Επιπλέον ετικέτες

Α. Σύμφωνα με ψιλοορισμό κατά Δ.Π. σκιαγραφείται εκείνος ο τύπος ανθρώπα που ενώ γνωρίζει ότι ο βαθύτερος πυρήνας της ύπαρξής του, η ιδιαίτερη ατομικότητά του, η ταυτότητά του, η μοναδικότητά του ανάμεσα στο Είδος, συμπυκνώνεται περισσότερο απ’ όλαωστην προσπάθεια κατάκτησης του Άλλου, στην αποπλάνηση του ποθητού αντικειμένου, στην αδιαπραγμάτευτη διασπερμάτευση και εντέλει στην κατάλυση των ορίων του σώματος, του νου και την ψυχής, παραμένει πάντα στο παρατρίχα. Γιατί δεν θέλει, ή γιατί δεν μπορεί, ή γιατί νομίζει ότι δεν θέλει, ή δεν μπορεί. Ή για λόγους αδιάγνωστους, που βρίσκονται στο σκοτάδι, πίσω από το κοινωνικό προσωπείο που προβάλλει εκείνη τη στιγμή. Κι επειδή συνεύρεση χωρίς συναίνεση δε λέει, γιατί παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι, την κρίσιμη ώρα υπαναχωρεί… Βέβαια αν υπάρχει μια πιθανότητα να χώσει την εξαργυρώνει από πριν, πάει τη νέα στη Σχολή, στη λαϊκή, φιάχνει τα υδραυλικά, τις πρίζες, πάει πιμί πάει τα παιδιά φροντιστήριο (λέμε τώρα).Καληνυχτάκιας, αγκαλίτσας, νεροκουβαλητής, θυρωρός, γκομενοφύλακας, ποτεγαμήσης, καληνυχτυχεράκιας, μουνοφύλαξ, bye sexual μουνοβοσκός, χαρεμάκιας, πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα, συνώνυμα.

Β. Κουτουτουμουγού τώρα, και με δεδομένο την αμφισημία της γλώσσας, γαμησοχαμάλης είναι ο που γαμεί σα να τραβάει χαμαλίκι, εντελώς τελείως όμως και χωρίς ίχνος γκάβλας να διανθίζει την πράξη του αυτή, τόσο πιο σκληρός, όσο βασικότερο το ένστικτο, όσο πιο στοιχειώδεις οι ανάγκες που ικανοποιούνται.

Επιτομή του γαμησοχαμάλη ο χαρακτήρας του Τζ. Τζαννίνι στην ταινία “επτά ομορφιές» Pasqualino Settebellezze που αναγκάζεται να πηδήξει την νταλίκα-μπαζόλα- φράου-δίκα του στρ. συγκέντρωσης για να μη δει τα ραδίκια ανάποδα, ή στην πιο μπλακχιούμορ εκδοχή να μη δει τον κόσμο μέσα από τον φούρνο…

Ο χαρακτήρας αναγκάζεται να δώσει ό,τι πολυτιμότερο έχει, να ξεπουλήσει τα πάντα, ακόμα και το ονόρε του (αφού για μια τιμή ζει ο άνδρας) για να επιβιώσει.

Στα καθ’ ημάς, σε πιο λάιτ κοινωνικές συνθήκες, γαμησοχαμάλης γίνεται κάποιος για να δει πρωτάθλημα στη νόβα, να δει μαγειρευτό φαΐ, να δει κάνα γεμάτο ψυγείο, κάνα πλυμένο σώβρακο, τις Σημειώσεις του κ. Απιθανόπουλου κ.α. ευτελή αγαθά. Τόσο πιο βαθειά χώνεται στη χαμαλίκα, όσο πιο πολύ το υπό εκμετάλλευση αντικείμενο αντιστέκεται…

Έχοντας την υποψία ότι πρόκειται για νεολογισμό ή λεξιπλασία (το αν η «λεξιπλασία» είναι νεολογισμός, αλλουνού παπά βαγγέλιο, δεν απασχολεί) έχω να επισημάνω ότι εδώ κάνουμε ρεπορτάζ, οπότε το ό,τι νά 'ναι είναι εκ των ουκ άνευ.

Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι η επανάσταση, εκτός από την τυπογραφία, στηρίχτηκε και στην Εγκυκλοπαίδεια του Ντιντερό (pun intended)

Νονός, κουμπάρος και μπαμπάς του λήμματος Gatz από Δ.Π.

(υπογραφή: ο γαμησοχαμάλης της υπόθεσης)

- Ρε μαλάκα, η πατόζα δε μου δίνει τη γκούρσα να κατέβω, θέλει λέει νάρθει κι αυτή μαζί…
- Χέστην ρε, παπάρα, γαμησοχαμάλη, κατέβα με τη γαζγκάνα.

Οι επτά ομορφιές (από gaidouragathos, 16/04/11)εσχάτως και με ι (από johnblack, 17/04/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν βέβαια πολλά παρεμφερή λήμματα που, όμως, δε δίνουν όλες τις σωστές έννοιες.

Λαμόγια: Έκφραση της καθ' ημάς ελληνικής, πάλαι ποτέ, μαλλιαρής (slang), με συγκεκριμένες έννοιες, αν και αμφιλεγόμενη, διότι οι ορισμοί της είναι μάτσο και οι ετυμολογίες αρπαχτές, πώς λέμε, αρπακόλλα. Παίρνω αμ-παριζάκι και βγαίνω.

Κατά τον Τριανταφυλλίδη (ca. 1950): μόνο στη φράση την κάνω λαμόγια, φεύγω, ξεφεύγω, σκαπουλάρω, ή δεν παρουσιάζομαι κάπου, πχ: Tον περίμενα τόση ώρα κι αυτός την έκανε λαμόγια.

Κατά τον Τσιφόρο (ca. 1960) και άλλους συνομηλίκους του (πιο κοντά στην τωρινή αλήθεια): αβανταδόρος, κράχτης, παίχτης-μαϊμού που παρασύρει τα κορόιδα.

Κατά τον Ντινόσαυρο (ca. 2010): Η άποψη πολλών λεξικογράφων (;) ότι προέρχεται από το ισπανικό la moya (= η τάδε), δε στέκει. Είναι όντως ισπανόφερτος ο όρος, με τη διαφορά ότι προέρχεται από το πλουσιότατο «λουνφάρδο» (slang/argot) του Μπουένος Άιρες και του Μοντεβιδέο. Η λέξη είναι σκέτο μόγια· το θηλυκό άρθρο λα είναι προφανώς μεταγενέστερη «ελληνική» προσθήκη για να μοιάζει πιο σπανιόλικο ή ξενόφερτο. Για το πώς ο όρος διέσχισε τον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο, δηλώνω άγνοια (pero puedo seguir buscando).

Διά του λόγου το αληθές, ιδού τα πολυάριθμα συνώνυμα και ο ορισμός που ψάρεψα στα διάφορα ισπανόφωνα λεξικά (Diccionario de Lunfardo, Diccionario del Tango, Diccionario de la Real Academia Española, etc.):

  • Moya: estafa, fraude, trampa, ardid, engaño, triquiñuela, astucia, embrollo, manejo oculto con que se prepara algún fraude o engaño, superchería, picardía...Τα οποία δε μεταφράζω γιατί είναι απλώς συνώνυμα.
  • Moya: Se denomina «moya» a aquellas personas que tienden a tirar «matufias» para escapar de una situación complicada. Por definición, al hablar de moya se habla de un acto generalmente ílicito o incorrecto para salir de una situación, se podría decir que es la salida fácil.Μόγια: Αποκαλούνται «μόγια» τα άτομα που βολεύονται κάνοντας «matufias» (λαδιές, κόλπα, απάτες, λοβιτούρες) για να γλιτώσουν από μπερδεμένες καταστάσεις. Εξ ορισμού, λοιπόν, «μόγια» χαρακτηρίζει μια πράξη γενικά παράνομη ή ανάρμοστη που κάνουν όσοι θέλουν να λακίσουν από κάποια δυσκολία. Θα το λέγαμε «πρόχειρη λύση».

Όποιος επιδίδεται σε «moya» λέγεται moyero (ή matufiero). Τα μεταγενέστερα ελληνικά παράγωγα (το λαμόγιο, τα λαμόγια, η λαμογιά, οι λαμόγιες, κλπ.) που ήδη υπάρχουν στο σλανγκ.γκρ ελάχιστα τροποποιούν το τρέχον νόημα.

Παραδείγματα υπάρχουν στον ίδιο τον ορισμό.
Για plus ultra παραδείγματα, κάντε αίτηση. Στην πολύπλευρη και περίπλοκη ζωή μου, έχω διατελέσει και «λαμόγια».

την έκανε la moye... (από MXΣ, 30/07/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τύπος «ζεν» αποτελεί Ελληνοκινεζο-σλάνγκ που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που βρίσκεται σε μόνιμη κατάσταση γαλήνης, ψυχοσωματικής ισορροπίας, επικοινωνίας με άλλους κόσμους, προϊόντα διαρκούς υπερβατικού διαλογισμού και πνευματικής άσκησης.

Ευρύτερα, συμπεριλαμβάνει όλες εκείνες τις ιδιότητες του μοντέρνου δυτικού ανθρώπου που θαυμάζει και θέλει να αφομοιώσει την ανατολική φιλοσοφία, χωρίς απαραίτητα να μπορεί να την καταλάβει, αλλά μπορεί να την «καταναλώσει» μέσα από απόπειρες γιόγκα, βιολογική διατροφή, σεμινάρια φιλοσοφίας και διαλογισμού κ.α. τυποποιημένα αγαθά made in Taiwan.

Σε ειδικές περιπτώσεις, πχ. σε αναφορά στη «μόνιμη γαλήνη», αντικαθιστά την μέχρι πρότινος δεσπόζουσα στο στερέωμα των Ινδοελληνο-σλανγκ φράση «είμαι σε φάση Νιρβάνας», η οποία είχε διαδοθεί ιδιαίτερα στα ενενήνταζ, χάρις στην εμφάνιση του ομώνυμου ροκ σχήματος ανακύκλωσης κιθάρων.

Στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, όπου και ο μπάρμπα-Μπρίλιος από το αρβανιτοχώριον μπορεί να συνδεθεί στο ψαχτήρι και να κατεβάσει ταινίες όπως «Τίγρης και Δράκος» και «Kung-Pow», να παραγγείλει να του στείλουν «Μάνγκα» (αυτά είναι γιαπωνέζικα κόμιξ) και να μάθει για τον Κάπταιν-Κόζκο που θα πάρει τον Περαία, η επαφή με την Κινεζική κουλτούρα και φιλοσοφία μπορεί να επηρεάσει την καθημερινή ντοπιολαλιά.

Φυσικά, η χρήση ξένων όρων δεν ταυτίζεται νοηματικά με την εκφορά τους στη μητρική γλώσσα με συχνά αποτελέσματα κακοποίησης, όπως και στη χρήση του όρου «ΖΕΝ».

- Καλά, ε; Αυτός ο διατροφολόγος είναι και πολύ «ζεν» τύπος! Άκου να δεις! Με το που μπαίνω στο γραφείο του και χαζεύω τους βούδες και τους ελέφαντες νίντζα αυτός απλά κοιτώντας με μου έχει βγάλει τα κιλά μου, την ηλικία μου και το όνομα του σκύλου μου! Και καπάκια με ψεκάζει με ένα κινέζικο αδυνατιστικό άρωμα και με κοιμίζει! Και ξυπνάω την άλλη μέρα 2 κιλά ελαφρύτερος! Απίστευτο, σου λέω! Ενώ όλα αυτά τα'χα για τα ούρα, τώρα πιστεύω!

- Ρε μπας και ενώ κοιμόσουν σου έκλεψε κανένα νεφρό και νιώθεις ελαφρύτερος; Για κοιτάξου σε κάναν ουρολόγο και τράβα κατά Ινδία μεριά, μπας και ο δικός σου τα' στειλε πακέτο στο «Μάστερ» να τα σκοτώσει σε καμιά λαϊκή!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βλαχοκυριλέ (ουδέτερο) και βλαχοκυριλές (αρσενικό) είναι ένα από τα πολλά οξύμωρα σχήματα της saga του βλάχου, όπως και τα αρχοντόβλαχος, βλαχοντίσκο, βλαχορόκ, βλαχοτρέντι (λιγότερο και τα βλαχόμαγκας και βλαχομπαρόκ).

Το χαρακτηριστικό του βλαχοκυριλέ έναντι του βλαχοτρέντι, είναι ότι ο πρώτος δεν είναι μόνο τρέντουλας, αλλά επιδεικνύει και ισχύ, εξουσία, νεοπλουτισμό, κοινωνικό στάτους και πρεστίζ. Για τον λόγο αυτό και το βλαχοκυριλέ αποτελεί συχνά όχι μόνο περιγραφή προσώπων, αλλά και καταστάσεων επίδειξης κοινωνικής πυγμής, όπως κάποιοι ιδιαίτεροι τύποι αυτοκινήτων, συμπεριφορών και διασκέδασης. (Αντίπαλον πέος ο γυφτοκυριλές).

Επειδή, τα παραδείγματα που συνέλεξα στα διαδίχτυα είναι πιο εύγλωττα από όποιον ορισμό θα μπορούσα να κάνω, δεν θα επεκταθώ σε λεπτομερή περιπτωσιολογία, αλλά σε γενικές παρατηρήσεις:

Έχει εν προκειμένω εξασθενήσει αρκετά η αναφορά στο συγκεκριμένο φύλο των
Bλάχων, και μιλάμε γενικότερα για οποιονδήποτε επαρχιώτη έτυχε να αποκτήσει εξουσία και να το επιδεικνύει με το στυλ του. Μάλιστα, ενίοτε δεν είναι ούτε καν ανάγκη ο τοιούτος να είναι κιτς, αρκεί και μόνο η επαρχιώτικη καταγωγή του για να τον κράξουν οι Αθηνέζοι.

Σημαντική περίοδος επέλασης βλαχοκυριλέδων θεωρείται η Θασοκική εϊτίλα του γέρου με το τσιμπούκι. Το άρθρο λ.χ. εδώ αναλύει το «ελληνικό όνειρο», που σε αντίθεση με το αμερικλάνικο τοιούτο, στηρίχθηκε στην διόγκωση του δημόσιου τομέα, εκτρέφοντας στρατιές πειθήνιων βλαχοκυριλέδων. Δικαιολογημένα, ο βλαχοκυριλές πήρε την ρεβάνς του από το κράτος- χωροφύλακα της Δεξιάς, αλλά μετά ίσχυσε το «είπαν στον χωριάτη να χέσει κι αυτός ξεκωλώθηκε».

Έκτοτε, ο βλαχοκυριλές κυκλοφορεί και σε μπλε και σε πράσινους κόκκους. Στο πρώτο παράδειγμα φαίνεται ένας βλαχοκυριλές με νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, που μοιάζει σαν ήρωας από λήμμα του Vrastaman. Γενικά, ο βλαχοκυριλές είναι a motherfucker plein de contradictions (βραστόλεκτος) που τραβάει το κυριλέ τε και μεθοδέ στυλ στο ne plus ultra της υπερβολής. Μπορεί να είναι είτε δαπίτης είτε πασπίτης με κυριλογκόμενες ή πασοκομούνες, πάντως οπωσδήποτε θα επικαλεστεί κάποιον ιδεολογικό λόγο που να δικαιολογεί την γκλαμουριά του.

Επειδή, όμως το πολύ το κυριλέησοντο βαριέται κι ο παπάς, ο βλαχοκυριλές θα είναι (;) ένας από τους πρώτους που θα φάει τον δονητή. Με την σαμπάνια της Τζούλιας έκλεισε ο κύκλος της μεταπολίτευσης, και τώρα το ίδιο το κράτος (ενωμένο ΔΝΤ) παροτρύνει τους πολίτες τους να ρουφιανέψουν, ενώ κάθε ευγενής ένδειξη βλαχοκυριλοσύνης θα θεωρείται στο εφεξής τεκμήριο, το οποίο θα καλείται να αγρεύσει ο ρουφιάνος της γειτονιάς σας. Αυτός ο αγώνας, ωστόσο, του βλαχοκυριλέ ενάντια στις δυνάμεις της Δεξιάς και της Προόδου έχει αβέβαιο τέλος, καθώς η Ρωμηοσύνη έχει αποδείξει τις δυνάμεις αδρανείας και αλληλεγγύης προς τους κυριλέδες.

Τέλος, να σημειώσω ότι, όπως μου υπέδειξε και ο Χότζας, ο φθόνος προς τον Βλάχο (με στενή και ευρεία έννοια) χρονολογείται ήδη από την σύσταση του ψευδώνυμου ελληνικού κρατιδίου, με τον δυισμό μεταξύ της βαυαροκρατούμενης τρε κομιλφό (λέμε τώρα) πρωτεύουσας απ' την μια, και της μαύρης υστέρησης απ' την άλλη. Έχει στοιχειώσει το συλλογικό μας υποσυνείδητο και εκπορεύεται συχνά από κολωνακιώτικες παρεούλες μέχρι αυτές να εκθρονισθούν από βλαχοκυριλέδες, οι οποίοι δεν αποκλείεται και να αναπαραγάγουν αυτομισούμενα κλισέ.

  1. Βλαχοκυριλές είναι ένας ενεργότατος μπλόγκερ. Ιδού το αποκαλυπτικό προφίλ του (σ.ς.: νά 'ναι καλά ο άνθρωπος, θά 'χει διαδικτυακό φτάρνισμα):

Είμαι ιδεολόγος Νεοφιλελεύθερος, γουστάρω Καπιταλισμό και Ιδιώτευση. Το όνειρό μου ήταν να γίνω Δημόσιος Υπάλληλος για να αράξω και να χαζεύω το Νεοφιλελευθερισμό με την άνεση μου. Ή να ανοίξω καφετέρια για να πιάσω την καλή και να είμαι ένας μικρός θεούλης (κυρίως στις γκαρσόνες). Εσχάτως κυκλοφοράω με Ζ4 και πουλάω μούρη, να 'ναι καλά το καταναλωτικό της Γιούρομπανκ. Πιτσιρικάς ψήφιζα ΔΑΠ για να κάνω κονέ με γκόμενες στη Μύκονο και πορτιέρηδες στα κλαμπ. Τώρα ΝουΔού δαγκωτό, οι άλλοι είναι για τα ταγάρια...

  1. Από Ελευθεροτυπία:

Ξεδίνεις, ψευτοκουλτουριάρη-βλαχοκυριλέ! Τα κορίτσια που δεν πάνε μέγαρο αλλά φτιάχνονται όταν χορεύουν πάνω στα τραπέζια προκαλώντας τον παίδαρο κάτι ξέρουν περισσότερο για τη ζωή, απ' ό,τι οι συνταξιούχες φιλόλογοι. Τα μπαλέτα, οι χορογραφίες, το σκηνικό είναι πράγματι εντυπωσιακό. Η Βανδή κατεβαίνει κρεμασμένη μ' ένα σχοινί σαν τον Ταρζάν στη σκηνή, ενώ για να εμφανιστεί η Βίσση επιστρατεύεται η... αντιτρομοκρατική. Εμφανίζονται επί σκηνής κουκουλοφόροι κομάντο με προβολείς, τη συλλαμβάνουν, τη δένουν σε μια καρέκλα, τη δέρνουν κι εκείνη ηρωική τραγουδάει με ξεσκισμένο πουκάμισο (νέα μόδα - άλλη εποχή). Επηρεασμένες προφανώς από τις λατινοαμερικάνικες σαπουνόπερες της TV βγαίνουν με γκάμπριο αμάξια και καουμπόικη στολή η Βίσση και η Γαρμπή.

  1. Διένεξη ατονιστη και συνομιλητή του σε φοράδα:

- το αντίθετο του βλαχοκυριλέ εστιατορίου ποιο είναι; Και τι μουσική παίζει;
- ουφ, λοιπον αμερικανια με την καλη εννοια ειναι το Illinois του Sufjan Stevens. αντιθετο του βλαχοκυριλε εστιατοριου ειναι ενα κυριλε εστιατοριο στο οποιο θα ακουγονταν πχ το «Night and the city» των Haden και Barron.
- [...] Ευχαριστώ ειλικρινά για την απάντηση, οπου μαθαίνω οτι το κυριλέ παίζει Haden με Barron , ενώ το βλαχοκυριλέ Haden με Metheny. Άρα τη διαφοροποίηση την κάνει ο δεύτερος οπου χαρακτηρίζεται βλάχος. Ναι; Ερωτάσαι λοιπόν απο ποιό άλλο δίσκο του ξέρεις το Metheny και λές απο κανένα! Έχεις όμως άποψη....
Πώς γίνεται αυτό;

  1. το πανάκριβο Jeep Hammer είναι παραγγελιά ενός « βλαχοκυριλέ » ...
    (Δες).

  2. Όχι, δεν θα γούσταρα ένα βλαχοκυριλέ κάμπριο της Mercedes.
    Πηδ@ω και χωρίς αυτό... :p
    (Δες).

  3. Από το vapsomalliades.blogspot.com.

Πέτρος Κωστόπουλος: Το βλαχοκυριλέ βάψιμο και η αντίστοιχη εμφύτευση.

Ο μικρός Πέτρος ήταν ένα τυπικό παιδί της ελληνικής επαρχίας. Γεννημένος σε μια ταπεινή οικογένεια του μόχθου στην περιοχή του Βόλου, η οποία δύσκολα τα έφερνε βόλτα. Ο πατέρας επαγγελματίας του βολάν (σε γκρι χρώμα τότε), η μητέρα κατά βάσιν οικιακά. Δύσκολα έβγαινε το μεροκάματο και αυτό στοίχιζε στον μικρό Πέτρο, του οποίου η ψυχή εφλέγετο για τα μεγάλα, τα πολυτελή και τα υψηλά…[...] Εντελώς άξεστος και ακαλλιέργητος, τριγύριζε με μακριά μαλλιά (είχε τότε τρίχα μπόλικη και θυσανωτή) στενό τζιν και μαύρο σκαρπίνι με λευκή αθλητική κάλτσα δώθε–κείθε, βαρώντας μυίγες της θεσσαλικής πόλεως. [...].
Ο βαθύτερος στόχος είχε επιτευχθεί. Το βλαχαδερό από το Βόλο, με τον λόγο που μοιάζει με λόξιγκα και με τη βαριά, εκνευριστική θεσσαλική προφορά (που τα «ο» τα μετατρέπει σε «ου» τρώγοντας ταυτοχρόνως τα φωνήεντα και την οποία, χρόνια τώρα, δεν κατόρθωσε να αποβάλει - μια προφορά που μόνο γραφικότητα και θυμηδία αποπνέει), πέτυχε. Τα είχε καταφέρει (α λα ελληνικά…). Από τις άσπρες συνθετικές κάλτσες με τα φτηνά σκαρπίνια πέρασε στα Rossetti, από τα μηχανόβια Perfecto στα Cavalli, από τα «μάλμπουρο» που τα στερέωνε στο διπλωμένο μανίκι του (φτηνού) μακό, στα πούρα, από τα clubs στα μπουζουξίδικα… Οι εκδρομές πια δεν αφορούσαν τα γραφικά χωριά του Πηλίου, αλλά τα Aspen στα Colorado (και, φυσικά, την αναπόφευκτη Μύκονο...).

  1. Το ελληνικό όνειρο δεν απείχε πολύ από το αμερικάνικο, αλλά του έλειπαν δύο βασικά συστατικά: Η πραγματική λάμψη και η ακριβή παραγωγή. Στηρίχθηκε σε δύο άλλα στοιχεία πρωτόγνωρα για τα ελληνικά δεδομένα: Το «βλαχοκυριλέ» στυλ και η κατάκτηση του εύκολου χρήματος.
    (Δες).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Είναι πλέον γνωστόν τοις πάσι, ότι αι γυναίκαι φορούσιν συχνάκις και πολλάκις εσώρουχο τρόπον τινά «μειωμένου εμβαδού», κοινώς στρινγκ. Εξεπλάγην όμως όταν ανεκάλυψα ότι και άρρενες φέρουν τοιαύτο εσώρουχο, με κατεξοχήν εκπρόσωπο τον γνωστό ποδοσφαιριστή Δαβίδ Βεκάμιο εξ Ιγγλετέρας. Έχοντας κατανοήσει τον κίνδυνο, τον οποίο διατρέχει το άρρεν φύλο παρά τοιαύτου εσωρούχου, σας καλώ λοιπόν δια της παρούσης να συνομολογίσομεν και συναποφασίσομεν τα κάτωθι:

Εν. Άνδραι οι οποίοι φορούσιν εσώρουχο στρινγκ θα θεωρούνται και καταδικάζονται ως gay over.

Δυο. Οι άνωθεν φέροντες εσώρουχο τύπου «στρινγκ» θα χαρακτηρίζονται πλέον ως «πουστρινγκ», ήτοι ομοφυλόφιλοι της μεγαλυτέρας τάξεως.

Τρία. Αι δημοτικαί αυτοδιοικήσεις Μυκόνου τε και Τήλου καταδικάζονται, λόγω ενθάρρυνσης των όσων φέρουν «στρινγκ».

Τα ανωτέρω να διαδοθούν εις όλα τα μέλη του παρόντος διαδικτυακού τόπου.

Εν Αθήναι,
Γεώργιος Ζάκκης του Αγαθοκλέους

Αγησίλαος: «Δε διανοήσαι, ω φίλτατε, τι αντίκρυσον εμπρός μου! Ο Ανδροκλής εισήλθε σε κατάστημα εσωρούχω ίνα αγοράσει στρινγκ!!!».

Αγαθοκλης: «Μα δια όνομα του Υψίστου! Και ο Ανδροκλής εστί... πουστρινγκ! Οποία κατάπτωσις πλέον, οποία!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλασσικός ελληνικός γυναικότυπος που θυμίζει αχλάδι. Οι αχλαδομούνες διαθέτουν δυσανάλογα μεγάλη περιφέρεια, ενώ ο κώλος και τα μπούτια τους λειτουργούν ως αποθήκες λίπους και κυτταρίτιδας. Το πρόσωπο, ο κορμός και η κοιλιά τους παραδόξως διατηρούν λεπτά και ντελικάτα χαρακτηριστικά. Από βυζί: στη καλύτερη περίπτωση μπανανόβυζα και στην χειρότερη θηλές-ξεροσφύρι. H πιο διαδεδομένη εγχώρια ποικιλία αχλαδομούνας είναι η λεγόμενη κοντούλα.

Τα καλά νέα είναι ότι, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, οι αχλαδομούνες αντιμετωπίζουν λιγότερους κίνδυνους καρδιοαγγειακών νόσων τόσο από τις μηλαρούδες όσο και από τις φραντζολίνες. Τα κακά νέα είναι ότι δεν υπάρχουν άλλα καλά νέα.

Ενώ η αρχέτυπη αχλαδομούνα είναι ξεπλένω, υπάρχουν πολλές με εκθαμβωτικά πρόσωπα. Όσες δεν το βάζουν κάτω βαλαντώνουν νυχθημερόν με σισύφειο ζήλο στα γυμναστήρια προσπαθώντας σκληρά αλλά επί ματαίω να υπερνικήσουν την γεννητική τους τροχοπέδη. Οι έξυπνες αχλαδομούνες, όπως μας πληροφορεί στα σχόλια το poniroskylo «δεν παιδεύονται να μειώσουν τις περιφέρειες - όπερ ανέφικτο - αλλά να ανοίξουν/φαρδύνουν τις πλάτες».

Οι χειρότεροι εχθροί της αχλαδομούνας είναι το ίδιο τους το DNA καθώς και η μάσα. Η δίαιτα απλώς αποτρέπει τον πλήρη εκφακλανισμό τους, χωρίς να τους χαρίζει την επιθυμητή σιλουέτα

Ο πιστότερος φίλος της είναι η κωλόκρυψη, που πείθει μόνο τους πλέον αγαθομούνηδες. Στην δε προσπάθειά τους να αποκαταστήσουν αναλογίες – Fibonacci, πολλές καταφεύγουν σε εμφυτεύσεις σιλικόνης και λιποαναρρόφηση.

Ινδάλματα κάθε αχλαδομούνας είναι φυσικά οι Jennifer Lopez, η Βeyoncé, η Shakira το ψωλαρμενάκιKim Kardashian και η Κατερίνα Γκαγκάκη.

- Λίλιαν: Θεόμουνό μου εσύ, if I told you had a beautiful body, would you hold it against me;

- Λαόυρα: 'φχαριστώ βρε φιλενάδα, αλλά δεν ήμουν πάντα έτσι. Γεννήθηκα – σνιφ-σνιφ- κλαψ-κλαψ! – αχλαδομούνα!

- Λίλιαν: Δεν το πιστεύω! Και πως έγινες τέτοια κλεψυδρομούνα;

- Λαόυρα: Το κερασάκι στη τούρτα ήταν όταν το slang.gr ανάρτησε μύδι μου με λεζάντα «εκτο-ενδομορφική αχλαδομουνοπατσαβούρα» στο λήμμα σαβουρογαμόσαυρος. Την έκανα αμέσως για San Diego όπου έβαλα ψεύτικες βυζούμπες, έκανα λιποαναρρόφηση, φόρεσα πεοχειλουδάκια και προσέλαβα τον ΡΤΠ για πέρσοναλ τρέηνερ!

- Λίλιαν: Tom Pοusti!!

Βλ. και αχλαδομουνοπατσαβούρα, αχλάδω

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κανονικά, η χαμοκελάηδα ή χαμοκελάδα είναι ένα πουλάκι (τσίου-τσίου και τέτοια). Επιστημονιζέ λέγεται Anthus campestris και αγγλιστί tawny pipit.

Στην αργκό όμως έχει ιδιαίτερη σημασία:

Α) Της αμφιβόλου υπολήψεως (γιατί παρακαλώ;) γυναίκας που σκύβει πάνω απ' τα προβλήματα του κ. Jim Bookie (δηλ. «κελαηδήστε ωραία μου πουλάκια»),

Β) Του υποκριτή, ύπουλου και εν τέλει χαφιέ που κελαηδάει, δηλ. ξερνάει«λέει το ποίμα» (βλ. «Ένα Γελαστό Απόγευμα», 1979, σενάριο Φρέντυ Γερμανός, όπου ο Γ. Μιχαλακόπουλος υπενθυμίζει στο Ν. Κούρκουλο το παρελθόν του πατέρα του επί Κατοχής, λέγοντας «μερικά πουλάκια κελαηδάνε από πολύ μικρά», βλ. και αξιοσημείωτα ανατρεπτική ιστορία του μικρού Λιά στο ανθολόγιο του 1978, που «έψαχνε να βρει το πουλάκι που τα λέει όλα στη μαμά», να του στρίψει το λαιμό!) και

Γ) Γενικόλογο απαξιωτικό χαρακτηρισμό ή χιουμοριστική ψευτο-αδερφίστικη προσφώνηση (κυρίως μεταξύ ανδρών), όπως π.χ. χαμούρα, κουφάλα, ξελότσα, φραγκολουμπίνα, σκλεπού, Λάουρα, πρέσβειρα καλής θελήσεως, μουχρίτσα, κορδελλιάστρα κτλ-κτλ (π.χ. «άντε μωρή κουφάλα, τα κονόμησες πάλι»!)


Δεν είναι η μοναδική περίπτωση που έχουμε το φαινόμενο της προσωποποίησης ζώων για κάποιο ανθρώπινο χαρακτηριστικό (η μυθολογία, η δημοτική ποίηση κλπ έχουν χιλιάδες τέτοια).

Εδώ όμως, στο συμπαθές πετούμενο δεν αποδίδεται -σ’ αυτό καθ’ αυτό- κάποιο γνώρισμα ανθρώπινο ώστε να γίνει η αντιπαραβολή, αλλά είναι λόγω του αστείου ονόματός του, που γίνεται το λογοπαίγνιο (κελαηδάω + χάμω).

Π.χ. Κελαηδάω στην αργκό, σημαίνει «λέω το ποίημα» (ο ρουφιάνος λέγεται και «ποιητής»!), τραγουδώ, παραληρώ (συνήθως υπό επήρεια ουσιών) ή αναπαράγω οποιονδήποτε παράξενο ήχο.

Άλλωστε, ο λαιμός στην κλασσική αργκό λέγονταν τραγουδιστής (το στομάχι ψωμοσάκκουλο ή κουραδομηχανή, τα μάτια γκαβά κλπ) ενώ το αηδόνι ήταν εργαλείο διαρρήξεως όπως σκύλλα, καρακούτσος κλπ που εκτίθενται σε εγκληματολογικά μουσεία.

Το «χάμω» παραπέμπει σε χθαμαλές ή ύποπτες δραστηριότητες (π.χ. χαμοτρώω, χαμηλοβλεπούσα, χαμηλοπέφτης, χαμουτζής) κ.α.

Ούτω πως, στη νεοελληνική έχουμε τις εξής (ενδεικτικά) προσωποποιήσεις ζώων ή φυτών:

  • Μεγαλοκαρχαρίας = μεγαλουσιάνος, ταλαριούχος κλπ (σημειωτέον στην αγγλική loan shark λέγεται ο τοκοσλούρπ),
  • Κοκοβιός = μικρο-μαλάκας
  • Γαλιάντρα = τσαούσα μπαγιάτικη σύζυγος
  • Αλεπού = πονηράκιας (άκου και Μπουγά, που τα εξηγεί ωραία)
  • Νυφίτσα = ύπουλο ζιζάνιο, που χώνει τη μύτη του και σπέρνει διχόνοιες
  • Φάλαινα ή φώκια = υπέρβαρη κι ανοικονόμητη σύζυγος (ή πεθερά)
  • Βουβάλι = θηριώδους διαπλάσεως αλλά συνήθως μικρόνους τύπος
  • Σουσουράδα = σεμνότυφη που τον κρυφοπαίρνει
  • Μοσχάρι = αναίσθητος, αδιάφορος ή βλαξ
  • Κατσίκα ή γίδα ή γκιόσσα = η γλωσσού ή θρασεία γυναίκα
  • Τσαπερδόνα (αρβανίτικο τζαπερντόνε = σαύρα) = πεταχτούλα γκομενίτσα
  • Φυτό = σπασίκλας ή κατάκοιτος σε κώμα (νομίζω το τελευταίο είναι γαλλισμός)
  • Τσουκνίδα = κωλόγρια
  • Χαμομήλι = κοντοπίθαρος
  • Μούσμουλο = χρήμα, ηλίθιος ή σφαίρα (βλ. και ταυτόσημο «δαμάσκηνο» και άκου ρεμπέτικο «από πίσω απ’ τη στρατώνα» 1930 Κ. Καρίπης – Κ. Μπέζος)
  • Τζάνερο = χαζός (Ρουμελιώτικα το κορόμηλο ή ρίκι)

    κ.α. ων ουκ έστιν αρθιμός (sic) χώρια τα σύνθετα (π.χ. γατομούστακος = ο πάσχων από αλωπεκίαση του προσώπου όπως και σπανομαρίας, ποντικομαμή = το μουλωχτήρι κλπ), ενώ τρυγόνα, περιστέρα, παγώνα, ζαργάνα, κουκουνάρα κλπ, αποτελούσαν πάλαι ποτέ ερωτικές προσφωνήσεις της ελληνικής υπαίθρου.

Τέλος, σημειωτέον ότι στην ονοματοπλασία των λαών δεν έφταναν τα υπάρχοντα είδη της χλωρίδας και της πανίδας, αλλά επινοούσαν και φανταστικά όντα, όπως:

  • Πιθηκολιόνταρο
  • Δικέφαλος μαλακοχτυπητής
  • Νοξιανό ζαφούρι (κάτι που δεν ξέρουμε τί ακριβώς είναι)
  • Ζουλάπι
  • Αλεποδράκουλο
  • Αλ(ε)ποκούναβο
  • Αλποτσάκαλο
  • Ο Τίμιος Δικηγόρος (οι Εγγλέζοι που ξέρουν από χιούμορ έχουν στήσει παμπ στην Chancery Lane του Λονδίνου, όπου βρίσκονται τα δικαστήρια με τ’ όνομα «The Honest Lawyer»)
  • Ο Συνεπής Υδραυλικός
  • Ο Μάστορας που δεν κάνει ατσαλιές
  • Ο Πονετικός Γιατρός
  • Ο Δουλευταράς Δημοσιοϋπάλληλος
  • Ο Καλλιγράφος Φαρμακοποιός
  • Ο Μέσος Κοινωνικός Άνθρωπος
  • Ο Καραγκιόζης Φούρναρης
  • Η Γοργόνα με το Μεγαλέξαντρο
  • Ο Σούπερμαν (κατά κόσμον Κλαρκ Κεντ, σύγχρονο παλικάρι του παραμυθιού στο οποίο εναποθέτουν την σωτηρία τους οι μικροαστοί)
  • Ο Καγκασέιρο (Μπραζιλένιος υπερήρωας)
  • Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς (βαλκανικές ιστορίες με βακαλάους-τηγάνια και κόκκινες μηλιές)
  • Ο Μουτρωμένος Αυτοκράτορας (απω-ανατολικές ιστορίες με σούσι-γουώκ και πράσινες κερασιές) κ.α.

    Χωρίς βέβαια να ξεχνάμε την καταγραφή του Χοσέ Λουίς Μπόρχες «Το Βιβλίο των Φανταστικών Όντων» (Μπουένος Άιρες 1967), όπου παρελαύνουν μεταξύ άλλων:

  • Οι Άγγελοι του Σβέτενμποργκ

  • Η Αλυσοδεμένη Γουρούνα της Αργεντινής
  • Ο Α Μπάο-Α Κού
  • Οι Αμπτού και Άνετ
  • Η Αμφίσβαινα
  • Οι Αντιλόπες με τα έξι πόδια
  • Οι Άρπυιες
  • Ο Βασιλίσκος
  • Οι Βαλκυρίες (στον κόσμο είναι λιγοστές, όπως μας πληροφορεί λαϊκός αοιδός)
  • Η Γάτα του Τσέσαϊρ και του Κιλκέννυ
  • Οι Γνώμοι
  • Ο Γρύπας
  • Ο Ελέφαντας που πρόβλεψε τη γέννηση του Βούδα
  • Τα Έλφα
  • Το Ζαρατάν
  • Τα Θερμικά Όντα
  • Ο Ισοπεδωτής
  • Ο Ιχθυοκένταυρος
  • Το Κάμι
  • Τα Καλικατζαράκια
  • Το Καρβουνάκι (Carbuncle)
  • Ο Κατώβλεπας
  • Ο Κένταυρος
  • Ο Κέρβερος
  • Η Κινέζικη αλεπού
  • Ο Κινέζικος δράκοντας
  • Ο Κουτζάτα
  • Οι Κουτσοί Βούφνικς
  • Το Κράκεν
  • Ο Λαγός της Σελήνης
  • Οι Λάμιες
  • Οι Λέμουροι
  • Η Λερναία Ύδρα (και οι πολυμαθείς Σπέτσες)
  • Το Μαλλιαρό Τέρας της Φερτέ-Μπερνάρ
  • Ο Μανδραγόρας
  • Το Μαντιχώρα
  • Ο Μινώταυρος
  • Ο Μπάλνταντερς
  • Η Μπάνσχη (κέλτικα Banshee < ban = γυναίκα)
  • Το Μπάρομετζ
  • Το Μπάχαμουτ
  • Ο Μπούρακ
  • Ο Μυρμηγκολέων
  • Τα Νάγκα (και θεοί πείθονται)
  • Ο Νεκροφάγος
  • Ο Νέσνα
  • Οι Νόρνες
  • Οι Νύμφες (και τα νυμφίδια Θερμαϊκού και λοιπών κόλπων και κολπίσκων)
  • Το Οντραντέκ
  • Ο Ουροβόρος
  • Ο Όφις με τις Οκτώ Διχάλες (και ο Εργοτέλις με τις Εννιά)
  • Η Πανίδα των Καθρεπτών
  • Ο Πέριτον
  • Το Πουλί της Βροχής
  • Το Ρεμόρα
  • Το Ρούκχ
  • Η Σαλαμάνδρα
  • Οι Σάτυροι (γαλλιστί comme fromage)
  • Οι Σειρήνες (ίου-ίου)
  • Το Σιμούργκ
  • Το Σκουώνκ (lacrimacorpus dissolvens)
  • Η Σκύλλα
  • Οι Συλφίδες
  • Η Σφίγγα
  • Ο Τάλως
  • Ο Τ’ αο Τ’ ιέχ
  • Ο Αχέροντας (ό,τι θυμάται)
  • Τα Τζιν
  • Οι Τρόλς (γνωστοί και μη εξαιρετέοι)
  • Το Φαστιτόκαλον
  • Ο Φοίνικας (πας με το 3 Λεωφορείο από Β. Όλγας)
  • Οι Χάνιελ, Κάφζιελ, Άζριελ και Άνιελ
  • Ο Χαοκάχ ο θεός της βροντής
  • Η Χίμαιρα (άχιε με να χιαγαπάω χίμαιρα κλπ)
  • Ο Χοτσιγκάν
  • Ο Χουμπαμπά,

    καθώς και αμέτρητα άλλα που συνάντησαν στις περιπλανήσεις τους οι πιωμένοι ναυτικοί των 16ου – 19ου αιώνα, οι σαλταρισμένοι χίπηδες των 60’ς και ο Λιακόπουλος...

  1. - Πού’ σαι μωρή χαμοκελάηδα;
    - Που’ σαι ρε πεθαμένε;
    (φίλοι)

  2. - Τελικά τί θα γίνει, θα βγούμε το βράδυ με τη Μαίρη;
    - Τσου.
    - Γιατί ρε συ; Αφού σε γουστάρει το εργαλείο...
    - Βρε άσε με, με τη χαμοκελάηδα! Έχει πάρει το μισό Παγκράτι, θες ν’ αρπάξω κανα σκουλαμέντο, για τέτοια είμαστε;

  3. - Καλός άνθρωπος ο κυρ-Γιώργης...
    - Ποιος, ο ψιλικατζής; Κούνια που σε κούναγε κακομοίρη μου! Ξέρεις τί χαμοκελάηδα είν’ αυτός; Αναστέναξε η γειτονιά επί Χούντας με το μπούστη...

η χαμοκελάηδα (από tryager, 18/06/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κατευθείαν από το χώρο της πολιτικής παραφιλολογίας.

Εξόχως μειωτικός χαρακτηρισμός. Επιφυλάσσεται σε βουλευτές και λοιπά στελέχη του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, προσδεδεμένους στο άρμα της Ντόρας Μπακογιάννη. Προσδεδεμένοι σε βαθμό αφοσίωσης και αφοσιωμένοι σε βαθμό αηδίας.

Οι ντοράκηδες είναι πολλοί. Άλλωστε το 90% των εν ενεργεία γαλάζιων βουλευτών, δημάρχων, νομαρχών, συνδικαλιστών κλπ στήριξε Ντόρα στις χθεσινές εκλογές. Κάποιοι ωστόσο είχαν άλλη άποψη...

Κυρίως όμως, όταν γίνεται λόγος για ντοράκηδες, «φωτογραφίζονται» ορισμένα μεγαλοστελέχη, συνήθως εκ παντέρμης Κρήτης ορμώμενοι: Βουλγαράκης, Μεϊμαράκης, Κωστής Χατζηδάκης κ.α. Par excellence οι δύο πρώτοι, γνωστοί γόηδες και μπήχτηδες. Τα πρωτοπαλίκαρα, κάτι σαν Ηρακλείς του στέμματος ένα πράμα...

Οι φαρμακόγλωσσες λένε πως κατά το παρελθόν, αρκετοί ντοράκηδες είχαν σεξουαλικές σχέσεις με την Κυρία, στην προσπάθεια τους να αποκτήσουν την εύνοια του μπαμπά της. Ποτέ όμως δεν την αγάπησαν πραγματικά. Οι φήμες αυτές αναπαρήχθησαν προσφάτως από την καινούρια εφημερίδα του Μάκη, η Ντόρα όμως άσκησε αγωγή και ζητάει 3 μύρια ευρά αποζημίωση για ψυχική οδύνη και ηθική βλάβη κ.λ.π.. Όταν τη ρώτησαν τι θα κάνει τόσα λεφτά, απάντησε με άνεση πως τα θέλει για να εξασφαλίσει τα γεράματά της. Μπιλίβ ιτ.

  1. Kavala Blogs » Το Μποστάνι » ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΑΠΟ EMAΣ ΣΤΗΝ κ. ΝΤΟΡΑ... ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΤΟΡΑΚΗΔΕΣ.... (ΜΕΡΑ ΠΟΥΝΑΙ). Βλ. εδώ.

  2. Οι… Ντοράκηδες!
    Προκαλεί εντύπωση η εμμονή κάποιων «μεγαλοδημοσιογράφων», προοδευτικής, υποτίθεται, απόκλισης να κόπτονται υπέρ της ενότητας της Νέας Δημοκρατίας, χαρακτηρίζοντας μέχρι και... «διχαστική» την προχθεσινή πρωτοβουλία Αβραμόπουλου.
    Βλ. εδώ.

  3. Ντοράκηδες kαι σαμαρικοί στην Κ.Ο.
    Η ΒΕΝΤΕΤΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
    Βλ. εδώ.

Επίσης βλ. ντορίτος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πρόκειται για κλασσικό ελληνικό γυναικότυπο που θυμίζει μήλο.

Οι μηλαρούδες έχουν το κέντρο βάρους τους πάνω από την μέση: διαθέτουν στιβαρούς ωμούς και πλούσια βυζιά, πλαισιωμένα σε μια δυσανάλογα στενή λεκάνη, έναν επίπεδο κώλο και δύο λεπτά πόδια.

Α. Ασύμμετρες αναλογίες
Η αναλογία μέσης - γοφών μιας μηλαρούς είναι στην καλύτερη περίπτωση 0,80 ενώ η χρυσή αναλογία Fibonacci μιας κλεψυδρομούνας κυμαίνεται από 0,6 έως 0,7 το πολύ.

Β. Ασύμμετρες απειλές και ευκαιρίες
Οι μηλαρούδες έχουν ανδροειδή κατανομή λίπους. Συσσωρεύουν τα περιττά λίπη τους ενδοκοιλιακά, κυρίως στην μέση το στήθος και το πρόσωπο, και ωσεκτουτού είναι πιο ευάλωτες σε καρδιοαγγειακά τραλαλά από ότι οι αχλαδομούνες που τα αποθηκεύουν σε μπούτια και κώλο. Σε αντίθεση με τις αχλαδομούνες όμως, με σωστή διατροφή και γυμναστική οι μηλαρούδες χάνουν τα λίπη τους πιο γρήγορα και πιο ομοιόμορφα και μπορούν να προσεγγίσουν τον χαρακτηρισμό «μουνάρα». Εάν όμως παραμείνουν ανεξέλεγκτες, κινδυνεύουν να μεταμορφωθούν σε μπαζοειδείς ανδρούτσους.

Γ. Ασύμμετρο σεξ
Οι προκρινόμενες σεξουαλικές στάσεις, από οπτικής και απτικής απόψεως, είναι οι αντικριστές π.χ. ιεραποστολική, και μηλαρού-από-πάνω καθώς επιτρέπουν την βέλτιστη οπτική τέρψη και απτική ψηλάφηση των πλούσιων βυζιών της μηλαρούς. Αντιθέτως, κάθε μη αντικριστή στάση (π.χ. σκυλίσιο) συνεπάγεται χαμηλό πιτσιλαμπίλιτυ δεδομένου ότι η τυπικές μηλαρούδες είναι τετραγωνόκωλες ωσάν τον Μπόμπ τον Σφουγγαράκη.

[I]Γνωστές μηλαρούδες:[/i] Catherine Zeta Jones, Κate Winslet, Drew Barrymore, Elizabeth Hurley, Angela Merkel, Ντόρα Μπακογιάννη.

Βλ. επίσης: Αρχοντομούνα, κλεψυδρομούνα, λεβεντομούνα, αχλαδομούνα, πιπινέζα, Φρατζολίνα Ζολί

Πέρι: - Ρε συ το Μαριλού – η φίλη του Λίλιαν ντε! – λέει σαν γκομενάκι! Απίστευτο πρόσωπο, βυζί αναφοράς! Κρίμα που ο κώλος της υστερεί λιγάκι καθ’ ότι μηλαρού...

Μένιος: - Τελέρε! Το Μαριλού μετουσιώνει το όνειρο του κάθε μπάι: από βυζί Dolly Parton και από κώλο, Charlton Heston!!!

Πέρι: - Charlton Heston!!! Μ’ έφτιαξες, φιλαράκο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Αυτός ο οποίος μπορεί να αντεπεξέλθει στις δυσκολίες ενός χανγκόβερ, κατέχοντας γνώση ανακατωτικής μαντζουνίων και ικανότητα διαχείρισης κρίσεων ανάλογη με αυτήν του μαγκάιβερ.

Ύψιστο αξίωμα πότη, καθώς τα χανγκόβερ είναι ο εξελικτικός μηχανισμός που επινόησε η πάνσοφος φύσις ούτως ώστε να μην πίνει ο πάσα ένας, αλλά μόνο αυτοί που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες με ανδρεία.

– Ξυπνάω, μαλάκα, χτες μετά την καταστροφή και με τη μία κατεβάζω μισό νεροπότηρο με το ζουμί απ' τ' αγγουράκια τουρσί. Σε 5 ήμουνα τζιτζί.
Άτσα ο χανγκάιβερ!!

(από patsis, 17/01/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία