Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Κοινώς, τον παίρνει. Για ευνόητους λόγους η έκφραση είναι ιδιαιτέρως παραστατική.

Όπως είπε και ο Ισαάκ Νεύτων μεταξύ άλλων, στέκομαι πάνω στους ώμους γιγάντων και δράττομαι της ευκαιρίας να συμπληρώσω την εμβληματική δουλειά του χρήστη tarantula, επεκτείνοντας τη λίστα με τις παρεμφερείς εκφράσεις, μνημείο της ευρηματικότητας και επινοητικότητας του Έλληνος.

Τα παραδείγματα δεν εξαντλούν τη λίστα αλλά αποτελούν μία καλή αρχή προς επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού, ο οποίος είναι η χρήση μίας μοναδικής έκφρασης ανά αδελφή εντός του ελλαδικού χώρου.

τα βερνικώνει τα φασόλια
τα κουνάει τα ζάρια
τα λέει τα κάλαντα
τα τραβάει τα βυζιά της πεταλούδας
τη βάζει τη κάλτσα στο συρτάρι
τη γαργαλάει την μπάμια
τη γυαλίζει την κάννη
τη γυρνάει τη μπετονιέρα
τη ζευγαρώνει την κάλτσα
τη μαδάει τη μαργαρίτα
τη μαδάει την παπαρούνα
τη μαρκαλίζει την κατσίκα
τη ματσακονιάζει τη βάρκα
τη ρυθμίζει την ένταση
τη σουρώνει την κουρτίνα
τη σουρώνει την ψαρόσουπα
τη στύβει την αντσούγια
τη φυσάει την σούπα
τη χαλαρώνει τη βαλβίδα
την αδειάζει την μπομπονιέρα
την ανοίγει την πίσω πόρτα
την ζουπάει την κέτσαπ
την καβουρδίζει την καραμέλα
την καθαρίζει την οδοντόβουρτσα
την καίει τη βάτα
την καρφώνει την μπαγλαντόπηχα
την καρφώνει την τσιμούχα
την κομποζάρει την πολυθρόνα
την κουνάει την αχλαδιά
την κουνάει την καμπάνα
την κρατάει την τιάρα
την κυνηγάει την πέρδικα
την ματσακονιάζει τη βάρκα
την ξελεπιάζει την ζαργάνα
την ξεφλουδίζει τη μπανάνα
την ξυρίζει τη μασχάλη
την οπισθογραφεί την επιταγή
την παριστάνει τη μπασκέτα
την παριστάνει τη σκούπα
την πλένει την εξωλέμβιο
την τζαγκουρνάει την πεύκα
την τινάζει την βερικοκιά
την τυπώνει τη σελίδα
τις βλέπει τις ειδήσεις των 8
τις γυρίζει τις μπριζόλες
τις μαζεύει τις ελιές
τις παίζει τις χορδές
το αλατίζει το γιαούρτι
το αρμέγει το φίδι
το βάζει το βέλος στη φαρέτρα
το βάζει το καλαμάκι στο φραπέ
το βάζει το ταψί στο φούρνο
το βγάζει το καπέλο
το βιδώνει το τιρμπουσόν
το γρασάρει το ρουλεμάν
το γυαλίζει το πόμολο
το γυαλίζει το σκαρπίνι
το γυαλίζει το φυνιστρίνι
το δαγκώνει το αντίδωρο
το δαγκώνει το μαξιλάρι
το δένει το μπουρνούζι
το δίνει το μπουρμπουάρ
το διπλώνει το σεντόνι
το εξαερώνει το καλοριφέρ
το ευλογάει το γένι
το ζυμώνει το μπιφτέκι
το καβουρδίζει το φιστίκι
το κανελώνει το ριζόγαλο
το καταπίνει το κουκούτσι
το κουνάει το μίλκο
το κουρδίζει το ρολόι
το κρατάει το δόρυ
το κρεμώνει το γαλακτομπούρεκο
το κρύβει το σαλάμι
το λαδώνει το σασμάν
το λαδώνει το τηγάνι
το λερώνει το πουκάμισο
το μαζεύει το λάστιχο
το μακιγιάρει το μπαρμπουνάκι
το μασουλάει το τουλουμπάκι
το μαστιγώνει το δελφίνι
το ματώνει το γόνατο
το μελώνει το παστέλι
το ξεβγάζει το πινέλο
το ξεπλένει το μαρούλι
το ξύνει το μολύβι
το ξυρίζει το ακτινίδιο
το πάει σούζα το τρίκυκλο
το πάει το γράμμα
το παρκάρει το μηχανάκι
το πατάει το γκαζι
το πεταλώνει το μυρμήγκι
το πιπιλίζει το καλαμάκι
το πλάθει το σουτζουκάκι
το πνίγει το κουνέλι
το ρουφάει το μύδι
το σηκώνει το σακάκι
το σηκώνει το χειρόφρενο
το σκουπίζει το μπαλκόνι
το στρώνει το σεντόνι
το στύβει το λεμόνι
το σφίγγει το καπάκι
το σφίγγει το μπουλόνι
το σφουγγαρίζει το κατάστρωμα
το τεντώνει το σεντόνι
το τινάζει το χαλί
το τραβάει το καζανάκι
το τρίβει το πιπέρι
το τσουλάει το διφραγκάκι
το τυλίγει το καλώδιο
το φοράει το περουκίνι
το φτύνει το κουκούτσι
το φυσάει το αχνιστό
το φυσάει το καλάμι
το χαϊδεύει το τριζόνι
το χαστουκίζει το δελφίνι
το χορεύει το λάτιν
το ψέλνει το ευαγγέλιο
το ψήνει το μπιφτέκι (κι από τις δυο μεριές)
τον αδειάζει το σκουπιδοτενεκέ
τον απλώνει τον τραχανά
τον αχνίζει τον κουραμπιέ
τον βάζει τον φορτιστή στην πρίζα
τον βαφτίζει τον Αλβανό
τον βοσκάει τον κένταυρο
τον βουτάει τον κολιό στο ξύδι
τον γυαλίζει τον αστακό
τον ζωγραφίζει τον πίνακα
τον κάνει τον σημαιοφόρο
τον μπουγελώνει τον παπαγάλο
τον ντραλονάρει τον καναπέ
τον ξεπατώνει τον αργαλειό
τον ξηλώνει τον καβάλο
τον πάει καλά τον σκαραβαίο
τον πάει τον απορροφητήρα
τον παλουκώνει τον δράκουλα
τον πασπαλίζει τον κουραμπιέ
τον πνίγει τον ιππόκαμπο
τον στρίβει τον ντολμά
το τινάζει το μυτζηθροκούλουρο
τον τσουρουφλίζει τον αστακό
τον φεσώνει τον περιπτερά
τον φτύνει τον ταραμά

Αξιοσημείωτο είναι το φαινόμενο ότι η συνδήλωση της ομοφυλοφιλίας οφείλεται αποκλειστικά στα συμφραζόμενα και τα εξωγλωσσικά στοιχεία και την σύνταξη προληπτική αντωνυμία + ρήμα + έναρθρο ουσιαστικό και καθόλου στις λέξεις που αποτελούν τη φράση. Έχουμε, δηλαδή, το φαινόμενο της υπό συνθήκες παραγωγής νοήματος από την σύνταξη της πρότασης και μόνον, εξ ου και η εν τέλει ανεξάντλητη ποικιλία των φράσεων αυτού του τύπου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ή αλλιώς πορδή... Γνωστή προφανώς η σημασία της λέξης και κάθε άλλο παρά slang έννοια... Σε ένα blog όμως βρήκα ένα ξεκαρδιστικό κατάλογο από είδη κλανιών που πραγματικά είναι εξαιρετικός! Προτού παραθέσω τα γραφόμενα του blog, σημειώνω ότι στο site υπάρχουν ήδη κάποια είδη που αναφέρονται(κομπολογάτη)...

Λεβεντόπορδος

Το λέει και το όνομα… περήφανος που δεν διστάζει να λέει τα πάντα, μα τα πάντα με το όνομά τους. Που δεν ντρέπεται για αυτό που είναι!! Και το φωνάζει σε κάθε ευκαιρία!!! Μπορεί να τον συμπαθήσεις, να τον μισήσεις, ή να σε κάνει να χαμογελάσεις, να γελάσεις ή ακόμα να μουτρώσεις ή ακόμα και να ξινίσεις. Σε κάθε περίπτωση κερδίζει τον σεβασμό. Να έχεις πάντα το θάρρος της γνώμης σου!

Σωβρακοξεσκίστρα

Και ξαφνικά όλα γύρω σου τρέμουν! Πέφτει η τάση του ρεύματος, ξεκρεμάνε τα κάδρα και σπάνε όλα τα γυαλικά, τα τζάμια ραγίζουν και εσύ τα έχεις χαμένα. Αναρωτιέσαι αν μόλίς τώρα πέρασε ένα αεροπλάνο… Μήπως ρε παιδί μου ξύπνησε η μάνα Γη και τρέμει το έδαφος, μήπως ενεργοποιήθηκε το ρήγμα των Κυθήρων. Όχι αγαπητά μου ρεμάλια. Απλά έκανε την εμφάνισή της η σωβρακοξεσκίστρα. Γρήγορη, άμεση, αποτελεσματική που καμιά ραφή εσωρούχου δεν μπορεί να αντισταθεί στη δύναμή της, που κανένα ντεσιμπελόμετρο δε μπορεί να μείνει ασυγκίνητο. Κανένα κεφάλι δε μπορεί να γυρίσει με απόλυτη ανησυχία.

Κομπολογάτη

Μην είναι 10 να πάρω δρόμο; Μην είναι 100 να πάρω το ασθενοφόρο; Μην είναι 1.000 να πάρω τον πούλο; Εντάξει ρεμάλια, 1.000 δύσκολα θα έφτανε κανείς (όποιος φτάσει… πάνε τα φυτά της διπλανής αυλής) αλλά τα 10, 20 άντε 30 είναι ένα λογικό νούμερο… και μπορεί να επιτευχθεί με λίγη παραπάνω προσπάθεια. Οι καλά εκπαιδευμένοι πισινοί μπορούν να την αναπαράγουν σε κάθε στάση-θέση, ενώ οι λιγότεροι έμπειροι χρησιμοποιούν το περπάτημα “δεκανίκι” ώστε σε κάθε τους βήμα να αμολούν και μία! Κάνει ωραίο εφε στη παρέα καθώς όλοι προσπαθούν να τις μετρήσουν για να δουν μέχρι που αντέχει η χάρη τους…

Παραπονιάρα

Αν η θλίψη που αφήνει πίσω της, δεν κάνει κανέναν να δακρύσει, τότε το μοιρολόι της δεν θα άφηνε κανέναν ασυγκίνητο! Εκφράζει το ανολοκλήρωτο, το πιεσμένο, αυτό που ήθελε να βγει και να μιλήσει αλλά ποτέ δεν είχε την ευκαιρία. Ενός λεπτού σιγή σας παρακαλώ αγαπητά ρεμάλια!!

Θου-Βου (Θανάσιμα Βρομερή)

Εδώ αγαπητά μου ρεμάλια τα πράγματα σοβαρεύουν απότομα! Εδώ τα παιδιά ξεχωρίζουν από τους άντρες! Πίσω από τις αστείες και χιουμοριστικές ταινίες που κρύβει το όνομά της, κρύβεται το δράμα, η ασφυξία και η προσπάθεια για επιβίωση. Η Θου-Βου δεν παίρνει ποτέ αιχμάλωτους. Δεν καταλαβαίνει από γυναικόπαιδα. Μόλις σκάσει η βόμβα… ο σώζων εαυτόν σωθείτω. Κατευθυνθείτε προς την πλησιέστερη έξοδο και κρατήστε την αναπνοή μας! Α, και αγαπητά ρεμάλια… προς Θεού, μην ανάψετε αμέσως τσιγάρο! Κίνδυνος ανάφλεξης!!

Βεντουζωτή
Εκεί ρεμάλια που νομίζαμε πως όλα αντιμετωπίζονται με το άνοιγμα του παραθύρου και μιας πόρτας για την δημιουργία ρεύματος… (ΑερίζουμεεεΕεεεεΕΕΕΕ) ή ακόμα και το πέρασμα του χρόνου, που συνήθως γιατρεύει τα πάντα, η Βεντουζωτή έρχεται να ανατρέψει όλη μας την κοσμοθεωρία και όλους τους νόμους της Φυσικής! Γιατί επιμένει παρότι το παράθυρο παραμένει ερμητικά ανοικτό! Παραμένει αλώβητη παρόλο που ανοίξαμε και την πόρτα διάπλατα, ακόμα και αν ανοίξαμε ότι ανοίγει με το έξω κόσμο… μέχρι και το απορροφητήρα της κουζίνας!!!! Και αφού της δώσαμε και αρκετή ώρα να αποδράσει με την ησυχία της, εκείνη παραμένει στο χώρο και με το που μας βλέπει μας κλείνει πονηρά το μάτι!!!

Κρότου - Λάμψης

Εντυπωσιακή, σαν την γκομενάρα με το φοβερό σώμα που σκάει μύτη στην παραλία το καλοκαίρι! Αλλά και ακίνδυνη σαν την γκομενάρα που δεν μπορεί να ρίξει εκείνο το παιδί στην παραλία που εξέχει το πλωμάρι του 10 εκατοστά από το μαγιό του…. Αυτή είναι κρότου-λάμψης, μαγκιά, κλανιά και κώλο φινιστρίνι (κυριολεκτικά, και μεταφορικά). Σαν λιοντάρι που τρώει μόνο το γρασίδι, τρομάζει τους πάντες με την πυγμή και την αποφασιστικότητά της και εκεί που όλοι περιμένουν τα χειρότερα, αποδεικνύεται για false alarm. Κάτι σαν άσκηση ετοιμότητας πάνω κάτω…

Μουλωχτή (Ή ύπουλη ή τζούφια)

Δεν την πιάνει το μάτι σου, αλλά την πιάνει όμως η μύτη σου! Ίσα που ακούγεται και κάνει αισθητή την παρουσία της! “Ψωράλογο” λες, μόνο που μετά από την λέξη “ψωράλογο” που θα πείς, σηκώνεται στα πίσω πόδια, και τρέχει σαν αστραπή! Η μουλωχτή θέλει το χρόνο της να εξαπλωθεί και να κατακτήσει το χώρο και να επιτεθεί με την ησυχία της. Μην την υποτιμήσετε ποτέ αγαπητά ρεμάλια! Αλλιώς την βάψατε!

Μακράς Διάρκειας (Ή LP)

Ανακαλύψτε τα όρια σας! Γιατί συνεχίζει συνεχίζει συνεχίζει συνεχίζει… και κερδίζει! Δεν καταπιέζεται καθόλου. Ότι έχει να το πει, θα το πει, χωρίς το άγχος χρόνου καθώς δεν κάνει οικονομία χρόνου! Θα πλατειάσει, θα φλυαρήσει, θα επεκταθεί, θα επαναλάβει τις ίδιες κουβέντες. Θα εντυπωσιάσει, θα σχολιαστεί, θα προκαλέσει δέος, θα αποστομώσει τους πάντες. Δεν σηκώνει όμως πολλά πολλά! Όταν καπνίζει ο λουλάς, εσύ δεν θα πρέπει να μιλάς! Μην την διακόψετε… που θα πάει θα ολοκληρώσει….

Αγχωμένη
Πρέπει να “τα πει” αλλά ντρέπεται τι θα πει ο κόσμος για αυτήν! Φοβάται μην πει τίποτα παραπάνω από αυτά που θέλει να πει! Φοβάται μην φωνάξει αυτό που θέλει να πει, παραπάνω από ότι πρέπει. Αλλά αν δεν μιλήσει, θα σκάσει! Το άγχος είναι ολοφάνερο! Προσπαθεί να είναι σύντομη και αθόρυβη. Να προλάβει να ολοκληρώσει ότι έχει να πει, στα λίγα δευτερόλεπτα από την ώρα που ο καλός κύριος της ανοίξει την πόρτα να μπει, μέχρι να κάνει το γύρω του αυτοκινήτου εκείνος και μπει και κάτσει δίπλα της. Να εκμεταλλευθεί έναν ήχο που θα παραχθεί από έξω και προλάβει να καλυφτεί και να καλύψει τα ίχνη της. Είναι όμως καταπιεσμένη, γιατί νιώθει μη κοινωνικά αποδεκτή και αυτό το στίγμα θα την κυνηγάει για πάντα.

Παιχνιδιάρα

Το μέτρο και τα σταθμά χάνονται! Όλοι οι κανόνες παραμερίζονται και ξεχνιούνται για όσο η χαρωπή και παιχνιδιάρα αναλάβει να σκορπίσει το κέφι γύρω της! Ξεκινάει αργά και αναγνωριστικά και στην συνέχεια ανεβάζει στροφές, γίνεται και λίγο κομπολογάτη και ρίχνει μερικά σκασίματα σαν παλιά εξάτμιση και συνεχίζει στο δικό της τέμπο, όσο βέβαια της επιτρέπουν οι δυνάμεις της! Σε όσο κακή διάθεση και να είσαι δεν μπορείς να μην της σκάσεις ούτε ένα χαμογελάκι. Ειδοποιεί επίσης τον σκύλο ότι είναι ώρα για να φάει!

(http://www.rhodesblogs.gr)

«Μιλάνε» άπο μόνες τους!!

(από Galadriel, 04/03/09)Να και μία του Πάγκαλου που θα έπρεπε να απογορευτεί με διεθνείς συνθήκες! (από Cunning Linguist, 21/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πάμπολλες από τις εκφράσεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά, κυρίως πια αστειευόμενοι ή χαριτολογώντας, προέρχονται από την βίβλο, τους ψαλμούς του Δαβίδ, τις επιστολές των αποστόλων, τα Ευαγγέλια, την Αποκάλυψη κλπκλπ.

Μερικές σλανγκίζονται άγρια (ή μάλλον η σλανγκ αντλεί την έμπνευσή της από την παραποίησή τους) και εδώ ας με συχωρέσουν οι θεοσεβούμενοι που θα πλακώσουν με μηνύσεις μόλις τσιμπήσουν το λήμμα αυτό: δεν έχω διάθεση να προσβάλω ή να κοροϊδέψω τα θεία και όσους πιστεύουν σε αυτά, απλώς, με ορισμένα λυνξ* που δίνω, θέλω να επισημάνω πώς, κάμποσες από τις πρόστυχες εκφράσεις, δεν θα υπήρχαν (ή, ακόμα χειρότερα για τους θεοσεβείς: δεν θα είχαν καμία επιτυχία και πέραση) αν μέσα στο συλλογικό υποσυνείδητο δεν ήταν καταγεγραμμένες οι εκφράσεις των ιερών κειμένων.

Από κει και πέρα, υπάρχουν πολλές άλλες που δεν είναι απαραιτήτως σλανγκ, αλλά μιας και χώσαμε εδώ την Χάβρα, το Άρον-άρον και άλλα, είπα να καταγράψω όσα μπόρεσα.

Πηγές μου οι Εξομολογήσεις του Αγίου Αυγουστίνου και το σάιτ που αναφέρεται στο παράδειγμα. Εννοείται ότι δεν είναι εξαντλητικό το ανθολόγημά μου. Στο εν λόγω σάιτ θα βρείτε κι άλλα. Και υποθέτω ότι αν κάτσει κανείς να μελετήσει τους Ψαλμούς, θα βρει πολλά περισσότερα. Αλλά προς το παρόν, μέρες πού 'ναι, ιδού αυτά τα ολίγα.

Εννοείται ότι δεν έχω βάλει στον κατάλογο τα χιλιάδες Φως των ματιών μου / της χαράς μου / της ζωής μου, Θησαυρέ μου και λοιπές, ερωτικές στην ουσία, προσφωνήσεις-εκκλήσεις του απεγνωσμένου Αυγουστίνου προς τον θεό του.

*Μπορεί να μην τα θυμήθηκα όλα, παρακαλώ λοιπόν τους συμμοντουλαίους να χώσουν ό,τι θυμηθούν, στω.

Από Αυγουστίνο

  1. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου (Αυγουστίνος, βιβλίο Δ, παρ. 22)
  2. Από μέρα σε μέρα (Σειράχ 5,7)
  3. Εν ριπή οφθαλμού (Προς Κορινθίους Α, 15,52)
  4. Κατά πρόσωπο (Ψαλμοί 49,21)
  5. Κυλισμένος στη λάσπη (Ψαλμοί 68,3)
  6. Προφάσεις εν αμαρτίαις (Ψαλμοί 140,4)
  7. Σηκώσατε κεφάλι (Ψαλμοί 72,9)
  8. Σημεία και τέρατα (Ιω., 4,48)
  9. Φτού Φυλακήν τω στόματί μου (Ψαλμοί 140,3)
  10. Φως των ματιών μου (Ψαλμοί 7,9-11)

Από εδώ

  1. Aνάστα ο Κύριος (Ψαλμοί)
  2. Αγρόν αγόρασε (Λουκ. ιδ΄, 18).
  3. Άκουσον, άκουσον (Π.Δ. 2 Βασιλ., κ΄, 16)
  4. Αλλουνού παπά Βαγγέλιο
  5. Ανακατεμένος ο ερχόμενος (παρωδία από Ματθ., κα΄, 9)
  6. Απ' τον καιρό του Νώε (Π.Δ. Γεν., στ΄,9)
  7. Άπιστος Θωμάς (Ιω., κ΄, 25)
  8. Από Θεού άρχεσθαι
  9. Αποδήμησε εις Κύριον
  10. Απολωλός πρόβατο (Λουκ., ιε΄,6)
  11. Άρον άρον (Ιω., ιθ΄, 15)
  12. Βίος και πολιτεία
  13. Βρώμα κι δυσωδία (από τη νεκρώσιμη ακολουθία Δαμασκηνού)
  14. Γενεές δεκατέσσερις (Ματθ. α΄, 17)
  15. Γίνηκε θέατρο στον κόσμο (Προς Κορινθίους επιστολή Παύλου)
  16. Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις (Ευαγγελικό)
  17. Δεν είν' άξιος ούτε τα κορδόνια μου να λύσει (Ευαγγελιστής Ιωάννης)
  18. Έδωσε τόπο στην οργή (Προς Ρωμαίους 12-19)
  19. Εκ του πονηρού (Ματθ., ε΄, 37)
  20. Έλιωσε σαν το κερί (όρθρος, Κυριακή του Πάσχα)
  21. Εν τόπω χλοερώ (νεκρώσιμη ακολουθία)
  22. Έσκαψε το λάκκο του (Δαβίδ)
  23. Κακήν κακώς (Παραβολή αμπελώνα)
  24. Κάνει τη λευκή περιστερά
  25. Κεκλεισμένων των θυρών (Ιωάν., κ΄, 19.)
  26. Κλαίει κι οδύρεται (Από στιχηρό του εσπερινού της Απόκρεω)
  27. Κοντός ψαλμός αλληλούια
  28. Κορβανάς (Μαρκ., ζ΄, 11 & Ματθ., κζ΄, 6)
  29. Κουστωδία (Ματθ., κζ΄, 65)
  30. Κρανίου τόπος (Ματθ., κζ΄, 33 & Ιωάν., ιθ΄, 17. Απόδοση)
  31. Λιμοί, σεισμοί, καταποντισμοί (Ματθ., κδ΄, 7)
  32. Λύνει και δένει (Ματθ.)
  33. Μέλι γάλα (Ακάθιστος ύμνος και Άσμα Ασμάτων δ' II)
  34. Μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας (Παύλου, 1 Κορινθ., ιε΄, 42)
  35. Μη μου άπτου (Ιωαν., κ΄, 17.)
  36. Μη με πιλατεύεις (Λουκ., κγ΄, 1-25.)
  37. Ξίδι
  38. Ο ήλιος βγαίνει για όλο τον κόσμο (Ματθ. ευαγγέλιο)
  39. Ο θάνατός σου η ζωή μου (Ιωάννη Δαμασκηνού)
  40. Ο νοών νοείτω (Καινή Διαθήκη)
  41. Ό,τι σπείρεις θα θερίσεις (Παύλου, Γαλάτ.)
  42. Όσο η ανατολή απ' τ' δύση (Ψαλμοί)
  43. Ουαί κι αλλοίμονό σου
  44. Ούτε φωνή ούτε ακρόαση (Π.Δ. 3, Βασιλ., ιη΄, 26)
  45. Πανταχού παρών (Προσευχή του Παρακλήτου)
  46. Περίοδος ισχνών αγελάδων (Π.Δ. Γέν., μα΄, 3)
  47. Σιγά τον πολυέλαιο
  48. Στο δόξα πατρί
  49. Τα καλά και συμφέροντα
  50. Τι μέλλει γενέσθαι (Αποκάλυψη, α΄, 19).
  51. Του ‘ψαλε τον εξάψαλμο (από τους έξι ψαλμούς της αρχής του όρθρου)
  52. Χάβρα Ιουδαίων
  53. Χάθηκε από προσώπου γης (Π.Δ. Γέν. δ΄, 14)
  54. Χαράς ευαγγέλια (εσπερινός του Ευαγγελισμού)
  55. Χτίζει στην άμμο (Ματθ. ευαγγέλιο)
  56. Ως εκ θαύματος (Από εσπερινό Κυριακής)

Σλανγκ που αναφέρεται σε χριστιανικά φαινόμενα, χωρίς να αντλείται κατ’ ανάγκη από ρήσεις της Βίβλου ή εκκλησιαστικούς θεσμούς

  1. αγιασμός
  2. αγριοχρίστιανος
  3. αδιάβαστος (πήγε)
  4. άνοιξε το τριώδιο
  5. άξιος άξιος!!!
  6. Αρσένιε, τα ομόλογα να είναι δομημένα!
  7. αρσενοκνίτης
  8. ασαράντιστος είσαι;
  9. βαλτοπαίδι
  10. βάπτισμα
  11. βοθροδοξία
  12. βυζαντινοτέτοιος
  13. βυζαντινοφωνίξ
  14. γυναίκα από σόγια
  15. έγινε το ανάστα ο Κύριος
  16. εισπήδησις
  17. έπιασε τον πάπα απ' τα αρχίδια
  18. Επιτάφινγκ
  19. θεία μετάληψη
  20. κηδεία
  21. ... λαβών ο Ιησούς άρτον και ευλογήσας έκλασε και δους τοις μαθηταίς... (Ματθαίος 26/κς΄ 26-29).
  22. λήμμα, ο απεδοκίμασεν ο Μπαμπινιώτης, τούτο εγενήθη εις κεφαλήν της σλανγκ
  23. McΣαρακοστή / Mcσαρακοστιανά
  24. μαρξορθόδοξος, ο/με Μαρξ, ορθοδοξία και μια ζεϊμπεκιά
  25. μας πιάσανε στα πράσα και δεν φοράμε ράσα
  26. μοναχισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού
  27. μοναχοπώλιο
  28. Μπιγκ Μακ
  29. νηστεύω τα νηστίσιμα
  30. νηστίσιμη
  31. ο αναμάρτητος πρώτος χορεύει μπαλέτο
  32. ο γάμος
  33. όλα τα θυμιατά πάνω μου, εδώ σε μένα!
  34. παπαράτσι
  35. πέτρα του σκανδάλου
  36. Πιάνω στασίδι
  37. Πιο αργός από τον επιτάφιο
  38. σαν ταμένο
  39. σαρακοστιανός - σαρακοστιανή
  40. σκύψε ευλογημένη
  41. του κώλου τα εννιάμερα

Χριστοσλάνγκ:

  1. βλέπω τον Χριστό φαντάρο (I saw G.I. Christ)
  2. δεν καταλαβαίνω Χριστό
  3. έλα Χριστέ και μπούκωνε
  4. θέλοντας ο βλάχος, μη θέλοντας ο ζωγράφος, βάλανε στον Χριστό κόκκινα τσαρούχια
  5. ο Χριστός και ο Απόστολος Γκλέτσος
  6. ο Χριστός κι η μάνα του!
  7. ο Χριστός κι ο δούλος
  8. προσκυνώ την πορδούλα σου, Χριστούλη μου!
  9. σερβιτόρος ο Χριστός
  10. σταυρόχριστοι
  11. τον Χριστό σου Ανέστη
  12. Χριστέ και Χατζηπαναγιά μου
  13. χριστέμπορας
  14. χριστιανοταλιμπάν
  15. χριστιανοτρόλ
  16. χριστιανόφατσα
  17. χριστιανόφουστα
  18. χριστοπαναγίες

Παπαδοσλάνγκ:

  1. αγγέλους και παπάδες
  2. αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας
  3. η ζέστη, τα λόγια του παπά...
  4. ή παπάς παπάς, ή ζευγάς ζευγάς
  5. θα δεις παπά κώλο
  6. κλασοπαπαδιά
  7. μπλέκω σαν τον παπά στα βάτα
  8. ούτε στον παπά
  9. παίζω παπάδες
  10. παπαδαριό
  11. παπατζής
  12. παπάς
  13. παπάτζα (το παπαδαριό)
  14. παπατζιλίκι
  15. πρωκτόπαπας
  16. σιγανοπαπαδιά
  17. τραγόπαπας
  18. τρεις παπάδες με μαγιό
  19. τώρα που βρήκαμε παπά, ας θάψουμε πεντ’ έξι

μέρος της Παπαδοσλάνγκ είναι και λίγη Ναρκοσλάνγκ:

  1. αρχιεπίσκοπος
  2. παπαδάκι
  3. παπαδέρα

και τέλος, τα γαμοσταυρίδια, τα χριστοπαναγίδια, οι χριστοπαναγίες και ολίγη Παναγοσλάνγκ:
1. είμαι σκέτη Παναγία
2. Παναγία η Κτηματομεσίτρια

(από electron, 30/12/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ακολουθεί απόπειρα συγκεντρωτικού λήμματος για το συμπαθές αυτό αξεσουάρ.

• Όταν σου πέφτει ή σου πετάνε στο κεφάλι ένα αντικείμενο, τότε λες «μου ήρθε καπέλο», «μου το έφερε καπέλο».

• Πουλάνε με καπέλο, καπέλο στις τιμές, δηλαδή πουλάνε ακριβότερα απ' ότι πρέπει, πάνω από το μέγιστο νόμιμο. Bλ. καραβίσιος, βαπορίσιος.

Ψάθινα καπέλα.

Μουνί καπέλο.

• Αυτό είναι άλλο καπέλο, δηλαδή αυτό είναι άλλο θέμα, άλλου παπά βαγγέλιο.

• Παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω, (όπως έκανε τη μέρα του γάμου του ο Γιώργος Κωνσταντίνου στο «Η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα»). Λίγο πριν, η Μάρω Κοντού τον είχε καπελώσει, οπότε περνάμε στο:

• Καπελώνω. Βγαίνω από πάνω, επισκιάζω, παίρνω το πάνω χέρι σε μία σχέση, σε μία ομάδα, το παίζω αρχηγός σε μία κοινή προσπάθεια, υποβαθμίζοντας τον ρόλο των υπολοίπων, οι οποίοι πλέον λέγονται καπελωμένοι και η πράξη λέγεται καπέλωμα.

• «Ψηλά καπέλα», αποκαλούμε αυτούς που αντιμετωπίζουν αφ' υψηλού την πραγματικότητα, είτε λόγω πλούτου και τάχαμου κοινωνικής ανωτερότητας, είτε λόγω τάχαμου πνευματικής ανωτερότητας. Βλ. και το «δεν γαμείς ψηλά καπέλα».

• Σου βγάζω το καπέλο. Ρισπέκ. Σέβομαι απεριόριστα.

Γούστο μου και καπέλο μου και καουμποϊλίκι μου!.

Να σώσω το καπέλο. Τζογαδόρικη σλανγκ.

• Ταριφοσλάνγκ. Καπέλο αποκαλούν οι ταρίφες την ταμπελίτσα ΤΑΧΙ που έχουν στην οροφή του αυτοκινήτου.

Βλέπε επίσης το «βγάλ' τη σκούφια σου και βάρα με» καθώς και το «πετάω τη σκούφια μου».

Τα ευρωπαϊκά καπέλα, ημίψηλα, καθιερώθηκαν μεταξύ 1830-1880. Μέχρι τότε καπέλο δεν είχανε δει τα άγια τούτα χώματα, που κακά σκουριά δεν πιάνουνε, λέμε τώρα. Ο λαουτζίκος φορούσε κούκους, σκούφιες, φέσια, σαρίκια, κεφαλομάντηλα, μαντήλες, (τσεμπέρια) οι γυναίκες και άλλα ωραία.

Όταν πρωτοεμφανίστηκε το καπέλο, μαζί με την ευρωπαϊκή φορεσιά, (κουστούμι), αντιμετωπίστηκε με την δέουσα ειρωνεία και σκώμμα από την λαϊκή σάτιρα. Σχετική η φιγούρα του Ζακυνθινού Σιορ Διονύση στον Καραγκιόζη που σατιρίζει το ευρωπαϊκό ντύσιμο.

Ο Καζαντζάκης στον Καπετάν Μιχάλη, (μπούρδα μυθιστόρημα, αλλά γεμάτο αυθεντικές πληροφορίες για τον παλιό Χάνδακα), χρησιμοποιεί την λέξη «ψαλιδόκωλος» γι΄ αυτούς που φοράνε φράκο.

Η μαρίδα γιουχάριζε τους ευρωπαίους περιηγητές που σκάγανε μύτη στην Ψωροκώσταινα με την παράξενη αμφίεσή τους.

Το καπέλο σιγά σιγά όμως πέρασε και στις λαϊκές τάξεις. Βλ. το γνωστό άσμα για τον Μπάρμπα Γιάννη κανατά, που φορούσε «ψηλό καπέλο και παπούτσια λάστιχα».

Θησαυρό σχετικών γνώσεων και πληροφοριών (αλλά και σλανγκ εκφράσεων) αποτελεί η «Η τραγιάσκα» του Ηλία Πετρόπουλου.

Τα περισσότερα τα έχουμε, οπότε δεν βάζω παράδειγμα. Επίσης οι περισσότερες εκφράσεις είναι κλασικές και υπάρχουν και στα λεξικά, οπότε ούτε κει βάζω παραδείγματα. Περιορίζομαι στα εξής :

  1. Φίλε, για να κάνω επιλογή, πρέπει όχι μόνο να έχω κατεβάσει σημαία, αλλά και να έχω μαζέψει το καπέλο. Αν έχεις σηκωμένο το καπέλο, πρέπει να πάρεις τον πελάτη, ακόμα και αν πηγαίνει στου διαόλου το κέρατο, διαφορετικά μπορεί να σε καταγγείλει. (εξειδικευμένη ταριφολογία για προχωρημένους).

  2. Αισχρές γυναίκες τράβαγαν εκεί τους ναυτικούς,
    κάποια μ' άρπαξ' απότομα, γελώντας, το καπέλο
    (παλιά συνήθεια γαλλική του δρόμου των πορνών)
    κι εγώ την ακολούθησα σχεδόν χωρίς να θέλω. (Ν. Καββαδίας, Μαραμπού).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

ΤΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΟΥ ΜΑΓΚΑ (1932)
Πέτρος Κυριακός

Το 'χα βρει (και γαμώ τα τραγούδια), την είχα καταβρεί (και γαμώτο λεξιλόγιο) και, με τη λεξικομανία που με δέρνει, είχα βαλθεί να το «ερμηνεύσω» για τους γαλλόφωνους ελληνολάτρες που κάνανε κωλοτούμπες για να μάθουν μάγκικα της (τότε) πιάτσας (τρομάρα τους, ούτε κανονικά δικά μας δε σκαμπάζουν). Μου 'χε πάρει αρκετές βδομάδες για να το φτιάξω και να το σουλουπώσω στα μέτρα τους. Όμως όλα τα ελληνικά (και οι ελληνικούρες) που βρήκα ψάχνοντας, δεν πρέπει να μένουν ανεκμετάλλευτα σε χέρια κουτόφραγκων που απέχουν παρασάγγας απ' το βάθος της ελληνικής ψυχής. Έτσι, αποφάσισα να «εξελληνίσω» την έρευνά μου για χάρη του σλανγκρ. Προφάνουσλυ έχω διαπράξει λάθη και αβλεψίες, αλλά γι' αυτό υπάρχουν οι σλανγκόφιλοι με περισσότερες γνώσεις από μένα που θα τείνουν μια χήρα (sic) βοηθείας.

Τα λήμματα που δεν άλλαξαν μετά από 80 συναπτούς ενιαυτούς, τ' αφήνω ως έχουν, ή προσθέτω την ετυμολογία για όσους ενδιαφέρονται.

- Κεσάτια (01) μωρέ βλάμη (02) κι άμα δεν έχει δουλειά, δεν έχει αλισβερίσι (03)
- Τι θα πει αλισβερίσι;
- Καλαμπαλίκι (04) μωρ' αδερφέ!
- Μας φώτισες! (05)
- Ε άμα δεν ανθίζεσαι (06) τα σέα και τα μέα (07), γίνου λαγός (08) και πούλευε (09)!
- Μα τι γλώσσα είναι αυτή;
- Αυτή, αδερφέ μου είναι το ησπεράλντο (10), το λεξικό του μάγκα
Κι από ενθάδε (11) κι εμπρός όλη η Ελλάδα θα ξηγιέται μ’ αυτό το βιολί (12).

Και τώρα δώσε βάση (13) για να φωτιστείς (14), να μη μείνεις στραβός (15):

Τις κυράδες (16) λέω γοργόνες (17), και τους φίλους νταβατζήδες (18)
Τα κορίτσα λέω τρυγόνες (19), τα μαστούρια (20) τσαμπουκαλήδες (21)
Το μηδέν το λέω τρίχες (22) και το δάνειο λέω τράκα (23)
Το εννόησες, λέω, μπήκες και τους τικιτάνγκ (24) Mαρίκες (25)
Ξέρω κι άλλα, αλλά στρι και κόβω ρόδα (26) και σας κάνω τη κορόιδα (27)

Σπλάχνο λέω τη γκόμενά μου και τη μάνα μου γριά μου
Το παρλάν (28) λέω oμιλώντα, το παλτό Επαμεινώντα (29)
Λέω τον πλούτο μπερεκέτι (30) και την πιάτσα (31) λέω κουρμπέτι (32)
Το απών το λέω ερήμη (33), τ’ ακακαΐδι (34) καρντερίμι (35)
Ξέρω κι άλλα αλλά δεν τα σκάω μύτη (36) και πουλεύω σαν σπουργίτι

Τον καπνό τον λέω ντουμάνι (37), τον γιατρό τον λέω αλμπάνη (38)
Την κουβέντα λέω λίμα (39), τη στενή (40) την λέω τμήμα (41)
Το σιλάνς (42) το λέω μόκο (43), τα ψιλά (44) τα λέω μπαγιόκο (45)
Τον καθρέφτη μπανιστήρι (46), το συνωστισμό κολλητήρι (47)
Ξέρω κι άλλα από τέτοια φίνα, μάτσα (48) και σας κάνω την μπεκάτσα (49)

Τα μεράκια (50) λέω νταλκάδες (51), τους κουτούς τους λέω χαλβάδες (52)
Το θυμό τσαμπουκαλίκι (53), την αναποδιά (54) μανίκι (55)
Τη γιορτή καλαμπαλίκι (56), το κουράγιο ζοριλίκι (57)
Το μαχαίρι λέω λάσο (58) και το τρώω μπουζουριάζω (59)
Τώρα πάω μονάχα σκάβω (60) κερκινάδες (61) κι απολάω (62) σαπουνάδες (63)
Τώρα πάω μονάχα σκάβω πατινάδα (64) κι απολάω σαπουνάδα

Το ψωμί το λέω μπανιόκα (65) και τη φτώχια λέω μουρμούρα
Την αλλήθωρη σορόκα (66) και τη μπάζα (67) λωβητούρα (68)
Τους αθλητάς λέω μπεμπέδες, τους προσκόπους πιτσιρίκια
Τους δαντήδες (69) κουραμπιέδες (70) και τα γλέντια μερακλίκια (71)
Τώρα στρίβω (72) και τραβάω (73) στη γειτονιά μου, να μην έβρω (74) τον μπελά μου (75)

(01) Κεσάτια: τουρκ. > kesat
(02) Βλάμης: αλβ. > vlamis = αδελφός, αδελφοποιτός, σύντροφος, μάγκας, κλπ.
(03) Αλισβερίσι: τουρκ. > alisveris = πάρε-δώσε, νταραβέρι, τζερτζελές
(04) Καλαμπαλίκι: τουρκ. > kalabalik = βλ (03) αλλά, σήμερα, είναι και τα ... ούμπαλα.
(05) Εδώ, ειρωνικά: Δεν κατάλαβα τίποτα
(06) Ανθίζομαι=> (αχρ) => [Σακκουλεύομαι], Ψυλλιάζομαι
(07) Σέα και μέα: λατ. > tuus et meus (δικά σου και δικά μας)
(08) Γίνομαι λαγός: > idem
(09) Πουλεύω: > βλ. (08) (10) Ησπεράλντο: αχρ. παραφθ. του «esperanto», τότε κωδική γλώσσα για «μυημένους»
(11) Ενθάδε: > καθαρεύουσα > «εδώ», όπως πχ σε ταφόπλακες: «ενθάδε κείται» (12) Βιολί: > το γνωστό βιολί-βιολάκι (13) Δίνω βάση: > προσέχω, εξετάζω σοβαρά, κλπ. (14) Φωτίζομαι: > μαθαίνω, καταλαβαίνω
(15) Στραβός: > τυφλός, όπως πχ, κουτσοί-στραβοί κλπ. ...
(16) Κυράδες: > πληθ. του κυρά (με όσα συνεπάγεται) (17) Γοργόνες: > σαν τις μυθολογικές μέδουσες (όχι τις τσούχτρες) (18) Νταβατζήδες: τουρκ. > davaci = «προστάτης»
(19) Τρυγόνες: > πάντα ερωτευμένες
(20) Μαστούρια: αραβ. مصتور > πρεζόνια, κλπ., πριν τη χρήση (στερητικό σύνδρομο) ή μετά (φτιαγμένος)
(21) Τσαμπουκαλής: περσ. چابک (čābok), τουρκ. çabuk => καβγατζής / γρήγορος
(22) Τρίχες: idem (παλιά, προς μείζονα έμφαση, προσθέτανε (κατσαρές και μαλλινοβάμβακες)
(23) Τράκα: idem (τρακαδόρος, σελέμης)
(24) Τικιτάνγκα: από ντίνγκι-ντάνγκα (αχρ. αδερφή) κατά μία άποψη, ονοματοποιία, από το πέρα-δώθε κούνημα που κάνει το γλωσσίδι της καμπάνας.
(25) Μαρίκες: πληθ. του ισπανικού «μαρίκα» (υπερθετικό = maricon) (26) Στρι και κόβω ρόδα: > (αχρ.) σύντμηση του «στρίβω» (=> φεύγω) + κόβω ρόδα («μυρωμένα») .
(27) Κάνω την κορόιδα: > idem (28) Παρλάν: (sic) γαλλ. > parlant (ο μετέπειτα «ομιλών» κινηματογράφος)
(29) Επαμεινώντας: > πανωφόρι (cit.: Νίκος Τσιφόρος - Τα Παιδιά της Πιάτσας - 1960): «Κάποτε ένας μάγκας χρειάστηκε ένα παλτό να περάσει το χειμώνα. Βρήκε μια χλαίνη που είχε κλέψει ένας φίλος του φαντάρος, που τον λέγαν Επαμεινώντα. Ο μάγκας έβαψε την χλαίνη μπλε για να μη γνωρίζεται, τηνε κόντηνε, γιατί το κοντό παλτό ήτανε τότε μόδα και, μια και του την είχε δώσει ένας Επαμεινώντας, τη βάφτισε «Παμεινώντα». Η λέξη έμεινε στην argot για παλτό / πανωφόρι.«
(30) Μπερεκέτι: τουρκ. > bereket => αφθονία
(31) Πιάτσα: ιταλ. > piazza => κυριολ. πλατεία, σήμερα, idem. (32) Κουρμπέτι: τουρκ.αραβ. > kurbet, gurbet, (الغريب => al gharib) βλ (33) Ερήμη: (που λεν κι οι Πατρινιές) παραφθ. του καθαρευουσιάνικου »ερήμην« => »εν τη απουσία«, »απόντος τού«
(34) Aκακαϊδι: (αχρ) => άσφαλτος, πίσσα, απομεινάρια (πρβλ. »αποκαϊδια«)
(35) Καλντερίμι: τουρκ. > kalderim = > λιθόστρωτο, πλακόστρωτο, κλπ.
(36) Σκάω μύτη: idem (37) Ντουμάνι: idem, τουρκ.αραβ. => duman دمان (38) Αλμπάνης: (αχρ.) περσ.τουρκ.αραβ. > nalmpant => πεταλωτής, αδέξιος, κομπογιαννίτης (!)
(39) Λίμα: (αχρ.) ιταλ.γαλλ. limα/lime => φλυαρία, μπλα-μπλα
(40) Στενή: idem (41) Τμήμα: idem (42) Σιλάνς: (αχρ) σιωπή (πρβλ. frangrec ]σιλανσιέ]) (43) Μόκο: idem, ιταλ. moco => σιωπή, βλ. (42) (44) Ψιλά: idem
(45) Μπαγιόκο: (αχρ) => ιταλ. baiocco (παλιό νόμισμα του Βατικανού) => κομπόδεμα (46) Μπανιστήρι: idem (47) Κολλητήρι: idem (48) Μάτσα: (πληθ. αχρ.) => πολλά, μπόλικα (49) Μπεκάτσα: (αχρ. κάνω την μπεκάτσα) => κάνω τον ξύπνιο, τον πονηρό, βλ και (27)
(50) Μεράκι: idem, τουρκ.αραβ. => merak مراك
(51) Νταλκάς: idem, τουρκ. => dalga => μεγάλο μεράκι, καψούρα και ... overdose (52) Χαλβάς: idem, τουρκ. αραβ. => helva/halaoua حلوى
(53) Τσαμπουκαλίκι: idem, βλ (21) (54) Αναποδιά: idem (55) Μανίκι: idem (56) Καλαμπαλίκι: idem, βλ (03) και (04)
(57) Ζοριλίκι: τουρκ.αραβ. => zor => ζόρι زور
(58) Λάσο: (σα μαχαίρι, αχρ), ιταλ. lasso, ισπαν. lazo (59) Μπουζουριάζω: τρώω, ταρατσώνω, ντερλικώνω, χλαμπουκιάζω, αλλά και συλλαμβάνω, φυλακίζω (60) Σκάβω: (αχρ) ψάχνω, φτιάχνω, συχνάζω, μαγειρεύω
(61) Κερκινάδες: (αχρ) πληθ του κερκινάς: τουρκ.αραβ. => karahana => μπουρδέλο (62) Απολάω: (αχρ) πιθ. παραφθ. από αμολάω ή απολύω (63) Σαπουνάδα: (αχρ) μπούρδα, παραμύθι
(64) Πατινάδα: (αχρ) πιθ. παραφθ. από μαντινάδα ή από κλοτσοπατινάδα => μπελάς
(65) Μπανιόκα: (αχρ) πιθ. παραφθ. από ιταλικό magnocca => μαντιόκα, ταπιόκα (66) Σορόκα: (αχρ) πιθ. παραφθ. από σιρόκο (;) που φυσάει και δεξιά κι αριστερά => συνεπώς, αλληθωρίζω (;)
(67) Μπάζα: ιταλ. => (θηλ.) μεγάλο κέρδος, βλ. (45) (68) Λοβιτούρα: ρουμ. => lovitura => κόλπο, απάτη, κλπ., σχεδόν συνώνυμο του σημερινού λαμόγιο / λαμόγια) (69) Δαντήδες: (αχρ) αγγλο-γαλλικό dandy (δανδής / δανδήδες) => κομψευόμενοι, κουραδόμαγκες, κλπ.
(70) Κουραμπιές: τουρκ.=> kurabiye / αραβ.=> gurab
(71) Μερακλίκι: idem βλ (50) (72) Στρίβω: idem βλ (26) (73) Τραβάω: idem (μ'όλες τις σημερινές σημασίες)
(74) Να μην έβρω: παλιά γραφή τού να μην εύρω = να μη βρω.
(75) Μπελάς: τουρκ. bela => που δεν αλλάζει όσα χρόνια κι αν περάσουν

Κάθε λήμμα του λεξικού κι ένα παράδειγμα για κουβέντα.

Το Λεξικό του Μάγκα (από HODJAS, 08/09/10)(από GATZMAN, 08/09/10)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το παρακάτω κείμενο έφτασε σε μένα μέσω μέιλ (προώθηση από φίλο, προφ κυκλοφορεί τον τελευταίο καιρό αδέσποτο). Είδα ότι ένα μεγάλο μέρος είναι από δικούς μας ορισμούς ή από τμήματά τους, χωρίς όμως να γίνεται αναφορά στο σλανγκρ ή σε χρήστες. Εν πάση περιπτώσει όμως, έχει και άλλα πράγματα και είναι ένας συγκεντρωτικός κατάλογος για εκφράσεις με τη λέξη «αρχίδι», νά 'ναι καλά ο συντάκτης του που μπήκε σε τέτοιον κόπο. Το αναρτώ λοιπόν εδώ, γιατί από κάθε άποψη ανήκει σε περιβάλλον σλανγκ. Δεν έχω αλλάξει ούτε ένα «και».

================

Ο όρος «αρχίδι» προέρχεται από την λέξη «όρχις». Μέσω παραφθοράς του υποκοριστικού τού όρχι, που είναι «ορχίδιον», προέκυψε το «αρχίδιον» για να καταλήξει εκλαϊκευμένα στο κοινό μας «αρχίδι», το οποίο θεωρείται λέξη της ελληνικής αργκό γλώσσας.

Άλλες λέξεις για τους όρχεις, εκτός από τα αρχίδια, είναι οι «δίδυμοι» (αρχ.), οι «παραστάται» (βυζ.), τα «αμελέτητα», τα «μπαλάκια», τα «καρύδια», τα «ούμπαλα», η «οικογένεια», το «μαλακό υπογάστριο», τα «κάκαλα», τα «παπάρια».

Ακολουθεί η χρήση της λέξης αρχίδι και τα παράγωγά της, από την πλούσια ελληνική γλώσσα :

Αυτός είναι αρχίδι: Χαρακτηρισμός για άνθρωπο ύπουλο και κακό.

Στ' αρχίδια μου: Η κλασικότερη έκφραση αδιαφορίας.

Σταρχιδισμός: Εκφράζει την γενικότερη νοοτροπία και συνήθεια, όλα να «τα γράφουμε στ’ αρχίδια μας». Δηλαδή να αδιαφορούμε.

Γραψαρχίδης: Ο οπαδός του «σταρχιδισμού» (βλέπε από πάνω).

Σταρχιδιστάν: Η φανταστική χώρα που κατοικείται από τους σταρχιδιστές και όπου ο σταρχιδισμός είναι τρόπος ζωής. Πολύ την ταυτίζουν με το Ελλαδιστάν.

Σταρχιδιαμόλ: Το υποτιθέμενο φάρμακο που παίρνεις για να «τα γράφεις όλα στ’ αρχίδια σου». Στην αγορά κυκλοφορεί παρόμοιο σκευάσμα με το «Σταρχιδιαμόλ» (και εγκεκριμένο από τον Ε.Ο.Φ.), που φέρει το όνομα «Γραψαρχιδίνη».

Μου έπρηξες τα αρχίδια: Με ζάλισες, με κούρασες, με έφτασες στο αμήν. Όσοι το έχουν νιώσει γνωρίζουν καλά το επώδυνο της κατάστασης.

Μου ζάλισες τ' αρχίδια: Εναλλακτικά, «μου ζάλισες τον έρωτα». Παρόμοια σημασία με το παραπάνω. Δηλώνει ενόχληση και φορτικότητα.

Σπασαρχίδας: Ο φορτικός, ο ενοχλητικός, ο καταπιεστικός, ενίοτε ο καλλιμογιάννης. Αυτός που «σπάει τ’ αρχίδια» κάποιου. Αυτός, που πιθανόν, σε ειδικές περιπτώσεις, κάνει χρήση του σκευάσματος «Πρηξαρχιδίνη».

Στ' αρχίδια μας κι εμάς, Κωστής Παλαμάς: Έκφραση που δηλώνει απόλυτη αδιαφορία, με «βαριά» όμως υπογραφή. Ήταν πολύ της μόδας κατά την δεκαετία του ’80.

Αρχιδάτος: Ο πολύ άντρας, ο γενναίος, ο έχων τόλμη και γοητεία και άλλες σαπουνόπερες, ο «VIP».

Αρχιδέμπορας: Ο αεριτζής, ο κομπιναδόρος, ο προς βιοπορισμό εμπορευόμενος, αναξιόπιστα και ευτελή είδη.

Άντε ρε αρχίδι: Φράση που απευθύνεται σε τιποτένιο άνθρωπο, άτολμο, ραδιούργο, μοχθηρό, ψεύτη και ό,τι άλλο υποτιμήσεως σημαντικό. Πολύ συνήθης φράση ψιθυρίσματος στην εργοσε.

Είσαι ένα αρχίδι και μισό: Παρ’ όλο που προστίθεται μόλις μισό, η έννοια της υποτιμήσεως μεγαλώνει τουλάχιστο στο διπλό.

Αρχίδια με τη ρίγανη: Μεταφορικά, άλλα αντ’ άλλων, κυριολεκτικά, νοστιμότατο ορεκτικό («αμελέτητα»).

Αρχίδια καπαμά: Μεταφορικά βλέπε το παραπάνω λήμμα. Κυριολεκτικά, νοστιμότατο κυρίως πιάτο.

Αρχίδια μάντολες: Μεταφορικά, έκφραση που υποδηλώνει χάιδεμα, κολακεία, γλύκα. Κυριολεκτικά, νοστιμότατο επιδόρπιο.

Δεν έχει αρχίδια: Βαριά κουβέντα αμφισβήτησης ανδρισμού, θάρρους, γενναιότητας, κουράγιου κ.ο.κ.

Δεν έχει τα αρχίδια: Ηπιότερη μορφή αμφισβήτησης, που υπονοεί ότι έχει μεν αρχίδια, αλλά όχι τόσο μεγάλα όσο απαιτούνται στην συγκεκριμένη περίπτωση.

Θα μου κλάσεις τ' αρχίδια: Ελαφρώς περίεργη έως και αηδής στάση ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς την εκτέλεση της πράξης. εννοεί πως δεν θα μου κάνεις τίποτα.

Θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια: Παραλλαγή του ανωτέρω με περισσότερη όμως έμφαση και λίγο ροκοκό σκηνικό, αν φανταστεί κανείς το θέαμα μιας μάντρας γεμάτης αρχίδια… Πιο παιχνιδιάρικο…

Θα μου ξυρίσεις τα αρχίδια: Αν δεν απευθύνεστε στον αισθητικό σας, σημαίνει δεν μπορείς να μου κάνεις τίποτα αν και υποτιμάται εμφανώς το τι μπορεί να κάνει ο συνομιλητής κρατώντας ένα ξυράφι…

Κρέμεται απ' τα αρχίδια μου: Όταν κάποιος εξαρτάται από εμάς. Η έκφραση είναι σαφής, περιγραφική και αρκούντως αβάσταχτη…

Τ' αρχίδια μου έχουν γίνει φακές: Από το πολύ κρύο που αισθάνομαι, έχουν συσταλεί τα αρχίδια μου και έτσι το μέγεθος τους θυμίζει, καθ’ υπερβολήν, φακές.

Τα αρχίδια μου κουνιούνται: Εάν δεν υποδηλώνει γυμνό άντρα που τρέχει γυμνός, σημαίνει αδιάφορη κατάσταση.

Τα αρχίδια μου κουνιούνται ρυθμικά στον αέρα: Το ίδιο με το ανωτέρω με περισσότερη όμως έμφαση στην αδιαφορία. Πιθανή χρήση του, δηλώνει αρχίδια εκκρεμές…

Καλώς τ' αρχίδια μας τα δυο: Αν το φιλοσοφήσει κανείς, δεν είναι και τόσο υποτιμητικό να σου έρχονται δυο αρχίδια επιπλέον. Ίσα ίσα…

Αρχίδια καλαβρέζικα: Έκφραση που είναι αδύνατον να ερευνηθεί. Ιδιαζόντως προσβλητική για τους άρρενες κατοίκους της Καλαβρίας…

Τ' αρχίδια του Καράμπελα: Τα πλέον επώνυμα και αναγνωρίσιμα αρχίδια που συντάσσονται κυρίως μαζί με το «μουνί της Χάιδως». Αν και η έκφραση αφορά πολύ συγκεκριμένα αρχίδια, εν τούτοις σημαίνει άλλα αντ’ άλλων. Το ιστορικά εξακριβωμένο μέγεθός τους πάντως, τα έχει καταξιώσει και ως έκφραση πληθωρικότητας και βαρβατίλας.

Τσίμπα ένα αρχίδι: Σε κατατρόπωσα, σε έβαλα στην θέση σου, αλλά εν μέρει, καθώς η ολική κυριαρχία υποδηλώνεται από το «παρ’ τα αρχίδια μου τα δυο».

Πήρα τ' αρχίδια μου: Δεν πήρα τίποτα (αφού έχω ήδη ή αν δεν έχω είχα άλλες προσδοκίες), ή έφυγα άπρακτος.

Ήσουν στα αρχίδια του πατέρα σου: Ήσουν αγέννητος.

Γκόμενα με αρχίδια: Ενώ οι αναφορές στους συγκεκριμένους αδένες αποσκοπούν στην υποτίμηση, σε αυτή την περίπτωση εννοούν δυναμισμό.

Θα μου κάνεις τα τρία δύο: Ίσως η μόνη έκφραση που είναι τιμητική για τους συγκεκριμένους αδένες, υπονοώντας ότι δεν είναι και τόσο σημαντικό το τρίτο…το μακρύτερο…

Αρχίδια πατέρα: Δηλώνει ότι κάτι δεν πήγε όπως το περιμέναμε. (πχ μετατάξεις)

Περπατάει και ανοίγει αυλάκια με τα αρχίδια του: Τεχνικά υποδηλώνει μέγεθος, βαρύτητα και αρδευτική ικανότητα… Πρακτικά ανέφικτο εκτός κι αν τα πόδια είναι πολύ κοντά και το χώμα πολύ μαλακό.

Έπιασε τον παπά από τα αρχίδια: Έκφραση που υποτιμά την πράξη του υποκειμένου…

Μας έκανες τα αρχίδια τσουρέκια - μπαλόνια: Βλέπε «Μας έπρηξες τα αρχίδια». Η σημειολογική συγγένεια είναι προφανής (φούσκωσαν σαν τσουρέκια-μπαλόνια).

Αρχιδομούρης: Πάρα πολύ άσχημος.

Αρχιδόκαμπος: Πιθανή προέλευσή του από το «Αχλαδόκαμπος». Μπορεί να συνοδεύται κι απ’ τον επιθετικό προσδιορισμό «Ανθισμένος» («Ανθισμένος αρχιδόκαμπος»). Σημαίνει ότι η εν λόγω περιοχή (καφέ, μπαρ, κλπ) είναι γεμάτη άντρες (αντίθετο: μουνοθύελλα).

Αρχίδια…: Γενικώς, ότι ακολουθεί λαμβάνει υποτιμητική διάσταση (εξαίρεση: Αρχιδια-κονος)…

Με τρώνε τ’ αρχίδια μου: Δηλώνει περιφρόνηση για κάτι ή για κάποιον (π.χ. Είδα τον Γιάννη σήμερα. Γι’ αυτό με τρώγανε τ’ αρχίδια μου απ’ το πρωί).

Έχει μια οκά αρχίδια: Δηλωτικό θάρρους και ανδρισμού.

Ξύνω τα αρχίδια μου: Τεμπελιάζω.

τ' αρχίδια μου κουνιούνται: Το ίδιο με το παραπάνω, αλλά δηλώνει πιο…σοβαρή περίπτωση.

Τσολιάς στ' αρχίδια μου: Ο φορτικός, αυτός που προσπαθεί (και ενίοτε τα καταφέρνει) να κάνει κουμάντο στην ζωή μας ενώ δεν της ανήκει ούτε κατά διάνοια. Αντί του τσολιά, χρησιμοποιείται και η λέξη «κεχαγιάς».

Φτύσε τ' αρχίδια σου: Σημαίνει «δεν μας παρατάς;», «βρε δεν πας στον Διάολο;».

Κλαπαρχίδας: Αυτός, που τ’ αρχίδια του έχουν «κρεμάσει» (συνήθως λόγω ηλικίας) και χτυπάνε, δηλαδή αυτός που «του μαράθηκαν τ’ αρχίδια». Μεταφορικά: Ο οκνός, ο άχρηστος, ο ανίκανος.

Αν η γιαγιά μου είχε αρχίδια…: Δηλώνει το ουτοπικό, το ανέφικτο. Αν και σήμερα, το να έχει (υποθετικά) μια γιαγιά αρχίδια, δεν φαντάζει και τόσο ανέφικτο πλέον…

Εντός ορισμού.

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σειρά κανόνων οι οποίοι αναφέρονται στην «καλή τύχη» (ο Θεός να την κάνει τύχη) και έχει πρώτο κανόνα την φράση:

'Αν κάτι μπορεί να πάει στραβά, θα πάει.

Ο Μέρφι γεννήθηκε το έλα ντε μ.Χ και από μικρός ήταν γκαντέμης. Δεν πρόκειται για τον Μητροτάκη αλλά ούτε και για τον Έντι Μέρφι.

ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

  • Αν κάτι μπορεί να πάει στραβά, θα πάει.
  • Όταν τα πράγματα δυσκολεύουν, όλοι τα παρατάνε.
  • Η φύση είναι πάντα με το μέρος του καλύτερου ελαττώματος.
  • Το κρυμμένο ελάττωμα δεν παραμένει ποτέ κρυμμένο.
  • Τα περίπλοκα προβλήματα έχουν απλές, και αυτονόητα λανθασμένες, απαντήσεις.
  • Οι ευκαιρίες παρουσιάζονται πάντα στην πιο ακατάλληλη στιγμή.
  • Κάθε φορά που θέλεις να «χτυπήσεις ξύλο», διαπιστώνεις ότι ο κόσμος είναι φτιαγμένος από αλουμίνιο και πλαστικό.
  • Για να καθαριστεί κάτι, πρέπει να βρομίσει κάτι άλλο.
  • Μπορείς όμως να βρομίσεις τα πάντα χωρίς να καθαρίσεις τίποτα.
  • Τα πράγματα που δεν μοιάζουν με τίποτα άλλο, είναι όμοια μεταξύ τους.
  • Πάντα βρίσκεις αυτό που ζητάς στο τελευταίο μέρος που το ψάχνεις.
  • Βρίσκεις πάντα αυτό για το οποίο δεν ψάχνεις.
  • Αν δεν σε νοιάζει που βρίσκεσαι, τότε δεν έχεις χαθεί.
  • Αν πλύνεις το αυτοκίνητό σου, μετά από λίγο θα βρέξει
  • Είναι αδύνατον για έναν αισιόδοξο να γνωρίσει μια ευχάριστη έκπληξη.
  • Το χειρότερο είναι ο εχθρός του κακού.
  • Μπορείς να προφυλαχτείς από τους ηλίθιους, όχι όμως και από τους πανηλίθιους.
  • Αυτό που είχες βάλει στο μάτι, θα στο πάρει ο μπροστινός στην ουρά.
  • Η διπλανές ουρές κινούνται πιο γρήγορα.
  • Η πιο αργή ταμίας είναι πάντα στην express γραμμή.
  • Ανακαλύπτεις ότι χρειάζεσαι τα μακριά νύχια, μόνο αφού τα έχεις κόψει.
  • Ο καλύτερος τρόπος για να θυμηθείς τι ήθελες να γράψεις, είναι να κλείσεις το γράμμα (Νόμος των Επιστολών).
  • Το καλύτερο θέμα εμφανίζεται τη στιγμή που σου έχει τελειώσει το φιλμ. Όλα τα υπόλοιπα ενδιαφέροντα θέματα έχουν φωτογραφηθεί με κλειστό το καπάκι του φακού (Νόμος του Φωτογράφου).
  • Η τάση του καπνού ενός τσιγάρου να κατευθύνεται στο πρόσωπο ενός ατόμου είναι αντιθέτως ανάλογη με την ευαισθησία του συγκεκριμένου ατόμου στον καπνό.
  • Τα κενά αέρος εμφανίζονται πάντα όταν η αεροσυνοδός αρχίζει να σερβίρει τον καφέ.
  • Σε κάθε εταιρεία υπάρχει πάντα κάποιος που αντιλαμβάνεται τι ακριβώς συμβαίνει. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να απολυθεί.
  • Είναι πιο εύκολο να σε συγχωρήσουν για κάτι που έχεις κάνει, παρά να σου δώσουν την άδεια για κάτι που Θέλεις να κάνεις.
  • Μην αφήσεις τους ανωτέρους σου να καταλάβουν ότι είσαι καλύτερος από αυτούς (Νόμος της Ανώτερης Κατωτερότητας).
  • Ο πελάτης που πληρώνει τα λιγότερο, είναι αυτός που κάνει τα περισσότερα παράπονα.
  • Ποτέ μην παίρνεις μιαν απόφαση, όταν μπορεί να την πάρει κάποιος άλλος για σένα.
  • Όλοι κρατάνε αρχείο με τις λανθασμένες αποφάσεις που έχεις πάρει.
  • Αν πας νωρίτερα, θα ματαιωθεί.
  • Αν κάνεις τα αδύνατα δυνατά να είσαι στην ώρα σου, θα αναγκαστείς να περιμένεις.
  • Αν αργήσεις λίγο, θα είναι πια πολύ αργά.
  • Από τη θήκη των εργαλείων λείπει πάντα το εργαλείο που χρειάζεται περισσότερο.
  • Οι περισσότερες δουλειές χρειάζονται τρία χέρια.
  • Οι βίδες που έχουν περισσέψει, δεν ταιριάζουν ποτέ με τα παξιμάδια που έχουν περισσέψει.
  • Όταν δεν ξέρεις τι ακριβώς κάνεις, καν' το με ωραίο τρόπο.
  • Η ομαδική εργασία είναι απαραίτητη, γιατί σου δίνει τη δυνατότητα να ρίξεις την ευθύνη σε κάποιον άλλον.
  • Το λανθάνειν ανθρώπινο, αλλά για να τα κάνεις τελείως θάλασσα, χρειάζεσαι υπολογιστή.
  • Αν μπορείς να κρατήσεις την ψυχραιμία σου ενώ την έχουν χάσει όλοι οι άλλοι, απλώς δεν έχεις καταλάβει το πρόβλημα.
  • Η αναποφασιστικότητα είναι η βάση της ευελιξίας.
  • Σε συμπέρασμα φτάνει κανείς πάντα όταν έχει κουραστεί να σκέφτεται.
  • Όταν αντιμετωπίζεις πρόβλημα, μπέρδεψέ τα.
  • Αν επιτρέπονται τα βιβλία ανοικτά κατά τη διάρκεια της εξέτασης, εσύ θα έχεις ξεχάσει το βιβλίο.
  • Η μονάδα των επειγόντων περιστατικών βρίσκεται πάντα στην άλλη άκρη του κτιρίου.
  • Οι πιο ενδιαφέρουσες φάσεις συμβαίνουν τη στιγμή που κοιτάς τον πίνακα των σκορ
  • Ο ψαράς με τη μικρότερη πείρα πιάνει πάντα το μεγαλύτερο ψάρι.
  • Παίρνει πάντα περισσότερο χρόνο να φτάσεις κάπου, απ' το να γυρίσεις πίσω.
  • Αν όλα τα οχήματα έρχονται καταπάνω σου, είσαι σε λάθος λωρίδα.
  • Όταν δεν βιάζεσαι, βρίσκεις πάντα το φανάρι πράσινο.
  • Αν τα παπούτσια σου έρχονται καλά, είναι άσχημα.
  • Αν κάτι σου αρέσει, δεν θα το έχουν στο νούμερο σου.
  • Αν κάτι σου αρέσει και υπάρχει στο νούμερο σου, δεν θα σου πηγαίνει.
  • Αν κάτι σου αρέσει και σου πηγαίνει, θα είναι πολύ ακριβό.
  • Αν κάτι σου αρέσει, σου πηγαίνει και είναι και φτηνό, θα διαλυθεί μόλις το φορέσεις.
  • Η εγγύηση των 60 ημερών εγγυάται ότι το προϊόν θα χαλάσει την 61η ημέρα.
  • Τα βρώμικα ρούχα πάντα είναι περισσότερα από τα καθαρά.
  • Τα παιδιά δεν ρίχνουν ποτέ το γάλα τους σε λερωμένο πάτωμα.
  • Το στομάχι διαστέλλεται τόσο, ώστε να χωρέσει όσο το δυνατόν περισσότερες από τις σκουπιδοτροφές των φαστφουντάδικων.
  • Όταν παίρνεις λάθος νούμερο, δεν είναι ποτέ κατειλημμένη η γραμμή.
  • Κοιμάται πρώτος αυτός που ροχαλίζει.
  • Η ενάρετη ζωή είναι η τιμωρία των ενάρετων.
  • Αν κάνεις μια καλή πράξη, θα σου ζητήσουν να την ξανακάνεις.
  • Τα ωραιότερα πράγματα στη ζωή είναι ή ανήθικα ή παράνομα ή παχαίνουν.
  • Αυτός που γελάει τελευταίος μάλλον δεν κατάλαβε το αστείο.
  • Αν αξίζει να το κάνεις, αξίζει και να το παρακάνεις.
  • Αν κάποια πράγματα μπορούσαν να πάνε στραβά και δεν πήγανε, θα αποδειχτεί ότι θα ήταν καλύτερα να είχαν πάει.
  • Σε μια γραφειοκρατική ιεραρχία, όσο πιο ψηλά βρίσκεται κανείς, τόσο λιγότερο εκτιμά το Νόμο του Μέρφυ.

- Ήμασταν όλοι έτοιμοι για το live. Τα πάντα οργανωμένα στην εντέλεια και φυσικά ΤΟΤΕ κόβεται το ρεύμα.

- O Νόμος του Μέρφι ξαναχτυπά!

Αγγλιστί: Murphy's Law.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κρύβουμε όλοι μέσα μας ένα μικρό μάγο που δεν χάνει ευκαιρία να εξαπολύει κατάρες και ξόρκια, ενίοτε σλανγκικά.

Σύμφωνα με τον Richard Dawkins, υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες μαγείας:

  • Τα παραμύθια: καλές νεράιδες καβάλα σε μονόκερους, θεότητες που κάνουν κατακαλόκαιρα πατινάζ σε λίμνες, λυσσάρες που φιλάν βατράχια για να βρουν χαρά στα σκέλια τους.
  • Οι τσαρλατανιές: αστρολόγοι, μέντιουμ, σαμάνοι, ταχυδακτυλουργοί. Εδώ διακρίνουμε δύο υποκατηγορίες: τους έντιμους που παραδέχονται ότι κάνουν μαγικά τρικ και τους μπαγαπόντες τ. Ούρι Γκέλερ που υποστηρίζουν ότι παραβιάζουν φυσικούς νόμους γιατί μπορούν. Πέον να σημειωθεί ότι οι αρχαίοι ημών προγόνjοι επέβαλαν «φόρο βλακείας» – το βλακεννόμιον τέλος – στους τέτοιους απατεώνες, καθώς πλουτιζόσαντε σε βάρος του ευαπάτητου πόμολου.
  • H πραγματική μαγεία: ατενίζεις τα άστρα, θαυμάζεις το ουράνιο τόξο, σκοράρεις ένα καϊνάρι.

Οι κατάρες ανήκουν στην δεύτερη υποκατηγορία των τσαρλαταλιών και ωσεκτουτού έχουν μεγάλη πέραση και προϊστορία στον λαό που εφηύρε το σκατοτάϊσμα. Ευτυχώς όμως «πιάνουν» μόνο εκεί που θα’ πρεπε, δηλαδή σε δεισιδαίμονα και αυθυποβολιάρικα σούργελα.

Ακολουθεί μια σχετική ανθολογία, επιλεγμένη απ'εδώ κι απ'εκεί στο νέτι, καθώς κι από σχόλια σύσλανγκων.

  • Άι σιχτίρ!
  • Άι στα τσακίδια!
  • Άι στον άνεμο!
  • Άι στον κόρακα!
  • Ανάθεμα στο κεφάλι σου!
  • Απ' τα παιδιά σου να τα βρεις!
  • Απ' το θεό θα το βρεις!
  • Διαλέμπαμεσασου!
  • Έτσι να κάνει ο κώλος σου!
  • Κακό σπυρί στον κώλο σου!
  • Καρκίνος σε σένα και στο σόι σου!
  • Κατάρα στον λαδέμπορα!
  • Κόρακας και περίδρομος να σε κόψει!
  • Μ' έκαψες που να καείς, σαν το κεράκι τση Λαμπρής!
  • Μόρα και κασίδα
  • Νέκρα και κασίδα!
  • Όλα είναι δανεικά!
  • Ουναμουχαθείς!
  • Ποτέ σου!
  • Που ανθρώποι να σε θάβουνε και διαόλοι να σε ξεχώνουνε!
  • Που βίδες να θες και παξιμάδια να βρίσκεις!
  • Που κακό χρόνο να 'χεις!
  • Που κακό σπυρί να βγάλεις!
  • Που κακό ψόφο να 'χεις!
  • Που λύκος Σαββατιανός να σε φάει!
  • Που μαλίνα να σε βαρέσει!
  • Που μολύβι στο κατούρημα - μπαμπάκι στο γαμήσι!
  • Που μουνί να πιάνεις και πούτσα να γίνεται!
  • Που μουριά να βγάλει το σπίτι σου!
  • Που να αβέλεις πιασμαντό σε σερμελιά και μουτζό να γίνεται!
  • Που ν' αβέλεις τεκνό και να σου βγεί ρούνα!
  • Που να βουλώσει ο κώλος σου να μη μπορείς να χέσεις!
  • Που να βρεις ξένες παντόφλες κάτω από το κρεβάτι σου!
  • Που να γαμιέσαι χωρίς να το θες!
  • Που να γεννήσει η γάτα σου κουταβάκια!
  • Που να γίνεις γουβί!
  • Που να γίνεις χανταβούλα!
  • Που να δεις τα παιδιά σου να βγάζουν σπυριά στα μάτια!
  • Που να δεις το παιδί σου στην Ομόνοια!
  • «Που να είστε όλοι καλά!» (Μητσοτάκης)
  • Που να ζητάς ψωλή και να μη βρίσκεις ούτε δάχτυλο!
  • Που να θες πούτσα και να μην βρίσκεται ούτε κωλοδάχτυλο!
  • Που να ιδρώνεις χειμώνα καλοκαίρι!
  • Που να λαλήσουν κουκουβάγιες στα κεραμίδια σου!
  • Που να λιώνεις και να παρακαλάς για την αγάπη μου όπως εγώ!
  • Που να λιώσουν πρώτα τα πόμολα της κάσας σου κι ύστερα το κουφάρι σου!
  • Που να λιώσεις όρθιος!
  • Που να μείνεις αγάμητη!
  • Που να μείνεις κουλός και καυλωμένος!
  • Που να μείνεις στ' αζήτητα!
  • Που να μη δεις χαρά στα σκέλια σου!
  • Που να μη σ’ εύρει ο χρόνος!
  • Που να μη σώσεις!
  • Που να μην δεις άσπρη μέρα!
  • Που να μην δεις φράγκο στην τσέπη σου!
  • Που να μην λιώσεις ποτέ!
  • Που να μην μπορείς να χέσεις!
  • Που να μην ξημερωθείς!
  • Που να μην προλάβεις να δεις εγγόνια!
  • Που να μην σώσεις!
  • Που να μη σε θέλει ούτε η μάνα σου!
  • Που να μπει ο διάολος μέσα σου και να' ναι σερνικοθήλυκος!
  • Που να μπερδευτούν η απάνω με την κάτω τρύπα του!
  • Που να μπουν ούλοι οι διαούλοι μέσα σου!
  • Που να ξεράσεις τα άντερα σου και τα συκώτια σου!
  • Που να ξερομαραθείς!
  • Που να πας και να μη σώσεις να γυρίσεις!
  • Που να πεις το μουνί-μουνάκι!
  • Που να πεις το ψωμί-ψωμάκι!
  • Που να πλαντάξεις!
  • Που να σε αγαπήσει κάποιος όπως με αγάπησες εσύ!
  • Που να σε κλάσουν τα παιδιά σου!
  • Που να σε νεκροφιλήσουν
  • Που να σε παίρνουν τηλέφωνο μόνο για φάρσα!
  • Που να σε πάνε τέσσερις!
  • Που να σε πει παπάς στ' αυτί και διάκος στο κεφάλι!
  • Που να σε πιάσει η κακιά η μούντζα!
  • Που να σε πιάσει σιγηνικό!
  • Που να σε πιάσει το ζαλιακό!
  • Που να σε πλύνω! (τα κοκάλα μετά την εκταφή)
  • Που να σε τσιμπήσει κουνούπι στο μουνί!
  • Που να σε φάει ο λύκος ο γκαβός και να΄ναι και φαφούτης!
  • Που να σε φάει το μαύρο φίδι!
  • Που να σε φάει το χώμα!
  • Που να σε φάν' τα σκυλιά και τα όρνια!
  • Που να σε φιλήσει η μάνα σου κρύο!
  • Που να σου βγουν τα μάτια!
  • Που να σου γαμηθεί η αδερφή με δίμετρο αράπη!
  • Που να σου επιτεθούν κατσαρίδες και να σου φάνε τα βυζιά!
  • Που να σου καεί ο εγκέφαλος του αυτοκινήτου στα Καμένα Βούρλα, βούρλο!
  • Που να σου καεί το βίντεο!
  • Που να σου καεί το iPhone
  • Που να σου καούν οι τρίχες από τις βαφές!
  • Που να σού κολλήσει το status στο msn!
  • Που να σου ξεραθεί η τρύπα!
  • Που να σου 'ρθει κόλπος!
  • Που να σου 'ρθει ταμπλάς!
  • Που να σου σηκωθεί η πέτσα ανάποδα!
  • Που να σου φύγει κλάσιμο στο πρώτο γαμήσι!
  • Που να στα φάνε οι τράπεζες!
  • Που να σταθεί το κάτουρο σου!
  • Που να στο πει ο παπάς στ' αυτί!
  • Που να στουκάρεις στην πρώτη κολώνα!
  • Που να τα κάνεις σάβανα!
  • Που να τα φας για τα στέφανα των παιδιών σου!
  • Που να τα φας για παρθενορραφή!
  • Που να τα φας στους γιατρούς!
  • Που να τα φας στα μνημόσυνα!
  • Που να τρως κωλοδάχτυλο και να λες «πάλι καλά που δεν ήταν πούτσα»!
  • Που να φας τα κόκαλα σου!
  • Που να φας τα μυαλά σου σαλάτα!
  • Που να χαθείς και να μη φανείς!
  • Που να χέσεις διάρροια στο πρώτο ραντεβού!
  • Που να χεστείς σ' επιθεώρηση Ναυάρχου και να' ναι καλοκαίρι!
  • Που να χεστείς σε ίντερβιου!
  • Που να χτυπήσει το τηλέφωνό σου νύχτα!
  • Που να ψοφήσεις και συ και το συσελέκι σου!
  • Που να ψοφολογήσεις από άγνωστη αρρώστια, που θα πάρει τ' όνομά σου!
  • Που ό,τι επιθυμείς να το πάθεις!
  • Που ό,τι πιάνεις στάχτη και μπούλμπερη να γίνεται!
  • Που οχιά να σε φάει!
  • Που σκατά να φας!
  • Που φουστάνι να πιάνει και να γίνεται σώβρακο!
  • Που φωτιά να πέσει να σε κάψει!
  • Που χαΐρι και προκοπή να μην κάνεις!
  • Που χάπια να τα πιείς!
  • Που χρυσάφι να πιάνεις - σκατά να γίνεται!
  • Σκατά να φας, σκατά να πιεις, σκατά να πας να χέσεις, από σκατά να σηκωθείς και σε σκατά να ξαναπέσεις!
  • Σκατά στα μούτρα σου!
  • Σκατά στη γενεά σου!
  • Σκατά στο γονιό σου!
  • Σού εύχομαι, ότι εύχεσαι για μένα επί δέκα!
  • Στα παιδιά σου να τα βρεις!
  • Στο λαιμό να σου κάτσει!
  • Στον κώλον σου ρεπάνι!
  • Στους γιατρούς να τα δώσεις!
  • Στρόφι ντε!
  • Την κακή σου και την ψυχρή σου ημέρα!
  • Τον κακό σου τον φλάρο!
  • Τον κακό σου τον καιρό!
  • Τρεις να είναι οι ώρες σου κι εκείνες στο κρεβάτι!
  • Τρομάρα και λαχτάρα να σου 'ρθει!
  • Υπάρχει θεός και βλέπει!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Και τώρα προσδεθείτε στις θέσεις σας για ένα σεμνό και ταπεινό απάνθισμα ονομασιών του πέοντα και των καλαμπαλικίων στις νεοελληνικές ντοπιολαλιές.

  • βάσανο, λόγω απαγορεύσεων και κακουχιών που επιτρέπουν στον πέοντα να εκτονώνεται σπανίως%
  • βίλλα (Κύπρος). Οι μορφές βιλλίν και βίλλος παίζουν από τον μεσαίωνα.%
  • γκαφλί (Κοζάνη)%
  • δαυλί (Αρκαδία)%
  • κακαλιά, το δέντρο%
  • καραμπίνα. Τα όπλα είχαν την τιμητική τους και στην αρχαιότητα (πιχί σαυνίον, δόρυ)%
  • κολόκα, η κολοκύθα%
  • κομπαρούλα, κόμπος (Θήρα)%
  • κουκούνα (Εύβοια)%
  • κουμπούρα (Σπάρτη)%
  • κρεμαντέλια, ο πέοντας και οι όρχεις μαζί επειδή κρέμονται (Ανατολική Ρούμελη)%
  • λάλα, η κάμπια, το πέος μικρού παιδιού. Βλ. και Λαλιώτης.%
  • ματζαφλάρι, το κρεμαστάρι (Βιθυνία)%
  • μασουράκι, μικρό μασούρι, το πέος μικρού παιδιού (Στερεά Ελλάδα)%
  • μέντζος, σκύλος (Μακεδονία). Η λέξη κύων χρησιμοποιείται από αρχαιοτάτων χρόνων.%
  • μονόματος (Τριχωνία). Αγγλιστί: one-eyed trouser snake.%
  • μπίλι, αιχμηρό κομμάτι ξύλου (Πελοπόννησος). Και στην αρχαιότητα έπαιζαν τα ορθίας (κατάρτι πλοίου), πάτταλος (πάσσαλος).%
  • μπιτχάς (Γιάννενα)%
  • μπουρνιδόρος, μπουρνί, πήλινο δοχείο (Ιθάκη)%
  • μπουτσαρίκα (Μακεδονία). Βλ. και το ηρωικό θα μου κλάσετε τον μπούτσον.%
  • μπράνα, είδος ποταμίσιου ψαριού (Ήπειρος)%
  • παλιατζίκος. Για τους ταλαίπωρους πέοντες%
  • παντέρημος. Βλ. αντίστοιχο«ρημαδιακό» για το αμνί.%
  • παύλος (Σφακιά)%
  • πόντσος (Μάνη)%
  • πουτσάκι (Κέρκυρα), πουτσάκλα (Τριχωνίδα), πουτσάρα, πουτσαράκι (Πελοπόννησος), πουτσαρέλα (Κέρκυρα), πούτσαρος (Πελοπόννησος), πουτσί, πουτσίδι (Θεσσαλονίκη, Στερεά Ελλάδα)%
  • πυρόβολος (Θεσσαλονίκη)%
  • ράι, η ουρά (Ικαρία)%
  • ρόζος (Κρήτ.) Χρησιμοποιείται και για το αιδοίον.%
  • σερμαγιαλής, αρχικά σημαίνει κεφαλαιούχος. Ο πουτσαράς (Ν.Α. Αιγαίο)%
  • σινακλίκια, ζώνη οπλισμού (Κύπρος)%
  • σπαθί, το πέος τράγου (Πελοπόννησος)%
  • συδριβίδι (Δ. Κρήτη)%
  • σύνεργο (Θεσσαλονίκη, Πήλιο) Βλ. δημώδες «Γιατρέ που σ' αρέσουν τα κορίτσια, πιάσε τα σύνεργα τα μούνεργα και πάρε μου την πούτσα και χώσ' τηνα στον κώλο σου να κάνει πλάτσα-πλούτσα».%
  • τζένιο (Κρήτη)%
  • τομπρούκι, μεγάλος κορμός δέντρου (Στερεά Ελλάδα) τουφέκι (Εύβοια)%
  • τριλέτρι (Μεγίστ.) (κυριολεκτικά = τριπλό άροτρο)%
  • τσακμάκι (Θεσσαλονίκη). Otusbir çekmek («τα 31 τσακμακώματα») αποκαλείται η μαλακία στην φίλη γείτονα.%
  • τσουτσούνα (Κύπρος και αλλού)%
  • ύπουργα, αρχίδια και πούτσος μαζί (Λευκάδα)%
  • χαλάτι, το παλαμάρι (Ήπειρος)%
  • χαρχαγκέλια, οι κρεμάμενοι πέων και όρχεις (Σέρρες)%
  • χρειασικό, αγροτικό εργαλείο (Μακεδονία)

Αρχίδια

  • αβγά. Βλ. και την άλλη αυγών%
  • αμάλαγα, αυτά που δεν πρέπει κανείς να αγγίζει%
  • αμαρτωλά. Βλ. άσμα «Σου δίνω πίσω σου δίνω πίσω το μήλο μου δάνεισες δώσε μου πίσω δώσε μου πίσω το πλευρό μου και ξοφλάμε».%
  • αμελέτητα%
  • αμίλητα. Η σιωπή των αχ-αμνών.%
  • αχαμνά%
  • αποκατινά%
  • βαριδάκια, βαρίδια%
  • βόλια (Χίος) Βλ. και καλό βόλι, βωλαράκια (Κρήτη)%
  • γείτονες. Χρησιμοποιείται από αρχαιοτάτων χρόνωνε, όπως και το παραστάται.%
  • δέκαρα%
  • δεκαράκια (Πελοπόννησος)%
  • ζουβάχια (Κρήτη)%
  • καρύδια%
  • κοκόβια (Χίος)%
  • κούρκουτα (Κρήτη)%
  • λυμπά (Κύπρος)%
  • μπάλες%
  • μπομπόλια (Κέρκυρα, Θεσσαλονίκη)%
  • τέτοια (Μάνη, Κρήτη)%
  • τρυφερά, τρυφερούλια%
  • φαμελιά (Κοζάνη)%
  • ψαχνά

Πηγές: Μαρία Βραχιονίδου, «Οι ονομασίες των γεννητικών οργάνων στα νεοελληνικά ιδιώματα και διαλέκτους», Selected Papers (Democritus University of Thrace, 2012), το σλανγκρρρ και το νέτι.

So preach us of your willy or John Thomas (από σφυρίζων, 10/09/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία