Επιπλέον ετικέτες

Βρισιά που σημαίνει ότι μία γυναίκα ή κόρη δεν είναι καθόλου σικ, είναι πολύ χαμηλού επιπέδου, βλαχάρα, τρε μπανάλ, καθόλου καλόγουστη με τον τρόπο που αρμόζει σε μια πελούσια. Βλ. και τελευτιλίκι.

Βρίσκω εν προκειμένω σωστό τον επιτονισμό του Παναγιώτη Χατζηστεφάνου:

"Βλάχα, βλαχάρα, τελευταία"

Όταν έβριζαν την Σώτη, δε μίλησα. Όταν έβριζαν τη Ζωή, δε μίλησα. Τώρα που βρίζετε όμως τα Louboutin θα μιλήσω. Αν δεν έχεις περπατήσει για πάνω από 3 λεπτά φορώντας τα και διατηρώντας την μπαλαρινίσια χάρη σου, βούλωσε το, ανόητη, βλάχα, βλαχάρα, τελευταία. (Από σόσιαλ μήδεια).

-Άμα είσαι πελούσια πρέπει και να το δείχνεις, αγάπη μου! Εμ τι, να μας περάσουνε για καμιά τελευταία;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ζόμπι είναι ένα απ' τα πιο θεμελιακά «πλάσματα της φαντασίας» που τυποποιήθηκαν και διαδόθηκαν στην αμερικανική λαϊκή κουλτούρα μέσω κυρίως του κινηματογράφου (horror movies) και που με την «αμερικανοποίηση» της κουλτούρας διαδόθηκαν παγκόσμια –να που γράψαμε λοιπόν την εναρκτήρια πρόταση αυτού του ορισμού αποφεύγοντας το «...που στοίχειωσε τη φαντασία», να ληφθεί υπόψη.

Το ζόμπι είναι «ο νεκρός που περπατάει», το έμψυχο ή «επανεμψυχωμένο» («reanimated») πτώμα, που παρά τη σήψη και την απουσία των βασικών φυσιολογικών προϋποθέσεων της ζωής εμφανίζει αισθητηριοκινητικές λειτουργίες, στοιχειώδη «στοχοκατευθυνόμενη» συμπεριφορά και λόγο (κυρίως επιδιώκει το να σκοτώσει και να τραφεί με σάρκες ή μυαλά –«brrraaains!»). Χαρακτηριστικό γνώρισμα των ζόμπι όταν πια έχουν περάσει στη δράση, είναι το ασταθές κούτσαυλο περπάτημα με τα χέρια προτεταμένα.

Τώρα, από την πληθώρα των ταινιών κυρίως για ζόμπι, απ' την εποχή του White Zombie με τον ανύπαρκτο Μπέλα Λουγκόζι μέχρι τις ταινίες του Ρομέρο και το σήμερα έχει αναπτυχθεί μια εκτεταμένη φαινομενολογία των ζόμπι, σ' ό,τι αφορά τη συμπεριφορά και τις ιδιότητές τους, το πώς γίνεται κανείς ζόμπι, το πώς μπορείς να σκοτώσεις ζόμπι, το τι θέλουν τελικά τα ζόμπι από μας (αν και συνήθως μπορείς να είσαι σίγουρος ότι ένα ζόμπι σε ποθεί για το μυαλό σου και μόνο) κλπ. Δεν θα επεκταθούμε εδώ παρά μόνο αν αυτό είναι απαραίτητο σε σχέση με τις σλανγκικές σημασίες που ακολουθούν.

[i]Το «ζόμπι» ως όρος της αγγλόφωνης αργκό...[/i]

...έχει πραγματικά ένα κάρο σημασίες που εκτείνονται από το κουρασμένος, χλωμός και πτώμα στην κούραση, μέχρι το άβουλος, μονοδιάστατος και άλλα, περιλαμβάνουν και πιο ψαγμενιές όπως το ζόμπι = ο Χριστός, ή το «χύνω κουβάδες στο πρόσωπο της παρτενέρ - και αυτή περιλουσμένη με αυτό το γλοιώδες πράμα ψάχνει στα γκαβά πετσέτα στο δωμάτιο» = to give someone the zombie). Μια λεξικογραφημένη αργκοτική ένννοια του ζόμπι είναι ένα κοκτέιλ από διάφορα είδη ρούμι (ή ρουμιού) λόγω του γκρίζου του χρώματος –σαν τη λιωμένη σάρκα του ζόμπι– ή έτσι τουλάχιστον γράφει η φίλη μου η Μίριαμ. Για περισσότερα το λήμμα στο urban dictionary είναι εδώ. Και οι ελληνικές αργκοτικές χρήσεις του όρου πάντως που ακολουθούν, εν πολλοίς προέρχονται από ή ταυτίζονται με τις αγγλόφωνες.

[i]Ζόμπι της ελληνικής αργκό[/i]

Η λέξη ζόμπι μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ως περιγραφή μόνιμης κατάστασης ατόμου όσο και παροδικής, και κατά κανόνα αφορά σε συνδυασμό άσχημης εξωτερικής εμφάνισης, βλακείας και αλλόκοτης συμπεριφοράς. Κάποιος, λοιπόν, επισύρει τον χαρακτηρισμό όταν συντρέχουν πολλά από τα παρακάτω, και η διάκριση σε επιμέρους σημασίες και χρήσεις είναι εν πολλοίς σχηματική.

1. Χρήσεις που αποσκοπούν στην περιγραφή κυρίως εξωτερικής εμφάνισης:

  • ο κάτωχρος, ο ψόφιος, ο ταλαιπωρημένος, με ή χωρίς κόκκινα μάτια. Ο είμαι γάμησέ τα από την κούραση και μου φαίνεται,
  • ο άσχημος, αλλόκοτος και αλλόκοσμος, αυτός που έχει τον ανθρωποδιώκτη λόγω εξωτερικής εμφάνισης, το φρικιό, le freak,
  • το μπάζο,
  • δευτερευόντως μπορεί να αποκληθεί ζόμπι o γκοθάς που έχει παστωθεί με διάφορα βλ.εδώ, αν και το desired effect είναι συνήθως το βαμπίρ.

2. Χρήσεις που αποσκοπούν κυρίως στην περιγραφή μειωμένης/στοιχειώδους νοητικής λειτουργίας

  • ο που έχει μόλις ξυπνήσει, o μειωμένης αντίληψης που έχει το ακαφελόγιστο. Ενδεχομένως και αυτός που δεν έχει κοιμηθεί καλά και αντιμετωπίζει απαλεψές, ο σερίφης,
  • ο αποβλακωμένος λόγω προηγούμενης εντατικής νοητικής εργασίας,
  • ο (παροδικά) αποβλακωμένος λόγω προηγούμενης έκθεσης σε τηλεοπτικά ή video game σκουπίδα,
  • o χαζοβιόλης ή ο χαζοχαρούμενος, που λέει πεθαμένα αστεία.
  • o μπετόβλακας, η πανηλίθια.

3. Χρήσεις με φιλοφοσικές / κοινωνιολογικές / ανθρωπολογικές / ψυχολογικές κλπ διαστάσεις

Τα ζόμπι εκδηλώνουν συμπεριφορά, στερούνται όμως έλλογης αγωγής και αυτοβουλίας («agency»): αυτή τους η παραδοξότητα τα έχει καταστήσει χρήσιμα σε «πειράματα σκέψης» της –αναλυτικής– philosophy of mind, στη συζήτηση περί σολιψισμού και αναγωγισμού της συνείδησης (philosophical zombie) κλπ. Κοντινή είναι κάπως από εντελώς άλλη σκοπιά, όμως, και η –γαμιστερή– συζήτηση του Λακάν για το «αυτόματο» –του Αρίστου.

Κυρίως όμως και στις παρυφές της slang τα ζόμπι έχουν χρησιμέψει σε κοινωνιο-κριτικές αλληγορίες καταγγελίας αρχικά της βουλησιοκτόνας μαζικής εργασίας στην τεϋλορική εργοστασιακή αλυσίδα παραγωγής κι έπειτα της μαζικής κατανάλωσης και της αποχαύνωσης από τα ΜΜΕ –μονοδιάστατος άνθρωπος, homo consumens, «λιώνουν τα μάτια μου στο φως της τηλεόρασης» κλπ. Σε ένα θολό αλλά κάργα γοητευτικό συμβολικό πλαίσιο επανοικειοποίησης αυτής της μεταβολής μας σε ζόμπι, γίνονται ανά τον κόσμο zombie parades.

Σχετικές χρήσεις:

  • o άβουλος καταναλωτής, ψηφοφόρος, τηλεθεατής, εργαζόμενος, μαθητής κλπ,
  • ο μονοδιάστατος άνθρωπος, το ανθρωπάκι,
  • ο κομφορμιστής, ο πατάω επί πτωμάτων.

    4. Άλλες χρήσεις

  • ρατσιστικά, ο διανοητικά καθυστερημένος και σωματικά δύσμορφος, το φρικιό, όπως δηλώσαμε και παραπάνω, ειδικά στον πληθυντικό, όταν οι άνθρωποι αυτοί βρεθούν ομαδικά σε δημόσιο χώρο,

  • ο μεγάλης ηλικίας που εξακολουθεί να έχει παρουσία σε επαγγελματικούς και γενικά δημόσιους χώρους εις βάρος των τελευταίων, κατά το δεινόσαυρος, βρικόλακας κλπ,
  • Είδος ιού υπολογιστών.

[i]Ετυμολογία και προέλευση του όρου[/i]

Ο όρος έλκει την καταγωγή της από τις δοξασίες Voodoo της Αϊτής και λέξεις αφρικανικής καταγωγής που σήμαιναν «φάντασμα».

Η δοξασία περί ζόμπι περιελάμβανε το ότι μπορεί ο μάγος με ξόρκια να «ξυπνήσει» νεκρό και να τον έχει υπό τον έλεγχό του.

Έρευνες που έγιναν πολλές δεκαετίες μετά τις πρώτες αναφορές σε ζόμπι, με ανθρώπους –ζωντανούς– σε κατάσταση «ζόμπι» –δηλαδή, μειωμένης αυτοσυνείδησης και ακραίας υποβολιμότητας– έδειξαν στην κατεύθυνση διάφορων ισχυρών ναρκωτικών, όπως λ.χ. του γνωστού και μη εξαιρετέου ντάτουρα.

Ενδεικτικά....

  1. - Πάνε ρε μαλάκα να την πέσεις, σα ζόμπι είσαι...

- Τι ζόμπι είναι αυτή ρε συ, με φρικάρει και μόνο που με πλησιάζει....

  1. -Εεεε;
    - Καλά ρε μαλάκα, δεν ακούς τι έλεγα τόση ώρα...
    - Δεν έχω κοιμηθεί ρε κι είμαι σα ζόμπι

- Ρε συ ζαλίζομαι, αλλού πατώ κι αλλού βρίσκομαι....
- Έ, άμα παίζεις αυτές τις μαλακίες όλη την ώρα ζόμπι θα καταντήσεις...

- Είχαν καταντήσει... ζόμπι τον Michael Jackson για τις συναυλίες... (απόδω)

- Μα τι ζόμπι ρε συ αυτός ο Χαρίλαος...
- Απ' τους πλέον εκνευριστικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει....

  1. - Καλά, πήγα για ψώνια κι εγώ με τις εκπτώσεις, δεν την πάλεψα να βλέπω όλ' αυτά τα ζόμπι...
    - Θα πάρω το, θα πάρω το τουφέκι μου....

  2. Αφήστε τα «ζόμπι» των μίντια να πεθάνουν - δεκάδες εργαζόμενοι, νέοι της γενιάς των 700 ευρώ αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας με όχι πολύ υψηλότερες αμοιβές, μένουν ξαφνικά στο δρόμο (απόδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

και μουνόψειρας.

Κατ' επέκταση των δύο άλλων ορισμών, είναι ο μιζερομίζερος, ο πρωκτικάντζας, ο διυλίζων τον κώνωπα, ο δούλος της ασημαντότητας και της τιποτένιας ανάγκης.

Είναι δηλαδή ο ασήμαντος (ορισμός β' oneiros) που, όσο μέγεθος -κυριολεκτικά και μεταφορικά- του λείπει (ορισμός α' oneiros), τόσο φορτικός γίνεται (ορισμός hank), επιμένοντας με μικροπρέπεια και μιζέρια για τις μικρότητες και τις μιζέριες του.

Να πούμε ότι δε ρήαλ θινγκ, η αληθινή δηλαδή μουνόψειρα, είναι κάτι λίαν υπαρκτό και υποτίθεται σχετικά εύκολο να το κολλήσεις, μπελαλίδικο να το διώξεις.

Διαβάζουμε στο νέτι: «Η μουνόψειρα μεταδίδεται κύρια με την σεξουαλική επαφή. Θεραπεύεται με ειδικά φάρμακα με κύριο χαρακτηριστικό την επανάληψη της θεραπείας μετά μια βδομάδα για την πιθανότητα υποτροπής. Τα αυγά αποκολλούνται με ξύδι, πετρέλαιο και ειδική κτένα. Εχει χρώμα σκούρο καφέ, σχήμα στρογγυλό και κολλάει με μεγάλη δύναμη πάνω στο δέρμα και στις τρίχες του εφηβαίου με ειδικά άγκιστρα που εχει στα πόδια της. Τα αυγά της είναι σκούρου χρώματος, γερά κολλημένα πάνω στις τρίχες. Η τρίχα του εφηβαίου μπορεί να προχωρήσει και σε άλλα σημεία του σώματος. Δημιουργεί σκούρες μπλε κυλίδες στην κοιλιά του παθόντος με το σάλιο που εκκρίνει και παρουσιάζει έντονο κνησμό.»

  1. ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ-ΜΟΥΝΟΨΕΙΡΑ ΚΑΤΣΙΚΩΜΕΝΗ ΣΤΟ ΑΙΔΙΟ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

  2. Ο μουνόψειρας
    Στίχοι: Σπύρος Γραμμένος
    Μουσική: Σπύρος Γραμμένος
    Πρώτη εκτέλεση: Μάγια Μελάγια
    δες εδώ

αμφοτέρατα από το δίχτυ

(από joe909, 08/11/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο μικροαστός που έγινε μικροαστείος...

Ζωούλα. Σπιτάκι. Δουλίτσα. Γυναικούλα. Αντρούλης. Παιδάκια...

Όλα αυτά τα ‘-άκια’ και τα ‘-ούλια” της ντροπής. Όλα τα υποκοριστικά της μιζέριας, της ψυχικής ένδειας, ανθρωπ-ΑΚΙ της συμφοράς.

Ρίξτε μια ματιά στις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες που τόσο αγαπάμε. Δείτε πιο προσεχτικά τις αρχές και στις αντιλήψεις που πρεσβεύουν οι χαρακτήρες: Να βρουν μια δουλίτσα, να παντρευτούν το κορίτσι τους, να είναι ‘νοικοκυραίοι’, να κερατώσουν αλλά να μην χωρίσουν το στεφάνι τους, να προστατέψουν την παρθενία της κόρης, να πετάξουν στο δρόμο την ‘ατιμασμένη’, να καταδικάσουν το ‘μπάσταρδο’, να αποκληρώσουν, να διώξουν, να κλείσουν την πόρτα κατάμουτρα. Για να μην την ξανανοίξουν ποτέ πια. Κι ας πάει το παιδί τους άκλαυτο. Σαν το σκυλί στο αμπέλι.
Αυτές οι ταινίες δεν έπεσαν από το πουθενά. Αυτές αντικατοπτρίζουν τις ‘αρχές’ κι αξίες ενός άθλιου μικροαστισμού. Που στην ήπια μορφή του μεταφράζεται σε ‘κοινωνική αδιαφορία’. Και στην ακραία μορφή του σε εγκληματική ενέργεια.

► «Ονειρεύομαι τη μέρα που τα σκυλάδικα θα μείνουν άδεια και οι πολιτικάντηδες ομού με τους μισθωτούς επαναστάτες, άνεργοι. Τότε θα δεις την επανάσταση που σου αξίζει»

► «Φιλαράκι, μήπως έχεις ένα ευρώ να διορίσω κάνα δημόσιο υπάλληλο που του το'χω τάξει;»

♪♫ Ρέκβιεμ, ο παιάνας του μικροαστείου μικροαστού

1.
Προσοχή στο κενό μεταξύ Μικροαστείων και Μικροαστών

2. επίσης καθόλου τυχαίο ότι οι μικροαστοί λένε μικροαστεία

3. Οι «άντε ρε τους παλιοπουσταράδες παρασύρουν τα παιδιά μας» έγιναν «κρίμα αυτοκτόνησε το παλικάρι, όλα απ'το θεό είναι». Ψόφος μικροαστείοι

4. τέτοιοι δεν αξίζουν στο χέστη μικροαστείο ψηφοφόρο;

5. Καριόλες ανεξαρτήτως φύλου υπέρμαχοι του «free market» και του «laissez-faire» δήθεν opinion makers. Μικροαστεία ανθρωπάκια. Πίσω ρουφιάνοι.

6. -α και ταλιμπάν τραγόπαπες δε θέλω να πληρώνω. Εσύ που μιλάς για άχρηστους ΔΥ, πότε τα έβαλες με τους μπάτσους, τους παπάδες, τους δικαστές;
-Ρε δε ντρέπεσαι να θίγεις τα ιερά των μικροαστείων;

7. Αντί να αντιδράσω, κάθομαι στο τουιτερ και γράφω αστεία. Μικροαστείος

(από soulto, 25/03/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανάξιος λόγου, ασήμαντος, τιποτένιος, αναξιόπιστος, κάποιος που δεν αξίζει να τον πάρεις στα σοβαρά.

Γενικός μειωτικός χαρακτηρισμός, που ακούγεται πολύ συχνά σε οπαδικά αθλητικά συμφραζόμενα.

  1. Το γεγονός ότι η ΑΕΚ είχε μεγάλη συμπαράσταση από τους οπαδούς της παρά το ότι ο Λεβαδειακός έδωσε μόλις 350 εισιτήρια, προκάλεσε νεύρα στον Κομπότη, ο οποίος μετά το τέλος του αγώνα -σύμφωνα τουλάχιστον με τους ανθρώπους της Ένωσης- φώναζε στα αποδυτήρια: «Αν δεν σας ρίξω, να με γα... Είστε ανύπαρκτοι. Θα σας γα...». (από εδώ)

  2. βαρέθηκα να ακούω από χθες σχόλια του τύπου «Όλη η ιστορία του γαύρου σε ένα ματς, αυτοί είστε» και «Στο μπάσκετ Hala Madrid και ακόμα και με τους Τούρκους ήμασταν».. Ηλιθιότητα στο full.. Λες και έχει σχέση το ποδόσφαιρο με το μπάσκετ... Απλά η διοίκησή μας είναι τόσο εμετική και απαράδεκτη που έχει δώσει δικαίωμα σε όλους τους ανύπαρκτους να μιλάνε... (από εδώ)

  3. Μια φιλική συμβουλή προς όλους τους ανύπαρκτους του Ελληνικού ποδοσφαίρου. Αφήστε τις ειρωνείες γιατί δεν σας παίρνει. Η καλύτερα πείτε τα σε τίποτα πιτσιρικάδες που ίσως δεν γνωρίζουν και δεν έχουν πολλές εμπειρίες και παραστάσεις. Γιατί στα άτομα της δικής μου γενιάς δεν σας παίρνει με τίποτα. Και διευκρινίζω ότι ανήκω στην γενιά των 40άρηδων.

  4. Μια κουβεντα μον' θα πω για τους πολιτικους μας
    Για ολους τους ανυπαρκτους και ψευτοειδικους μας
    Σημαια μη σηκωσετε κουβεντα να μη πειτε
    Και μεσα στη δειλια σας να πατε να κρυφτειτε
    (λυρική εκδήλωση ελληναρά εδωπέρα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Ο ασήμαντος, αυτός που δεν μετράει.

  2. Ο υπερβολικά κοντός.

  1. - Σκάσε ρε πορδοβούλωμα!

  2. - Με αυτό το πορδοβούλωμα θα βγεις; Αυτός είναι ένα κι ένα μίλκο (ήτοι κάτω του 1, 20 μ.).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη ηχομιμητική, αλλά κυρίως μουνιομιμητική, πρόκειται για έναν μάλλον αρνητικό χαρακτηρισμό που έχει ένα ευρύτατο φάσμα σημασιών δηλούσες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ότι κάποιος είναι μουνί, μουνιοειδής και μουνιότροπος.

Έτσι ο μανιαμούνιας μπορεί να είναι, όπως μας λέει ο έτερος ορισμός, ο ζουζουνοειδής εραστής, ο γατουλογαμούλης, ο ευαισθητοπούτσικος, ο ζουζουνιάρης, ο παιχνιδιάρης, ο σχεσάκιας, αυτός που πέφτει με τα μούτρα στο αμόρε και δεν κρατάει πισινή. Βλ. παράδειγμα 5 για πλήρη ανάλυση.

Μπορεί να είναι το γατάκι, ο φλώρος, όπως και αυτός που έχει ελλιπή ανδρισμό, ο μουνουχισμένος από δαγκανόμουνα. Αν και δεν μιλάμε για καταστάσεις γκέο βαγκέο, μπορεί και να του ξεφύγει του μανιαμούνια ένα γκεϊμπέκικο αλά Χάρης Ρώμας.

Γενικά, ο μανιαμούνιας είναι αγαθομούνης, χαζομούνης, χαζογκόμενος και οριακά χαζογκάβλης. Είναι ανθρωπάκι, ανθρωπάριο.

Μια από τις πιο συνηθισμένες σημασίες του μανιαμούνια, είναι όπως παρατηρεί ο AKDMNT σε σχόλιο του άλλου ορισμού, ο ψείρας, ο μονόχνωτος, ο τετρατριχοτόμος. Αν και φαίνεται αντιφατικό το πώς μπορεί η ίδια λέξη να δηλώσει και τον ανέμελο χαζούλη και τον σπασαρχίδη, μην ξεχνάμε ότι και τα δύο είναι απλώς διαφορετικοί τρόποι του μουνιού, αφενός του μουνιού το πανηγύρι και αφεδύο του μουνιού η γκρίνια. Πολλοί μανιαμούνιες διαπρέπουν ως απαιτητικοί γκατζετάκηδες ή ως λεπτομερέστατοι επιστήμονες. Όσοι διατείνονται ότι «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο» λογαριάζουν χωρίς τον μανιαμούνια.

Άλλοι πάλι είναι απλώς το μελαγχολικό αγόρι που ακόμη και μέσω της μανιαμουνίασής του μπορεί να προσελκύσει γκομενέτα.

Η άποψη του γούγλη: Επιφανείς μανιαμούνιες που δίνει ο γούγλης είναι ο βυζαντινοτέτοιος Χάρης Ρώμας, το μελαγχολικό αγόρι Γιώργος Παπανδρέου, ο Δημήτρης Ουγγαρέζος, o Ηλίας Κασιδιάρης και ο υπαρξυστής Søren Kierkegaard.

1. Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος εξηγεί την πραγματική ιστορία πίσω από την «Ασετυλίνη»:
«Τη λέγανε κυρά-Μελέταινα και είχε για αφεντικό στο μαγαζί τον γιο της, τον Σπύρο ή Μανιαμούνια. Ο Μανιαμούνιας ήταν αδύνατος με περιποιημένη χωρίστρα, μιλούσε περίεργα και περπατούσε σαν να ήταν ξερός, σαν να μην είχε κλειδώσεις στα γόνατα και τους αγκώνες. «Είναι από το χασίσι», έλεγε ο Περωτής εδώ κι εκεί και εξηγούσε: «Δεν βλέπετε πώς είναι ο άνθρωπος; Σαν κόντρα πλακέ!». Και ήταν πράγματι ο Μανιαμούνιας ένα κομμάτι κόντρα πλακέ, ύψους ένα και εξήντα. Το μυαλό του δεν έκοβε και πολύ, έκανε πάντα λάθος στα ρέστα και όταν παρίστανε τον νταή στην αδελφή του, η Καγκουρώ τον πλάκωνε στις γρήγορες και του 'λεγε, «μούγκα Μανιαμούνια!»»

2. Μειονεκτήματα του να είσαι Ζυγός: Είσαι λίγο μανιαμούνιας. Ορισμένες φορές σου'ρχεται κολούμπρα.

3. Κόψε την πλάκα φίλε μου
Δεν είμαι μανιαμούνιας
Είμαι παιδί ντερβίσικο
Γιος της κυρά- Κατίνας

4. Τι εννοεί ο Δημήτρης Ουγγαρέζος όταν... αυτοχαρακτηρίζεται “μανιαμούνιας” και τι αποκαλύπτει για την ερωτική του ζωή; «Στα 17 μου έκανα sex για πρώτη φορά με την τότε κοπέλα μου. Είχα κερδίσει χρονιά και είχα μόλις τελειώσει το σχολείο. Βέβαια, είχαμε κάνει τις μπουρδελότσαρκές μας πιο πριν με την παρέα. Γενικά είμαι λίγο “μανιαμούνιας”» δηλώνει ο παρουσιαστής, και συνεχίζει: “Όταν ερωτεύομαι πέφτω με τα μούτρα”.

5. Μα ποιος είναι αυτός ο Μανιαμούνιας; Ο Μανιαμούνιας είναι ΑΥΤΟΣ που κάνει νιάαααου-νιάαααααου στα κεραμίδια. Είναι ο Λάμπρος, ο Παιχνιδιάρης και ο Κωλοτρίφτης ΜΑΖΙ.
Λάμπρος. Γιατί έχω εικόνες από ταινίες που χαϊδεύεται στις γυναίκες. Οι χορευτικές κινήσεις του δε είναι οι τυπικές άγαρμπες αντρικές κινήσεις ενός χορού γυναικείου. Σέικ. Σόρυ.
Παιχνιδιάρης γιατί του αρέσει να παίζει όταν δε γαμοσταυρίζει στη δουλειά, στο δρόμο εν κινήσει, στην εφορία όταν πληρώνει, στον τροχονόμο που του έκοψε κλήση για παράνομο παρκαρισμα.
Κωλοτρίφτης γιατί όταν κάνει ατασθαλία πάει και τρίβεται στον κώλο της γυναίκας του. Είναι η Ζωζώ στο αρσενικό. Πιο πολύ χάδι ... φτάνεις σε οργασμό. Έτσι. Καρεκλάτη με θέα τον Μανιαμούνια να σου τραγουδά.
Μα τι κάνει αυτός ο Μανιαμούνιας;
Ε, ότι κάνει και η Αλίκη από τα νιάτα της μέχρι και λίγο πριν πεθάνει. Νιάου.
Που μπορεί κανείς να τον εντοπίσει; Παντού. Μπορεί να είναι ο άντρας σου.
Ή ο νταής ταξιτζής συντονισμένος στον ντέρτι fm. Ή ο 11χρονος βαφτιστήρας σας που τρίβεται στην αγκαλιά σου για να του κάνεις format στο υπολογιστή και να παίξει επιτέλους φίφα 2013.
Ή ο συγχωριανός σας που με μαγκιόρικες χορευτικές κινήσεις μπορεί να σας απογειώσει και μετά να πάει στην τραγουδιάρα να της ζητήσει κ άλλη παραγγελιά.
Ή ο νεογιάπης μπιζνεσαίος ατσαλάκωτος μάνατζερ. Αυστηρός και σκληρός διαπραγματευτής.
Ή μπορεί να είναι ο CEO μιας πολυεθνικής. Ο Ιάπωνας Νάμου Νάκι Κουναμούτο.
ΠΡΟΣΟΧΗ:
Η Μανιαμουνίαση «χτυπάει» σε όλες τις ηλικίες.
Ο Μανιαμούνιας είναι κρυφός. Δεν αναγνωρίζεται στον δρόμο. Εκεί έξω μπορεί να είναι Χριστοπαναγής και σαν γυρίσει σπίτι στη φαμίλια να μεταμορφώνεται σε Ζωζώ. Οπότε αυτό τι μας κάνει; Ότι ο Κασιδιάρης μπορεί να είναι και αυτός Μανιαμούνιας.

6. Η Ελένη Ράντου είναι μια βρωμόστομη γκαρσόνα, ο Χάρης Ρώμας είναι ένας μανιαμούνιας βυζαντινολόγος και η αναγκαστική συγκατοίκησή τους προσφέρθηκε για τους πιο επικούς καβγάδες των ‘90s,

7. Ακόμα και «μανιαμούνιας» πελάτης να ήσουν, όφειλαν να σε αντιμετωπίσουν με διπλωματία και να σε κάνουν να νοιώσεις ότι καταλαβαίνουν το πρόβλημά σου.

8. τελικά δεν είμαι ο μόνος μανιαμούνιας του φόρουμ :D

9. Αν είσαι μανιαμούνιας και κατσαβιδάκιας βρες τη γραμμή που ταίζει το ABS , βάλε ένα διακοπτάκι και κόβε την παροχή όποτε θές εσύ

10. Την ίδια μέρα, που γιορτάζουμε τα γενέθλιά μας ο Κάρολος και η αφεντιά μου, έχει γενέθλια κι εκείνος ο ολίγον -συγγνώμη για το χυδαιότροπον της λέξεως- «μανιαμούνιας», ο Σαίρεν Κίρκεγκωρ.

Οι ζεϊμπεκιές του Χάρη Ρώμα. (από Khan, 16/11/13)Μανιαμούνιας από το παράδειγμα 4. (από Khan, 16/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο παγκοσμίου φήμης άγνωστος.

  1. Χρησιμοποιούμε τον όρο κυρίως για κάποιον ο οποίος κάνει μια αξιομνημόνευτη πράξη, αλλά όταν ψάχνουμε να δούμε ποιος κρύβεται πίσω από αυτήν την πράξη, διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για κάποιον παντελώς άγνωστο, τόσο ώστε δύσκολα μπορεί να του αποδοθεί ευθύνη για την πράξη. Λ.χ. γράφεται ένα σημαντικό ή προκλητικό άρθρο σε ένα έντυπο και όταν ψάχνουμε ποιος είναι ο προκλητικός συντάκτης, διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για κάποιον τελείως ασήμαντο, οπότε το κείμενο εγείρει πρόβλημα ως προς την πατρότητά του. Επίσης, σε κοινωνικά μήδια ή άλλα σάιτ του Διαδικτύου, κάποιος που κάνει προκλητικά σχόλια, χωρίς να έχει μια σταθερή ταυτότητα- λογαριασμό, ώστε να μπορεί να έχει κάποιο είδος διαδικτυακής υπευθυνότητας σε βάθος χρόνου. Σε παρόμοιες περιπτώσεις, το να είναι κάποιος πουθενάκιας γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης με την έννοια ότι οι πουθενάκηδες χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση συμφερόντων ή απλώς προκλήσεων, χωρίς να υπάρχει υπευθυνότητα.

  2. Ο τίποτας ή ανθυποτίποτας, ο παντελώς ασήμαντος. Και εδώ όμως η έκφραση χρησιμοποιείται διαλεκτικά ή για κάποιον που κάνει μια σημαντική πράξη ή έχει μια σημαντική εξέλιξη ενώ ήταν ασήμαντος στο παρελθόν. Βλέπουμε δηλαδή κάποιον αίφνης να γίνεται διάσημος και αξιόλογος, έχοντας έρθει από το πουθενά, ουρανοκατέβατος. Ή για κάποιον που έχει έναν σημαντικό τίτλο ή θέση, ενώ στην ζωή του δεν κάνει τίποτα, και εδώ που τα λέμε, ίσως αυτό να είναι και το μυστικό του χάρη στο οποίο προόδευσε.

  3. Μπορεί να είναι και ο πουθενάς με την έννοια αυτού που δεν τον βρίσκεις ποτέ στο πόστο του.

1.α. Και άντε σου λέω ότι κάποιος Πουθενάκιας, έγραψε ό,τι έγραψε. Δουλειά του αρχισυντάκτη δεν είναι να διαπιστώσει κατά πόσον ισχύει κάτι; (Εδώ).

β. Κλασικός πουθενάκιας. Πετάει μια μαλακια το βοδι που ειδαν στη tv και τρεχει να το κανει ρτ (Από το Τουίτερ)

  1. α. Ο «πουθενάκιας» Τζόρβας από το σκούπισμα του πάγκου της Παλέρμο στην προεπιλογή της εθνικής και ένας από τους κορυφαίους τερματοφύλακες του φετινού. (Από το Φέισμπουκ)

β. Πρώην συνδικαλιστής της αστυνομίας νυν βουλευτής, περισπούδαστος πουθενάκιας, φαφλατάς ολκής και αν δεν μιλούσαμε σε δημόσιο βήμα θα του έδινα τον γνωστό χαρακτηρισμό που δίνουν οι Έλληνες μεταξύ των. (Εδώ).

  1. Ένας θιασώτης της κατάληψης, ένας φοιτητής πουθενάκιας, ένας ανώνυμος είρωνας ή ένας κουκουλοφόρος; Δύσκολη επιλογή! (Εδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο παντελώς ασήμαντος, ο τελευταίος κρίκος της τροφικής αλυσίδας, η κατώτατη βαθμίδα σε οποιοδήποτε ιεραρχικό σύστημα (όπως έλεγε και ο Βέμπερ).

Συνήθως ο ανθυποτίποτας δεν έχει αντίληψη του πραγματικού ειδικού του βάρους και στριτζώνεται αδίκως.

Εμπνευσμένο από την στρατιωτική ορολογία, συναντάται και εκτός στρατεύματος.

- Για να μπει λίγο τάξη εδώ!
- Άει ρε ανθυποτίποτα, παράτα μας!

(από jesus, 23/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο γελοίος και μπινεδιάρης δείνα, ο φούφουτος, ο χλιμίτζουρας, η σκατόφατσα, ο σκορδομπούτσογλου. Κυρίως όταν αυτός παίρνει τον εαυτό του πολύ στα σοβαρά.

Πιθανώς να ετυμολογείται εκ της χλεμπόνας.

  1. Μα για ρίξε μια ματιά στο σκουπιδαριό σε όλα τα περιγιάλια μας. Και στους λερούς ασήμαντους δρόμους με τα λαμπρά μεγάλα ονόματα τους, που έκλαιγε ο Καρυωτάκης. Εκείνα τα σκυθοβαρβαρικά «Εμένα θα μου ειπείς τώρα, καημένε!» και «Ξέρεις ποιος είμαι 'γώ, ρε;» Ουά, οι γυψοκεφαλές και οι χλιμπίκουλες!
    (Δ. Λιαντίνης, Γκέμμα)

2. Το χειρότερο είναι πως όλοι οι παρουσιαστές (και όλες οι παρουσιάστριες) παίρνουν το σοβαρότερο ύφος τους, φοράνε τις καλύτερες γραβάτες και τα πιο σινιέ Ντόνα Φου-Καράν τους και - υποτίθεται πως - παρακολουθούν με μεγάλη προσοχή τον υποψήφιο κύριο Χλιμπίκουλα που «θα μας μιλήσει για την κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση».

3. Μάγκες μήν αρπάζεστε έδώ στα θέματα αγορών για να βοηθάμε ο ενας τον άλλον είμαστε να γλιτώνουμε κάνα ευρώπουλο και άν οι συναλλαγές είναι οκ εγώ οχι απο τον δελαπέσκα αλλά και απο τον μήτσο τον χλιμπίκουλα με e-shop και έδρα στην γή του πυρός αγόραζα αλλά να κάνουμε και το καλαμπούρι μας και λίγο και μήν αρπάζεστε με την μια ρε παίδιά εγώ ας πούμε με τον φίλο (προικισμένο απο την φύση) εξαρχίδη αρπάχτηκα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία