Επιπλέον ετικέτες

Αυτοπροσδιορισμός του νεοφανούς κινήματος των «Αγανακτισμένων», που τις τελευταίες μέρες έχουν στρατοπεδεύσει σκηνίτες σε Σύνταγμα και έτερες ανά την χώρα πλατείες, διακηρύσσοντας αρχές όπως «αυτοοργάνωση» και «υπέρβαση κομματικών πλαισίων».

Πηγή έμπνευσης για τους Αγανακτίστας στάθηκαν αντίστοιχες κινητοποιήσεις εν τηι Ιβηρικήι, εξού η ισπανοπρεπής / λατινοπρεπής κατάληξη -istas.

Αρχικά, δόθηκε η εντύπωση πως αφορμή για το κίνημα των Αγανακτίστας εστάθη η τρώση του ελληνικού φιλοτίμου εξαιτίας ισπανικού πειρακτικού συνθήματος: «Σσσσσ... Ησυχία μην ξυπνήσουμε τους έλληνες». Τελικώς απεδείχθη πως επρόκειτο για μισκουοτέισον και πως ισπανικό πανό με τέτοιο σύνθημα ουδέποτε είχε αναρτηθεί. Κάπως έτσι όμως στήνονται οι αστικοί (με όλη τη σημασία της λέξης) μύθοι.

Ο Θεόδωρος Πάγκαλος, πολιτικός αντιπαθέστατος πλην οξυδερκέστατος, χαρακτήρισε το κίνημα των Αγανακτίστας ως κίνημα μόδας, τουτέστιν απολιτικό και ανερμάτιστο.

Προσωπική γνώμη του γράφοντος είναι πως οι «αγανακτισμένοι» απλώς αναπαράγουν στάσεις και νοοτροπίες του παρελθόντος, αυτές ακριβώς που μας έφεραν ως το χείλος του γκρεμού, τρέφοντας την ψευδαίσθηση πως κάνουν ακριβώς το αντίθετο.

Επαίρονται πως η νέα γενιά εγκατέλειψε τη βόλεψη του καναπέ προς χάριν των κοινωνικών αγώνων, πως αφυπνίσθηκε. Εγώ λέω απλώς οτι μετέφεραν τον καναπέ τους σε δημόσιο χώρο. Εξακολουθούν να παραμένουν η γενιά της φραπεδιάς και του χαβαλέ, του αραλικίου και της αεργίας, η γενιά του «για όλους έχει ο θεός, ίσως το δικό μου άστρο νάναι κάπου εκεί στο φως». Αντιλαμβάνομαι ασφαλώς πως παρέχω μια κάπως ισοπεδωτική εικόνα και πως υπάρχουν οπωσδήποτε διαφοροποιήσεις και αποχρώσεις στην συνολική εικόνα, ωστόσο η γενίκευση και η σχηματοποίηση είναι συχνά αναγκαία κακά προκειμένου να υπάρξει αυτό που αποκαλούμε ερμηνεία.

Αυτό που κτγμ συμβαίνει, όχι μόνο με τους Αγανακτίστας αλλά με την συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, είναι μια επίμονη, έως παθολογική, άρνηση αποδοχής της πραγματικότητας. Άρνηση (denial) είναι, ως γνωστόν, ψυχολογικός αμυντικός μηχανισμός κατά τον οποίο αγνοώ και δεν λαμβάνω υπόψη απειλητικές και δυσάρεστες όψεις της εξωτερικής πραγματικότητας, θεωρώντας τις ως προπέτασμα καπνού. Στα RPG υπήρχε κάτι ανάλογο, το disbelieve («ξε-πιστεύω»): αν λ.χ. θεωρούσες πως ένας Μάγος σου έστησε μια illusion ενός γκρεμού, εσύ μπορούσες να ξε-πιστέψεις τον γκρεμό και να προχωρήσεις κανονικά. Καμιά φορά πετύχαινε, καμιά φορά ο γκρεμός ήταν πραγματικός...

Ο τυπικός έλλην αρνείται να δεχθεί πως οι εποχές των Παχιών Αγελάδων έφτασαν στο τέλος τους. Πως η ευημερία την οποία απόλαυσε τα τελευταία 15-20 χρόνια (ας πούμε από το '95), για να μην πούμε 30 (απο το '81) ήταν ψευδεπίγραφη, είχε πήλινα πόδια. Τα δανειοδάνεια, διακοποδάνεια, χριστουγεννο-πασχαλοδάνεια και άλλοι ωραίοι δανειο-νεολογισμοί, ήταν στην πραγματικότητα τα λεφτά του γερμανού και του γάλλου καταθέτη που τα έδωσε για να τα πάρει πίσω με το παραπάνω. Ζήσαμε πάνω από τις δυνατότητές μας, δίχως να παράγουμε πρωτογενώς τον αντίστοιχο πλούτο. Ήταν ένα όμορφο όνειρο, από το οποίο μας ξύπνησαν απότομα. Και τώρα κάνουμε σαν αγουροξυπνημένα σχολιαρόπαιδα που αρνούνται πεισματικά να εγκαταλείψουν το ζεστό πάπλωμα και να σηκωθούν να πάνε σχολείο, κι ας γκαρίζει η μάνα αποπάνω τους.

Ο καθείς πρέπει να τεθεί αντιμέτωπος με τις ατομικές του ευθύνες. Όχι να τα φορτώνουμε πάντα στους «Άλλους» σαν κακομαθημένα παιδιά. Αιωνίως φταίνε κάποιοι «Άλλοι»: η πολιτική και οι πολιτικοί, το Σύστημα, το Κράτος, οι Αμερικάνοι, το Δουνουτού, ο Δίας που γαμιέται, ο Hermes που είναι ανάδρομος. Ποτέ ο Λαός, αυτή η εξιδανικευμένη, φασματική και μεταφυσική οντότητα.

Όμως οι Λαοί, εφόσον επιμένουν να λέγονται Λαοί και να αντλούν τα σχετικά πλεονεκτήματα, βαρύνονται με συλλογικές ευθύνες. Η μεταπολεμική Γερμανία πλήρωνε για 50 χρόνια βαρύτατες πολεμικές αποζημιώσεις σε Εβραίους και λοιπούς ολοκαυθέντες. Τα βάρη αυτά επιμερίστηκαν σε όλους τους γερμανούς πολίτες, είτε ήταν φανατίλες χιτλερικοί, είτε αδιάφοροι απολιτικοί, είτε δημοκράτες αντιστασιακοί. Πλήρωσαν όλοι ανεξαιρέτως, δεν έγινε κάποια έρευνα να διαπιστωθεί ποιοι είχαν αντιναζιστική δράση προκειμένου να εξαιρεθούν απ' τον τζερεμέ.

Aganaktistas στο Λευκό Πύργο, εδώ.

(Χιλιάδες τα χτυπήματα που δίνει, δεν βάζω άλλα)

Απόδοση του ισπανικού Los Indignados. Βλέπε και ζαπατουρίστας, los και σπανιώλης

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ξερόλας, από το «I-know-it-all» + κατάληξη -ας.

Φυσικά το μεταχειριζόμαστε με περιπαικτική διάθεση έναντι κάποιου σπασοκλαμπάνια που το παίζει παντογνώστης. Άλλωστε το λήμμα έχει ενσωματωμένη και την έννοια του «ανοήτου» ανθρώπου: ανοϊτό-λας.

- ...και γυρίζοντας στη δραχμή, θα διαγράψουμε μονομερώς το εξωτερικό χρέος, οπότε θα αυξηθεί το ποσοστό του ΑΕΠ που θα διατίθεται για προνοιακή πολιτική.
- Πήξαμε στους ανοϊτόλες εσχάτως, ρπμ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλασσικός ελληνικός γυναικότυπος που θυμίζει αχλάδι. Οι αχλαδομούνες διαθέτουν δυσανάλογα μεγάλη περιφέρεια, ενώ ο κώλος και τα μπούτια τους λειτουργούν ως αποθήκες λίπους και κυτταρίτιδας. Το πρόσωπο, ο κορμός και η κοιλιά τους παραδόξως διατηρούν λεπτά και ντελικάτα χαρακτηριστικά. Από βυζί: στη καλύτερη περίπτωση μπανανόβυζα και στην χειρότερη θηλές-ξεροσφύρι. H πιο διαδεδομένη εγχώρια ποικιλία αχλαδομούνας είναι η λεγόμενη κοντούλα.

Τα καλά νέα είναι ότι, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, οι αχλαδομούνες αντιμετωπίζουν λιγότερους κίνδυνους καρδιοαγγειακών νόσων τόσο από τις μηλαρούδες όσο και από τις φραντζολίνες. Τα κακά νέα είναι ότι δεν υπάρχουν άλλα καλά νέα.

Ενώ η αρχέτυπη αχλαδομούνα είναι ξεπλένω, υπάρχουν πολλές με εκθαμβωτικά πρόσωπα. Όσες δεν το βάζουν κάτω βαλαντώνουν νυχθημερόν με σισύφειο ζήλο στα γυμναστήρια προσπαθώντας σκληρά αλλά επί ματαίω να υπερνικήσουν την γεννητική τους τροχοπέδη. Οι έξυπνες αχλαδομούνες, όπως μας πληροφορεί στα σχόλια το poniroskylo «δεν παιδεύονται να μειώσουν τις περιφέρειες - όπερ ανέφικτο - αλλά να ανοίξουν/φαρδύνουν τις πλάτες».

Οι χειρότεροι εχθροί της αχλαδομούνας είναι το ίδιο τους το DNA καθώς και η μάσα. Η δίαιτα απλώς αποτρέπει τον πλήρη εκφακλανισμό τους, χωρίς να τους χαρίζει την επιθυμητή σιλουέτα

Ο πιστότερος φίλος της είναι η κωλόκρυψη, που πείθει μόνο τους πλέον αγαθομούνηδες. Στην δε προσπάθειά τους να αποκαταστήσουν αναλογίες – Fibonacci, πολλές καταφεύγουν σε εμφυτεύσεις σιλικόνης και λιποαναρρόφηση.

Ινδάλματα κάθε αχλαδομούνας είναι φυσικά οι Jennifer Lopez, η Βeyoncé, η Shakira το ψωλαρμενάκιKim Kardashian και η Κατερίνα Γκαγκάκη.

- Λίλιαν: Θεόμουνό μου εσύ, if I told you had a beautiful body, would you hold it against me;

- Λαόυρα: 'φχαριστώ βρε φιλενάδα, αλλά δεν ήμουν πάντα έτσι. Γεννήθηκα – σνιφ-σνιφ- κλαψ-κλαψ! – αχλαδομούνα!

- Λίλιαν: Δεν το πιστεύω! Και πως έγινες τέτοια κλεψυδρομούνα;

- Λαόυρα: Το κερασάκι στη τούρτα ήταν όταν το slang.gr ανάρτησε μύδι μου με λεζάντα «εκτο-ενδομορφική αχλαδομουνοπατσαβούρα» στο λήμμα σαβουρογαμόσαυρος. Την έκανα αμέσως για San Diego όπου έβαλα ψεύτικες βυζούμπες, έκανα λιποαναρρόφηση, φόρεσα πεοχειλουδάκια και προσέλαβα τον ΡΤΠ για πέρσοναλ τρέηνερ!

- Λίλιαν: Tom Pοusti!!

Βλ. και αχλαδομουνοπατσαβούρα, αχλάδω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός σε γυναίκα που, ενώ αντικειμενικά θεωρείται κόμματος, ρέγγα γάλακτος, βουτυρόμουνο, πεόλαυση, είτε λόγω μεγάλης αυτοπεποίθησης, είτε λόγω ευκολίας της γυναίκας αυτής στο να σκαρφαλώνει ψωλόφους, κοινώς είναι του χεριού μας, μπορούμε να την πασπατέψουμε χαλαρά.

Προέλευση αυτονόητη από το βατός + μουνί.

- Ακούγεται ότι αν και αιδοίαρος η Ζωρζέτ το πίνει το σαλέπι.
- Έλα ρε και φοβόμουν να της την πέσω μη φάω πίτα πίτα. Να ορμήσω δηλαδή!
- Ναι λέμεεεε. Βατόμουνο είναι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ του ρήματος γαμάω και του αγγλικού ουσιαστικού man, που σημαίνει άντρας, και εν προκειμένω παραπέμπει σε υπερήρωες-μαρβελιές, τύπου Superman, Batman, κ.τ.ο. αλλά κυρίως στον Spiderman, εκ του οποίου μάλλον δανείζεται την κατάληξη της λεξιπλασίας -ντερμαν.

Ο γαμάιντερμαν είναι τύπος συμπεριφοράς άνδρα. Είναι αυτός που προβάλλει μία εικόνα γκραν γαμάω, γαμαωδέρνουλα, γαμιά της γειτονιάς κ.τ.ό. Στη συντριπτική πλειοψηφία της χρήσης του, ο όρος δεν περιγράφει θετικά τον όντως ούμπερ-γαμίκουλα, αλλά αυτόν που την έχει δει έτσι, γι' αυτό και εντάσσεται συνήθως σε φράσεις του τύπου: «Ποιος είσαι ρε φίλε; Ο Γαμάιντερμαν;» ή «Τι έγινε ρε φίλε; Την είδες Γαμάιντερμαν κιέτσ';».

Φαντασιακώς, ο Γαμάιντερμαν αισθητοποιείται ως ένας υπερήρωας με σέξι εσώρουχα τύπου Σούπερμαν, και μια μπέρτα, όπου αναγράφεται το γράμμα κατατεθέν του, το Γάμα. Υπερίπταται της πόλης και τείνει ευήκοον πέοντα σε όποιον/αν ταπεινό και καταφρονεμένο έχει άμεση ανάγκη από πήδουλο. Ασφάλουσλυ, στις αποσοδομητικές μέρες που ζούμε, όπου ο Σούπερμαν πέθανε, ο Σπάιντερμαν είναι γκέι, ο Όπτιμους Πράιμ εγχειρισμένη και ο Μπάτμαν ντράμα κουίν, ο Γαμάιντερμαν είναι είδος προς εξαφάνιση και η τελευταία ευκαιρία των υπερηρώωνε να αποκαταστήσουν τον αμφισβητούμενο ανδρισμό τους.

Το αν, ωστόσο, ο Γαμάιντερμαν αρέσει είναι θέμα υπό αίρεση. Συνήθως γαμάιντερμαν ονομάζεται κάποιος γραφικός, ή κάποιος που προσπαθεί να υπεραναπληρώσει φυσικά του ελλείματα με μια επιτηδευμένη συμπεριφορά γκραν γαμάω. Λ.χ. γαμάιντερμαν μπορεί να ονομαστεί κάποιος που το παίζει πολύ μάτσο (ίσως από ενδόμυχους φόβους για τον ελλιπή ανδρισμό του), ένας κοντός που θεωρεί ότι το ανύπαρκτο ύψος το έχει πάρει σε πούτσα, ένας πουρέιτζερ που το παίζει μπο μεκ για να την πέσει σε μικρούλες. Επίσης, κάποιος που εκμεταλλεύεται την κοινωνική θέση του για να στρωσκανίσει: Λ.χ. αφεντικό που την πέφτει σε υφισταμένη, γιατρός σε νοσοκόμα, καθηγητής σε φοιτήτρια/μαθήτρια κ.τ.ό. Ακόμη, κάποιος με μάτσο και καθόλου θολές απόψεις, λ.χ. ένας Ελληνάρας ή γκρηκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ. Γενικότερα, ως συμπεριφορά δεν χαρακτηρίζει μόνο εραστή, αλλά και φίλο, συνάδελφο, συμπολίτη, που αισθανόμαστε την ανάγκη να τον ρωτήσουμε «μήπως θέλεις να σου κάνω και καμιά πίπα;» (η απάντηση του αυθεντικού Γαμάιντερμαν θα είναι καταφατική, οπότε δεν συνιστάται η ερώτηση) ή να τον παραινέσουμε «μη γαμάς πολύ, κατούρα και λίγο». Ωστόσο, από την άλλη, όπως το να παριστάνει κανείς τον τρελό είναι μια πρώτη ένδειξη ότι είναι όντως τρελός, έτσι και το να υποδύεσαι τον γαμιά, είναι η αρχή (=ήμισυ του παντός) του να γίνεις όντως γαμιάς, καθώς η προσποίηση έχει συχνά επιτελεστικό χαρακτήρα. Οπότε μπορεί και ο Γαμάιντερμαν να προτιμάται ως εραστής, αφού από το πολύ θέατρο, εβέντσουαλjυ κάποια στιγμή θα γαμήσει κιόλας. Σε κάθε περίπτωση περισσότερο από έναν μετροσεξουαλικό.

Για περαιτέρω περιπτωσιολογία στο παράδειγμα 1 παραθέτω ορισμένα μεταξύ πολλών πορτραίτων του Γαμάιντερμαν που βρήκα σε σχετικό νήμα στο Ιντερνέτι.

Fact: Ο Γαμάιντερμαν έχασε την παρθενιά του, όταν ο Chuck Norris τον πήγε στις πουτάνες.

  1. Θέμα: Ο Γαμάιντερμαν.
    Σίγουρα κάποια στυλάκια στον άντρα δεν τα γουστάρουν οι κυρίες.
    Είναι ο λεγόμενος γαμάιντερμαν. Ποιά είναι αυτά; Καρφώστε τους.

- Mου τη δίνει η φωνή «Εχω κάνει μαθήματα ορθοφωνίας με τον Μπαντέρας». Δε πάει ρε παιδί μου, τελείωσε!

- Για τον στυλάτο λέω που για κάποιες είναι ωραίος ως τύπος, σε κάποιες άλλες όμως φέρνει εμμετό, γλίτσα και λοιπά καλοπροαίρετα. Που σου 'ρχεται να τον πιάσεις απο το ζελεδιασμένο τσουλούφι και να τον φέρεις δυο βόλτες μπας και σκάσει να μιλάει για το πόσα φράγκα έριξε στο ηχοσύστημα του αυτοκινήτου του, τον κολλημένο με τη μπάλα, που ό,τι δεν γνωρίζει, το χλευάζει, γενικά τον Οστρογότθο

- Για να δω πως θα ζωγραφίσω εγώ τον γαμάϊντερμαν:
Μου τη δίνει ο τύπος και που όχι μόνο έχει άποψη για όλα αλλά είναι αυτός που έχει τη μόνη σωστή άποψη και φυσικά δεν δέχεται ότι κανείς άλλος μπορεί να εκφέρει γνώμη, που ρωτάει για την γνώμη σου απλά για να του επιβεβαιώσεις την δική του υποτιθέμενη σωστή... που έχει «καταφέρει» να αγοράσει ένα αυτοκίνητο και το χρωστάει για άλλα 5 χρόνια, αλλά κάνει φιγούρα και περνιέται και για έξυπνος που το πήρε πριν τα 30 και όχι στα 50.... που του αρέσει να επιδεικνύεται για το κάθε τι, από τις γιαλαντζί και ξερόλικες απόψεις, μέχρι να επιστρέψει σε ένα μαγαζί για να αποδείξει στον ψυλομύτη πωλητή πως βρήκε αλλού το γκατζετάκι που δεν ήθελε να του πουλήσει ο πρώτος. Αυτός που κοιτάει μόνο την επιφάνεια και τον εαυτούλη του και περνιέται για σούπερ ντούπερ επιτυχημένος και γαμίκουλας (ρε μήπως είσαι gay και δεν το ξέρεις ακόμα;), που πηδάει συνεχώς και ξεχνάει να κατουρήσει λιγάκι... αυτός που το παίζει σπουδαίος και τρανός, αλλά περιμένει από την κοπέλα του να πληρώσει τα μπινελίκια στον κινηματογράφο, γιατί «μωρό μου να μην τρέχω τώρα να βγάλω 10 από την τράπεζα ή να πληρώσω με κάρτα δεν αξίζει».... αυτός που χρωστάει εισόδημα 2 χρόνων στις πιστωτικές αλλά συνεχίζει απτόητος να επιδεικνύεται, εκτός και αν βρει καμιά χαζή και του ξεπληρώσει το χρέος σε αντάλλαγμα στεφάνι... αυτός που είναι και καλά ανεξάρτητος και αυτάρκης σε όλα, εκτός και αν πρόκειται για την μαμά του και που αφήνει την μαμά του ή τον κολλητό του να αποφασίζει για πάρτη του... αυτός που απαιτεί τον σεβασμό όταν ο ίδιος δεν τον έχει δείξει ποτέ σε κανέναν... αυτός που οποιεσδήποτε ευθύνες ή άσχημες καταστάσεις, τις ρίχνει στον δίπλα γιατί δεν έχει τα κότσια να τις αναλάβει ο ίδιος...
Δεν είναι απλά γαμάϊντερμαν, είναι lost case...

- Ο γαμάω και δέρνω ας πούμε Ελληνάρας που τα ξέρει όλα και νευριάζει εύκολα κλπ, μπορεί να ειναι πολύ ερωτικός γιατί δυστυχώς έχει αυτό το έστω ψεύτικο αντριλίκι που καμιά φορά είναι αφροδισιακό, ενώ αντίθετα, ενας καλός και ευγενικός νέος με κατανόηση για τα πράγματα με διάθεση στοργής και προδέρμ μπορεί στη φάση του άλματος να βγάλει μια τόσο θηλυκή και ευαίσθητη πλευρά που θα προτιμήσεις να δεις σε επανάληψη το «ρετιρέ» με τη Κατερίνα Γιουλακη παρά το ευαίσθητο άλμα.

- Γαμάϊντερμαν (ή θεογκόμενα από το άλλο τόπικ...) είναι συνήθως αυτός/η που μας «την έσπασε»...

- Ο γαμαιντερμαν ειναι γαμαιντερμαν σε ολες τις εκφανσεις της ζωης του. Οχι μονο ως συντροφος, αλλα και ως συναδελφος, ως συνεπιβατης, ως συνοικος, συνδαιτημων, συμφορουμιστας, συμπολιτης.

  1. Θα χει και γκομενακια γι αυτο θα ρθω γυμνος η ντυμενος γαμαιντερμαν!!! Θα χω και μπερτα με ενα τεραστιο Γ. (Εδώ).

  2. 1.39% ψηφισαν ξεπετα μιας βραδιας (Καλως τονα τον γαμαιντερμαν...) (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τόνοι μελάνι, θα χυθούν αν πρέπει να γράφεται με «η» ή με «ι». Αλλά, το προσπερνάω, γιατί είναι σλανγκ, και η σλανγκ πρωτογενώς έχει να κάνει με τον προφορικό λόγο.

Γαμιστής είναι ο τόσο γαμαωδέρνουλας, που το έχει κάνει επάγγελμα, για αυτό κερδίζει και την κατάληξη σε -ης. Όπως, ταξιτζής, μπογιατζής, φορτηγατζής, μπανιστιρτζής, κομμουνιστής, καπιταλιστής (άσχετα εντελώς τα τρία τελευταία, αλλά κάνουν ρίμα). Είναι αυτός που καταφέρνει να γοητεύει κατά συρροή τα θηλυκά, και ακολούθως να τα ικανοποιεί σεξουαλικά, λες και το χρωστάει στην ανθρωπότητα.

Δευτερεύουσα σημασία του όρου, έχει να κάνει και με αυτόν που χαλάει μια κατάσταση, γαμάει τα πράγματα δηλαδή.

-Ρε εσύ, αυτός κάνει τίποτα; Ο παππούς του ήταν μεγάλος γαμιστής! -Μπα, τούτος εδώ είναι η ντροπή της οικογένειας!!! Έχει πάρει το αυτί μου ότι την τρίζει την όπισθεν

-Εντάξει το βράδυ, έκλεισε το τραπέζι;
-Έκλεισε, μόνο που... θα έλθει κι ο Μάκης, ο ξάδερφος του Μπάμπη του Σουγιά.
-Έλα ρε μαλάκα με το γαμιστή. Αυτός θα μας τα κάνει άνω κάτω πάλι.
-Μην ανησυχείς, του είπαμε κομμένες οι μαλακίες. Αν δεν συμμορφωθεί τον τζάζουμε. Ούτως ή άλλως, είμαστε έξι χωρίς αυτόν.
-Γεννηθήτω το μπλε θέλημα σου...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαμογελώ κατόπιν σεξουαλικής ικανοποίησης, (μεταφορικά) νίκης.

(Σε παιχνίδι)
Γιατί μου γαμογελάς; Θα σε είχα αν δεν είχες κάνει πουστιά!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γκόμενα που έχει κορμάρα που φουσκώνει παντελόνια αλλά μούρη που εκτροχιάζει τρένα από την ασχήμια της .... και ωσεκτουτού η χρησιμότητά της είναι αυτή της γαρίδας: τρως το σώμα και φτύνεις το κεφάλι ...

- Κολλητέ τσέκαρε κώλο το μωρό...!!
- Το είδα αλλά η τύπισσα είναι γαριδογκόμενα, άμα γυρίσει πρόσωπο θα πάθεις εγκεφαλικό!....

βλ. επίσης γαρίδα, γκόμενα-γαρίδα, γυναίκα-γαρίδα και πεσκανδρίτσα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι ο νέος -ηλικιακά- ανθρώπας, που είτε γιατί έπαθε γιδιαίτερη μόρφωση και κουλτούρα, ή λόγω μενταλιτέ ή γιδεολογίας, υπολογίζεται πχια περσσότερο ως μέλος της γερολαίας.

Συνώνυμο: ο πάσχων από μπαμπανίαση.

Άλλες σημασίες:
α. Η ironick λέει ότι γεροντόπαιδο είναι το παιδί της γεροντομάνας.
β. Ελληνιστί, έτσι αποκαλείται ο ευβλόγερ Old Boy. (παράδειγμα 6)

  1. -Σήμερα μου είπαν δυο συριζαίες, (μεγάλες γυναίκες) "μα πώς μπορείς νέος άνθρωπος να είσαι Ελιά"...
    -Απάντησες "Μπορεί να είμαι νέος ληξιαρχικά, στην πραγματικότητα όμως είμαι γεροντόπαιδο"; (εδώ)

  2. Κάτια Δανδουλάκη: «Ήμουν σαν ένα γεροντόπαιδο» (εδώ)

  3. -I see νεανικά κορμιά με γερασμένες ψυχές people.
    -Γεροντόπαιδα λέγονται.

  4. Γεροντόπαιδα. Η αποθέωση του κλισέ: "Στη Βουλή των εφήβων, είναι πιο γέροι κι απ τον Παπούλια. #boring"

  5. -Γιατί η ΕΣΗΕΑ δεν εντάσσει στους κόλπους της όλα αυτά τα παιδιά που δουλεύουν με 300 ευρώ το μήνα, μαύρα, 6 ή 7 μέρες την εβδομάδα;
    -γιατί δεν τους θελει. Έχουν ήδη τα γεροντόπαιδα εκει σκοτούρες, δεν ειναι για καινουργιους μπελαδες και τρεχαματα!!!!! (εδώ)

  6. Δεν μας αφοράς ρε Χριστόδουλε Ξηρέ. http://old-boy.blogspot.gr/2014/01/blog-post_21.html … Για άλλη μια φορά, το γεροντόπαιδο με βγάζει απ' τον κόπο. (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

(ΓΣΕΕ+γενίτσαρος)

Μέχρι στιγμής τον επιστημονικότερο ορισμό του λήμματος οφείλουμε στον καθηγητή Βερέμη (8:49) στο επισυναπτόμενο βίντεο. Έτσι μαθαίνουμε ότι «οι γεσεενίτσαροι ήταν αρχικά απλοί Έλληνες εργαζόμενοι που είχαν την δυνατότητα να μιλάνε με τους μαγαζοτζαμπάσηδες και τους βουλευτοπασάδες. Στην πορεία αλλάξανε στρατόπεδο. Κάποιες φορές αλλαξοπιστούσαν κιόλας και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που κέρδισαν την εμπιστοσύνη των βουλευτοπασάδων και βρέθηκαν με πλούτη και μεγάλη δύναμη. Κάποιοι μάλιστα, παρότι το βουλευτοπασαδιλίκι πέρναγε -περίπου όπως στις ημέρες μας- από πατέρα σε γιό, κατάφεραν να αποκτήσουν ακόμη και αυτό το ίδιο το αξίωμα.

Παράδειγμα στο βίντεο, ακριβώς πριν από τον ορισμό του Βερέμη.

(από Ελβετός, 08/06/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία