Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Πρόκειται για την «φαιοπράσινη» φανέλα του στρατού. Ξεκίνησε ως μαργαριτάρι, απέκτησε στην πορεία kitsch value. Προφάνουσλυ, κανείς δεν ξέρει το επίθετο φαιός που σημαίνει σκουρόχρωμος και ειδικότερα γκρίζος (οπότε φαιοπράσινος είναι ο γκριζοπράσινος), κι έτσι αντικαθίσταται από το επιτατικό πρόθημα θεο- που έχει χαρακτήρα μεγιστοποίησης, όπως στα θεομουνία, θεόμουνο, θεογκόμενα, πρβλ. και το σκέτο θεό. Γενικά στον στρατό, όλα είναι ψιλοεμφατικά.

Ετυμολογικά Trivia: Κι όμως το φαιός θα έπρεπε να σημαίνει το αντίθετο, αφού ετυμολογείται ως εξής:
< **φαισός* < **φαιFός* < **φαισFός* < **gwhei* = λαμπερός, φωτεινός, όπως και τα ομόρριζα φαιδρός, Φαίδρος, Φαίδρα και ο Φαίδων, ήρωας του Γεωργίου Ζάκκου.

- Να βγούμε έξω με τις θεοπράσινες, είπε ο δίκας.

- Γιατί η φανέλα αυτή λέγεται «φαιοπράσινη»; - Γιατί είναι τόσο πράσινη, που είναι θεοπράσινη!
(Αυτήκοος μάρτυς: Καταδρομέας Vrastaman, '92 στ ΕΣΣΟ)

Η θεοπράσινη στολή (από Khan, 28/08/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγκοπρεπέστερη εκδοχή του καμουφλάζ, ή του καμουφλαρισμένου.

Εκ του γαλατικού camouflage.

Ασίστ: ironick.

- ό,τι και να βγει πάντως, δεξιό ή κρυφοδεξιό θα είναι... δεν υπάρχει αριστερή ελλάδα, όλα καμούφλες είναι. θα επιμένω σε αυτό μέχρι να πεθάνω! (από ιδιωτική συζήτα)

- Ο μεν γνωστός μόδιστρος δεν αντελήφθη τίποτα το ασυνήθιστο, οι δε μπάτσοι υπερέβαλαν εαυτούς στην καμούφλα, σε σημείο δηλαδή…, να το κάψουν και να το τσούξουν προκειμένου να επιτύχουν την ιδανική μεταμπουζούκια σύλληψη μεγαλοοφειλέτη μόδιστρου…
(αναφορικά με την σύλληψη γνωστού μόδιστρου, εδώ)

- Εγω εχω καρτα, αλλα,οσοι μπαινετε χωρις εισητηριο να προσεχετε γιατι τωρα μπαινουνε τριαδα και καθονται σκορπια και παριστανουνε τους μαλακες (καμουφλα) Μετα σηκωνονται και αρχιζουν τον ελεγχο.Μετα καθονται παλι και μετα το ιδιο!
(εκεί)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στέκομαι κλαρίνο. Σημαίνει στέκομαι όρθιος, ευθυτενής σαν κλαρίνο όρθιο (βλ. και στέκομαι σούζα). Να μην συγχέεται με το κλαρίνο/τσιμπούκι, καθώς δεν έχει καμία σχέση ο ένας ορισμός με τον άλλο.

Ο όρος προέρχεται από το μουσικό όργανο κλαρίνο ή, πιο ορθά, κλαρινέτο, το οποίο είναι πνευστό που ανήκει στα λεγόμενα «ξύλινα» πνευστά μαζί με το όμποε (οξύαυλος, κοινώς πίπιζα), αγγλικό κόρνο (μεγάλο όμποε), φαγκότο (βαρύαυλος), κόντρα φαγκότο, φλάουτο (πλαγίαυλος), σαξόφωνο κλπ. Προφανώς ο όρος «ξύλινα» δεν αναφέρεται τόσο στο υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα τα όργανα αυτά, αλλά πιο πολύ στον τρόπο παραγωγής του ήχου: όσα πνευστά παράγουν ήχο με «μπουκίνο» (μεταλλικό «ποτηράκι» στο οποίο εφαρμόζουν τα χείλια) ονομάζονται «χάλκινα» (τρομπέτα, τρόμπα - καμία σχέση με την τρόμπα μαρίνα, η οποία είναι έγχορδο αναγεννησιακό όργανο), τρομπόνι, κόρνο, τούμπα κλπ), ενώ τα υπόλοιπα που παράγουν ήχο με καλάμι (διπλό ή μονό), είτε με άλλο τρόπο, ανήκουν στα «ξύλινα» πνευστά.

Ο επίσημος όρος για το κλαρίνο είναι ευθύαυλος, αλλά είναι παρεξηγήσιμο να πει κανείς «παίζω ευθύαυλο», αντί του ορθού «παίζω κλαρίνο» ή «παίζω το κλαρίνο».

  1. Βγήκε ο στρατηγός και στάθηκα κλαρίνο!

  2. Τους είχε σαν στρατιωτάκια. Να φανταστείς, μόλις έμπαινε στην αίθουσα, στεκόταν όλοι κλαρίνα!

κλαρινέτο (από panos1962, 30/10/09)Μπουκίνο, τσι-μπουκίνο ἢ σκέτο μποκίνο; (από aias.ath, 30/11/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τυπάς που ο αχτύπητος συνδυασμός προσόντων και ικανοτήτων που διαθέτει (ζηλευτός από κάθε συνειδητό κι ευσυνείδητο στρατόκαυλο -κι όχι μόνον) δεν εξαντλείται στο να μη φορά βρακί και να ‘ναι φιτ.

Κάτι στο βλέμμα (δε μασώ τον μπούτσο μου), κάτι στον τόνο της φωνής (εγώ μια φορά μιλάω), στη στάση του σώματος (έτοιμος για όλα) φωνάζει πως το ‘χει το κομαντιλίκι στο αίμα του, ακόμη κι όταν χρόνια μετά, με άλλους σειράδες, θυμάται ιστορίες του στρατώνα χτυπώντας μπιρόνια που άνοιξε με το νύχι.

Προκαλεί αύξηση της σχετικής υγρασίας σε μουνώνες (αλλά και βιτσιόζους παντός είδους) μια και πείθει πως είναι ντούρασελ ακόμη και μετά από εξτρίμ καταστάσεις.

Ειρωνικά, συνώνυμο του πτωμάντο.

1.
Το λεπτό σημείο είναι ότι σε γενικές γραμμές ο ΣΞ έχει χαλαρώσει πολύ σε σχέση με το '80, π.χ., ενώ η ΠΑ ήταν από τότε καραπουτσαριό (λόγια ανθρώπων που υπηρέτησαν τότε), οπότε υπάρχει μια σχετική (και μόνο) σύγκλιση. Από εκεί και πέρα επειδή κανείς μας δεν είναι στρατόκαυλος και δεν έχει όρεξη να το παίζει κομαντερός και καλά, ας μην αρχίσουμε να συγκρίνουμε τις εκπαιδεύσεις (και κυρίως ως προς τον β' κύκλο εκπαίδευσης). Αλλά μην ακούω και παπαριές τώρα για ζόρια στην αεροπορία….

2.
-Ο Π. είναι στην πάνω φωτογραφία; Δεν τόξευρα ότι είχε υπερετήσει και ΟΥΚας! ΥΓ: Με ‘γειές το νέο στυλ! Ωραίον! -ΟΥΚας, ΟΥΦΟάς, αερομεταφερόμενος, αμφίβιος και τρελά κομαντερός καλέ μου Σ. (τρεις λιποθυμίες για κάθε μία ανάβαση λόφου).

(όλα απ’ το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κοντός + μουστάκι. Θα μπορούσε να αναφέρεται σε οποιονδήποτε ο οποίος πληροί τις ως ανωτέρω προδιαγραφές, αλλά χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τροχόμπατσους της ηπειρωτικής χώρας οι οποίοι καιροφυλακτούν πίσω απο θάμνους (ή και πόες, αναλόγως του ύψους των) και εμφανίζονται ως από μηχανής θεούληδες στα έκπληκτα μάτια των οδηγών-εκδρομέων ουρλιάζοντας «φρηηήζ» ή κάτι παρεμφερές.

Το πιο παράξενο με αυτούς είναι ότι έχουν πάντα δίκιο για την κλήση που έχουν πάντα φρεσκοκομμένη, καθώς θα εντοπίσουν οτιδήποτε μπορεί να αποφέρει την τιμωρία του οδηγού.

Αγαπημένη τους έκφραση είναι η ανεκδοτική ρήση «Γιατί δε φουράς κράνους;»

— Φρηηηήζ!
— Μα δεν έτρεχα!
— Και τι μ' αυτό;
— Τι εννοείτε «και τι μ' αυτό»;
— Είσαι αξύριστους κι ακουμβίουτους... Να βρω κι άλλα;

(από perkins, 23/05/10)(από perkins, 23/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κουκούλια αποκαλούνται οι φέροντες κουκούλες και κραδαίνοντες μολότοφ διαδηλωτές.

Τα γνωστά-άγνωστα κουκούλια είναι πράκτορες της ασφάλειας κατά μερικούς, κωλοτρίφτες του ΣΥΝ κατ’ άλλους, ο ανθός της Ελληνικής νεολαίας κατά τους ίδιους.

- Το μόνο παράδοξο που βρίσκω εγώ είναι ότι ούτε λίγο ούτε πολύ (ο «Ριζοσπάστης») λέει (παραδέχεται;) ότι τα «κουκούλια» είναι «προϊόν» της ασφάλειας. Κάτι που με κάνει να απορώ πως και άφησε ο Περισσός να περάσει τέτοια αναφορά στο «Ρίζο»! Αφού ως τώρα υποτίθετο ότι τα «κουκούλια» είναι «παρά» τον ΣΥΝ, ο οποίος και τους χάιδευε τα αυτάκια.
(από εδώ)

- ...λίγο πιο κάτω δεν έχει ένα ποστ που αναρωτιόταν «τι κάνει η αριστερά» ή κάτι τέτοιο; Μάλλον νομίζει πως αυτοί που διέλυσαν την Αθήνα απόψε είναι μερικά κουκούλια και συναφή κωλόπαιδα. Σε άλλη πόλη ζουν.
(από εδώ)

\'Ετσι αυτοπροσιορίζονται τα κουκούλια (από Vrastaman, 30/06/09)είναι κουλ το κουκουλ... (από BuBis, 30/06/09)Burka-chic είναι très koo-kewl! (από Vrastaman, 30/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκτός από τον λεοντόκαρδο, τον μάγκα και νταή, το αντίθετο της κότας (βλ. άλλο ορισμό), έχει και πιο συγκεκριμένες σημασίες:

Ως σλανγκ εμφάνισης έχει σημασίες αναλυμένες στο λήμμα λάιον κινγκ. Συνδέεται είτε με την ένδοξη εϊτίλα, όπου μιλάμε για ξανθό μαλλί περμανάντ φουντωμένο τέζα. Βλ. και θάντερκατ. Είτε ευρύτερα από τα '80ς αυτό που αναφέρει ο Mr Cadmus: «Tο κλασικό λιονταρίσιο ήταν είτε το κούρεμα μακρύ πίσω και πλάγια και κοντό μπροστά, είτε το ενδιάμεσο στάδιο του μακρύματος των μαλλιών -από μπροστά κι απ' το πλάι πάντα μακραίνει πιο γρήγορα απ' ότι μπροστά αν δεν τα μακρύνεις με συχνά κοψίματα».

Στην στρατοσλάνγκ είναι «καψώνι, όπου οι παλιοί κλειδώνουν το νέοπα μέσα στον οπλοβαστό (εφ' όσον αυτός είναι από εκείνους που διαθέτουν ένα είδος πλέγματος - κιγκλιδώματος που ανοίγει) και τον αναγκάζουν να παριστάνει το λιοντάρι σε κλουβί» (πηγή: Jonas). Δηλαδή μια εναλλακτική του τζουκ μποξ.

  1. - Εδώ μέσα εγώ είμαι το λιοντάρι! Κι εσείς είστε οι κότες! Και σαν κότες που είστε θα μου γυαλίζετε τα παπούτσια και θα μου πλένετε τα σώβρακα! Σύμφωνοι;
    - Εντάξει... ρε... λιοντάρι...
    - Έτσι μπράβο μανάρι μου, είσαι έξυπνος και θα πας μπροστά εσύ. Κατέβαινε τώρα το κατοστάρικο για να ακούσεις την μουσικούλα.
    - Ε αφού σου είπα δεν γουστάρω...
    - Στο λιοντάρι δεν λένε ποτέ όχι!
    (Από την ταινία «Φυλακές Ανηλίκων»).

  2. - Καλά έσκασε μύτη χτες η Τίνα λιοντάρι. Σαν την Τσιτάρα ένα πράμα.

  3. Παλαίουρας: Τι να το κάνουμε το νέοπαρντ; Τζουκ μποξ ή λιοντάρι;
    Καραπαλαίουρας: Ας τον αρχίσουμε με ένα υποβρύχιο και βλέπουμε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χειρότερο από το μαύρισμα του οικοδόμου και το ταριφόχερο. Είναι το απαίσιο μαύρισμα που αποκτά κανείς υπηρετώντας καλοκαίρι στον ελληνικό στρατό φορώντας όπως προβλέπεται μακρύ παντελόνι παραλλαγής, T-shirt παραλλαγής και χιτώνιο με γιακά και σηκωμένα μανίκια. Το αποτέλεσμα είναι να μαυρίζουν μόνο το κεφάλι, ο μισός λαιμός και τα χέρια μέχρι τον αγκώνα. Παλιότερα δε που προβλεπόταν φανέλα με τιράντες κάτω από το χιτώνιο έμενε ακάλυπτο ένα τριγωνικό μέρος κάτω από τον λαιμό το οποίο μαύριζε σχηματίζοντας το λεγόμενο μουνάκι.

  1. (Από εδώ)
    «ένα καλό (μη βισματικό) φανταρικό αρκεί για να γίνουν εφιάλτης τα ταξίδια από και προς τη μονάδα(λόγω στολής) αλλά και τα καλοκαιρινά μπάνια (το γνωστό μαύρισμα του φαντάρου: τριγωνάκι εβένινο στο στέρνο και δερμάτινο μανίκι σκιά στα χέρια).»

  2. (Από εδώ)
    «Έχω κ ένα υπέροχο μπρούτζινο μαύρισμα.
    Εχμμ, όχι ακριβώς παντού.
    Από τα γόνατα έως τους αστραγάλους κ από το σβέρκο έως τα αυτιά.
    ΤΟ σημείο της σάρκας δηλ. που άφηναν ακάλυπτο τα παπούτσια, το σόρτς κ η μακρυμάνικη μακό.
    Χειρότερο κ από το μαύρισμα του φαντάρου, δηλ. εάν με δεις χωρίς ρούχα.
    Όλη μέρα σε ένα σκάφος, έχει κάποιες παρενέργειες είναι η αλήθεια.»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μαύρισμα από τον ήλιο που απαντάται σε φαντάρους και σχηματίζεται τριγωνικό στο σημείο του λαιμού και του πάνω μέρους του στέρνου λόγω του σχήματος του χιτωνίου που αφήνει ακάλυπτη την περιοχή αυτή. Λόγω της τριγωνικότητας αυτής αποκαλείται χαϊδευτικά μουνάκι.

Πάσα: Punkelisd.

Τι ήτανε να απολυθείς μες στο κατακαλόκαιρο. Πρέπει τώρα να κάνεις μπόλικη ηλιοθεραπεία να φύγει το μουνάκι...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός που μοιάζει με αστυνομικό (είτε είναι όντως αστυνομικός, είτε δεν είναι). Και ως εμφάνιση, αλλά δευτερευόντως και ως συμπεριφορά ή ως ψυχική ποιότητα.

Πώς είναι μια μπατσόφατσα; Σίγουρα είναι σκατόφατσα, αν όχι ως άσχημη, τότε σίγουρα ως αποτυπούσα ψυχικά χαρακτηριστικά. Μπορούμε βεβαίως να υποθέσουμε ότι η μπατσόφατσα θα είναι πολύ καθώς πρέπει, καλοξυρισμένη και καλοκουρεμένη, ενώ ως συμπεριφορά θα χαρακτηρίζεται από αυταρχισμό και καθεστωτισμό.

Περισσότερο σημαντική είναι η συνάφεια, όπου βρίσκουμε συχνά τον όρο. Αφενός χρησιμοποιείται σε αντιεξουσιαστικό ντίσκουρς, ιδίως για αστυνομικούς που κρύβονται φορώντας πολιτικά ή ως προβοκάτορες, κουκουλοφλώροι κ.τ.ό. Αφεδύο στην μπουρδελοσλάνγκ για κάποιον που προκαλεί δυσπιστία σε κορασίδα, επειδή δίνει την εντύπωση ότι είναι στρουμφάκι, οπότε αυτή αρνείται το κατιτίς παραπάνω (είναι μεγάλη ατυχία για μπουρδελιάρη να έχει μπατσόφατσα). Επίσης σε περιπτώσεις, όπου υβρίζονται όχι μόνο οι αστυνομικοί, αλλά και αυτοί που έχουν ψυχή / νοοτροπία μπάτσου.

  1. α) Ρε παιδια ειναι η σκατοφατσα που φαινεται στο πλανο με την κοπελα που του δινει το λουλουδι. εχει κλασσικη μπατσοφατσα δολοφονου το μουνοπανο.ενα εχω να πω εχουμε χρεος απεναντι στην κοινωνια να το καψουμε ζωντανο αυτο το ανθρωποειδες, τωρα που ειναι ευρεως γνωστη κ η συμπαθητικη φατσουλα του......... (Εδώ).

β) ρε πιονακια του κρατους που απορω πως δεν εχετε φουνταρει με τοσους φονους στις πλατες σας..ντυθειτε και μαζορετες οι μπατσοφατσες ξερουμε ποιεσ ειναι,αλλαξτε λοιπον τη στολη αφου δεν βολεβει αν ηταν καλη θα τη φοραγαμε κι εμεις αλλα με τη δικη μας στολη κανετε τσαμπουκα. (Εδώ).

  1. Τοτε μαλλον εχεις μπατσοφατσα γιατι δεν εχω ποτε προβλημα. (Από ierodoules.com σε θέμα σχετικό με συνεννοήσεις που γίνονται σε μασαζερί για εξτραδάκι).

  2. New Year's Resolution.
    10 πραγματα που ή με φρικάρουν ή με τρομάζουν ή με αηδιάζουν - Οι μπάτσοι στους δρόμους, όχι οι αστυνομικοί.. οι μπάτσοι, οι μπατσοφατσες, το μπατσοβλέμμα που σε κόβει από πάνω μέχρι κάτω λες και είσαι η ξαδέρφη του Κουφοντίνα. (Εδώ).

Δες και -φατσα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία