Είναι λογικό ο αναγνώστης να ερμηνεύσει το λήμμα με τον κρίσιμο χρονικό προσδιορισμό, δηλαδή το ίδιο το γεγονός της εμμηνόπαυσης, το οποίο αποτελεί σταθμό στη ζωή της γυναίκας.

Πλην όμως θα σφάλει καθώς η εν λόγω έκφραση, αναφέρεται σε κάτι πιο πεζό, ύπουλο και καταχθόνιο, το οποίο βασανίζει όποιον βρεθεί στο διάβα του κατά την περιήγηση του στα Ερτζιανά.

Ο Σταθμός της Εμμηνόπαυσης είναι ο Galaxy 92. Πρόκειται για την πεμπτουσία του λεγόμενου elevator music και αν δεν υπήρχαν άλλα αστέρια της γλυκανάλατης ποπ να δυναστεύουν το πρόγραμμα, τότε και αυτός ο σταθμός θα ήταν μέρος του σατανικού κυκλώματος Barry Manilow.

Για να λέμε και του στραβού το δίκιο, από ιδρύσεως του ο σταθμός εισήγαγε μια νέα λογική ως προς το πρόγραμμα καθώς απέφευγε επιμελώς, την ατελείωτη λογοδιάρροια παραγωγών που χαρακτηρίζει άλλες παρουσίες στα FM. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το motto του ήταν «Λίγα λόγια, πολλή μουσική» με το πρόβλημα όμως να εστιάζεται στο είδος αυτής της «πολλής μουσικής».

Μια μικρή ακρόαση σε πείθει ότι το target audience είναι στις κατηγορίες 12-16 (καψουρεμένα νιάτα) και ειδικά 55-95 (ώριμα καψουρεμένα νιάτα!), στη συντριπτική τους πλειοψηφία γυναίκες, εξ’ ου και το λήμμα.

Επίσης έχει παρατηρηθεί η δημόσια μετάδοση σε καταστήματα, τελειωμένες καφετερίες ξενοδοχείων ή τύπου «ρομαντικό ηλιοβασίλεμα» καθώς και τηλεφωνικά κέντρα εταιριών (αναμονή σύνδεσης). Σε αυτή τη χρήση, ο σταθμός γίνεται χωρίς τη θέληση του, όχημα βασανιστηρίου, όπως αποδεικνύεται και από παγκόσμιες κινήσεις για την κατάργηση δημόσιας εκπομπής τέτοιου είδους μουσικής (βλ. εδώ, εδώ και εδώ).

Όπως είναι φυσιολογικό, ένας Σταθμός της Εμμηνόπαυσης δεν θα υφίστατο αν δεν υπήρχαν οι ανάλογοι καλλιτέχνες. Μην ξεχνάμε ότι για να προκριθείς ως Τραγουδιστής της Εμμηνόπαυσης, δεν αρκεί να ερμηνεύεις τα κατάλληλα τραγούδια, αλλά να ενσωματώνεις το όνειρο του (ιδανικά) ηλιοκαμένου, ευαίσθητου τροβαδούρου και τρυφερού εραστή που έχει στο μυαλό της η απογοητευμένη από την βαρετή ζωή της ώριμη κυρία.

Έτσι λοιπόν, ο Αυτοκράτορας δεν είναι άλλος από τον Julio Iglesias, ο οποίος διατηρεί τον τίτλο του επάξια τις τελευταίες δεκαετίες. Πολλοί προσπάθησαν να τον πλησιάσουν, χωρίς όμως αποτέλεσμα (© Μανολίτο), όπως είναι απολύτως λογικό καθώς ο Θεός του Amor ενσωματώνει το 100% των απαιτούμενων χαρακτηριστικών + μερικά ακόμα για bonus (διεθνούς φήμης φραγκάτος και Ισπανός). Επίδοξοι αντικαταστάτες αποτελούν: ο «πάτα-μου-τα-παπάρια-να-βγει-η-φωνή» Michael Bolton και στην μαύρη εκδοχή ο Lionel Ritchie.

Ίσως ειδική κατηγορία να αποτελεί ο Cliff Richard, αλλά αυτός παραφέρνει σε ντιγκιντάγκα οπότε χάνει το συνολικό effect. Ομοίως και οι George Michael και Elton John οι οποίοι είναι δηλωμένες λουγκρέτες.

Παρόλο που ο Tom Jones θα ήταν υπό Κ.Σ. υποψήφιος σε αυτή την κατηγορία, η λαμπρή ιστορία του στα ξενοδοχεία του Las Vegas (όπου τα εσώρουχα και τα κλειδιά δωματίων από νεαρές fan έπεφταν βροχή στην πίστα), τον έχει προστατεύσει αν και τα τραγούδια του «παίζουν» πολύ στην κατηγορία.

Εις την ημεδαπήν, σουξέ στην κατηγορία χωρίς όμως να έχει καταδικαστεί σε αυτήν, έχει ο Γιάννης Πάριος (ο οποίος πληροί και τα προαναφερθέντα σε local επίπεδο). Εναλλακτικοί αντιπρόσωποι ήταν ο αμίμητος Yianni (να’ ναι το Καλαματιανό μουστάκι, να’ ναι το μαλλί λασπωτήρας, να’ ναι ότι πραγματοποίησε το όνειρο της καραώριμης Linda Evans) και ανερχόμενος ο Μάριος Φραγκούλης (αν και σε ολίγον φλωροφλούφλικο-δήθεν λυρικό στυλ).

Κάποιος θα μπορούσε να τοποθετήσει και γυναικείες παρουσίες στην κατηγορία αυτή, με αδιαφιλονίκητη βασίλισσα την Celine Dion, πλην όμως έτσι χάνει το πλήρες νόημα του λήμματος (εκτός αν το ακροατήριο παίζει σε άλλο γήπεδο).

Σημείωσις: Το βασικό λήμμα έχει εφευρεθεί πριν αρκετό καιρό από κάποιον τρίτο, αλλά δεν ενθυμούμαι ακριβώς αν το είχα δει γραπτώς ή το άκουσα, συνεπώς τα αναλογούντα σπέκια όποιος κι αν είναι.

- Τι ώρα αρχίζει το παρτάκι;

- Ε κατά τις 10 θ’ αρχίσουν να μαζεύονται. Λεω να βάλω λίγο Galaxy στην αρχή για εφέ στα γκομενάκια.

- Ρε τον σταθμό της εμμηνόπαυσης θα βάλεις; Θα φύγουν όλοι τρέχοντας…

- Καλά, έχω και το best of του Michael Bolton

- Α καλά… Η μαμά σου διάλεξε τη μουσική;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ένα ακόμη θαύμα από άξια απόφοιτο της Σχολής Γλαστρών που οδηγεί στα εξής συμπεράσματα:

  1. Η προσφώνηση «ξανθιά» έχει βάση (έστω και κατόπιν βαφής)
  2. Όλες οι επίδοξες πρωινατζούδες (και ειδικά του Πρωινού Φραπέ), περνάνε εντατική εκπαίδευση ηλιθιοποίησης.
  3. Δεν υπάρχει τέλος στα μαργαριτάρια και αντίστοιχος πάτος επιπέδου σε αυτό που ονομάζεται Ελληνική τηλεόραση.

Οι 80s DZ λοιπόν, είναι η ονομασία γνωστού rock συγκροτήματος από την Αυστραλία, με μακρά και τιμημένη παράδοση στο είδος. Το γκρουπ βρέθηκε στο δικό του Highway to Hell τον περασμένο Μάιο, όταν η Βίκυ Καγιά μας ενημέρωσε ανάμεσα σε επιδείξεις βρακιών και το ζμπρώξιμο του νέου υπερκαλλιτέχνη της Heaven του Μήτσου Καραμάγκουλα, ότι επίκειται η συναυλία των 80s DZ στο Ολυμπιακό Στάδιο…

Δυστυχώς δεν βρίσκω το ηχητικό μήδιον, αλλά κάποια στιγμή...

(από Desperado, 24/06/09)(από Desperado, 24/06/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Χαρακτηριστικός ρόλος, τυπικά του νεότερου μέλους μιας ήδη καθιερωμένης παρέας εργασίας ή/και ομαδικού σπορ. Σύνθεση των λέξεων φέρε και ρε, αποτελεί τίτλο και ταυτόχρονα κάλεσμα/διαταγή.

Η φράση ακούγεται πολύ συχνά στην αγωνιστική ιστιοπλοΐα ανοικτής θαλάσσης, όπου ο φερερές καλείται να εξυπηρετήσει το υπόλοιπο πλήρωμα για τους εξής βασικούς λόγους:

  • Είναι ψαράς οπότε εξ ορισμού δεν τοποθετείται σε θέση που απαιτεί συνεχή παρακολούθηση κατά τη διάρκεια του αγώνα.
  • στον αγώνα απαγορεύεται στο πλήρωμα να κινείται ασκόπως (μετατόπιση βάρους), συνεπώς ο φερερές δρα ως αντιπρόσωπος.
  • Εφόσον ο φερερές έχει συγκεκριμένη θέση, αυτή συνήθως είναι στο «πιάνο» (ή pit) όπου λόγω γεωγραφίας, είναι στο πιο κατάλληλο σημείο για να μπαίνει μέσα στο σκάφος και να φέρνει πράγματα.

Ο φερερές είναι συνήθως γυναίκα καθώς η σωματική διάπλαση (μικρό βάρος, ευελιξία), αποτελεί επιπλέον λόγο για την επιλογή.

Στις αρμοδιότητες του φερερέ κατά τη διάρκεια του αγώνα, περιλαμβάνονται η on-call προετοιμασία και παράδοση γκαϊφέ, φαγητού και ποτών, το νετάρισμα και η παράδοση πανιών στο κατάστρωμα για τις αλλαγές καθώς και ειδικές εργασίες που απαιτούν σβελτάδα και ελαφρύ άτομο (αν δεν είναι διαθέσιμος ο πλωριός).

Συνώνυμο (σχετικής επαγγελματικής ομάδας): Ντελιβεράς, πιτσαφέρνης.

Αντίθετο: Τσίμπα!

- Καλά στον αγώνα το ΣΚ σκίσαμε…
- Άντε ρε. Με το καινούργιο το πλεούμενο;
- Ναι ρε συ, πολύ γρήγορο μιλάμε
- Μάστα. Και τι θέση σε βάλανε;
- Εεεεε...
- Α κατάλαβα, φερερές ε;
- ....

(από Desperado, 28/07/09)(από Desperado, 28/07/09)

Βλ. και άι φέρ', eyefair, άιφερ μάνατζερ, αντεφέρ, τραβαφέρ, σύρφερ μάνατζερ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η πληθυντικιά, οφείλει την ύπαρξη της στην σχετικά πρόσφατη, εκνευριστική συνήθεια ορισμένων ραδιοφωνικών παρουσιαστών (με πρώτους διδάξαντες κάποιους όντως εξαιρετικούς παραγωγούς της Καλύτερης Παρέας), να «πληθυντικοποιούν» λέξεις, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μια χαρά στο ενικό τους.

Έτσι λοιπόν έχουμε τις μουσικές, τις καλημέρες/καλησπέρες, τις σκηνές (όχι τα αντίσκηνα, τις μουσικές σκηνές), το «στα ποτήρια μας», «τα κεράσματα» ή/και «δροσερές μπύρες» (όταν προωθείται χορηγός-ξύδι, το «και για να σας λυθούν οι απορίες», και λοιπά.
Οι πληθυντικιές δεν πρέπει να συγχέονται με συχνά, καραμπινάτα γλωσσικά ολισθήματα που δεν περιορίζονται στους προαναφερθέντες όπως «στα πλαίσια», «οι ασκοί του Αιόλου», κλπ.

Πιθανότερη εξήγηση για την πλυθηντικιά είναι αφενός η στάνταρ προχώ τρεντουλιά (κατάλοιπο της ΚΛΙΚ εποχής) και αφεδύο, η χαριτωμενιά που προσδίδει, όταν φυσικά αποδίδεται με την κατάλληλη φωνή της σχολής Σημίτη (της Αφροδίτης ντε, όχι του Τάπερμαν): κάτι μεταξύ μπλαζέ βαρεμάρας, σοροπάτης τσαχπινιάς και γουτσισμού. (Παρεμπιπτόντως η φωνή της Σημίτη είναι πλέον ότι ήταν στις δεκαετίες 80 και 90 το σαξόφωνο του Κατσαρού: ακόμα και στις πτήσεις της Ολυμπιακής αυτήν ακούς).

Η πληθυντικιά συνήθως πάει πακέτο με την άλλη εκνευριστική συνήθεια, αυτή του Greeklish Mix, δηλαδή του συνδυασμού ελληνικών/αγγλικών σε διαφημιστικά για συναυλίες ή άλλες εκδηλώσεις (πάντα με τα προηγούμενα ηχητικά χαρακτηριστικά και μπόνους τα στrroγγυλά και μακρόσυrrτα «ρ» εφέ):

Στο Cavo Paradiso, την Παrrασκευή 22 Μαrrτίου, απευθείας από το Amsterdam, το control του dance floor θα πάrrει ο μάγος της Alternative-Super-Dooper-Trance-House-Acoustic-Dark-Trip-Hop-Progressive-Gothic σκηνής και rresident του club Toukits’imana pinibafous, DJ Milupas. Στο warm-up ο MC Saltapidas σε ένα αεrrάτο DJ set.

Πολλές καλησπέρες σε όλους και όλες. Πολλές καλές μουσικές θα ακούσουμε απόψε και ήρθε η ώρα για Jack στα ποτήρια για τα κεράσματα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Όπως συνάδεται από τον ορισμό σλανγκ της αγαπητής συνοδοιπόρου, «Jargon» ή «επαγγελματική ιδιόλεκτος», αναφέρεται σε ορολογίες (συντμήσεις, εκφράσεις, ακρώνυμα), σε σχέση με μια συγκεκριμένη δραστηριότητα, επάγγελμα ή ομάδα. Περιγράφει την συγκεκριμένη «γλώσσα» ανθρώπων που εργάζονται στον ίδιο χώρο ή που έχουν κοινά ενδιαφέροντα.

Υπό αυτή την έννοια η jargon μοιάζει ή (τολμώ να πω) προβιβάζεται σε slang, τουλάστιχον στις περιπτώσεις όπου γίνεται παράφραση/εμπλουτισμός «παραδοσιακών» jargon συνήθως με χιουμοριστική διάθεση, όπως αποδεικνύουν πλείστα λήμματα του τιμημένου slang.gr (RTFM, FUBAR, μήδι, clopy paste, πσάρεμα, LMFAO κλπ.).

Στο δια ταύτα, ως Corporate Slang αναφέρω τους όρους που μοιάζουν μεν με jargon στον Επιχειρηματικό κόσμο (ιδιαίτερα της αλλοδαπής και ειδικότερα στις ΗΠΑ), πλην όμως, αποτελούν «άτυπους» όρους (και γι’αυτό θεωρώ σλάνγκικους), οι οποίοι λόγω του ειρωνικού/χιουμοριστικού τους περιεχομένου, μάλλον χρησιμοποιούνται μεταξύ εργαζομένων και σίγουρα όχι στο Boardroom (βλ. κριτήρια 2 και 3 στο τμήμα 1 του σλανγκ). Μια συλλογή των καλυτέρων που κυκλοφορούν ακολουθεί:

Blamestorming
Συγκέντρωση επαγγελματιών σε γκρουπ, ανοιχτή συζήτηση γιατί ένα έργο πήγε κατά διαόλου και ποιος φταίει.

Seagull Manager
Ένας μάνατζερ που καταφθάνει «αεροπορικώς», κάνει πολύ θόρυβο, χέζει τα πάντα και μετά φεύγει.

Salmon Day
Η εμπειρία του να περνάς όλη σου τη μέρα κολυμπώντας αντίθετα στο ρεύμα, μόνο και μόνο για να πεθάνεις στο τέλος.

Assmosis
Η διαδικασία μέσω της οποίας ορισμένοι άνθρωποι φαίνεται να απορροφούν επιτυχία και προαγωγές, με το να γλείφουν το αφεντικό αντί να δουλεύουν.

Percussive Maintenance
Η τέχνη του να χτυπάς, κλωτσάς, γρονθοκοπείς ένα μηχάνημα για να το κάνεις να δουλέψει.

Bangalored
Να απολύεσαι γιατί η θέση σου μεταφέρθηκε στην Ινδία.

PowerPointless
Τσίλικα γραφικά και animations παρουσιάσεων, τα οποία αποσπούν την προσοχή του κοινού αντί να επεξηγούν.

Treeware
Geek-speak για οτιδήποτε είναι τυπωμένο σε χαρτί.

Turd polishing (γυάλισμα κουράδας)
Βρίσκοντας θετικά πράγματα σε μια δύσκολη κατάσταση.

Work Spasm
Η εξαιρετικά παραγωγική (αλλά συνήθως σύντομη) περίοδος εργασίας, αμέσως μετά τις διακοπές.

Ίσως η πιο ολοκληρωμένη και αβλεπί η πιο αστεία χρήση της Corporate κουλτούρας και Jargon, είναι ο Dilbert του Scott Adams.

- Τι έγινε ρε με τον χαμό προχθές;
- Τι να γίνει, το project πήγε τρίσκατα οπότε μαζεύτηκε όλη η ομάδα για ένα χέσιμο από το αφεντικό και φυσικά ένα δημιουργικό Blamestorming. Το χειρότερο ήταν ότι ήταν εκεί και ο νέος Διευθυντής Μάρκετινγκ.
- Ποιός ο Λούλης; Καλά αυτός είναι εντελώς Seagull Manager. Δεν τον βλέπω να κρατάει πάνω από 1 μήνα...

(από Desperado, 08/07/09)(από Desperado, 08/07/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

α. Οι νεότερες (και της μοδός) σαγιονάρες που σχεδόν στο σύνολό τους κατασκευάζονται από αφρώδες υλικό (με κάποιες παραλλαγές σε δέρμα). Σε αντίθεση με τις κλασσικές, λεπτές κίτρινες σαγιονάρες που κυκλοφορούσαν τις δεκαετίες του 70 και του 80, οι νέες διατίθενται σε άπειρους συνδυασμούς χρωμάτων και σχεδίων.
Αναβιωτές του είδους, οι εταιρίες beachwear και streetwear, πρωτοστατούσης της Βραζιλιάνικης Reef. Με το μπουμ της αγοράς, όλες οι εταιρίες αθλητικών ειδών μπήκαν στο παιχνίδι, παρασύροντας και τους μεγάλους οίκους μόδας οι οποίοι ως συνήθως έφτασαν το είδος σε επίπεδα υπερβολής.

β. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, flip-flop χαρακτηρίζονται οι περιπτώσεις όπου δημόσια πρόσωπα (ως επί το πλείστον πολιτικοί), είναι αρχικά υπέρ ενός θέματος και ξαφνικά είναι κατά (ή το αντίστροφο). Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε περιπτώσεις εκλεγμένων προσώπων (Γερουσιαστές και μέλη του Κογκρέσου), όπου η αλλαγή της γνώμης τους συνδυάζεται με την αντίστοιχη αλλαγή της ψήφου τους για κάποιο νομοσχέδιο.
Τα flip-flop παίζουν μεγάλο ρόλο στις εκλογές (ως όπλο στα χέρια αντιπάλων), ειδικά όταν έχουν προκύψει για σημαντικά νομοθετήματα (π.χ. αμβλώσεις, συντάξεις, υγεία, άμυνα, μεταναστευτική πολιτική). Παράδειγμα: ο Δημοκρατικός υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2004 John Kerry, κατηγορήθηκε ως flip-flopper λόγω των θέσεων και ψήφων του στη Γερουσία, στο θέμα του πολέμου στο Ιράκ.

Στην Αγγλία, χρησιμοποιείται η φράση: U-Turn.

  1. Φίλε είδες τα φετινά flip-flop της Volcom; Απίθανα σχέδια.

2. - Καλά, ο Τατούλης πριν λίγο καιρό δεν έλεγε ότι δεν θα υπερψηφίσει το χωροταξικό νομοσχέδιο; Πώς και το ψήφισε τελικά; - Άσε με μωρέ, αν ήταν στην Αμερική θα τον λέγανε flip-flopper!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η φράση προέρχεται από τη δεκαετία του 1980 και μάλιστα από «ανορθόδοξη» πηγή. Για την κατανόηση της, απαιτείται μια μικρή ιστορία καθώς και ορισμένες τεχνικές λεπτομέρειες από τον κόσμο της μουσικής και ειδικότερα της ηλεκτρικής κιθάρας.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και τις αρχές του ’80, υπήρξε μια ιδιαίτερη ανάπτυξη στα ηλεκτρονικά όργανα (keyboards, ηλεκτρονικά ντραμς), αλλά και στα ηλεκτρονικά βοηθήματα ήχου. Μεγάλη απήχηση είχαν τα «πετάλια» για ηλεκτρικές κιθάρες - συσκευές παραμόρφωσης ήχου που μπαίνουν ανάμεσα στην κιθάρα και τον ενισχυτή και ενεργοποιούνται/απενεργοποιούνται με το πόδι. Η λογική είναι αφενός ο μουσικός να μην χρειάζεται να αφήσει την κιθάρα και αφετέρου, να μην πηγαίνει μπρος-πίσω στη σκηνή στα live, καθώς έχει το “pedal board” μπροστά (βλ. μήδια 3 και 4).

Ίσως το πρώτο πετάλι (και θεωρούμενο must εδώ και δεκαετίες), εμφανίστηκε το 1966 από την εταιρία Vox. Το εργαλείο δημιουργήθηκε, συνδυάζοντας ένα πεντάλ έντασης ήχου από ηλεκτρικό όργανο (keyboard) και ένα ποτενσιόμετρο. Το εφέ που δημιουργούσε το πετάλι αυτό, ήταν ένα «κλάμα» στον ήχο, που αυξομειώνονταν ανάλογα με την κίνηση του ποδιού (βλ. μήδια 1 και 2).

Λόγω του ήχου, το πετάλι ονομάστηκε Wah-Wah Pedal και αποτέλεσε αγαπημένο βοήθημα θρύλων της ροκ κιθάρας, όπως του Jimi Hendrix (άκου εισαγωγή Voodoo Chile), Eric Clapton, Jeff Beck και φυσικά αποτέλεσε το “signature sound” όλων των γκρουπ Funk/Soul της δεκαετίας του ’70 (βλ. μήδι 5 για την πιο ζόρικη wah-wah εισαγωγή όλων των εποχών).

Πίσω στο θέμα μας λοιπόν, ένα από τα πιο ψαγμένα μαγαζιά για κιθάρες και τα παρελκόμενα τους είναι ο Καγμάκης. Επειδή ο ίδιος είναι και μερακλής κατασκευαστής, η συντριπτική πλειοψηφία των πελατών (ειδικά εκείνη την εποχή) ήταν της ροκ σκηνής. Ένα πρωινό στις αρχές της δεκαετίας του ’80 λοιπόν, σκάει μύτη ένας καραγκαγκάν σκυλάς και προσπαθώντας να εξηγήσει τι θέλει, λέει στον Καγμάκη: «Θέλω ένα καλάϊζερ (σσ: equalizer) που κάνει νιάου-νιάου».

Credit: Άγγελος

Περισσότερα ιστορικά Wah εδώ

Η χρήση της φράσης γίνεται κυρίως σε δύο περιπτώσεις

  1. Όταν θέλουμε να κάψουμε κάποιον που πετάει μια άσχετη μπαρούφα:
    - Νέος ταριφοδηγός: Μάστορα άλλαξες τα μπουζί στο ταξί; (σσ: τα ντήζελ δεν έχουν μπουζί)
    - Μάστορας: Ναι μαζί με το καλάϊζερ νιάου-νιάου

  2. Όταν θέλουμε να κοροϊδέψουμε άσματα με υπερβολικό κλαψιλίκι:
    - Ρε τι κλαψομουνιά τραβάει αυτή τραγουδιάρα...
    - Άσε, το καλάϊζερ νιάου-νιάου βαράει υπερωρία…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για αμερικάνικη και 100% σλανγκ προσφώνηση και μάλιστα πολύ παλαιότερη απ’ ό,τι πιστεύει ο κόσμος. Λόγω της εκτεταμένης χρήσης της σε ταινίες και σειρές με χαρακτήρες από τη δυτική ακτή των ΗΠΑ (και ειδικά την Καλιφόρνια), η λέξη Dude έχει συνδεθεί με το λεγόμενο surf culture και γενικά το χαλαρό lifestyle. Η αντίληψη αυτή είναι εξελικτικά ορθή όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Η λέξη dude, αναφέρεται κυρίως σε κάποιον φίλο ή σύντροφο, κάτι αντίστοιχο του μαν. Παρόλο που αρχικά και γενικά παραπέμπει σε άντρα, η χρήση της λέξης περιλαμβάνει πλέον και τα δύο φύλα, αν και εναλλακτικά χρησιμοποιείται το Dudette για τις γυναίκες.

Η έκφραση έχει πλέον παγκοσμιοποιηθεί, αλλά σε αντίθεση με λέξεις νεότερης κοπής (μπρο, γιο), ανήκει στην κατηγορία ξένων εκφράσεων με σχετική ιστορικότητα ή/και με ρίζες σε πιο εκλεπτυσμένες κοινωνικές συνθήκες, όπως: cool, groovy, chill, funky.

Ενδεικτικά, παρατίθεται η ακόλουθη πρόταση από το βιβλίο του Mark Twain A Connecticut Yankee in King Arthur's Court (1889): «The remnant of it was restricted to the dudes and dudesses.» Ως εκ τούτου, το λήμμα δεν κατατάσσεται αυθωρεί στις αμερικλανιές.

Ιστορία
Η λέξη Dude θεωρείται Αμερικανισμός με ρίζες στον 19ο αιώνα (1876), χωρίς να υπάρχει σαφής προέλευση. Η αρχική χρήση έγινε από Γερμανούς αποίκους της παλιάς δύσης για να περιγράψει συνεσταλμένους και πλούσιους άνδρες, οι οποίοι μετείχαν στην προς δυσμάς επέκταση των ΗΠΑ. Από αυτή την βάση, προκύπτουν και οι άλλες χρήσεις / ορισμοί της λέξης εκείνη την εποχή:
- Άντρας από τις Ανατολικές ΗΠΑ που κάνει διακοπές σε ράντσο
- Αστός ανεξοικείωτος στην ζωή εκτός μεγάλης πόλης
- Καλοντυμένος / φροντισμένος άντρας

Για κάποιο διάστημα, η λέξη είχε προσβλητικό χαρακτήρα, καθώς αναφερόταν σε έναν άνδρα υπερβολικά εκλεκτικό και απαιτητικό στα ρούχα, τον λόγο και τη συμπεριφορά του –ένας υπερβολικός δανδής. Κορυφαίος όλων στην κατηγορία αυτή, ο Evander Berry Wall (1861-1940), στον οποίο το 1880, απονεμήθηκε ο τίτλος King of the Dudes από την εφημερίδα New York American.

Η λέξη «dude» πρωτοεμφανίστηκε στον γραπτό λόγο το 1876 (Putnam's Magazine).

Προφορά και Χρήση
Η λέξη χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό ή επιφώνημα. Στην πρώτη περίπτωση, η χρήση γίνεται αυτόνομα ή συνδυαστικά:
- He’s a strange dude
- Surfer dude
- What a funny dude

Ως επιφώνημα, ο τόνος και η διακύμανση που θα χρησιμοποιηθούν, μεταδίδουν και το νόημα του αντίστοιχου συναισθήματος όπως:
- Dude! (κοφτό για έκπληξη ή εκνευρισμό)
- Duude; (λίγο τραβηγμένο για απορία)
- Duuuude (μακρόσυρτο για θαυμασμό)

Τέλος, η λέξη μπορεί να προστεθεί σχεδόν σε οποιαδήποτε πρόταση και να μεταφέρει το ανάλογο συναίσθημα: We’ve gotta run dude!

Έχοντας ξεφύγει από την αρχική αρνητική της ετυμολογία, η χρήση της λέξης είναι πλέον ευρεία και σε πολλές περιπτώσεις έχει εξελιχθεί σε προσφώνηση σεβασμού καθώς εξισώνεται με το cool.

Διάσημοι Dudes και Dudettes
Όπως είναι λογικό, υπάρχουν αρκετοί διάσημοι Dudes, ωστόσο αυτοί με την μεγαλύτερη παγκόσμια απήχηση, είναι χαρακτήρες ταινιών. Το περίεργο στην περίπτωση των περισσότερων από αυτούς, είναι ότι εκτός του χαρακτήρα και ο ηθοποιός μπορεί να χαρακτηριστεί ως Dude (με κεφαλαίο!).

Jeffrey “The Dude” Lebowski – Jeff Bridges
Αδιαφιλονίκητος αυτοκράτορας των Dudes είναι φυσικά ο Jeff Bridges στην εκπληκτική ταινία των αδελφών Coen The Big Lebowski. Ο χαρακτήρας του, εκτός από το ίδιο του το όνομα (The Dude), αποτελεί την πεμπτουσία του λήμματος, τουλάχιστον όπως αυτή αναφέρεται στην εισαγωγική παράγραφο του ορισμού. Ο χαρακτήρας και το παρατσούκλι, βασίζονται σε ένα υπαρκτό πρόσωπο, τον Jeff Dowd, ο οποίος ενέπνευσε τους Coen. Ο Dowd ήταν μέλος των Seattle Seven, πίνει White Russians, και είναι γνωστός ως The Dude.

The Dude: “Look, let me explain something to you. I'm not Mr. Lebowski. You're Mr. Lebowski. I'm the Dude. So that's what you call me. That, or His Dudeness... Duder... or El Duderino, if, you know, you're not into the whole brevity thing.” (βλ. μήδι 1).

Hugo “Hurley” Reyes – Jorge Garcia
Ξεφεύγοντας από το σωματικό στερεότυπο, ο XL χαρακτήρας του Hurley στην επιτυχημένη σειρά Lost μπορεί να θεωρηθεί ως κλασσικός Dude. Μεγαλωμένος σε έναν από τους παραδείσους των surf dudes (Santa Monica), μέχρι το τελευταίο επεισόδιο του 5ου κύκλου, ο Hurley έχει χρησιμοποιήσει τη λέξη «dude» 268 φορές, δηλαδή με έναν μέσο όρο 3.0 DPE (Dudes per Episode!) - βλ. μήδια 2 και 3.

Ferris Bueller – Matthew Broderick
Στην κωμωδία Ferris Bueller's Day Off (1986) του (πρόσφατα χαμένου) John Hughes, ο ομώνυμος χαρακτήρας είναι ο κορυφαίος έφηβος dude της αστικής Αμερικής. Ο Matthew Broderick έχει επίσης πρωταγωνιστήσει στο Addicted to Love (1997) με την Meg Ryan, η οποία σε αυτή την ταινία αλλά και γενικώς, είναι χαλαρά από τις κορυφαίες Dudettes.

Grace: «Oh, he's very popular, Ed. The sportos, the motorheads, geeks, sluts, bloods, wasteoids, dweebies, dickheads — they all adore him. They all think he's a righteous dude

Thelma - Geena Davis & Louise – Susan Sarandon
Πώς γίνεται μια γκαρσόνα και μια νοικοκυρά να είναι dudes; Στο Thelma & Louise (1991) του Ridley Scott, οι δύο γυναίκες αποδεικνύουν πως όχι μόνο είναι dudes, αλλά πρωταγωνιστούν και σε ένα από τα καλύτερα road movies που έχουν γυριστεί ποτέ. Χωρίς αμφιβολία, Dudes και στην πραγματική τους ζωή.

Mia Wallace - Uma Thurman
Ίσως η πιο καλή και σίγουρα η πιο cool Dudette που έχει περάσει ποτέ από το σελιλόιντ. Χωρίς τη σκληρότητα της Kiddo (Kill Bill - 2003), και την παραξενιά της Sissy Hankshaw (Even cowgirls get the blues - 1994), η Mia του Pulp Fiction (1994), αλλά και η Uma Thurman γενικώς, ενσαρκώνει την απόλυτη Cool Dudette.

Tyler - Lori Petty
Σε ένα από τα καλύτερα σύγχρονα surf movies (Point Break – 1999), η Lori Petty στέκεται ισάξια πάνω στο σανίδι και ανάμεσα στους Αρχι-Dudes Patrick Swayze και (ολίγον χαζοβιόλη) Keanu Reeves.

Ως ανωτέρω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Απαξιωτικός χαρακτηρισμός για τους νέους χρήστες υπολογιστών και εξαιρετικά ειρωνικός όταν αναφέρεται σε νέους προγραμματιστές.
Ο όρος προέρχεται από τον ήχο και την περιγραφή ενεργειών που εκτελούνται με το ποντίκι του υπολογιστή και αναφέρεται στους χρήστες οι οποίοι εξαρτώνται σχεδόν απόλυτα από την συσκευή αυτή αντί του πληκτρολογίου.

Ο όρος χρησιμοποιείται από «παλιές καραβάνες» ή/και geeks και ειδικά αυτούς που έχουν θητεύσει σε μεγάλα συστήματα τις εποχές που τα ποντίκια ήταν σπάνια ή είχαν λίγες δυνατότητες. Σε αυτή την κατηγορία, πρωτοστατούνε οι Mainframeάδες και οι παλιοί UNIXάδες, οι οποίοι τρέφουν παθολογική αγάπη για το πληκτρολόγιο καθώς όλο το περιβάλλον ήταν μέσω χειρόγραφων εντολών και ο καλύτερος editor όλων των εποχών (παραμένει!) ο vi.

Με την έλευση των νέων εργαλείων ανάπτυξης (ειδικά των “visual”), οι developers άρχισαν να εξαρτώνται όλο και περισσότερο από τον πόντικα και λιγότερο από το πληκτρολόγιο. Παρόλο που οι παλαιότεροι προσαρμόστηκαν, λόγω της εμπειρίας τους μπορούν να κάνουν περισσότερα πράγματα με τον συνδυασμό ποντίκι/πληκτρολόγιο, γεγονός που τους ενισχύει την υπεροψία.

Αποτέλεσμα φυσικά, η ακόμη πιο έντονη ειρωνεία προς τους νέουλες.

- Κοίτα την ξανθιά ρε μαλάκα… μαρκάρισμα κειμένου, δεξί κλικ Copy, δεξί κλικ Paste…
- Εμ, δεν της έχει πει κανείς της κλικαδόρισας για το Ctrl-C και το Ctrl-V…

- Ρε n00b, από πεδίο σε πεδίο με το ποντίκι; Κλικαδόρε, ε κλικαδόρε
- Kαι πώς να το κάνω ω σοφέ παντογνώστη;
- Mε Tab ρε άσχετε, που βγάζεις και γλώσσα!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Γενικός τίτλος περιγραφής ξένων κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών σειρών, εξαιρετικά αμφιβόλου αισθητικής και επιβεβαιωμένα ανύπαρκτης ποιότητας. Το στοιχείο της υπερβολής (πρέπει να είσαι ντιπ μαλάκας ή πρωταγωνιστής σε ταινία για να δίνεις/παίρνεις τσιμπούκια σε μια λίμνη με πιράνχας), χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει «καλλιτεχνικά» πονήματα τα οποία παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω χαρακτηριστικά:

  • Παράγονται με τη σέσουλα και ως αποτέλεσμα της «γραμμής παραγωγής» και του (σχετικά) χαμηλού προϋπολογισμού, επιδεικνύουν μια σταθερά κακή ποιότητα. Εδώ ανήκουν περιπτώσεις πολλαπλών κακών σήκουελ μετά την επιτυχία της πρώτης ταινίας.
  • Σενάρια που συνδυάζουν την φαντασία του George Lucas, την σπλατεροσύνη του George Romero, την αισθητική του Ed Wood και τα δραματικά αποτελέσματα του Battlefield Earth.
  • Μεγάλες παραγωγές οι οποίες αποδεικνύονται ακόμα μεγαλύτερες πατάτες και αποσύρονται πριν προκάμει να σκαρδαμύσσει ο παραγωγός για να πεθάνουν ήσυχα στα ράφια των συνοικιακών βιντεοκασετάδικων
  • Παντελώς ή ημί άγνωστοι ηθοποιοί, οι οποίοι όταν μεγάλωναν στο Δυτικό Κάνσας πίστεψαν την θεία τους την Τρούντι η οποία με βάση τις σχολικές παραστάσεις, τους έστειλε στο Χόλυγουντ και μάλιστα πεπεισμένους ότι είναι οι επόμενοι superstars (καλύτερο παράδειγμα ο χαρακτήρας Johnny Drama που ενσαρκώνει ο Kevin Dillon στη σειρά Entourage).

Ορισμένοι θα παρατηρήσουν στον τίτλο την παραπομπή στην ταινία Piranha του 1978, η οποία αποτελεί «σχολή» του είδους καθώς συνδυάζει τα παραπάνω. Αν και η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οποιοδήποτε είδος ταινίας/σειράς, είναι φανερό ότι ταιριάζει περισσότερο στις άπειρες (υπό-)παραγωγές περιπέτειας, τρόμου, αρχαίων ηρώων (βλ. ανεκδιήγητα σκουπίδια «Ηρακλής» και «Ζήνα») και λοιπών συναφών ειδών.

Υπό τον τίτλο κατατάσσονται και τα λεγόμενα B-Movies, πλην όμως αυτά αποτελούν ένα μέρος καθώς όπως είπαμε, ο τίτλος καλύπτει και τηλεοπτικές σειρές. Ομοίως, ούτως αναφέρονται και διάφορες παραγωγές οι οποίες δεν βλέπουν ποτέ το σκότος της κινηματογραφικής αίθουσας και περνάνε απευθείας στην TV.

Με τον ίδιο τρόπο ωστόσο, ο τίτλος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για mainstream υπερπαραγωγές, κυρίως για να χαρακτηρίσει την απίστευτη υπερβολή του σεναρίου (π.χ. James Bond, Die Hard, κλπ.). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η έκφραση χρησιμοποιείται σε σκηνές της ταινίας, όπου ας πούμε ο Bruce Willis πηδάει από τον 34ο όροφο, σκάει σε έναν θάμνο 35cm και σηκώνεται χωρίς γρατζουνιά.

Στην ημεδαπήν, λόγω της μικρής κινηματογραφικής παραγωγής και θεματολογίας, σπανίζουν τα ντόπια τσιμπούκια. Ωστόσο, τα υπέρλαμπρα, τηλεοπτικά Μέσα Μαζικής Προπαγάνδας της χώρας δεν μας αφήνουν παραπονεμένους, με δύο κυρίως τρόπους:

  • Προβολή παγκοσμίως αγνώστων αμερικλάνικων αηδιών (ειδικά Παρασκευή και Σάββατο βράδυ) οι οποίες μάλιστα διαφημίζονται με το βαρύγδουπο «για πρώτη φορά στην ελληνική τηλεόραση» και ακόμη πιο βαρύγδουπες περιγραφές του ανεπανάληπτα βλακώδους story.
  • Παραγωγή ελληνικών σειρών, συνήθως ως κακέκτυπα επιτυχημένων ξένων παραγωγών (π.χ. CSI).

Ενδεικτικά, αυτή την εβδομάδα αλιεύουμε την υπερπαραγωγή Ο 7ος Πάπυρος:
«Έτος 3000 π.Χ. Η βασίλισσα Λόστρις φέρνει στο κόσμο το νόθο γιο της, καρπό της παράνομης σχέσης της με τον πολεμιστή Τάνους (σ.σ. ξαδερφοκούμπαρος της Κινέζας πολεμίστριας Που Τάνους). Φοβούμενη την οργή του βασιλιά και τον αναπόφευκτο θάνατο του μωρού της, η Λόστρις προστάζει την πιστή υπηρέτριά της Ταϊτά να κρύψει το παιδί σ’ ένα καλάθι και να το παρατήσει στο Νείλο (σ.σ. λέγε με Μωϋσή). Πέντε χιλιάδες χρόνια αργότερα (σ.σ. ...!), ο διάσημος αρχαιολόγος Ντουρέντ Αλ Σίμα και η σύζυγός του Ρόιαν ανακαλύπτουν τον τάφο της βασίλισσας Λόστρις.» Για τους μαζοχιστές, η πλήρης σύνοψη της ταινιάρας, εδώ.

Μετά την επιτυχία των πιράνχας, ακολουθούν τα σήκουελ:

  • Πισωκολλητά στην έρημο με τους κροταλίες
  • Παρτούζες στη σπηλιά με τις αρκούδες

Συνώνυμα: πατάτα, μάπα.

- Ρε συ, σήμερα παίζει το καινούργιο «Παρασκευή και 13». Πάμε Mall;!
- Ε;
- Ταινιάρα σου λέω!
- Ταινιάρα ε; Πως είναι ο πλήρης τίτλος αγόρι μου;
- Εεεεε «Παρασκευή και 13 μέρος 82 – Jason εναντίον Ανακόντα»…
- Καλά, Τσιμπούκια στη λίμνη με τα πιράνχας δηλαδή…
- Νομίζεις;
- Νομίζω;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία