκείνη του πασίγνωστου δεξιοτέχνη Τσιγγάνου κλαρινοπαίχτη από την Λιβαδειά Γιώργου Μάγκα.

  1. - Θα της μιλήσεις ρε φίλε να τα ξαναβρούμε; Σε παρακαλώ κι από εμένα ότι θες!
    - Μην ανησυχείς καθόλου, θα σας τα ξαναφτιάξω εγώ. Τί φίλοι είμαστε;

  2. - Σε έδωσε στο αφεντικό ρε έμαθα ο Άκης γι'αυτά που συζητούσαμε προχθές στο γραφείο.
    - Άσ'τον, θα'ρθει η ώρα του σύντομα. Θα τον κάνω μάγκα εγώ τον τύπο!

  3. Τί τσιμπουκόχειλα έχει αυτό το μωρό απέναντι, κοίτα, κοίτα ρε φίλε... Πω πω, την κάνεις ή δεν την κάνεις Μάγκα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρεται σε όλους αυτούς που ενώ ακούν διάφορα είδη μουσικής... θα πάνε στο techno party βρε αδερφέ! Θα προδώσουν δηλαδή το είδος μουσικής που ακούν το οποίο δεν συνδέεται καν με την techno.

Χθες πετάγαμε γαρύφαλλα στον Κιάμο και τώρα με πουλάς για αυτό το πάρτυ στη Στενή Ευβοίας. Και συ techno Βρούτε;

έντεκα χορεύεις μες στην ντίσκο, δύο στα μπουζούκια λες τη βρίσκω (από volk, 12/12/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία