Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

αβέλω φιόγκο, δένω φιόγκο

Στα καλιαρντά σημαίνει "συνουσιάζομαι με κίναιδο που νόμιζα πως είναι επιβήτωρ" (κατά τον Ηλία Πετρόπουλο), πλην απεδείχθη ότι δεν ήταν. Περαιτέρω anal-υση στο εξαιρετικά κατατοπιστικό λήμμα φιόγκος του Αἴαντος.

  1. Αβέλω φιόγκο του 'πανε καημόπουτσα και μπουρδοφαφλατού που να αβέλεις σε σερμελιά και μουτζό να γίνεται και να τζάσεις στο ρουνάδικο και να βουέλεις γκάζα. (Μπουντουσουμού).
  2. -Αβελες καμμιά λατσή σαρμέλα?
    -Αβελα. Αβελα φιλενάς αστα... μπουτ λατσο το τσόλι.. σαρμελια γδουπα... Κουραβέλτες.. και απανωτες κουραβελτες... Λατσααααα... Αβελα πιασμαν στην μπάρα... και μπονμπον μπουτ... Γδουπα φιλενας... Γδουπα.... Αχχχχχχχ.... Θελω να τον αβελω συνεχεια.....
    -Αχ λατσά φιλενάδα... Σου αβέλει και κοντροσόλια?
    -Ολα μου τα αβελη φιλεναδα ολα... Εχει και κατι μπουτια... σφιχτα και τραγανα σαν κερασια...
    -Ax λατσά, τσόλια ολκής δύσκολα βρίσκεις. Τα πιο πολλά δένουν φιόγκο με άλλες μπαροβγαλμένες. (Καλιαρντοδιάλογος στο Μπου).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο λικνιστός και θηλυπρεπής πούστης.

Η λέξη παραπέμπει στην κίνηση του γνωστού οργάνου υφαντικής και ανθολογείται από τον Ηλία Πετρόπουλο στο βιβλίο Καλιαρντά. Στο ίδιο πνεύμα, ο Πετρόπουλος καταγράφει και στον όρο ανεμόμυλος.

- Τελικά δεν μου' πες βρε Λίλιαν, πού και πότε γνώρισες τον Πέρι;
- Πριν από κάτι καλοκαίρια στην Μύκονο σε κάποιο ωραίο μπαράκι. Αν θυμάμαι λεγόταν Pierro's. Πού να φανταστώ τότε Λάουρα ότι θα μου προέκυπτε νεραϊδιάρης...
- Μα στο νησί των ανέμων ρε μαλάκα; Χελόου!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Επαρχιώτης gay (καλιαρντά).

- Ήρθε κι η βλαχοντάνα να μας φάει το γλυκάκι μας.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τρυφερός εραστής, ο συναισθηματικός αγαπησιάρης τύπος που είναι γατούλης στο κρεββάτι.

— Και τι έλεγε το γκομενάκι;
— Άσε φιλενάδα, πολύ γατουλογαμούλης ο τύπος και δεν ξέρω πώς να τον στείλω!

(από Khan, 12/02/14)(από Khan, 16/02/14)

Η λέξη προέρχεται από τα καλιαρντά (βλ. το σχετικό βιβλίο του Ηλία Πετρόπουλου).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο επαρχιώτης κίναιδος, κατά τον Ηλία Πετρόπουλο, ή αυτός που συντηρείται από επαρχιώτη εραστή- βουκολομπαρά. Συνήθως χρησιμοποιείται μειωτικά.

Ο Χότζας μας εξηγεί τις λεπτότερες αποχρώσεις των διαφορετικών όρων στα σχόλια του λήμματος γίδι: «Οι τζαζλές λέγανε την έκφραση γιδοτεκνοσυντήρητη για τη λούγκρα που είχε προστάτη-καβαλάρη κάποιον καράβλαχο, τον οποίον χαρακτήριζαν κατσικαδερό ή γιδερό (εξ ου και βλαχα-δερό), ενώ τον επαρχιώτη ομοφυλόφιλο (συνήθως ψηλό και γεροδεμένο ορεσίβιο) τον έλεγαν βλαχοντάνα».

  1. ΑΣΤΑΔΙΑΛΑ που θα μου κανεις και υποδειξεις.γιδοτεκνοσυντηρητη. (Αποκατέ).

  2. Στη χούμση κιμπαροπουρό με λιμπερτόζα και ματσιάρα κουρκουλετζού βακουλοκρεμαστή κωλοτσιτσίρισε με νταμιρόκλυσμα το σκελοσάλιαγκα χωρίς σπανοκουκούλα κι ο τραχανάς η γιδοτεκνοσυντήρητη ζήτηξε τσουκτροκλάκα. (Αποκατέ).

  3. EΙΣΑΙ ΕΝΑ ΧΥΔΑΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟΜΟΡΦΟ ΧΤΗΝΟΣ.. ΓΙΔΟΤΕΚΝΟΣΥΝΤΗΡΗΤΗ ΦΑΚΙΡΟΠΙΠΙΖΑ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το μουνί στα καλιαρντά, καθώς με λίγη φαντασία μπορούμε να το θεωρήσουμε ως ένα ανάποδο δέλτα.

Τι να παρλάρουμε κορίτσια. Περιττές είναι οι παρόλες. Είναι κανόνας πως οι θεοκάλιαρντες πάντα έχουν τα θεόλατσα, για αυτό κι εμένα το δέλτα μου έχει κλειστεί με καγκελοπαρτούζα. (Αποκατέ).

Το ομώνυμο αρρωστούργημα της Αναίς Νιν. (από Khan, 12/12/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Η γυναίκα, σε αντιδιαστολή με τον μονότρυπο γκέουλα. Καλιαρντίζων σεξισμός, ο δεύτερος απαξιωτικότερος για την γυναίκα μετά το νέτο-σκέτο τρύπα.

Από το δουπού: patsis.

Όμως, ο πούστης- όπως τον αποκάλεσε καταδηλωτικά ο εντολοδόχος του- παραδόξως τα έβαλε με τη λεσβία την Εύη! Κάνε στην άκρη, κυρά μου δίτρυπη, της είπε, εμείς θα τα βρούμε με το παλικάρι εδώ! Αυτή η βρισιά, το δίτρυπη, μου έμεινε από τότε ως ό,τι πιο υποτιμητικό και αδιάντροπο είχα ακούσει για τη γυναικεία ύπαρξη! (εδώ)

(από σφυρίζων, 24/07/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Η σύφιλη στα καλιαρντά, εκ των έλκος και Αφροδίτη, όπως στα αφροδίσια νοσήματα.

Που είχαν βαρεθεί να τη βλέπουν στου Συγγρού με την ελκοαφρόδω της να έχει φτάσει ως τα μπούνια. (Αποκατέ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Τιραμισουρεαλιστικός όρος των καλιαρντών με βαρύ ιστορικό φορτίο για τους κίναιδους. Η ακριβής σχέση ανάμεσα στους εν Ελλάδι γκέι του 20ου αιώνα και τον καθ' όλα σεβαστό πολιτισμό των Ετρούσκων παραμένει αδιευκρίνιστη. Μπορεί κανείς να υποθέσει ότι οι καλιαρντόπουστες συνδέονται με τα λατινικά μέσω ιταλικών αποκαλούμενοι άλλωστε φραγκολουμπίνες, ενώ η βρίθουσα σε ιταλισμούς καλιαρντή αποκαλείται σκωπτικώς «βαθιά λατινικά» (βλ. σχόλιο Χότζα εδώ). Άλλωστε οι γκέι την έχουν γενικώς την έφεση στο λάτιν αναζητώντας τον Λατίνο εραστή τους. Άλλωστε πολλές ετρούσκες λουγκρητίες έχουν ζηλώσει την δόξα της αρχέτυπης Λουκρητίας και αναζητούν τον Ετρούσκο βιαστή τους.

Trivium: Όπως φαίνεται από τα μήδεα, οι Ετρούσκοι όντως το χορεύανε το λάτιν, αλλά δεν ήταν οι μόνοι. Εθνικά ονόματα από την αρχαιότητα που καταστάθηκαν συνώνυμα του γκέι είναι και οι Συβαρίτες, οι Χαλκιδείς, οι Σίφνιοι και οι Φοίνικες.

Πηγή: Αίας, Χότζας.

- Κοίτα την λουγκρητία την ετρούσκα που ψάχει τον Σέξτο Ταρκύνιο να τη στείλει για ράμματα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ηράκλω στα καλιαρντά είναι η γυναίκα. Όπως σημειώνει το Πονηρόσκυλο εδώ, ετυμολογείται από τη λέξη της ρομανί rakli, rakhli = κοπέλα, κορίτσι, κόρη – ξένη, όχι Ρομ στην καταγωγή. Ηρακλωτά σημαίνει γυναικεία, και προσδιορίζει σεξουαλική στάση, όπου ο "παθητικός" ερώμενος κάθεται ανάσκελα σε φάση ιεραποστολικού. Το αντίθετο, το μπρούμυτα, λέγεται νορμάλ στα καλιαρντά, υπονομεύοντας την ετεροκανονιστικότητα. Θεωρείται, δηλαδή, σαν κατά μία μάλλον αντεστραμμένη κανονιστικότητα, το "νορμάλ" για τον τζιναβωτό/τζινάβοντα τα καλιαρντά να είναι το εκ του πρηνηδόν, ενώ το ανάσκελα να είναι το ηρακλωτά, όπως το κάνουν δηλαδή οι γυναίκες.

  1. -Άντε γαμήσου μωρή τραβελογεννημένη σούφρα. - Ηρακλωτά ή νορμάλ; (Καλιαρντοδιάλογος στο Μπου).
  2. Το ντέζι μου χτύπησε κόκκινο, ξάναψα!!! Φαντασιώνομαι νταβραντισμένους και εξαγριωμένους τουρκαλάδες κλασσικούς μουσικούς να με κυνηγάνε ξαναμμένοι στα σοκάκια του Αναπλιού κραδαίνοντας αντί για φαλλούς τα δοξάρια τους, τα τσέλα τους, τα ομποε κλπ και να θέλουν να μου πάρουν ό,τι πολυτιμότερο έχει μια ελληνοπούλα: τη τιμή της, την ελευθερία της και την εθνική της περηφάνια!! Να μου εφαρμόζουνε το οθωμανικό τους δίκαιο τραγουδώντας Bach στα Τούρκικα, κι εγώ ηρακλωτά να ικετεύω το Σταϊκόπουλο να με γλυτώσει γι’άλλη μια φορά μετά απο 190 χρόνια!! Να γίνετε της Μπουμπουλίνας το κάγκελο!!!! Άμα όμως μ’αρέσει ο Bach Mελίνα μου; (Αποκατέ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία