Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Τα παραπάνω σύμβολα χρησιμοποιούνται κυρίως στα κόμικς, όταν κάποιος θέλει να βρίσει.

Αστερίξ - Οβελίξ είσαι ένας &%$@#@#$ που μόνο να τρώει ξέρει!
Οβελίξ - Α, ναι, τότε είσαι είσαι ακόμα χειρότερος, είσαι ένας &%$@#@#$επί 2!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παμπάλαια ποδοσφαιρική ιαχή, όπου στα πλαίσια της ευγενούς άμιλλας οι αντίπαλοι φίλαθλοι καλούνται να κάμουν γκέηκα κούνηματα.

Κάπου στα ογδόνταζ το άκουσα για πρώτη φορά σε μη ποδοσφαιρικά πλαίσια από μπαόκι συμφοιτητή («Αθηναίοι θύματα, κάντε μας κουνήματα!»).

Από το φίλαθλο κοινό

1. Χανούμια, του Μελισσανίδη θύματα, κάντε μας κουνήματα

2. Βαζελάκια θύματα κάντε μας κουνήματα!

3. Γουσουφάκια «βλήματα» - κάντε μας... κουνήματα!

Εκτός γηπέδου

4. Πλουτοκράτες θύματα, κάντε μας κουνήματα

5. Όσο κινήματα καθοδηγούνται από επαγγελματίες της υποκίνησης εμείς θα λέμε κάνουμε κινήματα και οι εξουσιαστές θα λένε «κάντε μας κουνήματα».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάτι που, σε σύγκριση με κάτι άλλο, είναι ή δείχνει μηδαμινό, ανάξιο λόγου.

Προέρχεται από κάποια διαφήμιση των τότε μοναδικών ανταγωνιστών Κολυνός / Kolynos και Colgate. Μία από τις δυο είχε βάλει φθόριο και ήταν ... Fluoride, ενώ όλες οι άλλες ήσαν απλώς οδοντόκρεμες.

Η έκφραση γενικεύθηκε με λίγο σκωπτική απόχρωση και ακούγεται ακόμα από κάτι γέρους σαν τον Hodjas για παράδειγμα.

  1. Μπροστά στη Μύκονο, όλα τα άλλα νησιά είναι απλώς οδοντόκρεμες.

  2. Μπροστά στη ρακή των Εξαρχείων (όταν την πίνεις παρέα με το Hodjas) όλες οι άλλες ρακές είναι απλώς οδοντόκρεμες.

  3. Μπροστά στον ΧΧΧΧΧ όλοι οι άλλοι χρήστες είμαστε απλώς οδοντόκρεμες.

  4. Μπροστά στο slang.gr όλοι οι άλλοι ιστότοποι είναι απλώς οδοντόκρεμες.

κ.ο.κ. ad infinitum

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο γέρος, ο ηλικιωμένος, το χούφταλο, το ραμολιμέντο, ο χαρχάλης, ο υπέργηρος, το σαράβαλο, ο κωλόγερος.

Τουλάχιστον μπαμπαδισμός αν όχι... μπαμπαλισμός.

Η έκφραση, αναλόγως των περιστάσεων, χρησιμοποιείται με περιπαικτική διάθεση, κατανόηση και συμπάθεια, αντικαθιστώντας ή αποφεύγοντας βαρύτερους συνώνυμους χαρακτηρισμούς, αλλά και απαξιωτικά ή υβριστικά, είτε για άτομα περασμένης, τρίτης ηλικίας είτε για άτομα πάσης ηλικίας που εκφράζουν όμως, λόγω και έργω, άπιαστες, ανεπίτευκτες ανησυχίες και προσδοκίες νεώτερης ηλικίας.

Οι 20άρες φίλες στον 35άρη κορτάκια:
- Άντε βρε γερομπαμπαλή, που θέλεις και πιπίνια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Περίεργο πράμα το art of masoulima... Παίζει κι έτσι, παίζει και γιουβέτσι αποτελώντας τρόπο μέτρησης της σκληρότητας κάποιου.

Αρχικά σκληρός είναι αυτός που ΔΕΝ μασάει, δηλαδή δε χαμπαριάζει, δεν καταλαβαίνει Χριστό, είναι τελικώς αμάσητος. Αυτά που ο σκληρός τύπος δεν μασάει είναι αντικείμενα λίγο ως μετρίως σκληρά. Όσο ανεβαίνουμε στην σχετική κλίμακα σκληρότητας, σκληρός είναι αυτός που μασάει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο γνωστός λαϊκός ήρωας Παναγής Κουταλιανός (Κούταλη, 1847 - Κωνσταντινούπολη, 1916), ο οποίος κατά το λαϊκό άσμα μασούσε σίδερα.

Σχετικό λήμμα και το μασάει η κατσίκα ταραμά;

1
- Ο Κίτσος είπε ότι άμα σε πετύχει θα σου ρίξει ένα ταβερνόξυλο που θα πεις το δεσπότη Παναγιώτη.
- Τσου ρε Λάκη... Πες του μαλάκα ότι δε μασώ από τέτοια και άμα θέλει να έρθει το βράδυ στην πλατεία να τονε γαμήσω στις μάπες.

2
Ο ΚΟΥΤΑΛΙΑΝΟΣ
Σίδερα μασάει ο Κουταλιανός
τραίνα σταματάει ο Κουταλιανός
πέτρες ροκανίζει ο Κουταλιανός
και βουνά γκρεμίζει ο Κουταλιανός

Κι αν μασάει σίδερα
και κάνει το λιοντάρι
στο τσαρδί του ο Κουταλιανός
τρέμει σαν το ψάρι
στην κυρά του μπρός
αχ πως τη φοβάται
ο φτωχός Κουταλιανός
τρέμει σαν το ψάρι
στην κυρά του μπρός
αλλά μην το πήτε κανενός (σ.σ. ναι, είναι τόσο παλιό που το «πήτε» γραφόταν ακόμα με -η-)

3
Το τυπάκι είναι Die Hard μεγάλε. Μασάει σίδερα σου λέω... Προχθές του την είχε στημένη ο Μπάμπης ο Σουγιάς με το δείρε τημ και τους έκανε ασήκωτους μόνος του.

βλ. και μασάω, τσιμπάω, ψαρώνω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(Δεν) τα καταφέρνει. Είναι κουτός, βλάκας, ανίκανος να φέρει σε πέρας μια απλή δουλειά.

Ο Θανασάρας γατόνι, σκέτη κωλοφωτιά, αλλά ο τζούνιορ δε τα σπάει τα καρύδια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κατάσταση ευρείας εκμετάλλευσης.

- Ρε μαλάκα τι γίνεται ρε; Όλοι δανεικά μου ζητάνε...
- Ε δεν το ξέρεις ρε; Όλοι οι κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα...

Για τους στραβούς υπάρχει λύση, βοήθειά μας. (από Galadriel, 27/02/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση είναι ισοδύναμη με το «δεδομένου ότι (ρήμα Χ)» και χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάτι είναι επόμενο της ενέργειας του ρήματος Χ. Να σημειωθεί ότι η έκφραση δεν αντικαθιστά πάντα την έκφραση «δεδομένου ότι (ρήμα Χ)», π.χ. στο τέταρτο παράδειγμα δεν μπορούμε να πούμε «δεν ξέρω που δεν ξέρω καλά αγγλικά...».

Όταν το ρήμα είναι το «είναι», έχουμε την έκφραση είναι που είναι.

  1. Τρέχεις που τρέχεις για τα χαρτιά, κράτα τουλάχιστον ένα αρχείο και σημειώσεις να ξέρεις με ποιον μίλησες και τι σου είπανε.

  2. Τους κάνεις που τους κάνεις τόση κατανάλωση, ζήτα και καμιά απόδειξη.

  3. Δε γαμείς που δε γαμείς, δεν πας για ψάρεμα;

  4. Δεδομένου ότι δεν ξέρω καλά αγγλικά, νομίζω ότι καλά συνεννοήθηκα.

  5. Δεν ξέρω που δεν ξέρω καλά αγγλικά, με βάλανε και διερμηνέα και τα έκανα θάλασσα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

*=star
x=χι
/=διά
m=μου
Άρα σταρ-χί-δια-μου=
Στ' αρχίδια μου!

- Πόσο λες να βγάλεις;
- *x/m! Να περάσω μου φτάνει!

βλ. και *X/ΜΟΥ, στ' αρχίδια μας κι εμάς, Κωστής Παλαμάς, στ' αρχίδια μου

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εφηβική χαζομάρα της δεκαετίας '80. Λεγόταν κυρίως μεταξύ των κοριτσιών, νομίζω. Ήταν δήθεν συνθηματικό για τις περιπτώσεις όπου κάτι παιζόταν με κανα σερνικό. Πολύ περισσότερο όμως, ήταν σαχλό. Είχε και ευρύτερη εφαρμογή από το σεξουαλικόν της υπόθεσης.

Ποτέ δεν λέγεται με ολοκληρωμένες τις προτάσεις του. Αντιθέτως λέγεται σαν στιχάκι, με ανεβοκατέβασμα του τόνου της φωνής, ανάλογα με τις απαιτήσεις της φράσης.

Χρησιμοποιείται και ως μονόλογος (και τότε το λέμε γοργά, μηχανικά) και ως διάλογος.

  1. - Λες να (μου κάτσει);
    - Μπα, δε (νομίζω)...
    - Κι αν ναι;
    - Ε τότε ... (θα γίνει της πουτάνας)!

  2. - Λες να (μπω στη σχολή);
    - Μπα, δεν (το βλέπω)!
    - Κι αν ναι;
    - Ε τότε ... (θα μας γίνεις ψώνιο)!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία