Επιπλέον ετικέτες

Συνεισφέρω τον οβολό μου μοιρολατρικά στον ναό της αρεσκείας μου και λαμβάνω την άγουσα.

Τη παρόδω του χρόνου μπορεί να ανακυρηχθώ και μέγας χορηγός της ναοδομίας (κοινώς, «εγώ τα 'χω κτίσει).

Όπως κάθε καλός χριστιανός εναποθέτει τις ελπίδες του σε ανώτερες δυνάμεις, επικυρώνοντας το αίτημα του δια της επί χρήμασι αφής κηρίου, έτσι και ο καλός τζογαδόρος δεν θεωρεί τον αποχωρισμό από τα χρήματα του παρά μια νομοτελειάκη πράξη στα πλαίσια της λατρείας του.

- Πάμε και στο τραπέζι του μπλακ-τζακ να δούμε τι παίζει;
- Αδελφέ εγώ το κεράκι μου το άναψα, θα την κάνω.
- Έλα ρε ξενέρα, 10 λεπτά θα κάτσουμε και θα φύγουμε...
- Το άλλο, με τον Τοτό, το ξέρεις;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στο Ναυτικό, σε ναυτιλιακή, στο δημόσιο, όταν έχεις βάρδια.

Για να τονίσει την κατάσταση (πχ. ΣΚ μέσα κλπ.) χρησιμοποιείται και σαν Βαρδής Βαρδινογιάννης, Βαρδακαστάνης, Βαρδάρης κλπ.

  1. - Αύριο είσαι έξω;
    - Όχι είμαι Βαρδής, μαλακία.

  2. Με έχωσε πάλι το γίδι, Βαρδής Βαρδινογιάννης το ΣΚ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ή, χορδάς. Στην γλώσσα των μεταλλάδων, κατσαρολάδων και τηγανάδων (και όχι των μπρίκια κολλώ, μπρίκια κολλώ) αλλά και άλλων επεξεργαστών μετάλλου, ιδίως σε φύλλα ατσαλιού, είναι ο χώρος (ένας λάκκος, συνήθως) όπου πετάγονται τα γρέζια και ό,τι μέταλλο περισσεύει από την πρέσα για να μεταπωληθουν ή να ανακυκλωθουν στο χυτήριο.

Κατ’ επέκταση, ό,τι είναι για τον χορδά, είναι παλιατζούρα, για πέταμα, για τα μπάζα, για ανακύκλωση, gtp, κλπ.

Προέρχεται από την τουρκική λέξη hurda που σημαίνει ακριβώς το ίδιο. Στη slang δε στα τούρκικα, σημαίνει και χασίσι!

  1. - Ρε συ, αυτός ο καινούργιος είναι για τον χουρδά, ρε πστ! Πάλι στραβά κόλλησε τους πάτους στα μπρίκια, τζάμπα τόσο αλουμίνιο γαμώτη!

  2. - Kαλά, έιμαστε όλοι για τον χορδά, ένα χιλιόμετρο περπατήσαμε και μας έφυγε ο πάτος. Αχ, ναμουνι ‘κοσι χρονώ ξανά!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αργκό της μαστοράντζας. Μια δουλειά (βάψιμο, σοβάτισμα, υδραυλικά κ.ο.κ) που στην πορεία επιφυλάσσει δυσάρεστες «εκπλήξεις», τις οποίες αρχικά (όταν βιαζόσουν να κλείσεις τη δουλειά και να παντελονιάσεις την προκαταβολή) δεν είχες υπολογίσει.

Ούτως το όλο εγχείρημα καθίσταται θρίλερ, εικονογραφεί δηλ. την αγωνία του (φτωχού πλην τίμιου) μάστορα να ξεμπερδεύει μια ώρα αρχύτερα για να πάει και στην άλλη δουλειά που έχει ανοίξει.

Τα απρόοπτα αυτά θεματάκια, που συνεπάγονται προφανώς πρόσθετη καταπόνηση και ξεχείλωμα του χρονοδιαγράμματος, αναγκάζουν τον (φτωχό πλην τίμιο) μάστορα να απαιτήσει επιπλέον αμοιβή, την οποία εάν δεν καταφέρει να αποσπάσει, ενδέχεται και να γράψει τη δουλειά στα τσάκιατου (κοινώς να σε αφήσει στα κρύα του λουτρού).

Μπογιατζής: - Εκεί που υπολόγιζα μισή μέρα δουλειά γι' αυτό το ταβάνι, αναγκάστηκα να το ξηλώσω όλο και να το περάσω με κόλλα πλακιδίου για να κολλήσει ο σοβάς. Δυο μέρες παιδευόμαστε... Αυτό κύριος που έχεις δεν είναι σπίτι, είναι θρίλερ, κατάλαβες...;
Πελάτης: Εεε...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πέρα από το νόμισμα της καρτουνίστικης πολιτείας και το χαρτί στο οποίο ο Σκρουτζ κάνει τα μακροβούτια του, σημαίνει σλανγκιστί τις επιταγές, συναλλαγματικές κλπ που, λόγω της λαμογιάς ή της μπατιριάς του υπογράφοντος, η περίπτωση να πέσουν τελικά τα ματαχρή αποκτά την αξιοπιστία και τη βαρύτητα λιακούρειας θεωρίας.

Λέγονται και χρήματα μονόπολης.

- Τσίμπα! και τις επιταγούλες σου!
- Τι είναι αυτά ρε Παναή;
- «Σκορδομπούτσογλου και Υιός», πολύ μαλλί φιλαράκι!
- Πούτσες μπλε Παναή μου. Καλά, δεν πήρες πρέφα την βρώμα που βγήκε στην αγορά γι' αυτούς;
- Τι δηλαδή, πέτσινες είναι;
- Δολάρια Λιμνούπολης αγόρι μου... Εσύ να' σαι καλά...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το όσκαρ είναι ενα επιχρυσωμένο αγαλματίδιο και αποτελεί θεσμοθετημένο κινηματογραφικό βραβείο. Δίνεται σε ειδική τελετή επιβράβευσης, σε ηθοποιούς, σκηνοθέτες, σεναριογράφους, κλπ που διακρίθηκαν στο έργο τους.

1) Η φράση μπορεί να λεχθεί με στόχο να ευαισθητοποιηθεί κάποιος και να αλλάξει μυαλά όταν διαπιστωθεί πως δεν αναγνωρίζεται το έργο του και πως οι άλλοι βολεύονται με το κορόιδο που τα 'χει αναλάβει όλα επ' ώμου και τρέχει σα μαλάκας. (βλ. παράδειγμα 1)

Επίσης και κάποιος δουλευταράς, που είτε αναλογιζόμενος τα παραπάνω, είτε γιατί βρίσκεται σε φάση εξάντλησης, θα μπορούσε να τα πάρει με τον εαυτό του και να αναλογιστεί: «Το όσκαρ θα πάρω;» (βλ. παράδειγμα 1)

2) Η φράση μπορεί να λεχθεί και στην περίπτωση που κάποιος, χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερος λόγος, είναι υπέρ του δέοντος τελειομανής και ψείρας (βλ. παράδειγμα 2)

Δες και βραβείο της ανοικτής παλάμης.

  1. Ο Βλάσης κάνει ... τη δουλειά στην εταιρεία. Ενας εξωεταιρικός φίλος του, ο Σπύρος, του λέει:

Σπύρος: - Τι κάθεσαι και πλακώνεσαι ρε Βλάση; Το όσκαρ θα πάρεις; Ούτε εσύ είσαι ο Χέστον, ούτε με το Μπεν Χούρασχολείσαι. Δεν το βλέπεις; Κανείς δεν σου το αναγνωρίζει. Που το πας; Θα πεθάνεις όρθιος κι οι άλλοι στον κόσμο τους.
Βλάσης: - Καλά τα λες. Το όσκαρ θα πάρω; Αμ δε!

  1. - Ε ... Κώστα, τι τρίβεις και τρίβεις τόση ώρα το έπιπλο; Γυάλισε. Δεν το βλέπεις;
    - Δεν έχει καθαρίσει ακόμα. 'Εχει εκείνο το σημαδάκι που δε βγαίνει με τίποτα.
    - Ρε φίλε. Αν δε μου το 'δειχνες, δε θα το 'βλεπα. Απλοποίησε λίγο τα πράγματα. Το όσκαρ θα πάρεις και θες να 'ναι όλα τέλεια;

Οσκαρ (από GATZMAN, 01/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα νομικά πράγματα υπάρχει, ως γνωστόν (;) το Ενοχικό Δίκαιο. Κατά τη Βίκι, «ο όρος ενοχή χρησιμοποιείται στο Δίκαιο με τελείως διαφορετικό περιεχόμενο και μπορεί να σημαίνει

  • Ενοχή (Αστικό Δίκαιο): την υποχρέωση προς παροχή ή
  • Ενοχή (Ποινικό Δίκαιο): τον καταλογισμό μιας πράξης στον δράστη»

Εμείς όμως, που πάντα έχουμε τη φωλιά μας χεσμένη για κάτι, ενδέχεται να ανήκουμε στην κατηγορία των αυτομαστιγωνόμενων για τις αμαρτίες μας και να βουλιάζουμε από ενοχές για το παραμικρό αληθινό ή φανταστικό ατόπημά μας. Τότε είμαστε του ενοχικού, με την γιαλομική έννοια του πράγματος.

- Πάψε πια μωρέ! με ζάλισες, όλο «φταίω εγώ» και «φταίω εγώ»! κάνε κάτι αντί να κλαίγεσαι συνέχεια!
- Μη μου τα λες και συ από πάνω (σνιφ), αφού ξέρεις, τα ρίχνω όλα πάνω μου, τα παίρνω βαριά, και γω του ενοχικού είμαι...

Στράτος Λασκαρίδης, Δεν είμ\' ο ένοχος εγώ. (από patsis, 18/12/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

O τηλέγραφος είναι σύστημα επικοινωνίας ή συνεννόησης από απόσταση και μπορεί να είναι ηλεκτρικός, ασύρματος, οπτικός κ.λπ. Τα τηλεγραφήματα, προκειμένου να μεταβιβαστούν με ασφάλεια, κωδικοποιούνται από μια συσκευή κατά την αποστολή και αντιστοίχως αποκωδικοποιούνται από μια άλλη, κατά τη λήψη.

Ο οπτικός τηλέγραφος χρησιμοποιεί μια φωτεινή πηγή και ένα χειριστήριο για την εκπομπή / λήψη φωτεινών σημάτων σε κάποιον κώδικα (π.χ.: Μορς).

Για τον κώδικα του Οπτικού τηλεγράφου(φρυκτωρία) των αρχαίων Ελλήνων πάτα εδώ.

1) Σλανγκιστί, όταν μιλάμε για οπτικό τηλέγραφο, αναφερόμαστε στην περίπτωση, όπου η κωδικοποιημένη πληροφορία (π.χ. :κάποιο σημάδι) είναι γραμμένη και η αποκωδικοποίηση (αναγνώριση) της γίνεται μέσω των ματιών (βλ. Παράδειγμα 1).

Περί κωδικοποίησης/αποκωδικοποίησης της πληροφορίας:
Η κωδικοποίηση είναι απαραίτητη όταν πρέπει να εμποδιστεί σε τρίτους, η πρόσβαση σε μια πληροφορία. Αν πρέπει να γίνει κωδικοποίηση θα πρέπει να προσεχθούν τα εξής:

  • H διαδικασία αναγνώρισης της κωδικοποιημένης πληροφορίας θα πρέπει να περνά απαρατήρητη.
  • Προκειμένου να καταστεί εφικτή η μετάδοση της πληροφορίας, πρέπει τα άτομο που έκανε την κωδικοποίηση(γράψιμο) και το άτομο που θα κάνει την αποκωδικοποίηση(αναγνώριση) της πληροφορίας, να είναι γνώστες ενός κοινού κώδικα. Θα μπορούσε βεβαίως ένα άτομο να εκτελεί και τους δυο αναφερόμενους ρόλους.

2) Θα μπορούσαμε βεβαίως να θεωρήσουμε ως οπτικό τηλέγραφο, την επικοινωνία με κινήσεις του κεφαλιού, των χεριών και των ματιών, κινήσεις που κάνουμε κι όταν θέλουμε να κάνουμε κάποιο νόημα σε κάποιον. Σε αυτήν την περίπτωση δεν μπορεί να εφαρμοστεί εύκολα η κωδικοποίηση και γι’ αυτό, αν μας ενδιαφέρει να επικοινωνήσουμε με κάποιον χωρίς να μας αντιληφθούν κάποιοι, θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί (βλ. Παράδειγμα 2).

1.Ενας τσοχανταραίος, που είναι χαρτοκλέφτης (Κώστας), έχει σημαδέψει κάποιες τράπουλες. Σε λίγο θα έρθουν σπίτι του κάποια άτομα για να παίξουν χαρτί και θέλει να τα μαδήσει με λαμογιά. Τα σημάδια πάνω στα χαρτιά είναι δυσδιάκριτα, σε σημείο που οι συμπαίκτες να μην μπορούν να αντιληφθούν πως υπάρχει κωδικοποίηση (σημάδεμα) στα χαρτιά. Έχει επινοήσει τέτοια σημάδια, ώστε αυτά να μπορούν να ερμηνευθούν μόνο από αυτόν. Λέει στη γυναίκα του:

Κώστας: Σε λίγο θα 'έρθουν τα κορόιδα. Που να ξέρουν, πως ό,τι χαρτιά και να ‘χουν στα χέρια τους, εγώ θα τα αναγνωρίζω.
Ελένη: Αχ... αχ ρε Κώστα, με αυτόν τον οπτικό τηλέγραφο... Κάποια στιγμή θα σε τσιμπήσουν. Δεν το καταλαβαίνεις;

2.Ο Βασίλης βρίσκεται στο γραφείο του προϊσταμένου (Δημήτρης): Δημήτρης: Πες του Γιώργου να ‘ρθει στο γραφείο μου.
Εκείνη τη στιγμή ο Βασίλης βλέπει το Γιώργο σε μια απόσταση πενήντα μέτρων από τη μισάνοιχτη πόρτα του γραφείου και του κάνει νόημα να έρθει. Ο Δημήτρης δεν παρατηρεί το γεγονός.
Μετά από δυο δευτερόλεπτα
Δημήτρης: Μα γιατί δεν του λες να έρθει;
Βασίλης: Τού 'κανα σήμα με οπτικό τηλέγραφο. Έρχεται.

Οπτικός τηλέγραφος  (από GATZMAN, 16/02/09)Απεικόνιση του αρχαιοελληνικού οπτικού τηλέγραφου (φρυκτωρία) (από GATZMAN, 16/02/09)Ταινία "Δόλωμα".Μια ταινία όπου ο Αλεξανδράκης αποκωδικοποιουσε με οπτικό τηλέγραφο τα σημαδια στην τράπουλα.  (από GATZMAN, 16/02/09)Στα κίτρινα γάντια, η υπηρέτρια με οπτικό τηλέγραφο (αναβόσβησμα φώτων) έδωσε το ΟΚ στον φίλο της (από GATZMAN, 23/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μετροπόντικας είναι ο ειδικός εκσκαφέας που χρησιμεύει για τη διάνοιξη σήραγγας στην κατασκευή του μετρό. Όπως λέει άλλωστε και το Σιδηρό Προσωνύμιο, η λέξη μετροπόντιικας προέρχεται από παράφραση της λέξης τυφλοπόντικας, αφού η υπόγεια κίνηση του παρομοιάζεται με την κίνηση του τυφλοπόντικα που σκαλίζει προκειμένου να κινηθεί. Εδώ λοιπόν αναδεικνύεται η ιδιότητα κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό που είναι η φράση «χαμηλό επίπεδο».

Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση, η φράση του λήμματος, έχει απαξιωτικό χαρακτήρα και εκφράζει το συμπέρασμα κάποιου σχετικά με το επίπεδο κάποιου άλλου (βλ. παραδείγματα 1,2), ή κάποιας ομάδας ατόμων (βλ. παράδειγμα 3) που, κατά τη γνώμη του, είναι χαμηλό. Προκειμένου δε, να δώσει έμφαση στην άποψη του, βρίσκει και καλά... το επίπεδο του θεωρούμενου ατόμου ή της θεωρούμενης ομάδας, χαμηλότερο από το υπόγειο επίπεδο εκσκαφής του μετροπόντικα.

Σημείωση
α) Ως επίπεδο μπορούμε ανάλογα με την περίπτωση να μιλάμε: για νοητικό επίπεδο παραπέμποντας σε άτομο με άι κιού ραδικιού (βλ. παράδειγμα 1), για επίπεδο πνευματικής καλλιέργειας (βλ.παράδειγμα 2), για επίπεδο ευθύνης (βλ. παράδειγμα 3) κ.λπ.
β) Πολλές φορές, μετά τη λέξη «χαμηλότερο», ακολουθεί μικρή παύση για να προετοιμάσει τον άλλον για τη συνέχεια της φράσης (επίπεδο μετροπόντικα).
γ) Στο λήμμα η λέξη «χαμηλότερο» μπορεί να αντικατασταθεί και με τη λέξη «χειρότερο».
δ) πολλές φορές σε μια τέτοια συμπερασματική φράση μπορεί να γενικεύονται κρίσεις ατεκμηρίωτα (βλ.παράδειγμα 1)

  1. - Καλά ρε μαλάκα, πώς σφουγγαρίζεις έτσι; Αχρηστος είσαι. Σκατά! τα 'κανες. Κοίτα να μαθαίνεις (του δείχνει).
    - Α έτσι έπρεπε; Δεν ήξερα.
    - Καλά... Απ' ό,τι φαίνεται... έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Παραδέξου το.
    - Κάτσε ρε... Αυτό δεν το 'ξερα... Οκ. Μη γενικεύεις όμως.

  2. - Είσαι μαλάκας, είσαι μουνόπανο, είσαι αρχίδι, δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο είσαι.
    - Βρίσε, βρίσε, βρίσε. Όσο βρίζεις, τόσο θα ενισχύεις τη γνώμη μου για το επίπεδο σου.
    - Τι εννοείς;
    - Εννοώ πως έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Αατα

  3. - Εκεί στη δημόσια υπηρεσία που δουλεύουμε, προκειμένου να 'χουμε λούφεν_ τούφεν, στέλνουμε που και που, δουλειά που μπορούμε να την κάνουμε, σε υποκατασκευάστριες εταιρείες. Δεν υπάρχει άλλος λόγος πέρα απ' τη λούφα μας. Κάτι οι επιδοτήσεις, κάτι οι κρατικές ενισχύσεις, τη βγάζουμε κοτσάνι.
    - Και μπορείτε;
    - E... Λες να μην έχουμε βρει τρόπους;Σαράντα χρόνια...
    Του εξηγεί: μπλα... μπλα... μπλα...
    - Ε, πάει και τελείωσε. Έχετε επίπεδο χαμηλότερο... κι από επίπεδο μετροπόντικα.Νισάφι!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ως γνωστόν ο DJ (ντι-τζέι), ή ολογράφως ο disc jockey (ντίσκ τζόκεϊ), σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, είναι αυτός που επιλέγει και βάζει δίσκους σε ντισκοτέκ, σε μουσικές εκπομπές κλπ.

Αντιστοίχως ο TJ (τι-τζέι), ή ολογράφως ο telephone jockey (τέλεφον τζόκεϊ) είναι αυτός που επιλέγει να απαντήσει εναλλακτικά σε εισερχόμενες κλήσεις, είτε στην ίδια συσκευή, είτε σε διαφορετικές συσκευές, είτε στην κονσόλα τηλεφωνικού κέντρου κλπ επί σχετικά μακρό χρονικό διάστημα.

Οι συσκευές μπορεί να είναι είτε κινητές, είτε σταθερές (ενσύρματες ή ασύρματες), είτε συσκευές VoIP κλπ.

- Άσε, χθες γιόρταζα και τις απογευματινές ώρες με πήραν μαζεμένα δεκάδες άτομα. Κι ανάμεσα τους άτομα που είχα να τα ακούσω από πέρσι τέτοια μέρα. Από Βέροια, από Χάλκη, απ' όλη τη χώρα. Κι ήμουνα συνέχεια σε ένα ατέλειωτο πήγαινε έλα κι έλα. Από το κινητό στο σταθερό... και τούμπαλιν. Και το μυαλο σέικερ. Να παίρνει σε dt άσχετα data από παντού. Στο τέλος της φάσης, δεν είχα μυαλό. Ρώσικη σαλάτα είχα.
- Εμ... τα 'χουν αυτά οι τι τζέι φίλε. Και πως συνήλθες μετά ρε εσύ;
- Με κρασοκατάνυξη μέχρι τελικής πτώσεως. Το...γιατρικό!!! Τώρα είμαι χάι κι όπου με πάει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία