Συντόμευση του όρου σιλικονάτο.
- Μαλάκα τι βυζί είναι αυτό! Τρελάθηκα!
- Σιγά ρε μαλάκα, κονάτο είναι, δεν την θυμάσαι πώς ήταν πριν με κάτι μπανανόβυζα μέχρι το πάτωμα;
Συντόμευση του όρου σιλικονάτο.
- Μαλάκα τι βυζί είναι αυτό! Τρελάθηκα!
- Σιγά ρε μαλάκα, κονάτο είναι, δεν την θυμάσαι πώς ήταν πριν με κάτι μπανανόβυζα μέχρι το πάτωμα;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Τα τατουάζ πάνω από τα οπίσθια έκλυτων γυναικών. Πολλοί τα ερμηνεύουν ως σαφή πρόσκληση για αξέχαστες στιγμές στον νότιο πόλο.
Γνωστό και ως τσουλόσημο ή ξεκωλόσημο.
- Κάθε ξεκωλτέ που σέβεται τον εαυτό του οφείλει να έχει και την αντίστοιχη ξεκολοτυπία!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κλασικό τέχνασμα γυναικών με [/I] σωματότυπο αχλαδιού που δένουν ένα πουλόβερ ή μια ζακέτα στην μέση με σκοπό να υποβαθμίσουν τον ευμεγέθη ποπό τους. Το ότι πρόκειται για τερτίπι προκύπτει και εκ του γεγονότος ότι οι φέρουσες [I]κωλόκρυψη δεν θα φορέσουν την ζακέτα όταν πέσουν τα μπιλοζίρια.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Οι ανδρικοί όρχεις (γιατί, υπάρχουν και γυναικείοι;) και ιδίως αυτοί που έχουν ένα σεβαστό μέγεθος που κάνει το σακκούλι να κρέμεται και να ταλαντώνεται όπως οι καμπάνες (όχι τα παντελόνια, της εκκλησίας). Η λέξη είναι κολακευτική για τον κάτοχό τους και συνήθως χρησιμοποιείται από τον ίδιο όταν αναφέρεται στα του εαυτού του.
- Πω ρε φίλε τι έπαθα προχθές!
- Τι ρε; Μίλα που να πάρει ο διάολος! Μίλα επιτέλους!
- Σκάσε ρε να σου πω! Ήμουν σ'ένα ασανσέρ και μπήκα μαζί μ' ένα μανάρι απ' τα λίγα που με έκοβε από πάνω ως κάτω.
- Και;
- Κι εκεί που ήμουν έτοιμος να κάνω κίνηση, με πιάνει μια φαγούρα στα καμπανέλια... άλλο πράμα!
- Και;
- Ε, τι να κάνω, το πάλεψα αλλά δεν άντεξα: τα έξυσα μπροστά της και επί τη ευκαιρία άλλαξα και θέση στον «Μήτσο» μου!
Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.
Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Το απαραίτητο συμπλήρωμα της συνολικής εμφάνισης γκλαμουράτων και λοιπών κατά τις βραδυνές, και όχι μόνο, εξόδους. Είναι τα γνωστά σε όλους σκαρπίνια-λουστρίνια αλλά με αξεσουάρ και υλικά που αποτελούν ό,τι πιο κιτς μπορεί να βάλει ο νους του κάθε Aσλάνη.
Συνήθως όσο πιο άγριο είναι το ζώο από το οποίο αποτελούνται τόσο πιο πολύ μετράνε. Για παράδειγμα πολύ καλό είναι το γουρουνίσιο δερματινί που φαίνεται σαν αληθινό δέρμα, αλλά τι να κλάσει μπροστά στο φιδίσιο δέρμα που κι αυτό με τη σειρά του τι να κλάσει (κλάνουν τα φίδια;) μπροστά στο αυθεντικό κροκοδειλί πατούμενο;
Μολονότι αντικειμενικά αποτελούν σημάδι κύρους και καλού (;) γούστου, αυτός που τα φοράει χρειάζεται να υπομείνει κάποιες δυσκολίες για να μπορέσει να καρπωθεί πλήρως τις ιδιότητες τους. Το λεξιλόγιό αυτού που τα φοράει περιορίζεται σε εκφράσεις όπως: «Καλησπέρα, έχετε κάνει κράτηση;», «Κοπελιά να σε κεράσω ένα σφηνάκι;», «Για που είμαστε μετά;» και άλλες με νόημα κοντά σε αυτές. Επίσης, πρέπει να ανέχεται να φοράει παντελόνι που με το που κάθεσαι ανεβαίνει στο γόνα και αφήνει σε κοινή θέα το υπόδημα και την κάλτσα που πρέπει να φαίνεται πανάκριβη. Οι ειδικές ζώνες που αναλαμβάνουν να κρατήσουν το παντελόνι στο ύψος του ομφαλού για να επιτευχθεί το παραπάνω πωλούνται στα ίδια μέρη με τα πουστρίνια. Άλλη μια δυσκολία είναι η προσπάθεια να χωρέσουν όλα τα δάχτυλα σε χώρο που προορίζεται για το ένα και μοναδικό δάχτυλο ποδιού των ιθαγενών της φυλής Γκρονγκξ για την οποία φαντάζομαι σχεδιάστηκε αρχικά αυτό το είδος παπουτσιού. Αλλά μπρος στα κάλλη τι 'ναι ο πόνος;
Ετυμολογικά η λέξη μάλλον προέρχεται από την εξέλιξη σκαρπίνι -> πουστρίνι, ακριβώς όπως και το λουστράκος-> πουστράκος. Ο κάτοχος δεν πρέπει απαραίτητα να είναι πισωγλέντης, αλλά απλά να ασπάζεται τα σημερινά πρότυπα ομορφιάς που θέλουν τον άντρα... περίπου, τουλάχιστον για όσο τα φοράει.
- Είδες ο Κωστάκης; Έσκασε μύτη με τα βερτσάσε μας κάτω, με τα ντόλτσε καμπάνα και με τα πουστρίνια και το παίζει μάγκας. Που πας καημένε! Ακόμη περνάει η βαρβατίλα! Πού είναι τώρα η Μαιρούλα να της πω δυο λέξεις αντρίκιες και βαριές...
- Δεν είμαι σίγουρος αλλά πρέπει να έφυγε με τον Κώστα.
- Όχι ρε Μαιρούλα... Γιατί μου το έκανες αυτό; Σε εμένα που είμαι τόσο ευαίσθητη ψυχή; Κι η φάρμα που είχαμε ονειρευτεί να κάνουμε μαζί; Τα γκρέμισες όλα;
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Γυναικείο στήθος. Χρησιμοποιείται συχνά για μεγάλα γυναικεία στήθη.
-Ρε 'συ, κοίτα κάτι μπουρμπούλια που έχει αυτή!
-Ναι ρε 'συ, είναι τεράστια!!!!
Βλ. και σχετικό λήμμα βυζόμπαλο
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.
Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.
Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Το γυναικείο πράμα μαζί με όλη την γύρω περιοχή. Πιθανόν λόγω τριχοφυΐας. Το ηβαίο.
(βλ. και «γατάκι», αλλά καλύτερα βλέπε το μύδι).
Ρε μαλάκα είχε ένα γατί η γκόμενα, και αχτένιστο μιλάμε.
Μπορεί να σχετίζεται με: τριχοφοβία. Να μην συγχέεται με: γάτα.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Λεξιπλασία που προκύπτει από τη παραφθορά της λέξης κουλούρι για να δηλώσει τον ανδρικό ή γυναικείο πρωκτό. Δεν πρέπει να προκαλεί καμία έκπληξη δεδομένου του σχήματος του κουλουριού (στρογγυλό με τρύπα στη μέση) αλλά και της ίδιας της υπόστασης του ως διατροφικό προϊόν, δηλαδή ενός εξαιρετικά δημοφιλούς εδέσματος που όλοι σπεύδουν να το ζητήσουν και να το καταναλώσουν. Σημειωτέον πως το κωλούρι είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο ανδρικό κοινό, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως δεν χαίρει εκτίμησης και από το γυναικείο.
Για λόγους υγείας και υγιεινής, το κωλούρι είναι καλύτερο σκέτο, δηλαδή χωρίς γέμιση. Αν και αυτό πάλι είναι θέμα καθαρά γούστου και -πάνω απ' όλα- βίτσιου.
- Τι είναι αυτό που θα σας κάνει να θέλετε να συζητήσετε με μια κοπέλα; κ ποιο χαρακτηριστικό είναι αυτό που σας κάνει να την γουστάρετε τρελά; πάντα ήθελα να μάθω...
- Το σπίτι που μένει και σε ποιά περιοχή, το αυτοκίνητο που οδηγεί, το ρολόι π
που φοράει, αν έχει δικιά της επιχείρηση και αν δίνει κωλούρι.
(Από εδώ)
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
Tο σουτιέν. Θήκη των μασταριώνε. Βυζοθήκη, βυζοσακούλα, βυζομπαλοσακούλα, βυζοσυσκευασία, μασταροσυσκευασία.
- Ανανία, το φελέκι σου, που είναι η μασταροθήκη μου;
- Δίπλα στη νουαζέτα χρυσή μου, δίπλα στο ντίλντο μου!
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!