Επιπλέον ετικέτες

Από το παρτάλι (< τουρκικό partal), που σημαίνει το φθαρμένο κουρελιασμένο ύφασμα και το -γκόμενα, σημαίνει τη γυναίκα που είναι εντελώς τελείως τελευταία, δεν βλέπεται, είναι χαμηλότατης κοινωνικής και πχοιοτικής υποστάθμης, που είναι μπάζο, σαβούρα, σκουπίδω, αλλά κυρίως που βγάζει μια κοινωνικο-πολιτισμική υπανάπτυξη. Που τέσπα για να πας μαζί της πρέπει να πιεις τόσο που τελικά δεν μπορείς να πας μαζί της ή με οποιαδήποτε άλλη φορ δατ μάτερ (το double-bind της παρταλογκόμενας).

  1. Ρε παπάρα που δεν σε χωράνε τα ρούχα απο το πάχος, που έχεις να γαμήσεις από την εποχή που ο Νώε μάζευε τα μαϊμούδια για να διασώσει το είδος σου, πας να το παίξεις γαμιάς και πλούσιος ρε ρετάλι από τελευταίο ύφασμα μαγαζιού σε εκποίηση στα παιδάκια εδώ μέσα και να αποδείξεις ότι αν έχει κάποιος λεφτά πηδάει κάθε παρταλογκόμενα ξεκωλοδευτεράντζα, σαν αυτές που συναναστρέφεσαι και βαπτίζεις "μουνάρα" στα βαθιά σου όνειρα μετά από χρήση των ψυχοφαρμάκων που ρουφάς; Ζώο!. Ούτε αυτές δεν σου κάθονται, που είναι οι φώτο ρε ταμτάκο που έταζες; (Από βρις-οφ στο μπου).
  2. Είναι μια παρταλογκόμενα που μόνο αν ήσουν 10 χρόνια ναυαγός σε νησί του Ειρηνικού θα σκεφτόσουν να την πηδήξεις. (Από βρισ-οφ σε σόσιαλ μήδεια).
  3. Η καθε παρταλογκόμενα που την κάνει από την Φλώρινα και πάει Ξεσσαλονίκη ειτε για Σ/Κ είτε για να σπουδάσει και μας σπάει τον πούτσο με Check Ins και φωτογραφίες από το πόσο γαμάτα περνάει και πόσο χαίρεται που είναι στην γαμώπολη, ας της πει κάποιος ότι πρώτον είναι σαν να την έκλασε δεινόσαυρος όταν κάνει ντάκφεϊς και γράφει από πάνω "με τα φρεντουλίνιαζ μου" (καλά μακράν χειρότερο είναι όταν βγάζει φωτό με φόντο τον Λευκό Πύργο και γράφει "Εμένα αγάπη μου, δεν θα με κάνεις ποτέ να κλάψω") και δεύτερον, να μην δείχνει πόσο αγάμητη παρθένα είναι και ήρθε στη Θεσσαλονίκη να γαμηθεί από το χωριό της το αρμενο-αμμοχώρι και κάθε φορά που βλέπει γκόμενο που δεν βρωμάει σαν στάβλος, στάζει το μουνί της μέλι. Γκόμενα της πούτσας που νομίζεις ότι έγινες κάποια, τράβα μωρή να πλύνεις κάνα πιάτο μωρή αρκουδιάρα. (Από κράξιμο στο Φέισμπουκ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μπορεί απλά να χρησιμοποιηθεί εκ περιτροπής με το γαμόπουστας.

Η περιγραφική του μαγεία ωστόσο αναδεικνύεται όταν το εν λόγω άτομο έχει φαντεζί και συνάμα μάγκικο ντύσιμο, δε στη δίνει κατ' ευθείαν στα νεύρα και έχεις το χρόνο να το περιεργαστείς σχεδόν ψύχραιμα, αυτός είναι ο γαμόσταυρος.

-Κοίτα το αγόρι· σχισμένο τζινάκι, πουκάμισο, αμάνικο μπουφάν και αλυσίδα...
-Ευτυχώς φόρεσε σαγιονάρα και το 'σωσε λίγο.
-Γαμόσταυρος νέος!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Τετριμμένη ατάκα που τα λέει όλα από μόνη της. Δύο είναι τα παιδιά, κι ενώ κανονικά θα πρεπε να τα προσέχεις το ίδιο, το ένα είναι πιο καλό από το άλλο.

Τη στιγμή που θα κορυφωθεί στην κουβέντα απάνω η σύγκλιση θεωρίας και πράξης, ιδεατού και πραγματικού, θα φορεθεί και η ατάκα σε φάση «μπορεί να τα λέω χύμα, κατά βάθος είμαι ψαγμένος...», η οποία ενσωματώνει με απλό και ευθύ, μάγκικο τρόπο ένα μεγάλο ταμπού της ελληνικής κουλτούρας. Αυτό του αδικημένου φτωχούλη του Θεού που, αν και του χρωστάει όλος ο ντουνιάς, διατηρεί την ψυχραιμία του και βλέπει τη μεγάλη εικόνα της τυχαιότητας, του χάους, του ντετερμινισμού ή όπου αλλού τον βγάζει η κουβέντα. Ατάκες σαν και δαύτη χρησιμοποιούνται σε ρόλο reset, ήτοι αρκετά τα μπερδέψαμε τα πράματα, πάμε άλλη μια από την αρχή.

Κλασικά παραδείγματα των μονίμως γαμώ τη μάνα τους βρίσκονται παντού. Στις μειοψηφίες,στις ανίσχυρες πλειοψηφίες, σε κάθε, μα κάθε ανταγωνιστικό πεδίο: οι αγανακτισμένοι στις πλατείες, τα μικρά κόμματα, η αντιπολίτευση, όσοι έχασαν το διορισμό για 10- ή για 1000+ μόρια, όσοι βγήκαν στην εφεδρεία, όσοι πήραν την ανεπιθύμητη μετάθεση, ή δεν πήραν την επιθυμητή, όσοι δεν είχαν βύσμα, ή δεν είχαν επαρκές βύσμα, όσοι δεν πήραν επιδότηση ή δεν πήραν την επιδότηση που ήθελαν, όσοι δεν εξαιρέθηκαν από τη κακιά τη ρύθμιση, ο μπασκετικός γαύρος, ο ποδοσφαιρικός βάζελος, όποιος πορεύεται γενικώς «με το σταυρό στο χέρι» αλλά δε ανταμείφθηκε άμεσα (καθότι ο ανυπόμονος ηδονιστής δεν αγίασε ποτέ) ή όποιος είχε απλά την ατυχία να δει ότι υπάρχουν και καλύτερα, αλλά «δεν ήταν η χαρά για μας».

Η ατάκα λοιπόν βρίσκεται σε απόλυτη ιστορική, πολιτιστική και κοινωνική αρμονία με την κουλτούρα μας. Ας μου επιτραπεί η κάτωθι πολυλογία.

Ξεχωριστή θέση στην προπαγάνδα, που με συνέπεια προωθούσε το μάθημα της Ιστορίας στα Ελληνικά σχολειά, κατέχει η πάντα σε δραματικό τόνο διαπίστωση ότι αυτή η χώρα δεν κατάφερε ποτέ να ενωθεί κάτω από ένα κοινό σκοπό, ή εναλλακτικά να επιδιώξει έναν κοινό στόχο, παρά μόνο όταν ο κόμπος έφτανε στο χτένι. Μέχρι να φτάσει εκεί όμως, ή ενδεχομένως για να φτάσει εκεί, είχαμε ήδη σφαχτεί μεταξύ μας, χωρίζοντας τα παιδιά μας σε καλά παιδιά και σε γαμώ τη μάνα τους. Κι είχαμε ήδη δημιουργήσει -βάσει αυτής της διαίρεσης- τριαντατρία μέτρα και σαρανταεφτά σταθμά για να εφαρμόζονται επιλεκτικά οι νόμοι.

Αυτό το «διαίρει και βασίλευε» σε κάθε συλλογική δραστηριότητα πήρε αργά και σταθερά ανεξέλεγκτες διαστάσεις και με τόσο διαφορετικά κριτήρια που μόνο δημοκρατικός νεοϋορκέζος θα μπορούσε να κατανοήσει πλήρως, αν και θα του διέφευγε το πώς καταφέραμε σε μια, συγκριτικά με τη δική του μονολιθική, κοινωνική δομή να εξυψώσουμε το diversity σε τέτοια δυσθεώρητα ύψη. Μεταξύ λοιπόν δημοσίου και ιδιωτικού τομέα με περαιτέρω υποδιαιρέσεις εντός των διαιρέσεων - υμετέρων και ημετέρων, πατρικίων και πληβείων, Πασοκ και ΝΔ, Γαύρου και Βάζελου (Παοκ- Άρη), Βορείων και Νοτίων, του κράτους της Αθήνας και της υπόλοιπης Ελλάδας, Τούρκων, Βούλγαρων, Αρβανιτών, Βλάχων, Σλάβων, απευθείας απογόνων του Αριστοτέλη, του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού κόμματος, του εσωτερικού, του εξωτερικού, του μου-λου, βασιλικών-βενιζελικών, φοιτητών-χουντικών, Μασόνων -Χριστιανών, ορθοδόξων- καθολικών, δοσίλογων-πατριωτών, εχόντων και μη κατεχόντων, Κηφισιάς- Πειραιά, εν άστει-εν αγροίς, των αλωνιών, των σαλονιών, του έντεχνου, του λαϊκού, των Παπανδρέου και των Καραμανλήδων, των καραστρέητ και καραγκαίη κ.ο.κ, οικοδομήσαμε την Ελλάδα πάνω στις ίδιες –σχεδόν, τα καρότα και τα μαστίγια δεν ήτανε για μας- δημοκρατικές βάσεις και αρχές, που διέπουν κάθε σύγχρονη πολυπολιτισμική χώρα, χωρίς βέβαια να είμαστε τέτοια και αποδεχόμενοι δογματικά ότι χωρίς αντίπαλο δέος η κατάληξη δεν μπορεί να είναι άλλη από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Οπότε, εν μέσω της ως άνω τρικυμίας και σύγχυσης, το παιχνίδι παίζεται ακόμα με πιόνια που αδυνατούν να καταλάβουν σε κάθε δοθείσα περίπτωση αν υπήρξαν ευνοημένα ή γαμώ τη μάνα τους, γιατί όσο τα πολυσκέφτεσαι, τόσο πιο ρευστά γίνονται αυτά τα πράγματα, ειδικά αν σε καταδιώκει η φοβία να καταταχθείς στους γαμώ τη μάνα τους. Πού θα πάει, θα βρεθεί το υπεύθυνο γονίδιο.

Σίγουρα πάντως δε ξεδιάλυνε την κατάσταση η συντονισμένη οικογενειακή κατήχηση που, κατά μία άποψη, μέσα από τις κυνικές διδαχές της δημιούργησε μια παράλληλη έννομη τάξη, που αντιμάχεται σχεδόν στο σύνολό της τη δημόσια έννομη τάξη. Στον πόλεμο, τον έρωτα, αλλά και την επιβίωση του Έλληνα επιτρέπονται τα πάντα. Με τις ευλογίες γονέων και κηδεμόνων λοιπόν και με γνώμονα να μη γίνει το παιδί κορόιδο γαμώ τη μάνα του, έγινε επιτακτική η ανάγκη να παρακάμπτεται ή να γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης ο νόμος και η εφαρμογή του.

Αυτά όμως περί διαίρει και βασίλευε είναι θεωρίες συνωμοσίας, διότι εμείς οι βαλκάνιοι πάνω από όλα είμεθα άνθρωποι της κοινωνικής δικτύωσης κι έτσι κάναμε, κάνουμε και θα κάνουμε τις δουλειές μας. Τι κι αν υπήρχαν πρωτεργάτες και αρχιτέκτονες της διαίρεσης, εμείς αυτή την Ελλάδα θέλαμε κι ας μη γελιόμαστε μεταξύ μας. Μεταξύ πολέμων, κατοχών και κατακτητών, πού να βρεθεί χώρος να πιστέψεις σε αξιοκρατίες και μαλακίες. Άσε που το έδαφος ήταν παραπάνω από γόνιμο και σπαρμένο από τον καιρό που δώσαμε τα φώτα μας στη Δύση κι η μαλάκω η Δύση μας το αναγνώρισε. Έκτοτε, γενιές επί γενεών Ελλήνων μεγαλώνουν καμαρώνοντας για τα κατορθώματα των προγόνων τους, γιατί όταν εμείς είχαμε χοληστερίνη, οι πουθενάδες οι χτεσινοί τρώγανε βελανίδια και, αν μη τι άλλο, μας χρωστάνε παγκοσμίως τη μισή και βάλε ιατρική ορολογία κλπ. Συνεπώς και δικαιωματικά, νομιμοποιηθήκαμε –στις συνειδήσεις μας- ως τα καλά παιδιά της οικουμένης που ντροπή σε όποιον τους φερθεί σαν να 'ναι γαμώ τη μάνα τους.

Τουλάχιστον, οι δυτικοί αντιγραφείς κρατάνε πού και πού τα προσχήματα, στην εφαρμογή είτε των νόμων, είτε των αξιοκρατικών κριτηρίων, γιατί το ξενόφερτο μοντελάκι που υιοθετήσαμε -μόνο ως προς τα καλά του- δεν λειτουργεί αλλιώς. Θέλει την ψευδαίσθησή του... Τα καλά παιδιά βέβαια δεν έχουν ανάγκη να κρατήσουν τα προσχήματα, αυτά είναι για τα πρόβατα, τους δυτικούς, τους ανυποψίαστους, τους «γαμώ τη μάνα τους».

Όσο λοιπόν ο Έλληνας είναι το καλό μας το παιδί και γαμεί αριστερά- δεξιά, ποσώς ενδιαφέρεται για όλα αυτά τα ιδεολογικά. Όταν όμως διαπιστώσει ότι υπάρχουν και καλύτερα παιδιά -«πιο ίσα από τους ίσους» όπως είπε κι ο χάρρυ για τον Σαρτζ, τότε και μόνο τότε θα χρησιμοποιήσει το εν λόγω λήμμα, πνιγμένος από την αδικία της ασύλληπτα μεγάλης και ακατανόητης εικόνας -στον μύλο της οποίας κατά πάσα πιθανότητα έχει ρίξει κι ο ίδιος νερό.

Γιατί βρέχει στη φτωχογειτονιά και το κοχίμπα σβήνει, γιατί «ξεσηκωθείτε αδέρφια να βγούμε στους δρόμους με ρόλεξ στα χέρια, με γούνες στους ώμους», γιατί γάτος γαμεί, γάτος σκούζει κλπ. Κι άμα γουστάρουμε να ξηγιόμαστε κάργα συντάξεις και επιδόματα και κράτος πατερούλη, αυτά είναι κεκτημένα των καλών παιδιών που δεν τα διαπραγματευόμαστε. Ο άλλος δηλαδή γιατί;

Με άλλα λόγια, δεν αντέχονται οι ενοχές για αυτά που θα μπορούσαν να είχαν γίνει αλλά δεν έγιναν, για αυτά που έγιναν ενώ θα μπορούσαν να μην είχαν γίνει, αλλά τώρα είναι αργά για δάκρυα. Όπως σωθήκαν τα άλλα καλά παιδιά, πρέπει να σωθούν και τούτα.
Κι όπως λέει κι ο Χότζας στον Καζαντζίδη, πότε θα φταίει η σακατεμένη η μοίρα, πότε οι πλανήτες ή/και η ακαθορίστου προελεύσεως και έμπνευσης διαίρεση των Ελλήνων σε καλά παιδιά και σε γαμώ τη μάνα τους. Ο καθένας μπορεί να εξάγει τα συμπεράσματά του, τζάμπα είναι το λακριντί. Οι μάζες πάντως χότζα μου δεν έπαψαν, ούτε θα πάψουν να μη σηκώνουν ορθολογιστικές εξηγήσεις. Όταν μας πιάνουν έναν-έναν, κάτι γίνεται...

  1. Η βία, ένστολη ή μη ένστολη, είναι καταστροφική... να το κοιτάξουμε το θέμα και να μην έχουμε μονομέρεια. Δεν μπορεί το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του.... κι ο αστυνομικός ελληνόπουλο των 900 ευρώ το μήνα είναι.» (Γιακουμάτος)

  2. το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του. Παντού διακρίσεις σε αυτήν την πουτάνα τη ζωή... καλό μήνα σε όλα τα τσογλάνια του διαδικτύου που βγάζετε τη γλώσσα στην εξουσία (από μπλογκ)

  3. Αιδώς αχρείοι, το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του. Προκλητικές ανισότητες παρά τις μεγάλες αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα που επιχειρεί η κυβέρνηση... (από φόρουμ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση η οποία χρησιμοποιείται για χαρακτηρισμό σε άτομα με γελοία εμφάνιση. Κυρίως όταν αυτοί προσπαθούν να εντυπωσιάσουν και να προσελκύσουν το ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα η προσπάθεια αυτή να είναι αποτυχημένη!

Συνήθως χρησιμοποιείται με προσβλητική σημασία.

  1. - Ρε μαλάκα πώς είσαι έτσι;
    - Γιατί ρε μαν, τι έχω;
    - Ρε σαν γλειμμένο μουνί είσαι!

  2. - Ποο φίλε, είδες χθες τον Αλέξη στον χορό;
    - Όχι γιατί;
    - Άσε, σαν γλειμμένο μουνί ήταν, 5 τόνους ζελέ έβαλε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλασική απαξιωτική έκφραση που λειτουργεί παράλληλα και ως καμπανάκι κινδύνου, αναφορικά με ένα σύνολο ατόμων, το οποίο μπορεί να είναι περιορισμένο σε αριθμό ή ευρύ, για παράδειγμα, από μία συμμορία του υποκόσμου, έως το σύνολο των πολιτικών, μεγαλογιατρών, μεγαλοεκδοτών, δικηγόρων, επιχειρηματιών, ιερωμένων και δεν συμμαζεύεται, στην Ελλάδα σήμερα.

- Καληνύχτα γιαγιά. Τα λέμε το πρωί..
- Πάλι δε θα κοιμηθώ όλη νύχτα. Να προσέχεις παιδάκι μου, ε; Πρόσεξε μη σου ρίξουν τίποτα στο ποτό. Εκεί μέσα ο καλύτερος έχει σκοτώσει τη μάνα του..

η γιαγιά και ο καλύτερος  (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηρισμός που συνηθίζεται απο τους αντι-Λαζοπουλικούς και σημαίνει το προφανές.

- Τι λέει πάλι αυτός ο αηδίας, ο αλ τσαντίρ μαλάκ; Πότε θα πάψει επιτέλους να ασχολείται με το κάθε παρτσακλό;

(από FARSOKOMODIA, 18/12/09)Τα λεφτά, λεφτά μην ξεχνιόμαστε... (από FARSOKOMODIA, 18/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δύο περσόνες που μας θυμίζουν την μαυρόασπρη εποχή της ελληνικής τηλεόρασης. Από το «Να η Ευκαιρία» Ροζίτα Σώκου και Σασά Ντάριο. Τα δύο άκρα των κριτών της συγκεκριμένης εκπομπής.

  • Ροζίτα (για κακοφωνίξ): Δεν με ικανοποιήσατε. Βαθμός 2 στα 10.
  • Ντάριο (για κακοφωνίξ): Έχετε πολλά περιθώρια βελτίωσης, και δεν ξέρω αν θα κάνετε ποτέ καριέρα, αλλά φαίνεται ότι το θέλετε πολύ. Εκτιμώ την προσπάθεια σας. Βαθμός 9 στα 10.
  • Ροζίτα (για φοβερό ταλέντο, μετά από μεγάλη ανάλυση): Έχετε προοπτική αν το κυνηγήσετε, έχετε τις βάσεις, και σας εύχομαι καλή επιτυχία από εδώ και πέρα. Βαθμός 7 στα 10
  • Ντάριο (για φοβερό ταλέντο): Με σαγηνεύσατε, είστε έτοιμος τραγουδιστής, τι κάνετε εδώ; Βαθμός 10 στα 10

Ως ήταν φυσικό, όπου υπάρχει βαθμολόγηση για το οτιδήποτε, τον αυστηρό κριτή τον αποκαλούμε Ροζίτα Σώκου, και τον κριτή που δεν του πάει καρδιά να βάλλει μικρό βαθμό, Σασά Ντάριο. Λάβετε υπόψη σας, όμως ότι η Σώκου δεν θα αποκτούσε τη φήμη της αυστηρής αν δεν υπήρχε η Σασά κατά πρώτο λόγο, και ο Γρηγορίου κατά δεύτερον, να μοιράζουν αβέρτα τα δεκάρια. Βέβαια, επειδή σε αυτόν τον κόσμο τους καλόκαρδους τους ξεχνάμε, έτσι και στην σλανγκ επικράτησε το Σώκου.

Βραδιά , και ο καθείς λέει τη γνώμη του:

- Μαρία: Εγώ θα βάλλω 9 στο Σάκη, και 10 στο Νορβηγό.
- Ελένη: Εγώ 10 στο Σάκη και 9 στο Νορβηγό.
- Σούλα: Εγώ, που είμαι και του έντεχνου, θα βάλλω 5 στο Σάκη και 6 στο Νορβηγό!
- Άντε μωρή Ροζίτα!! Εurovision βλέπουμε. Τι περιμένεις για να βάλεις 10; Τον Μπομπ Ντίλαν;

(από Khan, 08/09/09)Η γυναίκα του Πατώκου δεν είναι σαν την Ροζίτα Σώκου!  (από Khan, 08/09/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ἐπρόκειτο διὰ τόν ναρκομανῆ, ἦτοι πρεζόνιτζὰνκι, ὁ ὀποἶος εὐρίσκεται εὶς προκεχωρημένη κατάστασιν χρήσης μὲ ὄτι αὐτό συνεπάγεται. Μεταφοῥικῶς δὲ καί χιουμοριστικῶς, ἁναφέρεται εῖς ἇτομο ἑξαρτημένο από μία οὑσία διαδικασία ἦ ἑργασία.

Ὑφικλῆς: «Μὰ διὰ ὄνομα τοῦ Ὑψίστου Φιφακλῆ, εῖς πόσα γυμναστήρια εἶσαι ἑγγεγραμένος πλέον;»
Φιφακλῆς: «Εῖς τρία! Τὰ ἑπισκέπτομαι διαδοχικώς ἑπί 8 ὥρες καθημερινῶς ἐκαστο! Τῖς ὑπόλοιπες 8 κοιμῶμαι.»
Ὑφικλῆς: «Ἐ μὰ πλέον! Εῖσαι κακοπρέζονο τῆς γυμναστικὴς, gym freak ἀμερικανιστί!!!»

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ των τηλεοπτικό πρόσωπο και καλικάντζαρος. Πρόκειται για τα δαιμόνια πρόσωπα της τηλεόρασης, που σαν κακοί δαίμονες περιδιαβαίνουν στα παράθυρα και μας κάνουν να σεληνιαζόμαστε, να συφιλιαζόμαστε και να χιτλεριάζουμε.

Assist: GATZMAN.

Βγήκανε πάλι όλοι οι τηλεοπτικάντζαροι στα παραθύρια κι άρχισε ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο πολιτικός ή ο συνδικαλιστής που έχει εύκολες τις υποσχέσεις,που θέλει να παραμυθιάζει τους ψηφοφόρους του, που πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Με άλλα λόγια αποδεικνύεται θαθάκιας, κατώτερος των περιστάσεων, υποκριτής και ανίκανος. Ο όρος προέρχεται από την ταινία:«Υπάρχει και φιλότιμο» με τον Κωνσταντάρα, όπου ο Κωνσταντάρας υποδυόταν τον υπουργό αγροτικής ανασυγκροτήσεως Ανδρέα Μαυρογιαλούρο, ο οποίος έχοντας εμπιστοσύνη στους αυλοκόλακες του περιβάλλοντός του αγνοούσε τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου και είχε εύκολες τις υποσχέσεις.

- Πλησιάζουν πάλι οι εκλογές.
- Ωχ. Θα μας πρήξουν πάλι τα αρχίδια οι διάφοροι Μαυρογιαλούροι με τα έργα που θα κάνουν, με τα χρυσά κουτάλια που θα μας δώσουν να τρώμε και με τις άλλες παπαριές που θα ακούσουμε. - Αυτοί τη δουλειά τους και μεις τη δικιά μας
- Δηλαδή;
- Μαύρο δαγκωτό στους Μαυρογιαλούρους. Στο καρφί χωρίς επιστροφή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία