Επιπλέον ετικέτες

Το επίθετο χρησιμοποιούντανε αρχικά από καραβανάδες για να στηλιτεύσει τα στραβευμένα εκείνα νιάτα που είναι ανίκανα να παρελαύσουν με κάποιον υποτυπώδη έστω συγχρονισμό.

Η έκφραση παρεισέφρησε και εκτός στρατού για να περιγράψει άτομα αμφοτέρων και των δύο φύλων με απαράδεκτο ντύσιμο, συμπεριφορά, ή με εμφάνιση να μασάς σκατά και να φτύνεις.

Εκ του απαράδεκτος.

  1. - Ααααάνδρες! Προοοοοσχή! Cunning, κακομαθημένε, πως στέκεσαι έτσι; Είσαι άπαρ, πέσε και παίρνε!!
    (και για όσους δεν το γνωρίζουν, το μουνί του νέοπα Cunning αυτές τις μέρες πιξελιάζει!)

  2. - Ρε μαλάκα τι άπαρ ντύσιμο είναι αυτό με βερμούδα και άσπρη κάλτσα;. Είσαι μουνομαγνήτης αλλά με αντεστραμμένους πόλους!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από το γαλλικό basse classe, που σημαίνει κατώτερη κοινωνική τάξη, το μπας κλας παίρνει την κατάληξη -αρία και γίνεται «μπασκλασαρία».

Η κατάληξη «-αρία» είναι πολύ συνηθισμένη στην μεταφορά ξενικών στην ελληνική καθομιλουμένη, λ.χ. kitsch- κιτσαρία, snob- σνομπαρία, αλλά και ελληνικών, όπως πουτσαρία, ψωλαρία.

Μπασκλασαρία είναι κάτι πολύ φτηνής, τραγικής ποιότητας, που θεωρούμε καλό να το σνομπάρουμε.

- Πάλι μ' αυτούς τους λαϊκούς κάνεις παρέα, τις μπασκλασαρίες; Θα σε φάει η λαϊκουριά! Κι εγώ που νόμιζα ότι είχες ένα άλφα επίπεδο...

Τhe Who - Magic Bus (από allivegp, 22/05/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ονομάζεται έτσι ο καραφλός που κουρεύει με την ψιλή το υπόλειμμα του τριχωτού που του έχει απομείνει σαν μια λεπτή λωρίδα στους κροτάφους, πάνω από τα ώτα και στην ινιακή χώρα.

- Φοβερή μούρη ο Ντέμης της Έμυς, με το γυαλικό και το καπελάκι. Σκέτος Αντρέ Αγκάσι.

- Σιγά το στυλάκι! Για να μη γυαλίζει η φαλάκρα του το φοράει το καπέλο, η γουργουρού...

Αndre Agassi (από allivegp, 25/06/09)(από kondr, 25/06/09)Peter Garret (Midnight Oil) (από allivegp, 14/07/09)(από allivegp, 27/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το ζόμπι είναι ένα απ' τα πιο θεμελιακά «πλάσματα της φαντασίας» που τυποποιήθηκαν και διαδόθηκαν στην αμερικανική λαϊκή κουλτούρα μέσω κυρίως του κινηματογράφου (horror movies) και που με την «αμερικανοποίηση» της κουλτούρας διαδόθηκαν παγκόσμια –να που γράψαμε λοιπόν την εναρκτήρια πρόταση αυτού του ορισμού αποφεύγοντας το «...που στοίχειωσε τη φαντασία», να ληφθεί υπόψη.

Το ζόμπι είναι «ο νεκρός που περπατάει», το έμψυχο ή «επανεμψυχωμένο» («reanimated») πτώμα, που παρά τη σήψη και την απουσία των βασικών φυσιολογικών προϋποθέσεων της ζωής εμφανίζει αισθητηριοκινητικές λειτουργίες, στοιχειώδη «στοχοκατευθυνόμενη» συμπεριφορά και λόγο (κυρίως επιδιώκει το να σκοτώσει και να τραφεί με σάρκες ή μυαλά –«brrraaains!»). Χαρακτηριστικό γνώρισμα των ζόμπι όταν πια έχουν περάσει στη δράση, είναι το ασταθές κούτσαυλο περπάτημα με τα χέρια προτεταμένα.

Τώρα, από την πληθώρα των ταινιών κυρίως για ζόμπι, απ' την εποχή του White Zombie με τον ανύπαρκτο Μπέλα Λουγκόζι μέχρι τις ταινίες του Ρομέρο και το σήμερα έχει αναπτυχθεί μια εκτεταμένη φαινομενολογία των ζόμπι, σ' ό,τι αφορά τη συμπεριφορά και τις ιδιότητές τους, το πώς γίνεται κανείς ζόμπι, το πώς μπορείς να σκοτώσεις ζόμπι, το τι θέλουν τελικά τα ζόμπι από μας (αν και συνήθως μπορείς να είσαι σίγουρος ότι ένα ζόμπι σε ποθεί για το μυαλό σου και μόνο) κλπ. Δεν θα επεκταθούμε εδώ παρά μόνο αν αυτό είναι απαραίτητο σε σχέση με τις σλανγκικές σημασίες που ακολουθούν.

[i]Το «ζόμπι» ως όρος της αγγλόφωνης αργκό...[/i]

...έχει πραγματικά ένα κάρο σημασίες που εκτείνονται από το κουρασμένος, χλωμός και πτώμα στην κούραση, μέχρι το άβουλος, μονοδιάστατος και άλλα, περιλαμβάνουν και πιο ψαγμενιές όπως το ζόμπι = ο Χριστός, ή το «χύνω κουβάδες στο πρόσωπο της παρτενέρ - και αυτή περιλουσμένη με αυτό το γλοιώδες πράμα ψάχνει στα γκαβά πετσέτα στο δωμάτιο» = to give someone the zombie). Μια λεξικογραφημένη αργκοτική ένννοια του ζόμπι είναι ένα κοκτέιλ από διάφορα είδη ρούμι (ή ρουμιού) λόγω του γκρίζου του χρώματος –σαν τη λιωμένη σάρκα του ζόμπι– ή έτσι τουλάχιστον γράφει η φίλη μου η Μίριαμ. Για περισσότερα το λήμμα στο urban dictionary είναι εδώ. Και οι ελληνικές αργκοτικές χρήσεις του όρου πάντως που ακολουθούν, εν πολλοίς προέρχονται από ή ταυτίζονται με τις αγγλόφωνες.

[i]Ζόμπι της ελληνικής αργκό[/i]

Η λέξη ζόμπι μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ως περιγραφή μόνιμης κατάστασης ατόμου όσο και παροδικής, και κατά κανόνα αφορά σε συνδυασμό άσχημης εξωτερικής εμφάνισης, βλακείας και αλλόκοτης συμπεριφοράς. Κάποιος, λοιπόν, επισύρει τον χαρακτηρισμό όταν συντρέχουν πολλά από τα παρακάτω, και η διάκριση σε επιμέρους σημασίες και χρήσεις είναι εν πολλοίς σχηματική.

1. Χρήσεις που αποσκοπούν στην περιγραφή κυρίως εξωτερικής εμφάνισης:

  • ο κάτωχρος, ο ψόφιος, ο ταλαιπωρημένος, με ή χωρίς κόκκινα μάτια. Ο είμαι γάμησέ τα από την κούραση και μου φαίνεται,
  • ο άσχημος, αλλόκοτος και αλλόκοσμος, αυτός που έχει τον ανθρωποδιώκτη λόγω εξωτερικής εμφάνισης, το φρικιό, le freak,
  • το μπάζο,
  • δευτερευόντως μπορεί να αποκληθεί ζόμπι o γκοθάς που έχει παστωθεί με διάφορα βλ.εδώ, αν και το desired effect είναι συνήθως το βαμπίρ.

2. Χρήσεις που αποσκοπούν κυρίως στην περιγραφή μειωμένης/στοιχειώδους νοητικής λειτουργίας

  • ο που έχει μόλις ξυπνήσει, o μειωμένης αντίληψης που έχει το ακαφελόγιστο. Ενδεχομένως και αυτός που δεν έχει κοιμηθεί καλά και αντιμετωπίζει απαλεψές, ο σερίφης,
  • ο αποβλακωμένος λόγω προηγούμενης εντατικής νοητικής εργασίας,
  • ο (παροδικά) αποβλακωμένος λόγω προηγούμενης έκθεσης σε τηλεοπτικά ή video game σκουπίδα,
  • o χαζοβιόλης ή ο χαζοχαρούμενος, που λέει πεθαμένα αστεία.
  • o μπετόβλακας, η πανηλίθια.

3. Χρήσεις με φιλοφοσικές / κοινωνιολογικές / ανθρωπολογικές / ψυχολογικές κλπ διαστάσεις

Τα ζόμπι εκδηλώνουν συμπεριφορά, στερούνται όμως έλλογης αγωγής και αυτοβουλίας («agency»): αυτή τους η παραδοξότητα τα έχει καταστήσει χρήσιμα σε «πειράματα σκέψης» της –αναλυτικής– philosophy of mind, στη συζήτηση περί σολιψισμού και αναγωγισμού της συνείδησης (philosophical zombie) κλπ. Κοντινή είναι κάπως από εντελώς άλλη σκοπιά, όμως, και η –γαμιστερή– συζήτηση του Λακάν για το «αυτόματο» –του Αρίστου.

Κυρίως όμως και στις παρυφές της slang τα ζόμπι έχουν χρησιμέψει σε κοινωνιο-κριτικές αλληγορίες καταγγελίας αρχικά της βουλησιοκτόνας μαζικής εργασίας στην τεϋλορική εργοστασιακή αλυσίδα παραγωγής κι έπειτα της μαζικής κατανάλωσης και της αποχαύνωσης από τα ΜΜΕ –μονοδιάστατος άνθρωπος, homo consumens, «λιώνουν τα μάτια μου στο φως της τηλεόρασης» κλπ. Σε ένα θολό αλλά κάργα γοητευτικό συμβολικό πλαίσιο επανοικειοποίησης αυτής της μεταβολής μας σε ζόμπι, γίνονται ανά τον κόσμο zombie parades.

Σχετικές χρήσεις:

  • o άβουλος καταναλωτής, ψηφοφόρος, τηλεθεατής, εργαζόμενος, μαθητής κλπ,
  • ο μονοδιάστατος άνθρωπος, το ανθρωπάκι,
  • ο κομφορμιστής, ο πατάω επί πτωμάτων.

    4. Άλλες χρήσεις

  • ρατσιστικά, ο διανοητικά καθυστερημένος και σωματικά δύσμορφος, το φρικιό, όπως δηλώσαμε και παραπάνω, ειδικά στον πληθυντικό, όταν οι άνθρωποι αυτοί βρεθούν ομαδικά σε δημόσιο χώρο,

  • ο μεγάλης ηλικίας που εξακολουθεί να έχει παρουσία σε επαγγελματικούς και γενικά δημόσιους χώρους εις βάρος των τελευταίων, κατά το δεινόσαυρος, βρικόλακας κλπ,
  • Είδος ιού υπολογιστών.

[i]Ετυμολογία και προέλευση του όρου[/i]

Ο όρος έλκει την καταγωγή της από τις δοξασίες Voodoo της Αϊτής και λέξεις αφρικανικής καταγωγής που σήμαιναν «φάντασμα».

Η δοξασία περί ζόμπι περιελάμβανε το ότι μπορεί ο μάγος με ξόρκια να «ξυπνήσει» νεκρό και να τον έχει υπό τον έλεγχό του.

Έρευνες που έγιναν πολλές δεκαετίες μετά τις πρώτες αναφορές σε ζόμπι, με ανθρώπους –ζωντανούς– σε κατάσταση «ζόμπι» –δηλαδή, μειωμένης αυτοσυνείδησης και ακραίας υποβολιμότητας– έδειξαν στην κατεύθυνση διάφορων ισχυρών ναρκωτικών, όπως λ.χ. του γνωστού και μη εξαιρετέου ντάτουρα.

Ενδεικτικά....

  1. - Πάνε ρε μαλάκα να την πέσεις, σα ζόμπι είσαι...

- Τι ζόμπι είναι αυτή ρε συ, με φρικάρει και μόνο που με πλησιάζει....

  1. -Εεεε;
    - Καλά ρε μαλάκα, δεν ακούς τι έλεγα τόση ώρα...
    - Δεν έχω κοιμηθεί ρε κι είμαι σα ζόμπι

- Ρε συ ζαλίζομαι, αλλού πατώ κι αλλού βρίσκομαι....
- Έ, άμα παίζεις αυτές τις μαλακίες όλη την ώρα ζόμπι θα καταντήσεις...

- Είχαν καταντήσει... ζόμπι τον Michael Jackson για τις συναυλίες... (απόδω)

- Μα τι ζόμπι ρε συ αυτός ο Χαρίλαος...
- Απ' τους πλέον εκνευριστικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει....

  1. - Καλά, πήγα για ψώνια κι εγώ με τις εκπτώσεις, δεν την πάλεψα να βλέπω όλ' αυτά τα ζόμπι...
    - Θα πάρω το, θα πάρω το τουφέκι μου....

  2. Αφήστε τα «ζόμπι» των μίντια να πεθάνουν - δεκάδες εργαζόμενοι, νέοι της γενιάς των 700 ευρώ αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας με όχι πολύ υψηλότερες αμοιβές, μένουν ξαφνικά στο δρόμο (απόδώ).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Θεμελιώδεις όροι του λεξιλογίου των μπιλντεράδων, σφίχτηδων και λοιπών αθληταράδων.

Στεγνός είναι ο γραμμωμένος, ο γραμμένος, ο κομμένος, ο γράμματας, ο κομμάτιας, ο φέτας, ο άγριος, ο χάρτης. Υπερθετικός του στεγνού είναι το ερπετό.

Στέγνωμα είναι η όλη διαδικασία που οδηγεί στην πολυπόθητη γράμμωση.

Κάπως λιγότερο συχνά, απαντούν και τα συνώνυμα άλιπος και εξαθλίωση του λίπους, αντίστοιχα.

Το σωστό στέγνωμα αποτελεί ζόρικη και μανουριάρικη υπόθεση. Δεν είναι για όλους, απαιτεί αρχίδια, ψυχικό και σωματικό σθένος. Συνίσταται στην σταδιακή, ρεγουλαρισμένη απώλεια σωματικού λίπους με παράλληλη σκλήρυνση των μυών και σαφέστερη διαγραφή τους.

Χαρακτηριστικό του μυός είναι η συμπάγεια και η ενότητα, ενώ του λίπους η αμορφία και η ρευστότητα. Η υπεροχή του ξηρού (στεγνού) έναντι του υγρού στοιχείου, αποτελεί κοινό τόπο της δυιστικής φιλοσοφικής σκέψης, αρχής γενομένης με τους Πυθαγορείους και τα περίφημα αντιθετικά ζεύγη τους. Διαμέσου δε της μεσαιωνικής φιλοσοφίας, επιβιώνει στον κοινό νου ως τα σήμερα.

Με καμία Παναγία δεν πρέπει να συγχέουμε το στέγνωμα με το απλό αδυνάτισμα! Το στέγνωμα αποσκοπεί στην ανάδειξη των μυών, όχι στην απλή απώλεια βάρους. Το σώμα, με την αποβολή του περιττού λίπους, αποκτά έτσι βαθιά κοψίματα, τα οποία δια της φωτοσκιάσεως δημιουργούν ένα καλαίσθητο πλαστικό αποτέλεσμα.

Εξ ου και το στέγνωμα λέγεται και κόψιμο, το στεγνώνω λέγεται και κόβω, ο στεγνός είναι και κομμένος.

Με το σωστό στέγνωμα, το δέρμα καταλήγει να γίνει λεπτό και διάφανο σαν τσιγαρόχαρτο. Γι' αυτό και είθισται να λένε στους γραμμωμένους: «πω ρε φίλε, χαρτί έχεις γίνει!». Εν προκειμένω, το «χαρτί» δεν σημαίνει απλά το τζιτζί και το γαμιστερό, αλλά νοείται τρόπον τινά κυριολεκτικά. Επί του χάρτου τούτου αναδεικνύονται, «πετάγονται», τα περίφημα και ψαρωτικά φλεβίδια. Ένας στεγνός είναι κατά κανόνα και λίαν φλεβικός.

Εκτός όμως από κόπο και ιδρώτα, το σωστό στέγνωμα θέλει και τρόπο. Σωστή διατροφή, καλός ύπνος και βέβαια φαρμακευτική υποστήριξη. Μέχρι κι η γιαγιά μου ξέρει πλέον οτι χωρίς φαρμακάκι η γυμναστικούλα είναι από ένα σημείο και μετά ματαιοπονία. Αν σου πάει τρεις και πέντε να μπεις με τη μία στα χοντρά, παίρνε τουλάστιχον συμπληρωματάκια διατροφής (σκόνες). Αν και μ' αυτά ζορίζεσαι, καλύτερα αραίωνε με το άθλημα και ρίχτο στο πλέξιμο, πιο μεγάλη επιτυχία θα έχεις εκεί.

Ειδικά steroids για στέγνωμα θεωρούνται συνήθως το Winstrol και το Αnavar. Όσον αφορά τα μη στεροειδή, προτιμάται η διεγερτική Εφεδρίνη και το βρογχοδιασταλτικό Clenbuterol. Όλα αυτά δρουν κατά του λίπους με διάφορους έμμεσους τρόπους (ενεργοποίηση μεταβολισμού κλπ). Το απόλυτο λιπολυτικό / λιποδιαλυτικό είναι η πανάκριβη αυξητική ορμόνη, που χτυπά στεγνά στο ψαχνό, καταστρέφοντας αυτούσια λιποκύτταρα και όχι μειώνοντας απλά το μέγεθός τους.

  1. - Τι πρόγραμμα έχεις για φέτος;
    - Λέω τον Οχτώβρη να μπω μια δίμηνη θεραπειούλα με Deca και Dianabol για να τσιμπήσω 4-5 κιλάκια και να ογκωθώ λιγάκι. Και μετά τα Χριστούγεννα ξεκινάω φουλ στέγνωμα.

  2. - Τον Αλέκο έχω να τον δω τόσο στεγνό από τότε που κατέβηκε στο Mister Hellas του '99 κι είχε έρθει τρίτος στη μεσαία κατηγορία... - Δεν τα 'μαθες, ξανακατεβαίνει σε αγώνα ο γίγαντας το καλοκαίρι, κι ας έχει πατήσει τα 45. Ψυχάρα σου λέω...

  3. - Μαλάκα έχεις στεγνώσει απίστευτα τώρα τελευταία; Για πες μας τι τρώς να μαθαίνουμε...
    - Τίποτα ρε, λίγο Winstrol σε χάπι, 3-4 τεμάχια τη μέρα, τρίχες σε σχέση μ' άλλους.
    - Έλα ρε συ, μπράβο. Ελπίζω να μη λες αρκούδες βέβαια...

  4. - Ο καινούργιος γυμναστής έχει τα πιο στεγνά τρικέφαλα που έχω δει ποτέ μου! Νομίζεις πως βλέπεις ξουράφια.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες λαδοπoντικών:

A. [i]Λαδόποντιξ ο λίγδας[/i]

Ο εν λόγω 'πόντικας ενδέχεται να είναι λιγδοπρεπής επειδή:

  • Είναι εκ πεποιθήσεως άπλυτος και τσακωμένος με τα σαπούνια,
  • Επέλεξε λιγδογόνο επάγγελμα (πχ ψήστης, μηχανικός αυτοκινήτων, κα). Ανάλογα με τις διπλωματικές του σχέσεις με το Ρεξόνα, συχνά παραμένει λαδοπόντικας και εκτός ωραρίου,
  • Είναι βικτιμάς υπερβολικού τζελαρίσματος ή κακής χρήσης άλλου προϊόντος καλλωπισμού.

Β. Λαδο[i]ποντίξ ο τρωκτικός[/i]

Το λιγδερό λουκ δεν είναι ούτε απαραίτητη αλλά ούτε και ικανή συνθήκη για να χαρακτησιστεί τις λαδο[i]πόντικας[/I]. Οι κύριες υποκατηγορίες, σε αύξουσα σειρά κυριολεκτικής τρωκτικοσύνης, είναι:

  • Ο τσιφούτης γερολαδάς του χωριού, ο οποίος εκμεταλλεύεται την μονοπωλιακή του θέση πουλώντας ληγμένα γάλατα προς € 2 το λίτρο. Συνήθως λειτουργεί και ως τοκογλύφος ή/και παιδεραστής ή/και μαστρωπός του χωριού,
  • Το πάντα διψασμένο γιά έλαια κρατικό τρωκτικό (εφοριακός, ιατρός, πολεοδόμος, κλπ) που κάνει τον βίο αβίωτο σε όσους δεν το λαδώσουν με γρηγορόσημο,
  • Διάφοροι καθηγητάδες κ.α. pop ταγοί με αρρωστημένα μυαλά που ακατάσχετα παπαρολογούντα αναπόδεικτα μη-επιχειρήματα τους στο απυρόβλητο. Εκτός Ελλάδος (ίσως και Γαλλίας), αναγκαστικά θα ακολουθούσαν άλλο επάγγελμα,
  • Άτομα που σμιλεύουν την κοινή γνώμη, με κυρίαρχους τους μουμουέδες δημοσιοκάφρους οι οποίοι κυνικά παραδέχονται ότι έχουν, στην καλύτερη περίπτωση, σκοτώσει την μάνα τους,
  • Οι κακώς εννοούμενοι άρχοντες της πολιτικής, του κομματικού παρακράτους, της εκκλησίας και της αγοράς που νέμονταιτα δημόσια και κοινοτικά ταμεία εις βάρος του κερασφόρου φορολογουμένου.

A. Λάδοποντικες

- Ειχα και εγω CBR 400 RR και με εξαιρεση προβλημα με το ρευμα (ανορθωτες) δεν ειχε παρουσιασει τιποτα άλλο (...) σιγουρα μου εκανε ολα τα γουστα και χωρις να φτανω στα ραντεβου με τα πιπινια σαν λαδοποντικας...
(από εδώ)

- Κερι μαλλιων: Το χρησιμοποιουμε (με φειδω για να μην καταληξουμε σα λαδοποντικες).
(από εδώ)

Β. Λαδοπόντικες

- Σιχαμα, γαυρος, ψευτοδιανοουμενοαριστερος λαδοποντικας (της ρατσας Ψαριανου δλδ).
(από εδώ)

- Τα λεφτά που είναι; τα λεφτά που πήραν όσοι τα πήραν αυτοί οι κύριοι στην Ελλάδα από την ζίμενς αυτά που είναι; Εδώ μιλάμε για 200.000.000 εκατομμύρια ευρω λαδωμένα, ποίοι τα πήραν, πια κόμματα, πια αποκόμματα, ποιοι πολιτικοί είναι λαδοποντικες; Δεν με νοιάζει αν είναι πασόκος, νεοδημοκράτης, κουκουέ, σύριζα, Λαός, ΑΥΤΑ αν δεν βρεθούνε θα τα βρίσκετε μπροστά σας όλοι οι πολιτικοί όλων των κομμάτων, και όταν περνάτε από της εκλογικές σας περιφέρειες θα τρώτε πολλές ροχάλες...
(από εδώ)

- Εχουν πιαστει γιατροι με φακελακια, μηχανικοι να λαδωνονται στις πολεοδομιες, εφοριακοι, λαδοποντικες και σπανια καποιος απο αυτους απολυεται μετα απο πολυχρονες μαλιστα διαδικασιες.
(από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απόδοση στα Ελλαδικά του Ποντιακού: «έστνε π’ έστνε έμορφος, έρθες και όντας έβρε».

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει το μέγεθος της ασχήμιας ενός ανθρώπου σε μια δεδομένη χρονική στιγμή. Ασχήμια βέβαια προϋπάρχουσα που γιγαντώθηκε όμως για κάποιον λόγο. H χρήση της εν λόγω φράσης εκμηδενίζει κάθε πιθανότητα σεξουαλικής συνευρέσεως των δύο μερών και προκαλεί άμεση πτώση ηθικού του χαρακτηριζομένου προσώπου

- Καλά Κώστα, σε είδες καμία αλλαγή πάνω μου (σ.ς. πάει γυρεύοντας…)
- Αλλαγή;
- Δε βλέπεις διαφορά στα μαλλιά μου; Κουρεύτηκα!
- Α, ναι, τώρα που το λες!
- Λοιπόν, πώς σου φαίνομαι; (σ.ς. εξακολουθεί να πηγαίνει γυρεύοντας)
- Τι να σου πω, ήσουν που ήσουν όμορφη, ήρθες κ’ όταν έβρεχε

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Παλαιά ιαχή της μαρίδας κατά αγριοπουστάρας στην παλιά Αθήνα.

Βέβαια, η Φτερού κι η Πάολα, που σύχναζαν στο «Καφέ Σπορ» κοντά στην Ομόνοια (όπως κι ο «Σωτηράκης» Μπέλλου), έβαζαν στη θέση τους τυχόν κουραδόμαγκες και τους βλάχους που τις έκραζαν.

Κάποιος θηλυπρεπής ντιστεγκές, καλούμενος από τον Φωτόπουλο να πάρει παραγγελία, αφού τον πέρασε για γκαρσόνι (φορούσε άσπρο κοστούμι με μαύρο παντελόνι), απήντησε με χάρη: Δεν θα μπορέσωωω!

Οι νεοέλληνες (όπως κι οι νεότουρκοι) αυτο-θεωρούνται πολύ άντρηδοι και σκώπτουν ανηλεώς τις αδερφές, αλλά τα φαινόμενα απατούν.

Αποκαλούν με θυμηδία «πούστηδες» τους Εγγλέζους, επειδή οι αδερφές στην Αλβιόνα κυκλοφορούν ελεύθερα, αλλά όλο σ’ αυτούς τρέχουνε για να σπουδάσουνε. Κατά την ίδια λογική, οι Εγγλέζοι θα πρέπει να είναι και ανάπηροι, αφού τα καροτσάκια μηδαμώς εμποδίζονται να κυκλοφορούν ισότιμα.

Καλύτερα να μην κατεβάσουμε κανα σεντόνι, με παράξενες ιστορίες για κωλοχανεία (τουρκ. κιουλ-χανέδες), τα κιοστέκια, τα ιτς ογλάνια, τα τσιμπούκ τσογλάνια των καπετανέων του βουνού (από Αντρούτσο μέχρι Βελουχιώτη), την μύηση στα επαγγελματικά ινσάφια (σινάφια) της καθ’ ημάς Ανατολής, ούτε και στα καφέ-πουστ της Ευρώπης, όπου μόνιμοι θαμώνες ήταν (και είναι) Ρωμηοί, Άραβες και Τούρκοι...

Εξ άλλου, οι εν Ελλάδι τραβεστί ιερόδουλες πολλαπλασιάζονται σήμερα σαν τα μανιτάρια, ενώ ο Άνταμ Σμίθ διετύπωσε την θεωρία προσφοράς – ζήτησης εδώ και τρεις αιώνες...

- Μαλάκες! Πουστράκι!
- Όοοοοοοοοοοααααααααααα! Πνίχτε τον με λουκουμόσκονη!

Ν. Ασιμος - Όλοι Δηλώνετε Ιδιότητα (από johnblack, 11/09/09)ο Ανδρέας, "η Φτερού" (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)ALOMA (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)...έγραφε η "Αυριανή" για τον Μάνο Χατζιδάκι (από σφυρίζων, 04/10/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ακόμη μια προσφορά στην ιστορική σειρά των Φραπεδολημμάτων. Πρόκειται για σύνθεση της λέξης φραπέ και των αρχικών της Ελληνικής Αστυνομίας (Ε.Α.) και προφέρεται: Φραπέα.

Το λήμμα χαρακτηρίζει την μερίδα εκείνη των οργάνων της τάξεως, που ναι μεν βρίσκονται στον δρόμο (λέγε με μάχιμο), έχουν όμως εμφάνιση και συμπεριφορά χειρότερη κι από τον πιο τελειωμένο Ελληνάρα ελαμωρέ.

Το λήμμα οφείλει την ύπαρξη του στους Ολυμπιακούς Αγώνες και ειδικότερα κάποιους μήνες πριν την έναρξη, όταν στις Ολυμπιακές εγκαταστάσεις άρχισαν να σταθμεύουν περιπολικά για βάρδιες φύλαξης των χώρων.

Πιστοί στο κυρίαρχο πνεύμα του Ελλαδιστάν, ότι είναι υπεράνω του νόμου και φυσικά εκμεταλλευόμενοι πλήρως τους «θείους» που τους τοποθέτησαν εκεί, οι συγκεκριμένοι «επαγγελματίες», έμοιαζαν τραγικά με τον μικρό Πεπίτο στη Γουαδαλαχάρα την ώρα της σιέστα: Μισάνοιχτη πόρτα ή παράθυρο, κάθισμα ριγμένο πίσω, υπνάκι ή φονικός συνδυασμός φραπέ-τσιγάρο-κινητό (πολλές φορές ταυτόχρονα ακόμα κι αν οδηγάνε).

Εννοείται ότι και πυρηνική βόμβα να έσκαγε στα 5 μέτρα, απλώς θα άλλαζαν πλευρό ή θα παραπονιόσαντε ότι η υπηρεσία δεν τους έδωσε σκούρα γυαλιά για να αποφύγουν το ξύπνημα από την λάμψη της ατομικής έκρηξης.

Δυστυχώς, η «κληρονομιά του 2004», φαίνεται ότι ήταν μεγάλη στη συγκεκριμένη περίπτωση και σαν αποτέλεσμα, η ΦραπΕ.Α. ζει και βασιλεύει στις ημέρες μας.

Εκτός από τις φωλιές, δείγματα παρατηρούνται συχνά σε πληρώματα περιπολικών αλλά παραδόξως όχι μοτοσικλετιστών οι οποίοι (ως επί το πλείστον), διατηρούν μια πιο αξιοπρεπή εικόνα.

Για μεγαλύτερο εφέ (λες και δεν έφτανε το περιγραφόμενο), πολλοί οδηγοί περιπολικών συνδυάζουν γαντάκι οδήγησης (με κομμένα ακροδάχτυλα), χρυσή καδενίτσα, γυαλί Terminator και ύφος πολλά βαρύ (περίπτωση Φραπε-Μπάτσμαν).

Εννοείται ότι κανείς τους δεν φοράει ζώνη ασφαλείας και έχουν πλήρως γραμμένο τον Κ.Ο.Κ. (και ναι είναι οι ίδιοι που θα σου κόψουν κουστουμάκι για φανταστικές και μη παραβιάσεις του ίδιου Κ.Ο.Κ.).

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της συγκεκριμένης κατηγορίας, είναι τα στάσιμα δήθεν-μπλόκα στις Εθνικές κατά τις εξόδους/εισόδους εκδρομέων, όταν δεν επιδίδονται στο προσφιλές σπορ της συγκέντρωσης εσόδων (ειδικά Σεπτέμβριο) με ραντάρ για «υπερβολική ταχύτητα». Το ότι περνάει ο μπάρμπα-Μπρίλιος φορτωμένος σαν Πακιστανικό ΚΤΕΛ και ο οποίος φυσικά δεν μπορεί να πάει πάνω από 40, αλλά αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο στον δρόμο, τους αφήνει παγερά αδιάφορους.

Το είδος συναντάται επίσης και σε κάποιες μόνιμες «σκοπιές» (δημοσίων κτιρίων, κλπ), ακόμη και σε μέρη «βιτρίνα» όπως κάποιες πρεσβείες, υπουργεία, κλπ. Αυτό σε πλήρη αντίθεση, με τους αστυνομικούς που περιπολούσαν πεζή εντός των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων (και μάλιστα με κονκάρδες-σημαιάκια χωρών, τις γλώσσες των οποίων μιλούσαν), οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ήταν ευγενέστατοι και εξυπηρετικότατοι.

Το φαινόμενο είναι διεθνές όπως αποδεικνύει και το μήδι #3.

Credit: Mour

  1. Σε απόλυτη αποτυχία εξελίσσεται η νεοσύστατη αστυνομική ομάδα ΔΕΛΤΑ, με τους αστυνομικούς να πίνουν φραπέ στο Κολωνάκι και λίγα μέτρα πιο πέρα η δημοτική αστυνομία να τους κόβει... κλήσεις, για παράνομο παρκάρισμα μοτοσικλέτας. (TVXS))

  2. Στην αντίπερα όχθη η αστυνομία, με την παντελή έλλειψη δομής, πειθαρχίας και αποτελεσματικότητας. Μόνο η στάση τους με ένα τσιγάρο στο χέρι, τον απαραίτητο φραπέ και το κινητό εν ώρα υπηρεσίας το βεβαιώνει αυτό. (Από το άρθρο «Καληνύχτα, Ελλάδα» του Χάρη Κοσμάτου στην Ελευθεροτυπία)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το Κωσταλέξι, το χωριό όπου βρέθηκε το 1978 έγκλειστη σε ένα υπόγειο επί 29 χρόνια για πολιτικο-οικογενειακούς λόγους μια κοπέλα, είναι σε όλους γνωστό. Για περαιτέρω πληροφορίες και γνώμες, δείτε αυτό και αυτό.

Κωσταλέξι λέμε σήμερα αφενός την κατάσταση μιζέριας, αλλά και ένα ψυχολογικά ή/και εμφανισιακά μίζερο και τρισκακόμοιρο, απροσάρμοστο άτομο -μεταφορικά πάντα.

Παρεμφερή λήμματα: γκάου, αρούγκανος, περιορισμένης ευθύνης, μπουνταλάς, νταού κατάσταση, γκαγκά, τουντς, γκαούγκαγκας, γκαούγκαλος, ούγκαλος, ασβός, βρωμέας, βρωμύλος, λερέτης, λεχρίτης, μπιχλάντεν, μπίχλερμαν, μπόχας, Πασχάλης, τυροβρωμίκουλας, χλέμπουρας, λιμοξίφτερος.

Η λέξη χρησιμοποιείται και για να χαρακτηρίσει έναν τρισάθλιο χώρο.

  1. - Μαλάκα, είδες λεφτά η γκόμενα; Έχεις καταλάβει πού ζει;
    - Τι πού ζει ρε συ, δε μπα να ζει και στο Μπάκινγχαμ, τι να το κάνεις, δεν την αφήνουν οι γονείς της να δει άνθρωπο, έχει ξεχάσει να μιλάει το άτομο, είναι εντελώς τελείως Κωσταλέξι!

  2. - Η κόρη μας θα μας φέρει απόψε το νέο της φλερτ...
    - Κανα Κωσταλέξι θα μας κουβαλήσει πάλι, σαν τον προηγούμενο που κυκλοφορούσε με τα τρύπια βρακιά...

  3. Ααα!!! Με γεια το σπίτι! Αυτό, μάλιστα! Όχι σαν το κωσταλέξι όπου έμενες πριν...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία