Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Η εντυπωσιακή, προκλητική, πρόστυχη και λάγνα θηλυκή ύπαρξη.

- Καλά χτες στο μπαράκι γνώρισα μια βρωμερή. Ήθελα να την δαγκώσω σου λέω. Αλλά με περίμενε η δικιά μου στο σπίτι...
- Άστο φίλε, γενικά κυκλοφορεί πολλή βρωμιά εκεί έξω τώρα που καλοκαίριασε. Πόσο να αντέξει ένας άντρας;

Dirty Girls - Courtney Love  (από tryager, 29/07/10)Το «Subbacultcha» απο Πίξιζ. (από vikar, 29/07/10)(από GATZMAN, 31/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Για να ξεπαρθενευτείτε και όσοι ελάχιστοι (;) ακόμα θεωρείτε τα πάντα γύρω από το σεξ και την γυναίκα να περιβάλλονται με το θερμό κόκκινο χρώμα του πάθους, έχω να σας μιλήσω για «τα καφέ». Ή «τα σκούρα», ή «τα τελευταία».

Είναι το απολειφάδι αίματος που εμφανίζεται στην σερβιέτα ή ακόμα χειρότερα στο βρακί κατά το ξεκίνημα ή το τελείωμα της περιόδου (όταν η ροή δεν είναι κανονική), ή στα μισά του κύκλου (για διάφορους λόγους, ωορρηξία, πρόβλημα, εγκυμοσύνη, άλλα) ή, τέλος, στην φάση της κλιμακτηρίου (εκτός αν πλημμυρίζεις, που είναι η άλλη πιθανή εκδοχή, όσο ξέρω).

Τα καφέ είναι μια απεχθής κατάσταση που μποχάει, που δεν λέει να τελειώσει (μπορεί να κρατήσουν μέεεερες), που αποτελεί δυσάρεστο συναπάντημα για τον άντρα, ο οποίος σα μαλάκας δεν εννοεί να σε πιστέψει ότι δεν έχει τελειώσει η περίοδος και νομίζει ότι κάνεις κορδελάκια γιατί δεν τον θέλεις και τελικά την πατάει όταν δει μπροστά του (στο γλειφομούνι) ή πάνω στον περί πολλού θεωρούμενο πέοντά του τα σιχαμερά μεζεδάκια που θυμίζουν σπληνάντερα (αυτό το τελευταίο: κλόπυράιτ Μες).

  1. – Τι έγινε με τον γυναικολόγο, όλα καλά;
    – Το ανέβαλα, ακόμα δεν μου έχει τελειώσει η περίοδος, πέντε μέρες έχω τα καφέ...

  2. – Αυτή τη φορά η περίοδος με πέθανε στον πόνο, τέσσερεις μέρες τα καφέ... μέχρι να έρθει κανονικά κατάπια ό,τι παυσίπονο είχα και δεν είχα.
    – Δεν το κοιτάς μπας κι έχεις αρχή κλιμακτηρίου;
    – Φάει τη γλώσσα σου μωρή, 32 χρονών είμαι ακόμα!
    – Ε τότε δες μην είναι ψευτοπερίοδος και είσαι έγκυος...
    Απόλλων;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αγγλιά, που αποτελεί τεχνικό όρο για τα κάτωθι:

  1. α. Σεξουαλική πρακτική στο πλαίσιο τριολέ ή πάρτυ με ούζα, κατά την οποία ο πεοθηλαστής-στρια, κρατάει στο στόμα του το σπέρμα του εραστή του/της, και στην συνέχεια το φτύνει στο στόμα άλλης-ου ερωμένης-ου, που έρχεται σαν τραίιλερ για να μην χάσει. Με λίγα λόγια το λεγόμενο cum swapping. Περιττό να πούμε ότι το γεγονός μπορεί να επαναληφθεί στη νιοστή, ανάλογα με το αριθμητικό δυναμικό της φάσης πολυφασικής. Η έκφραση βγαίνει ως εξής: Ως αφετηριακή χιονόμπαλα θεωρείται το ανδρικό σπέρμα (λέμε τώρα), και καθώς περνάει από το ένα στόμα στο άλλο, μαζεύει διαδοχικά σάλια, και άλλα υγρά (ιδίως αν παίζει στην φάση και μπουκάκι), οπότε η χιονόμπαλα ολοένα μεγαλώνει ώσπου να φτάσουμε σε χιονοστιβάδα. Την πρακτική περιγράφει γλαφυρά η Βικούλα, η οποία και μου την ψιθύρισε πονηρά. Επιστημονικά, πρόκειται για μια εφαρμογή του νόμου των συγκοινωνούντων δοχείων.

β. Την γνωστή μας μπαγαποντολειχία, σλανγκιστί τσιμπούμεραγκ ή φιλοπίππου. Δηλαδή, η αρχική χιονόμπαλα που εκτοξεύεται στην/ στον σιματζού-ή μαζεύει τα σάλια της/του και επιστρέφει στον εραστή με την μορφή γουτσιστικού φιλιού εκδίκησης. Οι Αγγλοσάξονες έχουν και το snowball slap, όπου η/ο ερωμένη-ος φτύνει το σπέρμα στο χέρι της/του και χαστουκίζει με αυτό τον εραστή.

  1. α. Εφόσον η κοκαΐνη θεωρηθεί ως χιόνι, χιονόμπαλα είναι άλλη μια αγγλιά για την κοκαΐνη ή το πάρτι με κοκαΐνη. Βλ. και νιφάδες και παγόβουνο (Δ.Π.).

β. Συναφώς, η μείξη κοκαΐνης, ηρωΐνης και μορφίνης μαζί στην ίδια σύριγγα, γνωστό και ως speedball. Και εδώ παίζει το ίδιο λογοπαίγνιο με το χιόνι που σωρεύεται αθροιστικά.

Αντισλανγκαρχιδικό disclaimer: Πρόκειται για μετακένωση στην ελληνική αγγλικού τεχνικού όρου, η οποία κρίνεται απαραίτητη για λόγους κάλυψης του σχετικού βιβλιογραφικού κενού. Η χρήση της μπορεί να γίνεται όπως και με τους επιστημονικούς τεχνικούς όρους, δηλαδή με τον αγγλικό όρο εντός παρενθέσεων.

Καυλάουρα: Τι γίνεται βρε Βάγγελα; Χρόνια και ζαμάνια! Ωραίο μαύρισμα έκανες!
Βάγγελας: Μόλις γύρισα από Νότια Αφρική. Αλήθεια τι κάνει το Λίλιαν;
Λάουρα: Μια απ' τα ίδια. Απ' όταν τα έφτιαξε με τον Νώντα το σαπούνι έχει κολλήσει. Πού ήταν εκείνες οι εποχές με τον Πέρι, Θεός σχωρέστον...
Βάγγελας: Μα ο Πέρι ζει! Μόλις μου έστειλε μια κάρτα από την εξωτική Ναμίμπια και μας καλεί για χιονοπόλεμο!
Λάουρα: Έχει χιόνι στη Ναμίμπια;
Βάγγελας: Ναι, κι έχει βρει κι έναν χιονάνθρωπο, Παρασκευά τον λένε...
Λάουρα: Και η λέξη του τίτλου;
Βάγγελας: Ε, άμα έρθει και το Λίλιαν, θα φτιάξουμε μια φοβερή χιονόμπαλα όλοι μαζί...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τα σκατά, το σωματικό περίσσευμα της καθημερινής μας διατροφής, είναι κάτι το ανεπιθύμητο, απόβλητο, βρωμερό και δυσάρεστο στην όψη, δύσκολο στην αποβολή του από το σώμα για τους περισσότερους ανθρώπους του κόσμου για πολλούς λόγους: γιατί είναι δυσκοίλιοι, γιατί δεν έχουν τουαλέτα τη στιγμή που την χρειάζονται, γιατί δεν διαθέτουν τον απαραίτητο χρόνο και την δέουσα ησυχία και ηρεμία να το παλέψουν το θέμα, ή επειδή απλώς είναι σκατοφοβικοί. Ποιος το περίμενε λοιπόν ότι σε όλες τις γλώσσες του κόσμου τα σκατά θα αποκτήσουν την πρώτη θέση στο λεξιλόγιο των πάντων... Ακόμα και όσοι δεν θέλουν να είναι αθυρόστομοι, στο στόμα τους τα έχουν με την πρώτη ευκαιρία. Εκεί χτυπά η καρδιά της οικουμένης περισσότερο. Εκεί ταυτίζεται η ανθρωπότητα. Στο σύμβολο κάθε απολύτως ανεπιθύμητης κατάστασης. Στα σκατά. Μerde, αναφωνεί ο γάλλος, shit λέει ο άγγλος, scheiße ο γερμανός, гавно ο ρώσος, τα ίδια σκατά λοιπόν για όλους.

Αντί παραδείγματος διαβάστε το κείμενο της φωτό, το οποίο (παρεμπιπτόντως και επί τη ευκαιρία) αναφέρει κι ένα σωρό άλλες εκφράσεις προς επεξεργασία. Εγώ διάλεξα τα σκατά, που είναι ιδιαιτέρως προσφιλές θέμα στο σάιτ αυτό.

(από GATZMAN, 21/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Νίγκερ μπαθ (nigger bath): Το πλύσιμο μόνο των γεννητικών οργάνων, συνήθως λόγω έλλειψης χρόνου, κατά την προετοιμασία για ραντεβού που ευελπιστούμε να οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε σεξουαλική συνεύρεση.

Παραμένει αδιευκρίνιστο το κατά πόσο αποτελεί όντως συνήθεια των νέγρων.

- Κοίτα sms που μου έστειλε η Μαρία!
- (διαβάζει) «Θέλω επειγόντως παγωτό. Σε μισή ώρα ακριβώς να είσαι εδώ με το χωνάκι σου...». Καλή φάση! Έφυγες!
- Ρε μαλάκα, βρωμάω από την κορυφή ως τα νύχια. Πρέπει να κάνω ένα μπάνιο, πώς θα πάω έτσι; Δεν προλαβαίνω!
- Έλα μωρέ, κάνε ένα νίγκερ μπαθ και είσαι έτοιμος.

(από jesus, 05/06/10)Γιάννης Σερβετάς, Γιάννης ο όμορφος. (από patsis, 05/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μέγα απόφθεγμα λαϊκής θυμοσοφίας. Αναφέρεται στην αποκορύφωση του στοματικού έρωτα κατά την οποία τίθεται το μεγάλο δίλημμα για την κοπέλα: «τα πίνεις ή τα φτύνεις;» (βλέπε και Γκουσγκούνης: τι τα φτύνεις, μωρή, κουκούτσια έχουν;) Η συγκεκριμένη φράση όχι μόνο «δουλεύει» για μας τους άντρες αλλά βγάζει και την κοπέλα απ' το μεγάλο δίλημμα.

Στην πράξη, στην πράξη! :p

(από gaidouragathos, 06/06/10)

Βλ. και σχετικό λήμμα χυσόφιλο

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τρισύνθετη λέξη (από τις λέξεις κάτω+ουρώ+ντουζ) που φωτογραφίζει το πανανθρώπινο φαινόμενο του άρρενος που κατουράει κατά τη διάρκεια του σχολαστικού κι επιμελούς 3λεπτου μπανιαρίσματός του, συνδυάζοντας έτσι το τερπνόν μετά του ωφελίμου.

Όπως όλοι ξέρουμε, ο έλεγχος των σφιγκτήρων αποτελεί μείζονα σταθμό στην ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη του ατόμου. Υπό αυτήν την οπτική, το άτομο που νίπτει το απενοχοποιημένο σώμα του, απεκδυόμενο τις κοινωνικές συμβάσεις κατουράει ελεύθερα, χωρίς ταμπού, χωρίς αναστολές και λοιπές ενοχές του εξωλεκάνιου πιτσιλίσματος, αμολώντας και μια κομπολογάτη άμα λάχει.

Απαραίτητες προϋποθέσεις για ένα επιτυχημένο κατουρντούζ είναι οι κάτωθι:

  1. Το πέος να βρίσκεται σε θέση χαλάρωσης, ουχί εν πλήρει στύσει (αλλιώς θα τα κάνετε όλα πουτάνα)

  2. Η ούρηση να συμβαίνει νωρίς στην αρχή του ντους (όχι στο τέλος, βρωμίλοι!!)

  3. Βεβαιωθείτε για τη συναίνεση της παρτενέρ (σε περίπτωση που δεν παίρνετε μόνος το ντουζάκι).

Και μη μου πει κανείς ότι δεν το έχει κάνει ποτέ...

- Θες τίποτα απ'το μπάνιο; Πάω να ουρήσω κάτω.
- Δεν κάνεις κάνα κατουρντουζ λέω'γω, που βρωμάς σαν τράγος;
- Γιατί;; Σάββατο είναι;
- ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ούλτρα-σούπερ-ντούπερ υπερθετικός του «σου γαμάω».

Μην συγχέεται με περιπτώσεις σε φάση «το μάτι μου», που είναι ιδιαιτέρως λάιτ, δηλαδή σιγά και τί έπαθε το θύμα τώρα, ρίχνει λίγο νεράκι και πάει πέρασε. Όοοχι, εδώ μιλάμε για μεγάλες ζημιές. Το «σου γαμώ τα μάτια» χρησιμοποιείται σε προχώ περιπτώσεις, όταν τα βάρδουλα, το ταμτιριρί, το φελέκι, το μουνί της Εύας που τον πέταγε, το κέρατο, το σόι, τα χάλια του, είναι πλέον ξεπερασμένα και δεν αρκούν για να εκφράσουν το μέγεθος της ζημιάς που έχει ήδη, ή θα πάθει ο καημένος ο γαμηθείς.

Εννοείται ότι για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, σου 'χω γαμήσει ήδη ό,τι τρύπα ή ό,τι άλλο έχεις και δεν έχεις (περιλαμβανομένων σπιτιών κ.λπ. περιουσιακών στοιχείων), όποιον αγαπάς και δεν αγαπάς, γενικώς σου χω γαμήσει τα πάντα όλα. Ακολουθώντας (γαμιώντας) σπειροειδή ανοδική πορεία, επανέρχομαι να γαμήσω μέλη του σώματός σου, αλλά πλέον, περνώντας σε μια ανώτερη σφαίρα, δεν περιορίζομαι στις ανοιχτές γνωστές διόδους, αλλά διεισδύω και στις πιο ασυνήθιστες και εξεζητημένες: ακόμα και σε εκείνες που δεν αποτελούν καν δίοδο, ούσες φραγμένες με διάφορα εμπόδια. Στην περίπτωση του λήμματος, υπάρχουν τρύπες υποδοχής μεν, φραγμένες από τους γνωστούς λιπώδεις βολβούς δε.

Ο γαμών δεν κωλώνει, σου γαμεί τα μάτια, να τα δεις όλα. Ή, το πιο πιθανό, να χάσεις το φως σου.

Εννοείται, η φράση παίζει και με την γνωστή έννοια «γαμάω και δέρνω», όπως και στο παράδειγμα.

Τέλος, το μά-τι, παίζει να χρησιμοποιείται και ως πιο σεμνό υποκατάστατο της μά-νας, όπως η πανα-χαϊκή υποκαθιστά στο μπινελίκι την πανα-γία (αίσχος).

Ασίστ: Χανκ από ΔΠ, που πήρε την ασίστ από μένα, ντίλι ντίλι ντίλι.

Από εδώ (αφού το χω έτοιμο, μην διασπαθίζουμε πόρους τώρα):

«Το παοκοσύνθημα τα σπάει το χω ξαναπεί κι αλλού, τί τα σπάει, τα σμπαραλιάζει, τί τα σμπαραλιάζει, τους γάμησε τα μάτια χαχαχαχ»

Ρασοφόρος βυζαντινός δήμιος γαμάει τα μάτια βούλγαρου αιχμαλώτου, μετά τη μάχη στο Κλειδί, 1014.  (από johnblack, 21/07/09)I fuck, you fuck, we all fuck for eye fuck (από Vrastaman, 21/07/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

A. Εννοείται πως, πρώτ' απ' όλα, σκατίλα είναι η μυρουδιά του σκατού, η οποία, μια πουτάνα φέραμε, είναι λογιών λογιών:

α. σκατίλα η Παιδική. Τα καθαρά σκατά, τα αμόλυντα από ουσίες και κακή διατροφή. Κατά την ταπεινή μου, είναι τα πιο βρωμερά, ακριβώς γιατί αναδίνουν αυτή την παρθενίλα (περί ης ετοιμάζεται λήμμα, όσον ούπω). Προσώπικλυ, αυτή η παρθενέ σκατίλα με απωθεί πολύ περισσότερο από αυτήν του ενηλίκου που δεν εμπεριέχει ούτε ένα ψήγμα αθωότητας και καθαρότητας πια. Τώρα γιατί να είναι περισσότερο απωθητική μια «καθαρή» ανθρώπινη μπόχα από μια σιτεμένη, είναι ένα θέμα. Μάλλον επειδή η πρώτη μας φέρνει πίσω στον χρόνο κατά τον οποίον η καθαρότητά μας (σχετικό κι αυτό, τεσπα) ήταν έκδηλη (δεν κρύβεται ένα παιδί, τουλάστιχον όχι όσο ένας ενήλικας, ή τεσπα όχι συνειδητά) και πάντως προσωρινή: θα ερχόντουσαν θύελλες την επαύριο να μας σαρώσουν, κι αυτό δεν το ξέραμε τότε, και το γεγονός ότι τώρα ξέρουμε ότι δεν το ξέραμε αυτό που ξέρουμε, μας φέρνει θλίψη, και η μυρουδιά γίνεται δυσβάσταχτη, λέω εγώ.

β. σκατίλα η Ενήλικη: Η λεπτή και εξασκημένη μύτη μπορεί να διακρίνει όσα και ο μικροβιολόγος στο εργαστήριό του: τι έφαγε, τι κάπνισε, τι ήπιε, αν έχει πάρει φάρμακα ο χέσας, πόσων ετών (σε ποια δεκαετία της ζωής του) είναι.

γ. σκατίλα η Γεροντική: μυρίζει πάνω απ' όλα φαρμακείο. Από τις πιο μπάσταρδες μυρωδιές έβερ. Έχει κάτι προς την παιδική σκατίλα, καθότι ο ηλικιωμένος έχει κόψει τα πολλά-πολλά (τσιγάρα, ξίδια, μπαχαρικά, γλυκά και ταλιμπάν) και τρώει ελαφρά και νοσοκομειακά συχνάκις, πλην αλλ' όμως είναι τίγκα στα φάρμακα και στις βιταμίνες. Όλ' αυτά, μαζί με το γήρας του εντέρου, δίνουν μια περίπλοκη μυρωδιά, η οποία αντιστοιχεί στην όποια ωριμότητα του εν λόγω ατόμου (πες μου πώς μυρίζεις να σου πω ποιος είσαι).

Η γεροντική σκατίλα φέρνει την κατάθλιψη στον μυρίζοντα, γιατί σημαίνει το τέλος της ανεμελιάς του, καθότι ο γέρος του οδεύει προς την οδό που δεν θέλει να διαβεί κανείς.

δ. σκατίλα η Κοινή, άλλως η τουαλετίλα των δημόσιων χώρων, που συνοδεύεται από ένα χμου χλωρίνης και, τον παλιό καλό καιρό (τότε που γαμιόσαντενε οι καπνισταί στας τουαλέτας και αφήνανε το τσιγάρο να καίει στο καζανάκι), τσιγαρίλας.

Ό,τι περιγράψαμε εδώ για την σκατίλα, ισχύει και για την κατρουλίλα, και την ιδρωτίλα.

===========

B. Σκατίλα όμως σημαίνει και άλλο πράμα, για το οποίο δεν έχω τόσο πολλά να πώ όσο για τα παραπάνω, δίνει όμως πολύ περισσότερα παραδείγματα ο γούγλης (βλ. παρ. 2-6) κι έτσι εξισορροπείται το πράμα:

α. κακή διάθεση, μαυρίλα, νταούνιασμα.

β. η σκατοκατάσταση γενικά. Όταν δηλαδή η φάση / η πχιόττα / επίπεδο είναι σκατά

γ. το αδιέξοδο, ο βούρκος, το τέλμα, όταν έχεις πέσει μες τα σκατά.

γ. η σφηκοφωλιά, η κλίκα που βρωμάει και ζέχνει λαμογιά.

  1. Πρόκειται για ένα παλιό κτήριο (όχι νεοκλασικό φυσικά) και παίζει να έχουν περάσει εκατοντάδες φοιτητές σε κάθε δωμάτιο. Οι κοινές κουζίνες και μπάνια είναι αρκετά βρώμικα και ξεχαρβαλωμένα. Σίγουρα δεν πιάνει την αστρονομική σκατίλα των κοινόχρηστων τουαλετών στον Ελληνικό στρατό, μιας που εδώ οι τουαλέτες καθαρίζονται από το προσωπικό. Όμως, πάντα και παντού μέσα σε τέτοια κτήρια, υπάρχουν τα γουρούνια που δεν έμαθαν ποτέ να σέβονται τον άλλον.

  2. Νιώθω ότι αν είχα κάποιον άλλο μαζί μου, αυτό το βάρος της σκατίλας θα είχε διασκορπιστεί πολύ καλύτερα.

  3. Θα ξεκινήσω με μια μικρή αναδρομή στα τέλη των 90's και στις αρχές του μιλένιουμ...Συναντάμε μια μουσική βιομηχανία βουτηγμένη στη σκατίλα των γαμημένων δισκογραφικών,όπου αν δεν έστηνες κωλαράκι ή αν δεν υπέκυπτες στις ομοφυλοφιλικές τάσεις μάνατζερέων και παραγωγών δεν έβλεπες καριέρα ούτε από την κλειδαρότρυπα του Μάκη..

  4. Λίγο τα κοψίματα εισητηρίων, λίγο η ριζούπολη, λίγο η κόντρα των συνδέσμων, λίγο το παγωμένο και αντιοπαδικό ΟΑΚΑ, λίγο (πολύ μάλλον) η μόνιμη σκατίλα στην οποία βρισκόμαστε αγωνιστικά την τελευταία δεκαετία ( με ελάχιστες εξαιρέσεις) μας έχουν οδηγήσει σ αυτα τα λόγια και τα αισθήματα.

  5. ...με απογοήτευσε κάπως ο νόμος. Αντιλαμβάνομαι ότι μελετήθηκε με σκοπό τη δικαιότερη αντιμετώπιση των χρηστών, την αποσυμφόρηση των φυλακών και την πραγματική δίωξη των μεγαλεμπόρων του αληθινού θανάτου, των χαπιών, της πρέζας κι όλης αυτής της σκατίλας, που άμα πέσεις μέσα, είναι μεγάλο ζόρι να βγεις

  6. Δημόσια ξε-δημόσια όμως, η ΕΡΤ είναι εταιρεία που προσπαθεί να «πιάσει» λίγο στην σκατίλα και τα ιδωτικά κανάλια...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βλεννώδες / κολλώδες έκκριμα υψηλής συγκέντρωσης (αυτό που λέμε «κομμάτι»), χρώματος υποκίτρινου έως χαλκοπράσινου, αναμεμειγμένο με σίελο και προερχόμενο κυρίως εκ της ρινικής κοιλότητος κι εξερχομένο εκ της στοματικής, σε διάμετρο προσομοιάζουσα το πάλαι ποτέ ισχύον ελληνικό νόμισμα (θα έλεγα όχι αυτό το κούτσικο των τελευταίων δεκαετιών προ αντικαταστάσεως της Δραχμής εκ του Ευρώ, μεταπολιτευτικής κυκλοφορίας, απεικονίζον τον Αριστοτέλη, αλλ' αυτό το χορταστικού μεγέθους με τον τέως βασιλιά Παύλο που είχε προηγηθεί).

Κατά περίπτωση, εμπλουτίζεται με ανάλογο υλικό προερχόμενο εκ του φάρυγγος.

Συνώνυμα: ταληράκι, ροχάλα, χλέπα, χλεμπόνα κ.α.

Του έφτυσε ένα τάληρο κατάμουτρα, που ήθελε γυαλόχαρτο να φύγει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία