Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σε κάποιο σκετς πριν από χρόνια, νομίζω Χάρρυ Κλυνν, είναι μια γιαγιά με τον γιο της και βλέπουν αρχαία τραγωδία στα γερμανικά σε φεστιβάλ. Ακούγονται πολύ βίαιοι ήχοι και κλαπατσίμπαλα, και σε κάποια φάση μέσ' από Γερμανικά που θυμίζουνε Ναζί, ακούγεται κι ένα «Ορέστη». Κι ο πρωταγωνιστής λέει «Σώπα ρε μάνα, του την έδωκε του Ορέστη»! Την λένε από τότε πολλοί για πολλή κουλτούρα που δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Και για καταστάσεις που είναι πολύ άγριες και κοιτάει ο καθένας πώς να την βολέψει και πώς να την πουλέψει...

- Πας μέχρι το περίπτερο να μου πάρεις ένα Γκλάμουρ;
- Κάτσε αγάπη μου, δεν βλέπεις; Τα ΜΑΤ ορμούν! Του την έδωκε του Ορέστη!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παραλλαγή του άσματος «ηθοποιός σημαίνει φως» του Δημήτρη Χορν, προκειμένου για τους πολιτικούς. Το εκτέλεσε ο Χάρρυ Κλυνν.

-Και τα δύο κόμματα μπλεγμένα στην Miesens!
- Τι το ψάχνεις; Πολιτικός σημαίνει τρως, πού 'λεγε κι ο Χορν...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κάπου είδα ότι ζητάμε την σημασία αυτής της φράσης.

Η προστακτική αυτή έχει τις ρίζες τις στον ομώνυμο δίσκο του Χάρρυ Κλυνν, που κυκλοφόρησε το 1979.

Στον δίσκο αυτό και στο ομώνυμο σατυρικό «σκετς», ο Κλυνν διακωμωδεί τον «παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο», ο οποίος είχε ήδη αρχίσει να βάζει την υπογραφή του στο κοινωνικό γίγνεσθαι της μεταπολίτευσης.

Ολόκληρος ο μονόλογος έχει ως εξής (αν είναι μεγάλος κόψ' τε κάτι):

«Φίλοι,συμπατριώτες πολίτες. Είμαι ο συνάνθρωπος σας...είμαι ΕΓΩ!

Εγώ τρέχω και σπρώχνω κι αγωνίζομαι για να μπω πρώτος στο λεωφορείο όταν οι άλλοι περιμένουν στην ουρά. Αυτοί είναι κορόιδα, εγώ είμαι ο έξυπνος.
Δοξάστε με!

Εγώ περνάω με κόκκινο παλικαρίσια. Ας φυλαχτούν οι άλλοι, οι δειλοί. Εγώ είμαι λεβέντης, αντέχω! Δοξάστε με!

Εγώ κράτησα το κεφάλι μου χαμηλά όταν ξεσηκωνόντουσαν οι άλλοι. Εγώ είπα: «Δεν είναι εποχή για ηρωισμούς». Το είδα έξυπνα το πράγμα! Δοξάστε με!

Εγώ σκέφτομαι πριν από σας για σας. Εγώ καίω τα δάση για να μπορέσετε να αγοράσετε οικόπεδο. Να χτίσετε κι εσείς το σπιτάκι σας να βολευτείτε. Δοξάστε με!

Εγώ δεν άφησα να καταστραφούν τα σάπια κρέατα, αλλά τα πούλησα για να μπορείτε να τα φάτε σιτεμένα. Δοξάστε με!

Εγώ, κι αν έκλεψα, κι αν αδίκησα, κι αν έγινα αιτία να πεθάνουν άλλοι, ανθρώπινα τα λάθη. Εξομολογήθηκα όμως. Πήρα συγχώρεση. Είμαι ήσυχος με την συνείδησή μου. Δοξάστε με!

Εγώ και φτύνω κάτω και πετάω σκουπίδια στον δρόμο! Εεεεε είμαι απελευθερωμένος. Δοξάστε με!

Ποτέ μου... ποτέ μα ποτέ δεν ζήλεψα τον ξένο πλούτο αν δεν ήταν πιο πολύς απ τον δικό μου.

Ποτέ δεν άρπαξα από κάποιον που μ' έβλεπε.

Ποτέ δεν είπα ψέματα όταν η αλήθεια δεν μου έκανε κακό.

Ποτέ δεν επιθύμησα την γυναίκα του πλησίον μου, αν δεν ήταν ωραιότερη από την δική μου!

Δοξάστε με!

Είμαι ο συνάνθρωπός σας. Είμαι ο μέσος εσείς! Είμαι....ώριμος

ΔΟΞΑΣΤΕ ΜΕ!!!».

Ε, δοξάστε με ντε!

(από vip, 18/03/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλιά Χαρρυκλυννική ατάκα (από το «Δοξάστε Με» ή τις «Πατάτες», αν δεν με απατά η μνήμη μου), όπου οργισμένος οπαδός παροτρύνει πλήθος φιλάθλωνε να προβεί σε τσο και λο εις βάρος διαιτητή.

Η ατάκα αυτονομήθηκε εδώ και καιρό και εκστομίζεται από πάσης φύσεως αναξιοπαθούντες από το μνjημόνιο αγανακτισμένους συμπολίτες μας εις βάρος πολιτικών, δημοσιοκάφρων κ.ά. δημοκρατικών δυνάμεων.

1.
Μήπως έχει έλθει η ώρα να βρίσουμε κι εμείς εαυτούς και αλλήλους; Η ώρα να ανακράξουμε προς κάθε κατεύθυνση -στο στυλ του ποδοσφαιρόφιλου που ενσάρκωσε ο Χάρρυ Κλυν- «τι τους κοιτάτε ρε, βαράτε τους!»

2.
άι σιχτίρ πια....τι τους κοιτάτε ρε...βαράτε τους!

3.
Τι τον κοιτάτε ρε βαράτε τον! Σε διαβήματα προς τη Σουηδία και την Ευρωπαϊκή Ένωση θα προβεί η κυπριακή κυβέρνηση για τις πρόσφατες δηλώσεις του Σουηδού υπουργού Εξωτερικών Καρλ Μπιλντ, ο οποίος επιχείρησε να εξισώσει την τουρκική εισβολή και τη συνεχιζόμενη κατοχή με το πραξικόπημα της χούντας των Αθηνών στην Κύπρο το 1974 και την απόρριψη το 2004 του σχεδίου Ανάν από την ελληνοκυπριακή πλευρά.

4.
Τι τον κοιτάτε ρε;;; Βαράτε του!!! Στα πατατάκια τον βρήκαμε; Μιλώντας στο γαλλικό ραδιόφωνο Europe 1, ο Θεώδορος Πάγκαλος είπε ότι κατανοεί τις αντιδράσεις των Ελλήνων, ωστόσο, ο ίδιος υπήρξε ανέκαθεν φεντεραλιστής Ευρωπαίος. «Είναι μεγάλο πρόβλημα για πολλούς συμπολίτες μου, ίσως για την πλειονότητα, κατανοώ την άποψή τους. Εγώ, όμως, είμαι υπέρ του να χάνει κανείς την κυριαρχία του, πάντα ήμουν» είπε χαρακτηριστικά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ''οπίσθιος'' εξοπλισμός μιας γυναίκας (κοινώς, η κωλάρα.)

Επίσης, ώς έκφραση, «με διπλό διαφορικό», τονίζει την αντοχή και την άνεση, γενικά τις υψηλές επιδόσεις της στο κρεβάτι.

Και στις δύο περιπτώσεις υποδηλώνεται ο παραλληλισμός γυναίκας και οχήματος.

1.Το διπλό διαφορικό της Κίμ Καρντάσιαν.

2. Το σέρβις της δεν παίζεται. Συμμετοχή, όρεξη, ένταση, τραβάει στην ανηφόρα, διπλό διαφορικό κλπ. Κομπλέ.

To χρησιμοποιούσε κι ο Χάρρυ Κλυνν στα έιτιζ (από Khan, 11/08/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκ των βαζελίνη και Έλληνας ή Ελλάδα αντιστοίχως.

  1. Ο Έλληνας του οποίου ο μεν τράχηλος «ζυγό δεν υπομένει», ο δε κώλος υπομένει πολλά και διάφορα. Αν και κρατάει μία υψηλή εθνική υπερηφάνια υπόκειται σε πολλούς εξευτελισμούς και διασυρμούς, και ως ομορφάντρας βάζει διάφορες σως για να γλυστράει. Η έκφραση δηλώνει ακραία αυτοκριτική για το πώς εντέλει αποτελούμε χώρα γαμιόμαστε, πλην όχι ασάλιωτα, αλλά μέσω διαφόρων εξωραϊσμών, που λειτουργούν ως βαζελίνη.

Ήδη το 1985 ο Χάρρυ Κλυνν είχε τιτλοφορήσει παράστασή του στο Δελφινάριο «Βαζελληνίδες, Βαζέλληνες» (δες εδώ) τρέποντας το «Ελληνίδες, Έλληνες» του Κωνσταντίνου Καραμανλή θείου, οπότε η έκφραση υπάρχει τουλάχιστον από τότε και πιθανόν από παλιότερα.

  1. Χρησιμοποιείται μειωτικά για τους παίκτες ή οπαδούς του Παναθηναϊκού, τους βάζελους. Ενίοτε με την σημασία ότι η Αθηνέζικη ομάδα φτάνει να εκπροσωπήσει όλη την Ελλάδα, ή κυριαρχεί με πλάγιες μεθόδους στο ελληνικό στερέωμα, ως μη όφειλε. Χρησιμοποιείται κυρίως από Ολυμπιακούς.

  2. Σχετικό και το Βαζελλάδα. Έχει κυρίως αθλητική σημασία ως αντώνυμο του κοκκαλιστάν. Δηλαδή σημαίνει λ.χ. μια Εθνική ομάδα που κυριαρχούν παίκτες του Παναθηναϊκού, ως μη έδει, ή το σύστημα μιας ολόκληρης χώρας που ευνοεί τον Παναθηναϊκό. Μπορεί βεβαίως και να μην αναφέρεται στον Παναθηναϊκό, αλλά να δηλώνει απλώς μια ξευτιλισμένη ξεβρακωμένη Ελλάδα.

Επίσης, υπάρχει και το Βαζελλήν, και καλά μάρκα βαζελίνης made in Greece.

  1. Αυτό είναι αλήθεια! Το δροσερό καλομαίρι και ο ήπεος χειμώνας, (που συνιστούν ένα εύκροτο κλίμα) σε συνδυασμό με τους φαλλόξενους κατοίκους και τη Μεσοργειακή διατροφή (λάδι, λαχανητά, φασ Ολη, ρεΒύθη, σπόρδο κ.α.) αναδεικνύουν τους βαζΕΛΛΗΝΕΣ σε ομ φαλλό του κώ…σμου! (Λεξιπλαστικό όργιο σε σχόλιο στο γουορντπρέσι του Πάνου 1962).

  2. α. oi vazellines maxairwsan paidakia,tin epomeni apla de... vrikan ton dromo gia to gipedo! (Εδώ).

β. Σε τρείς βδομάδες, που θα 'ναι μαζί μας κι ο Τζολε και η ομάδα θα ρολάρει καλύτερα και τότε δεν θα έχουν τύχη οι βαζελληνες ;) (Εδώ).

γ. Εμπρός γενναίοι Βαζέλληνες! (Εδώ).

  1. Eγω (αν μου πεφτει λογος) ελπιζω αυτο το πραμα που θα εκπροσωπει το σιχαμα που λεγεται ελληνικο μπασκετ, να διασυρθει κ να φαει 30αρες. Σκατα στη βαζελλαδα του βασιλακοπουλου. (Εδώ).

Ομφαλός της γης. (από Khan, 20/04/12)(από Khan, 05/02/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρρυκλυννική παράφραση του σλόγκαν διαφήμισης των '80ς «μια ζωή Camay» για το ομώνυμο σαπούνι. Αναφέρεται για καταστάσεις σεξουαλικού ντούρασελ που μένει σταθερός στις πεποιθήσεις του, στις απόψεις του, στις αντοχές του, στις παραδοσιακές αξίες.

- Αυτός μια ζωή Gamay, εμείς τι κάνουμε παλληκάρι; (βλ. μήδι).

Μια ζωή Gamay! (από Hank, 19/02/09)Και γαλλικό κρασί. (από Khan, 28/04/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πόρνη στα καλιαρντά.

Αγνώστου ετύμου κατά τον Ηλία Πετρόπουλο. Εδώ βρίσκω την πληροφορία ότι κουρκούλω σημαίνει κυλιέμαι, ενώ εδώ ότι κουρκουλός σημαίνει κυνηγημένος εκ της τουρκικής (ας τοποθετηθούν οι τουρκολόγοι αν γνωρίζουν κάτι παραπάνω).

  1. Σας αβέλω λατσαβαλέ, αβρακιάζομαι η κουρκουλετζού, γιατί δικέλω όλες τις ζουγκλολουμπίνες, τις λούγκρες, τους γκραν τζαζμπερντεροπουρούς και θεόμπαρα που γκουρτσαλιάζουν θρονιασμένοι παραντίκ στο Γραικοκάθικο. (Από το σκετσάκι "Ένας πούστης να μιλήσει", δες μήδι).
  2. Ετέθη δε το ερώτημα αν τοιουτοτρόπως εκφράζεται και στο τσαρδί της, η κρυφοκουρκουλετζού. (Μπουντουσουμού).
  3. Στη χούμση κιμπαροπουρό με λιμπερτόζα και ματσιάρα κουρκουλετζού βακουλοκρεμαστή κωλοτσιτσίρισε με νταμιρόκλυσμα το σκελοσάλιαγκα χωρίς σπανοκουκούλα κι ο τραχανάς η γιδοτεκνοσυντήρητη ζήτηξε τσουκτροκλάκα. (Μπουντουσουμού).

Στην αρχή

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Στα καλιαρντά είναι η δίψα. Ο Ηλίας Πετρόπουλος το δίνει ως πιθανόν ηχομιμητικό. (Διερωτώμαι αν υπάρχει σχέση με ρομανί). Στο καλιαρντοσκετσάκι "Ένας πούστης να μιλήσει" του Χάρρυ Κλυνν βρίσκουμε το ουσιαστικό μπλούκρω που μάλλον σημαίνει τη διψασμένη.

  1. -Δεν έχεις μωρή κουρκουλεζού νάκα να χαλέψουμε με το λατσο-μολ; Καμιά σιτεμένη φούσκα; -Έχω κουρνταβά μωρή μπλούκρου. (Παράδειγμα Παπάρα εδώ).
  2. Αβέλτε μου κάνα γαργαρογκλασόνι γιατί άφρισα η μπλούκρω! Ούψα και στο λατσοδίκελμα. (Βλ. τέλος μηδιού).

Μετά το 1.24

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ζαλισμένος στα καλιαρντά, ο δικελοσβουριασμένος, πιθανόν από την αναιμία κατά τον Ηλία Πετρόπουλο (Τα Καλιαρντά, 1971).

Ενώ ο λαός, λιγδομπερντές, δικελοσβουριασμένος, ατζινάβωτος και αναιμιάρης συνεχώς στο ανεμοτζάσιμο και στη γκοντάχαλη, αβέλει διακόνα στο μπερντέ και έχει πέσει στην αχαλού και στο γυρωδιακονιάρισμα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία