Επιπλέον ετικέτες

Ο τεμπέλης, ο νωθρός, ο μαχμουρλής, ο εις κατάστασιν σπαρίλης ευρισκόμενος, ο σπαριλόμπεης. Μάλλον εκ του ψαριού σπάρος (βλ. και σπαρίλα). Ο σπαρίλας είναι όχι τόσο ο οριστικά και αμετάκλητα τεμπέλης/ ατάλαντος/ μη μοτιβαρισμένος, αλλά μάλλον πιο πολύ αυτός που βαριέται να κάνει μια μικροδουλειά, έχει νωθρότητα σε μικρολεπτομέρειες της καθημερινής ζωής, βρίσκεται σε μουντ απραξίας.

  1. Οι πιο πολλοί άνθρωποι πάντως δεν άντεχαν να περιμένουν την τύχη κι έτσι τα παρατούσαν. Αλλά όχι κι ο Μπελέιν, όχι! Δεν ήταν κάνας τζιτζιφιόγκος ο Μπελέιν. Ήταν πυραυλοκίνητος ο Μπελέιν! Μεγαλείο, μέγκλα ήταν. Λίγο σπαρίλας βέβαια, αλλά τούρμπο. (Τσαρλς Μπουκόφσκι, Παλπ, Αθήνα: εκδ. Μεταίχμιο, 2015, μετάφραση: Γιώργος Ίκαρος Μπαμπασάκης).
  2. Άσε που περιμένω τελευταία στιγμή ο σπαρίλας να φτιάξω το οτιδήποτε και έχω ξεμείνει κιόλας. (Εδώ).
  3. Ως γνωστόν, είμαι μεγάλος σπαρίλας και δεν κάνω πότε κάτι μόνος μου...Θέλω πάντα παρέα :D Ακομα και για να κάνω την παραμικρή αλλαγή στο PC θα πρέπει να έχω παρέα έστω και τηλεφωνική... Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το σύστημα να είναι μέσα στην μπίχλα και το κύκλωμα της υδρόψυξης να είναι στα πρόθυρα του να αρχίσει να αποκτά "ζωή". (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα καλιαρντά είναι ο καυλιάρης, για την ακρίβεια αυτός που έχει γεμάτα τα αρχίδια του, τα μπελερίνια του, τα (μ)πελέ του (εκ της ρομανί). Το πλένο- ο Ηλίας Πετρόπουλος το ετυμολογεί από το ισπανικό pleno για το γεμάτο, ενώ ανάλογα έχουμε σε όλες τις λατινογενείς γλώσσες.

- Μωρὴ Γεωργία ποιό τεκνὸ βουέλεις κατετζόρνα; % - Τὸ Μανωλιὸ τὸν πλενομπελέ, ποὺ ἀβέλει μποὺτ πακέ.
- Ἀχούύύύ! Τί ἀθοριτομπενάβεις μωρὴ τζασλή; Τοῦ ἄβελα κοντιερὴ γιὰ νὰ φασωθοῦμε στῆς Μπέτης τῆς χοντρῆς καὶ μᾶς βγῆκε φιόγκος!! (Παράδειγμα Αἴαντος)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο αρραβωνιαστικός, ο μνηστήρας στα καλιαρντά, πιθανόν εκ του ιταλικού fidanzato.

Ὁ Ζηνόβιεφ εἶναι φιλέλληνας, ὄχι ντεζολαχτάρας σὰν τὸ σουάντες φινεντζάρη, ποὺ τουζούρ ντοὺπ σαφρὰνς... Σκέτος μπάϋρον εἶναι. (Παράδειγμα Αἴαντος).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αφενός είναι ο καναπές, όπου κάθεται ο κώλος μας αναπαυτικά, ή η πράξη ή συνήθεια του καθισιού, της ραστώνης, νωθρότητας, απάθειας, ή ο ίδιος ο καναπεδάκιας.

  1. Κατέβηκα στην προκυμαία και περπάτησα μέχρι το λιμάνι, διαδρομή που κάναμε παλιά για να ξεμουδιάσει ο κώλος μας από την κωλοκαθίστρα. (Εδώ).
  2. Το σημαντικότερο εδώ να σημειώσω, είναι ότι θα ξελακουβιάσει η καρέκλα που από την κωλοκαθίστρα έχει αλλάξει χρώμα. (Εδώ).

Αφεδύο είναι η γυναίκα ή κόρη που προσφέρεται για πρωκτογάμευση, που κάθεται με τον κώλο. Και κατά μεταφορική επέκταση ο κάθε ηττημένος, διασυρμένος, συντετριμμένος, ξεφτιλισμένος.

Έβαλε δυο γκολ στην Κ20 και την κωλοκαθίστρα Ιτάνζ. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άντρας που το να πηγαίνει σε οίκους ανοχής έχει καταστεί σημαντικό και οργανικό μέρος της ζωής του.

Ενδέχεται το ότι διαλέγει το μπουρδέλο ως διέξοδο στη σεξουαλική του ανησυχία να οδηγεί σε έναν αυτοτροφοδοτούμενο καύλο κύκλο, κατά τον οποίο δεν μπορεί αλλά από ένα σημείο και πέρα και δεν επιζητεί να κάνει μία σχέση. Ή απλώς είναι τόσο λούζερ, άσχημος και ανίκανος που ούτε να γαμήσει μπορεί, ούτε όμως και να πάει για ψάρεμα επιθυμεί, με αποτέλεσμα να καταλήγει στους οίκους ανοχής. Ωσεκτουτού, το μπουρδελόβιος έχει κατ' αρχήν μία αρνητική σημασία για να χαρακτηρίσει κάποιον που είναι μονίμως μπακούρης και δεν τον θέλει καμία. Εναλλακτικώς, μπορεί να σημάνει κάποιον που είναι ρεμάλι, που συνηθίζει τον μπουρδελικό βίο έτσι για το ροκ.

Θετικό πρόσημο μπορεί να έχει κυρίως σε διαλόγους μεταξύ συναγωνιστών μπουρδελιάρηδων, όπου ο μπουρδελόβιος σε αντίστιξη λ.χ. προς τον κωλομπαρόβιο, τον στουντιάκια ή τον λάτρη των σιτιτουριών, είναι αυτός που έχει κάνει οικοσύστημά του ό,τι φτηνότερο και άρα παρακμιακότερο υπάρχει στον (ζ)αγοραίο έρωτα, ήτοι τα τσαρδιά του εικοσάρικου. Επομένως, ο μπουρδελόβιος είναι αυτός που για να ικανοποιήσει το σκοτεινό του πάθος δεν διστάζει να γίνει αδίστακτος μπαζοφονιάς φτηνοπουτάνων, να φάει στη μάπα σοβά από την οροφή ετοιμόρροπων ντέλων στους δρόμους του Μεταξιού, να επιδείξει ηρωισμό και να παρασημοφορηθεί για αυτόν. Είναι, επομένως, το μεγαλύτερο μαχίμι ανάμεσα στους μπουρδελιάρηδες, ο λιγότερο φλώρος σε αντίστιξη με τους ακριβοπουτανιάρηδες, αυτός που έχει εγκύψει περισσότερο στην αηδιαστική πλευρά της ζωής. Εν κατακαυλείδι, σε ενδομπουρδελιαρικά συμφραζόμενα το μπουρδελόβιος βγάζει μια μεγαλύτερη αυθεντικίλα.

  1. Η Νανα δεν χρειαζεται συστασεις. Ολοι μα ολοι οι μπουρδελιαρηδες την γνωριζουν/ εχουν περάσει/ την εχουν δει. Οποιος δεν την εχει δει τουλαχιστον, δεν μπορει να θεωρηθει γνησιος μπουρδελοβιος!!! (Από μπουρδελοσάιτ).
  2. Το τέρας που διέπραξε αυτή την πράξη δεν ήταν μόνος η κοινωνία επί πολλά χρόνια ήταν δίπλα του.Τον θαύμαζε για τον τρόπο ζωής του. Ήταν τσαμπουκάς, χαρτοπαίκτης, ζαροπαίκτης μπουρδελόβιος κ.λ.π . Εκλέγεται εκ των πρώτων δημοτικών συμβούλων στο Αμπελάκι και φυσικά καταλαμβάνει την θέση του αντιδημάρχου. Αυτή η κοινωνία σήμερα λογικό είναι να προβληματίζεται και να διαμαρτύρεται, αλλά δεν μπορεί να ξεφύγει από την ένοχη της που έθρεψε, μεγάλωσε και δημιούργησε ένα έκτρωμα. (Εδώ).
  3. Αντίθετα άμα κάποιος "αποτυχημένος" στο αντίθετο φύλο πει κάτι τέτοιο (κανας μπάκουρος, κανάς πέφτουλας, κανάς μπουρδελόβιος, μαύρο φίδι που τον έφαγε! (Εδώ).
  4. Ο άντρας είναι αυτός που διανύει την πιο τραγική του περίοδο. Διότι αν δεν έχει λεφτά= αποτυχημένος, αν δεν έχει γκόμενα= μπακούρι και μπουρδελόβιος, αν δεν έχει φίλους= ανώμαλος, περίεργος. Πες μου εσύ αν η γυναίκα, που κατα τ'αλλα όλα είναι εναντίον της, χρειάζεται όλα αυτά για να κάνει σχέσεις και όχι απλώς ωραίο κώλο... (Σχέσεις).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα καλιαρντά είναι ο μαζοχιστής, ο μαζόχας. Προέρχεται από το ντέζι (εκ του γαλλικού désirer= επιθυμώ, ποθώ) και από το ντουπ που σημαίνει το ξύλο (ηχομιμητικό). Δηλαδή αυτός ή αυτή που ποθεί να τρώει ξύλο.

Όντις ήπαγε στο Αδελφοχώρι, με ντεζολαχτάρες και ντεζοντουπούδες αβέλει ντουπ τα πλήκτρα. (Μπουντουσουμού).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο υπουργός της κυβέρνησης στα καλιαρντά. Από το ιταλικό ministro και το πουρό της ρομανί.

Πάλι θα κάνει μινιστροπουρό τη γιδοτεκνοσυντήρητη ο πρωτονταβάς;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σε συμπλήρωση του έτερου ορισμού, λέγεται για τον άνθρωπο προχωρημένης ηλικίας γενικά. Για κάποιον που περιμέναμε ότι θα είχε ήδη πεθάνει, αλλά παραδόξως ζει. Αλλά και ειδικότερα, για κάποιον που έχει παγιώσει στο πρόσωπό του μία ανέκφραστη έκφραση σαν μάσκα. Ο λόγος μπορεί να είναι ότι έχει χρησιμοποιήσει αισθητικές μεθόδους συντήρησης, όπως μπότοξ, που του έχουν αλλοιώσει την εκφραστική του προσώπου. Ή μπορεί να έχει πάθει και μια σειρά από εγκεφαλικά ή Αϊζεν(χ)άουερ ή άνοια, που του έχουν προσδώσει μία απόκοσμη έκφραση αλλούφο. Όταν μαζεύονται πολλές μούμιες μαζί, γίνεται τουταγχαμός.

  1. Θα ψήφιζα τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη για Πρόεδρο. Γιατί; Δεν κάνει η μούμια για Πρόεδρος; Εδώ έχουμε τον Παπούλια! (Μακελειό).
  2. Σε λίγο καιρό, η Μέγκαν Φοξ θα μπορεί να παίξει μόνο στην Μούμια.

Τουταγχαμός!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός για πολιτικό (ή και γενικότερα για ασχολούμενο με πολιτική ή/και οικονομία) ο οποίος γουσταίρνει τα Μνημόνια και τις μνημονιακές υποχρεώσεις.

Θα μπορούσαμε, ίσως, με βάση τη συνέπειά τους, να διακρίνουμε δύο μεγάλες κατηγορίες μνημονιάκηδων.

Η πολιτική σλανγκιά είναι ήδη καταγεγραμμένη στη Βικούλα. Και δεν είναι η πρώτη φορά που η Βικούλα μας παίρνει την πρωτιά. (Αιδώς Σλανγκείοι!).

  1. Άδωνις για απολύσεις: Δεν θέλω να μου παίρνει τη δόξα ο Τόμσεν. Σχόλιο: Και μνημονιάκιας και ψεύτης ο Άδωνις!
  2. Οταν έβριζε το Σαμαρά,εκείνος το έπαιζε αντιμνημόνιο. Μετά άλλαξε. Ο Αδωνις όμως ήταν από την αρχή μνημονιάκιας, δεν άλλαξε τα πιστεύω του. (Εδώ).
  3. Τα άκουσε άσχημα ο Καμμένος… «Είσαι και ο πρώτος μνημονιάκιας» του είπε ο αρχηγός της ΝΔ. «Από εδώ και πέρα δεν μπορείς να μας λες Γερμανοτσολιάδες…» (Εδώ).
  4. Παίρνει τον πούλο o μνημονιάκιας Τσίπρας; Μακάρι. (Εδώ).

Στο 5.30 το χρησιμοποιεί ο Γιώργος Τράγκας εναντίον του Αντώνη Σαμαρά

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο άντρας που συνηθίζει τις μπουρδελότσαρκες σε οίκους ανοχής και του έχει γίνει πάθος και έξη.

Αν το λάβουμε με τη στενή σημασία ότι ο μπουρδελάκιας πηγαίνει μόνο σε μπουρδέλα, τότε μιλάμε για έναν άντρα περισσότερο λαϊκής καταγωγής και χαμηλής οικονομικής υποστάθμης που θα δώσει ένα μικροποσό (ξερωγώ καμιά εικοσαριά Ευρώ με κάποια πάνω-κάτω απόκλιση) για να επισκεφθεί παρακμιακό κωλοχανείο, σε αντίθεση με τον στουντιάκια που θα αναζητήσει μία στοιχειωδώς κυριλέ φάση σε στούντιο. Όμως άντρας που δεν έφαγε στη μάπα τον σοβά της οροφής μπουρδέλου υπό κατάρρευση, δεν είναι άντρας. Ως άλλος Μάρκο Πόλο, ο μπουρδελάκιας εξερευνεί τους δρόμους του Μεταξιού για να ικανοποιήσει το πάθος του, ενώ επιδεικνύει άφταστο ηρωισμό κατά τη γάμευση άθλιων μπαζόλων εκδιδομένων έναντι όχι ακριβού αντιτίμου. Για τον ηρωισμό αυτό συχνά ανταμείβεται και με παράσημα ανερχόμενος τη στρατιωτική ιεραρχία. Στην καφροσέξουαλ Ελλαδούλα μας, όμως, δυστυχώς οι ερωμένες του μπουρδελάκια είναι συχνά θύματα trafficking.

  1. Ειμαι μπουρδελακιας φιλε μου, αλλα και με τις γκομενιτσες μου..... εχω κανει πολλες "φιλιες" με δεκαδες κοπελιτσες τα 7 χρονια (σαιζον) που δουλευα Μυκονο. (Από το καθ' ύλην αρμόδιο Μπου).
  2. τύπε ανέκαθεν ήμουν μπουρδελακιας και μαλιστα σκληροπυρηνικός του μεταξουργείου ;D... Στουντιακιας ήμουν παλιά... και μασαζοπληκτος...οταν υπαρχει κάτι καλό δοκιμάζω.. αλλιώς πάω στα σίγουρα. (Από έτερο μπουρδελοσάη).
  3. Μπουρδελακιας και χρυσαυγιτης ιδια κατηγορια. Οι ελληνιδες που πιασανε μετρανε κι αυτες ως θυματα trafficking. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία