Επιπλέον ετικέτες

Κυριολεκτικά, αυτός που λυσσάει για ψωμί. Μεταφορικά ο τσίπης, ο τσιγκούνης ή ο φτωχός, φτωχομπινεδιάρης.

Τάκης: - Θα τις φας τις πατάτες που σου 'μειναν;
Σάκης: - Γιατί, τις θες;
Τάκης: - Αν δεν τις φας, ναι...
Σάκης: - Μα δεν έχεις τελειώσει τις δικές σου ακόμα!
Τάκης: - Θα τις φάω μετά. Λέγε, να τις πάρω;

Ο Τάκης είναι ψωμόλυσσας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Η ερωτική πράξη
  2. Εκείνο το κόκκινο γλυφιτζούρι με σχήμα κοκοράκι.
  1. Αυτηνής της αρέσει το κικιρίκι και του δίνει και καταλαβαίνει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η κλασσική σημασία του όρου αναφέρεται στην πόρτα του πλοίου.

Εδώ όμως ο όρος μπουκαπόρτα μπαίνει με την έννοια του στόματος, με την έννοια της πόρτας (πύλης) μπουκώματος. Με τη χρήση του όρου αυτού, υποβοηθούμαστε και από την κλασσική σημασία του όρου μέσω συνειρμού στις μεγάλες διαστάσεις της καραβόπορτας ώστε να υποδηλωθεί καλύτερα η έννοια της γρήγορης εισαγωγής τροφών (μπούκωμα, χλαπάκιασμα).

- Πώς γεμίζεις έτσι τη μπουκαπόρτα παιδάκι μου; Θα σκάσεις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η καραμπόλα στο μπιλιάρδο που γίνεται με εύνοια της τύχης, αλλά και με εντελώς αδόκιμο τρόπο. Φάβα καραμπόλα έχουμε συνήθως μετά από κόντρα ή αναπήδηση της μπάλας.

  1. Έκανε σαράντα σερί με τρεις φάβες.

  2. - Μήπως πέρασες από την οδό Φαβιέρου, Νικολάκη;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υποκοριστικό του γύρου, χρησιμοποιείται συχνότατα στο στρατό για αναφορά στο γνωστό και φτηνό έδεσμα.

- Ψαράδες είστε εξοδούχοι σήμερα. Θα μου φέρετε κανένα γυρόνι επιστρέφοντας;
- Έγινε! Χωρίς κρεμμύδι έτσι;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το νερό που μέσα βράζουν τα όσπρια το όποιο απορρίπτεται όταν πάρει μια σύντομη βράση.

- Μάνα τι μαγείρεψες;
- Φασολάδα γιόκα μου.
- Γιατί ρε μανά φασολάδα; Αφού το βράδυ θα βγω με το Λενιώ! Θες να γίνω ρόμπα;
- Έννοια σου και το’ χυσα το πορδοζούμι, μην ανησυχείς.

(από perkins, 18/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σοροπιαστό γλύκισμα που φτιάχνεται από φέτες μπαγιάτικου ψωμιού, μουλιασμένες στο γάλα, κατόπιν τηγανισμένες στο λάδι και τέλος περιχυμένες με μέλι και κανέλα. Δεν θυμάμαι ακριβώς τη συνταγή.

Φολεγανδρίτικο. Πιθανόν να μην το ξέρει πια κανείς εκεί, καθότι πρόκειται για παλιό αυτοσχέδιο γλυκό και παλιά λέξη.

Προφ ιταλικής ρίζας, από το frittula (σιτσιλιάνικη λέξη), βλ. εδώ, κάτι σα να λέμε «τηγανιά».

- Θυμάσαι πώς έκανε η Δέσποινα τις φρίδουλες;
- Μμμμ... όχι, αλλά ας αυτοσχεδιάσουμε και θα το βρούμε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Κάθε φαγητό-γεύμα που περιέχει κρέας. Λέγεται υποτιμητικά από ντεμέκ ζωόφιλους ημιχορτοφάγους (τους βετζετέριαν εννοώ) και λοιπούς υγιεινιστές.

  2. Γυναίκα που δεν έχει φαντασία στο κρεβάτι και περιμένει να τα κάνει όλα ο γαμιάς.

  1. - Πάλι ψοφίμι θα φάμε σήμερα;
    - Σκάσε και τρώγε μούλικο, που θα μου πεις ψοφίμι το στιφάδο μου.

  2. - Πώς πήγε με τη Σούλα;
    - Πολύ ψοφίμι μάγκα μου. Κόντεψα να κοιμηθώ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο λαίμαργος, ο φαταούλας στην αργκό των Ιωαννίνων. Απαντάται συνήθως ως π'στόβλιακο.

- Πού είναι ρε η μπατσαριά;
- Την έφαγα.
- Ρε πουστόβλιακο!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Οποιοδήποτε σφαιρικό αντικείμενο μεγάλου μεγέθους, και κυρίως:

  1. Το μεγάλο κεφάλι ενός κεφάλα.

  2. Τα αρχίδια που μας τα έχει πρήξει κάποιος και μας τα έχει κάνει καρπούζια.

  3. Οι μεγάλες βυζούμπες.

Για το καρπούζι ως σλανγκικό γεγονός βλ. και δεν χωράνε δύο καρπούζια σε μία μασχάλη, καρπούζια στις μασχάλες, μάπα το καρπούζι.

  1. Εν πάση περιπτώσει, δεν ξέρω πώς την είδε ο τύπος αλλά ότι μας τα έκανε καρπούζια σήμερα μας τα έκανε... (Εδώ).

  2. Τότε με πλησίασε και κούνησε τα καρπούζια της για να με καυλώσει.

(από Έλενα, 10/01/11)(από Έλενα, 10/01/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία