Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Είναι και μουσικό όργανο, είναι και λουλούδι, αλλά εδώ μας ενδιαφέρει ως βρισιά, προερχόμενη με αποκοπή από το μαλακοβιόλα ή πιο σεμνά από το χαζοβιόλα. Στα συν του ως βρισιά το ότι ομοιοκαταληκτεί με το καριόλα.

  1. Είστε όλες ένα τσούρμο βιόλες, άλλες πουτάνες, κι άλλες καριόλες! (Ανδρική θυμο-σοφία με ρίμα).

  2. Γύρευε με ποια ξενέρωτη βιόλα τριγυρνάει.

(από Παγράτσου Κολιάτι, 06/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο βλάκας, μόνο με υβριστική χρήση και αρκετά πιο μειωτικά.

  1. Από εδώ:
    Και σύ μου απαντάς με αποχαυνωμένο το μάτι κουνώντας τις πλάτες σου σαν ξεδοντάρικο βλακόνι "δεν ξέρω".
  2. Από εδώ:
    skase re vlaka pou tha mas peis esu xatzireforma ti einai i AEK to idio kai sto vlakoni ton Ramon apo panw....

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο αρχηγός των γουδιών. Ο μεγάλος μαλάκας. Χρησιμοποιείται και ως γουδάρχης αλλά σε πιο επίσημο λόγο.

-Καλά, πιστεύεις τον Ρουσσάκη; Αυτός ειναι μεγάααλος γούδαρχος.
Μια φορά μου είχε πει ότι τα είχε με μια Pamela!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η έκφραση έχει απαθανατιστεί στο τραγούδι «Υβρεοπομπή» του Φοίβου Δεληβοριά (βλ. παράρτημα). Εκεί ο εθνικός μαλάκας, αν και μελαγχολικός, εμφανίζεται να ανοίγει την υβρεοπομπή ως σημαιοφόρος όλων των βρισιών! Είναι πράγματι ο εθνικός μαλάκας η επιτομή της βρισιάς;

Σχέση εθνικού μαλάκα και απλού μαλάκα. Νομίζω για να γίνει ένας μαλάκας εθνικός μαλάκας χρειάζονται τρία πράγματα: α) ένταση, ποσότητα της μαλακίας, 2) αρχετυπικότητα, καθολικότητα, να αναγνωρίζουμε στον εθνικό μαλάκα όλοι τον εαυτό μας ως μαλάκα και γ) ειδική σχέση με σύμβολα του έθνους.

Αντιστοίχως, θα έλεγα ότι ο εθνικός μαλάκας είναι αφενός ο Υπερθετικός του μαλάκα, ο σε ποσότητα πολλά κιλά μαλάκας. Δηλ. θετικός: μαλάκας. Συγκριτικός: καλός μαλάκας. Υπερθετικός: εθνικός μαλάκας. Αφεδύο, είναι ο Άγνωστος Μαλάκας. Δηλαδή, όπως στον Άγνωστο Στρατιώτη του έθνους μπορούν να εκπροσωπηθούν όλα τα φανταράκια, έτσι στον εθνικό μαλάκα θα πρέπει να μπορεί να εκπροσωπηθεί η μαλακία όλων μας. Να μπορούμε βρε παιδί να του στήσουμε ένα μνημείο εθνικού μαλάκα, και να του καταθέτουμε στεφάνια.

Αφετρία, θα πρέπει να έχει μια ειδική σχέση με τους εθνικούς μας συμβολισμούς. Τον φαντάζομαι ως έναν λεβεντομαλάκα στο στυλ του Δημήτρη Παπαμιχαήλ - άντρα της εθνικής μας σταρ. Τον φαντάζομαι γενικά ως έναν μαλάκα που είναι Ελληνάρας, ίσως και ιντερνετομαλάκας e-λληνάρας. Στην ιδεώδη περίπτωση ένας ολυμπιονίκης μαλάκας

Όπως, όμως, λέει κι ο Έγελος, πρέπει να βρεθεί ένα «καθολικό συγκεκριμένο» για να εκφράσει αυτό το πνεύμα του λαού. Όπως δηλαδή η Αλίκη Βουγιουκλάκη ενσαρκώνει την ιδέα της εθνικής σταρ, κι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης την ιδέα του εθνικού γκαντέμη, πρέπει να βρεθεί κι ο εθνικός μαλάκας. Ύστερα από λίγη σκέψη, σκέφτομαι να προτείνω ως εθνικό μας μαλάκα τον Νομάρχη Θεσσαλονίκης Παναγιώτη Ψωμιάδη, αφού πληρεί και τους τρεις όρους. Ως επιλαχόντα σκέφτηκα τον Τέως Βασιλέα μας Κωνσταντίνο Γλύξμπουργκ, ο οποίος ως μαλάκας De Grecia, ως ολυμπιονίκης μαλάκας και ως συνδεόμενος με την εποχή της εθνικής μας σταρ Αλίκης Βουγιουκλάκη, θα εκπληρούσε ιδανικά τον τρίτο όρο. Όμως προτιμώ τον Ψωμιάδη, γιατί εκπληρεί ιδανικά τον δεύτερο όρο, ήτοι να εκπροσωπεί την μαλακία (αλλά και το μασκαριλίκι, το καραγκιοζιλίκι, το έξω καρδιά, το καλό παιδί, την λεβεντιά κ.ο.κ.) όλου του έθνους μας, που τον ψηφίζει ξανά και ξανά και τον απογειώνει σε δημοφιλία (κάτι που δεν ισχύει για τον Γλύξμπουργκ). Δεν κατάφερα να βρω άλλο πρόσωπο που να πετυχαίνει έτσι την εκπλήρωση και της έντασης και της καθολικότητας και της εθνικής ευαισθησίας του εθνικού μαλάκα, όσο ο Ψωμιάδης, κι έτσι τον ανακηρύσσω εκθύμως ως εθνικό μαλάκα!

(Απ' το τραγούδι του Δεληβοριά, που παρατίθεται όλο παρακάτω):

Τέλος μπροστά μπροστά κι εν είδει παραστάτη
Αγκαλιά η πουτάνα και το γαμώ τα παιδιά
Και μελαγχολικός κρατώντας τίμιο λάβαρο
Ν΄ ανοίγει την πομπή ο εθνικός μαλάκας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΜΕ ΑΣΜΑ

Φοίβος Δεληβοριάς. «Η Υβρεοπομπή».

Ανήκω κι εγώ στη σωρεία των ανθρώπων
Που βλέπουν το στρατό σαν κάτι άχρηστο εντελώς
Μα ωστόσο διδάχτηκα και επηρεάστηκα
Απ΄ το τάγμα το ανέστιο των υβριστών. Λέω

Υπάρχει μία σκοτεινή κοιτίδα στο Έθνος
Που δύναται λεοντόκαρδα ν΄ αντιπαρατεθεί
Σους έξωθεν κίνδυνους
Σε Φράγκους κι Αγαρηνούς
Και αυτή είναι η Ελληνική υβρεοποιία.

Φαντάσου μια στιγμή μιαν ολονύχτια παρέλαση
Να σχίζει όλη την Εγνατία οδό
Και αντί για ονόματα
Διαιρέσεις σε σώματα
Να ΄ναι συντεταγμένη με αυτό τον τρόπο:

Τα μουνιά καπέλα, οι πάρε τ΄ αρχίδια μου
Οι την Παναχαϊκή μου και τα χεζοβολιά
Να ακολουθούν τα παινεμένα μουνόπανα
Του κώλου τα εννιάμερα κι οι γάμησέ τα

Ακόμα πιο μπροστά να είναι οι μαλακοκάβληδες
Οι φτωχομπινέδες κι οι πουτάνας γιοι
Με τύμπανα πιο κει οι ηρωικοί κλαπαρχίδηδες
Τα μαλακιστήρια κι οι κλασομπανιέρες.

Τα κωλοτρυπίδια να βαράνε τις σάλπιγγες
Και τα μυγοχέσματα να δίνουν εντολές
Να ρυθμίζουν με σφυρίχτρα το εν-δυο οι μικροτσούτσουνοι
Το πόδι να βαράνε οι το στανιό μου μέσα

Να υπάρχει ένα μεσαίο μέρος με ύβρεις κοινότοπες
Οι άντε και γαμήσου οι παλιοπούστη και λοιπά
Και αντί για ιερατείο να προπορεύονται οι βλάσφημοι
Που αυτά που λεν΄ δεν είναι για να τ΄ αναφέρω.
Τέλος μπροστά μπροστά κι εν είδει παραστάτη
Αγκαλιά η πουτάνα και το γαμώ τα παιδιά
Και μελαγχολικός κρατώντας τίμιο λάβαρο
Ν΄ ανοίγει την πομπή ο εθνικός μαλάκας.

Απόψε που σου γράφω μπαίνω στον μήνα τον ένατο
Στο θάλαμο το ημίφως μου σκεπάζει την ψυχή
Σε θέλω, σε σκέφτομαι κι απλώς ονειρεύομαι
Σε σένα να τελειώνει αυτός ο κάτω κόσμος.

Εγώ που δε βρίζω, που αυτοπεριορίζομαι
Που ψάχνω μες τη γλώσσα μιαν αρχαία πηγή
Δυο χρόνια απ' το χρόνο μου αφήνω τον κόσμο μου
Και ζω στο πίσω μέρος της δημιουργίας

Πληγές, βωμολοχίες κι αλλήλοταπεινώσεις
Κάτω απ΄ τη μπότα ενός επινοημένου διοικητή
Κι εγώ ο αόρατος στη βάση του δόρατος
να κλαίω και να γελάω με την πομπή της ύβρης.

Αν δεν έχετε πειστεί, δείτε αυτό το βίντιο για τον πολυδιάστατο χαρακτήρα του Ψωμιάδη. (από Hank, 22/01/09)Βίντεο που ξαναβάζει στο παιχνίδι τον τέως Κωνσταντίνο ως "εθνικό μαλάκα"!!! :))) (από Cunning Linguist, 14/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Να κάνεις μια πράξη ή μια δήλωση που να σε καθιστά ή να σε κάνει να δείχνεις καθυστέρι, δηλαδή πνευματικώς καθυστερημένο άτομο, γιωτόμπαλο κ.τ.ό. Πρόκειται ασφαλώς για κοινωνικώς ρατσιστική έκφραση που θίγει ότι κάποιος έκανε ή είπε μια γιωτομπαλιά.

  1. Libtard καθυστεριές. Πλήρη αφοπλισμό της αστυνομίας και απελευθέρωση όλων των μαύρων από τις φυλακές οι οποίοι κρατούνται για αδικήματα που σχετίζονται με ναρκωτικά ή μη βίαια εγκλήματα ζητάει ένα από τα ινδάλματα των "προοδευτικών" στις ΗΠΑ (και όχι μόνο), Michael Moore. (Πχόρουμ).
  2. Τσιπρόφωνα, σταματήστε να μολύνετε τα τίμια νήματά μου με τις καθυστεριές σας. Ξουτ! Ξουτ λέμε! (Νήμα βενιζελικών μελετών στο Ελεύθερο Ελληνικό Φόρουμ).
  3. Μετα εγω και το Μιτσμομπιλ γινηκαμε ενα, και στ' αρχίδια μου και σεις και το μετρο σας και οι καθυστεριες σας. (Από το Ελέκτρικ Ρέκβιεμ).
  4. Τι καθυστεριες παλι θα ακουστουν σε αυτο το θεμα? (Ινσέψιο, καθώς το σχόλιο έγινε στο θρεντ στείρωση σε ΑΜΕΑ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο καθυστερημένος, βλάκας, αρκετά ηλίθιος. Από τον γνωστό πολυτάλαντο καλλιτέχνη.

- Πήρα τηλέφωνο στο ΚΕΠ να κανονίσω τα χαρτιά μου, και μου βγήκε ένας Κατέλης και δεν έβγαλα άκρη...

Στου γιαλού τα πουτσαλάκια! (από Cunning Linguist, 19/07/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το κοριτσούδι (η κλανίτα είναι συνήθως νεαρής ηλικίας) που μιλάει για όλα και για τίποτα, που έχει γνώμη περί πάντων χωρίς να έχουν καμιά όμως ουσία τα λεγόμενά της. Κοινώς, είτε μιλάει είτε κλάνει, ένα και το αυτό.

Πέντε ώρες μας τα' πρηζε χθες η κλανίτα και τελικά ούτε που ξέρω να σου πω τι μας έλεγε.

(από Kilerakias, 08/02/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ανακεφαλαιώνοντας, συγκεντρώνοντας και συμπληρώνοντας:

Η όρνιθα, η πουλάδα το μη πετάμενο πουλί κάποτε γενικευμένα οικόσιτο και νυν βιομηχανικά εκτρεφόμενο για τα αυγά και το κρέας του. Προέρχεται απ’ το θηλυκό του κοττός, κόττος που είναι ο κόκορας.

1α) (Όπως αναφέρεται και σε άλλο ορισμό) Υποτιμητικά σημαίνει τη γυναίκα την ανόητη/ελαφρόμυαλη, τη φλύαρη, την κουτσομπόλα, αυτήν που κακαρίζει διαρκώς με τις παρόμοιές της, που έχει γνώμη κι άποψη για όσα αφορούν τους άλλους γύρω της (ένα ακούει, δέκα καταλαβαίνει, εκατό διαδίδει), που χώνει τη μύτη της παντού. Σπάει νεύρα και πρήζει αρχίδια με την αδιακρισία και την σπανίως συγκαλυμμένη αγένειά της που τις εξασκεί δημόσια εκμεταλλευόμενη την ειδική μεταχείριση που απαιτεί λόγω της γυναικείας φύσης της.

Οι χώροι που συχνάζει (κομμωτήρια, στούντιο ομορφιάς, γυναικεία τμήματα γυμναστηρίων κτλ) αποκαλούνται απ’ τους άντρες - που τους αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι - κοτάδικα, κοτέτσια, κοτοπουλάδικα.

Επιπλέον, ακούγεται και το κοτοκαυγάς. Αν και πρόκειται για γυναικοκαυγά, η φάση δεν ξεφεύγει από το λεκτικό επίπεδο που όμως αφήνει άναυδους τους παρευρισκομένους άντρες για το ευφάνταστο των χαρακτηρισμών και το δριμύ των εκατέρωθεν επιθέσεων.

1β) Ως προς την περιγραφή: είναι η γυναίκα με την αναλογικά μακριά μύτη, μάτια μικρά με μικρή απόσταση μεταξύ τους, αραιά βλέφαρα και πόδια τσάκνα.

  1. Το δειλό άτομο, αυτός που κωλώνει. Είναι χειρότερο για έναν άντρα απ’ ότι για μια γυναίκα. Από αυτήν τη δειλία βγαίνουν και τα:

2α) κάθησε σαν κότα να..., που σημαίνει πως ο εν λόγω δεν αντέδρασε σε ό,τι κακό υπέστη. Κοινώς (νοηματικά): «Του την έφεραν από πίσω» για ό,τι κι αν έπαθε αν και μπορούσε να το είχε αποφύγει.

2β) οδηγεί/πηγαίνει σαν κότα (που αναφέρεται και σε άλλο ορισμό), που σημαίνει πως κάποιος οδηγεί υπερβολικά αργά και συνήθως στη μέση του δρόμου πρήζοντας τ’ αρχίδια όσων τον ακολουθούν χωρίς να μπορούν να προσπεράσουν (συνήθως, αλλά όχι μόνο, απευθύνεται σε γυναίκες οδηγούς – οπότε γίνονται αντιληπτές κι από τον ουραγό).

Αν μιλάμε για το περπάτημα κάποιας, τότε αυτή συνήθως έχει ευτραφή πισινό που τον λικνίζει κοτίσια, (μέχρις εδώ τίποτε το ιδιαίτερα σλαγκικό κατά την ταπεινή μου γνώμη).

γ) κι ο υπερθετικά μειωτικός κότα λειράτη/ με λειρί, για το χέστη άντρα (όπως αναφέρεται και σε άλλον ορισμό).

  1. Κατά Πετρόπουλο:

3α) η πουτάνα (σχετικό 2α) και

3β) ο επί χρήμασιν εκδιδόμενος κρατούμενος, που όμως σχεδόν ποτέ δεν ταυτίζεται με τον κίναιδο.

  1. Σκωπτικά δικέφαλη κότα του Βορρά είναι ο ΠΑΟΚ ενώ δικέφαλη κότα του Νότου αποκαλείται η ΑΕΚ λόγω των εμβλημάτων τους (δικέφαλοι αετοί) όπως βεβαιώνει κι από ‘δω ο Khan.

Για την πληρότητα του λήμματος και μόνον (εξού και παραθέτω επιλεκτικά παραδείγματα), αναφέρω τις γνωστότατες εκφράσεις θεωρώντας σαν πλέον πρέπον να ξεκινήσω απ’ το:

  1. Το ξέρουν κι οι κότες: Το ξέρουν οι πάντες όλοι, το ξέρει κι η κουτσή Μαρίκα.

  2. Να φαν κι οι κότες: Για κάτι που είναι μπόλικο/περισσεύει/αφθονεί.

  3. Κοιμάται με τις κότες: Για κάποιον που κοιμάται πολύ νωρίς, που δεν ξέρει να γλεντάει, που ‘ναι ξενέρωτος (σε βουκολικά περιβάλλοντα έπαιζε και το κοιμάται με τα ‘ρνίθια).

  4. Δεν ξέρει πούθε κατουράει η κότα: Για κάποιον που είναι παντελώς άπειρος/αδαής/άβγαλτος/βλάκας, που δεν ξέρει τι του γίνεται.

  5. Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρων οι κότες: Παροιμία που αναφέρεται σε όσους φεσώνονται τις συνέπειες των παράνομων πράξεων ή των ύποπτων δοσοληψιών τους συναναστρεφόμενοι άτομα που δεν είναι και πολύ σόι. Πάνω-κάτω συνώνυμο των ό,τι σπείρεις, θα θερίσεις, πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.

  6. (Τα περνώ) ζωή και κότα: Τα περνάω γαμάτα, άνετα, δίχως έννοιες κι οικονομικές σκοτούρες.

  7. Αλλού τα κακαρίσματα, κι αλλού γεννούν οι κότες: Που σημαίνει πως αναπάντεχα, από αλλού περιμέναμε κάτι (συνήθως καλό) κι απ’ αλλού μας ήρθε, οπότε αν κι οι ελπίδες μας διαψεύστηκαν, δεν μείναμε τελείως απογοητευμένοι αν και τα αισθήματα προς στιγμήν, δεν ήταν ξεκάθαρα.

  8. Η κότα έκανε τ’ αυγό, ή το αυγό την κότα;: Μοιάζει λούπα και λέγεται:

α) όταν δεν μπορούμε να βγάλουμε άκρη σε κάποιο δίλημμα,
β) πειρακτικά σε μπόμπιρες για να τους μπερδέψουμε, με τη μορφή «Ποιος γεννήθηκε πιο πρώτα; Το αυγό ή η κότα;»,
γ) επίσης αποτελεί και ένα είδος γείωσης με σκοπό το τέλος μιας συζήτησης μεταξύ ατόμων που λογομαχούν έντονα χωρίς να διαφωνούν ριζικά, περιγράφοντας μια σύνθετη κατάσταση που επηρεάζεται από αλληλεξαρτώμενους παράγοντες δίνοντας τους διαφορετικό βάρος ο καθένας ανάλογα από πια μεριά βλέπει τα πράγματα. (Παρεμπιπτόντως, η επιστήμη απεφάνθη πρόσφατα, υπέρ της κότας).

  1. Η παλιά/γριά κότα έχει το ζουμί: Υπονοούνται οι πεπειραμένες σεξουαλικά -το πολύ- πενηντάρες σε σχέση με τις ντεμέκ άπειρες, φρέσκιες εικοσάρες, λέγεται (από τις θιγμένες ή όσους δεν έχουν πέραση στις νεαρές ηλικίες) όταν κάποιος πιπινογάμης αμφισβητεί τις χάρες ή το αξιόγαμον των ωριμοτέρων και πιο πεπειραμένων γυναικών. Κατά μία έννοια είναι συνώνυμο του «ο παλιός είν’ αλλιώς. Γεγονός είναι πως άμα το πέρας της εμμηνόπαυσης, σε πολλές καλοστεκούμενες ανοίγει η όρεξη για κοκό και το διεκδικούν με σχετική λαιμαργία αναντίστοιχη του παρελθόντος τους.

  2. (Δεν σφάζουν την) κότα που κάνει τα χρυσά τ’ αυγά: Συνήθως αναφέρεται για τον εργατικό και παραγωγικό υπάλληλο και γενικά γι’ αυτόν που μας προσφέρει/τα φέρνει και πρέπει να τον φροντίζουμε για να μη μας φύγει. Κατά μια έννοια είναι συνώνυμο των: «Δεν χέζεις εκεί που τρως», «Δεν κατουράς εκεί που πίνεις», «Δε δαγκώνεις το χέρι που σου δίνει να φας».

  3. Η κότα σκαλίζοντας/σγκαρλίζοντας το μάτι της θα βγάλει: Λέγεται γι’ όσους μόνοι τους κάνουν κακό στον εαυτό τους, παρόμοιο με το «Με τα χεράκια μου, βγάζω τα ματάκια μου» και σαν φοβέρα με παρόμοια σημασία με το 9.

Εντελώς παραπεμπτικά:

  1. Αλανιάρα κότα: Η κότα ελευθέρας βοσκής, κλάσεις ανώτερη απ’ τις συνηθισμένες του εμπορίου αλλά κι η πουτάνα (σχετ. 3).

  2. Το (και γαμώ) πιθανώς ομόρριζο κοτάω: τολμώ, έχω θάρρος/κότσια (βλ το σχόλιο του Hank).

1α) - Θα ‘ρθεις να με πάρεις;
- Εγώ στο κοτέτσι δε σκάω μύτη να χτυπιέσαι από κάτω.
- Κοτέτσι το σπίτι της Κούλας;
- Μη με τσιγκλάς, γιατί της τα ‘χω μαζεμένα της κοτάρας της ξαδέρφης σου.
- Μα..
- Μαμούνια!! Κι αν κοτήσει να ξαναβάλει στο στόμα της τα καρντάσια μου και τη δουλειά τους θα ‘ρθώ να της ξηγήσω τ’ όνειρο αυτοπροσώπως να της πεις. Και για μένα μόκο. Γκέγκε;

1β) «Ας μην ήταν ταλεντάρα και σου ‘λεγα εγώ τι θα ‘τανε η Μέρυλ μ’ αυτήν την κοτίσια φάτσα που ‘χει».

2α). «Καλά μωρή, κάθισες σα κότα και σου χρέωσαν 200ευρώπουλα για μια σκιτζοδουλειά;»

2β). «Κάνε άκρη μωρή κότα που μου σέρνεσαι με 40 σα να ‘σαι μόνος σου στο δρόμο!! Νύχτα το πήρες ρε; Γαμώ τα διπλώματα σας, γαμώ!! Σιχτίρ!! Με γκάστρωσε ο πούστης τόση ώρα.»

2γ). «..Φωτογράφιζες άτομα χωρίς ν’ αναφέρεις ονόματα γιατί είσαι κότα λειράτη. Εάν ήσουν μάγκας μ’ αρχίδια θα ‘βαζες και τα’ όνομά σου από κάτω παλιοσουπιά!!..»

3β. ΑΣΠΡΑ ΜΟΥΡΑ, ΜΑΥΡΑ ΜΟΥΡΑ.
Μουρμούρικο - Ζεϊμπέκικο του τεκέ (1900-1910)

Bρε, άσπρα μούρα, μαύρα μούρα,
βρε, είσαι μια παλιοχαμούρα.

Bρε μαύρα σύκα, άσπρα σύκα,
βρε, είσαι μια παλιοχασίκλα.

Βρε, άσπρες κότες, μαύρες κότες,
βρε, όλοι άντρες γενίκανε κοκότες.

Bρε μαύρα σύκα, άσπρα σύκα,
βρε, είσαι μια παλιοκατσίκα.

Bρε, άσπρα μούρα, μαύρα μούρα,
βρε, μας την έσκασ’ η χαμούρα.

4α). «Ναι ιδρώσανε τα πιτσιρίκια από τις ακαδημίες του Αίαντα να λυγίσουν την δικέφαλη κότα του βορρά. Άντε και στα play off για το επόμενο σας πήδημα. Φέτος σας τελείωσαν τα λεφτά, βλέπω το Ζαγοράκη να κάνει πιάτσα για να πληρώσει τα συμβόλαια των παικτών…» (αγορασμένο)

4β) Η προϊστορία είναι με το μέρος του ΑΡΗ στις εντός έδρας αναμετρήσεις του με την δικέφαλη κότα του νότου (20 νίκες, 14, ισοπαλίες, 12 ήττες), όμως τελευταί εντός έδρας νίκη σημειώθηκε το 1999.

  1. «Βάλανε και το Γιωργάκη που δεν ξέρει πούθε κατουράει η κότα στα οικονομικά να κάνει κουμάντο την εταιρεία κι ύστερα κλαίγονται που πήγε άπατη».

12γ). - Πώς να πάμε μπροστά αν ο κάθε υπάλληλος τα ξύνει με μπλακεντέκερ και σταματά μόνο για να τ’ αρπάξει με το κουλό επειδή χτύπησε ένα εθνόσημο;
- Ο διεφθαρμένος πούθε ξεφύτρωσε; Απλά, βρίσκει και κάνει. Κι ο προϊστάμενός του τι; Της ψωλής του το χαβά;
- Κι οι δυο τους είναι κομματόσκυλα που τους έχωσαν απ’ το παράθυρο οι γαμημένοι πολιτικοί για ν’ αρπάξουν ψήφους και μαύρο χρήμα.
- Ας μη τους ψήφιζαν τότε!
- Πας καλά; Ποιοι; Ο προϊστάμενος, ο υπάλληλος, τα σόγια τους και τα λοιπά λαμόγια; Μα όλοι είναι διαπλεκόμενοι, γι’ αυτό τους έβγαλαν!!
- Τελικά θ’ αποφασίσεις; Η κότα έκανε τ’ αυγό, ή το αυγό την κότα;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαλάκας. Πρωτοακούστηκε από τον Λαζόπουλο.

..

βλ. και λακαμάς, σαλάκας

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τυπολογικό όνομα που δηλώνει τον μαλάκα, συνώνυμο του μαλακαντρέας. Πιθανολογώ ότι ο λόγος που επελέγησαν τα ονόματα Αντώνης και Αντρέας και όχι κάποια άλλα σχετίζεται με τους πολιτικούς Αντώνη Σαμαρά και Ανδρέα Παπανδρέου αντιστοίχως με το ότι αρχίζουν από άλφα και είναι τρισύλλαβα. Για τη σλανγκικότητα εξάλλου του ονόματος Αντώνης, βλέπε τα βουβαντώνης, τρελαντώνης, αλλά και το αντώνης. Καίτη, λοιπόν, η μεγάλη πλειοψηφία των αποτελεσμάτων στον γούγλη αναφέρεται στον πρώην πρωθύ Αντώνη Σαμαρά, το τυπολογικό όνομα προϋπήρχε.

  1. Οι καραγκιόζηδες και οι μαλακαντώνηδες νόμιζαν ότι πουλώντας τρέλα θα έκρυβαν την αδυναμία βιωσιμότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Το ψέμα έχει κοντά ποδάρια. Και ναι. Οι νέοι με ικανότητες δεν θα μείνουν στο τριτοκοσμικό κωλοχανείο για να ψήνουν τυρόπιτες και να φτιάχνουν καφέδες. (Κάπιταλ).
  2. Το βέβαιο είναι ότι δεν κινδυνεύει από μαλακαντώνηδες και μαλακαδώνηδες. (Τοίχο-τοίχο: Αυτή η κυβέρνηση έχει κερδίσει τον σεβασμό μου).
  3. Τὸ ὅτι ὁ Σαμαρᾶς εἶναι Μαλακαντώνης καὶ ὄχι Τρελλαντώνης ἀποδεικνύεται ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἐφορτώθη βλακωδῶς αὐτὰ τὰ φυράματα τὰ ὁποῖα βεβαίως εὐκαιρίας δοθείσης θὰ προδώσουν καὶ αὐτόν. (Ἐδῶ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία