Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Η Παναμαϊκή είναι η σημαία του Παναμά, ήτοι τη σηκώνω όταν είμαι έτοιμος να σαλπάρω.

Σλανγκ του ιατρικού επαγγέλματος, σημαίνει (κάπως κυνικά) ότι κάποιος ασθενής είναι σε πολύ κρίσιμη κατάσταση και δε θα τα καταφέρει να ζήσει.

-Τι έγινε με τη γιαγιά στο 506;
-Με δύο εγκεφαλικά και νεφρική ανεπάρκεια ρε; Αυτή έχει σηκώσει παναμαϊκή από καιρό.

(από σφυρίζων, 07/02/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πτέρυγα της εντατικής ενός νοσκομείου όπου βρίσκονται οι ασθενείς που δεν έχουν πιθανότητες επιβίωσης, είναι σε κώμα ή έχουν μείνει «φυτά».

Προέρχεται (κυνικά) από το Ακρωτήριο Κανάβεραλ των ΗΠΑ, όπου γίνονταν κάποτε οι εκτοξεύσεις της NASA.

-Βάλαμε τον κ. Παπαρχιδόπουλο στο κανάβεραλ, είναι σε κώμα 1 μήνα τώρα και δεν πρόκειται να επανέλθει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο ψυχίατρος, ο ψυ, ο σρίνκης, η γιαλόμα, στα καλιαρντά, εκ του ανεμοβίβα = ψυχή, εκ του άνεμος και βίβα= ζωή (< ιταλικό viva= ζήτω ή vita= ζωή).

Καλέ, αφού άβελε γύρες με τα αγλαροπουρά στα αγλαρόκεντρα και άβελε διακόνα στο μπερντέ, τι περίμενες; Που παραλίγο να αβέλει τη γκόντα της στο αδικοκούτι με τις κουρούνες που του βούελε. Αχαλοσύνη την έπιασε την καραμποντού και έτρεχε στους ανεμοβιβάρηδες, γιατί ένας κουρσικεμές φίλος του, του κουσκούσευε ότι η ηρακλοβιρτζίνω του τον απατούσε με ένα κουμουνότεκνο και αβέλει το κάρο η καραμποντού και τους έπιασε στον καραφλότοπο, την ώρα που εκείνη έκανε έκτρωση. Μου τα είπε εμένα ο ίδιος, που πέρασε από το μαγαζί να πιεί καημοζούμι και τα κατόλια να πέφτουν σύννεφο. (Αποκατέ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγκιστί υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες συνεκδοχικού σιδερώματος:

  • Tο δολοφονικόν

Πυροβολώ κάποιον, συνήθως φάταλλυ, τον γεμίζω μολύβι. Σχετικά, βλ. και το λήμμαν σιδερικό. Πασίστ: johnblack.

  • Το ιατρικόν

Όταν ο γιατρός τοποθετεί στον ασθενή μεταλλικό στεντ με μπαλονάκι, ειδικά όταν τοποθετεί περισσότερα από ότι χρειάζεται (τα στεντ είναι πανάκριβα) προκειμένου να αφαιμάξει τον ασθενή ή / και το ασφαλιστικό του ταμείο (σ.ς. γίνονται τέτοια πράγματα στον τόπο που ανθούν τα φαιδρά πεθεροδάνεια; Γιού μπετ γιορ ας!)

  • Tο λανθάνω και λήθω

Αυτό που η αλήθεια ισοπεδώνεται, εκ του πονηρού ή λόγω απαιδευσίας.

  1. Καλό παιδί ο Γιάννης, αλλά έμπλεξε με προστασίες και τον σιδέρωσαν μπαμπέσικα, τον γέμισαν σίδερο...

  2. Αγάπη μου… «σιδέρωσα» τον ασθενή! Τι εννοούν οι γιατροί όταν λένε «σιδερώνω»; Πρόκειται για μια έκφραση που κυκλοφορεί στους ιατρικούς κύκλους αλλά είναι άγνωστη στο ευρύ κοινό και μάλιστα στους ασθενείς που είναι και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι. Οι “σιδερωμένοι” είναι οι ασθενείς που αντιμετωπίζουν καρδιολογικά προβλήματα και έχουν υποβληθεί σε επέμβαση για την τοποθέτηση στεντ. Υπάρχει όμως μια λεπτομέρεια: οι “σιδερωμένοι” έχουν πολλοί περισσότερα στεντ στην περιοχή της καρδιά τους από ότι χρειάζονται. (Πηγή)

  3. Ιουλιανά 1965: Σιδερώνουν τις αγωνιστικές Μνήμες… Αυτή η σκανδαλώδης παρασιώπηση δεν είναι τυχαία. Στα «Ιουλιανά» εισβάλουν με... ορμή στην πολιτική αρένα η λαϊκές μάζες: Ο ΔΡΟΜΟΣ είναι η ΤΟΜΗ και η πολιτική ΑΡΕΝΑ εκείνων των ημερών... (Πηγή)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξη από τη γυμναστηριοσλάνγκ. Ορίζει τον γυμναστηριάκια σφίχτερμαν που έγινε τίγκας, όχι τόσο χάρη στην προσπάθειά του, αλλά χάρη στην εκτεταμένη χρήση φαρμάκων όλων των ειδών, δηλαδή πρωτεϊνών, στεροειδών και οποιωνδήποτε άλλων φουσκωτικών φαρμάκων.

- Ρε κοίτα εκεί τι μπράτσα έχει κάνει αυτός!!
- Μη ψαρώνεις ρε.. φαρμακωμένος είναι..

Ο φαρμακωμένος δηλώνει την ιδιότητά του μάλιστα με τη φράση είμαι στο φάρμακο και τη λήξη της ιδιότητας αυτής με την αντίστοιχη φράση βγαίνω απ' το φάρμακο.

1) - Πω πω φίλε έχεις σφίξει τρελά λέμε!
- Είμαι στο φάρμακο δύο μήνες, χτίζω όγκο με τρέλα!
2) Βγαίνω απ' το φάρμακο αυτή τη βδομάδα και έχω αγχωθεί γιατί πρέπει να διατηρήσω το επίπεδό μου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες:

  • Χαρακτηρισμός για άτομα με σύνδρομο Down.

Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά με τρυφερές προθέσεις...

- Στον Άγγελο το μικρό νταουνάκι μου που γιορτάζει! (εδώ)

...ωστόσο δεν παύει να είναι ιδιαίτερα δυσάρεστος, έστω κι αν είναι λιγότερο απρεπής και προσβλητικός από τον απολύτως καφρικό χαρακτηρισμό "μόγγολο".

- φυσικα κ ειναι ενας ανθρωπος κ δεν πρεπει να χαρακτηριζεται ως νταουνακι, αλλα ετσι ειμαστε εμεις οι ανθρωποι περιεργοι, αδιακριτοι κ δεσκεφτόμαστε ότι θα νοίωσει ο άλλος ασχημα κ καρφώνουμε το βλέμμα μας (εκεί)

Το νταουνάκι συχνά προσάπτεται και μεταφορικά σε ανθρώπες χωρίς σύνδρομο Down προκειμένου να στηλιτευτεί η πνευματική τους βραδύνοια:

- Με το έγκλημα του Παπακωνσταντίνου να πηγαίνει εκ του ασφαλούς και προσχεδιασμένα για παραγραφή, με το πρωθυπουργικό μας νταουνάκι να δίνει διαλέξεις στο Χάρβαρντ και να συμβουλεύει την Αμερική πώς να αποφύγει τη χρεοκοπία, με συνταγματολόγους πανεπιστημιακούς να περιέρχονται τα κανάλια και να προπαγανδίζουν την ασυλία της καλής βίας... (παραπέρα)

- Φυσικά επι δύο χρόνια δεν κέρδισε ούτε ένα ματς, άλλωστε με ένα νταουνάκι κι έναν βιαστή με μόνιμη στύση είναι λίγο δύσκολο να κερδίσεις, σε κάποια φάση έχαναν και ματς με διψήφιο αριθμό γκολ (παραδίπλα)

Κατά τα μεθυσμενάκι, αρρωστάκι, κ.ά..

- Σήμερα ξύπνησα κάπως νταουνάκι. Κι εκεί που περίμενα ότι έξω θα έχει ήλιο, πάλι συνεφιά. Όταν συμβαίνει αυτό η καλύτερη άμυνα μου σε αυτή τη διάθεση είναι να δουλέψει ο φούρνος και να μυρίσει το σπίτι κάτι με βανίλια (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σλανγκενεργός εκδοχή της ασθένειας του αιμορραγικού πυρετού του ιού Έμπολα. Το λήμμαν κατέστη αργκοτικό δια της ονοματοποίησης του δόκιμου "ο ιός έμπολα" στο αρκούδως μαγκιόρικο "ο έμπολας".

- Βρε Όργα μου, τι είναι ευτός ο έμπολας που πεθαίνουν οι αθρώποι; Εγώ που πηαίνω και κάθομαι στον έμπολα, στο στενό, λες να αρρωστήσω; Το υπουργείο κι ο Βορίδης είπενε πως θα μας προστατέψει αλλά ευτοί δεν έχουν μπιστεμό.. (εδώ)

- Και να δεις ο μαλάκας ο έμπολας, τώρα που είμαστε πανέτοιμοι να τον αντιμετωπίσουμε, δεν θα πατήσει το πόδι του Ελλάδα. Να του πάει... (εκεί)

- Δε μπορεί να έρθει αυτός ο Έμπολας κι από δω μερία να όυμε; Μπας και ξεκάνει τους πισωκώληδες! (παραπέρα)

Έτερα μανιφεστέισο του σλανγκογραμματικού αυτούνου φαινομούνου:

- Νηστεία 100 ημερών για να φύγει ου αντίχριστους σύριζας (εδώ)

- Μωρ' τί 'ν' ου Ένφιας; Μην είν' ένας ακόμα τρομοκράτης; (εκεί)

Εκ της κοιλάδας του ποταμού Έμπολα στο Κονγκό.

Παίρνω πάσα από το αντίστοιχο ο ΕΝΦΙΑς τση +CΟΥΛΤΩC+.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η ένεση, ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή στην Β. Ελλάδα.

  1. Στελλα φαρμακοποιέ, θελω να αρρωστήσω για να μου κανεις ενεσα! Σ'αγαπω! Εισαι θεα! (Θεολογική Σχολή) ΕΔΩ

  2. -Ηρθα για δουλεια
    -σιγα τη δλεια π κανς, τι δλεια κανς, σκαυς;; https://www.youtube.com/watch?v=TSj9_qv6dHg
    -χαχχαχαχαχαχ βλαμαδι
    -να σε κανω μια ενέσα να σε πω
    - κατσε να σε εξετασω
    -θα πονεσω γιατρε μου;
    -λιγο
    -τι λιγο μαρη χαζιά, μοιαζω για κοροιδο; μια εντριβη κι αμα θες, ειμαστε οικονομικα ασθενεστεροι
    -σκυψε τοτενες ΕΔΩ

  3. Ρε με αυτο που ακουο θα χτυπισο ενεσες ενδοφλεβιες η στην καροτηδα κατευθιαν μια και εξω ΕΔΩ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες, αμφότερες και οι δυο εξαφανισθείσες από προσώπου γης:


  • Η παρανοσηλεύτρια κυρα-περμαθούλα που σε επισκεπτόταν κατ'οίκον κραδαίνοντας μια τεράστια γυάλινη σύριγγα με γαιδουροβελόνα για να σου κάνει ενέσα ή εμβόλιο στον κώλο. Υπήρξε ο φόβος και ο τρόμος του παιδιού, αλλά και το ένοχο φετίχ του μερακλή παππού. Κάθε γειτονιά είχε και την δική της ενεσού με τ' όνομα. Το επάγγελμα εξέλειπε κάπου στα 70αζ.

- Μού θυμίζει την κυρά Εφταλία την «ενεσού», που μού κόλλαγε στον ποπό κάτι τεράστιες βελόνες, όταν αρρώσταινα μικρός. Μάλιστα, η κυρά Εφταλία, επειδή δεν έβλεπε καλά, μια φορά μού έκανε απόστημα και είδα το Χριστό φαντάρο (θου-βου Κύριε, φυλακή τω στόματί μου κ.λπ.) μέχρι να το ξεπεράσω. (εδώ)

Συμπράγκαλα της ενεσούς

- "Η κυρά-Λένη η ενεσού". Οι περισσότεροι καλαμακιώτες είχαν νοιώσει σε κάποια στιγμή το γλυκό της τσίμπημα. Πάντα με χαμόγελο έλεγε " Μην φοβάσαι, δεν θα σε πονέσω. Έχω ελαφρύ χέρι" . Εκείνη την εποχή, αρκετά φάρμακα έβγαιναν μόνο σε μορφή ενέσιμη, οπότε η κυρά Λένη ήταν απαραίτητη. (εκεί)

- Και, στη συνέχεια, έκανε την εμφάνιση της μια άλλη γειτόνισσα, η "ενεσού", πάντοτε γλυκομίλητη, έχοντας υπομάλης το τσαντάκι με τα σατανικά σύνεργα της, κάτι τεράστιες σύριγγες με ανατριχιαστικές βελόνες. Τις έβραζε, για απολύμανση, στην κατσαρόλα, πάνω στην γκαζιέρα που είχε ετοιμάσει η μητέρα σου (κι αυτή στο κόλπο), μια και οι σύριγγες μιας χρήσεως δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμη... (παραπέρα)


  • Τα αυτοκίνητα της παλιάς γερμανικής automotoβιομηχανίας NSU που έφεραν κινητήρeς Βάνκελ. Εξαιρετικά γκαζιάρικο, το ενεσού υπήρξαν αγαπημένα πουτσύλατα του ραλίστα και της καγκουριάς των 50αζ, 60αζ, άντε και 70αζ. Η εταιρεία εξαγοράστηκε από την VW το '69 και στη συνέχεια συγχωνεύτηκε με την Audi. Το σύγχρονο Audi TT κλείνει το μάτι στο παλιό ενεσού ΤΤ.

Ενεσού ΤΤ

- Με ένα παλιό Ενεσού τριγυρνούσε και συνεχώς κινδύνευε να του το πάρουν οι σκουπιδιάρηδες του δήμου που μαζεύουν τα παρατημένα. (εδώ)

- Έτρεχα συνεχώς.Στην αρχή με τα πόδια κατοστάρια για να ζεσταθώ,μετά έπαιρνα το πατίνι του ποκοπίκο,μετά το ποδήλατο του δημητράκη, μετά το τρακτέρ του μπαρμπά τάσο, κατόπιν έκλεβα το αυτοκίνητο το κορτίνα του πατέρα, μετά το ενεσού του θείου, μετά τη φοράδα του άλλου θείου που την πηδούσε ο ταβερνιάρης από ότι λέγανε και είχε ανάψει το ζώο και μετά πάλι από την αρχή. (εκεί)

Σύμφωνα με τους λαίουρες, ενεσούδες αποκαλούντο την εποχή εκείνη και οι κολλημένοι aficionados τση NSU.

- Οι «Ενεσούδες» -όπως χαρακτηριστικά τους αποκαλούσαν οι συναθλητές τους και οι φίλοι των αγώνων- στη χώρα μας ήταν πολλοί. Για να αποδώσουμε καλύτερα το κλίμα και τις προσπάθειες της εποχής αλλά και την ευρηματικότητα των Ελλήνων στο επίπεδο της προσαρμογής του αυτοκινήτου στα δικά μας δεδομένα, μιλήσαμε με δύο από αυτούς, το Γιάννη Μπαρδόπουλο και το Δημήτρη Μαρασλή. Τα εύσημα, φυσικά, ανήκουν σε όλους όσοι ξεκίνησαν, εμπλούτισαν ή συνέδεσαν την αγωνιστική ζωή τους με το ΤΤ... (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το σουμπλιμέ εκ του γαλλικού sublimé (μτχ. του ρήματος sublimer =εξατμίζω εκ του λατινικού sublimo =σηκώνω, αίρω, μετεωρίζω, αιθεροποιώ) είναι στη χημεία "ο διχλωριούχος υδράργυρος που παρασκευάζεται με κατεργασία του οξίδιου του υδράργυρου με υδροχλωρικό οξύ. Είναι πολύ δηλητηριώδης λευκή ουσία και χρησιμοποιείται ως απολυμαντικό" (δες).

Αλλά όχι! τώρα πια πιστεύω, πως δε βγαίνει τίποτα. Το δοκίμασα κι αυτό και ησύχασα· τώρα ξέρω στα σίγουρα, πως η αυτοκτονία είναι η μοναδική λύση, γιατί ούτε καταφέρνω ύστερα από τόσες μέρες να ηρεμήσω, ούτε να κοιμηθώ, ούτε καν να περισπάσω την προσοχή μου. Λοιπόν δεν πρέπει και να περιμένω. Καθώς είμαι ιδιοσυγκρασίας νευρασθενικής, δεν αποκλείεται και να τρελαθώ, μόνο ποιος τρόπος να ’ναι άραγε ο καλύτερος. Λένε η μορφίνη... Το βερονάλ... επειδή φέρνουν ύπνο. Παίρνεις μερικές συνηθισμένες αμπούλες μορφίνης, τις σπάζεις μέσα σ’ ένα ποτήρι, και τις πίνεις. Αυτά τα δυο είναι ιδεώδη· γιατί το σουμπλιμέ ή η στρυχνίνη είναι φρικώδη φάρμακα. Ούτε λόγος να γίνεται γι’ αυτά. Θυμάμαι τη Μερόπη, το καημένο το κορίτσι! αυτή αυτοκτόνησε πολύ νωρίς δεκαοχτώ χρονώ, και τι ωραίο, καθώς το θυμάμαι, το μουτράκι της! Όταν μου ’παν πως δε μπορεί κι έτρεξα... τι φριχτές αναμνήσεις διατηρώ! τι πόνους τράβαγε! συσπαζότανε, στριφογύριζε πάνω στο κρεβάτι και φώναζε: «Σώστε με!», «Σώστε με!» «Σώσε με γιατρέ!» μα ήτανε αργά, είχε πάρει μεγάλη δόση σουμπλιμέ, κι είχε μελανιάσει κι είχε παραμορφωθεί το ψημιδευτό της προσωπάκι. Μια Μερόπη αγνώριστη! Βιάστηκε ν’ αυτοκτονήσει... πολύ βιάστηκε! (Έλλη Αλεξίου, "Κενές Ώρες", στου κυρ-Σαράντ)

Ο Ηλίας Πετρόπουλος το περιέχει στα Καλιαρντά (1971) με την παρατήρηση ότι χρησιμοποιείτο επί τρεις αιώνες και ως τις αρχές του 20ου αιώνα ως αντισυφιλιδικό. Δίνει όμως και ως μια γενική μεταφορική σημασία αυτή της σούπας. Φαίνεται ότι στα καλιαρντά χρησιμοποιείται για να σημάνει διάφορα υγρά και φαρμάκια. Βρίσκω μια χαρακτηριστική καλιαρντοχρήση στο Μπου, όπου αναφέρεται σε αυτοχαρακτηριζόμενο ως φαρμακοψώλη.

Εσείς να δείτε πως θα σας αρέσει, όταν θα σας βουέλω ντουπ την φακιροπίπιζά μου στην πούλη και θα σας σουμπλιμεδάρω με μπουλκουμέ την μόστρα. (Καλιαρντοαπειλές στο Μπου).

Βλ. και το λήμμα κατουράω υδράργυρο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία