Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η βέρα αρχοντομούνα είναι πολύ σπάνιο είδος γυναίκας. Στην ουσία δεν χρειάζεται περιγραφή, καθότι είναι απολύτως και αδιαμφισβήτητα αναγνωρίσιμη. Επειδή όμως το 99% των γυναικών, όλες δηλαδή εκτός από την ίδια, θεωρούν εαυτόν αρχοντομούνες, πρέπει τελικά να δώσουμε μια εικόνα.

Πρώτα απ' όλα, είναι από τζάκι.

Μένει σε παλιά έπαυλη η οποία της έχει κληρονομηθεί. Με μεγάλες τραπεζαρίες και με σιντριβάνια στους ήσυχους κήπους της. Δεν έχει αποκτήσει τίποτα από γάμο, όλα ήταν και παραμένουν δικά της. Οι άντρες που την περιτριγυρίζουν είναι κάθε λογής, αλλά ποιον παίρνει δεν μας λέει, γιατί η προσωπική της ζωή δεν αφορά κανέναν κι έτσι δεν θα μάθουμε ποτέ. Όταν εμφανίζεται μπροστά μας την συνοδεύει μια αίσθηση προοπτικής, σαν να έρχεται από μακριά. Τα ρούχα της είναι μοναδικά κομμάτια φτιαγμένα από καταπληκτικά υφάσματα, κυρίως φούστες ή φουστάνια και, σπανιότερα, παντελόνες. Η εμφάνισή της πάντα άψογη, χωρίς περιττές πολυτέλειες. Έχει οπωσδήποτε πολύ μακριά μαλλιά, πολύ μεγάλο στήθος, θηλυκή λεκάνη και ωραίο δέρμα να το βλέπεις και να το χαϊδεύεις. Είναι ψηλή, αισθησιακή και έχει πολύ όμορφη μύτη και οδοντοστοιχία. Δεν βάφει τα νύχια των χεριών της και δεν τα έχει πολύ μακριά. Μακιγιάρεται ελάχιστα, πλην όμως όλη μέρα. Ποτέ δεν θα εμφανιστεί ατημέλητη. Ξέρει να μαγειρεύει, αλλά δεν το κάνει ποτέ η ίδια, αρκείται στο να ετοιμάζει μικρές νοστιμιές και μοναδικά γλυκά. Ξέρει από κρασιά και από λικέρ. Ξέρει και από κοσμήματα, αλλά δεν τα χρειάζεται και σπανίως τα φορά, ίσως ποτέ. Ξέρει να μιλάει για τέχνες, αλλά δεν θέλει κουβέντες περί πολιτικής. Η μουσική είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής της. Στο κρεβάτι είναι λάγνα, απαλή, ήσυχη, νωχελική, δίνει και παίρνει τα πάντα χωρίς φωνές και επίδειξη. Και τρελαίνει τους άντρες που, μετά απ' αυτήν, δεν θέλουν τίποτε μα τίποτε άλλο στη ζωή τους, ποτέ.

Το στόμα της και το σώμα της δεν μυρίζουν ποτέ άσχημα.

Δεν υψώνει φωνή. Αρκεί που θα σηκώσει λίγο το χέρι της και όλα ρυθμίζονται. Όμως δεν σηκώνει κουβέντα. Είναι αυτή και καμία άλλη. Είναι αυτή και κανένας άλλος. Οι άντρες νιώθουν (αλλά τους αρέσει!!) μειονεκτικά απέναντί της, οι δε γυναίκες απλά ακολουθούν. Παραδόξως, δεν εμπνέει καμία έριδα, ούτε και αποτελεί θέμα για ίντριγκες. Το κύρος της είναι αδιαμφισβήτητο. Δεν έχει ανάγκη την δημοσιότητα, είναι γνωστή σε όλους. Δεν είναι μόνη, αλλά ποτέ κανείς δεν την έχει δει με στενή παρέα. Είναι κοινωνική, αλλά δεν ξημεροβραδιάζεται σε σπίτια ή σε στέκια. Και μάλλον δεν είναι ελληνίδα, ούτε αμερικάνα. Η προσωπική της ζωή, δηλαδή, παραμένει ένα μυστήριο.

Γοητεύει άντρες, γυναίκες και παιδιά, τα οποία λατρεύει, χαϊδεύει τρυφερά και μετά τα ξεφορτώνεται με ένα ελαφρύ χτύπημα στον ποπό –και αυτό είναι, υπακούν αμέσως κι ευχαρίστως, και παν να παίξουν παραδίπλα και την κοιτάνε πού και πού στα κρυφά, τόσο όμορφη είναι.

Είναι μεταξύ 30 και 50 ετών. Πιο νέα, είναι λίγο αερικό. Πιο μεγάλη, ξεχνάμε το -μούνα.

Αυτό το -μούνα, είναι αλήθεια πως δεν της ταιριάζει ιδιαίτερα και μας βάζει σε σκέψεις. Δείχνει πόσο κατώτεροι είμαστε εμείς απέναντί της, που δεν έχουμε παρά μια τέτοια λέξη για να την περιγράψουμε.

Πρόκειται συνεπώς για πολύ δυσπρόσιτο είδος γυναίκας. Επιβάλλεται στους πάντες, μόνο και μόνο από την εμφάνισή της. Ακόμα και αυτό, το πιο επιφανειακό της στοιχείο, αρκεί.

Όλ' αυτά την υποχρεώνουν να διατηρήσει το προφίλ της εφ' όρου ζωής –και όπλο της εδώ είναι η απόσταση και το ελαφρύ χαμόγελο.

Το θέμα είναι: υπάρχει;

Και απαντώ: όχι. Ή, τουλάχιστον, όχι πια. Δεν είναι τυχαίο ότι η γυναίκα αυτή ενσαρκώνεται μέσω ηθοποιών άλλων εποχών (βλ. εικόνες). Οι σημερινές ηθοποιοί αποκλείονται γιατί αναδίνουν κάτι το είτε λαϊκό (Μπελούτσι, Κρουζ) ή υστερικό και ξωτικοειδές (Κίντμαν, Μπλάνσετ).

Στην αρχοντομούνα δεν ταιριάζει λινκ και, εδώ που τα λέμε, ούτε το σλανγκ.γκρ.

Όσο για όλα τα άλλα τα λήγοντα σε -μούνα που ανέφερες αγαπητέ Χανκ όταν πρότεινες το λήμμα αυτό –και σ' ευχαριστώ–, είναι νάνοι που προσπαθούν να φτάσουν στο ύψος μιας τέτοιας γυναικάρας.

Τελεία και παύλα.

Ε όχι δα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο κώλος.

Και τα δυο καθιερωμένα λεξικά της τρέχουσας καθομιλουμένης καταγράφουν και αυτήν την σημασία της λέξης, πλάι στις άλλες τις κομιλφό – ο πάτος της θάλασσας, οι πάτοι για την πλατυποδία κλπ. Για να την αποδώσουν, χρησιμοποιούν, βέβαια, όρους ουδέτερους ή ευφημιστικούς – π.χ. στον Τριανταφυλλίδη ο πάτος ορίζεται ως ο πρωκτός, ο πισινός και στον Μπαμπινιώτη ως ο πισινός, τα οπίσθια.

Όμως, οι ορισμοί αυτοί δεν πιάνουν τις λεπτές αποχρώσεις της λέξης, τις συνδηλώσεις που εμπεριέχει, ό,τι, δηλαδή, κάνει τον ιθαγενή χρήστη της ελληνικής γλώσσας να ξέρει – έτσι απλά, να ξέρει – πότε πρέπει να πει πάτος και πότε κώλος ή ό,τι άλλο.

Διότι, ασφαλώς, πάτος δεν είναι ο οποιοσδήποτε κώλος. Είναι, συγκεκριμένα:

α. Ο μεγάλος κώλος, που – κακά τα ψέμματα – τον έλληνα τον γκαυλώνει και, μάλιστα, μέχρι σημείου εξαγρίωσης. Απαντάται στις στοκ φράσεις θα σου σκίσω τον πάτο, θα σου ξεσκίσω τον πάτο, θα σου ανοίξω τον πάτο που δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για την βιαιότητα των προθέσεων του απειλούντος και που, εν δυνάμει, κυριολεκτούν. Άξιον μνείας και το ξεπατώνω, που, γενικά, σημαίνει ξεριζώνω, χαλάω, ρημάζω.

Παρενθετικά, ενδιαφέρον έχει και ότι όπως τον πάτο έτσι και τα βάρδουλα – γνωστά από τις φράσεις θα σου σκίσω τα βάρδουλα και θα σου ξεσκίσω τα κωλοβάρδουλα – τα συναντάμε στην αργκό της υποδηματοποιίας ή τσαγκαρικής, με κοινό σημείο αναφοράς το πετσί, το δέρμα.

Υπερθετικό του πάτου είναι, ως γνωστόν, η πατάρα αλλά και το πιο νεόκοπο πατούρι. Θα έλεγα ότι ενώ η πατάρα (και το πατάρι) τονίζει τον ενθουσιασμό που προκαλεί το θέαμα, ή η ανάμνηση, ενός μεγάλου και γκαβλωτικού κώλου, το πατούρι, κρίνοντας από τις χρήσεις που συναντώ, είναι σαφώς πιο απαξιωτικό – κινείται στο ίδιο κλίμα που περιγράφουν τα λήμματα ξεκωλοπατόμουνο, ξεφτιλίζω τον κώλο και ξεψώλι.

β. Ο ταλαιπωρημένος κώλος. Η σημασία απαντάται κυρίως στην φράση μου έφυγε ο πάτος – ή, μου βγήκε ο πάτος δηλαδή, έχω εξαντληθεί, έχω χτυπήσει μπιέλα. Η χρήση αυτή συνήθως δεν έχει σεξουαλικά υπονοούμενα. Η εξάντληση δεν προέρχεται από γαμήσι αλλά από σκληρή δουλειά, περπάτημα κλπ. – είπαμε, ο έλλην το ζόρι το βιώνει στον κώλο του, δες και αυγό στον κώλο, σφίγγουν οι κώλοι, έγινε ο κώλος μου τάληρο, πήρε φωτιά ο κώλος μου, καίγεται ο κώλος μου και άλλα.

γ. Ο τυχερός κώλος. Εκ της λαϊκής δοξασίας ότι την καλή τύχη τελικά την εξηγεί η διεύρυνση της έδρας. Όπως ο πολύ τυχερός άνθρωπος είναι όχι μόνο κωλόφαρδος αλλά και, απλά, κώλος, έτσι και ο ακόμη πιο τυχερός, ο τυχερός μέχρις αγανακτήσεως, είναι πάτος, ή και πατάρα. Και όπως μπορεί κάποιος να ξεκωλωθεί στο ζάρι, ας πούμε, ή στα τρίποντα, κατά μείζονα λόγο μπορεί και να ξεπατωθεί.

Να μην συγχέονται όλα αυτά με τον φέρελπι επιθετικό της Μίλαν Alexandre Rodrigues da Silva, ευρέως γνωστό ως Πάτο.

  1. Ο Κώστας ήρθε από μπροστά και έμπηξε με μεγάλη δύναμη το κοντάρι του μέσα τις λέγοντάς της «Πάρτα μωρή, θα σου τον βγάλω από το στόμα, θα σου ξεσκίσω τον πάτο, θα σου βάλω και τα αρχίδια μου μέσα σου καύλα... Πουτάνα γυναίκα. (Από το τσοντοσάιτ flock.gr εδώ)

  2. Της βάζει μια τρικλοποδιά και την ξαπλώνει κάτω
    κι απ' την πολύ την καύλα του της ξέσκισε τον πάτο.
    Η Αθηνά εσπάραξε σαν κότα σουβλισμένη
    μα όλο και τον έσπρωχνε γοργά να μπαινοβγαίνει.

(Από την μαθητική μπαλάντα 'Ο Τρωικός Πόλεμος')

  1. Της θειας σου ο πάτος, γαρούφαλα γιομάτος!

  2. Νατος νατος ο κώλος της χρονιάς 2006. Naomi, η νέα Λατίνα με την τρελή πατάρα που βάζει γυαλιά σε όλες τις προηγούμενες με τις επιδόσεις της... (Από εδώ, Black Sugar online sex shop)

  3. Η καλύτερη... Βάλερι (της εσκισα το πατούρι... πολύ κλασάτο... αλλά επείδη το ξεπαατώσανε πριν κανά χρόνο δεν κανονίζουν κάτι για Αθήνα ξανά). (από το escortforumgr.com εδώ)

  4. Πονάω!!!! Το κορμάκι μου δεν το νιώθω. Πονά η μέση μου. Την έκατσα. Σήμερα πάλι μου έφυγε ο πάτος (μα καλά πως εκφράζομαι επιστήμονας άνθρωπος… δεν ντρέπομαι). Νομίζω πως χρειάζομαι διακοπές από την προσαρμογή μου από τις διακοπές. (Από εδώ)

  5. Τρίτο 21 στη σειρά!... Μα τι πάτος είσαι συ, αδερφάκι μου...

  6. Το μόνο που μπορείτε να κάνετε είναι να σουτάρετε τρίποντα και να εύχεστε να σας ανοίξει η πατάρα ΜΠΑΣ ΚΑΙ καταλάθως κοντράρετε το μάτς (Από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι μιά άγρια παρερμηνευμένη λέξη, που συχνά χρησιμοποιείται με λάθος τρόπο και μάλιστα από αυτόν τον ίδιο τον Μπαμπινιώτη!

Ο Μπαμπινιώτης λοιπόν, στα χαλαρά και αβλεπί, γράφει ότι ρουφιάνος είναι ο καταδότης, ο προδότης, ο ραδιούργος, ο χαφιές, ο σπιούνος, ο δολοπλόκος, ο συκοφάντης, ο μαστροπός.

Άρτσι μπούρτσι και λουλάς!

Στην πραγματικότητα, αυτή είναι η εννοιολογική φθορά της λέξης και όχι η πραγματική σημασία της.

Ρίζα της λέξης:
Στην ιταλική, ruffiano λεγόταν αρχικά το ψωράλογο που βάζουν μαζί με την φοράδα την εποχή του οίστρου της. Η φοράδα όμως είναι ζόρικο ον και δεν κάθεται εύκολα. Τις πρώτες μέρες κλωτσάει άσχημα, δαγκώνει και μπορεί να τραυματίσει άσχημα το αρσενικό. Γι' αυτό οι εκτροφείς, θέλοντας να αποφύγουν τυχόν τραυματισμό του καθαρόαιμου επιβήτορα, βάζουν πρώτα μαζί με την φοράδα τον ρουφιάνο. Όταν η φοράδα αρχίσει να «μαλακώνει», τότε βγάζουν τον κακομοίρη τον ρουφιάνο και ρίχνουν μέσα το άτι για τα περαιτέρω.

Πραγματική σημασία της λέξης:
Ρουφιάνος είναι ο αναλώσιμος άνθρωπος που εκτελεί μια ποταπή αποστολή για λογαριασμό άλλου, ώστε να μην εκτεθεί ο εντολέας του. Ο αχυράνθρωπος.

Συνηθέστερες αποστολές του ρουφιάνου είναι:
- η νύξη για σύναψη παράνομης ερωτικής σχέσης χωρίς να εκτεθεί ο εντολέας (βολιδοσκόπηση).
- η έκφραση απειλών, ο εκφοβισμός.
- η προβοκάτσια

Να σημειωθεί ότι μέχρι πριν όχι και τόσα πολλά χρόνια, η λέξη χρησιμοποιείτο με την σωστή έννοια...

Και τώρα μπορώ να το πω: Μπαμπινιώτη σε έσκισα!
Ένα όνειρο ζωής έγινε πραγματικότητα!

  1. - Με μια δεκάρα κάλπικη χίλιους ρουφιάνους βγάζεις. (= αναλώσιμα ανθρωποειδή)

  2. - Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι! (δηλαδή μεταφέρουν τα λόγια των αφεντικών τους)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο παροιμιώδης λαδοπόντικας-ρουφιάνος που μας ακολουθεί και μας καρφώνει στις όποιες αρχές (αστυνομία, πολιτικό φορέα, κ.ταλ.). Παλιά ρεμπετιά του υποκόσμου.

Το λήμμαν σχηματίζεται από το φέρνω και το μειωτικό γαμοσλανγκοτέτοιο -άκιας (βλ. εδώ). Ο χαφιές άλλωστε πάντα φέρνει πλεροφορίες στον εντολοδόχο του.

Πέον να σημειωθεί κι ο εννοιολογικά ταυτόσημος νεολογισμός κομιστής που μάς κληροδότησε η Ζαχοπουλιάδα (βλ. 4ο μήδι).

Από το ΔΠ: betatzis.

1.
Ελία Καζάν «Λεωφορείο ο πόθος» 1951, «Βίβα ζαπάτα» 1952, «Ανατολικά της Εδέμ» 1955 κ.α. Αν και «φερτάκιας» στον Μακαρθισμό, ήταν καλός σκηνοθέτης

2.
Η ιστορία του χώρου (αλλά και των ΚΚ) βρίθει απο προσπάθειες χαφιεδολογήματος. Πολλοί παίξανε και το παιχνίδι του χαφιε, για να ξεστήσουν το σκηνικό του, που πιθανά ήταν και πολυπλόκαμο. συχνά και οι ίδιοι είναι απλά φερτάκηδες, εξαρτημένοι κλπ. παλιά τερτίπια, ως και το σινεμά τα δείχνει.

3.
Γνώρισα όμως τον Αντωνίτση. Ούτε αποφάγια μάγκας δεν ήτανε αυτός, φερτάκιας μέχρι τα τελευταία του.Πέντε φορές τον έδειρε ο Μαρίνος ο Μουστάκιας (ξακουστός νταής,γνωστός και από την φωτογραφία με τον Μάθεση)

4.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς (για να έλθουμε και στο θέμα) ότι ο δημοσιογράφος που λέγεται ότι παρέδωσε το dvd στον υπεύθυνο Τύπου του Μαξίμου δεν καλύπτεται από κανένα δημοσιογραφικό απόρρητο, γιατί απλούστατα στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν λειτούργησε ως δημοσιογράφος, αλλά ως ρουφιάνος και φερτάκιας του πρωθυπουργού

Φερτάκηδες νέας κοπής.  (από σφυρίζων, 06/03/15)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Μαυροφορεμένες γριές άνω των 80 χρόνων λεπτές μέχρι 1,50 και με καμπούρα στον standard εξοπλισμό που φοράν πάντα και μία μαύρη μαντίλα και δε σε κοιτάν ποτέ στα μάτια για να μην τις αναγνωρίσεις και για να νομίζεις ότι όλες είναι ίδιες. Στην πραγματικότητα είναι μεταμφιεσμένοι γιαπωνέζοι ninja και η καμπούρα κρύβει κατάνες, στιλέτα, κρόταλα, spells και άλλα διάφορα όπλα απαγορευμένα απ' τη συνθήκη της Γενεύης.

- Ρε μαλάκα, μου την έπεσαν 7 γιαπωνέζοι νίντζα...
- Άντε ρε καραγκιόζη, τις γριούλες...
- Ρε αλήθεια σε λέω.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο υπερβολικά φορτικός άνθρωπος.

Αυτός που προσπαθεί να μας κουμαντάρει χωρίς να δικαιούται.

Μας σπάει τις καρύδες μόνο και μόνο για να περάσει το δικό του.

— Λοιπόν, Γιάννη εσύ θα παίξεις πίσω δεξιά, Νίκο εσύ εξτρέμ, εγώ φορ και ο Πέτρος τέρμα.
— Σιγά ρε μεγάλε, τι σε βάλαμε; Τσολιά στ' αρχίδια μας;;

(από notheitis, 16/05/10)(από MXΣ, 17/05/10)

βλ. και κεχαγιάς στ' αρχίδια μου

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο παλιός είναι αυτός που είναι σε όλα τα πράγματα παλιός. Ξέρει από σεξ, ξέρει από βιβλία, ξέρει πού βγαίνει. Γοητεύει επίσης πολλές κοπέλες.

- Βγήκα σήμερα με τον παλιό.
- Μπράβο, να μαθαίνεις κιόλας.

... (από BuBis, 25/06/09)ήταν και φωτογράφος ο άτιμος (από johnblack, 05/07/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Α. Έρως

Πολύ απλά, πρόκειται για τον ήχο «τάκα-τάκα» που κάνει η καρδιά όταν ο ανθρώπινος οργανισμός αποβλακώνεται από την αιφνίδια, ακούσια και ανορθολογική έκχυση ορμονών και νευροδιαβιβαστών (όπως η οξυτοκίνη, η βασοπρεσίνη και ντοπαμίνη) στη θέα και μόνο μιας θελκτικής και πιπινώδους (ή μιλφικής, ανάλογα με τις προτιμήσεις εκάστου) ύπαρξεως.

Β. Αυνανισμός

Δεδομένου ότι το πολύ το τάκα- τάκα κάνει το παιδί μαλάκα, ο όρος έχει εφαρμογές και στον εκούσιο ερωτικό αυτοερεθισμό. Δέον να σημειωθεί ότι ο αυνανισμός και τα ολέθρια αποτελέσματά του (τύφλωση, κύφωση, ροπή προς την ΚΝΕ και άλλες επάρατες παθήσεις) απορρίπτεται δε με ζήλο και από την Εκκλησία, εκτός εάν τελείται με την μέθεξη κληρικών.

3. Εκσπερμάτωση σε χρόνο dt

Η χρήση του τάκα-τάκα σαν προσδιοριστικό ταχύτητας προήλθε από το φαινόμενο της πρόωρης εκσπερμάτωσης αλλά μοιραίως παρείσφρησε και στην πραγματική οικονομία (βλ. επιχειρήσεις με ονόματα όπως «τακούνια στο τάκα-τάκα»).

4. Χούντα: Η αρχή του τέλους

Πολλοί σημερινοί σαραντάρηδες θυμούνται νοσταλγικά την μανιώδη αλλά εφήμερη μόδα του τάκα-τάκα. Επρόκειτο για παιγνίδι συνεχούς κρούσης δυο πλαστικών σφαιριδίων που κρεμόσαντε με σχοινάκι από ένα σιδερένιο κρίκο. Ο κτύπος των τάκα-τάκα ήταν διαολεμένα δυνατός. Τα τάκα-τάκα προκάλεσαν τόσο την οργή νομοταγών πολιτών (πού δεν μπορούσαν πλέον να κλείσουν μάτι το μεσημέρι), όσο και τον πανικό γονέων που έβλεπαν τα δαιμονισμένα παιδιά τους να αυτοτραυματίζονται. Το στρατιωτικό καθεστώς αντέδρασε θέτοντας το τάκα-τάκα εκτός νόμου, αναδεικνύοντάς το έτσι σε σύμβολο αντίστασης και Δημοκρατίας.

Τάκα τάκα τάκα τάκα τάκα τα
τάκα τάκα τάκα τάκα τάκα τα
τάκα τάκα τάκα τάκα τα
καρδιά μου πώς χτυπάς
(Γκράν σουξέ εποχής, Τέρης Χρυσός)

Προχθές θυμήθηκα το τάκα-τάκα. Ποιος το θυμάται πια;
Κι όμως αποτέλεσε μαζική υστερία. Τάκα- τάκα όλη η Ελλάδα.
Πόσο κράτησε; Πάντως συμπεριέλαβε ένα καλοκαίρι. Εξαγριωμένοι συνταξιούχοι με τις πιζάμες μας κυνηγούσαν για να κοιμηθούν. Εμείς διακόπταμε μόνο για λίγο. Με το που εξέπνεε το λιοπύρι ξεχυνόμαστε πάλι ακάθεκτοι σαν το διαρκές τζι-τζι- τζι του καλοκαιριού. (από ιστιοσελίδα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το «μου» χρησιμοποιείται δόκιμα ως κτητική αντωνυμία συμπάθειας.

Στη (δια)λεκτική όμως πάλη σλανγκικών και μη φιλοφρονήσεων, χρησιμοποιείται δίκην προγαμιαίου σάλιου: συμβολικά, κάνουμε κάποιον δικό μας πριν τον κάνουμε δικό μας.

Ανήκει στο οπλοστάσιο πολλών ευπροσήγορων φυλών (βέλτσοι, νυφίτσες, κυρα-περμαθούλες, κ.α.) με σκοπό το με-το-γάντι άδειασμα των συνομιλητών τους.

Ασίστ: ο johnblack μου.

- Εσύ αγορίνα μου αυτό κατάλαβες; Εγώ απλά ανοίγω μια κτγμ ενδιαφέρουσα συζήτηση, δεν αντιπαρατίθεμαι σε κανέναν. Κι αν έχεις άγνωστες λέξεις, λυπάμαι αλλά δεν προτίθεμαι να αλλάξω το στυλ μου γι' αυτό. Καλές γιορτές!
(εδώ)

- Eυχαριστώ πολύ καλέ μου φίλε. Σου εύχομαι ολόψυχα καλές γιορτές και ευτυχισμένος ο νέος χρόνος...
(προς μπαγαποντοδότη, εκεί)

- Καλέ μου βράστα, η ευρηματικότητά σου, οι συνειρμοί που κάνεις και η ικανότητά σου στα λογοπαίγνια είναι πράγματι απιστεύτου [...] Αλλά ως εκεί.
(παραπέρα)

- Το μόνο που έχω να πω είναι το εξής - γαμιά μου, εσύ!!!
(ΡΤΠ calling Νούλης, εδώ)

Λαβ ιζ ιν δη ερ! (από Vrastaman, 04/02/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία