Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ψωλογλειφίδα η οποία κατά την διάρκεια του μινέτου μετουσιώνεται από κοινή μούνα, κυριολεκτικά, σε στόμα και μουνί ένα πράμα.

Άλλη μια λατρευτική σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου

...Τι γλύκα!... Τι γλύκα!... Φλώσσυ μου είναι Πα... ΠΑράδεισος αυτό που κάνεις!... είσαι, λοιπόν, και πούτα... πουτίτσα... Άγγελος μαζύ και πούτα!... Αγγελοπούτα!... Στοματομούνα!..... Ψωλογλείφα!.... Ώωωωωχ!.... Ώωωωωχ!.... Μουμούνα μου!.... Άααααχ!... Ωωωωωχ!...
(Ἀνδρέας Ἐμπειρῖκος «Ὁ Μέγας Ἀνατολικός», Τόμος Β', σελ. 25)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσομοίωση σεξουαλικής πράξης. Ο κουμπαράς παρομοιάζεται με αιδοίο λόγω της σχισμής, όπου μπαίνουν τα κέρματα.

- Πρέπει να κάνω αποταμίευση γιατί περνάω δύσκολα. Πρέπει να βάλω τη δραχμή στον κουμπαρά της Κικίτσας!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

ΠΩΣ ΠΡΟΕΚΥΨΕ Η ΦΡΑΣΗ

Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ο Ισθμός της Κορίνθου. Η Πελοπόννησος ήταν ενωμένη με την στερεά Ελλάδα και όποιος ήθελε να πάει Πειραιά Πάτρα δια θαλάσσης, έπρεπε να κάνει το γύρο της Πελοποννήσου. Είχαν εφεύρει όμως μία – κουραστική - εναλλακτική λύση. Έσερναν τα καράβια πάνω σε κορμούς δένδρων και τα περνούσαν απέναντι δια ξηράς.

Επίπονη η εναλλακτική αλλά στη διαδρομή – που κρατούσε μέρες – υπήρχαν κάτι μπουρδελάκια με κοπέλες όμορφες, πρόθυμες και περιποιητικές. Οι ναυτικοί, για ευνόητους λόγους, προτιμούσαν τον δια ξηράς δύσκολο δρόμο και οι στεριανοί έλεγαν –και είχαν δίκιο– πως το μουνί σέρνει καράβι.

Αιώνες αργότερα, οι ναυτικοί – κυρίως οι Έλληνες – αποδείχτηκαν ιδιαιτέρως μερακλήδες. Δεν υπήρχε λιμάνι που να μην έχουν και μία αρραβωνιάρα. Δεν υπήρχε πουτάνα λιμανιού που δεν μιλούσε Ελληνικά. Δυστυχώς όμως, οι φορτοεκφορτώσεις των πλοίων ολοκληρώνονταν με γοργούς ρυθμούς, ενώ οι καυλοπυρέσσοντες ναυτικοί ήταν αχόρταγοι και ποτέ τους δεν επέστρεφαν έγκαιρα. Τα πλοία έμεναν δεμένα να τους περιμένουν. Και είχαν δίκιο οι αγανακτισμένοι καραβοκύρηδες να λένε πως το μουνί δένει καράβι.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΥΝΙ (ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ - ΕΛΑΧΙΣΤΟΥΣ ΕΛΠΙΖΩ - ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ)

Μουνί ή γατάκι ή αιδοίο, ονομάζεται το σύνολο των γυναικείων εξωτερικών σεξουαλικών οργάνων, η είσοδος του κόλπου και οι γύρω περιοχές. Το αιδοίο περιλαμβάνει το εφήβαιο - που βρίσκεται μπροστά -, το περίνεο - πίσω -, ενώ δεξιά και αριστερά δεσπόζουν τα δημοφιλή μεγάλα και τα λιγότερο δημοφιλή μικρά χείλη. Ο λιπώδης ιστός και το δέρμα στην μπροστινή πλευρά του αιδοίου ονομάζεται εφήβαιο ή όρος της Αφροδίτης. Εκεί ακριβώς αναπτύσσεται τριχοφυΐα σε σχήμα τριγώνου και αποτελεί πηγή πλουτισμού για τους κατασκευαστές γυναικείων ξυριστικών μηχανών μια και το ξυρισμένο αιδοίο έχει «άλλη χάρη» όχι μόνο στις παστρικιές μα και στις τίμιες.

Στην πραγματικότητα, αυτό που συνήθως αποκαλούμε μουνί δεν είναι παρά μία περιοχή εξαιρετικά ερωτογενής και ευαίσθητη στο άγγιγμα, η οποία προστατεύει το άνοιγμα του κόλπου και το στόμιο της ουρήθρας, ενώ φιλοξενεί την «ανδροπρεπή» κλειτορίδα.

Υπάρχουν αιδοία ευαίσθητα, λιγότερο ευαίσθητα, ρηχά, βαθιά, φαρδιά, στενά κλπ., όμως όλα έχουν το ίδιο σχήμα, ακόμη και τα Ασιατικά. Παρά τις διαδόσεις που θέλουν το Ασιατικό αιδοίο να μην είναι έτσι (|) αλλά έτσι (-), στην πραγματικότητα, ο διάσημος αυτός τύπος αιδοίου είναι απλώς στενός (.). Δηλαδή πολύ στενός! Τόσο στενό είναι το Ασιατικό αιδοίο που θα μπορούσαμε με εγκυρότητα και αρμοδίως, να δηλώσουμε ότι ο στενότερος Ευρωπαϊκός πρωκτός είναι πιο ευρύχωρος απ' το πλέον ξεσκισμένο Ασιατικό αιδοίο.

Κατά μήκος του κόλπου υπάρχει ένας υποβλεννογονιακός ιστός, γεμάτος αιμοφόρα αγγεία. Με τη δράση του ανοίγει ή κλείνει το εσωτερικό του κόλπου. Μέσα στο επάνω τμήμα του κόλπου, ακριβώς πίσω από το ηβικό οστούν, λέγεται ότι υπάρχει μια περιοχή από σηραγγώδη ιστό που, όταν ερεθιστεί, προκαλεί ένα διαφορετικό είδος οργασμού. Η ζώνη αυτή είναι γνωστή ως «σημείο G«. Πολυετείς έρευνες του γράφοντος απέδειξαν αρμοδίως ότι το σημείο αποτελεί παραμύθι που έχουν εφεύρει οι ανοργασμικές για να κάνουν τις καλογαμημένες να σκάσουν απ' τη ζήλια τους.

Γενικά και εν κατακλείδι, το αιδοίο αποτελεί κοινή καταγωγή και κοινό στόχο των ανθρώπων. Άνδρες γυναίκες ασχολούνται μαζί του. Οι μεν άνδρες με σκοπό να το κατακτήσουν, οι δε γυναίκες με σκοπό να το καταστήσουν παγίδα. Οι άνδρες δουλεύουν, κλέβουν και εξαπατούν για να βγάλουν λεφτά και με τα λεφτά αγοράζουν κότερο που ως γνωστό είναι μεγάλη μουνοπαγίδα. Οι γυναίκες κάνουν δίαιτα, βάφονται, φτιασιδώνονται, ξυρίζουν το όρος της Αφροδίτης και τα πόδια τους με σκοπό να καταστήσουν το αιδοίο τους πεοπαγίδα. Κατόπιν αφήνουν την πεοπαγίδα τους να πιαστεί στη μουνοπαγίδα (κολ μι κότερο).

Φαύλος κύκλος το αιδοίο. Κάτι σαν τη Ρώμη. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν εκεί.

Οι αρχαίοι ημών είχαν πλήρως αντιληφθεί τη σπουδαιότητα του αιδοίου και είχαν γεμίσει τα ιερά με τις λεγόμενες ιερόδουλες. Η μήτρα υπήρξε ανέκαθεν ιερή. Η θεά Δή-μητρα (η μήτρα της γης) χάριζε στους θνητούς όσα οι Θεοί ήθελαν για πάρτη τους αποκλειστικά. Όμως αυτά είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Το παρόν πόνημα κλείνει με μία διαπίστωση, αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας.

Το αιδοίο παρότι έχει χείλη, δεν ομιλεί.

Ευτυχώς.

Διότι αν το αιδοίο είχε φωνή, θα είχε πολλά να πει για την κυρά του, ελάχιστα για τον κύρη της κυράς του και μερικά για τον κουμπάρο.

(κουμπάρος, ο: εκείνος ο οποίος ερωτοτροπεί με παντρεμένες., δηλαδή γαλατάς, υδραυλικός, ηλεκτρολόγος κλπ)

- Είσαι ντιπ τρελός ρε Τάσο;
- Γιατί ρε;
- Πήρες της πιτσιρίκας κόσμημα 20.000€ ρε μαλάκα;
- Για την πάρτη της όλα. Τέτοιο μουνί δεν έχει ο κόσμος όλος. Ααααχ (βαθιά ικανοποίηση), το μουνί σέρνει καράβι, Κώστα μου εμένα δε θα σύρει;

Πηγή: εδώ. Bλ. και το αιδοίο σύρει πλοίο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από τις σεξιστικότερες ύβρεις, σύμφωνα με την οποία το γυναικείο αιδοίο (και κατ' επέκταση η γυναίκα που το φέρει) παρομοιάζεται και εξομοιώνεται με μια απλή, νέτη σκέτη Τρύπα. Στο μυαλό αυτών που το λένε (διαβεβαιώ τον Τζίζας που πρότεινε τον όρο πως το λεν αρκετοί) η λέξη αυτή είναι ακόμα υβριστικότερη από το μουνί, μουνότρυπα και τα συναφή, καθότι υποβιβάζεται πλήρως η αξία του στη μη αξία μιας τρύπας η οποία, στην καλύτερη περίπτωση να βουλώσει και τίποτ' άλλο. Απαθής, αμέτοχη και αδιάφορη για τους πάντες τρύπα, αυτό είναι η γυναίκα στο μυαλό όσων τις αποκαλούν έτσι. Μάλλον έχουν τους προσωπικούς τους λόγους και δεν έχει να κάνει με το ποιόν της γυναίκας που υφίσταται αυτή την επίθεση.

Υπάρχουν και γυναίκες που το λένε προς τις ομόφυλές τους και τότε έχει μεγαλύτερο μένος η βρισιά. Τώρα αν λέγεται και σε αδελφές, ουκ οίδα. Μεταξύ τους, υποθέτω πως ναι, το λένε.

- Αχ συγνώμη κύριε, δεν το είδα το στοπ...
- Ουστ μωρή τρύπα, μιλάς κι από πάνω...

(από ironick, 22/11/08)

Βλ. και καυλόμουνο, αμαρτωλό, ξεψώλι.

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτή που χύνει τρελά ή αυτή που προκαλεί μεγάλης ποσότητας και έκτασης εκσπερμάτωση στον άνδρα. Κατά μια παραπλήσια έννοια αυτή που είναι τόσο καυλιάρα ώστε να προκαλεί την ανδρική επιθυμία για εκσπερμάτωση στο μουνί της.

  1. Πο πο, τι χυσομούνα η Καλλιόπη φίλε μου. Με στέγνωσε...

  2. - Τι γκομενάκι είναι αυτό ρε Βλάση;
    - Χμ, την είδες τι χυσομούνα είναι η ψώλα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ψακί-μουνί: η γυναίκα - κοπέλα που δεν κάνει χρήση του ξυραφιού στο συγκεκριμένο σημείο ή έχει να κάνει μπάνιο από το Πάσχα. Συνήθως χρησιμοποιείται για κοπέλες πού έχουν κάνει το σεξ καθημερινότητα... και όχι με τον ίδιο άντρα!

  1. Πω ρε φίλε χτες γάμησα μία ψακομούνα, τρία προφυλακτικά έβαλα.

  2. Μέσα σε μπαρ-κλάμπ (αντροπαρέα)
    - Ρε φιλέ ωραία γκόμενα αυτή.
    - Άσε ρε μαλάκα, αυτή είναι ψακομούνα, έχει πάρει όλη την περιοχή.

βλ. και παρτόλα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφορά σε αιδοίο, που αναδύει τη γνωστή... μυρωδιά ψαριού. Κάργα στην απλυσιά είτε για λόγους υγιεινής (όπως λέει η κάτοχός του «γιατί τα τεχνητά καθαριστικά χαλάνε το φυσικό pH του κόλπου»), είτε λόγω αγαμίας/παρθενιά.

- Σκύβω να τη γλείψω δικέ μου και έμεινα.
- Τόσο ωραίο ήταν το μουνί της;
- Δεν ξέρω, δεν πρόλαβα να δω. Σχεδόν λιποθύμισα από τις αναθυμιάσεις.
- Πάλι σε ψαρομούνα έπεσες;;;

(από earendil_ath, 14/12/12)

Σχετικά: μπακαλιαρίλα, καμένο ντουί και το ευρύτερο μουνίλα. Δες και -μούνα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υποτιμητικά, προσβλητικά: το αιδοίο.

περιττό

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία