Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

α) Ο πόρνος, ο μπουρδελιάρης.

β) Ο ματάκιας, ο μπανιστηρτζής ή μικρός τυμπανιστηρτζής. Με αυτόν τον όρο χαρακτηρίζονται και καλτ μορφές της παλιάς ελληνικής τσόντας που διέπρεπαν στον ρόλο του ανώμαλου που παρακολουθεί ζευγάρια κρυμμένος πίσω από δέντρα, με κιάλια και άλλα τέτοια σιχαμερά.

γ) Αυτός που τον κάνει σφεντόνα βλέποντας ταινίες ή βιντεάκια πορνό.

Κυρίως στις δύο πρώτες περιπτώσεις, αλλά και γενικότερα, ο όρος πορνατζής βγάζει μια ανωμαλία γεροντίλας, δηλαδή μιλάμε για κάποιον παλαιάς κοπής ανώμαλο λούζερ, που επειδή δεν μπορεί πια να γαμήσει με την αξία του καταφεύγει σε όποια σιχαμάρα μπορέσει.

Στο Δ.Π. υπό Sir Demetrius Sui Generis.

Οποια πετρα και αν σηκωσεις
να σου κι ενας πορνατζης!
τι εκπληξεις που θα βιωσεις
μαγκα μου οσο θα ζεις!

[...] Κι ο βαγγελης φουρνιστακης
πορνατζης ηταν και αυτος
και ηταν κλασικος ματακιας
Ο Παναγιωτης Πιτσιλος. (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

α. Γυναίκα που συχνάζει ή εργάζεται σε σκυλάδικα, κωλάδικα και λοιπά νυχτερινά καταστήματα διασκέδασης και μετα-νυχτερινής μαζικής εστίασης.

β. Γυναίκα που ομοιάζει με γυναίκα που συχνάζει ή εργάζεται σε σκυλάδικα, κωλάδικα και λοιπά νυχτερινά καταστήματα διασκέδασης και μαζικής εστίασης.

γ. Γυναίκα που ομοιάζει με σκύλα (θηλυκό του σκύλου) εμφανισιακά και μόνο.

δ. Γυναίκα που γουστάρει σκυλάδες ή και σκύλους.

ε. Άνδρας ομοφυλοφιλικών παραδόσεων και κατευθύνσεων και που ομοιάζει ή φέρεται ως γυναίκα μίας εκ των ανωτέρων κατηγοριών.

Δεν θα πρέπει να την μπερδεύεται με την σκύλα (κοινώς bitch) ή το σκυλί. Η σκυλού ακόμα κι αν είναι είναι άνδρας, έχει αρχίδια. Πολλές σκυλούδες τυχαίνει να είναι λεσβίες αλλά να μην το γνωρίζουν.

α. Ου ρε σκυλού!

β. Ου ρε σκυλού!

γ. Ου ρε σκυλού!

δ. Ου ρε σκυλού!

ε. Ου ρε σκυλού!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

O μαφιόζος. Αναγνωρισμένο μέλος της μαφία, ιεραρχικά πιο σημαίνων από τον απλό σκαπανέα γκάνγκστερ. Παίζει πάρα πολύ σε ταινίες του Μάρτιν Σκορσέζε, με Ρόμπερτ ντε Νίρο και Τζο Πέσι, όπως π.χ. Casino, The Goodfellas κ.α.

Ο wiseguy ελπίζει να ανοίξουν τα αφεντικά κάποια στιγμή από καιρού εις καιρόν τα κιτάπια τους και να χριστεί ως ένας made guy, δηλαδή φτασμένος, οπότε απολαμβάνει απόλυτο ρισπέκ και κανείς δεν μπορεί να του χώνεται (fuck around with him).

Δείτε καλύτερα το α' μήδι, στο 2:43

Στο 2:43 (από allivegp, 25/01/11)(από allivegp, 25/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναφέρεται σε αυτόν που το βράδυ καταναλώνει τεράστια ποσότητα αλκοόλ και το επόμενο πρωί ξυπνάει χάλια.

- Βγήκες τελικά χθες;
- Βγήκα τελικά ο μαλάκας και έγινα πίτα! Σου μιλάω ξύπνησα κεφάλι-βεράντα.

(από maro.manitaro, 11/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η γκόμενα η οποία έχει ως κύριο τρόπο διασκέδασης τα μπουζούκια. Όσο πιο σκυλέ το μπουζούκι τόσο καλύτερα! Ακούει κατά κύριο λόγο Έφη και οποιονδήποτε άλλο έχει κάνει γαργάρα με ξυλόπροκες. Συνήθως συνοδεύεται από κάποιο κάγκουρα στυλ Βαρδινογιώργο.

Τα κύρια χαρακτηριστικά της είναι:

  • Τακούνι 19 πόντων+
  • Φορεμομπλουζάκι 2 πόντους κάτω από το μουνί της αλλά τι την νοιάζει.
  • Δίχτυ.
  • Το αναγκαίο πάστωμα.

    Στο μαγαζί την πάει ο Βαρδινογιώργος της με τα της Alpha Romeo του, όπου και περνάει και το 90% της βραδιάς χορεύοντας απά στο τραπέζι με το τσιγάρο στο χέρι και το Φορεμομπλουζάκι της 2 πόντους πάνω από το μουνί της. Καμιά φορά βγάζει και τα τακούνια.

Αυτήν είδε ο βιαστής και είπε ότι δεν φταίει.

- Η μπουζουκόβια η Πετρούλα πάλι πήγε στον Καρρά;

Η Χρονοπούλου ως μπουζοκόβια παλαιάς κοπής στην ταινία: Μια κυρία στα μπουζούκια  (από GATZMAN, 09/11/10)

βλ. και μπουζουκομούνι

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μπούλης που το παίζει και πολύ άντρας, μάγκας και νταής, γαμιάς της γειτονιάς, και γενικά έχει πάααααααρα πολύ καιρό να κατουρήσει.

Θεωρείται σλανγκ της φυλακής, αλλά και της νύχτας με το caveat ότι ό,τι έχει φτάσει να καταγραφεί ευρέως πιθανόν να μην είναι η τελευταία λέξη της σλανγκ αυτών των χώρων. Από την άλλη, χρησιμοποιείται και σε ιντερνετικές φοράδες, λίγα χτυπήματα.

  1. Ειρωνείες προς φωνακλά εδώ:

- ρε συ, μιλα λιγο πιο δυνατα! Δεν ακουγεσαι! ρε ΣΠΑΘΟΛΟΥΡΟ... - Ρε συ, εσυ που εισαι και μαγκας κι αλανι και ΣΠΑΘΟΛΟΥΡΟ, μπορεις να μας πεις τι δουλεια εχεις με κατι ελεεινους χλεχλεδες;

  1. Το χαρτί όμως που πιστοποιούσε τον τραυματισμό του είχε πάει και το είχε παραλάβει κάποιος “Γκλίτσας”, που τελικά αποδείχτηκε ότι ήταν ο δεύτερος καταζητούμενος με παραφρασμένο όνομα, τον οποίο οι αρχές θεωρούν σκληρό ποινικό και “σπαθόλουρο” της νύχτας, κατά το κοινώς λεγόμενο, μπράβος, πρωτοπαλλήκαρο δύο άλλων ποινικών που βρίσκονται στη φυλακή.
    (εδώ).

  2. Σπαθόλουρο μας προέκυψες...
    I like you more now :-) (εκεί).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τεκετζής είναι ο εξειδικευμένος υπάλληλος ταβέρνας ή τεκέ που ανεφοδιάζει τους ναργιλέδες με ποικίλα καπνά. Βέβαια ο πελάτης μπορεί να απολαμβάνει τα καπνά χωρίς ναργιλέ αλλά σε τσιγαριλίκι. Και σε αυτήν την περίπτωση ο ρόλος του τεκετζή είναι ο ίδιος ακριβώς, ο τακτικός ανεφοδιασμός.

Στα ρεμπέτικα / λαϊκά τραγούδια άλλες φορές αναφέρεται με θαυμασμό, πόθο, προσμονή ή και ευχαρίστηση. Βεβαίως του χρεώνεται συχνά και η ξενέρα, απουσία κάνναβης με ό,τι κακό χαρακτηρισμό συνοδεύεται.

Προφανώς η συναισθηματική αμφιταλάντευση του «πότη» είναι κομμάτι της σχέσης του με τον τεκετζή. Κύριοι παράγοντες που το καθορίζουν είναι η ποιότητα, η ποσότητα και η διαθεσιμότητα. Ως τεκετζής μπορείς να χτίσεις κακή ή καλή φήμη, ανάλογα με την συμπεριφορά σου στην αγορά.

και κατά το γνωστό άσμα:

«Του τεκετζή ξηγήθηκα να τον ξαναπατήσει Κατά κακή μου σύμπτωση σώθηκε το χασίσι».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Συνώνυμο του πιωμένος, αλλά λέγεται όταν κάποιος φτάνει κάπου και είναι ήδη πιωμένος. Όταν, δηλαδή, αλλάξει μαγαζί, πιθανώς και παρέα, έχοντας πιει ποσότητα της τάξης του τελωνείου. Δεν μπορεί, κατά συνέπεια, να χρησιμοποιηθεί για το τέλος ξιδοποσίας.

- Τι έγινε χτες ρε; Γύρισες σπίτι σου ή ούτε καν;
- Γάμησέ με ρε συ...Θυμάσαι που ήμουνα ήδη φορτωμένος όταν ήρθα στο Μπιγκ Μπεν να σας βρω ε; Ε. Μετά πήγαμε σε άλλα δυο τελειωμενάδικα με τον Τάσο τον καολίλα και το λήξαμε μαζί με την αρτοκλασία...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαμούνια αποκαλούνται και οι γκόμενες / αιθέριες υπάρξεις / -μούνες, θαμώνες σε νυχτερινά μαγαζιά / ναούς διασκέδασης / σκυλάδικα, ντυμένες αυστηρά με ενδύματα αποκλειστικά μαύρης απόχρωσης.

Η εν λόγω ενδυμασία, κάτι σαν εθνική φορεσιά των μαμουνιών, που εκτός από το μαύρο κατραμί του χρώματος χαρακτηρίζεται εισέτι και από μινιμαλισμό / αποκαλυπτικότητα, αποκαλείται αμερικλανιστί ως lbd, δηλαδή little black dress, αφήνοντας σαφή υπαινιγμό για τη λίμπιντο, την οποία εκτοξεύουν στα ουράνια.

Οι παίκτες του Αστέρα Νέας Ραιδεστού γιόρτασαν την άνοδο της ομάδας τους στην Α' κατηγ. ΕΠΣ Θεσ/νίκης με ένα ξεφάντωμα μετά των συμβίων τους και πλήθους άλλων μαμουνιών στo «Μαμούνια LIVE!».

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το διέδωσε ο Χάρρυ Κλυνν στα '90ς με το σκετσάκι «φτωχός πλην τίμιος οικοδόμος». Ενδεχομένως έχει και άλλη προέλευση, αλλά ο Χάρρυ Κλυνν το καθιέρωσε.

Γενικά, λέγεται για οτιδήποτε είναι λιτό και απέριττο, αλλά κάνει αποτελεσματικά την δουλειά του, συνάδοντας με την γύμνια του ελληνικού τοπίου και την εξαπανέκαθεν ενδημική φτώχεια του Έλληνα.

Λέγεται με ύφος Γιακουμή, αλλά χωρίς κλαψομουνίαση.

Από κριτική στο bourdela.tv:

Μ. και Ε. στο πτωχό πλην τίμιο φραπενείο, γύρισαν από διακοπές και οι περισσότερες παλιές φραπεδιάρες. Τώρα η Μ. δεν ταιριάζει με το τίμιο φραπενείο που αποτελείται κυρίως από τίμιες φραπομπαζόλες, η Ε. σε όργια με όλους τους 18-23, λίγα νέα κομμάτια από Τσεχία, ανάμεσά τους βουζοκωλοβυζαροπεπονού Γ. (φρεντοτσίνο),τα αράμπικα προσφέρουν τσίνο και αυτά, άλλαξε Ντι Τζέι, καλός ο καράφλας, τιμές σταθερές και παζαράτες, η Α. χοντροκώλεψε (σουβλάκια γαρ), η Α. και η Ό. γυρίσανε με βυζά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία