Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Σημαίνει ότι ήμαστε πολύ χάλια, τόσο ώστε να μας κλαίνε ακόμη και οι ρέγγες. Τώρα, γιατί οι ρέγγες και όχι κάποιο άλλο ψάρι, ή άλλο ζώο, ή πρόσωπο, είναι απορίας άξιον. Εικάζω ότι η επιλογή της ρέγγας οφείλεται στην εμφάνιση της αποξηραμένης (καπνιστής, λιαστής κ.λπ.) ρέγγας που λέγεται και τσίρος. Ο όρος τσίρος χρησιμοποιείται για τον πολύ αδύνατο άνθρωπο, τον λιπόσαρκο, αυτόν που είναι για λύπηση· επομένως όταν μας κλαίνε οι ρέγγες σημαίνει ότι έχουμε μεγάλο χάλι, πιάσαμε πάτο.

  1. Ρε, κλωτσοσκούφι βλέπουμε! Σέρνονται όλοι, είναι να τους κλαίν' οι ρέγγες.

  2. Έφυγε η Μερόπη με τον Αντώνη και τον παράτησαν μπουκάλα. Είναι να τον κλαίν' οι ρέγγες.

  3. Αν μας φέρουν προϊσταμένη την Ανθούλα είμαστε να μας κλαίν' οι ρέγγες.

Ρέγκες καπνιστές (από panos1962, 08/11/09)(από panos1962, 08/11/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έκφραση που σκοπό έχει να αντικρούσει ή να ξορκίσει οποιονδήποτε άνθρωπο ή κατάσταση στρέφεται επιθετικά και με θρασύτητα εναντίον μας. «Γορίλας» μπορεί να σημαίνει είτε λαμόγιο, είτε γυναίκα-Πατσάνγκας που κάνει κίνηση προς το μέρος μας (αντίστοιχα, σε άντρα, ένας παιδοβούβαλος με διάθεση για καμάκι), είτε μεθόδευση-μπινιά που υπονομεύει τα κεκτημένα μας δικαιώματα, οτιδήποτε τελοσπάντων θεωρούμε ότι πρέπει κανονικά και με τον νόμο να τηρείται ελεγχόμενο για την ασφάλειά μας πίσω από τα σίδερα ενός κλουβιού, κυριολεκτικά (ως φυλακή) ή μεταφορικά (ως καταδίκη στην αγαμία ίσως;).

Προέρχεται από μια ατραξιόν του ποιοτικού μετα-μεταπολιτευτικού ελληνικού πανηγυριού, τον θρυλικό γορίλα. Ο γορίλας ήταν μια μούφα sci-fi παράσταση στην οποία παρουσιαζόταν ένας άνθρωπος κλεισμένος σε κλουβί, βυσματωμένος με καλώδια που και καλά τον μεταμόρφωναν σε άγριο γορίλα. Η όλη υπερπαραγωγή έκανε χρήση της τελευταίας λέξης της lo-fi τεχνολογίας 8mm προτζεκτόρων για να προβάλουν την εικόνα της μεταμόρφωσης του πρωταγωνιστή σε ωρυόμενο γορίλα. Το σχετικό ποιηματάκι που φώναζε από τα μικρόφωνα το αφεντικό-μουεζίνης καλούσε τον κόσμο τραγουδιστά: «Γορίλα, γορίλα, γορίλα! Πίσω γορίλα! Άτιμο παιδί! Θα μου κλείσεις το τσαντίρι!»

Για τις ηλικίες κάτω από οκτώ, το θέαμα ήταν αρκετά τρομακτικό, για τις υπόλοιπες ήταν τρομακτικά ηλίθιο.

[σ.ς. Ακολουθώ την απλουστευμένη γραφή της λέξης με ένα λ]

Βλ. και για μαλάκες ψάχνεις;

  1. - Αντιλαμβάνομαι ότι κλείσατε πρώτη θέση, αλλά αν δείτε στα ψιλά γράμματα...
    - Αμάν! Για πε...
    - Αγοράσατε την οψιόν πρώτης θέσης, σε περίπτωση που υπήρχαν ακυρώσεις και...
    - Πίσω γορίλα! Καλά ναυτιλιακή έχετε ή κωλοχανείο εδώ πέρα; Τζάμπα τόσα ευρώ δηλαδή;
    - Λυπάμαι κύριε...
    - Στ' αρχίδια μου κύριε!

  2. - Όχι ρε πούστη, κι εδώ με βρήκε ο μπόγος;
    - Για χάρη σου κανόνισε και ήρθε στο πάρτυ, την εορτάζουσα ούτε που την ξέρει. Σήμερα θα σου την πέσει, στάνταρ.
    - Πίσω γορίλα! Μόνο πρόσεξέ με να μην πιω τεκίλες απόψε...

  3. - Η υπερβολική βοήθεια προς τον πολίτη δημιουργεί τεμπελιά και απάθεια...
    - Πίσω γορίλα, θα μας πεις ότι φταίει κι ο πολίτης για το χάλι του ΕΣΥ και του ΙΚΑ τώρα!
    Από εδώ (διασκευή).

έλα στον γορίλα! (από MXΣ, 18/12/09)Οι φεμινίστριες καλλιτέχνιδες Guerilla Girls (από Khan, 15/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέγεται ειρωνικά όταν θέλουμε να πούμε οτι μία γκόμενα είναι το απόλυτο ξέκωλο, μία που τρέφεται μόνο με σάντουιτς.

Οι κατίνες της γειτονιάς το χρησιμοποιούν για να δώσουν έμφαση ότι η κοπέλα είναι μοσχοαναθρεμμένη.

  1. (Μεταξύ κολλητών) - Τί λέει το καινούργιο μωρό; Σου παίρνει καμία πίπα; - Η γκόμενα έχει πεοφιλίαση μεγάλε. Τα πίνει κανονικά, της αρέσουν τα μπινελίκια, της αρέσει το κωλοδάχτυλο, τι να σου λέω... - Με γαλλικά και πιάνο μεγαλωμένη ετσι;

  2. (Στη γειτονιά)
    - Α χρυσή μου, εγώ τη Λίλιαν την έχω μεγαλωμένη με γαλλικά και πιάνο.
    - Καλέ φαίνεται! Είναι πολύ καθωσπρέπει η κόρη σου Ευτέρπη.
    - Τυχερός αυτός που θα την πάρει Ευανθία μου.

Διάπλαση των παίδων: αργκό και τουμπερλέκι, γαλλικά και πιάνο, ισπανικά και κλαρίνο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το όλο θέμα ξεκινά σε παλαιότερες εποχές, με την κατάργηση της δοτικής, οπότε και γεννιέται η ανάγκη να βρεθεί νέα λύση εκεί που μέχρι πρότινος χρησιμοποιούταν η συγκεκριμένη πτώση. Έτσι, καθημερινές φράσεις, όπως π.χ. το «λέγεις μοι», παύουν να υφίστανται και η γλώσσα αναζητά έναν νέο τρόπο έκφρασης.

Στην Βόρειο Ελλάδα προτιμήθηκε η αιτιατική ενώ στην Νότιο Ελλάδα η γενική για να δώσουν (σε νεώτερα ελληνικά) «με λες» και «μου λες», αντίστοιχα. Και οι δύο αυτοί τύποι είναι σωστοί καθώς χρησιμοποιούνται κανονικότητα μέσα στους αιώνες από τους Έλληνες. Κατά μίαν άποψη η αιτιατική είναι πιο κοντά στην δοτική οπότε, όσο παράξενο και να ακούγεται, ο βορειοελλαδίτικος τύπος (με λες) θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι πιο δικαιολογημένος.

Ο βασικότερος λόγος που σήμερα η σύνταξη με γενική θεωρείται ορθότερη (μου λες), είναι μάλλον επειδή η Νότιος Ελλάδα απελευθερώθηκε πρώτη και η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στο νέο κράτος ήταν αυτή που μιλούσαν σε εκείνα τα μέρη. Σήμερα, ειδικά μέσω των μέσων μαζική ενημέρωσης, έχει καθιερωθεί γενικότερα ο τύπος με την γενική. Το βέβαιο είναι πως έχει περάσει στο υποσυνείδητό μας ως ο ορθός τρόπος, αν και αυτό όπως είδαμε δεν στέκει πραγματικά.

Παρεμπιπτόντως, δυο από τους λογοτέχνες που έχουν γράψει με τον συγκεκριμένο τρόπο είναι ο Κώστας Π. Καβάφης και ο Αθανάσιος Χριστόπουλος. Ας μην ξεχνάμε το εξής σημαντικό: οι νοτιοελλαδίτες, που εκφράζουν τη δοτική μέσω γενικής λέγοντας «θα σου πω κάτι», «θα της δώσω κάτι», στον πληθυντικό διαπράττουν ακριβώς το «σφάλμα» που καταλογίζουν στα εκ Βορρά αδέλφια τους, και λένε: «θα σας πω κάτι», «θα τους δώσω κάτι». Χρησιμοποιούν δηλαδή αιτιατική! Επομένως, καθαρά από απόψεως ομοιογένειας, τα βόρεια ιδιώματα είναι πιο συνεπή διότι χρησιμοποιούν αιτιατική και στον ενικό και στον πληθυντικό.

- Και με λέει ότι δεν σε έδωσε το κινητό της.
- Τι να με πει και αυτή ρε, πλάκα σπας;

Δες ακόμη: σελεμελές / σελεμελού, θεσσαλονικιώτικα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από την εκπληκτική τριλογία Amici Miei (Εντιμότατοι Φίλοι μου), προέρχεται η αυτονομημένη ατάκα «γουρδώνω το περπούτσι παράμοιρα», που αποτελεί ελέυθερη μετάφραση εκ του ιταλικού πρωτοτύπου από έναν προφανώς πεφωτισμένο επαγγελματία μεταφραστή. Η έκφραση χρησιμοποιήθηκε για να θολώσει τα νερά και να παρέχει μία αληθοφανή δικαιολογία για κάτι που περισσότερες λεπτομέρειες δε χρειάζεται/δεν πρέπει να δοθούν. Έτσι χρησιμοποιείται και στην αυτονομημένη της εκδοχή.

  1. - Λουκά μου, μπορείς να με πετάξεις μέχρι τη μαμά μου και μετά λίγο μέχρι το ΙΚΕΑ και αν έχουμε καιρό για πέντε λεπτάκια στο κομμωτήριο;
    - Θα ήθελα πάρα πολύ αλλά πρέπει να γουρδώσω το περπούτσι...
    - Ποιο; Τι λες Λουκά;
    - Ναι, παράμοιρα. Ασ' τα να παν. Έπρεπε να είχα ήδη φύγει.

  2. - Και πώς εξηγείς τότε το λεκέ στο πουκάμισο Αρχέλαε; Ε;
    - Έπρεπε να γουρδώσω το περπούτσι παράμοιρα και βιαζόμουν και όπως το έβαζα ακούμπησε στο ρουζ που ήταν ανοιχτό πάνω στον πάγκο, Πίτσα μου.

(από jesus, 13/10/10)

Βλ. και καλιμπιστίρι!.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Φράση που λέμε για να τονίσουμε πόσο μυστήριος είναι κάποιος άνθρωπος. Πιο συγκεκριμένα αφορά ανθρώπους που δεν εκφράζονται και δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε το χαρακτήρα ή τις σκέψεις τους.

- Ρε ο Μηνάς πολύ καλό παιδί ρε συ και πολύ χιούμορ...
- Ναι ρε καλό παιδάκι δεν λέω, αλλά μυστήριο τρένο, αδελφάκι μου...

(από nick, 16/09/08)(από xalikoutis, 20/09/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι πολλές οι λέξεις και οι εκφράσεις που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι έλληνες σε συνομιλίες, όταν θεωρούν τα λεγόμενα των συζητητών γελοία, εσφαλμένα, βαρετά, ανεπίκαιρα, ή ακόμη εριστικά και προσβλητικά, και τελοσπάντων, άξια γείωσης εδώ και τώρα. Αυτή η γείωση μπορεί να γίνει με δύο βασικούς τρόπους: (α) αντρίκεια και στα ίσια, σε φάση «σόρι κιόλας, αλλα δέν έχω όρεξη ν' ακούω τις παπαριές σου και θα το εκτιμούσα αν το βούλωνες», ή (β) μάγκικα και έμμεσα (σ.ς. τώρα καταλαβαίνω γιατί θα μπορούσε, όπως έχει ειπωθεί, ο Πετρόπουλος να αποκάλεσε την αργκό «γλώσσα των φλώρων»). Εδώ θα πιάσουμε τη δεύτερη κατηγορία, μιά και η πρώτη δέν χρειάζεται ανάλυση, είναι αυτό που είναι.

Τις μάγκικες αυτές ατάκες, που μπορούμε να τις πούμε ακυρωτικές, απαξιωτικές, αποστομωτικές, αφοπλιστικές, καπελωτικές, ξενερωτικές και αλλιώς ίσως, εδωπέρα θα τις λέω για συντομία γειώσεις.

Οι γειώσεις μπορούν να είναι απλές δηλώσεις, εμβόλιμες στη συζήτηση με μορφή σχολίου, ή συνηθέστερα ευθείες απαντήσεις σε ερώτημα που έχει τεθεί –πράγμα φυσιολογικό, μια και σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως βαριέται κανείς να γειώνει τον κάθε πρήχτη, εκτός κι' αν ο άλλος του απευθύνει σαφώς το λόγο. Απώτερος στόχος κάθε γείωσης είναι η άμεση λήξη της συζήτησης ή απλά η γελοιοποίηση του συζητητή, ενώ πολλές φορές μπορεί να λέγεται και πειραχτικά, για αστείο.

Στοιχειώδης γραμματική ανάλυση

Μία γείωση αναιρεί τα συμφραζόμενα αυτού που έχει ειπωθεί με τρόπο που να το αφήνει μετέωρο και έτσι να το απαξιώνει, να το γελοιοποιεί και τελικά να το ακυρώνει, και αυτό μπορεί να γίνει τουλάχιστον σε δύο επίπεδα, το συντακτικό και το σημασιολογικό.

Στο πρώτο, το συντακτικό, και μάλλον το πιο συνηθισμένο, η ατάκα μπορεί να είναι παρήχηση των προλεγόμενων ή και να ομοιοκαταληκτεί:

— Δέ μπορώ να το χωνέψω ρ' εσύ!... Να μου πεί εμένα που τον έχω κάνει θεό οτι με βαρέθηκε τόσους μήνες που τάχα λέει τον έπρηζα και όλο λέει του τσαμπούναγα μαλακίες;!... Άκου «του τσαμπούναγα»!... «Του τσαμπούναγα» μου είπε ρ' εσύ... Μα, «του τσαμπούναγα»;...
— Και την πούτσα μου κούναγα...
— Ορίστε;
— Λέω, πάρ' το απόφαση φιλενάδα: οτι είσαι ολίγον τί πρηχτρί, είσαι. Πάμ' παρακάτ'.

Τα συντακτικά αυτά λογοπαίγνια μπορούν να είναι πολύ αποτελεσματικές γειώσεις, μια και η σημασία που δευτερεύοντα προκύπτει είναι συνήθως χτυπητά διαφορετική από τη σημασία των προλεγόμενων.

Άλλο πολύ συχνό είδος συντακτικής γείωσης είναι μία ερώτηση να απαντιέται πάλι με ερώτηση:

— Πώς;
— Έλα;
— Τί είπες;
— Ποιός ήρθε;
— Με κοροϊδεύεις ρε;
— Εσύ τί λές;

Από την άλλη, σε σημασιολογικό επίπεδο, η ατάκα ερμηνεύει τα προλεγόμενα σε διαφορετικά συμφραζόμενα από τα αρχικά, πιχί, από μεταφορά στην κυριολεξία ή αντίστροφα:

— Πέτυχα χθές το Βούλη φίλε.
— Δέ μ' ενδιαφέρει, τά 'χω κόψει αυτά...
— Άκου ρε να σου πώ. Έχει καβατζώσει λέει πράμα πρώτης, καλαματιανό τεφαρίκι που σε στέλνει. Βάζουμ' απο μιά πενηνταρού;
— Σε στέλνει και πού σε πάει;
— Στο υπερπέραν ρε φίλε, άκου «πού σε πάει»!...
— Δέν θέλω να πάω στο υπερπέραν, πέφτει μακριά 'π' την έβγα και δέ μπορώ τους μπάφους χωρίς σοκολάτα.
— Καλά, γιατί γίνεσαι μαλάκας τώρα ρε φίλε;
— Γιατι δέ μ'ενδιαφέρει ρε σου λένε, τό 'κοψα, καταλαβαίνεις ελληνικά;!...

Η επανερμηνεία μπορεί να γίνει και σε εντελώς ασυνάρτητα συμφραζόμενα (πολύ χρήσιμος εδώ ο τιραμισουρεαλισμός), και χωρίς αυτό να είναι αποτέλεσμα συντακτικού λογοπαίγνιου:

— Έφερες πατάτες;
— Ναί.
— Και λάδι που δεν είχαμε;
— Κι' απ' αυτό.
— Κρεμμυδάκι;
— Ναί...
— Φρέσκο λέω, να βάλουμε στη σαλάτα.
— Κατάλαβα.
— Γιατι χωρίς κρεμμυδάκι δέν γίνεται σωστή η πράσινη.
— Ναί.
— Ε έφερες;
— Βασικά, πέρασα 'π' τον Μπάμπη το μανάβη και μου λέει οτι δέν έχει κρεμμυδάκι, το κάπνισε όλο χθές που ξέμειν' απο χόρτο.
— ...
— Έφερα τελοσπάντων.

Ακόμη, ατάκες που διαβρώνουν καί το συντακτικό καί το σημασιολογικό επίπεδο της κουβέντας, και μπορούν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν γειωτικά, είναι οι λετριστικές:

— Ρε ποιός Αϊνστάιν να πούμε... Τί θα ήταν ο Αϊνστάιν αν δεν ήταν ο Καραθεοδωρής, άσχετοι; Αφού κι' ο ίδιος το έγραψε, «όλα τα χρωστάω στο μεγάλο μου δάσκαλο, τον έλληνα Καραθεοδωρή».
— Όλα έ;
— Όλα. Αφού το έγραψε ο ίδιος λέμε –δέ ξέρω, στο βιβλίο του εκεί με τη θεωρία της σχετικότητας ξερω 'γώ–, έγραψε «τις θεωρίες μου και τις ιδέες μου τις οφείλω όλες στο δάσκαλό μου, τον»–
— «Έλληνα Καραθεοδωρή», εντάξει. Αλλα δέ μας λές, εσύ που τα ξέρεις αυτά: ο Καραθεοδωρή τί λέει, το σύμπαν είναι ολόπρωτο και ζινεξεριτάλ κατα την αβήλωτο;
— Έ;... τί;...
— Γιατι ρε παιδί μου λέω, αν πρόκειται για κόλνυμπαν και πέριστρο και δή το περιτάλι, στην Αστρονομία του εικοστού πρώτου αιώνα εννοώ –και μετά τον Αϊνστάιν–, τότε να το δεχτώ αυτό με τον Καραθεοδωρή.
— ...Ε... εντάξει... Κοίτα να δείς, αυτό που λές δέν το θυμάμαι τώρα καλά–
— Ε τότε παράτα τα 'φτά, και γύρνα το επιτέλους γιατι μύρισε νύχι να πούμε [παπαρολόγε ελληνάρα, σιχτίρ]...

Παγιωμένες γειώσεις

Οι γειώσεις είναι φαινόμενο γενικό στον καθημερινό λόγο και ειδικά στην αργκό, το οποίο παίρνει διαφορετικές μορφές ανάλογα με την περίσταση κάθε φορά. Πολλές απ' αυτές πάντως έχουν παγιωθεί και ακούγονται αρκετά συχνά ώστε η καταγραφή τους να 'χει νόημα –κάποιες τέτοιες ακολουθούν στα παραδείγματα (που με τη βοήθεια του κοινού, μπορούν να συμπληρώνονται με τον καιρό):

Νομίζω ότι εδώ υπάρχουν αρκετές στρατηγικές γείωσης. (από Khan, 21/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλασική ακραία απειλητική έκφραση του στυλ «θα σε κλάψει η μάνα σου στο μνήμα», η οποία προσβάλει καθαρά την ίδια τη ζωή του παραλήπτη. Αναφέρεται στον αριθμό (τέσσερις) των κορακιών κασοφόρων, των οποίων αποστολή είναι η μεταφορά του φέρετρου στην ύστατη κατοικία του.

Χρησιμοποιείται συνήθως από ακίνδυνους μαχαλόμαγκες - κουραδόμαγκες που πουλάνε μαγκιά από χόμπι, ενώ στην πραγματικότητα ποτέ δεν κάνουν πράξη τις απειλές τους, γιατί όπως ορίζει η λαϊκή σοφία: «σκυλί που γαβγίζει δε δαγκάνει» (και τούμπαλιν).

- Τι κοιτάς ρε; Την κοπέλα μου κοιτάς; Θα πεθάνεις ρε! Θα σε πάνε τέσσερις! Θα σου πιω το αίμα! Θα...θα...

κλπ, κλπ...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ειδικός τεχνικός εξοπλισμός για την προστασία της ευαίσθητης περιοχής της ανδρικής κωλοτρυπίδας από αναίτιες και απρόκλητες επιθέσεις.

Η παράδοση θέλει την πρώτη ιστορική εμφάνιση του συγκεκριμένου εξοπλισμού στα χρόνια του Μεσαίωνα, εξού και η χρήση του τσίγκου αντί για πιο εξωτικά υλικά τύπου τιτάνιο, κέβλαρ και ανθρακονήματα τα οποία θα παρείχαν την ίδια τουλάχιστον προστασία με μειωμένο βάρος και αυξημένη ακαμψία και ανθεκτικότητα στις μεταβολές θερμοκρασίας. Επίσης, η χρήση του "σώβρακου" έναντι του "σλιπ" ή του "μπόξερ", παραπέμπει σε παλαιότερες εποχές, όπου η μόδα δεν έπαιζε τον καταλυτικό ρόλο που έχει στη σημερινή εποχή.

Η ιδέα της παραπλανητικής κωλοτρυπίδας έχει συναρπάσει το κοινό, αλλά λεπτομέρειες για την ακριβή της θέση και λειτουργία δεν εμφανίζονται στη βιβλιογραφία. Περιγραφές κάνουν λόγο για επώδυνες και άκαρπες επιθέσεις εναντίον παραπλανητικών κωλοτρυπίδων του παρελθόντος και η αξία τους ως τελευταία ασπίδα προστασίας (μετά την εκπόρθηση του τσίγκινου σώβρακου προφανώς) θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.

Αξιόπιστες πηγές αναφέρουν ότι ο εν λόγω εξοπλισμός είναι απαραίτητος σε διάφορα μέρη της πατρίδος μας, τα οποία παρά τη φαινομενική τους χαώδη διαφορά, εγκυμονούν τον ίδιο τύπο κινδύνου για τον ανέμελο και ανυποψίαστο εκδρομέα/επισκέπτη. (βλ. παραδείγματα)

  1. - Τι θα κάνεις το Πάσχα, Αρχέλαε;
    - Εφέτο λέμε να πάμε στη Μύκονο, Βρασίδα μου.
    - Αχ, Αρχέλαε... Να προσέχεις. Πάρε μαζί σου τσίγκινα σώβρακα και παραπλανητικές κωλοτρυπίδες καλού κακού για να μη πάθεις κανένα ρεζιλίκι τώρα στα γεράματα.

  2. - Εσύ τι θα κάνεις τελικά Βρασίδα μου; Θα πάτε πάλι Αιδηψό με την Κούλα;
    - Όχι, θα πάω στο Άγιο Όρος να προσευχηθώ.
    - Και μου 'λεγες εμένα για τσίγκινα σώβρακα και παραπλανητικές κωλοτρυπίδες; Κοίτα μη σ' αρέσει και κλαις για τα χαμένα χρόνια μετά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κρύβουμε όλοι μέσα μας ένα μικρό μάγο που δεν χάνει ευκαιρία να εξαπολύει κατάρες και ξόρκια, ενίοτε σλανγκικά.

Σύμφωνα με τον Richard Dawkins, υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες μαγείας:

  • Τα παραμύθια: καλές νεράιδες καβάλα σε μονόκερους, θεότητες που κάνουν κατακαλόκαιρα πατινάζ σε λίμνες, λυσσάρες που φιλάν βατράχια για να βρουν χαρά στα σκέλια τους.
  • Οι τσαρλατανιές: αστρολόγοι, μέντιουμ, σαμάνοι, ταχυδακτυλουργοί. Εδώ διακρίνουμε δύο υποκατηγορίες: τους έντιμους που παραδέχονται ότι κάνουν μαγικά τρικ και τους μπαγαπόντες τ. Ούρι Γκέλερ που υποστηρίζουν ότι παραβιάζουν φυσικούς νόμους γιατί μπορούν. Πέον να σημειωθεί ότι οι αρχαίοι ημών προγόνjοι επέβαλαν «φόρο βλακείας» – το βλακεννόμιον τέλος – στους τέτοιους απατεώνες, καθώς πλουτιζόσαντε σε βάρος του ευαπάτητου πόμολου.
  • H πραγματική μαγεία: ατενίζεις τα άστρα, θαυμάζεις το ουράνιο τόξο, σκοράρεις ένα καϊνάρι.

Οι κατάρες ανήκουν στην δεύτερη υποκατηγορία των τσαρλαταλιών και ωσεκτουτού έχουν μεγάλη πέραση και προϊστορία στον λαό που εφηύρε το σκατοτάϊσμα. Ευτυχώς όμως «πιάνουν» μόνο εκεί που θα’ πρεπε, δηλαδή σε δεισιδαίμονα και αυθυποβολιάρικα σούργελα.

Ακολουθεί μια σχετική ανθολογία, επιλεγμένη απ'εδώ κι απ'εκεί στο νέτι, καθώς κι από σχόλια σύσλανγκων.

  • Άι σιχτίρ!
  • Άι στα τσακίδια!
  • Άι στον άνεμο!
  • Άι στον κόρακα!
  • Ανάθεμα στο κεφάλι σου!
  • Απ' τα παιδιά σου να τα βρεις!
  • Απ' το θεό θα το βρεις!
  • Διαλέμπαμεσασου!
  • Έτσι να κάνει ο κώλος σου!
  • Κακό σπυρί στον κώλο σου!
  • Καρκίνος σε σένα και στο σόι σου!
  • Κατάρα στον λαδέμπορα!
  • Κόρακας και περίδρομος να σε κόψει!
  • Μ' έκαψες που να καείς, σαν το κεράκι τση Λαμπρής!
  • Μόρα και κασίδα
  • Νέκρα και κασίδα!
  • Όλα είναι δανεικά!
  • Ουναμουχαθείς!
  • Ποτέ σου!
  • Που ανθρώποι να σε θάβουνε και διαόλοι να σε ξεχώνουνε!
  • Που βίδες να θες και παξιμάδια να βρίσκεις!
  • Που κακό χρόνο να 'χεις!
  • Που κακό σπυρί να βγάλεις!
  • Που κακό ψόφο να 'χεις!
  • Που λύκος Σαββατιανός να σε φάει!
  • Που μαλίνα να σε βαρέσει!
  • Που μολύβι στο κατούρημα - μπαμπάκι στο γαμήσι!
  • Που μουνί να πιάνεις και πούτσα να γίνεται!
  • Που μουριά να βγάλει το σπίτι σου!
  • Που να αβέλεις πιασμαντό σε σερμελιά και μουτζό να γίνεται!
  • Που ν' αβέλεις τεκνό και να σου βγεί ρούνα!
  • Που να βουλώσει ο κώλος σου να μη μπορείς να χέσεις!
  • Που να βρεις ξένες παντόφλες κάτω από το κρεβάτι σου!
  • Που να γαμιέσαι χωρίς να το θες!
  • Που να γεννήσει η γάτα σου κουταβάκια!
  • Που να γίνεις γουβί!
  • Που να γίνεις χανταβούλα!
  • Που να δεις τα παιδιά σου να βγάζουν σπυριά στα μάτια!
  • Που να δεις το παιδί σου στην Ομόνοια!
  • «Που να είστε όλοι καλά!» (Μητσοτάκης)
  • Που να ζητάς ψωλή και να μη βρίσκεις ούτε δάχτυλο!
  • Που να θες πούτσα και να μην βρίσκεται ούτε κωλοδάχτυλο!
  • Που να ιδρώνεις χειμώνα καλοκαίρι!
  • Που να λαλήσουν κουκουβάγιες στα κεραμίδια σου!
  • Που να λιώνεις και να παρακαλάς για την αγάπη μου όπως εγώ!
  • Που να λιώσουν πρώτα τα πόμολα της κάσας σου κι ύστερα το κουφάρι σου!
  • Που να λιώσεις όρθιος!
  • Που να μείνεις αγάμητη!
  • Που να μείνεις κουλός και καυλωμένος!
  • Που να μείνεις στ' αζήτητα!
  • Που να μη δεις χαρά στα σκέλια σου!
  • Που να μη σ’ εύρει ο χρόνος!
  • Που να μη σώσεις!
  • Που να μην δεις άσπρη μέρα!
  • Που να μην δεις φράγκο στην τσέπη σου!
  • Που να μην λιώσεις ποτέ!
  • Που να μην μπορείς να χέσεις!
  • Που να μην ξημερωθείς!
  • Που να μην προλάβεις να δεις εγγόνια!
  • Που να μην σώσεις!
  • Που να μη σε θέλει ούτε η μάνα σου!
  • Που να μπει ο διάολος μέσα σου και να' ναι σερνικοθήλυκος!
  • Που να μπερδευτούν η απάνω με την κάτω τρύπα του!
  • Που να μπουν ούλοι οι διαούλοι μέσα σου!
  • Που να ξεράσεις τα άντερα σου και τα συκώτια σου!
  • Που να ξερομαραθείς!
  • Που να πας και να μη σώσεις να γυρίσεις!
  • Που να πεις το μουνί-μουνάκι!
  • Που να πεις το ψωμί-ψωμάκι!
  • Που να πλαντάξεις!
  • Που να σε αγαπήσει κάποιος όπως με αγάπησες εσύ!
  • Που να σε κλάσουν τα παιδιά σου!
  • Που να σε νεκροφιλήσουν
  • Που να σε παίρνουν τηλέφωνο μόνο για φάρσα!
  • Που να σε πάνε τέσσερις!
  • Που να σε πει παπάς στ' αυτί και διάκος στο κεφάλι!
  • Που να σε πιάσει η κακιά η μούντζα!
  • Που να σε πιάσει σιγηνικό!
  • Που να σε πιάσει το ζαλιακό!
  • Που να σε πλύνω! (τα κοκάλα μετά την εκταφή)
  • Που να σε τσιμπήσει κουνούπι στο μουνί!
  • Που να σε φάει ο λύκος ο γκαβός και να΄ναι και φαφούτης!
  • Που να σε φάει το μαύρο φίδι!
  • Που να σε φάει το χώμα!
  • Που να σε φάν' τα σκυλιά και τα όρνια!
  • Που να σε φιλήσει η μάνα σου κρύο!
  • Που να σου βγουν τα μάτια!
  • Που να σου γαμηθεί η αδερφή με δίμετρο αράπη!
  • Που να σου επιτεθούν κατσαρίδες και να σου φάνε τα βυζιά!
  • Που να σου καεί ο εγκέφαλος του αυτοκινήτου στα Καμένα Βούρλα, βούρλο!
  • Που να σου καεί το βίντεο!
  • Που να σου καεί το iPhone
  • Που να σου καούν οι τρίχες από τις βαφές!
  • Που να σού κολλήσει το status στο msn!
  • Που να σου ξεραθεί η τρύπα!
  • Που να σου 'ρθει κόλπος!
  • Που να σου 'ρθει ταμπλάς!
  • Που να σου σηκωθεί η πέτσα ανάποδα!
  • Που να σου φύγει κλάσιμο στο πρώτο γαμήσι!
  • Που να στα φάνε οι τράπεζες!
  • Που να σταθεί το κάτουρο σου!
  • Που να στο πει ο παπάς στ' αυτί!
  • Που να στουκάρεις στην πρώτη κολώνα!
  • Που να τα κάνεις σάβανα!
  • Που να τα φας για τα στέφανα των παιδιών σου!
  • Που να τα φας για παρθενορραφή!
  • Που να τα φας στους γιατρούς!
  • Που να τα φας στα μνημόσυνα!
  • Που να τρως κωλοδάχτυλο και να λες «πάλι καλά που δεν ήταν πούτσα»!
  • Που να φας τα κόκαλα σου!
  • Που να φας τα μυαλά σου σαλάτα!
  • Που να χαθείς και να μη φανείς!
  • Που να χέσεις διάρροια στο πρώτο ραντεβού!
  • Που να χεστείς σ' επιθεώρηση Ναυάρχου και να' ναι καλοκαίρι!
  • Που να χεστείς σε ίντερβιου!
  • Που να χτυπήσει το τηλέφωνό σου νύχτα!
  • Που να ψοφήσεις και συ και το συσελέκι σου!
  • Που να ψοφολογήσεις από άγνωστη αρρώστια, που θα πάρει τ' όνομά σου!
  • Που ό,τι επιθυμείς να το πάθεις!
  • Που ό,τι πιάνεις στάχτη και μπούλμπερη να γίνεται!
  • Που οχιά να σε φάει!
  • Που σκατά να φας!
  • Που φουστάνι να πιάνει και να γίνεται σώβρακο!
  • Που φωτιά να πέσει να σε κάψει!
  • Που χαΐρι και προκοπή να μην κάνεις!
  • Που χάπια να τα πιείς!
  • Που χρυσάφι να πιάνεις - σκατά να γίνεται!
  • Σκατά να φας, σκατά να πιεις, σκατά να πας να χέσεις, από σκατά να σηκωθείς και σε σκατά να ξαναπέσεις!
  • Σκατά στα μούτρα σου!
  • Σκατά στη γενεά σου!
  • Σκατά στο γονιό σου!
  • Σού εύχομαι, ότι εύχεσαι για μένα επί δέκα!
  • Στα παιδιά σου να τα βρεις!
  • Στο λαιμό να σου κάτσει!
  • Στον κώλον σου ρεπάνι!
  • Στους γιατρούς να τα δώσεις!
  • Στρόφι ντε!
  • Την κακή σου και την ψυχρή σου ημέρα!
  • Τον κακό σου τον φλάρο!
  • Τον κακό σου τον καιρό!
  • Τρεις να είναι οι ώρες σου κι εκείνες στο κρεβάτι!
  • Τρομάρα και λαχτάρα να σου 'ρθει!
  • Υπάρχει θεός και βλέπει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία