Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Από τις ατάκες που καθιέρωσε ο αθλητικογράφος Γιώργος Γεωργίου.

Χρησιμοποιείται ως απάντηση σε ατάκα προλαλήσαντος συνομιλητή. Μερικές περιπτώσεις που την χρησιμοποιούμε:

- Όταν ο συνομιλητής ξεστομίζει παπαριά καμαρωτή, δηλαδή μια άνευ νοήματος φράση, η οποία όμως ακούγεται ως ψαγμενιά, οπότε τον καυτηριάζουμε ως δοκησίσοφο. Με αυτήν την σημασία την χρησιμοποιεί και ο Γεωργίου.

- Όταν ο συνομιλητής λέει κάτι που θεωρούμε ότι είναι βασικά λάθος, όμως στην πορεία της έκθεσης της σκέψης του κάνει ένα πόιντ. Δηλαδή σε περιπτώσεις που θέλουμε να πούμε «διαφωνώ, αλλά μου αρέσει ο τρόπος που σκέφτεσαι» (που λέει και το ανέκδοτο). Ή πιο απλά που αναγνωρίζουμε στον συνομιλητή ότι έχει πει κάτι witty στην προσπάθειά του για να αποδείξει μια μαλακία. Έχω την εντύπωση ότι και με αυτήν την σημασία το χρησιμοποιεί ο Γεωργίου.

Γενικότερα, η έμφαση είναι άλλοτε στο μαλακία (συνηθέστερα), και άλλοτε στο σοφή (πιο σπάνια). Στην πρώτη περίπτωση ασκούμε κριτική στο ότι κάποιος λέει μια μαλακία με περιτύλιγμα σοφίας. Στην δεύτερη αναγνωρίζουμε ότι ό,τι και να πει κανείς για ένα θέμα, ή έστω η πλειοψηφία αυτών που λέγονται, είναι μαλακίες, αλλά as far as μαλακίες go , η συγκεκριμένη έχει ψήγματα σοφίας.

Ως προς την τελευταία αυτή σημασία, μπορούμε να κάνουμε μια προέκταση. Στον προγραμματικό πλουραλισμό του μηντιακού πολιτισμού μας, συχνά πανηγυρίζουμε εκ των προτέρων ότι τίποτα από όσα θα ειπωθούν δεν θα είναι η αλήθεια, αλλά θέλουμε να τα πούμε για να νιώσουμε ότι έχουμε δημοκρατία των πολλών απόψεων. Οπότε αποφασίζουμε α πριόρι ότι θα πούμε μαλακίες, ή και ότι όλα θα είναι μαλακίες, ως άσχετα με την αλήθεια, αλλά επιβραβεύουμε αν ορισμένες από αυτές τις μαλακίες έχουν ένα πόιντ. Όλοι έχουν από μια κωλοτρυπίδα, αλλά κάποιων είναι καλύτερη.

Συναφώς, σε ερμηνευτικές «επιστήμες», όπως λ.χ. η ψυχανάλυση ή και η ιστοριογραφία (με την πιο αφηρημένη έννοια του όρου), όπου δεν ισχύει αυστηρά η αρχή της διαψευσιμότητας, ο κάθε επίδοξος ερμηνευτής μπορεί να καταθέσει την δική του πρόταση, και εντέλει δεν έχει πάντα σημασία ποιος είναι πιο κοντά στην ούτως ή άλλως δυσθήρατη αλήθεια, αλλά ποιανού η μαλακία δείχνει πιο σοφή, ήτοι ποιανού το ερμηνευτικό σχήμα φαίνεται πιο ψαγμένο και μας ικανοποιεί περισσότερο.

Για να το γειώσουμε κάπως, η φράση μπορεί να ειπωθεί και σε μια παρέα, που συζητούν με γιαλομική διάθεση λ.χ. τις αντιδράσεις γυναικών ή αντρών σε ερωτικά παιχνίδια. Ο καθένας θα πει και μια μαλακία, καθώς σε αυτά τα θέματα είναι αδύνατο να κατέχεις την αλήθεια, λ.χ. να καταλάβεις τι έχουν στο μυαλό τους οι γυναίκες, αλλά ορισμένων οι μαλακίες θα είναι πιο εμπειρικά φορτισμένες, πραγματιστικά επιτυχείς, αισθηματικά συντονίσιμες, εν ολίγοις πιο σοφές.

Τέλος, να επισημάνουμε ότι η έκφραση είναι πρόσφορη ως διαδικτυακό σχόλιο, λ.χ. στο Facebook ή σε blogs, ή σε φόρα, κυρίως αθλητικά, για να καυτηριάσει καμαρωτές παπαριές πολιτικών, δημοσιογράφων ή απλά αντίπαλων συνομιλητών (λ.χ. από άλλες αθλητικές ομάδες).

  1. - αν έπρεπε για την υπόλοιπη σας ζωή να ακούσετε έναν μόνο ράπερ... Ελληνα και Ξένο ..ποιός θα ήταν αυτός;
    - εγω φιλε δεν θα επιλεξω 1 ξενω και 1 ελληνα (επειδη πολλη απλα δεν ακουω ξενη ραπ) λοιπον μανιακο και σχιζοφονικο
    - σοφη η μαλακια σου. μανιακος(απο bong da city). σχιζοφονικος(απο ορθολογιστες)
    - ela mwree xalarwse..apla dn akouw katholou bong da city k orthologistes..
    - ηρεμος ειμαι φιλε
    - φίλη θες να πεις..κοπέλα είμαι.. κ όντως πέταξα σοφή μαλακία πριν χαχα. (Εδώ)

  2. - Άραγε άμα έρθει χειμώνας, όλοι αυτοί που κυκλοφορούν με μαγιό στο φέισμπουκ, θα φορέσουνε πουλόβερ;
    - Σοφή η μαλακία σου!... (Εδώ).

  3. - Εγώ, πάντως, παιδιά, νομίζω ότι οι γκόμενες θέλουν ένα μείγμα από τρυφερή αγάπη και από περιφρόνηση, ταυτόχρονα να χορηγείς, αλλά και να τις ματαιώνεις...
    - Σοφή η μαλακία σου!

  4. - Είναι ντροπαλούλης, συνεσταλμένος και ευαισθητούλης, επειδή είναι καρκινάκι. Αλλά είναι και δυναμικός, μπροστάρης και εξωστρεφής, επειδή έχει Ωροσκόπο Λέοντα.
    - Σοφή η μαλακία σου!

  5. - Κοίτα, είναι απλό. Οι Αμερικάνοι θέλαν να είναι υψηλά το Ευρώ για να κάνουν εξαγωγές, μετά όμως ήθελαν να πέσει για να μην καταποντιστεί το δολάριο, οπότε προκάλεσαν την ελληνική κρίση, τώρα όμως δεν θέλουν να διαλυθεί το Ευρώ και για αυτό τελικά θα μας σώσουν.
    - Σοφή η μαλακία σου!

το Κορδελιό το μήνυμα (από Khan, 27/09/11)(από Khan, 11/12/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται ως μια όχι και τόσο πολύ ευγενική απάντηση στους πλανόδιους, συνήθως οικονομικούς μετανάστες, οι οποίοι, εκεί που πίνεις τη δούμπα σου στην καφετέρια, έρχονται και σου προσφέρουν τη νέα τσόντα της Τζούλιας, το καινούριο cd του Χατζηβλάκα, καινούρια games κλπ.

- Πάρε πάρε φίλος ... - Έχουμε Ίντερνετ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση η οποία λέγεται σε περιπτώσεις όπου ο συνομιλητής σου δε σου δίνει καμία σημασία -όχι απαραίτητα εκ πεποιθήσεως, αλλά επειδή απλά μπορεί να έχει αφαιρεθεί- με σκοπό να τον αφυπνίσεις άλλα και να τον ταράξεις, ευελπιστώντας ότι θα κερδίσεις την προσοχή του.

Πιο αναλυτικά, όταν κάποιες φορές προσπαθείς να αναπτύξεις ένα θέμα και έρχεσαι αντιμέτωπος με την αδιαφορία, συμβαίνει ή ο συνομιλητής σου να είναι στον κόσμο του και να μη σε παρακολουθεί γιατί σκέφτεται τα δικά του (π.χ. παρ.1), ή να σε διακόπτει λέγοντάς σε σένα ή σε όποιον κάτι άσχετο (π.χ. παρ.3), ή να είναι παγερά αδιάφορα αυτά που ακούει με αποτέλεσμα να ρίξει μια ωραιότατη γείωση (π.χ. παρ.2).

Για να κερδίσεις την προσοχή του, η πιο συνηθισμένη, αλλά όχι και η καλύτερη κίνηση, είναι να τον ρωτήσεις αν σε προσέχει, λαμβάνοντας κατά 99% μια θετική απάντηση, ασχέτως αν είναι ολοφάνερο ότι τίποτα δεν έχει ακούσει, με αποτέλεσμα να μην έχεις καταφέρει απολύτως τίποτα. Αν αυτό γίνει τόσες φορές ώστε τελικά να σε προσέξει, πιθανότατα θα έχεις εκνευριστεί και δε θα θες να συνεχίσεις, όσο και αν ο άλλος επιμένει. Αν τελικά ενδώσεις και συνεχίσεις, ή θα σε διακόψει, ή θα συνεχίσει να μη σε προσέχει.

Μια καλή κίνηση λοιπόν είναι να κάνεις την ερώτηση αυτή, έχοντας σαν αποτέλεσμα δύο πιθανότητες -ή να σε πιστέψει ή να μην- οι οποίες είναι αντιστρόφως ανάλογες με το πόσο καλά σε γνωρίζει.

Αν πιστέψει ότι πραγματικά άκουσες κάτι τέτοιο (δηλ. ότι τον άκουσες να λέει «στ' αρχίδια μου», που είναι και το ιδανικότερο) τότε τον έχεις ψαρώσει-και παίρνεις κατά κάποιο τρόπο το αίμα σου πίσω για το γράψιμο που έφαγες- ενώ, προσπαθώντας να λύσει την και καλά μεταξύ σας παρεξήγα, έχει στρέψει την προσοχή του πάνω σου, κάτι που σε βοηθάει να συνεχίσεις απρόσκοπτα τον λόγο σου (π.χ. παρ.1). Το να τον πείσεις όμως ότι η ερώτηση που έκανες είναι πέρα για πέρα αληθινή, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Θέλει χάρη, μπρίο, υποκριτικές έως και δικολαβικές ικανότητες.

Μια άλλη περίπτωση είναι να μην πιστέψει ότι τον άκουσες να λέει «στ' αρχίδια μου», γιατί απλά αποκλείεται να έχει πει κάτι τέτοιο. Το αποτέλεσμα θα είναι να καταλάβει ότι το πας στο χαβαλέ. Αυτό μπορεί να είναι πολύ θετικό, διότι προσδίδει, τις περισσότερες φορές, κύρος και ανωτερότητα, μιας και την πράξη της διακοπής του λόγου σου εσύ την περνάς στο έτσι, ενώ κάποιος άλλος πιθανότατα θα μανούριαζε και απ' την άλλη έχει καταλάβει ότι στ' αρχίδια σου κιόλας, οπότε σε παρακολουθεί τιμής ένεκεν (είναι κάτι σαν την ιστορία με τον σκύλο, που αν τρέξεις θα σε κυνηγήσει, ενώ αν είσαι χαλαρός και αδιάφορος ο σκύλος θα σε γράψει στ' αρχίδια του).

Τέλος, υπάρχει η (χειρότερη) περίπτωση, να καταλάβει ότι την ερώτηση σαφώς και δεν την εννοείς κάνοντας σκέψεις τ. «αφού εσύ δεν προσδίδεις σοβαρότητα στην κουβέντα σου θα κάτσω να ασχοληθώ εγώ μαζί της;», με αποτέλεσμα τελικά να μη σου δώσει το ελάχιστο δήγμα προσοχής.

Εκεί όμως που δε σε σώζει τίποτα (αν και είναι εκτός θέματος) είναι αν, καθώς μιλάς και αναπτύσσεις ένα σκεπτικό, ο συνομιλητής σου σε διακόψει λέγοντας ορθά κοφτά και με θράσος «στ' αρχίδια μου». Πιστεύω πως η κουβέντα πρέπει να τελειώσει εκεί (άσχετο αλλά βλ. π.χ. παρ.4).

Με λίγα λόγια, αυτή η μεταξύ σοβαρού και αστείου ερώτηση είναι ένας καλός τρόπος με τον οποίο έχεις πολλές πιθανότητες να επαναφέρεις την κουβέντα, να ξαναπάρεις τον λόγο και να κερδίσεις την προσοχή των συνομιλητών σου. Νομίζω είναι η απέλπιδα προσπάθεια, γιατί αν και αυτό δεν πιάσει δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να επανέλθουν ευπρεπώς σ' αυτά που λες (λέω ευπρεπώς γιατί τελικά μπορεί να σε ακούσουν αν τους πλακώσεις στα μπινελίκια και στις φάπες).

  1. - ...με προσέχεις;
    - μμμ.
    - Και έρχεται που λες και με αρχίζει στα μπινελίκια! Και τα παίρνω κι εγώ και τι του λέω ρε μάγκα;
    - μμμ.
    - Στ' αρχίδια σου είπες;!
    - Τι;! όχι ρε! είσαι καλά; Εγώ εδώ...
    - Καλά, καλά, χαλάρωσε μην πάθεις κανά εγκεφαλικό.

  2. - ...είπα κι εγώ να πάω τελικά...
    - Είπα είπες φάε πίπες!
    - Στ' αρχίδια σου είπες;

  3. - Εγώ πάντως, όσον αφορά το μεσανατολικό, πιστεύω...
    - Να ρε μαλάκα! Αυτή είναι η Νίνα που σου 'λεγα!
    - Στ' αρχίδια σου είπες;
    - Δεν είναι φοβερό μουνί;
    - Στ' αρχίδια σου είπες;
    - Ναι ρε μαλάκα! στ' αρχίδια μου είπα!!

  4. - Έχω την εντύπωση πως όχι μόνον έχει αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στη δολοφονία αμάχων, αλλά έχει εξελιχθεί και σε ενεργό μαχητή στον...
    - Στ' αρχίδια μου!
    - .

βλ. και γειώσεις

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποστομωτική ατάκα που αυτονομήθηκε από το γνωστό ανέκδοτο:

- Γιατί γλείφει τ' αρχίδια του ο σκύλος;
- Γιατί μπορεί!

Συνώνυμο του «μαγκιά του», εκφέρεταιτόσο επιτιμητικά όσο και υποτιμητικά.

Ασίστ: Ζανουάρ.

- Ρε μαλάκα γιατί πήδηξες τη Σέμη; Σου είχα πει οτι πάω να φτιάξω κατάσταση.
- Γιατί Μπορώ φίλος.

- Ρε μαλάκα γιατί να λαδώνει ο Κόκκαλης τους διαιτητές και να παίρνει αβαβά τα πρωταθλήματα; - Επειδή Μπορεί αγόρι μου γλυκό.

(αμφότερα και τα δυο του Ζανουάρ, δαμαί).

- Ο Γκλέτσος φοράει original Louis Vuitton. Γιατί μπορεί. (τζιαμαί)

- Γιατί ο Βράστα να κάνει μοντουλοκατυνιές, ενώ εγώ να ξευτιλίζομαι με το παραμικρό λαθάκι;
- Γιατί μπορεί γλυκό μου αγόρι...
(Χάνκων, πουτσιαμαί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πανηλίθια έκφραση που βαστάει από τα σχολικά μας χρόνια, παρόλ' αυτά χρησιμοποιείται ακόμα.

Θα το πούμε όταν κάποιος μας τη λέει και μεις έχουμε στερέψει από αντεπιχειρήματα (επειδή ο κάποιος μάλλον έχει δίκιο). Έτσι λοιπόν περνάμε στην επίθεση και του απαντάμε: «Είσαι και φαίνεσαι». Ενίοτε λέμε σκέτο «Είσαι». Δηλαδή, εσύ που μου πετάς την κακία (ή την καλία) είσαι μια από τα γίδια και όχι μόνο είσαι, αλλά κάνει μπαμ το πράμα, φαίνεται από μακριά.

Αυτό συνήθως είναι απάντηση σε αρνητικό χαρακτηρισμό του άλλου, αλλά μπορεί να ειπωθεί και τιραμισουρεαλιστικά, κάπως όπως γίνεται και με το τι είπες (ρε) για τη μάνα μου; που μπορούμε να το πετάξουμε στο άσχετο για να λήξει η κουβέντα (και πιθανόν να ανοίξει γαυγάς).

Το πλήρες ποιηματάκι είναι:

Είσαι και φαίνεσαι
κι απ' τη μύτη κρέμεσαι
και στο βόθρο χέζεσαι / πλένεσαι
[και στη γέφυρα σκουπίζεσαι (!)]

Και εκατομμύρια παραλλαγές, εννοείται.

Στο γούγλε απαντάται κυρίως ως τίτλος άρθρου και μάλλον λίγο διαφορετικά: όχι δηλαδή ως ανταπάντηση, αλλά κατευθείαν ως θέση. Το λέει δηλαδή ο κατηγορών και όχι ο κατηγορούμενος.

  1. - Α γαμήσου ρε αρχιδομούρη!
    - Αρχιδομούρης είσαι και φαίνεσαι ρε μουνί!
    - Είπες κάτι για τη μάνα μου;
    ...
    (ακολουθεί μπουνίδι)

  2. - Δεμπάμε να δούμε καμιά ταινία;
    - Είσαι και φαίνεσαι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει στ' αρχίδια μου όταν ο άλλος σου λέει ειλικρινά τον πόνο του. Εντελώς γειωτικό, ακριβώς επειδή μοιάζει εκ πρώτης με ενθαρρυντική κουβέντα (αν δεν είναι γειωτικό σημαίνει: μη σε νοιάζει, ξεπέρασέ το, τι ανάγκης έχεις εσύ παιχταρά μου, και τα τοιαύτα). Γιατί και πώς ζουν ανάμεσά μας τέτοιες σλανγκικές καταστάσεις βλ. γειώσεις. Η κοφτή και απόλυτη εκφορά έχει σημασία.

Ρε θα με πάνε μέσα, καταλαβαίνεις;
— Στ' αρχίδια σου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ρητορική ερώτηση η οποία γίνεται από άτομο Α προς άτομο Β όταν το άτομο Β μόλις έχει απευθυνθεί στο άτομο Α με οικείο τρόπο -συνήθως χρησιμοποιώντας σλαγκικό λεξιλόγιο- και το άτομο Α θέλει να ξεκαθαρίσει στο Β ότι δε θέλει πολλές οικειότητες και όταν οι δύο συσχετίζονται στα πλαίσια ενός από τα παρακάτω:

Άτομα Α και Β είναι συνάδελφοι και στην επαγγελματική τους σχέση υπάρχει διαφορά δυναμικού (ο Α είναι προϊστάμενος του Β ή ο Β μόλις εντάχθηκε στο εργατικό δυναμικό της εταιρίας).

Άτομα Α και Β δεν γνωρίζονται καλά και το άτομο Α δεν θεωρεί ότι ο πάγος έσπασε.

Άτομο Α είναι γηραιότερο του Β κατά 20 ή παραπάνω χρόνια.

Άτομα Α και Β έχουν κάποια άλλη επαγγελματική η μη σχέση, π.χ. ο Α είναι τροχονόμος και σταμάτησε τον Β για παραβίαση του ορίου ταχύτητας ή είναι σπιτονοικοκύρης του Β και γενικώς όταν ο Β είναι κατά κάποιον τρόπο υπόλογος του Α.

Παρά την αναφορά στις ένοπλες δυνάμεις, η έκφραση αυτή δε χρησιμοποιείται συχνά μεταξύ φαντάρων ή μονιμάδων, αλλά η χρήση της εκεί φέρει έναν ακόμη περισσότερο κωμικό χαρακτήρα, καθότι τα συσχετιζόμενα άτομα όντως υπηρετούν. Όπως έχει μια δημοφιλής άποψη, στα πλαίσια της στρατιωτικής θητείας δημιουργούνται δυνατές φιλίες και ως εκ τούτου η χρήση σλαγκικών εκφράσεων οικειότητας (π.χ. καλλιτέχνη, δικέ μου κ.α.) μεταξύ δύο πρώην συνυπηρετούντων είναι και αποδεκτή και απαντάται και συχνά.

  1. - Φίλε, να σου πω ρε, αυτές τις τιμολογήσεις που κάναμε χτες...
    - «Φίλε»; «Ρε»; Δε μου λες μήπως κάναμε στρατό μαζί και δεν σε θυμάμαι;

  2. - Με συγχωρείς, αλλά πέντε χιλιόμετρα την ώρα παραπάνω πήγαινα, θα το κάνουμε θέμα τώρα;
    - Προς τι ο ενικός, κύριε; Κάναμε στρατό μαζί; Και δεν έχει σημασία κατά πόσο παραβιάσατε το όριο ταχύτητας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στις λέσχες (clubs) δεν μπαίνεις εύκολα και το να το καταφέρεις έχει ιδιαίτερη αξία. Από κει μας έμεινε ο χαιρετισμός αυτός, όταν χαριτολογούμε -αντί να πούμε «καλώς ήρθες» σε κάποιον που μπήκε στην παρέα μας, στον κύκλο μας, στο σινάφι, στο σάιτ κλπ.

Ο όρος δεν μεταφράστηκε ποτέ και παρέμεινε στα αγγλικάνικα, προφ γιατί ακούγεται πιο επίσημος έτσι.

Παμπάλαια έκφραση, όμως δεν ξεχάστηκε καθόλου Ιδίως με την πρώτη σημασία υπάρχει σε άπειρα αποτελέσματα στο γούγλε.

Εκτός όμως από την σημασία «καλώς ήρθες (στην παρέα μας)», χρησιμοποιείται και ειρωνικά, με την έννοια «κάτι μας είπες τώρα», «μια από τα ίδια», «τό 'χουμε ξαναδεί το έργο», «κομίζεις γλαύκας εν Αθήναις», «σοβαρά;» κττ.

πάσα: Nick

  1. Πάντως welcome to the club των χρηστών πινέλλων και σπρέυ. Νομίζω ότι είμαστε μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού!!! ::
    (από το νέτι)

  2. - ... και τελικά, χωρίσαμε.
    - Ε, καλά, welcome to the club...

  3. - Ρε συ, ξέρεις κάτι; Μου αρέσουν πολύ οι γκόμενες με μεγάλα βυζιά!
    - Άντε ρε;! Welcome to the club ρε!

Δοκίμως (από Khan, 06/03/11)(από Khan, 07/03/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη που ετυμολογικά δεν συνδέεται με τον Μέλβιν Τσίτουμ, αν και η εμφάνιση του τελευταίου στο ελληνικό μπάσκετ έδωσε σαφή ωθηση στην λέξη.

Στην ορίγκιναλ εκδοχή του, όπως και το τσου ρε, συνοδεύεται από επίθεση προς την περιοχή των γεννητικών οργάνων με μία ιδιαίτερη χειρονομία: δείκτης και αντίχειρας ενωμένοι, τα υπόλοιπα δάχτυλα μαζεμένα, όπως στη χειρονομία για τα γκαφρά, αλλά χωρίς τριβή των δακτύλων.

Πρόκειται για παιδικό παιχνίδι κατά το οποίο είτε όντως προσπαθείς να βλάψεις την οικογένεια του άλλου, είτε απλά να τον κάνεις να σκιαχτεί (no fear = δε σκιάζομαι είχα δει σε τοίχο) με σαφή την πρόθεσή σου να μην τον χτυπήσεις. Ενίοτε, βέβαια, το παιχνίδι καταλήγει σε γαλλικό μυθιστόρημα του 19ου.

Όταν δεν συνοδεύεται από την χειρονομία, όπως συμβαίνει μετά το πέρας της λυκειακής περιόδου, αποτελεί έκφραση κατάφωρης ειρωνείας ως αντίδραση στα άρτι ρηθέντα και συνοδεύεται σχεδόν πάντα από το ρε. Εναλλακτικά, σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να κλίνουμε την κεφαλή απειλητικά, προσποιούμενοι κεφαλιά.

Αυτονομημένο είναι ισοδύναμο με το τσου ρε Λάκη, αλλά δεν απευθύνεται σε κανέναν Λάκη, όπως και το ίσα ρε.

Λεγόταν τα ενενήνταζ στη λευκάδα, δεν ξέρω αν παίζει ακόμα.

Παράρτημα προφοράς κατά τα κλασσικά στο κάνε.

- πάω 'α χωθώ σ' Στέησ'.
- Τσίτου ρε, έ'εις δει τ' κεφάλ' κ'βαλάς;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Όταν βλέπουμε ότι «όλοι» κάνουν κάτι το οποίο, κατά την δική μας λογική ή ένστικτο, είναι από ψιλοχοντρομαλακία έως απόλυτη καταστροφή, ή το οποίο δεν μας αφορά καθόλου και οι Άλλοι το κάνουν για άλλους λόγους... αλλά έχουμε κριτήριο μηδέν -και αυτοπεποίθηση ή θάρρος υπό το μηδέν, οπότε βασιζόμαστε στις επιταγές του συνόλου ώστε να βγάλουμε τον εαυτό μας από το δίλημμα το οποίο, αν δεν το απαντήσουμε σύμφωνα με το σύνολο, θα μας στείλει έξω από το μαντρί και μάλλον θα μας φαν οι λύκοι. Γιατί έξω από τη μάζα κάνει κρύο.

- Πού να πάω για Πρωτοχρονιά, στο Περτούλι, στην Κωνσταντινούπολη, στην Ελβετία ή στο Καϊμακτσαλάν;
- Έλα ρε μαλάκα, και συ Βρούτος, και συ με τον μπουχό;
- Μα είναι πολύ της μοδός τελευταία.
- Ζγα ρε! Χιλιάδες μύγες τρων σκατά, λες να κάνουν λάθος; Θα σιχτιρίσεις από την ταλαιπωρία και θα σου φύγουν ένα κάρο λεφτά! Πήγαινε στην Ίφκινθο καλύτερα, είναι ωραία τον χειμώνα.

(από tasurmata, 28/12/10)(από Galadriel, 29/12/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία