Επιπλέον ετικέτες

  1. Στην φανταροσλάνγκ, βυσματίας καλείται ο στρατιώτης ή και βαθμοφόρος που τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης λόγω γνωριμίας, συγγένειας κλπ συναφή με το βύσμα, το οποίο και φροντίζει έτσι ώστε η άχρηστη αυτή περίοδος στην ζωή του αντρός να περάσει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα και χαλαρά γίνεται, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι για να δροσίζεται ο κανακάρης άλλοι τρώνε τα αγγούρια.

Άλλοι ίσως να σπεύσουν να δικαιολογήσουν τους βυσματίες, ισχυριζόμενοι ότι δεν φταίνε οι ίδιοι γιατί δεν είναι παρά άρρωστοι που πάσχουν από την σπάνια νόσο της βυσματίωσης. Η σπανιότητα της νόσου έγκειται στ' ότι αυτή προσβάλλει τους ασθενείς αυστηρά επιλεκτικά, ενίοτε δε και με σειρά προτεραιότητας.

  1. Ο βυσματίας διατηρεί την ίδια ακριβώς σημασία και στην εκτός στρατού σλανγκ, μόνο που εκεί η αδικία είναι μεγαλύτερη και χειρότερη.

Συνώνυμα: βύσμα, βυσματικός, bluetooth κ.α. Με μικρότερη (ενδεχομένως) συχνότητα, υφίσταται και ως πολύμπριζο.

Αναρτηθέν εις Δ.Π. υπό Khan.

  1. Φιλαράκι βυσματίας αεροπόρος που κάνει τις διακοπές του εεε το φανταρικό του εννοώ στο μακρινό ..Ζούμπερι,ειδοποιήθηκε ότι φεύγει άρον άρον με απόσπαση στη Χαλκίδα Χωρίς περαιτέρω λεπτομέρειες (ήταν εκτός στρατοπέδου όταν τον ειδοποίησαν) Ξέρουμε πιθανά στρατόπεδα της αεροπορίας στη Χαλκίδα όπως και γιατί πάει εκεί;(υποτίθεται έχει αρκετό βύσμα για να έμενε Ζούμπερι.) (Από εδώ)

Τα πολιτικά γραφεία έστησαν «ανοιχτή» γραμμή με το Πεντάγωνο, η στρατιωτική ηγεσία ανέλαβε να υλοποιήσει τις πολιτικές διευθετήσεις, οι σχετικές λίστες «ημετέρων» πηγαινοερχόντουσαν, ο φαντάρος περίμενε το τηλέφωνο του διοικητή να χτυπήσει και να τον καλέσει, ενώ οι κυβερνήσεις «έπαιζαν» προεκλογικά παιχνιδάκια με τη μείωση της θητείας.
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν ο «βυσματίας», εάν τελικά «αναγκαζόταν» να υπηρετήσει, να περνά πράγματι «ζάχαρη», ενώ, όσοι δεν είχαν «μπάρμπα στην Κορώνη», σήκωναν το βάρος των υπηρεσιών επιβεβαιώνοντας τις σχετικές «best seller» ανάγλυφες εκφράσεις στις σκοπιές. (Από εδώ)

  1. Η πρόσληψη θα γινόταν μέσω ΑΣΕΠ.Στις προϋποθέσεις (προσόντα), ανάμεσα στα άλλα, ζητούσαν και 7 (επτά) χρόνια προϋπηρεσία στην ίδια θέση!!!! Σκέφτηκα πώς διάβολο μπορούσε να είχε κανείς αυτό το προσόν. Η απάντηση ήταν προφανής. Το προσόν το διέθετε ΜΟΝΟ αυτός που ήδη υπηρετούσε εκεί, με σύμβαση ορισμένου χρόνου, η οποία συνεχώς ανανεωνόταν. Όταν λοιπόν μάζεψε ο κύριος βυσματίας αρκετή προϋπηρεσία, την οποία ΑΠΟΚΛΕΙΟΤΑΝ να είχε μαζέψει οποιοσδήποτε άλλος παγκοσμίως, το διεφθαρμένο ελληνικό δημόσιο προκήρυξε τη μόνιμη θέση. Και φυσικά την πήρε ο βυσματίας. Ο οποίος, αν ρωτηθεί τώρα, θα πει ότι «προσλήφθηκα μέσω ΑΣΕΠ». (Από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επίθετο που χρησιμοποιείται πολύ στον στρατό. Σημαίνει μία μονάδα, ή λόχο, ή ειδικότητα, ή υπηρεσία (ή ό,τι) που είναι άνετη, χαλαρή, προνομιακή, και ωσεκτουτού επιφυλάσσεται για βύσματα, γι' αυτούς που έχουν τα μέσα, για να περάσουν καλά στη θητεία τους .

Δευτερευόντως, χαρακτηρίζει και τον φαντάρο που είναι βύσμα και έχει κονεδιαστεί με βυσματάρχες. Ενώ από τον στρατό περνάει και στην συνολική οικονομία, οπότε χαρακτηρίζει επαγγελματικές και κοινωνικές καταστάσεις, όπου δεν επικρατεί αξιοκρατία, αλλά οικογενειοκρατεία, πελατειοκρατία και νεποτισμός και όπου οι θέσεις καταλαμβάνονται από αλεξιπτωτιστές, ή και τους ευνοούμενους από αυτήν την παθολογία.

Τέλος, το έχω ακούσει και με την σημασία του πολύ ωραίου, του σένιου, του ανφάν γκατέ, στη λογική ότι φανταζόμαστε πως για να είναι τόσο ωραίο σημαίνει ότι στο Ελλαδιστάν μόνο λίγοι βυσματωμένοι προνομιούχοι θα μπορούν να το απολαύσουν.

  1. Ο Λόχος ο καλός, ο βυσματικός, το ξενοδοχείο (Lohotel). Εκεί που οι τουαλέτες τρίζουν από καθαριότητα, εκεί που το ζεστό νερό ρέει άφθονο. Ο Λόχος που όλοι φθονούν, αποστρέφονται και στραβοκοιτάζουν στην αναφορά Τάγματος, κυρίως επειδή δεν κατάφεραν να γίνουν μέλη αυτής της μεγάλης οικογένειας. (Εδώ).

  2. Το μηχανικό έχει αποκτήσει την φήμη του «βυσματικού», με άλλα λόγια έχει περάσει η πεποίθηση στον κόσμο ότι άπαξ και μπεις μηχανικό θα είσαι πιο χαλαρά και δεν θα ζοριστείς ιδιαίτερα. But ALAS my friends!!! Η εν λόγω φήμη μικρή σχέση έχει με την πραγματικότητα! [...] 3ος λόχος ο βυσματικός, οι ανθυπολοχαγοί τα έχουν όλα γραμμένα στην καραπουτσακλάρα τους, είναι χαλαροί(αρκεί να μην είστε προκλητικοί και να μην δημιουργείτε προβλήματα) και πάνω απ’ όλα είναι πιο ανθρώπινοι. (Εδώ).

  3. Ο καλός βυσματικός μαύρος θα πρέπει να θέσει σαν στόχο να πάρει την καλύτερη ειδικότητα, να κάτσει όσο περισσότερο μπορεί στο ΚΕΤΘ (μέχρι 2 μήνες αντε 2μιση) διοτι τελευταίοι μένουν οι ΟΔΜΑ και παίζει εμπλοκή. Στην συνέχεια μια καλή μετάθεση στις λιγοστές βυσματικές ΕΜΑ ή ΕΑΡΜΕΘ, και τέλος αν δεν το επιτρέπουν τα μόρια, βυσματική μετάθεση στο ΚΕΤΘ σαν οργανικός (οργανικός = τέλος θητείας)!!! (Εδώ).

  4. Γραπτός διαγωνισμός πέρα των πανελληνίων και του ΑΣΕΠ είναι βυσματικός. (Εδώ).

  5. Εχεις ηδη ετοιμη καμια δουλεια του μπαμπα-θειου-γειτονα. Εισαι βυσματικος σε κανα μαγαζακι τεχνικος ή πωλητης και εισαι ευτιχισμενος. (Εδώ).

  6. - Γιατρέ μου θα σε πάω σ' ένα πολύ καλό κλαμπάκι με θέα σ' όλο τον κόλπο της Καλαμάτας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Στο στρατιωτικό ιδίωμα, ο ανθυπασπιστής λέγεται συχνότατα ανθύπας (με σλανγκική αποκοπή). Από εκεί, με μια ηχηροποίηση του θήτα γίνεται αντύπας, ώστε να θυμίζει τον ομώνυμο λαϊκό τραγουδιστή. (Ή, αναλόγως με τα προσωπικά γούστα, και τον ήρωα Διγενή Αντύπα του Χάρρυ Κλυνν που έμεινε διάσημος για την ατάκα ημίθεος και βάλε, ή τον Αντύπα που χαιρέτησε ο Σαββόπουλος αφήνοντας πίσω του μια τρύπα).

Πάσα: Χότζας.

  1. - Μας έχει τύχει ένας αντύπας πολύ στριμένος! Μες στη γκρίνια όλη μέρα!

  2. - Άσ' τα, είχε κέφια πρωϊνιάτικα ο αντύπας και μας τραγούδησε...

(από Khan, 02/02/12)(από Khan, 19/11/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φαντάρος που υπηρετεί στο Πολεμικό Ναυτικό, θυμίζοντας την Αλίκη Βουγιουκλάκη στην ταινία Η Αλίκη στο Ναυτικό. Το υπονοούμενο είναι ότι ο υπηρετών στο Ναυτικό είναι φλώρος και βυσματίας. Προσφάτως παίζει και για τον Αδώνιδα Γεωργιάδην άκα μπουμπούκο που έγινε Υφυπουργός Ναυτιλείας.

Πάσα: Χότζας.

Τελικά υπηρέτησε αλίκη το βύσμα!

(από Khan, 31/01/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο κλαράς, δηλαδή ο ανώτερος αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων, που φέρει κλάρα, ήτοι μια μικρή ασημένια ή χρυσή βέργα, με σχήμα κλαδιού, στο γείσο του πηληκίου του, ονομάζεται σκωπτικώς και κλάραμπελ, όπως η Clarabelle Cow, η ηρωίδα των μικυμάου πού 'ναι γυναίκα του Ορατίου και περιστασιακά γκομενίζει με τον γκούφη. Η έκφραση παίζει σταντέ στο Πολεμικό Ναυτικό.

Πάσα: Χότζας.

  1. Προσέξτε στραβάδια, σκάει κλάραμπελ!

  2. Α.Φ.Ε. (Αξιωματικός Φυλακής Επιτελείου, συνήθως κλάραμπελ). (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο λελυόμενος, αυτός που λελύεται - απολύεται...

- Ναι, γεια σας! Μήπως είναι εδώ ο Γιάννης ο λέλος;
- Ο Γιάννης ο ποιος;
- Ο λέλος ρε ποντικαράάάάάάά... Πόσες έχεις; Έναν αιώνα και σήμερα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανώτερος αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων, του οποίου το τζετζεροκαπάκι της κεφαλής φέρει στο γείσο χρυσοκέντητη κλάρα δάφνης (ή μαϊντανού).

Πρόκειται για σλανγκικό όρο του Π.Ν. τουλάχιστον από τη δεκαετία του 80.

Οι ανώτατοι αξιωματικοί με πολλές ολυμπιάδες πίσω τους φέρουν δύο τέτοιες κλάρες και ονομάζονται «δίκλαροι».

Ειρήσθω εν παρόδω ότι η λέξη «ολυμπιάδα», για λόγους που βαριέμαι να εξηγήσω, σημαίνει χρονικό διάστημα τετραετίας.

Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στη ΔΟΕ, εγώ πάω να την πέσω.

Όπως είπαμε στραβόγιαννε. Άμα δεις κλαρά σκας προσοχή κραπ- κραπ και χαιρετάς. Άμα είναι δίκλαρος, του κάνεις και μια πίπα.

(από Vrastaman, 26/01/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χρησιμοποιείται ιδιαιτέρως εις την στρατιωτικήν ιδιοδιάλεκτον ίνα τονίσει τον φυγόπονο στρατιώτη όστις ωσάν σαύρα κρύπτεται εις μέρη απίθανα εντός του στρατοπέδου δια να γλιτώσει τυχόν αγγαρεία εκ των ανωτέρων του.

- Καραμήτρο;!! Που σαυρίζεις πάλι;;!

- Αυτός ο Καραμήτρος, τι καλός στρατιώτης που είναι. Καλή σαύρα είναι του λόγου του.

- Εδώ είσαι παλιοσαύρα;

- Αφήστε το σαύρισμα και πιάστε γρήγορα δουλειά στα μαγειρεία.

- Να πας να βρεις αυτή την σαύρα τον Καραμήτρο και να του πεις να τσακιστεί γρήγορα στο διοικητήριο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο βετεράνος, ο παλαίμαχος, ο παλιός, το παλιοσείρι - στρατιωτικές εκφράσεις (εξού και η αναφορά στην καραβάνα) που βγήκανε και απέξω από τα στρατόπαιδα και τις λέμε και οι λοιποί άσχετοι.

Ο ξεσκολισμένος, ο έμπειρος, ο γνώστης, ο ξύπνιος και συνεπώς ψύχραιμος σε δύσκολες καταστάσεις που δε μασάει. Χρησιμοποιείται από τους κοινούς θνητούς και ως αντίστοιχη των γκουρού, σενσέι, επαΐων κλπ.

Αντίστοιχη έκφραση με το «παλιά πουτάνα στο κουρμπέτι», και βεβαίως και το γριά πουτάνα... (θεγκζ σις), εφόσον όσα ξέρει ο δικός της κώλος, δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος.

Πάσα: γαϊδουράγκαθος.

κλασομούνι: Το φαινόμενο οφείλεται σε συσσώρευση αέρα στον κόλπο καθώς ο μπούτσος τρομπάρει μέσα-έξω. Και, ως γνωστόν, ότι μπει, θα βγει. Είναι λίγο embarrassing για τη γκόμενα, αλλά άμα είναι παλιά καραβάνα, βάζει τα γέλια και πάτε γι' άλλο ένα.

Από εδώ - Brasil/Ημίζ: Στο καμάκι είμαι παλιά καραβάνα
Διάσημος ράπερ
Φορώ μπαντάνα
''Θες να γίνεις των παιδίων μου η μάνα;''

Από εδώ: gaidouragathos (από τα σχόλια παρακάτω): Μια παλιά καραβάνα που ήξερα, έλεγε: «Τον άντρα τον θέλω νάναι σπασμένος, χαρακωμένος...».

Εδώ: Είναι αυτό που λέμε παλιά καραβάνα... Το σκόρ είναι υπερβολικό γιαυτό που έπαιξε η ΆΕΚ σήμερα. Μπορεί να δείχνει μια επιβλητική ομάδα που κέρδισε άνετα αλλά ένα έχω να πώ και να επισημάνω. (81'-88') τρία γκόλ. Και σίγουρα έπαιξε ρόλο η εμπειρία και οι παλιές καραβάνες τισ ΆΕΚ. (Λύμπε,Δέλλας,Μπλάνκο)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τυπάς που ο αχτύπητος συνδυασμός προσόντων και ικανοτήτων που διαθέτει (ζηλευτός από κάθε συνειδητό κι ευσυνείδητο στρατόκαυλο -κι όχι μόνον) δεν εξαντλείται στο να μη φορά βρακί και να ‘ναι φιτ.

Κάτι στο βλέμμα (δε μασώ τον μπούτσο μου), κάτι στον τόνο της φωνής (εγώ μια φορά μιλάω), στη στάση του σώματος (έτοιμος για όλα) φωνάζει πως το ‘χει το κομαντιλίκι στο αίμα του, ακόμη κι όταν χρόνια μετά, με άλλους σειράδες, θυμάται ιστορίες του στρατώνα χτυπώντας μπιρόνια που άνοιξε με το νύχι.

Προκαλεί αύξηση της σχετικής υγρασίας σε μουνώνες (αλλά και βιτσιόζους παντός είδους) μια και πείθει πως είναι ντούρασελ ακόμη και μετά από εξτρίμ καταστάσεις.

Ειρωνικά, συνώνυμο του πτωμάντο.

1.
Το λεπτό σημείο είναι ότι σε γενικές γραμμές ο ΣΞ έχει χαλαρώσει πολύ σε σχέση με το '80, π.χ., ενώ η ΠΑ ήταν από τότε καραπουτσαριό (λόγια ανθρώπων που υπηρέτησαν τότε), οπότε υπάρχει μια σχετική (και μόνο) σύγκλιση. Από εκεί και πέρα επειδή κανείς μας δεν είναι στρατόκαυλος και δεν έχει όρεξη να το παίζει κομαντερός και καλά, ας μην αρχίσουμε να συγκρίνουμε τις εκπαιδεύσεις (και κυρίως ως προς τον β' κύκλο εκπαίδευσης). Αλλά μην ακούω και παπαριές τώρα για ζόρια στην αεροπορία….

2.
-Ο Π. είναι στην πάνω φωτογραφία; Δεν τόξευρα ότι είχε υπερετήσει και ΟΥΚας! ΥΓ: Με ‘γειές το νέο στυλ! Ωραίον! -ΟΥΚας, ΟΥΦΟάς, αερομεταφερόμενος, αμφίβιος και τρελά κομαντερός καλέ μου Σ. (τρεις λιποθυμίες για κάθε μία ανάβαση λόφου).

(όλα απ’ το δίχτυ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία