Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Ευφημισμός. Το τιμημένο = το γαμημένο.

Καθιερώθηκε το καλοκαίρι του 2004 στον τελικό του Euro στη Λισαβόνα. Μετά τη λήξη του ματς και ενώ το στάδιο περίμενε την απονομή οι Έλληνες φίλαθλοι τραγουδούσαν:

«Σήκωσε το, το γαμημένο
Δεν μπορώ, δεν μπορώ να περιμένω».

Άλλα χρόνια. Επειδή η κατάκτηση της κούπας ήταν εθνική υπόθεση δεν ήταν δυνατόν, βεβαίως, να επιτραπούν αι βωμολοχίαι, κι έτσι από την άλλη μέρα κιόλας στις εφημερίδες και αλλού το γαμημένο είχε αντικατασταθεί από το τιμημένο - με τον καιρό προτάθηκαν και άλλες εναλλακτικές λύσεις π.χ. το ευλογημένο, το αγαπημένο, το ονειρεμένο και άλλες τέτοιες μαλακίες. Ίσως και να ήταν αναπόφευκτο κάτι τέτοιο - ώστε να έχει κάτι να απαντήσει ο ταλαίπωρος πατέρας στο τετράχρονο γιο του όταν ρωτούσε «μπαμπά, τι φωνάζουν αυτοί με τα άσπρα και τα μπλε;»

Την πατρότητα του ορίτζιναλ συνθήματος την διεκδικούν οι οπαδοί του ΠΑΟΚ οι οποίοι υποστηρίζουν ότι αυτοί το φώναξαν πρώτοι μετά τον τελικό κυπέλλου με τον Άρη το 2003. Υπάρχουν ντοκουμέντα που υποστηρίζουν την άποψη αυτή (βλ. το κλιπ) αλλά είναι πιθανό ότι το σύνθημα είναι ακόμη προγενέστερο.

Στην τρέχουσα γλώσσα, το τιμημένο αντικαθιστά το γαμημένο όταν για κάποιο λόγο θέλουμε να είμαστε ηπιότεροι στις εκφράσεις μας αλλά συγχρόνως και να δείξουμε ότι εννοούμε απολύτως αυτό που λέμε. Είναι ενδιαφέρον ότι, σε μερικές περιπτώσεις τουλάχιστον, η ασθενέστερη γενικά έκφραση - το τιμημένο - καταλήγει να προσδίδει μεγαλύτερη έμφαση.

- Έλα ρε Λίτσα, κλείσ' το το τιμημένο το παντζούρι ... μας έχει πεθάνει η αντηλιά ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παράγεται από την λέξη τσαχπίνης και την πορτογαλική κατάληξη -inio (μετάφραση -ούλης) που δηλώνει καταγωγή ή στυλ βραζιλιάνικο.

Χαρακτηρισμός για ποδοσφαιριστές που, ενώ φαινομενικά μιλάν στο τόπι, επί της ουσίας δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα, με τα παρακάτω γνωρίσματα. Η θέση τους βρίσκεται κοντά στη γραμμή του πλαγίου άουτ (σλανγκιστί «ασβέστης»), θεωρούνται διεμβολιστές και ωραίοι ντριπλέρ, και πάντα μα πάντα είναι κάτω του μετρίου και του αναμενόμενου.

Συνήθως κατάγονται από την Βραζιλία, αλλά όχι πάντα. Καθυστερούν όσο δεν πάει άλλο το παιχνίδι της ομάδας τους και, τις περισσότερες φορές, αντί να περνάν τον αντίπαλο τρώνε σαβούρντες περιμένοντας μάταια το κοράκι να σφυρίξει. Δεν δίνουν πάσα ούτε από το δεξί πόδι στο αριστερό. Τα βάζουν με τον κακό προπονητή που δεν τους εμπιστεύεται και οι περισσότεροι λένε για αυτούς «Αν είχε μυαλό αυτός θα έκανε καριέρα».

- Έμαθες τον καινούριο Βραζιλιάνο εξτρέμ που πήρε η ομαδάρα;
- Ναι μωρέ, σιγά τα λάχανα. Άλλος ένας τσαχπίνιο που θα μας ζαλίσει τα ούμπαλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ξεχάστε τον επαγγελματία με την μνημειώδη κωλοχαράδρα, εδώ μιλάμε για το επίθετο υδραυλικός.

  1. Υδραυλικό λουκέτο

Το λουκέτο που δεν κλειδώνει, λόγω βλάβης. Σου δίνει την εντύπωση ότι ασφάλισε, αλλά ανοίγει εύκολα όταν το τραβήξεις με τα χέρια.

Πρόκειται για χαρακτηριστική στρατιωτική έκφραση που καλύπτει το εξής φαινόμενο: πολλοί φαντάροι προτιμούν ένα χαλασμένο λουκέτο για το όπλο τους επειδή είναι μανίκι να ψάχνουν ανάμεσα σε όλα τα κλειδιά της αρμαθιάς, ιδίως μες στα μεσάνυχτα που ξεκινάει το σκοπέτο. Κι αυτό γιατί εφησυχάζουν από το γεγονός πως όλα τα όπλα κλειδώνουν ομαδικά πάνω στον οπλοβαστό, με τις μπάρες και τα λουκέτα του θαλαμοφύλακα.

Επειδή όμως υπάρχουν και γιωτάδες θαλαμοφύλακες και, ποτέ δεν ξέρεις, και εγκληματίες φαντάροι, πρόκειται για μεγάλη επιπολαιότητα που μπορεί να σου καταστρέψει τη ζωή, αν τελικά σου κλέψουν το όπλο. Παλιά λέγανε καλύτερα να χάσεις την παρθενιά του κώλου σου παρά το όπλο σου. Γι’ αυτό και οι εφοδεύοντες, αν κάνουν σοβαρή έφοδο, πρέπει να ελέγχουν ένα-ένα τα λουκέτα με τα χέρια. Και φυσικά, αν σταμπάρουνε κανένα κρούσμα, πέφτουν καμπάνες.

  1. Υδραυλική αλλαγή

Πάλι από τον χώρο του στρατού. Είναι η αλλαγή σκοπών που γίνεται χωρίς δεκανέα αλλαγής, κατά παράβαση του κανονισμού, επειδή ο δεκανέας δεν ξυπνάει με τίποτα ή είναι πολύ παλιός για να τον πιάνουν «αυτές οι μαλακίες» ή και τα δύο. Οι σκοποί απλά πηγαίνουν μόνοι τους, ο καθένας στην σκοπιά που έχει υπηρεσία και αλλάζουν τους προηγούμενους, αντί, όπως προβλέπεται, να ξεκινήσουν όλοι μαζί τρενάκι με τον δεκανέα αλλαγής, να κάνουν κύκλο όλες τις σκοπιές αλλάζοντας έναν-έναν τους φαντάρους, ελέγχοντας τα όπλα κλπ κλπ. Λέγεται και αλλαγή με τηλεκοντρόλ.

  1. Υδραυλικές κινήσεις

Οι κινήσεις που γίνονται απόλυτα ομαλά και στρωτά, smoothly που λένε και οι Άγγλοι, όπως περίπου τα υδραυλικά έμβολα στην μηχανική. Χρησιμοποιείται πολύ για τις κινήσεις των παικτών μέσα στο γήπεδο, όταν παίζουν με καλή ροή, σβελτάδα και σωστή τεχνική, χωρίς νευρικότητα και λάθη. Βλ. και αυτό το λήμμα.

  1. - Τι είν’ αυτό; Υδραυλικό λουκέτο έχεις ρε ηλίθιε;
    - Σσσ, σκάσε ρε ψαρά που φωνάζεις! Τρεις μήνες τό ’χω, τώρα το πρόσεξες;
    - Καλά ρε γιωτά, ένα κλειδί παραπάνω σε πείραζε και διάλεξες του όπλου; Άντε πες στ' αρχίδια σου να σε βγάλουν στον τάκο για ανασφάλιστο όπλο, να σου το πάρει κανένας μες στη νύχτα δεν το σκέφτεσαι; Εδώ ο θαλαμοντόγκ κοιμάται με τα κλειδιά πεταμένα στο γραφείο...

  2. - Ξύπνα!
    - Μμμμ...
    - Ξύπνα, έχεις αλλαγή!
    - Χρρρμφφστμμμ...
    - Ξύπνα περιμένουν οι σκοποί!
    - Γαμήσου και ξεκόλλα πουστόνεο μη σηκωθώ...
    - Φύγετε παιδιά, υδραυλική αλλαγή να τελειώνουμε...

  3. Από εδώ:
    Μέσα στην περιοχή είναι πάρα πολύ επικίνδυνος. Στο πρώτο τέταρτο του αγώνα, ξεκινώντας από ελεγχόμενη θέση για οφσαϊντ δέχθηκε την μπάλα στην μεγάλη περιοχή και με τον αμυντικό στην πλάτη του κατάφερε με δυο υδραυλικές κινήσεις να έρθει σε πρόσωπο με τον τερματοφύλακα και με πλασέ αλλά Ριβάλντo, προσπάθησε να σκοράρει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το υπερτούμπανο είναι το νέο θεόμουνο (ή ακόμα και θεόμουνο): το αψηλό, γυμνασμένο, γραμμωμένο κι έκφυλο ούμπερ-τούμπανο νέας κοπής. Κάνει και τα τρένα ακόμα να εκτροχιάζονται.

Εκφέρεται και για υπεργαμάτα αντικείμενα πόθου, π.χ. κωλοφτιαγμένες μηχανές.

1.
Αποκάλεσε την Φαίη Σκορδά «υπερτούμπανο»! Δείτε πως αντέδρασε η παρουσιάστρια!

2.
Το «υπερτούμπανο»! Η Nicolette Shea είναι νέα, κορμάρα, κούκλα (πωλείται και ως παιχνίδι – δείτε δεξιά στις φωτογραφίες), και με το θεϊκό ύψος της που ξεπερνάει το 1 μέτρο και 80 εκατοστά...

3.
«New Entry»...μελός μας, με νεο «υπερτούμπανο»...αξιοτιμο και γνωστο μελος του Βόρειου κλιμακίου εν Ελλαδι...αποφασισε να προχωρησει σε αγορα «βρωμόγκαζου ...ζούπερ/ντούπερ» μοτέρ .... εισαγωγη απο Γερμανια ... , με πάμπολλες παρουσίες σε πολλές πίστες, ......από πρώην αγωνιζόμενο που σταμάτησε να τρέχει λόγω ηλικίας !

4.
Υπερτουμπανο Νιντζα 250. Σιγουρα απο SS 600 εχει 2 δισοφρενα αν τα ειδες.... Το Ohlins πισω το ειδατε;; Και το ψαλιδακι - κοσμημα;

"Το υπερτούμπανο-φίλη/ξαδέρφη της νύφης… Όλες μα όλες οι νύφες του κόσμου έχουν και μία καλεσμένη φίλη/ξαδέρφη που τραβάει τα βλέμματα των αντρών καλεσμένων..." (από σφυρίζων, 01/09/14)"Αυτό το υπερτούμπανο XRV 750 είναι γνωστού μας συμφορουμίτη!!! Υ.Γ. Δεν περίμενα να είναι τόσο μανιτζέβελο ένα τέτοιο μηχανάκι κ\'όμως με άφησε με το στόμα ..." (από σφυρίζων, 01/09/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

  1. Τερατώδης ψευτιά. Απαντάται συχνότερα στον πληθυντικό: φίδια. Πρόκειται συνήθως για ψευτιά που λέει κάποιος όταν θέλει να παινευτεί, να κομπάσει, να το παίξει ιστορία. Υπερθετικός: ανακόντα.

Αν φίδι είναι το ίδιο το ψέμα, η πράξη του ψευδολογείν είναι ακριβέστερα η φιδιά (η λέξη υπάρχει με άλλη σημασία εδώ). Στην πράξη οι δύο όροι χρησιμοποιούνται συχνά αδιακρίτως.

Συνώνυμα:

- δράκος / δρακιά
- αρκούδες / αρκουδιές (μόνο πληθ.)
- μούσι (συνήθως πληθ., μούσια)

Αυτός που αμολάει φίδια είναι ο φιδέμπορας ή φιδίας.

  1. Το πέος και ειδικότερα το μεγάλο πέος. Οι λόγοι της παρομοίωσης πολλοί.

α. Το επίμηκες σχήμα και των δύο (ο πλέον προφανής λόγος)

β. Το φιδοκέφαλο είναι πλατύτερο και παχύτερο από το σώμα του φιδιού, όπως ακριβώς και ο πουτσοκέφαλος σε σχέση με το υπόλοιπο πουλί.

γ. Το δέρμα στην περιοχή του πέους και του οσχέου είναι εκπληκτικά λεπτό, σαν τσιγαρόχαρτο. Δεν υπάρχει λίπος ούτε για δείγμα, εξού και τα πολλά φλεβίδια που διαγράφονται επί του πέοντα. Το ίδιο λεπτό σαν τσιγαρόχαρτο είναι και το δέρμα του φιδιού, το «κουστουμάκι» του όπως λέγεται, που, ανά τακτά διαστήματα, το πετάει και βγάζει καινούριο.

δ. Η μεταξένια αίσθηση που αφήνει στο χέρι το φίδι όταν το χαϊδεύεις και η εξίσου μεταξένια αίσθηση που αφήνει - σύμφωνα με μαρτυρίες - στο στόμα ο πούτσος όταν τον γλείφεις.

ε. Το φίδι τυλίγεται, κουλουριάζεται. Όπως ακριβώς γίνεται με το μεγάλο πέος, και καλά. Οι προσοντούχοι αρέσκονται σε τέτοιου είδους κωμικές υπερβολές, π.χ. «την έχω τόσο μακριά που αναγκάζομαι να την τυλίγω για να βγω έξω» ή «την χρησιμοποιώ και για ζωνάρι άμα λάχει». Οι ίδιες υπερβολές χρησιμοποιούνται και προς χλευασμό των μονίμως κομπορρημονούντων προσοντούχων: «άμα την έχεις τόσο μακριά όσο λες, για δες αν φτάνει και στον κώλο σου!»

στ. Το φίδι, όπως και ο πέοντας, είναι ευλύγιστο και χώνεται σε τρύπες.

  1. Ως μπιλντεράδικη έκφραση, φίδι είναι ο φοβερά γραμμωμένος, ο σφαγμένος ή φέτας, ο οποίος όμως διαθέτει και έναν αξιοπρεπή όγκο (μυική μάζα). Κοινώς, τούμπανο, χάρμα οφθαλμών. Oι λόγοι της παρομοίωσης δύο:

α. Οι σωστοί σφίχτηδες έχουν καταφέρει να λεπτύνουν υπερβολικά τη μέση τους και να ογκώσουν το άνω μέρος του κορμού (στήθος, πλάτη, χέρια). Δες μήδι #1. Στα δε φίδια, ιδίως τις κόμπρες, εκπτύσσεται με εντυπωσιακό όσο και κομψό τρόπο το άνω άκρο του κορμού, που καταλήγει στο κεφάλι. Δες μήδι #2.

β. Στους γραμμωμένους / φετιασμένους τύπους, τα τετραγωνάκια που σχηματίζουν οι κοιλιακοί (πρωτίστως) αλλά και οι υπόλοιποι μύες, θυμίζουν έντονα το φολιδωτό δέρμα του φιδιού. Τα φίδια μοιάζουν να έχουν εξαπάκετο και βάλε... Δες μήδι #3.

1α. - Μαλάκα τι φίδι πέταξε πάλι ο γκιόζης ο Λάμπρος! Είπε πως είχε τη Δήμητρα σπίτι του και της έπαιζε κιθάρα, αυτή καύλωσε και μετά τη γάμησε. Έλεορ!

1β. - Τι αμετανόητος φιδέμπορας είν' αυτός ο Λάμπρος! Χτες καθόταν και μου έλεγε πως έχει πάει με περίπου 300 γυναίκες στη ζωή του. Και να μου περιγράφει και σκηνικά απ' τα γαμήσια. Αυτά πλέον δεν είναι φίδια, είναι ανακόντες αγόρι μου του είπα.

1γ. - Έπρεπε να ήσουν χτες βράδυ που προσπαθούσε ο Λάμπρος να ψήσει τη Χρυσούλα. Την άρχισε πάλι στις γνωστές φιδιές για τον πατέρα του που έχει εκατομμύρια σε καταθέσεις στην Ελβετία...

  1. - Μωρό μου ουάου! Τι φίδι είν' αυτό που έχεις; Και θα μπει μέσα μου τώρα όλο αυτό;

2β. - Πρόσεχε μη λες μαλακίες γιατί θα βγάλω έξω το φίδι και θα σε πουτσίσω...

  1. - Όσο και να κωλοχτυπιέσαι αγορίνα μου στα δικέφαλα και στα κοιλιακά, έτσι φίδι σαν τον Αλεξάκη δε γίνεσαι. Αυτός τραβιέται με τα σίδερα από 15 χρονώ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για ποδήλατο-μινιμαλιά, αποψιλωμένο από κάθε περιττό καβλιτζέκι: μονοτάχυτο, χωρίς ελεύθερο και (στην πιο ρεντ μπουλ εκδοχή του) χωρίς φρένα. Οι επιβαίνοντες αυτού αποκαλούνται φιξάδες.

Το συνήθως πολύχρωμo φιξάκι είναι το απόλυτο αστικό ποδήλατο με άποψη. Η οδική συμπεριφορά του διαφέρει παρασλάγγης από ό,τι γνωρίζαμε. Ελλείψει ελεύθερου δεν ρολάρει (όσο κινείσαι γυρνάνε τα πετάλια), πράγμα που αρχικά ξενίζει - ειδικά όταν τρέχεις σε κατηφόρα. Σού επιτρέπει ωστόσο να το οδηγήσεις και με την όπισθεν και να κάνεις κάθε είδους ποστιλίκια που κλείνουν το μάτι στην καγκουροφροσύνη.

Ελλείψει φρένων, τα πράματα είναι σκούρα. Ή επιβραδύνεις το πετάλι ή σκιντάρεις: μετατοπίζεις δηλαδής το κέντρο βάρους σου στον μπροστινό τροχό (μειώνοντας την πρόσφυση του πίσω τροχού) και μπλοκάρεις τον πίσω τροχό κοντράροντας τα πετάλια με τα πόδια σου. Στη συνέχεια επαναφέρεις το κέντρο βάρους σου στον πίσω τροχό, προκαλώντας ολίσθηση («skid»). Διαδικασία γρήγορη και επαναλαμβανόμενη, μέχρι να σταματήσει το πουτσύλατο ή να φας το κεφάλι σου (whichever comes first, που λένε και στα βραστοχώρια). Οι πιο ντικάφ φιξάδες πάντως τοποθετούν μπροστινό εφεδρικό φρένο, μην τρελαθούμε.

Τα φιξάκια πρωτοφορέθηκαν σε μεγάλα αστικά κέντρα παγκοσμίως από ψαγμένους κομιούτορες και ταχυμεταφορείς. Μοιραίως ξεφύτρωσε και στην χώρα μας η σχετική υποκουλτούρα, με όλα τα συμπαρομαρτούντα.

Εκ του αγγλικάνικου fixie.

1.
Να εύχεσαι να ναι μακρύς ο δρόμος (αν οδηγείς φιξάκι)

2.
Πλήθος πολύχρωμο μαζεμένο, αλλιώτικα ποδήλατα, πιό χρωματιστά και πιο όμορφα, ξέρετε το γεγονός ότι τα φιξάκια είναι μόδα και έχουν άλλο κοινό, οδηγεί τους κατασκευαστές να τολμήσουν χρωματικά.

3.
Το να έχεις φρένα στο fixie είναι φλωριά, γι'αυτό οι περισσότεροι φιξάδες δεν διαθέτουν φρένα.

4.
Aρέσουν στα κορίτσια οι φιξάδες; Μπαα! Απλώς τους κάνει εντύπωση το χωρίς φρένα ή τα ποδήλατα που έχουν ωραία χρώματα!

Πως να σκιντάρεις (από σφυρίζων, 18/11/13)Τυπικό φιξάκι (από σφυρίζων, 18/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το άχρηστο στολίδι, η διακόσμηση, χρησιμοποιημένο υποτιμητικά αντί για «γλάστρα».

Διαδόθηκε από μια διαφήμιση του ΟΠΑΠ που είχε σκοπό να καταχωρίσει την λέξη ως καινούργια ορολογία στο ποδόσφαιρο.

(Προς τον διαιτητή) Σφύρα για το φάουλ ρε φιοριτούρα!!!! Στραβός είσαι;;;;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αποτελούν φανταστικά-κοροϊδευτικά συμπληρώματα διατροφής ευρέως διαδεδομένα στους κύκλους που συχνάζουν επίδοξα μπιλντέρια.

Αποδίδεται (η χρήση τους) με έναν ειρωνικό τόνο, σε αυτούς που καυχιούνται ότι «έχτισαν» το εν λόγω σώμα τους περνώντας αμέτρητες εργατοώρες στα γυμναστήρια, ενώ μια βδομάδα πριν είχαν το σώμα του Παναγιώτη (σώμα γνωστού τυροπιτούλη).

Εικάζεται λοιπόν ότι η απότομη αλλαγή αυτή οφείλεται στο κούμπωμα των ουσιών αυτών από τον εκάστοτε τσαρώφ των gym.

Πιάνοντας το χέρι του φίλου μας

- Τι έγινε μωρή ξεφτίλα, τουμπάνιασες σε μια βδομάδα μέσα; Τι πήρες, κοκταίηλ απο πρισμενολ και πριξτίν πάλι;
- Ρε μαλάκα ξεκόλλα, γαμιέμαι δυο μήνες στα βάρη!
- Έλα τώρα... μεταξύ μας μεταξά..

(από notheitis, 19/05/10)

Βλέπε και σταρχιδιαμόλ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αεροδυναμικό βοήθημα σπορ αυτοκινήτου, γνωστό και ως αεροτομή. Συχνά όμως, αναφέρεται σε δύο συγκεκριμένα αυτοκίνητα που φέρουν χαρακτηριστική αεροτομή, τα Subaru Impreza & Mitsubishi Evo.

- Και τους πάτησε όλους ο Τάκης με το πουντικό χθες;
- Εεεε ναι... μέχρι που ήρθαν δύο φτερούγες και γίναμε!

(από caution, 15/10/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εξάρτημα του ορειβατικού σκι, που επιτρέπει την ανάβαση με τα πέδιλα στα πόδια. Έχουν τη μορφή ταινίας που με τη βοήθεια άγκιστρων και ειδικής κόλλας στερεώνεται στην κάτω επιφάνεια του πέδιλου.

Παλιά κατασκευάζονταν από δέρμα φώκιας, που έχει την ιδιότητα να είναι γυαλιστερό όταν το χαϊδεύεις από το κεφάλι προς την ουρά, αλλά να σκαλώνει στην ανάποδη φορά. Έτσι το πέδιλο γλυστρά προς τα πάνω στην ανηφόρα αλλά δεν ολισθαίνει προς τα πίσω όσο σέρνουμε το άλλο πέδιλο.

Σήμερα κατασκευάζονται από μαλί mohair, συνθετικές ίνες ή μείγμα των παραπάνω προς ανακούφιση του συμπαθούς θηλαστικού.

Αντί παραδείγματος, όποιος βρει μια γκρι φώκια μάρκας Kohla στην Οίτη, λίγο πάνω από το χωριό Πυρά στην Οίτη, μπορεί να την περιεργαστεί όσο θέλει πριν μου στείλει ΠΜ για να μου την επιστρέψει...

βάζοντας φώκιες

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε