Επιπλέον ετικέτες

Καθένα από τα τέσσερα καλυμμένα με ελαστικό εσωτερικά πλευρά του τραπεζιού του μπιλιάρδου.

Από σπόντα: όχι απευθείας, αλλά αφού προηγουμένως η μπίλια χτυπήσει σε κάποιο σημείο της σπόντας.

Πετώ/ρίχνω σπόντες: κάνω υπαινιγμούς για να προκαλέσω την αντίδραση κάποιου, να πληροφορηθώ κάτι. [ιταλ. sponda]

Από σπόντα το βρήκα το σαλάνγκρι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατηγορία ομοιόμορφων trendy νέων ηλικίας 13-18, συνήθως από Β. Π., που λιώνουν στα Starbucks της γειτονιάς τους με τις ώρες (συν. έχουν μαλλί κουνουπίδι).

Αυτά τα starbuckάκια είναι τόσο ίδια μεταξύ τους, που δεν ξεχωρίζεις το ένα από τ' άλλο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο Μπάμπης μας πληροφορεί ότι η πουτάνα ετυμολογείται εκ του λατινικού putidus, τουτέστιν: σάπιος, ρυπαρός και δύσοσμος.

Πριν όμως οι Λατίνοι ανακαλύψουν τις μαράκες, στα μέρη μας η εταίρα Φρύνη προσέφερε δωρεάν φραπέ στο Διογένη επειδή θαύμαζε το μυαλό του, η δε ιερόδουλη Διοτίμα έδινε τον απόλυτο ορισμό του έρωτα στο κάθε άλλο παρά πλατωνικό Συμπόσιο.

Βρωμιάρες λοιπόν ή καθαρές, αγαπάμε πουτανίτσες και ξέρουμε και να τις στολίζουμε:

  1. αδερφή του ελέους
  2. αδήλωτη
  3. ακουσμένη
  4. ακριβοπουτάνα
  5. αλανιάρα
  6. αλητόμουνο
  7. αμαρτωλή
  8. αμαρτωλό
  9. ἀνασεισίφαλλος
  10. απ’ αυτές
  11. αρτίστα
  12. αρχιπουτάνα
  13. αρχιπουτανάρα
  14. αρχιπούτανος
  15. ατιμασμένη
  16. αὐλητρὶς
  17. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  18. βακέττα
  19. βιζιτού
  20. γεβεντισμένη
  21. γελασμένη
  22. γιαουρτομούνα
  23. γκαζοχωρίτισσα
  24. γκομενοφάση
  25. γκουφουέ
  26. γκοντώστρα
  27. γυναίκα της περιπατητικής σχολής
  28. γυναίκα του δρόμου
  29. γυναίκα του ημίκοσμου
  30. δηλωμένη
  31. δημόσια
  32. δημόσιο
  33. διαβολογητεύτρα
  34. δρομάς
  35. εκδιδόμενη
  36. ελευθεριάζουσα
  37. ελευθέρων ηθών
  38. επαγγελματίας
  39. επιλήψιμου διαγωγής
  40. έπιπλο
  41. e-πούτανος
  42. εργαζόμουνα
  43. έσκορτ
  44. εσκορτίδιο
  45. εταίρα
  46. ζιγκολέτ
  47. η Άντα που κάνει τα πάντα
  48. η Λόλα που τα κάνει όλα
  49. ημιπαρθένος
  50. Θαΐς
  51. ιερόδουλος
  52. ἱπποπόρνος
  53. καθαρή
  54. καλοπλυμένη
  55. καλντεριμιτζού
  56. καλντερίμω
  57. καλτάκα
  58. καμπαρετζού
  59. καρακαλτάκα
  60. καρακαχπές
  61. καραμουτζού
  62. καραμπιτσαριώ
  63. καραπουτάνα
  64. καραπουτανάρα
  65. καραπουταναριό
  66. καραπούτανος
  67. καραρουσπού
  68. καριόλα
  69. καριολάϊν
  70. καριολίνα
  71. καριολοτσιμπουκογλείφτρα
  72. κασαλβάς
  73. κασσωρίς
  74. καταπιοσπερμιόλα
  75. καχπές
  76. κικαρού
  77. κοινή
  78. κοκότα
  79. κομμώτρια
  80. κοντοπούτανος
  81. κορίτσι
  82. κορίτσι της χαράς
  83. κορίτσι για σπίτι
  84. κότα
  85. κουβεντιασμένη
  86. κουνίστρα
  87. κουρκουλετζού
  88. κουρτεζάνα
  89. κόφα
  90. κούρβα
  91. κουφάλα
  92. κρυφή
  93. κρυφοπουτάνα
  94. κρυφοπούτανος
  95. κυρία Καριολίδου
  96. κωλοκουνίστρα
  97. κωλοπετσωμένη
  98. Λαΐς
  99. Λάουρα
  100. λεγάμενη
  101. λεγόμενη
  102. λεωφόρος
  103. λικνιτζού
  104. λινάτσα
  105. λουλούδα
  106. Λυδία
  107. Μαγδαληνή
  108. μαντενούδα
  109. μαντετούτα
  110. μαντινούδα
  111. μαντιτούτα
  112. μαντονέτα
  113. μεγαλοκυρά
  114. μεσσαλίνα
  115. μετρέσα
  116. μιαμόρ
  117. μιξοπαρθένα
  118. μισοπαρθένα
  119. μισότριβη
  120. μοντέλο
  121. μορόζα
  122. μουνόσκυλο
  123. νανά
  124. νίτσα
  125. ντάνα
  126. ντροπιασμένη
  127. νυχτολουλούδα
  128. νυχτοπόρτισα
  129. ξεβγαλμένη
  130. ξεκωλιάρα
  131. ξέκωλο
  132. ξεκωλοπουτανόμουνο
  133. ξελόντζα
  134. ξεμπούρδελο
  135. ξεπατωμένη
  136. ξεσκισμένη
  137. ξετσίπωτη
  138. ξεψώλι
  139. όργανο ηδονής
  140. παλιογύναικο
  141. παλιοθήλυκο
  142. παλιοκόριτσο
  143. παλιοσκρόφα
  144. παλλακίδα
  145. παλλακίς
  146. πάνδημος
  147. παξιμάδα
  148. παξιμαδοκλέφτρα
  149. παπαδοξηλώτρα
  150. παξιμάδω
  151. παραστρατημένη
  152. παρδαλή
  153. πασιπόρνη
  154. παστρικιά
  155. πατσαβούρα
  156. πεταλούδα
  157. πεταλούδα της νύχτας
  158. πηδιόλα
  159. πινεζοπούτανο
  160. πλανεμένη
  161. πλύμα
  162. πολιτική
  163. πολιτικιά
  164. πομπεμένη
  165. πόπη
  166. πόρνη
  167. πόρνη πολυτελείας
  168. πορνίδιο
  169. ποττάνα
  170. πουλημένη
  171. πουσουέ
  172. πουτανάκι
  173. πουταναριό
  174. πουτανέλι
  175. πουτανίδιον
  176. πουτανικός
  177. πουτανίτσα
  178. πουτάννα
  179. πουτανοθήλυκο
  180. πουτανοθήλυκο του ανέμου
  181. πούτανος
  182. πουτανογκαβλιάρα
  183. πουτανόθρεμμα
  184. πουτολένη
  185. πουτσαρπάχτρα
  186. πουτσοπόρνη
  187. πουττάνα
  188. putz Frau
  189. πτωχελένη
  190. πωροπούτανο
  191. ρουσπού
  192. ρουφιάνα
  193. σιφιλιάρα
  194. σκεύος ηδονής
  195. σκρόφα
  196. σκύλα
  197. σκύλλη
  198. σοκακού
  199. σουρλουλού
  200. σουρτούκω
  201. σπιτικιά
  202. σπιτωμένη
  203. συνοδός
  204. τάνα
  205. την έχει καπατμά
  206. της αρέσουν τα ξινά
  207. του γλυκού νερού
  208. του δρόμου
  209. τουρίστρια
  210. τραμπαλέτα
  211. τροτέζα
  212. τρύπερ
  213. τσαπερδόνα
  214. τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρα
  215. τσούλα
  216. τσουλάκι
  217. τσουλί
  218. φακλάνα
  219. φθηνή γυναίκα
  220. φραπεδιάρα
  221. Φρύνη
  222. φτηνή πουτάνα
  223. φτηνοπουτάνα
  224. χαζοπουτάνα
  225. χαμαιτύπη
  226. χαμούρα
  227. χανιώλα
  228. χαλκιδῖτις
  229. χαρχάλα
  230. χορεύτρια
  231. χορηγούμενη
  232. χωνί
  233. ψυχικάρα
  234. ψυχοπουτάνα
  235. ψωλαρπάχτρα
  236. ψωλομαζεύτρα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γκιοσές (τουρκικής προέλευσης λέξη) είναι το κλειστό μπαλκόνι του πρώτου ορόφου, σε ένα δίπατο σπίτι. Συνήθως ξεπετάγεται μες τον δρόμο, αφού το πλατύσκαλο του σπιτιού είναι το όριο του δρόμου. Οι ορίτζιναλ γκιοσέδες ήταν ξύλινοι και είναι καθαρά δείγμα αρχιτεκτονικής της περιοχής των παραλίων, καθώς και των νησιών, σε αστικές συνοικίες. Από τον γκιοσέ ελέγχεις όλη την κίνηση του δρόμου, αφού στην ουσία στέκεσαι πάνω από τον δρόμο.

Σπίτια με γκιοσέδες υπάρχουν στα παράλια και στα νησιά κοντά στα παράλια. Έχουν μείνει ακόμα κάποια σπίτια με γκιοσέδες, αλλά οι πιο πολλοί γκρεμίστηκαν με την έλευση των λεωφορείων και των φορτηγών.

Δείτε τα μήδια.

(από electron, 18/12/09)πάρτε τρεις γκιοσέδες στη σειρά (από electron, 19/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το φαινόμενο της συσώρευσης, συγκέντρωσης, συστράτευσης μορίων αέρα στην ευαίσθητη περιοχή της μήτρας μέσω του εμβόλου του αντρός (πέος). Το σχήμα του μπαργαλάτσου είναι το πλέον ιδανικό για αυτή τη δουλειά. Η αεροστεγής εφαρμογή του πέους στα τοιχώματα της μήτρας καθιστά το φαινόμενο πολύ συχνό. Έχει σίγουρα συμβεί σε όλους αλλά ακόμη και να μην έχει συμβεί όλοι θα παραδεχτούν ότι συνέβη από φόβο μήπως κάνουν κάτι λάθος στον σημαντικότερο τομέα της ζωής ή λόγω του απλού και ευγενούς συναισθήματος της ντροπής. Αν και όταν συμβεί γεμίζει αμηχανία τόσο το θηλυκό όσο και το αρσενικό (ο συγκεκριμένος συνδυασμός δεν αποτελεί τον μόνο αλλά το λήμμα αναφέρεται αποκλειστικά σε αυτόν λόγω απλά ετυμολογίας και μόνο) αυτό δεν πρέπει να συμβαίνει.

Αποτελεί και αυτό φυσιολογική ανθρώπινη λειτουργία για την οποία μάλιστα δεν ευθύνεται κανένα από τα δύο μέρη που πραγματοποιούν τη συνουσία. Καλό θα ήταν τέτοιου είδους συμβάντα να ακολουθούνται από κλισέ εκφράσεις που προσπαθούν να εξομαλύνουν την κατάσταση: «Δεν πειράζει αγάπη μου», «Συμβαίνει συχνά (από ό, τι έχω ακούσει)», και σε περίπτωση που σας ταλαιπωρεί πολύ καιρό κρατώντας κλειστή την «πίσω πόρτα»: «Καλά μωρή, στο κλάσιμο με έχεις; Τώρα θα στην βουλώσω να μάθεις».

(Ο Βύρωνας επιτέλους μετά από πολύ καιρό καταφέρνει να ρίξει την Έμυ στο κρεβάτι. Όλα είναι έτοιμα για μια τέλεια βραδιά: Το κρεβάτι στρωμένο με ροδοπέταλα, σαμπάνιες παντού κι έτσι. Πάνω που αρχίζει η διείσδυση αρχίζει να ακούγεται ένας υπόκωφος θόρυβος. Στο μυαλό του Βύρωνα ήρθε κατευθείαν η στιγμή που του κόλλησαν το παρατσούκλι βρωμύλος. Ξανά το ίδιο, μόνο που αυτή τη φορά ήταν σίγουρος πως δεν το προκαλούσε αυτός. Τότε ρωτάει την Έμυ τι ήταν αυτό, μόνο και μόνο για να λάβει μια παγερή σιωπή. Προσπαθεί ακόμη μια φορά χωρίς αποτέλεσμα και στην τέταρτη προσπάθεια εκείνη γυρνάει, του ρίχνει μια θανατερή ματιά χωρίς να μπορεί να πιστέψει ότι είναι τόσο στόκος και με βλοσυρό ύφος του απαντά)

- Μουνοκλάνι.

(από pavleas, 22/01/09)Παίζει το μουνοκλάνι στα δάχτυλά τις!  (από PUNKELISD, 10/12/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αρχικώς γέμισμα στρώματος για καλοκαιρινή χρήση (μάλλον βαμβάκι).

Μεταφορικώς το γυναικείο εφηβαίο τρίχωμα. Ιδίως σε αντιπαράθεση με περιοχές που έχει πέσει αποτρίχωση ή ξυράφι.

- Κοίτα ρε συ τζίβα που πετάγεται από το μπικίνι της γκόμενας! αηδία!
- Μην στεναχωριέσαι, διορθώνεται.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η εκμετάλλευση στα κομμέ, -δεν ξέρω αν είναι αυθεντικό κομμέ, είναι περισσότερο κάτι σαν το ψυχανάλα, θεωρείται κάπως πιο μαγκίτικο να κόψεις αυτή την κατάληξη που καθιστά τη λέξη κάπως λόγια.

Το βρίσκουμε ήδη (1954) στο άζμα σε στίχους Χρήστου Γιαννακόπουλου και μουσική Μιχάλη Σουγιούλ "Σβήστε με απ' τον χάρτη".

Σβήστε μ’ απ’ το χάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
Είμαι για κρεμάλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
Είμαι για κρεμάλα

Μιχάλης Σουγιούλ

Ασφαλώς έχει και πολιτικοοικονομική διάσταση "εκμετάλλα αθρώπου από άθρωπο" κτλ. Γενικά είναι μεν παλαιός μαγκίτικος σχηματισμός, αλλά λέγεται και σήμερα για να αποφορτίσει μια συζήτηση μαγκίτικα να μη φανεί ότι χρησιμοποιούμε υπερβολικά τεχνικούς όρους ξέρωγω.

  1. Kαι έρχομαι εις το θέμα αποκομιδή σκουπιδιών. Kαλά, εδώ είναι που πέφτει η χοντρή η εκμετάλλα, καθότι το σκουπίδι, σκουπίδι είναι και ως σκουπίδι να πούμε, η ευαισθησία μεγαλύτερη, όπερ κι η εκμετάλλα μεγαλύτερη. Eκμετάλλα και παραπληροφόρησις. (Χάρρυ Κλυνν σλανγιωτατίζων εδώ).
  2. Δύσκολο πράμα να το καταλάβει ο εργατάκος, και ακόμα πιο δύσκολο να καταλάβει ότι στο σύστημα που ζούμε πέφτει εκμετάλλα. (Από Κομμουνιστικό Ιστολόγιο Ενημέρωσης).
  3. Με τους καταδότες και τους ψευτόμαγκες, τους γιαλαντζί αρσενικούς αγαπητικούς, τους μπασκίνες, τα χασίσια, τη βρομιά, την εκμετάλλα. (Ιστορία της Τρούμπας).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

To σίσα (shisha) πρόκειται για τον γνωστό (ν)αργιλέ. (συσκευή καπνίσματος ασιατικής προέλευσης).
Λέγεται και χούκα (hookah).

Ψήνεσαι να πάμε να καπνίσουμε κάνα σίσα στον Πειραιά;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ρετρό σλανγκιά του πάλαι ποτέ Βασιλικού (μπρρρ!!!) Ναυτικού για το μέσον ή βύσμα. Εν αχρηστία πλέον περιπεσούσα, ήταν σε ευρύτατη χρήση το 1950-60, και, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες που συνέλεξε ο γράφων, επιβίωνε ακόμα στα τέλη '70 - αρχές '80.

Για την ετυμό της λέξης μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν. Το μόνο που κατέβασε η κούτρα του λημματογράφου είναι ότι η γραμμή αποτύπωσης του αριθμού 8 θυμίζει έντονα κίνηση παράκαμψης.

[...] είχα την πρώτη μου επαφή με την ελληνική πραγματικότητα (θητεία στο ναυτικό) [...] έκανα αγγαρείες, δεν είχα ποτέ «εξόδους» [...].
Μια γερή δόση «οχτάρι» (έτσι λένε το «μέσον» στο Ναυτικό) και η δημοκρατική ισονομία αποκαταστάθηκε πλήρως.

(Νίκος Δήμου «Οι Έλληνες»).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Εκτός από επωνυμία γνωστού προϊόντος περιποίησης μαλλιών - «ζελές» και φυσικά το γνωστό σε όλους παίγνιο των πάλαι ποτέ ουφάδικων, το φλίπερ αποτελεί και όρο που απαντάται στον εξαίρετα δημοφιλή και προσφιλή τρόπο να ροκανίζει κανείς την ώρα που κανονικά θα έπρεπε να δουλεύει για να πληρώνει τα χρωστούμενα, το προ.

Όπως τραγούδησαν μια γαμημένη φορά οι λοκομόντοι και εν συνεχεία άκουσαν τρισεκατομμύρια φορές οι άμοιροι παίκτες, το προ αποτελεί τον Νο. 1 λόγο πρόκλησης οικιακών ατυχημάτων, διάλυσης χρόνιων φιλιών/σχέσεων, βλασφημίας αλλά και μέσο χαλάρωσης αν συνοδεύεται από τα κατάλληλα αξεσουάρ. Είναι φυσικό λοιπόν μια τόσο έντονη διαδικασία να διαθέτει δικό της λεξιλόγιο.

Ως φλίπερ ή, αν το κατέχετε και θέλετε να δείξετε μια κάποια οικειοτητα, φλιπεράκι νοούνται οι ασσύληπτα, από τους παίκτες του αντιπάλου, γρήγορες εναλλαγές της μπάλας με μπαλιές-τρύπες, 1-2 ή κορόιδο. Η μπάλα την στιγμή δημιουργίας του φλίπερ στο ηλεκτρονικό ποδοσφαιράκι ακουμπά την ταχύτητα της μπίλιας σε κανονικό παιχνίδι φλίπερ αφήνοντας τον άμοιρο αντίπαλο να αναρωτιέται με ποια σειρά προτεραιότητας πρέπει να κάνει δολοφονικό τάκλιν κόκκινης κάρτας και να ψάξει σακούλα για τον εμετό.

- Τι θα γίνει ρε Κικίτσα; Θα τελειώσεις καμιά φορά το παιχνίδι με 11 παίκτες;
- Σ' το έχω ξαναπεί Τασούλα μου, αν δεν σταματήσεις αυτά τα φλιπεράκια σου δεν σταματάω κι εγώ τα τάκλιν.
- Πάντα τα ίδια κάνεις ρε Κική, είτε παλεύουμε στη λάσπη με τα μαγιώ μας, είτε παίζουμε μαξιλαροπόλεμο με τα εσώρουχα πριν ξεκινήσουμε λεσβιακά, είτε παίζουμε στριπ πόκερ, είτε τεστάρουμε τις γνώσεις μας στα αυτοκίνητα πάντα τα ίδια. Δεν ξέρεις να χάνεις.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία