Επιπλέον ετικέτες

Η πλήρης εγκεφαλική αδράνεια. Χτύπησε ο σκληρός. Την έκαψε τη φλάτζα.

Απίστευτη και όμως πραγματική κατάσταση κατά την οποία ο στόκος καταφέρνει να υψώσει την κόμπλα του στο τετράγωνο. Η αλληλουχία των συλλογισμών που πλέον πραγματοποιείται σε ταχύτητα γαϊδουριών. Προσεγγίζει επιεικώς τον μαλάκα που τον βλέπεις και ιδρώνεις.

-Ρε συ τι έπαθε ο πακιστανός σου; Ακόμα μετράει την εξάδα με τις μπίρες;

-Ωχ, πάλι κομπλάρανε τα γαϊδούρια... ΑΧΤΗΡ ΚΟΥΝΑ ΓΑΜΩ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΜΟΥ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

επαναστατόσημα, αριστερόσημα, αναρχόσημα

Κλάσικ, τώρα πια, λέξη της αριστεράς και του αναρχικού χώρου, η οποία παραπέμπει στα φανταστικά (και φαντασιακά να τα πεις μέσα είσαι) ένσημα τα οποία κανείς "κολλάει" με την πορεία του στους εν λόγω χώρους.

Τα επαναστατόσημα είναι λέξη που στηλιτεύει και λοιδωρεί πολιτικές στάσεις και συμπεριφορές, και συγκεκριμένα την επαγγελματοποίηση της πολιτικής συμμετοχής και γενικά την ιδιοτελή εξαργύρωσή της (με θέσεις, διασυνδέσεις, προσβάσεις, καταξίωση, δηλαδή, εξουσία, μούρη, φράγκα, σεξ, και διάφορες μορφές ασυλίας). Επιπλέον, χρησιμοποιείται σε συμφραζόμενα με ειρωνική διάθεση για να καταγγείλει την επίκληση του προσωπικού αριστερού/αναρχικού παρελθόντος ως πρόσχημα ιδιώτευσης, "τιμητικής αποστρατείας" από την ενεργό πολιτική δράση, χωρίς, όμως, αποποίηση των ωφελημάτων (ηθικών και υλικών) που απορρέουν από την τελευταία - ή ακόμα και ως πρόσχημα προδοσίας και μεταπήδησης στο στρατόπεδο του αντιπάλου, από τον ρεφορμισμό μέχρι τη δεξιά. βλ. και το αξίωμα "αριστερό παρελθόν = δεξιό παρόν"). Τέλος, χρησιμοποιείται πολύ συχνά αυτοϋπονομευτικά, αυτοκριτικά όχι μόνο για την ιδιοτέλεια αλλά και την ηττοπάθεια (πας στην πορεία-μνημόσυνο για να κάμεις το "καθήκον σου", χωρίς να το πιστεύεις) που επικρατεί και τον κούφιο φορμαλισμό της πολιτικής συμμετοχής που φτάνει να μετριέται ως ποσότητα με τα επαναστατόσημα ως διαπιστευτήρια χωρίς περιεχόμενο.

Στην περίπτωση της αριστεράς τα επαναστατόσημα τα κολλάνε και τα εκμεταλλεύονται οι πουλημένες ή/και ψευτο- πρωτοπορίες της εργατικής τάξης, ενώ στο πλαίσιο της αναρχίας οι υψηλά ιστάμενοι στις άτυπες ιεραρχίες στους κόλπους της. Με άλλα λόγια, επαναστατόσημα κολλάνε και εξαργυρώνουν οι κάθε λογής -πατέρες και γουαναμπήδες αναρριχόμενοι γυμνοσάλιαγκες* του κάθε λογής επαναστατικού κινήματος... αλλά και ρεβιζιονιστικού, και γενικά κάθε κινήματος που "επαναστατίζει" (προσομοιώνει, δηλαδή, ραντικάλ ύφος και ενσωματώνει συστημικά επαναστατικές πρακτικές - γι' αυτό και, καταχρηστικά, επαναστατόσημα μπορεί να ειπωθεί ότι κολλάνε μέχρι και οι της "λαϊκής δεξιάς" συνδικαλησταράδες).

Τώρα, όπως φάνηκε κι από πάνω, υπάρχουν υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες κατ' εξοχήν επαναστατόσημων, τα οποία και κολλιούνται στα αντίστοιχα βιβλιάρια επαναστατοσύνης και συνυπολογίζονται για την πολιτική και άλλη κάλυψη του δικαιούχου: τα αριστερόσημα, και τα αναρχόσημα.

  • Ως αριστερόσημα λογίζονται συνήθως: η μακρόχρονη και συνεπής συμμετοχή σε αγώνες, κομματικές και γενικά συλλογικές διαδικασίες (καταρχήν, δηλαδή, το να μην είσαι, πολιτικά πουθενάς), η ανάδειξη του προσώπου σου μέσα στους αγώνες ως μαχητικής ή ηγετικής ή διανοούμενης φυσιογνωμίας, και όσο προχωρούμε προς τα "βαρέα και ανθυγιεινά", η προσωπική έκθεση σε αγώνες που ενέχουν άμεσα προσωπικό κόστος επειδή θίγουν άμεσα συμφέροντα του αντιπάλου (π.χ. η σύγκρουση με την εργοδοσία στον ιδιωτικό τομέα). Ιδιότυπο αριστερόσημο, με το οποίο μπορεί κανείς να εξαγοράσει υπό συνθήκες προνομιακά πλασματικά έτη αγώνων είναι και η απλή συμμετοχή σε μυστήρια αριστερά γκρουπούσκουλα κατά την νεανική ηλικία. Ενδιαφέρον είναι ότι το να καταλάβεις θέσεις σε θεσμικά συλλογικά όργανα είναι και αριστερόσημο και εξαργύρωση αυτού.
  • Ως αναρχόσημα από την άλλη, λογίζεται επίσης η πολύχρονη και συνεπής παρουσία, εν προκειμένω στον αναρχικό χώρο (ένσημα που τα παίρνεις εύκολα παλιώνοντας, καθώς επίσης εύκολα βλέπεις τον εαυτό σου να γερνάει και τους άλλους να μένουν νέοι), αλλά εδώ η προσωπική διακινδύνευση, η τόλμη και η θυσιαστική πλευρά της δράσης κυριαρχούν. Καλό, δηλαδή, το αφισοκόλλημα αλλά το να είσαι τίμιο κομματόσκυλο δε φτάνει συνήθως, ειδικά εκεί που δεν υπάρχουν, τυπικά τουλάχιστον, κόμματα: για να κολλήσεις αναρχόσημα πρέπει να έχεις κάνει και καραγκαγκάν πράγματα τα οποία συνήθως είναι και ματσίλες, όπως το να είσαι μάχιμος στα μπάχαλα ενάντια σε μπάτσους, γουρούνια, δολοφόνους και σίστες, το να έχεις για πλάκα την ρίψη καλιαμπού, και όσο προχωράμε προς τα "βαρέα και ανθυγιεινά", οι συλλήψεις, οι διώξεις, οι βασανισμοί, οι στοχευμένες εναντίον σου σωματικές επιθέσεις, η συμμετοχή σε απεργία πείνας, ενώ για κάποιους ούμπερ αναρχόσημο και ιερό δισκοπότηρο είναι η όποια σχέση με το "ένοπλο".

Αυτά για τα επαναστατόσημα, κάναμε το καθήκον μας, κολλήσαμε και το σλανγκόσημο.

(Για λόγους πληρότητας, τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι ως αριστερόσημα και αναρχόσημα αναφέρονται στο διαδίκτυο συχνά και τα οπτικά σύμβολα της αριστεράς και της αναρχίας, χωρίς το λογοπαίγνιο με τα ένσημα).


*Ωστόσο, επειδή κάθετί έχει δυο πλευρές, η απαξίωση την οποία εκφράζει το ντισκούρ περί κακών επαναστατόσημων, σε ένα βαθμό παίρνει παραμάζωμα συλλήβδην κάθε σημασία και αξία σχετική με την ατομική πείρα, τη συνεπή παρουσία, την προσωπική έκθεση και ριψοκινδύνευση, την τόλμη, την αλληλοαναγνώριση και αλληλοεκτίμηση του αγωνιζόμενου ανθρώπου που έχει και παρελθόν, και από αυτό εφορμά προκειμένου να υπερβαίνει το παρόν και να προχωρά στο σοσιαλιστικό μας μέλλον (ουάου). Και σε ένα βαθμό θολώνει τα νερά σε σχέση γενικά με την έννοια και το όραμα της επανάστας.

Η αριστερά δεν είναι στρατώνας, με τους παλιούς να μετράνε περισσότερο από τους νέους. Οι πράξεις και η στάση του καθενός αναδεικνύουν τους επικεφαλής και όχι τα επαναστατόσημα. Το 35% δεν ξέρει ούτε το όνομα των συνιστωσών και αυτές θέλουν υποψηφίους με βάση τις εσωτερικές αναλογίες. Ειδικά στην περιφέρεια, πολλοί "παλιοί" είναι να τους κλαις. Αυτοί στις εκλογές, αν μπουν, θα κόψουν ψήφους. πηγή

δεν μας απαγορεύουν τα όποια «επαναστατόσημα» του οποιουδήποτε, να του ασκήσουμε κριτική. Γιατί με την ίδια λογική, ούτε στο Μίκη, αλλά ούτε και στον μακαρίτη τον Κύρκο θα έπρεπε να του κάνει κανείς κριτική (αφού «δεν πήγαμε φυλακές κ εξορίες»). Εγώ πάλι πιστεύω στο «τα στερνά τιμούν τα πρώτα» και στο ότι αποδεικνύεις την επαναστατικότητά σου στο σήμερα και όχι με το «ξερεις ποιος ειμαι εγώ ρε». πηγή

Η ταξική συνείδηση μετριέται μόνο με επαναστατόσημα! Αν και φοβάμαι ότι με το νέο ασφαλιστικό θα καταργηθούν κι' αυτά... πηγή

Σήμερα Παρασκευή στις 7 συνέλευση και μετά προβολή για την Αργεντινή. Έλα πες τις ιδέες σου και κάνε προτάσεις, όλοι χρειαζόμαστε να συμβάλουμε στο αυτονόητο πια. Αντε μπας και μας βγάλουν και σύνταξη κάποτε ως αγωνιστές ενάντια στη χούντα, όταν και αν κάποτε λύξει! Φέρε και το βιβλιάριο να σου κολλήσουμε επαναστατόσημα! :) πηγή

Να μη γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ χάριν των συμμαχιών κολυμβήθρα του Σιλωάμ, αλλά ούτε να αναζητήσει «αριστερόσημα», επισημαίνει ο Βαγγέλης Αποστόλου, τονίζοντας πως το κόμμα του οφείλει να πορευτεί με το λαό προς την αυτοδυναμία. πηγή

Προσωπικά μάλιστα δεν θα ήθελα μια αριστερή κυβέρνηση που θα λειτουργεί εξωθεσμικά ως απάντηση στην εξωθεσμική λειτουργία της υπάρχουσας κατάστασης. Για το λόγο αυτό άλλωστε απογοητεύτηκα πολύ όταν διάβασα την ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ για την επαναλειτουργία της ΕΡΤ που έκανε λόγο σε «αριστερόσημα». πηγή

Ο περιοδευων θίασος,κατα κόσμον Νίκος Μπίστης.Αφου στέγασε τις παραστάσεις του σε διάφορα θέατρα κατα το παρελθόν(ΣΥΡΙΖΑ,ΟΠΕΚ,ΠΑΣΟΚ), εσχάτως φιλοξενείται απο το θεατρο της ΔΗΜΑΡ. Οι ερμηνείες του δε συγκινούσαν ποτε το κοινό, έχοντας ομως κολλήσει (και αυτος) αριστερόσημα κατα το παρελθόν (στο κείμενο του κάνει μια επιτηδευμένη αναφορά) ,ήταν παντα χρήσιμος στο να εκτελεί ειδικές αποστολές. πηγή

Δεν μίλησα για αναρχόσημα(δεν είμαι καν),απλά επειδή πολλά άτομα εδω μέσα μιλάνε λες και ξέρουν τι γίνεται εκει μέσα και ξέρουν τι ανθρωποι απαρτίζουν το κίνημα,τι είναι ικανοί να κάνουν και τι όχι,εσείς είστε απο αυτούς; πηγή

Η κριτική για τις συνελεύσεις-γκρουπ θέραπυ, δεν σημαίνει απαξίωση της συνέλευσης ως μέσο σε καμία περίπτωση. Άλλωστε, χωρίς αυτές, το κάθε σχέδιο, η οποιαδήποτε ενότητα -όπως κι οι διαφορές- μένει σε φαντασιακό επίπεδο και δεν μπορεί να δοκιμαστεί ή να πάρει σάρκα και οστά. Εκεί είναι που δοκιμάζονται οι αντοχές μας σε συμπεριφορές και νοοτροπίες που δεν είναι συμβατές με αυτό που έχουμε στο μυαλό μας ως πλάνο αγώνα, ως προοπτική. Εκεί βέβαια είναι και που δοκιμάζουν τις δυνατότητές τους οι κάθε λογής επίδοξοι .. αναρχηγοί, που περνάν την ώρα τους οι χομπίστες που συλλέγουν εμπειρίες και αναρχόσημα. πηγή

Πόσες αποψάρες, «αναρχόσημα», μικροεγωισμούς της πλάκας, ξεροκέφαλους «αρχηγίσκους» αριστερής προέλευσης πρέπει να καθορίζουν μια δυναμική, που δείχνει να συρρικνώνεται διαρκώς και να μένει καθηλωμένη σε πρακτικές που μάλλον δεν οδηγούν πουθενά; πηγή

Αυτο το εσυ ως τι , τι ειναι ? Πρεπει να δωσω διαπιστευτηρια δηλαδη, και που και αν και ποτε συμμετεχω και τι πιστευω και τετοια ? Μηπως να δειξω και τπτ αναρχοσημα? Αυτο το "και συ ως τι μιλας" ειναι απο τα πιο ηλιθια σχολια που μπορει να κανει καποιος. Συνηθως δειχνει αναγκη να τον καταταξει καπου ωστε να του πει "α και σεις ετσι κ αλλιως". Αρκετοι δεν καταλαβαινουν οτι υπαρχουν καποιοι που δεν θελουν να αυτοπροσδιοριζονται αυστηρα ως [ταμπελα]. πηγή

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φέρων χλίδα, ο χλιδαίος, ο χλιδάμπουρας. Στις μέρες μας, κι ο χλιδάνεργος.

Από τότε που βγήκαν οι λάσπες, η χλιδάτοι παραπέμπουν σε λούσα, πολυτέλεια και τρυφηλότητα. Πέον να σημειωθεί ότι το αγγλικάνικο glitter ετυμολογείται εκ της χλίδας. Ωσεκτουτού, όταν οι χλιδάτοι συνευρίσκονται με τους glitterati μοιραίως διαπράττουν ετυμομιξία.

Εκ της χλιδής και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -άτος (κατά τα γαμάτος, αρχιδάτος, γκλαμουράτος, κ.ταλ.).

- Ειρωνείες και ΚΡΑΞΙΜΟ από την BILD: Ο κουλ αλλά και…χλιδάτος Βαρουφάκης αποδεικνύεται ψεύτης και ετοιμάζεται να…αποχωρήσει για να διασωθει! (εδώ)

- Ο χλιδάτος βίος του Καμμένου στο Four Seasons της Ουάσινγκτον (εκεί)

- Δείτε τη χλιδάτη φυλακή του Νορβηγού εκτελεστή (...) Μέσα στη φυλακή υπάρχει ένα στούντιο ηχογράφησης, διάδρομοι για τρέξιμο καθώς και ένα μικρό, ξεχωριστό κτίριο με δύο δωμάτια, όπου οι κρατούμενοι μπορούν να μένουν με τις οικογένειές τους κάποιες ημέρες! Υπάρχει ακόμη εργαστήριο μαγειρικής, όπου οι κρατούμενοι μπορούν να παρακολουθούν ειδικά σεμινάρια μαγειρικής (παραπέρα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο λαθρέμπορος. Ο όρος αναφέρονταν κυρίως σ' αυτούς που έκαναν λαθρεμπόριο δια θαλάσσης. Ο αντίστοιχος όρος για την ξηρά ήταν κατσιρματζής ή κατιρματζής. Η ακμή των κοντραμπατζήδων είναι από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή, αν και κάποιοι συνέχισαν και αργότερα σε περιορισμένη κλίμακα. Οι κοντραμπατζήδες είχαν δικό τους "κώδικα τιμής" (π.χ. έκαναν αγαθοεργίες, απέδιδαν δικαιοσύνη υποστηρίζοντας τους αδυνάτους) και είχαν γίνει ένα είδος λαϊκών ηρώων.

Ο κοντραμπατζής-κι αυτός λαθρέμπορος- ο μυτιληνιός κι αϊβαλιώτης, είναι η απόλυτη λεβεντιά, όπως την οραματίζεται ο αγνός μας λαός, παρουσιασμένη από έναν άνθρωπο. Λεβεντιά στο κορμί, λεβεντιά στο ψυχή, λεβεντιά στη καρδιά. Είχε βέβαια σκοπό το κέρδος. Μα μαζί μ' αυτό πιο πολύ τον ξεσήκωνε η ιδέα πως μεταφέροντας απ' το λεύτερο ελληνικό κράτος και πουλώντας κρυφά τα καπνά, το μπαρούτι και τα πολεμικά τουφέκια-τίποτα άλλο- έδειχνε τη σωματική του αξιοσύνη αλλά και την παλικαριά να αψηφά τους ζαπτιέδες και τους κολτζήδες. Από εδώ

Ο Ηλίας Βενέζης στην "Αιολική Γη"τους περιγράφει έτσι:

"Ήταν θεοπάλαβα, χαμένα κορμιά. Μέσα τους έκαιγε ένας δαίμονας, το πάθος για το αίμα και για τον κίνδυνο. ...ποτές κανένας κοντραμπατζής δε φύλαγε το χρυσάφι...Το σκορπούσαν σε γλέντια, το ξόδευαν σε γυναίκες, το μοίραζαν σε φτωχές νοικοκυρές."

Συνώνυμο: κοντραμπαντιέρης

Ετυμολογία (από Μιτζνούρ): κοντραμπάντο < ιταλ. contrabbando < ιταλ. contrabando από contra- αντι- και bando απαγόρευση. bando < υστερολατιν. bannum < φράγκικο ban = απαγόρευση, < υστερογερμανικο *bannan δηλώνω, διατάζω, απαγορεύω < πρωτογερμ. bannen αποκλείω, απαγορεύω, πιθ. πρωτογενής σημασία μιλάω δημόσια, < πρωτο-ιαφεθιτικό μορφημα *bha- μιλάω. Κι εξ αυτού, φημί και φήμη, από εδώ.

Χαρακτηριστικό επίσης είναι και το τραγούδι "Κοντραμπατζήδες" του Κώστα Ρούκουνα, αγαπημένο τραγούδι του παππού μου, του καπτα-Μήτσου, που έκανε αυτή τη δουλειά στα νιάτα του.

Κοντραμπατζήδες

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ληστοπειρατές στην ντοπιολαλιά της Κύθνου προπολεμικά. Τη λέξη την έχω ακούσει από τον παππού μου τον καπτα-Μήτσο και από άλλους παλιούς θαλασσινούς. Είναι πιθανό να την χρησιμοποιούσαν και σ'άλλα νησιά.

Το πρώτο μισό του περασμένου αιώνα, εξ αιτίας των συνεχών αλλαγών και ανακατατάξεων (Βαλκανικοί Πόλεμοι, Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Καταστροφή, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, Εμφύλιος), στο χώρο Αιγαίου επικρατούσε καθεστώς "ανομίας". Το πιο συνηθισμένο φαινόμενο ήταν το λαθρεμπόριο ειδών που είχαν υψηλή φορολογία ή εισαγωγικούς δασμούς (προϊόντα καπνού, σπίρτα, οινοπνευματώδη, αλλά και απλά αγροτικά προϊόντα, όπου υπήρχε έλλειψη, όπως το αλεύρι στη Λήμνο κατά τη διάρκεια των συμμαχικών επιχειρήσεων στα Δαρδανέλια). Το λαθρεμπόριο αυτό το έκαναν οι περίφημοι κοντραμπατζήδες.

Παράλληλα αναπτύχθηκε και ένα άλλο είδος παράνομης συμπεριφοράς, πιο βίαιο και ληστρικό και δίχως "κώδικες τιμής": η ληστοπειρατεία. Οι ληστοπειρατές αυτοί (ληστοπεράτες κατά την ντοπιολαλιά) προέρχονταν από τα πιό φτωχά και εξαθλιωμένα στρώματα και των δυό πλευρών του Αιγαίου (χριστιανικά και μουσουλμανικά). Δεν δίσταζαν να σκοτώσουν, χωρίς να κάνουν διάκριση σε θρησκεία ή εθνικότητα, για ευτελή λεία πολλές φορές. Οι κοντραμπατζήδες τους αντιμετώπιζαν με περιφρόνηση και συχνά συγκρούονταν μαζί τους.

Μακριά από δαύτους! Ολάκερο το σόι ληστοπεράτες. Έχουνε σφάξει κόσμο και ντουνιά. Τζατζάδες!

Τζατζάδες: Ληστές. Ο χαρακτηρισμός αυτός προέρχεται από το διαβόητο λήσταρχο Μήτρο Τζατζά, που έδρασε στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στην Μακεδονία την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ήταν ιδιαίτερα γνωστός για την απαγωγή του γερουσιαστή Σωτηρίου Χατζηγάκη το 1929 στη Θεσσαλία. Η φήμη του είχε φτάσει ακόμα και στα απομονωμένα νησιά της άγονης γραμμής και τ' όνομά του είχε γίνει συνώνυμο του "κακούργος".

Δεν πρέπει να συγχέεται με τους Γιαγάδες ή Γιαγάδες όπως έγιναν γνωστοί την ίδια εποχή περίπου.

" Πρωταγωνιστές στη σαμιακή επανάσταση του 1912 εναντίον των Τούρκων που οδήγησε στην απελευθέρωση του νησιού και στην ένωσή του με την Ελλάδα, τ' αδέλφια Γιαγά από τον Μαραθόκαμπο ήρθαν αργότερα σε σύγκρουση με τον πρωθυπουργό Θεμιστοκλή Σοφούλη και την τοπική διοίκηση, σύγκρουση που οδήγησε σε φυλακίσεις, εκτελέσεις συγγενών τους, ώς και αυτονομιστικά κινήματα!

Παρ' όλο που οι αδελφοί Γιαγά επικηρύχθηκαν και καταδιώχθηκαν ως ληστές, ούτε ληστείες διέπραξαν ούτε απαγωγές για λύτρα, όπως συνηθιζόταν από τον τότε ληστρικό κόσμο. Ενεργούσαν «ως ηγέτες που συμμετέχουν στο παιχνίδι της εξουσίας», σημειώνει ο Ντίνος Κόγιας, έχοντας εξασφαλίσει «μια μορφή κοινωνικής νομιμοποίησης». Η ένοπλη δράση τους, που συντάραξε τη Σάμο μεταξύ 1914 και 1927 απασχολώντας επανειλημμένα τις αρχές και τον τύπο, παρέπεμπε σε μια μορφή «παραδοσιακής ανταρσίας απέναντι στην καταπίεση και τις παρεκτροπές της κεντρικής εξουσίας." Από εδώ.

Ο Κώστας Ρούκουνας (σαμιώτης γαρ) είχε γράψει τραγούδι και γι' αυτούς!

Οι Γιαγιάδες

Αλλά όπως φαίνεται το κίνημα είχε απήχηση και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Εδώ ακούμε ένα "κλέφτικο" από την Τασία Βέρρα, που περιγράφει το θάνατο ενός από τους Γιαγιάδες από προδοσία του κουμπάρου του. Κι αυτό το τραγούδι είναι του Κώστα Ρούκουνα (στίχοι και μουσική).

Στης Σάμος τα ψηλά βουνά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βγάζω (το ψυχολογικόν)

Το ρήμα βγάζω + αντικείμενο (λ.χ. βγάζω θυμό) τείνει να γίνει σλανγκικό ρήμα αναφοράς στην περιγραφή ψυχολογικών νοημάτων. Σήμερα, κατά κόρον βγάζουμε όλο και πιο ψυχολογικά πράματα, όπως:

βγάζω παράπονο, βγάζω πόνο, βγάζω θυμό, βγάζω αυτοπεποίθηση, ακόμα ακόμα: βγάζω ψυχολογία (σε ποδοσφαιρικά συμφραζόμενα σημαίνει επίσης αυτοπεποίθηση), βγάζω ανασφάλεια/ες, βγάζω άγχος, βγάζω (κατά)θλιψη, βγάζω ψυχαναγκασμό, βγάζω εμμονή/ές, βγάζω φοβία/ίες, βγάζω στέρηση και σε πολύ προχωρημένη γιαλομοποίηση, βγάζω ενοχή/ές, βγάζω άμυνα/ες (ο ενικός είναι πιο ψυχανάλα φάση).

Η συγκεκριμένη μορφή με το βγάζω + δεν περιορίζεται στα ψυχολογικά νοήματα, αλλά χρησιμοποιείται γενικά για να περιγράψει ανθρώπινες ποιότητες - ηθικές, αισθητικές κ.λπ. Πιθανόν, άλλωστε, τέτοιες χρήσεις να προηγήθηκαν και να έγιναν η "μήτρα" για τις πιο ψυχολογίστικες. Π.χ. τα βγάζω κακία, βγάζω ζήλεια (περισσότερο με την ηθική έννοια) ή τα βγάζω (μια) αρχοντιά, βγάζω (μια) γυφτιά/βλαχιά/κακομοιριά μοι φαίνονται κάπως πιο παλιά, όπως και ένα σωρό άλλα, ηθικοψυχολογικοαισθητικά: βγάζω εγωισμό, βγάζω σνομπισμό, βγάζω ερωτισμό κ.λπ.

Τώρα πια, όμως, είναι σαφές ότι το μεγαλύτερο μερίδιο στην αυξημένη πίτα χρήσης του βγάζω (με τις πάμπολλες περιφράσεις του βγάζω +, που αν ήμασταν δεξιούρες θα λέγαμε ότι είναι κατάχρηση, ισοπέδωση της γλώσσας κ.λπ.) το έχουν οι ψυχολογικές περιγραφές, οι οποίες ακριβώς συνετέλεσαν στη μεγέθυνσή της.

Όπως ίσως έχετε ήδη παρατηρήσει ή σκεφτεί, υπάρχουν...

2 + 1 βασικές σημασίες του ψυχολογικού βγάζω.

(1) Νιώθω κάτι ή εμφορούμαι από κάτι. Από τις δόκιμες έννοιες που καταγράφει ο Τριαντάφυλλος, το βγάζω εδώ είναι πιο κοντά στην έννοια του εμφανίζω, με την βιολογική έννοια. Στις ψυχολογικές χρήσεις, θα λέγαμε ότι εννοείται: βγάζω προς τα πάνω, στην (ψυχική) επιφάνεια.

H Τασία βγάζει (μια) απελπισία όταν μιλάει για τη δουλειά της! Τη βλέπω να τα παρατάει.

(2) Εκδηλώνω ή αποπνέω κάτι (ηθελημένα ή αθέλητα, συνειδητά ή ασυνείδητα). Αυτό που νιώθω βρωμάει από μακριά, "αναδούδει". Το βγάζω, σημαίνει βγάζω προς τα έξω, στις διαπροσωπικές σχέσεις ώστε οι άλλοι το καταλαβαίνουν.

Βγάζει τόσο θυμό στην αδερφή του, που σε λίγο θα παίζουν ξύλο, αν δεν το κάνουν ήδη!

Αλλά υπάρχει και μια 3η σημασία (που θα χρειαστεί και λίγο περισσότερη γραμματική ανάλυση, βλ. πιο κάτω):

(3) Προκαλώ στον άλλο ψυχολογικά κάτι, και συνήθως αυτό που και ο ίδιος νιώθω. Από τις δόκιμες τριανταφύλλιες χρήσεις, το βγάζω εδώ σημαίνει περισσότερο παράγω, δημιουργώ.

Έβγαλε πολλή ενοχή που δεν πρόσεξαν το παιδί, και τώρα λέει κι αυτός τα ίδια.

Περαιτέρω Σημασιολογική Ανάλυση

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σημασία του βγάζω + κάτι ψυχολογικό κυμαίνεται κάθε φορά ανάμεσα στις 3 παραπάνω περιπτώσεις, και να τελειώνουμε. Αλλά δεν. Θα το κουράσουμε περισσότερο. Ουσιαστικά, η γενικευμένη χρήση του βγάζω αφορά σε μια εξίσωση του (1) βγάζω στην επιφάνεια με το (2) εκδηλώνω/αποπνέω/βγάζω στις σχέσεις. Τέτοια πράματα εξισώνονται εύκολα σε μια κοινωνία που το αυτο- και ετεροψυχοψάξιμο θεωρείται δεδομένο, σχεδόν καταναγκαστικό στοιχείο, κοινωνία στην οποία, δηλαδή, οι σχέσεις έχουν ψυχολογιοποιηθεί. Αυτοματισμός-εξίσωση, δηλαδή: Τό νιωσες; -> Τό βγάλες -> το βγάλες στον άλλο -> το βγαλες και από τον άλλο... και λοιπές παραλλαγές.

Το τσιμέντωμα έρχεται με την παραπέρα εξίσωση των (1)-(2), με το (3), δηλαδή με το προκαλώ στον άλλο το συναίσθημά μου. Γιατί, όμως; Νιώθω και βγάζω προς τα έξω δε σημαίνει απαραίτητα και προκαλώ στον άλλο, πέρα από την απαραίτητη για την αλληλοκατανόηση στοιχειώδη ενσυναίσθηση - συμπάθεια, ε; Χμμμ, αυτά λαστ γίαρ. Σήμερα υπάρχει κάτι σαν, ας μοι επιτραπεί, το συναισθηματικό αποτύπωμα - emo(tional) - footprint θα το έλεγα αν ήμουν αγγλοσάξων πουλ μουρ - αλλά δεν είμαι. Γιατί ο σύγχρονος άθρωπας οφείλει να είναι υπεύθυνος, τρόπον τινά, και για το συναίσθημα που συμβάλλει στην κοινωνία, και αν αυτό είναι αρνητικό, είναι και υπόλογος για την επιβάρυνση - των άλλων όλων. Είναι πρωθύστερα όλ' αυτά, ασφάλουσλυ, και προκύπτουν ως εξής: ο άνθρωπος (τείνει προς το να) θεωρείται αποκλειστικά υπεύθυνος για τον εαυτό του, γενικά, φουλστοπ. Τι άλλο μπορούμε να του καταλογίσουμε; Μα και το αρνητικό του συναίσθημα, φυσικά... Άρα, στη βάση του να αναζητούμε τι (μας) βγάζει ο άλλος συναισθηματικά, όλοι βιώνουμε ένα ενσυναισθητικό... αλληλοχώσιμο, έναν τούρμποεκφυλισμό ακριβώς της ενσυναίσθησης ως εκδημοκρατισμού της ψυχολογίας/ψυχολογιοποίησης.

Περαιτέρω γαμοσλανγκοτέτοια (σλανγκογραμματική) Ανάλυση

Οι σημασίες που - σχηματικά πάντα - σημειώσαμε πιο πάνω γίνονται πιο περίπλοκες όταν, όπως πολύ συχνά γίνεται, το βγάζω + κάτι ψυχολογικό συντάσσεται με μια γενική, που είναι μυστήριο τρένο, γιατί εκεί κρύβεται και η ψυχολογιοποίηση του όλου πράματος. Με την ίδια φράση, μπορούμε να λέμε και να εννοούμε διαφορετικά πράματα:

(α) ο Γιάννης μου βγάζει θυμό = ο Γιάννης με θυμώνει με αυτά που κάνει, ο Γιάννης με κάποιο τρόπο κάνει να βγάζω θυμό από μέσα μου.
(β) ο Γιάννης μου βγάζει θυμό = εγώ προκαλώ στο Γιάννη θυμό με αυτά που του κάνω, εγώ με κάποιο τρόπο κάνω τον Γιάννη να βγάλει θυμό από μέσα του.
(γ) ο Γιάννης μου βγάζει θυμό = ο Γιάννης μου δίνει την εντύπωση ότι είναι θυμωμένος, ότι έχει μέσα του θυμό, ακόμα κι αν δεν το δείχνει καθόλου ή αν το δείχνει αναιμικά.

Τελικά, έχω την εντύπωση ότι οι παραπάνω σημασίες τείνουν να κυμαίνονται/συμφυρόνται σε ένα ψυχολογίστικο αμάλγαμα όπως το παρακάτω:

(δ) ο Γιάννης μου βγάζει θυμό = ο Γιάννης μου δίνει την εντύπωση ότι είναι θυμωμένος (γ) μαζί μου (β), επειδή με θυμώνει (α) - άρα/επειδή ο ασυνείδητος στόχος του είναι να μου δείξει το θυμό του, ενδεχομένως προκαλώντας θυμό σε μένα παθητικοεπιθετικώ τω τρόπω.

[Και μπορεί ο θυμός να είναι ένα ιδιαίτερο παράδειγμα, αλλά παρόμοιας πολυπλοκοτητας - συχνά ασυνείδητα - ψυχοσημασιολογικά δυναμικά (τ' είπες τώρα!) υπάρχουν και στις άλλες χρήσεις του γενική + βγάζω + κάτι ψυχολογικό.]

Η γενική αυτή συντακτικά είναι έμμεσο αντικείμενο, αλλά με διαφορετικούς τρόπους: στην περίπτωση (α) η γενική δηλώνει τρόπον τινά τον αποδέκτη του συναισθήματος. Στην περίπτωση (β), η γενική δε δηλώνει τον αποδέκτη αλλά εκείνον από τον οποίο το συναίσθημα κατά κάποιο τρόπο αποσπάται. Και η περίπτωση (γ) αυτόν στον οποίο δίνεται η εντύπωση περί του συναισθήματος-άμεσου αντικειμένου.

Είμαστε εδώ, σε αυτό το γκλαμουροκατασκότεινο γραμματικό βασίλειο της μυστικοποίησης των σχέσεων. Τι να πούμε, λοιπόν, για την περίπτωση (δ) της διαπλοκής των σημασιών, η οποία έστω ως σπάνιο νόημα ή ως υποθετική κατασκευή θεωρώ ότι υπερκαθορίζει / διαποτίζει και τις άλλες σημασίες; Γιατί εκείνος που αποκομίζει την εντύπωση περί του συναισθήματος είναι και εκείνος που τρόπον τινά το υποκινεί (αφού το συναίσθημα είναι σχεσιακό πράμα) και το δέχεται. Νομίζω ότι μέσα στην casual πολυσημία της καθομιλουμένης, η γενική από έμμεσο αντικείμενο σταδιακά κινείται σημασιολογικά προς μια από αυτές τις "προαιρετικές" γενικές που δηλώνουν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο (σύμφωνα με την Γραμματική Φιλιππάκη-Warburton έτσι σημαίνεται ένα φιλικό ενδιαφέρον, π.χ. τι μου κάνεις κ.λπ.). Θα λέγαμε παραπέρα ότι σχετίζεται σημασιολογικά με αυτό που θα ονομάζαμε γενική του πατροναρίσματος (βλ. κάτι σχετικό στο μη μπερδεύεσαι), η οποία ας πούμε ότι δηλώνει ειρωνικό, διαχειριστικό, ελεγκτικό, ή άσπονδα φιλικό (!) ενδιαφέρον.

Ωστόσο, στην περίπτωσή μας εδώ (μου βγάζει + κάτι (κυρίως) αρνητικό ψυχολογικό) η γενική δεν έχει να κάνει τόσο με άμεσο πατρονάρισμα, αλλά περισσότερο με έμμεσο, υπόρρητο κανονιστικό ψόγο για κάποιον/α που η ψυχολογία του/της μας χαλάει τη "συλλογική" συναισθηματική σούπα. Όταν λες ότι κάτι/κάποιος μου βγάζει ανασφάλεια, θυμό, ενοχή κλπ δε λες ότι απλά σου φαίνεται έτσι, αλλά διατυπώνεις υπόρρητα και μια κρίση ότι αυτό (σου) είναι πρόβλημα. Με άμεσο πατρονάρισμα αυτή η γενική μπορεί να έχει σχέση όπως απαντά στη jargon των ψι επαγγελματιών (βλ. παρακάτω).

Τι σας βγάζει όλο αυτό που γράφω; Εμένα μου κάνει σε θυμό.

Περαιτέρω ψιλο-σκόρπια ανάλυση...

Επαγγελματική jargon
Ξεκινώντας από το προαναφερθέν, πολύ συχνά όταν αλληλοbriefαρονται επαγγελματίες από ψι επαγγέλματα και συναφή, μπορεί να λένε πράγματα όπως:

i. Του έκανα νωρίς την ερμηνεία και μου έβγαλε άμυνες.
ii. Ο πατέρας [ενν.:του περιστατικού] μου βγάζει παράπονο όταν μιλάμε για τη δική του μητέρα.
iii. Σε κάτι τέτοια θα σου βγάλει εκλογίκευση.

Και άλλα τέτοια. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς πού ξεκινά και που τελειώνει η μετοχή του πρόσωπου που δηλώνεται με αντωνυμία σε γενική στην ενέργεια που δηλώνεται με το ρήμα. Εδώ είναι πιο ξεκάθαρο το - τεχνικά, βεβαίως (;), νοούμενο - πατρονάρισμα τ. μεταβίβαση - αντιμεταβίβαση κ.τ.ο. Ποιος, όμως, μπορεί να πει και πού αρχίζει και πού τελειώνει η ψυχολογία και η ψυχολογιοποίηση;

Άλλες μορφές

I. μου βγαίνει/δε μου βγαίνει: εδώ δεν έχουμε το βγάζω αλλά το αμετάβατο βγαίνω, υποκείμενο του οποίου ήταν κάποτε συνήθως κάποιος "λόγος-λόγια" που εδυνάμεθα ή όχι να ξεστομίσουμε, αλλά τώρα είμαστε ένα κλικ πριν από αυτό, μας βγαίνει ή δε μας βγαίνει το συναίσθημα που σε δεύτερο χρόνο θα μας επιτρέψει να πούμε ή να κάνουμε κάτι. Είναι η πιο συναισθηματική εκδοχή του μού' ρχεται/δε μού' ρχεται.

i. Θέλω να του πω ότι τον αγαπώ αλλά δε μου βγαίνει.
ii. Μου βγαίνει να του πω ότι είναι καριολόπουστας

II. Μου βγαίνει σε...: και πάλι μία χρήση του βγαίνω, με σλανγκικό ενδιαφέρον, και πιο όψιμη, είναι όταν ένα εσωτερικό, μύχιο συναίσθημα, εκδηλώνεται ως κάτι άλλο.

Δε θέλω να μου βγαίνει σε ανασφάλεια το σαλτάρισμα. Και δεν ειναι δικαιολογία το ότι κόλλησα. πηγή

III. Βγάζω συναίσθημα... Ιδιαίτερη φράση είναι όταν κάποιος βγάζει συναίσθημα σε κάτι που κάνει, π.χ. όταν τραγουδάει, όταν μιλάει δημοσίως, ή και σε μια κοινωνική σχέση ή και απλή αλληλεπίδραση. Αυτό που προφανώς εννοείται είναι ότι το συναίσθημα - asset ή liability - μπορεί και να μην υπάρχει, έχει, δηλαδή, νοηθεί ως κάτι εντελώς διακριτό που μπορεί κάλλιστα και να λείπει εντελώς τελείως από αυτά που βιώνουμε ή κάνουμε.

Όταν η Ροκ σου βγάζει συναίσθημα τότε ακούς της Χρύσα και τα "Μουσικά Ταξίδια στον χρόνο". πηγή.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δηλώνει της ταλαιπωρίας τη φάση, καθώς και τον ταλαίπωρο (5ο παράδειγμα).

ταλαίπα

  1. Λονδίνο: υποψήφια Πρωτεύουσα Ταλαίπας 2014

  2. Το πρώτο smartphone της μάνας μου...αυτή η ταλαίπα!

  3. Για κυριακή πολύ κούραση, πολύ ταλαιπα. Αλλά χαρούμενος είμαι αφού

  4. Μην τρώτε ταλαιπες, φάτε μια φέτα καρπούζι

  5. ηθελες να παίξεις και στην ΑΕΚ ρε ταλαίπα (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο κλαρινογαμπρός, αλλά μάλλον σε πιο ελαφρά, φλώρικη εκδοχή και με τόνο περισσότερο ειρωνικό. Υποθέτω επειδή το κλαρινέτο είναι η παραλλαγή του κλαρίνου στην ορχήστρα κλασικής μουσικής.

  1. Δεν τον βλέπεις, μαλλί, ντύσιμο, υφάκι; Πρόκειται για κλασικό κλαρινέτο.

  2. Από "φιλικό" σχόλιο για διαδυκτιακή φωτογραφία του "διάσημου" ποδοσφαιριστή Νίκου Παντίδου):
    "H φωτό όπου ο παλίκαρος-κλαρινέτος της καρδιάς μας ρομαντζάρει ανέμελα στην πισίνα με τον έναν όρχι συμπιεσμένο από το "τράβα-το-τερμα-πάνω-να-φανεί-τετρακέφαλος" μαγιό και φόντο την κιλότα της θείας Μαρίκας στην απέναντι μπουγάδα, πρέπει να κορνιζαριστεί σε όλα τα σχολεία δίπλα από τα εικονίσματα".

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η αφρόκρεμα από κάφρους, η ελίτ της αλήτ.

  1. Ήταν η μέρα που τα υπερήφανα κι αγέρωχα τανκς εισέβαλαν στη Ρούμελη και σήκωσαν την ελληνική σημαία ξεριζώνοντας εκείνη του Λιούις Άρμστρογκ (Τσατατάγκας στο επίθετο) και χαρίζοντας στο γαλατικό χωριό την πολυπόθητη ελευθερία (Αρβανιτάκη στο επίθετο) οδηγώντας σε μαζικές γκιλοτίνες και δημόσιο κατούρημα την καφρόκρεμα της τότε πολιτικής ηγεσίας. (Φρικηπαιδεία).
  2. Φέτος τα πρώτα τραπέζια του Ρέμου μάλλον θα τα κλείσουν ντόπιοι επιχειρηματίες και η πολιτική καφρόκρεμα. (Εδώ).
  3. Η καφρόκρεμα των bookcrossers ήταν εκεί. (Εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αναζητώ διέξοδο ντεκομπλεξέ, έχω κομπλεξίματα, γιατί.

Κατά το ντεκαφεϊνέ, ντεκαβλέ

  1. Τόσα χρόνια δεν είχαμε δει το πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο της Δεξιάς στους δρόμους. Τώρα με την "Πρώτη φορά αριστερά" κυβέρνηση, ήρθε μάλλον η ώρα να ζήσουμε την αντιπολιτευτική τάχα μου ντεκομπλεξέ δεξιά, που τη μία μέρα ανεβάζει σέλφις από την "Πρώτη φορά συγκέντρωση στο Σύνταγμα" και την επόμενη σέλφι με φαγητάρες, ποτάρες και μνημόσυνα caprice, με τις απαραίτητες λεζάντες τρόμου για "δελτία τροφίμων". ΑΥΘΟΡΜΗΤΑ-ΑΚΟΜΜΑΤΙΣΤΑ-ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ (εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία